ΜΕΡΟΣ Δ΄ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (άρθρα 63-110)

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

 

Άρθρο 63

Ορισμοί

Για το παρόν κεφάλαιο ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) οικοσύστημα: δυναμικό σύμπλεγμα κοινοτήτων φυτών, ζώων και μικροοργανισμών, καθώς και του βιοτικού περιβάλλοντός τους, που αλληλοεπηρεάζονται ως μια λειτουργική μονάδα, το οποίο περιλαμβάνει τύπους οικοτόπων, οικοτόπους ειδών και πληθυσμούς ειδών,

2) οικότοπος (ενδιαίτημα) ενός είδους: όπως ορίζεται στην περ. στ) του άρθρου 2 της υπ. αρ. 33318/3028/11.12.1998 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Πολιτισμού (Β’ 1289),

3) αποκατάσταση: η διαδικασία ενεργητικής ή παθητικής υποβοήθησης της ανάκαμψης ενός οικοσυστήματος προς την επίτευξη καλής κατάστασης, ενός τύπου οικοτόπου, στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο κατάστασης που μπορεί να επιτευχθεί και για την ικανοποιητική έκταση αναφοράς του οικοτόπου του είδους, με επαρκή ποιότητα, ποσότητα και πληθυσμούς ειδών, σε ικανοποιητικά επίπεδα, ως μέσο διατήρησης ή ενίσχυσης της βιοποικιλότητας και της ανθεκτικότητας του οικοσυστήματος,

4) καλή κατάσταση: κατάσταση κατά την οποία τα βασικά χαρακτηριστικά ενός οικοσυστήματος, ήτοι η φυσική, χημική, δομική και λειτουργική του κατάσταση και η σύνθεσή του, καθώς και τα χαρακτηριστικά του χερσαίου και του θαλάσσιου τοπίου του, αντικατοπτρίζουν το υψηλό επίπεδο οικολογικής ακεραιότητας, σταθερότητας και ανθεκτικότητας που απαιτείται για τη διασφάλιση της μακροχρόνιας συντήρησής του, συμβάλλοντας στην επίτευξη και διαφύλαξη της ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης, σύμφωνα με την περ. ε) του άρθρου 2 της υπ. αρ. 33318/3028/1998 κοινής υπουργικής απόφασης, για τους τύπους οικοτόπων που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της ως άνω κοινής απόφασης,

5) ικανοποιητική έκταση αναφοράς τύπου οικοτόπου: η συνολική έκταση ενός τύπου οικοτόπου σε μια δεδομένη βιογεωγραφική ή θαλάσσια περιοχή, σε εθνικό επίπεδο, που θεωρείται ως ελάχιστη απαραίτητη, για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητάς αυτού και των ειδών του, καθώς και όλων των σημαντικών οικολογικών του παραλλαγών στην περιοχή της φυσικής του κατανομής, η οποία αποτελείται από την έκταση του τύπου οικοτόπου και, αν αυτή η έκταση δεν είναι επαρκής, από την έκταση που απαιτείται για την αποκατάστασή του, συμβάλλοντας στην επίτευξη και διαφύλαξη της ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης, σύμφωνα με την περ. ε) του άρθρου 2 της υπ. αρ. 33318/3028/1998 κοινής υπουργικής απόφασης, για τους τύπους οικοτόπων που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της ως άνω κοινής απόφασης,

6) επαρκής ποιότητα οικοτόπου είδους: η ποιότητα οικοτόπου ενός είδους που επιτρέπει την κάλυψη των οικολογικών απαιτήσεών του, σε οποιοδήποτε στάδιο του βιολογικού του κύκλου, ώστε να διατηρείται μακροπρόθεσμα, ως βιώσιμο συστατικό του οικοτόπου του, στην περιοχή της φυσικής του κατανομής, συμβάλλοντας στην επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης του είδους, σύμφωνα με την περ. θ) του άρθρου 2 της υπ. αρ. 33318/3028/1998 κοινής υπουργικής απόφασης, αν τα είδη περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα ΙΙ, IV ή V της ως άνω κοινής απόφασης, καθώς και τη διασφάλιση των πληθυσμών των άγριων πτηνών που περιλαμβάνονται στην υπό στοιχεία 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β’ 1495),

7) «επαρκής έκταση οικοτόπου είδους»: η έκταση οικοτόπου ενός είδους που επιτρέπει την κάλυψη των οικολογικών απαιτήσεων του είδους, σε οποιοδήποτε στάδιο του βιολογικού του κύκλου, ώστε να διατηρείται μακροπρόθεσμα, ως βιώσιμο συστατικό του οικοτόπου του, στην περιοχή της φυσικής του κατανομής, συμβάλλοντας στην επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης του είδους σύμφωνα με την περ. θ) του άρθρου 2 της υπ. αρ. 33318/3028/1998 κοινής υπουργικής απόφασης, αν τα είδη περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα ΙΙ, IV ή V της ως άνω κοινής απόφασης, καθώς και τη διασφάλιση των πληθυσμών των άγριων πτηνών που περιλαμβάνονται στην υπό στοιχεία 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινή υπουργική απόφαση,

8) αρχέγονα δάση: υφιστάμενα παλαιά δάση τα οποία παραμένουν άθικτα από την επίδραση των ανθρώπων. Η λειτουργία και η σύνθεσή τους καθορίζονται απλώς από τα αποτελέσματα των φυσικών διεργασιών, με συνέπεια την παρουσία παλαιών δέντρων, την ουσιαστική ποικιλότητα στις ηλικίες, τη μόνιμη ύπαρξη νεκρών δένδρων, καθώς και έναν παχύ δασοτάπητα με πεσμένα δέντρα στα διάφορα στάδια της αποσύνθεσης,

9) παλαιά δάση: τα δάση που έχουν φτάσει σε μεγάλη ηλικία με ελάχιστες διαταραχές λόγω ανθρώπινων παρεμβάσεων και ως εκ τούτου παρουσιάζουν μοναδικά οικολογικά χαρακτηριστικά,

10) πόλεις: δήμοι όπου τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) του πληθυσμού ζει σε ένα (1) ή περισσότερα αστικά κέντρα, όπως υπολογίζεται με χρήση του βαθμού αστικοποίησης που καθορίζεται σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 4β του Κανονισμού (ΕΕ) 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2003, περί κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων («NUTS», L 154),

11) κωμοπόλεις και προάστια: δήμοι όπου λιγότερο από το πενήντα τοις εκατό (50%) του πληθυσμού ζει σε αστικό κέντρο και τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) σε αστικό σύμπλεγμα, όπως υπολογίζεται με χρήση του βαθμού αστικοποίησης που καθορίζεται σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 4β του Κανονισμού (ΕΕ) 1059/2003,

12) αστικός χώρος πρασίνου: όλες οι αστικές περιοχές πρασίνου, δάση πλατύφυλλων και κωνοφόρων, μεικτά δάση, φυσικοί λειμώνες, βάλτοι και χερσότοποι, εκτάσεις μετάβασης μεταξύ δασικών και θαμνωδών εκτάσεων και περιοχές με αραιά βλάστηση, εντός πόλεων ή κωμοπόλεων και προαστίων που υπολογίζονται με βάση τα δεδομένα τα οποία παρέχονται από την υπηρεσία παρακολούθησης ξηράς του «Copernicus», που συστάθηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/696 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Απριλίου 2021 για τη θέσπιση του ενωσιακού διαστημικού προγράμματος και του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το διαστημικό πρόγραμμα (L 170),

13) αστική συγκόμωση: η συνολική έκταση δενδροκάλυψης εντός πόλεων, κωμοπόλεων και προαστίων, που υπολογίζεται με βάση τα δεδομένα πυκνότητας δενδροκάλυψης τα οποία παρέχονται από την υπηρεσία παρακολούθησης ξηράς του «Copernicus».

 

Άρθρο 64

Στόχοι προστασίας της φύσης

  1. Έως το 2030, τουλάχιστον το τριάντα τοις εκατό (30%) της χερσαίας έκτασης, συμπεριλαμβανομένων των αρχέγονων και παλαιών δασών, και το τριάντα τοις εκατό (30%) των χωρικών υδάτων της χώρας ορίζονται ως περιοχές προστασίας της βιοποικιλότητας, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 19 του ν. 1650/1986 (Α’ 160). Στις προστατευόμενες περιοχές εντάσσεται το σύνολο των Καίριων Περιοχών Βιοποικιλότητας.
  2. Το σύνολο των αρχέγονων και παλαιών δασών, των μικρών νησιωτικών υγροτόπων που περιλαμβάνονται στο από 12.6.2012 π.δ. (ΑΑΠ 229), καθώς και των περιοχών «RAMSAR», τίθεται σε καθεστώς υψηλής προστασίας, ως ζώνες απολύτου προστασίας ή προστασίας της φύσης, σύμφωνα με τις περ. α) και β), αντίστοιχα, της παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 1650/1986.
  3. Έως το 2030, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, και κατόπιν επιστημονικής τεκμηρίωσης, μεριμνά για τη στοχευμένη λήψη μέτρων περιορισμού, της αλιείας στο δέκα τοις εκατό (10%) των χωρικών υδάτων με σκοπό την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων θαλάσσιων οικοσυστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των πλούσιων σε άνθρακα οικοσυστημάτων και των σημαντικών περιοχών ωοτοκίας και αναπαραγωγής ιχθύων, σύμφωνα με τους οικείους στόχους διατήρησης και τη διαφύλαξη των ιχθυαποθεμάτων σε βιώσιμα επίπεδα.
  4. Έως το 2030, τουλάχιστον για το τριάντα τοις εκατό (30%) των εκτάσεων κάθε ομάδας τύπων οικοτόπων που παρατίθεται στα Παραρτήματα Ι και II και η οποία δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση, λαμβάνονται μέτρα αποκατάστασης για τη βελτίωση και επαναφορά τους σε καλή κατάσταση. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε εξήντα τοις εκατό (60%) έως το 2040 και εκατό τοις εκατό (100%) έως το 2050.

 

Άρθρο 65

Αποκατάσταση χερσαίων και παράκτιων οικοσυστημάτων, οικοσυστημάτων γλυκών υδάτων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων σε περιοχές του δικτύου «Natura 2000»

  1. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), θεσπίζει τα μέτρα αποκατάστασης, τα οποία είναι απαραίτητα για τη βελτίωση και επαναφορά σε καλή κατάσταση των τύπων οικοτόπων που παρατίθενται στα Παραρτήματα Ι και II, αν δεν βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Τα εν λόγω μέτρα εφαρμόζονται τουλάχιστον στο τριάντα τοις εκατό (30%) των εκτάσεων κάθε ομάδας τύπων οικοτόπων που παρατίθεται στα παραρτήματα Ι και II, η οποία δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση, έως το 2030, τουλάχιστον στο εξήντα τοις εκατό (60%), έως το 2040 και στο εκατό τοις εκατό (100%), έως το 2050.
  2. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας θεσπίζει, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986, τα μέτρα αποκατάστασης:

α) για τους χερσαίους και παράκτιους οικοτόπους και τους οικοτόπους γλυκών υδάτων, καθώς και τους θαλάσσιους οικοτόπους που παρατίθενται στα παραρτήματα II, IV και V της υπ. αρ. 33318/3028/11.12.1998 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Πολιτισμού (Β’ 1289),

β) για τους θαλάσσιους οικοτόπους των ειδών που παρατίθενται στο παράρτημα III, και

γ) για τους χερσαίους και παράκτιους οικοτόπους και τους οικοτόπους γλυκών υδάτων, καθώς και για τους θαλάσσιους οικοτόπους άγριων πτηνών που καλύπτονται από την υπό στοιχεία 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β’ 1495),

που είναι απαραίτητα για τη βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας των εν λόγω οικοτόπων, ιδίως για την αναμόρφωσή τους, καθώς και για την ενίσχυση της συνδεσιμότητας, έως ότου επιτευχθεί επαρκής ποιότητα και ποσότητα των εν λόγω οικοτόπων.

  1. Ο καθορισμός των περιοχών για τα μέτρα αποκατάστασης, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, βασίζεται στις βέλτιστες διαθέσιμες γνώσεις και στα πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία για την κατάσταση των τύπων οικοτόπων, οι οποίοι παρατίθενται στα παραρτήματα Ι και II, με βάση τη δομή και τις λειτουργίες που είναι απαραίτητες για τη μακροχρόνια συντήρησή τους, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών ειδών τους που αναφέρονται στην περ. ε) του άρθρου 2 της υπ. αρ. 33318/3028/11.12.1998 κοινής υπουργικής απόφασης, καθώς και για την ποιότητα και ποσότητα των οικοτόπων των ειδών της παρ. 2.
  2. Τα μέτρα αποκατάστασης που αναφέρονται στην παρ. 1:

α) εξετάζουν την ανάγκη για βελτιωμένη συνδεσιμότητα μεταξύ των τύπων οικοτόπων που παρατίθενται στα παραρτήματα Ι και II και λαμβάνουν υπόψη τις οικολογικές απαιτήσεις των ειδών που αναφέρονται στην παρ. 2 και συναντώνται σε αυτούς τους τύπους οικοτόπων,

β) έχουν ως στόχο τη βελτιστοποίηση των οικολογικών, οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών των οικοσυστημάτων, καθώς και τη συμβολή τους στη βιώσιμη ανάπτυξη των σχετικών περιφερειών και κοινοτήτων.

  1. Κατά προτεραιότητα λαμβάνονται μέτρα αποκατάστασης στους τύπους χερσαίων οικοτόπων που διαθέτουν το μεγαλύτερο δυναμικό δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα, για την πρόληψη και μείωση των επιπτώσεων από φυσικές καταστροφές.
  2. Τα σχέδια διαχείρισης της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 δύναται να περιλαμβάνουν μέτρα περιορισμού ή απαγόρευσης της αλιείας.
  3. Τα μέτρα αποκατάστασης των παρ. 1 και 2 διασφαλίζουν ότι οι περιοχές στις οποίες εφαρμόζονται παρουσιάζουν συνεχή βελτίωση της κατάστασης των τύπων οικοτόπων που απαριθμούνται στα παραρτήματα Ι και II, έως ότου επιτευχθεί καλή κατάσταση, καθώς και συνεχή βελτίωση της ποιότητας των οικοτόπων των ειδών της παρ. 2, μέχρι να επιτευχθεί επαρκής ποιότητα των εν λόγω οικοτόπων.
  4. Απαγορεύεται η υποβάθμιση των περιοχών όπου συναντώνται οι τύποι οικοτόπων των παραρτημάτων Ι και II.
  5. Για τους τόπους «Natura 2000», η μη εκπλήρωση της υποχρέωσης των παρ. 5 και 6 δικαιολογείται εάν προκαλείται από:

α) ανωτέρα βία,

β) αναπόφευκτους μετασχηματισμούς οικοτόπων που προκαλούνται άμεσα από την κλιματική αλλαγή, ή

γ) σχέδιο ή έργο που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 10 του ν. 4014/2011 (Α’ 209).

  1. Τα μέτρα αποκατάστασης και διαχείρισης της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 εξασφαλίζουν ότι σημειώνεται:

α) αύξηση της έκτασης οικοτόπων σε καλή κατάσταση, για τους τύπους οικοτόπων των παραρτημάτων Ι και II, έως ότου το σύνολό τους να βρίσκεται σε καλή κατάσταση, σύμφωνα με την παρ. 1 και μέχρι να επιτευχθεί η ικανοποιητική έκταση αναφοράς για κάθε τύπο οικοτόπου, σε κάθε βιογεωγραφική περιοχή της επικράτειάς τους,

β) θετική τάση προς την κατεύθυνση της επαρκούς ποιότητας και ποσότητας των χερσαίων και παράκτιων οικοτόπων και των οικοτόπων γλυκών υδάτων, των ειδών των παραρτημάτων II, IV και V της υπ. αρ. 33318/3028/11.12.1998 κοινής υπουργικής απόφασης, των θαλάσσιων οικοτόπων των ειδών των παραρτημάτων II, IIΙ, IV και V της ίδιας κοινής απόφασης, καθώς και των ειδών που καλύπτονται από την υπό στοιχεία 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινή υπουργική απόφαση.

 

Άρθρο 66

Αποκατάσταση των πληθυσμών των επικονιαστών

Έως το 2025, με κοινή απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καταρτίζεται Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την αναστροφή της μείωσης των πληθυσμών των επικονιαστών, έως το 2030, και τη σταδιακή αύξηση των πληθυσμών τους μέχρι να επιτευχθούν ικανοποιητικά επίπεδα. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης περιλαμβάνει κατάλληλους δείκτες για την παρακολούθηση των πληθυσμών των επικονιαστών και θεσπίζει ικανοποιητικά επίπεδα για καθέναν από τους δείκτες, με βάση τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία. Από το 2030 και μετά, ο πληθυσμός των επικονιαστών μετράται ανά τριετία.

 

Άρθρο 67

Αποκατάσταση αστικών οικοσυστημάτων

  1. Έως το 2030, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας λαμβάνει κατάλληλα μέτρα μέσω του πολεοδομικού σχεδιασμού και της εφαρμογής του ν. 2508/1997 (Α’ 124), προκειμένου να μην υπάρξει καθαρή απώλεια αστικού χώρου πρασίνου και αστικής συγκόμωσης έως το 2030, σε σύγκριση με το 2021, σε όλες τις πόλεις, κωμοπόλεις και τα προάστια.
  2. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας διασφαλίζει ότι θα υπάρξει αύξηση της συνολικής εθνικής έκτασης αστικού χώρου πρασίνου σε πόλεις, κωμοπόλεις και προάστια, κατά τουλάχιστον μηδέν κόμμα πέντε τοις εκατό (0,5%), της συνολικής έκτασης των πόλεων και των κωμοπόλεων και προαστίων, από το 2021 έως το 2030, κατά τουλάχιστον τρία τοις εκατό (3%), έως το 2040, και κατά τουλάχιστον πέντε τοις εκατό (5%), έως το 2050. Επιπλέον, μέσω του πολεοδομικού σχεδιασμού διασφαλίζεται:

α) τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) αστική συγκόμωση σε όλες τις πόλεις, κωμοπόλεις και προάστια, έως το 2050,

β) καθαρό κέρδος αστικού χώρου πρασίνου που ενσωματώνεται σε υφιστάμενα και νέα κτίρια και υποδομές, ιδίως μέσω ανακαινίσεων και αναπλάσεων, σε όλες τις πόλεις, κωμοπόλεις και προάστια.

  1. Έως το 2025, η Γενική Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζει, με βάση τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, τις πόλεις, κωμοπόλεις και προάστια, για τα οποία εφαρμόζονται οι στόχοι της παρ. 2 και υπολογίζει τον αστικό χώρο πρασίνου για το έτος βάσης 2021.

 

Άρθρο 68

Ζώνες προστασίας και διαχείρισης που περιλαμβάνονται στις ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες – Τροποποίηση παρ. 4 και αντικατάσταση παρ. 5 άρθρου 19 ν. 1650/1986

  1. Στην παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), περί επιτρεπόμενων ειδικών κατηγοριών χρήσεων προστατευόμενων περιοχών, η παραπομπή του εισαγωγικού εδαφίου διορθώνεται, τα εδάφια δεύτερο και τρίτο αντικαθίστανται από νέο εδάφιο, η αυστηρή προστασία του πρώτου εδαφίου της περ. β) εξειδικεύεται, τα δύο τελευταία εδάφια των περ. β) και γ), περί ζωνών προστασίας και διατήρησης, αφαιρούνται, στο δεύτερο εδάφιο της περ. γ) διορθώνεται ο προσδιορισμός της αναφερόμενης Ζώνης, στην παρ. 5 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, και οι παρ. 4 και 5 διαμορφώνονται ως εξής:

«4. Στις περιοχές των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος ορίζονται, με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 3 του άρθρου 21, μία ή περισσότερες ζώνες προστασίας και διαχείρισης από τις παρακάτω:

α. Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης: ως ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης ορίζονται εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητους τύπους φυσικών οικοτόπων, ή/και με ενδιαιτήματα εξαιρετικά ευαίσθητων ειδών, των οποίων η παρουσία και αντιπροσωπευτικότητα εκτιμάται ως πολύ υψηλή ή η κατάσταση των οποίων επιτάσσει εξαιρετικά αυστηρή προστασία. Ως εξαιρετικά ευαίσθητα είδη θεωρούνται τα είδη προτεραιότητας, τα οποία κατηγοριοποιούνται ως κινδυνεύοντα («endangered and critically endangered»), σύμφωνα με τον παγκόσμιο και εθνικό κόκκινο κατάλογο της παρ. 9 του άρθρου 2 του ν. 3937/2011 (Α’ 60).

β. Ζώνη προστασίας της φύσης: ως ζώνες προστασίας της φύσης ορίζονται εκτάσεις με τύπους φυσικών οικοτόπων, ή/και με ενδιαιτήματα ειδών, των οποίων η παρουσία και αντιπροσωπευτικότητα εκτιμάται ως υψηλή ή η κατάσταση των οποίων επιτάσσει αυστηρή προστασία γιατί δεν είναι ικανοποιητικός ο βαθμός διατήρησης κατά την παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 3937/2011. Στις ζώνες αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από δραστηριότητες ή επεμβάσεις που μπορούν να μεταβάλουν ουσιωδώς προς το χειρότερο τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Απαγορεύονται ή περιορίζονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις της πράξης χαρακτηρισμού της προστατευόμενης περιοχής ή/και του οικείου Σχεδίου Διαχείρισης, δραστηριότητες όταν η άσκησή τους έχει επιπτώσεις που υπονομεύουν τους στόχους διαχείρισης ή την αποτελεσματικότητα των μέτρων διαχείρισης της προστατευόμενης περιοχής.

γ. Ζώνη διατήρησης οικοτόπων και ειδών: ως ζώνες διατήρησης οικοτόπων και ειδών ορίζονται εκτάσεις που υπόκεινται σε κατάλληλη διαχείριση για τη διασφάλιση ικανοποιητικού βαθμού διατήρησης των προστατευτέων αντικειμένων (τύπων φυσικών οικοτόπων και ειδών ενωσιακής σημασίας ή/και εθνικού ενδιαφέροντος) που αυτές φιλοξενούν. Στις Ζώνες Διατήρησης Οικοτόπων και Ειδών απαγορεύονται ή περιορίζονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις της πράξης χαρακτηρισμού της προστατευόμενης περιοχής ή/και του οικείου Σχεδίου Διαχείρισης, δραστηριότητες όταν αυτές είναι σε θέση μεμονωμένα, σωρευτικά με άλλες ή σε συνέργεια με άλλες, να υποβαθμίσουν τον βαθμό διατήρησης προστατευτέου αντικειμένου και ειδικά όταν η υποβάθμιση αυτή δρα αρνητικά στην κατάσταση διατήρησης του προστατευτέου αντικειμένου σε εθνικό επίπεδο.

δ. Ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων: ως ζώνες βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων ορίζονται εκτάσεις προστατευόμενων περιοχών, στις οποίες είναι δυνατό να συνυπάρχει το προστατευτέο αντικείμενο μαζί με σχετικές πολιτισμικές αξίες ή/και ανθρωπογενείς δραστηριότητες που προάγουν τη βιώσιμη διαχείριση φυσικών πόρων ή/και τη βιώσιμη ανάπτυξη, αυτή, δηλαδή, που υπηρετεί την προστασία του περιβάλλοντος, την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ανθρωπογενείς δραστηριότητες εντός της ζώνης αυτής, όταν μπορούν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση του βαθμού διατήρησης του προστατευτέου αντικειμένου στην προστατευόμενη περιοχή και ιδιαιτέρως της κατάστασης διατήρησης του προστατευτέου αντικειμένου σε εθνικό επίπεδο, υπόκεινται σε κατάλληλες ρυθμίσεις βάσει των σχετικών προβλέψεων της πράξης χαρακτηρισμού της προστατευόμενης περιοχής και του οικείου Σχεδίου Διαχείρισης.

  1. Στις ζώνες του παρόντος μπορεί να περιλαμβάνονται και περιοχές που υπάγονται σε ειδικά καθεστώτα (όπως ενδεικτικά: δάση, αρχαιολογικοί χώροι και ζώνες προστασίας Α’ και Β’ αρχαιολογικών χώρων, βιότοποι) και απεικονίζονται στα κατά περίπτωση σχέδια χρήσεων γης. Στις ζώνες του παρόντος δεν περιλαμβάνονται περιοχές που βρίσκονται εκτός των ορίων των προστατευόμενων περιοχών, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών ζωνών των προστατευόμενων περιοχών που έχουν ορισθεί ως οικολογικοί διάδρομοι.».

 

Άρθρο 69

Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες, σχέδια διαχείρισης και καθορισμός χρήσεων γης στις προστατευόμενες περιοχές – Τροποποίηση άρθρου 21 ν. 1650/1986

Στο άρθρο 21 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), περί σχεδίων διατήρησης των περιοχών προστασίας: α) στην παρ. 1 διευκρινίζονται οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για τα σχέδια διατήρησης, β) η παρ. 2 αντικαθίσταται, γ) προστίθεται παρ. 2α), δ) η περ. α της παρ. 3 διαρθρώνεται σε υποπεριπτώσεις, στην υποπερ. αβ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, στην υποπερ. αγ) εισάγεται η έννοια της αποκατάστασης και γίνεται αναφορά στο κατ’ εξουσιοδότηση προεδρικό διάταγμα, προστίθεται υποπερ. αε, το τελευταίο εδάφιο της περ. α επικαιροποιείται ως προς τα προγράμματα εφαρμογής, δ) η παρ. 4 τροποποιείται ως προς το πλαίσιο της εξουσιοδότησης για την έκδοση του προβλεπόμενου π.δ., ε) το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 επικαιροποιείται, ως προς τα προγράμματα εφαρμογής, στ) η παρ. 7 αντικαθίσταται, ζ) στην παρ. 8 επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, η) προστίθενται παρ. 9 έως 11, και το άρθρο 21 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 21

Χαρακτηρισμός περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου

  1. Για την προστασία και τη διατήρηση των περιοχών προστασίας της βιοποικιλότητας και των Εθνικών Πάρκων καταρτίζονται τα σχέδια διαχείρισης της παραγράφου 3 και εκδίδονται τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 4, κατόπιν της ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης της παραγράφου 2, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, καθώς και τις περιφερειακές και τοπικές ιδιομορφίες.
  2. α. Η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη (ΕΠΜ) αποτελεί την επιστημονική μελέτη τεκμηρίωσης του προεδρικού διατάγματος μιας ή περισσότερων προστατευόμενων περιοχών και του Σχεδίου Διαχείρισης κάθε προστατευόμενης περιοχής.

β. Η ΕΠΜ εστιάζει στον χαρακτηρισμό των προστατευόμενων περιοχών, των ζωνών της παρ. 4 του άρθρου 19, που ορίζονται εντός αυτών, στην αναγκαιότητα ή μη θεσμοθέτησης περιφερειακών ζωνών, οικολογικών διαδρόμων, καθώς και στην πρόταση ρύθμισης δραστηριοτήτων και λειτουργιών και πρόβλεψης κατάλληλων μέτρων και δράσεων για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση του προστατευτέου αντικειμένου κάθε περιοχής και τη διασφάλιση της ακεραιότητάς της, ως προς τις οικολογικές της λειτουργίες. Οι ζώνες δύναται να υποδιαιρούνται σε υποζώνες.

γ. Η ΕΠΜ εξετάζει τις επιπτώσεις που έχουν στο προστατευτέο αντικείμενο οι όροι και περιορισμοί δραστηριοτήτων που προτείνει, σε συνδυασμό με τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες, όπως αυτές προκύπτουν από τις χρήσεις γης ανά ζώνη ή υποζώνη. Η ζώνωση και οι προτεινόμενες χρήσεις γης επιλέγονται με βάση το είδος του προστατευτέου αντικειμένου, τους στόχους διατήρησης ή και αποκατάστασης, εφόσον αυτοί έχουν καθοριστεί, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του προστατευτέου αντικειμένου, όπου αυτή είναι γνωστή, με σκοπό τη βελτίωση των οικολογικών, οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών των οικοσυστημάτων, καθώς και τη συμβολή τους στη βιώσιμη ανάπτυξη των σχετικών περιοχών. Επιπρόσθετα, για τα είδη προτεραιότητας της περ. η) του άρθρου 2 της υπ’ αρ. 33318/3028/11.12.1998 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Πολιτισμού (Β’ 1289), λαμβάνεται υπόψη η κατηγορία επικινδυνότητας, σύμφωνα με τον εθνικό και τον παγκόσμιο κόκκινο κατάλογο της παρ. 9 του άρθρου 2 του ν. 3937/2011 (Α’ 60). Στις ζώνες και υποζώνες αυτές λαμβάνονται επίσης υπόψη οι υφιστάμενες δραστηριότητες και η γειτνίαση με οικισμούς και υπάρχει μέριμνα για την εξυπηρέτηση των λειτουργιών που είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον πολεοδομικό ή οικιστικό χαρακτήρα των περιοχών αυτών, οι αποφάσεις για την προστασία των περιοχών άνευ δρόμων, καθώς και οι κατευθύνσεις του περιφερειακού χωροταξικού πλαισίου της οικείας περιφέρειας και των ειδικών χωρικών πλαισίων. Επιπλέον, εξετάζονται οι συνέπειες εναλλακτικών λύσεων, περιλαμβανομένης και της μηδενικής λύσης.

δ. Η περιοχή που καλύπτει η ΕΠΜ, η διαδικασία σύνταξης και έγκρισης, όπως και οι προδιαγραφές των ΕΠΜ, ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η ΕΠΜ εκπονείται για μια ή περισσότερες προστατευόμενες περιοχές και τίθεται σε δημόσια διαβούλευση.

2α. Το αντικείμενο της ΕΠΜ και του προεδρικού διατάγματος περιλαμβάνει το σύνολο των προστατευόμενων περιοχών, εκτός των περιοχών:

α. για τις οποίες έχουν εκδοθεί Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια, σύμφωνα με τον ν. 4447/2016 (Α’ 241),

β. οι οποίες βρίσκονται εντός ορίων οικισμών ή σχεδίου πόλης ή οικισμών προ του 1923, και

γ. οι οποίες βρίσκονται εντός οργανωμένων υποδοχέων παραγωγικών δραστηριοτήτων, ιδίως Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Παραγωγικών Δραστηριοτήτων ή Οργανωμένων Υποδοχέων Μεταποιητικών Δραστηριοτήτων.

  1. α. Τα σχέδια διαχείρισης περιλαμβάνουν:

αα. τους στόχους διατήρησης και την πιθανή ιεράρχηση προτεραιοτήτων διαχείρισης της προστατευόμενης περιοχής,

αβ. διαχειριστικές δράσεις, παρεμβάσεις και μέτρα που είναι απαραίτητα για να επιτευχθεί ή να διατηρηθεί η ικανοποιητική διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου. Οι σχετικές δράσεις και τα σχετικά μέτρα δύνανται να εξειδικεύονται για επιμέρους στοιχεία του προστατευτέου αντικειμένου ανάλογα με τις οικολογικές τους απαιτήσεις, τον βαθμό διατήρησής τους και τις πιέσεις ή απειλές που αντιμετωπίζουν. Τα μέτρα αποσκοπούν στη βελτίωση των οικολογικών, οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών των οικοσυστημάτων, καθώς και της συμβολής τους στη βιώσιμη ανάπτυξη των σχετικών περιφερειών και κοινοτήτων. Κατά τη λήψη μέτρων, λαμβάνονται υπόψη οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, καθώς και οι περιφερειακές και τοπικές ιδιομορφίες,

αγ. την εξειδίκευση των όρων και περιορισμών άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων που είναι απαραίτητα για την ικανοποιητική διατήρηση ή την αποκατάσταση του προστατευτέου αντικειμένου, κατ’ εξουσιοδότηση του σχετικού προεδρικού διατάγματος, καθώς και, όπου είναι αναγκαίο, τις ειδικότερες μελέτες που πρέπει να εκπονηθούν για την εξειδίκευση ή/και οριστικοποίηση του περιεχομένου προτεινόμενων διαχειριστικών δράσεων και μέτρων,

αδ. τις κατευθύνσεις και τις προτεραιότητες για την υλοποίηση έργων, δράσεων και μέτρων που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία, διαχείριση και αποκατάσταση των αντικειμένων που προστατεύονται κατά περίπτωση, καθώς και τα κατάλληλα προγράμματα παρακολούθησης του προστατευτέου αντικειμένου και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του Σχεδίου Διαχείρισης, και

αε. τον προσδιορισμό των έργων και δραστηριοτήτων που δεν ανήκουν στις κατηγορίες Α’ και Β’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 (Α’ 209), για την έγκριση των οποίων δύναται να προβλέπεται στην απόφαση της περ. β της παρούσας, η διενέργεια δέουσας εκτίμησης επιπτώσεων της παρ. 10 του άρθρου 11 του ν. 4014/2011, σύμφωνα με την παρ. 11 του παρόντος, εφόσον είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης.

Στα σχέδια διαχείρισης περιλαμβάνονται προγράμματα εφαρμογής στα οποία εξειδικεύονται τα αναγκαία μέτρα, δράσεις, έργα και προγράμματα, οι φάσεις, το κόστος, οι πηγές και οι φορείς χρηματοδότησής τους, καθώς και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης τους και οι φορείς εφαρμογής τους.

β. Τα σχέδια διαχείρισης εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Τα σχέδια διαχείρισης των περιοχών στις οποίες περιλαμβάνονται ρυθμίσεις που αφορούν στη γεωργική, αλιευτική και υδατοκαλλιεργητική δραστηριότητα, εγκρίνονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

γ. Όπου απαιτείται, με τις αποφάσεις αυτές εξειδικεύονται τα γενικά και ειδικά μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου που κυρώθηκε με το ν. 3827/2010 (Α’ 30).

  1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και μετά από γνώμη της Επιτροπής Φύση 2000, βάσει της αντίστοιχης ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης, γίνεται ο χαρακτηρισμός των περιοχών προστασίας της βιοποικιλότητας και των εθνικών πάρκων, η οριοθέτησή τους, καθώς και ο καθορισμός χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μέσα στις ανωτέρω προστατευόμενες περιοχές, ανά ζώνη ή υποζώνη. Με το ως άνω προεδρικό διάταγμα γίνεται ο χαρακτηρισμός περιοχών του Εθνικού Καταλόγου Περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Natura 2000 που περιλαμβάνονται στην προστατευόμενη περιοχή ως ειδικών ζωνών διατήρησης, ζωνών ειδικής προστασίας ή/και τόπων ενωσιακής σημασίας, εφόσον αυτές δεν έχουν ήδη χαρακτηρισθεί με προηγούμενη πράξη. Όταν στην προστατευόμενη περιοχή περιλαμβάνονται και αγροτικές περιοχές (χερσαίες και υδάτινες) υψηλής φυσικής αξίας, το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα μπορούν να οριοθετούνται οικολογικοί διάδρομοι της περίπτωσης 11 του άρθρου 2 του ν. 3937/2011 (Α’ 60).
  2. Αν η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος αφορά σε περιοχές ενδιαφέροντος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και των νομικών προσώπων που εποπτεύονται από αυτό, οι οποίες περιλαμβάνουν στρατιωτικές υποδομές και εκτάσεις που χρησιμοποιούνται για σκοπούς εθνικής άμυνας και ασφάλειας, το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 4 προτείνεται και από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας.
  3. Για περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, για τα οποία αρχίζει η διαδικασία χαρακτηρισμού με προεδρικό διάταγμα και έως ότου εκδοθεί η πράξη χαρακτηρισμού, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να καθορίζει όρους και περιορισμούς για επεμβάσεις και δραστηριότητες που είναι δυνατόν να έχουν βλαπτική επίδραση στις παραπάνω περιοχές, στοιχεία ή σύνολα και να υλοποιεί τα προγράμματα εφαρμογής της υποπαρ. α’ της παρ. 3 και συγκεκριμένες διαχειριστικές δράσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση και διατήρηση της κατάστασης των προστατευτέων αντικειμένων. Η ισχύς της υπουργικής αυτής απόφασης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη. Αν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, με όμοια υπουργική απόφαση, για τρία (3) ακόμη έτη.
  4. Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας διενεργούνται οι χαρακτηρισμοί των καταφυγίων άγριας ζωής και των προστατευόμενων τοπίων και φυσικών σχηματισμών, αν αυτές δεν εμπίπτουν σε περιοχές προστασίας της βιοποικιλότητας και εθνικά πάρκα. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας προβλέπονται όροι και περιορισμοί στις δραστηριότητες που ασκούνται εντός των ανωτέρω καταφυγίων άγριας ζωής και προστατευόμενων τοπίων και φυσικών σχηματισμών. Στα καταφύγια άγριας ζωής απαγορεύονται η θήρα και η επαγγελματική αλιεία.
  5. Ειδικά ο χαρακτηρισμός και ο καθορισμός των ορίων και των ζωνών σε προστατευόμενες περιοχές, που περιλαμβάνονται σε ζώνη οικιστικού ελέγχου (ΖΟΕ), γίνεται με την πράξη καθορισμού της ΖΟΕ με τη διαδικασία του άρθρου 29 του ν. 1337/1983 (Α’ 33).
  6. Οι εθνικοί δρυμοί του άρθρου 78 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7) και οι υγρότοποι διεθνούς ενδιαφέροντος του άρθρου 2 της Σύμβασης Ραμσάρ, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 191/1974 (Α’ 350), χαρακτηρίζονται ως εθνικά πάρκα με τη διαδικασία της παρ. 4.
  7. Με τα προεδρικά διατάγματα της παρ. 4 προβλέπεται ότι:

α. εξακολουθούν να λειτουργούν νομίμως έργα ή δραστηριότητες, εντός των προστατευόμενων περιοχών, οι οποίες είναι νομίμως αδειοδοτημένες και λειτουργούν, σύμφωνα με τους όρους της άδειάς τους, υπό την προϋπόθεση ότι η παραμονή τους δεν διακινδυνεύει την επίτευξη των στόχων διατήρησης της αντίστοιχης περιοχής, σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 10 του ν. 4014/2011. Προκειμένου να διαπιστωθεί η συνδρομή της εν λόγω προϋπόθεσης, εφόσον υπάρχει σχετική απαίτηση του σχεδίου διαχείρισης της παρ. 3, ακολουθείται η διαδικασία της παρ. 9 του άρθρου 2 του ν. 4014/2011,

β. υλοποιούνται και λειτουργούν νομίμως έργα ή δραστηριότητες, εντός των προστατευόμενων περιοχών, εάν διαθέτουν Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), μετά από υποβολή και έγκριση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που συνοδεύεται από Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (ΕΟΑ), αν η παραμονή τους δεν διακινδυνεύει την επίτευξη των στόχων διατήρησης της αντίστοιχης περιοχής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4014/2011. Προκειμένου να διαπιστωθεί η συνδρομή της εν λόγω προϋπόθεσης, εφόσον υπάρχει σχετική απαίτηση του σχεδίου διαχείρισης της παρ. 3, ακολουθείται η διαδικασία της παρ. 9 του άρθρου 2 του ν. 4014/2011,

γ. υλοποιούνται και λειτουργούν νομίμως έργα ή δραστηριότητες, εντός των προστατευόμενων περιοχών, όταν διαθέτουν ΑΕΠΟ, μετά από υποβολή και έγκριση ΜΠΕ, που δεν συνοδεύεται από ΕΟΑ, αν η παραμονή τους δεν διακινδυνεύει την επίτευξη των στόχων διατήρησης της αντίστοιχης περιοχής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4014/2011, κατόπιν υποβολής συμπληρωματικής ΕΟΑ, εντός δεκαοκτώ (18) μηνών από την έναρξη ισχύος του προεδρικού διατάγματος,

δ. υλοποιούνται και λειτουργούν νομίμως, εντός των προστατευόμενων περιοχών, έργα ή δραστηριότητες που δεν ανήκουν στην κατηγορία Α’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011, αν η παραμονή τους δεν διακινδυνεύει την επίτευξη των στόχων διατήρησης της αντίστοιχης περιοχής. Η διαπίστωση αυτή γίνεται μέσω ΕΟΑ που εγκρίνεται από την αρμόδια Διεύθυνση της οικείας περιφέρειας και περιλαμβάνει τα στοιχεία που ορίζονται στην παρ. 8 του άρθρου 11 του ν. 4014/2011, εφόσον υπάρχει σχετική απαίτηση του σχεδίου διαχείρισης της παρ. 3, εντός ενός (1) έτους, από την έναρξη ισχύος του προεδρικού διατάγματος. Τα ανωτέρω έργα και οι δραστηριότητες των περ. α έως δ δύνανται να εκσυγχρονίζονται και να επεκτείνονται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

  1. Κάθε έργο ή δραστηριότητα που δεν ανήκει στις κατηγορίες Α’ και Β’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011, αλλά για την έγκρισή του, ενδέχεται να απαιτείται διενέργεια δέουσας εκτίμησης επιπτώσεων της παρ. 10 του άρθρου 11 του ν. 4014/2011, σύμφωνα με την υποπερ. εε της περ. α της παρ. 3 του παρόντος, υποβάλλεται σε διαδικασία προελέγχου από τη Γενική Διεύθυνση Χωροταξικής και Περιβαλλοντικής Πολιτικής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, προκειμένου να εκτιμηθεί αν επηρεάζει σημαντικά την προστατευόμενη περιοχή καθαυτό ή από κοινού με άλλα έργα ή δραστηριότητες, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω περιοχής. Για τον σκοπό αυτό, ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας υποβάλλει στη Γενική Διεύθυνση Χωροταξικής και Περιβαλλοντικής Πολιτικής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, συνοπτική περιγραφή του έργου ή της δραστηριότητας. Η Γενική Διεύθυνση Χωροταξικής και Περιβαλλοντικής Πολιτικής, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, αποφασίζει αν απαιτείται διενέργεια δέουσας εκτίμησης επιπτώσεων, άλλως τεκμαίρεται ότι το έργο ή η δραστηριότητα δεν επηρεάζει σημαντικά την προστατευόμενη περιοχή. Η δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων υποβάλλεται στη Μονάδα Διαχείρισης Προστατευόμενης Περιοχής (ΜΔΠΠ) του άρθρου 34 του ν. 4685/2020 (Α’ 92), βάσει των προδιαγραφών της υπ’ αρ. 52983/1952/23.9.2013 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β’ 2436). Αν προκύπτει από την ΕΟΑ ότι ενδέχεται να κινδυνεύει η ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής, η ΜΔΠΠ, με απόφαση του προϊσταμένου της, εκδίδει όρους για την υλοποίηση του εξεταζόμενου έργου ή δραστηριότητας, προκειμένου να διασφαλίσει ότι δεν παραβλάπτεται η ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής.».

 

Άρθρο 70

Καταργούμενες διατάξεις

  1. Η παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), περί οργάνωσης μέτρων προστασίας της βιοποικιλότητας, ανά ζώνες, καταργείται.
  2. Τα άρθρα 1 έως και 11 και 21 του ν. 4519/2018 (Α’ 25), περί διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, καταργούνται.
  3. Η παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4685/2020 (Α’ 92), περί σχεδίων διαχείρισης, καταργείται.
  4. Οι παρ. 7 και 10 του άρθρου 15 του ν. 2742/1999 (Α’ 207), περί φορέων διαχείρισης, καταργούνται.
  5. Η παρ. 2 του άρθρου 6 της υπ’ αρ. 33318/3028/1998 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Πολιτισμού, περί χωροθέτησης έργων και έγκρισης σχεδίων επί ειδικών ζωνών προστασίας (Β’ 1289), καταργείται.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ

 

Άρθρο 71

Διοικητικές κυρώσεις για περιβαλλοντικές παραβάσεις – Τροποποίηση παρ. 1 και 1α και προσθήκη παρ. 1β και 1γ στο άρθρο 21 του ν. 4014/2011

Στο άρθρο 21 του ν. 4014/2011 (Α’ 209), περί διοικητικών κυρώσεων για περιβαλλοντικές παραβάσεις: αα) στην περ. α) της παρ. 1 προστίθεται η υποχρέωση αποκατάστασης της περιβαλλοντικής βλάβης, εφόσον αυτή είναι αναστρέψιμη, αβ) το μέγιστο ύψος προστίμου της περ. β) της παρ. 1 αυξάνεται, αγ) στην ίδια παράγραφο προστίθεται περ. ε), αδ) στο υφιστάμενο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1, αφαιρείται η αναφορά σε ελαφρυντικούς και επιβαρυντικούς παράγοντες και προστίθεται ως νέο τρίτο εδάφιο, β) η παρ. 1α, πλην των δύο εισαγωγικών της εδαφίων, αντικαθίσταται, γ) προστίθενται παρ. 1β, 1γ και 1δ, και οι παρ. 1 έως 1γ διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προκαλούν οποιαδήποτε ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος ή των κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων ή αποφάσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή της Περιφέρειας, ανεξάρτητα από την αστική ή ποινική ευθύνη, επιβάλλονται τα ακόλουθα διοικητικά μέτρα και κυρώσεις:

α) Πλάνο Διορθωτικών Ενεργειών της υποπερ. ββ’ της περ. β’ της παρ. 15γ του άρθρου 6 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), που επέχει τη θέση του μέτρου της γραπτής σύστασης της περ. α’ της παρ. 5 του άρθρου 151 του ν. 4512/2018 (Α’ 5), υποχρέωση αποκατάστασης του περιβάλλοντος, εντός προθεσμίας, αν η βλάβη είναι αναστρέψιμη, πιθανός επανέλεγχος εντός προθεσμίας, προειδοποίηση επιβολής κυρώσεων.

β) Πρόστιμο από πεντακόσια (500) έως και σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) ευρώ σύμφωνα με την παρ. 1α ή και Πλάνο Διορθωτικών Ενεργειών.

γ) Προσωρινή ή οριστική διακοπή λειτουργίας, όπως προβλέπεται στην παρ. 6, μετά από εισήγηση της αρμόδιας για την περιβαλλοντική επιθεώρηση αρχής.

δ) Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις που προβλέπονται από την περιβαλλοντική νομοθεσία.

ε) Υποχρέωση αποζημίωσης των δαπανών που συνδέονται με τη βλάβη στο περιβάλλον, όταν η βλάβη είναι μη αναστρέψιμη και η παράβαση κατατάσσεται στις κατηγορίες «ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ» και «ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ» σοβαρότητας της παρ. 1α.

Τα εν λόγω μέτρα και οι κυρώσεις είναι αναλογικά και εύλογα, στηρίζονται δε στην αξιολόγηση του κινδύνου που η παράβαση επιφέρει στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με την παρ. 1α και επιβάλλονται, σύμφωνα με την απόφαση της παρ. 21 του άρθρου 20, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, τη συχνότητα ή την χρονική διάρκεια, την υποτροπή και το ιστορικό συμμόρφωσης, τη συμπεριφορά και τον βαθμό συνεργασίας του ελεγχόμενου οικονομικού φορέα, το ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και την παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων και προτύπων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων, λόγους δημοσίου συμφέροντος, καθώς και του άμεσου ή έμμεσου κέρδους που η παράβαση απέφερε στον φορέα του έργου ή της δραστηριότητας. Επιπρόσθετα, λαμβάνονται υπόψη συντρέχοντες ελαφρυντικοί ή επιβαρυντικοί παράγοντες και περιστάσεις, σύμφωνα με τις παρ. 1γ και 1δ.

Τα πρόστιμα της περ. β’ επιβάλλονται μετά από ενιαία αξιολόγηση της σοβαρότητας του συνόλου των παραβάσεων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 1α. Εφόσον από τη νομοθεσία προβλέπεται ποινική κύρωση για τη συγκεκριμένη παράβαση, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4042/2012 (Α’ 24), η πράξη βεβαίωσης παράβασης διαβιβάζεται στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή.

1α. Οι παραβάσεις κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες ΧΑΜΗΛΗΣ, ΜΕΤΡΙΑΣ, ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ και ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ σοβαρότητας, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της παρ. 21 του άρθρου 20. Τα επιβαλλόμενα πρόστιμα της περ. β) της παρ. 1 κατανέμονται, ανάλογα με την κατηγορία της παράβασης, ως ακολούθως:

α) για τις παραβάσεις «ΧΑΜΗΛΗΣ» σοβαρότητας, το πρόστιμο δεν υπερβαίνει το μηδέν κόμμα πέντε τοις εκατό (0,5%), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, βάσει του κύκλου εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, και κυμαίνεται από πεντακόσια (500) έως και εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ,

β) για τις παραβάσεις «ΜΕΤΡΙΑΣ» σοβαρότητας, το πρόστιμο δεν υπερβαίνει το δύο τοις εκατό (2%), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, βάσει του κύκλου εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, και κυμαίνεται από χίλια (1.000) έως και πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ,

γ) για τις παραβάσεις «ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ» σοβαρότητας, το πρόστιμο δεν υπερβαίνει το έξι τοις εκατό (6%), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, βάσει του κύκλου εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, και κυμαίνεται από δέκα χιλιάδες (10.000) έως και δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ,

δ) για τις παραβάσεις «ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ» σοβαρότητας, το πρόστιμο δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, βάσει του κύκλου εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, και κυμαίνεται από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως και σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) ευρώ.

Αν το ποσό του προστίμου που αντιστοιχεί στο ανώτατο ποσοστό, επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, βάσει του κύκλου εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, είναι μικρότερο του ελάχιστου προβλεπόμενου προστίμου της κατηγορίας παράβασης, τότε το ποσό ισούται με το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο της εκάστοτε κατηγορίας παράβασης.

Εάν συντρέχουν μια ή περισσότερες επιβαρυντικές περιστάσεις της παρ. 1γ, τα ελάχιστα πρόστιμα και τα ποσοστά των περ. α) έως και δ), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, διπλασιάζονται, ενώ αν συντρέχουν μια ή περισσότερες ελαφρυντικές περιστάσεις της παρ. 1β, τα ελάχιστα πρόστιμα και τα ποσοστά των περ. α) έως και δ), μειώνονται στο ήμισυ. Σε περίπτωση υποτροπής, τα ελάχιστα πρόστιμα και τα ποσοστά των περ. α) έως και δ), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, διπλασιάζονται. Για τον υπολογισμό του προστίμου λαμβάνονται υπόψη σωρευτικά και τα δύο προηγούμενα εδάφια.

Το κριτήριο του ποσοστού, επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, δεν εφαρμόζεται σε έργα και δραστηριότητες που δεν έχουν οικονομικό χαρακτήρα.

Για έργα και δραστηριότητες που υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις διεξαγωγής παράνομης οικονομικής δραστηριότητας, η οποία οδηγεί σε απόκρυψη μέρους ή του συνόλου του κύκλου εργασιών, για τον υπολογισμό του προστίμου δεν λαμβάνεται υπόψη ο εκτιμώμενος κύκλος εργασιών και δεν ισχύει ο περιορισμός του ανώτατου ποσοστού του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, βάσει του κύκλου εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των περ. α) έως δ).

1β. Αν η διοικητική παράβαση συνίσταται στην έλλειψη Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων (ΠΠΔ), θεωρείται «ΜΕΤΡΙΑΣ» σοβαρότητας και επιβάλλεται πρόστιμο δύο τοις εκατό (2%), επί του συνολικού κύκλου εργασιών της τελευταίας χρήσης του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας, με βάση τον κύκλο εργασιών της τελευταίας υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, το οποίο δεν είναι κατώτερο των χιλίων (1.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής, το πρόστιμο διπλασιάζεται. Σε περίπτωση τρίτης συνεχόμενης παράβασης έλλειψης ΠΠΔ επιβάλλεται αναστολή λειτουργίας, σύμφωνα με την παρ. 6.

1γ. Ως ελαφρυντικοί παράγοντες ή περιστάσεις θεωρούνται:

α) όταν ο παραβάτης επαναφέρει τη φύση στην προηγούμενη κατάστασή της, αν αυτό δεν αποτελεί υποχρέωση βάσει του π.δ. 148/2009 (Α’ 190),

β) όταν ο παραβάτης παρέχει στις διοικητικές ή δικαστικές αρχές χρήσιμες πληροφορίες, τις οποίες δεν θα μπορούσαν άλλως να αποκτήσουν και οι οποίες βοηθούν τις εν λόγω αρχές:

βα) να αναγνωρίσουν ή να προσαγάγουν ενώπιον της δικαιοσύνης τους υπόλοιπους παραβάτες,

ββ) να εξεύρουν αποδεικτικά στοιχεία.

1δ. Ως επιβαρυντικοί παράγοντες θεωρούνται:

α) αν η παράβαση περιλάμβανε τη χρήση πλαστών ή παραποιημένων εγγράφων από τον παραβάτη,

β) αν το αδίκημα διαπράχθηκε στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, κατά την έννοια της απόφασης -πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2008 «για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος» (L 300), σχετικά με παραβάσεις που κατατάσσονται στις κατηγορίες «ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ» και «ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗΣ» σοβαρότητας της παρ. 1α.».

 

Άρθρο 72

Ανάθεση καθηκόντων περιβαλλοντικών ελέγχων στα στελέχη των Μονάδων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών – Τροποποίηση άρθρου 34 ν. 4685/2020 και παρ. 3 και 4 ν. 1650/1986

  1. Στο άρθρο 34 του ν. 4685/2020 (Α’ 92), περί σύστασης και αρμοδιότητας των Μονάδων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, τροποποιείται η περ. ζ) της παρ. 2, συνεπεία της προσθήκης της περ. ιστ) στην ίδια παράγραφο, περί ελέγχου περιβαλλοντικών παραβάσεων, προστίθενται παρ. 3 και 4, και το άρθρο 34 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 34

Σύσταση και Αρμοδιότητες των ΜΔΠΠ

  1. Συστήνονται είκοσι τέσσερις (24) Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΜΔΠΠ) σε επίπεδο Τμήματος, σύμφωνα με τον Παράρτημα Ι που επισυνάπτεται στον παρόντα νόμο. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από εισήγηση του ΟΦΥΠΕΚΑ, μπορεί να τροποποιούνται ο αριθμός και η χωρική αρμοδιότητα των ΜΔΠΠ, με την προϋπόθεση ότι καλύπτουν το σύνολο των προστατευόμενων περιοχών του άρθρου 45.
  2. Οι αρμοδιότητες των ΜΔΠΠ είναι οι ακόλουθες:

α) Συμμετοχή στην κατάρτιση, εφαρμογή, παρακολούθηση, αξιολόγηση και επικαιροποίηση των σχεδίων διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών της χωρικής αρμοδιότητάς τους, καθώς και παρακολούθηση της κατάστασης των ειδών και των τύπων οικοτόπων διεθνούς, ενωσιακού και εθνικού ενδιαφέροντος στις περιοχές της χωρικής αρμοδιότητάς τους.

β) Κατάρτιση ετήσιας έκθεσης για τις προστατευόμενες περιοχές της χωρικής αρμοδιότητάς τους.

γ) Κατάρτιση μελετών και διεξαγωγή ερευνών, καθώς και συμμετοχή στην εκτέλεση τεχνικών ή άλλων έργων που περιλαμβάνονται στα οικεία σχέδια διαχείρισης και είναι απαραίτητα για την προστασία, διατήρηση, αποκατάσταση και ανάδειξη των προστατευόμενων περιοχών.

δ) Διαβούλευση με την τοπική κοινωνία, τους παραγωγικούς φορείς και κάθε άλλον εμπλεκόμενο κατά περίπτωση φορέα, εντός των περιοχών ευθύνης τους σε οποιαδήποτε περίπτωση απαιτείται, με στόχο την ολοκληρωμένη διαχείριση, την αποτελεσματική προστασία και την ανάδειξη των αξιών των προστατευόμενων περιοχών, καθώς και την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής παραμέτρου στα τοπικά αναπτυξιακά πρότυπα και προγράμματα.

ε) Ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του πληθυσμού και των παραγωγικών φορέων σε θέματα αναγόμενα στο έργο και τους σκοπούς του ΟΦΥΠΕΚΑ. Στο πλαίσιο αυτό, οι ΜΔΠΠ μπορούν να ιδρύουν και να λειτουργούν κέντρα πληροφόρησης και να αναλαμβάνουν σχετική εκδοτική δραστηριότητα έντυπης ή και ηλεκτρονικής μορφής.

στ) Διοργάνωση και συμμετοχή σε προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης, καθώς και σε συνέδρια, ημερίδες, σεμινάρια και σε άλλες ενημερωτικές εκδηλώσεις, για την προώθηση και ανάδειξη των στόχων της διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών.

ζ) Συμμετοχή στον έλεγχο της εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

η) Συμμετοχή στον τοπικό αντιπυρικό σχεδιασμό στις περιοχές ευθύνης τους σε συνεργασία με το Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και με το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.

θ) Κατάρτιση Τοπικών Σχεδίων Δράσεων Προτεραιοτήτων (ΤΣΔΠ), στα οποία καθορίζονται οι ανάγκες και οι προτεραιότητες χρηματοδότησης αναφορικά με τη διαχείριση των προστατευτέων αντικειμένων και με την προτεραιότητα της διατήρησης της καλής κατάστασης των οικοτόπων.

ι) Συγκέντρωση επιστημονικών πληροφοριών και αξιόπιστων στατιστικών δεδομένων που προέρχονται από ερευνητικά και άλλα προγράμματα στις περιοχές ευθύνης τους και οργάνωση σε κατάλληλη υποδομή θεματικών και χωρικών βάσεων των δεδομένων που αφορούν τα προστατευτέα αντικείμενα της χωρικής ευθύνης τους.

ια) Εισήγηση για αξιοποίηση χρηματοδοτικών εργαλείων και εσόδων από οικοτουριστικές και λοιπές δραστηριότητές τους για την ανάδειξη τοπικών προϊόντων του πρωτογενούς τομέα και την υλοποίηση έργων και δράσεων προώθησης της περιφερειακής και της τοπικής ανάπτυξης.

ιβ) Συμμετοχή στην εκτέλεση εθνικών, ευρωπαϊκών ή διεθνών προγραμμάτων και δράσεων σχετικών με την περιοχή ευθύνης τους, τα οποία προάγουν ή προβάλλουν τους σκοπούς των ΜΔΠΠ.

ιγ) Σύνταξη σχεδίων φύλαξης των περιοχών αρμοδιότητάς τους, η συνεπικουρία με τους αρμόδιους φορείς μέσω των Μνημονίων Συνεργασίας του άρθρου 37 και η παρακολούθηση της εφαρμογής τους.

ιδ) Συμμετοχή σε Προγραμματικές Συμβάσεις και Μνημόνια Συνεργασίας με άλλες δημόσιες υπηρεσίες και φορείς κατά τις διατάξεις των άρθρων 37 και 38.

ιε) Προώθηση, υποστήριξη, οργάνωση και υλοποίηση οικοτουριστικών δράσεων και έγκριση δραστηριοτήτων ξενάγησης, καθώς και η παροχή υπηρεσιών και η διοργάνωση δραστηριοτήτων θεματικού τουριστικού χαρακτήρα και συγκεκριμένα η υποστήριξη και η υλοποίηση με ιδία μέσα και προσωπικό, οικοτουριστικών προγραμμάτων και δράσεων υποδοχής, ενημέρωσης και συνοδείας επισκεπτών στις Προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000.

ιστ) Ελέγχος για τη διαπίστωση περιβαλλοντικών παραβάσεων που απορρέουν από τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 (Α’ 160) και έκδοση συστάσεων συμμόρφωσης ή εισήγηση διοικητικού προστίμου.

  1. Οι αρμοδιότητες των περ. ζ), ιγ) και ιστ) της παρ. 2, ασκούνται από το σύνολο του προσωπικού των ΜΔΠΠ, συμπεριλαμβανομένου του μεταφερόμενου στον ΟΦΥΠΕΚΑ, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρο 43, προσωπικού των καταργηθέντων Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.
  2. Εφόσον, κατά τη διενέργεια ελέγχου της περ. ιστ) της παρ. 2, διαπιστωθεί παράβαση σύμφωνα με την οικεία απόφαση της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986, η ΜΔΠΠ, κατόπιν σύνταξης έκθεσης αυτοψίας και κλήσης σε απολογία, εκδίδει πράξη βεβαίωσης παράβασης, η οποία περιλαμβάνει συστάσεις ή εισήγηση επιβολής προστίμου προς την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 1650/1986. Η πράξη βεβαίωσης παράβασης κοινοποιείται στην αρμόδια εισαγγελική αρχή, αν προβλέπεται ποινική κύρωση.».
  3. Στην παροχή εξουσιοδότησης του τελευταίου εδάφιου της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), καθώς και στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του ιδίου νόμου, περί σχεδίων διαχείρισης, προστίθεται η δυνατότητα προσδιορισμού κυρώσεων, και οι παρ. 3 και 4 διαμορφώνονται ως εξής:

«3. α. Τα σχέδια διαχείρισης περιλαμβάνουν: αα. τους στόχους διατήρησης και την πιθανή ιεράρχηση προτεραιοτήτων διαχείρισης της προστατευόμενης περιοχής, ββ. διαχειριστικές δράσεις, παρεμβάσεις και μέτρα που είναι απαραίτητα για να επιτευχθεί ή να διατηρηθεί η ικανοποιητική διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου. Οι σχετικές δράσεις και τα σχετικά μέτρα δύναται να εξειδικεύονται για επιμέρους στοιχεία του προστατευτέου αντικειμένου ανάλογα με τις οικολογικές τους απαιτήσεις, τον βαθμό διατήρησής τους και τις πιέσεις ή απειλές που αντιμετωπίζουν, γγ. την εξειδίκευση των όρων και περιορισμών άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων που είναι απαραίτητα για την ικανοποιητική διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου καθώς και, όπου είναι αναγκαίο, τις ειδικότερες μελέτες που πρέπει να εκπονηθούν για την εξειδίκευση ή/και οριστικοποίηση του περιεχομένου προτεινόμενων διαχειριστικών δράσεων και μέτρων και δδ. τις κατευθύνσεις και τις προτεραιότητες για την υλοποίηση έργων, δράσεων και μέτρων που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία, διαχείριση και αποκατάσταση των αντικειμένων που προστατεύονται κατά περίπτωση, καθώς και τα κατάλληλα προγράμματα παρακολούθησης του προστατευτέου αντικειμένου και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του Σχεδίου Διαχείρισης.

Στα σχέδια διαχείρισης περιλαμβάνονται σχέδια δράσης, στα οποία εξειδικεύονται τα αναγκαία μέτρα, κυρώσεις, δράσεις, έργα και προγράμματα, οι φάσεις, το κόστος, οι πηγές και οι φορείς χρηματοδότησής τους, καθώς και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης τους και οι φορείς εφαρμογής τους.

β. Τα σχέδια διαχείρισης εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Τα σχέδια διαχείρισης των περιοχών στις οποίες περιλαμβάνονται ρυθμίσεις που αφορούν στη γεωργική, αλιευτική και υδατοκαλλιεργητική δραστηριότητα, εγκρίνονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

γ. Όπου απαιτείται, με τις αποφάσεις αυτές εξειδικεύονται τα γενικά και ειδικά μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου που κυρώθηκε με το ν. 3827/2010 (Α’ 30).

  1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και μετά από γνώμη της Επιτροπής Φύση 2000, βάσει της αντίστοιχης ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης και λαμβάνοντας υπόψη το αντίστοιχο σχέδιο διαχείρισης, γίνεται ο χαρακτηρισμός των περιοχών προστασίας της βιοποικιλότητας και των εθνικών πάρκων, η οριοθέτησή τους και ο καθορισμός γειτονικών εκτάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18, όπου αυτό είναι αναγκαίο, προβλέπονται σχετικές κυρώσεις, καθώς και ο καθορισμός χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μέσα στις ανωτέρω προστατευόμενες περιοχές, ανά ζώνη, και στις γειτονικές εκτάσεις. Με το ως άνω προεδρικό διάταγμα γίνεται ο χαρακτηρισμός περιοχών του Εθνικού Καταλόγου Περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Natura 2000 που περιλαμβάνονται στην προστατευόμενη περιοχή ως ειδικών ζωνών διατήρησης, ζωνών ειδικής προστασίας ή/και τόπων ενωσιακής σημασίας, εφόσον αυτές δεν έχουν ήδη χαρακτηρισθεί με προηγούμενη πράξη. Όταν στην προστατευόμενη περιοχή περιλαμβάνονται και αγροτικές περιοχές (χερσαίες και υδάτινες) υψηλής φυσικής αξίας, το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα μπορούν να οριοθετούνται οικολογικοί διάδρομοι της περίπτωσης 11 του άρθρου 2του ν. 3937/2011(Α’ 60).».

 

Άρθρο 73

Υλοποίηση τεχνικών έργων από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής – Τροποποίηση παρ. 5 και 6 άρθρου 27 και παρ. 2 άρθρου 29 ν. 4685/2020

  1. Στην παρ. 5 του άρθρου 27 του ν. 4685/2020 (A’ 92), περί διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών από τονΟργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.), προστίθεται περ. κβ΄ ως εξής:

«κβ) Επιλαμβάνεται των σχεδιασμού, ωριμάσεως, προγραμματισμού, υλοποιήσεως, συντονισμού και παρακολουθήσεως των τεχνικών έργων που αναλαμβάνει ο Οργανισμός, καθώς και της αναθέσεως συμβάσεων στο πλαίσιο αυτό. Η Τεχνική Υπηρεσία του Ο.Φ.Υ.ΠΕ.Κ.Α. δύναται να αναλαμβάνει την εκτέλεση δασοτεχνικών έργων στις δημόσιες δασικές εκτάσεις της χωρικής αρμοδιότητάς της, κατόπιν συνάψεως προγραμματικής σύμβασης, βάσει της παρ. 13 του άρθρου 57 του ν. 2218/1994 (Α΄ 90).».

 

Άρθρο 74

Παράταση χρονικής ισχύος αποσπάσεων υπαλλήλων στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής

  1. Η χρονική ισχύς των αποσπάσεων των μονίμων δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που ανήκουν οργανικά σε φορείς του δημόσιου τομέα, της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143) και οι οποίοι υπηρετούν στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.), βάσει της παρ. 3 του άρθρου 43 του ν. 4685/2020 (Α΄ 92), παρατείνεται αυτοδικαίως για δύο (2) επιπλέον έτη, από τη λήξη της αρχικής τους απόσπασης.
  2. Οι υπάλληλοι της παρ. 1 εξακολουθούν να λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών τους από τον Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α. και τα πάσης φύσεως, γενικά ή ειδικά, επιδόματα της οργανικής τους θέσης, με τις προϋποθέσεις καταβολής τους. Ο χρόνος απόσπασης των αποσπώμενων υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στον φορέα που ανήκουν οργανικά.

 

Άρθρο 75

Λειτουργία βάσης δεδομένων Ειδικών Οικολογικών Αξιολογήσεων στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής – Προσθήκη παρ. 10α στο άρθρο 11 του ν. 4014/2011

Στο άρθρο 11 του ν. 4014/2011 (Α΄ 224), περί του περιεχομένου των φακέλων περιβαλλοντικής αδειοδότησης, προστίθεται παρ. 10α ως εξής:

«10α. α. Ο Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.) δημιουργεί βάση δεδομένων στην οποία καταχωρίζονται τα στοιχεία χωροθέτησης των έργων και δραστηριοτήτων που υπόκεινται σε Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (Ε.Ο.Α.), συνοδευόμενα από την Ε.Ο.Α.. Τα στοιχεία υποβάλλονται στην αρμόδια για την περιβαλλοντική αδειοδότηση υπηρεσία σε ψηφιακή μορφή και διαβιβάζονται στον Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α..

β. Το σύνολο των πρωτογενών δεδομένων καταγραφών πεδίου που συγκεντρώνονται κατά τη διεξαγωγή της Ε.Ο.Α. των παρ. 8 και 9, κατατίθενται στον Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α. σε επεξεργάσιμη μορφή, με γεωχωρικές πληροφορίες, ιδίως συντεταγμένες παρατήρησης και πολύγωνα πιθανών θέσεων φωλεοποίησης. Τα δεδομένα αυτά καταχωρίζονται στη βάση δεδομένων του Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α. και είναι διαθέσιμα στις αρμόδιες υπηρεσίες.».

 

Άρθρο 76

Αποκλειστικότητα ανταποδοτικού δικαιώματος επαγγελματικής αλιείας κατοίκων παραλιμνίων Κοινοτήτων σε τεχνητές λίμνες

  1. Η επαγγελματική αλιεία εντός των τεχνητών λιμνών της Επικρατείας ενεργείται αποκλειστικά από κατοίκους των παραλιμνίων Κοινοτήτων, στις κτηματικές περιφέρειες των οποίων ανήκουν οι κατακλυσθείσες έγγειες ιδιοκτησίες.
  2. Με διαπιστωτική απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοικήσεως που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προσδιορίζονται ονομαστικά και ανά τεχνητή λίμνη οι παραλίμνιες κοινότητες και οικισμοί των οποίων οι κάτοικοι δικαιούνται κατ’ αποκλειστικότητα να αλιεύουν επαγγελματικά, σύμφωνα με την παρ. 1. Με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοικήσεως, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εκδίδεται κατόπιν προτάσεως των οικείων Κοινοτικών και Δημοτικών Συμβουλίων δύναται να επεκτείνεται το δικαίωμα αυτό και σε κατοίκους οικισμών ή κοινοτήτων του ιδίου παραλιμνίου δήμου, εφόσον διαθέτουν εμφανή γεωγραφική εγγύτητα με την τεχνητή λίμνη και άμεσο κοινωνικό και οικονομικό συμφέρον από την ανάπτυξη και αξιοποίησή της. Για την τελευταία πράξη λαμβάνονται υπόψη και ειδικότερες ρυθμίσεις, καθώς και διαχειριστικές μελέτες για την αλιευτική ικανότητα κάθε τεχνητής λίμνης.
  3. Υφιστάμενες άδειες επαγγελματικής αλιείας, που εκδόθηκαν βάσει ειδικότερων ρυθμίσεων, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους.
  4. Μέχρις εκδόσεως και δημοσιεύσεως των διαπιστωτικών πράξεων της παρ. 2, δύνανται να εκδίδονται από την αρμοδία Αρχή, οι προβλεπόμενες, διά του παρόντος, επαγγελματικές άδειες αλιείας, κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε δικαιούχου, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

 

Άρθρο 77

Ποινική προστασία των ειδών της άγριας πανίδας – Προσθήκη παρ. 29 στο άρθρο 2 και παρ. 7 στο άρθρο 34 ν. 4830/2021

  1. Στο άρθρο 2 του ν. 4830/2021 (Α’ 169), περί ορισμών, προστίθεται περ. 29 ως εξής:

«29. «Προστατευόμενα είδη της άγριας πανίδας»:

α) τα θηλαστικά και τα ερπετά των ειδών του παραρτήματος IV του άρθρου 20 της υπ’ αρ. 33318/3028/11.12.1998 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Πολιτισμού (Β’ 1289),

β) τα είδη του παραρτήματος Ι του άρθρου 14 της υπό στοιχεία 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β’ 1495),

γ) τα είδη του παραρτήματος Ι του άρθρου 10 της υπ’ αρ. 414985/29.11.1985 κοινής απόφασης του Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και του Αναπληρωτή Υπουργού Γεωργίας (Β’ 757),

δ) τα είδη που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της Συμφωνίας για τη διατήρηση των κητωδών του Εύξεινου Πόντου, της Μεσογείου και της παρακείμενης περιοχής του Ατλαντικού, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 5011/2023 (Α’ 9).».

  1. Στο άρθρο 34 του ν. 4830/2021, περί ποινικών κυρώσεων, προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

«7. Στην περίπτωση που οι αξιόποινες πράξεις των περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 24 τελούνται σε προστατευόμενα είδη της άγριας πανίδας της παρ. 29 του άρθρου 2, επιβάλλονται οι ποινές της παρ. 2.».

 

Άρθρο 78

 Ποινικές κυρώσεις για παραβάσεις που αφορούν προστατευτικά μέτρα, την αντιμετώπιση πυρκαγιών και τη διάνοιξη οδών, επί δασικών εκτάσεων – Αντικατάσταση παρ. 3 άρθρου 68 και παρ. 8 άρθρου 71 ν. 998/1979

  1. Η παρ. 3 του άρθρου 68 του ν. 998/1979 (Α’ 289), περί παραβάσεων προστατικών μέτρων, αντικαθίσταται ως εξής:

«3 α. Οι παραβάτες της απόφασης της παρ. 7 του άρθρου 15 τιμωρούνται με φυλάκιση από δύο (2) έως έξι (6) μήνες. Επίσης, τους επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, ύψους από εκατό (100) έως εξακοσίων (600) ευρώ. Η διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης του δευτέρου εδαφίου αρχίζει με τη βεβαίωση της παράβασης από το όργανο που τη διαπιστώνει, το οποίο συντάσσει σχετική έκθεση. Η έκθεση κοινοποιείται μαζί με έγγραφη κλήτευση του δασάρχη προς τον παραβάτη, ώστε να υποβάλει τις απόψεις του ενώπιόν του, για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράνομη ενέργεια, μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την κοινοποίηση της κλήτευσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, για πέντε (5) ημέρες. Το πρόστιμο βεβαιώνεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, εισπράττεται κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α΄ 190) και αποδίδεται στον Ειδικό Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

β. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο παραβάτης μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο κατά τόπο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εντός της προβλεπομένης από το άρθρο 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ, ν. 2717/1999, Α’ 97) εξηκονθήμερης προθεσμίας, που αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης της απόφασης σ’ αυτόν. Η προθεσμία της ανωτέρω προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης επιβολής προστίμου, είναι ωστόσο δυνατόν να χορηγηθεί, αναστολή εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης, σύμφωνα με τα άρθρα 88 και 200 έως 209 του Κ.Δ.Δ..

γ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης από το ποινικό δικαστήριο, το επιβληθέν πρόστιμο διαγράφεται και το καταβληθέν ποσό επιστρέφεται από τον φορέα στον οποίο αποδόθηκε.».

  1. Η παρ. 8 του άρθρου 71 του ν. 998/1979, περί παραβάσεων στη διάνοιξη οδών, αντικαθίσταται ως εξής:

«8. Σε βάρος όσων εκτελούν έργα διανοίξεως οδών και δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις της παρ. 1 του άρθρου 48, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 68.».

 

Άρθρο 79

Αγροτικά αδικήματα κλοπής και υπεξαίρεσης – Αντικατάσταση άρθρου 37 ν. 3585/2007

Το άρθρο 37 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί των αγροτικών αδικημάτων της κλοπής και της υπεξαίρεσης, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 37

Κλοπή και υπεξαίρεση

  1. Σε βάρος του υπαίτιου κλοπής ή υπεξαίρεσης κοινόχρηστου αγροτικού κινητού κτήματος, η αξία του οποίου δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ δεν ασκείται ποινική δίωξη, αλλά επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από εκατό (100) έως τριακόσια (300) ευρώ.
  2. Η διαδικασία επιβολής του προστίμου της παρ. 1 αρχίζει με τη βεβαίωση της παράβασης από το αρμόδιο δασικό όργανο που τη διαπιστώνει, το οποίο συντάσσει σχετική έκθεση. Η έκθεση κοινοποιείται μαζί με έγγραφη κλήτευση του δασάρχη προς τον παραβάτη, ώστε να υποβάλει τις απόψεις του ενώπιόν του για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράνομη ενέργεια, μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση της κλήτευσης.

Το πρόστιμο βεβαιώνεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, εισπράττεται κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α΄ 190) και αποδίδεται στον Ειδικό Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

  1. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ασκείται προσφυγή στο, κατά τόπο, αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εφαρμοζομένου του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97).».

 

Άρθρο 80

Αρμόδιο όργανο και διαδικασία επιβολής προστίμου για φθορές που προκαλούνται από ζώα – Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 39 ν. 3585/2007

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 39 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί φθορών που προκαλούνται από ζώα, τροποποιείται ως προς το όργανο επιβολής προστίμου, τα τέσσερα τελευταία εδάφια, αντικαθίστανται από νέο εδάφιο, και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Στον ιδιοκτήτη των ζώων που προκάλεσαν αγροτικές φθορές, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 4, επιβάλλεται από τo αρμόδιο δασικό όργανο που διαπιστώνει την παράβαση, διοικητικό πρόστιμο, το ύψος του οποίου διαμορφώνεται ως εξής:

α) Στην περίπτωση κατά την οποία ο ιδιοκτήτης των ζώων διαπράττει το προαναφερόμενο αδίκημα για πρώτη φορά, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο πενήντα (50) ευρώ.

β) Στην περίπτωση κατά την οποία ο ιδιοκτήτης των ζώων διαπράττει το προαναφερόμενο αδίκημα για δεύτερη φορά, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο διακοσίων (200) ευρώ.

γ) Στην περίπτωση κατά την οποία ο ιδιοκτήτης των ζώων διαπράττει το προαναφερόμενο αδίκημα για τρίτη φορά, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο χιλίων (1.000) ευρώ.

δ) Για κάθε επόμενη περίπτωση πλέον της τρίτης φοράς το διοικητικό πρόστιμο διπλασιάζεται.

Ως προς τη διαδικασία επιβολής του προστίμου εφαρμόζονται οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 37.».

 

Άρθρο 81

Ευθύνη εξουσιαστών ζώων, πτηνών και μελισσών – Αντικατάσταση άρθρου 40 ν. 3585/2007

Το άρθρο 40 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί ευθύνης εξουσιαστών ζώων, πτηνών και μελισσών, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 40

Ειδική ευθύνη εξουσιαστού

Σε βάρος του εξουσιαστή ζώων, πτηνών ή μελισσών που αναθέτει την επιτήρηση ή φύλαξη αυτών σε άλλον, αν με αυτά τελέσθηκε φθορά σε κοινόχρηστο αγροτικό κτήμα, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από εκατό (100) έως τριακοσίων (300) ευρώ, εφαρμοζομένων των παρ. 2 και 3 του άρθρου 37.».

 

Άρθρο 82

Διατάραξη ροής αρδευτικών υδάτων – Αντικατάσταση άρθρου 41 ν. 3585/2007

Το άρθρο 41 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί διατάραξης της ροής αρδευτικών υδάτων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 41

Διατάραξη ροής αρδευτικών υδάτων

Σε βάρος εκείνου που: α) διαταράσσει την κανονική ροή αρδευτικών υδάτων, αν από τη διατάραξη δεν προξενήθηκε ζημιά σε αγροτικό κτήμα, και β) κάνοντας χρήση αρδευτικού ύδατος, αφήνει αυτό να ρέει σε οδούς ή άλλους κατοικημένους ή μη χώρους, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από εκατό (100) έως εξακόσια (600) ευρώ, εφαρμοζομένων των παρ. 2 και 3 του άρθρου 37.».

 

Άρθρο 83

Κυρώσεις σε περίπτωση μετατόπισης οροσήμων – Αντικατάσταση άρθρου 42 ν. 3585/2007

Το άρθρο 42 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί μετατόπισης οροσήμων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 42

Μετατόπιση οροσήμων

Σε βάρος εκείνου που: α) αφαιρεί, καθιστά αγνώριστα, μετατοπίζει ή ψευδώς τοποθετεί ορόσημα ή έτερα σημεία που χρησιμεύουν στον καθορισμό ορίων αγροτικών, περιλαμβανομένων και κοινοχρήστων, ακινήτων ή στον καθορισμό του ύψους και της διαίρεσης των αρδευτικών υδάτων, και β) σε αγροτική έκταση, εξαιρουμένων των περιφραγμένων χώρων ή χώρων στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος με εμφανή σημεία: βα) αφήνει ασκεπή, απερίφρακτα ή ανασφάλιστα φρέατα, υπόγεια, λάκκους, κρημνούς ή άλλες τεχνητές ή φυσικές εκβαθύνσεις, κατά τρόπον ώστε να μπορεί να προκύψει κίνδυνος σε ανθρώπους ή ζώα, ββ) τοποθετεί, χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, παγίδες ή ανάλογες εγκαταστάσεις, από τις οποίες μπορεί να προκύψει κίνδυνος σε ανθρώπους ή ζώα, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από εκατό (100) έως εξακόσια (600) ευρώ, εφαρμοζομένων των παρ. 2 και 3 του άρθρου 37.».

 

Άρθρο 84

Κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης αγρονομικών διατάξεων – Αντικατάσταση άρθρου 43 ν. 3585/2007

Το άρθρο 43 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί παραβίασης αγρονομικών διατάξεων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 43

Αγρονομικές παραβάσεις

Σε βάρος εκείνου που παραβιάζει αγρονομικές διατάξεις επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από εκατό (100) έως τριακόσια (300) ευρώ, εφαρμοζομένων των παρ. 2 και 3 του άρθρου 37.».

 

Άρθρο 85

Αστική ευθύνη αγροτικών αδικημάτων – Τροποποίηση άρθρου 50 ν. 3585/2007

Το άρθρο 50 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί πολιτικής αγωγής αγροτικών αδικημάτων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 50

Αστική ευθύνη

Όσοι καταδικάζονται ως αυτουργοί ή συμμέτοχοι για την ίδια πράξη είναι εις ολόκληρον υπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης.».

 

Άρθρο 86

Κατάσχεση υλοτομικών προϊόντων – Αντικατάσταση παρ. 2 άρθρου 93 ν.δ. 86/1969

Η παρ. 2 του άρθρου 93 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί κατάσχεσης, αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Το υπέρ τα ανωτέρω όρια, πλεόνασμα, κατάσχεται και δημεύεται. Ο υλοτομήσας μπορεί να αιτηθεί τη μη κατάσχεση του πλεονάσματος, επί τη καταβολή τετραπλού φόρου, στη βάσει της διατιμήσεως που ίσχυε κατά τον τελικό έλεγχο ή τετραπλού μισθώματος, αν πρόκειται περί δασικών προϊόντων δημοσίων δασών, επιφυλασσομένης της επιβολής σε βάρος του παραβάτη διοικητικού προστίμου ή της ποινικής δίωξης αυτού, συμφώνα με το άρθρο 268.».

 

Άρθρο 87

Παράνομη υλοτομία και μεταφορά δασικών προϊόντων – Αντικατάσταση άρθρου 268 ν.δ. 86/1969

Το άρθρο 268 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί παράνομης υλοτομίας και μεταφοράς δασικών προϊόντων αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 268

Παράνομη υλοτομία και μεταφορά δασικών προιόντων – Παράνομη κλαδονομή – Παράβαση αστυνομικών διατάξεων

  1. Σε βάρος εκείνου που: α) βλάπτει δάσος ή δασική έκταση ή προξενεί οποιαδήποτε φθορά, β) υλοτομεί, κατασκευάζει ή συλλέγει δασικά προϊόντα χωρίς άδεια υλοτομίας ή έγκριση ατελούς υλοτομίας ή εγκατάσταση από τη δασική αρχή, χωρίς άδεια του ιδιοκτήτη ή του διακατόχου του δάσους, γ) υλοτομεί, κατασκευάζει ή συλλέγει δασικά προϊόντα δυνάμει άδειας ή έγκρισης ατελούς υλοτομίας της δασικής αρχής ή άδειας του ιδιοκτήτη, κατά τρόπο αντιβαίνοντα στις περί του τρόπου υλοτομίας, κατασκευής ή συλλογής δασικών προϊόντων διατάξεις, δ) μεταφέρει δασικά προϊόντα πριν την εξέλεγξη ή μετά από αυτήν στον τόπο της πρώτης αποθήκευσης ή από αυτόν αλλού, χωρίς θεώρηση ή εξόφληση του πρωτοκόλλου εξελέγξεως του δελτίου μεταφοράς δασικών προϊόντων ή της αδείας υλοτομίας, στις περιπτώσεις που δεν συντάσσεται πρωτόκολλο εξέλεγξης, για το μεταφερόμενο ποσό, ε) μεταφέρει δασικά προϊόντα, πλέον των επιτρεπομένων να μεταφερθούν, σύμφωνα με τα ως άνω έγγραφα μεταφοράς ή κατέχει τα παρανόμως μεταφερόμενα δασικά προϊόντα, στ) μεταφέρει δασικά προϊόντα, τα οποία έχουν υλοτομηθεί ή συλλεχτεί χωρίς τις απαιτούμενες άδειες, εάν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ, και εφόσον ειδικές διατάξεις του παρόντος κώδικα δεν ορίζουν άλλως, επιβάλλεται: αα) διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 8 του άρθρου 271, ββ) το διοικητικό μέτρο της κατάσχεσης των αναφερόμενων στην παρ. 1 του άρθρου 271 δασικών προϊόντων, καθώς και των αναφερομένων στην παρ. 3 του άρθρου 271 εργαλείων, με τα οποία τελούνται οι προαναφερόμενες παραβάσεις, μεταφορικών μέσων τα οποία χρησιμοποιούνται κατά την παράνομη υλοτομία ή μεταφορά και των πινακίδων τους, και γγ) το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας κυκλοφορίας τους και του διπλώματος οδήγησης του οδηγού, σύμφωνα με την αναφερόμενη στο ίδιο άρθρο διαδικασία. Ειδικότερα, στην περίπτωση αδυναμίας προσδιορισμού των παρανόμως υλοτομηθέντων ή μεταφερθέντων δασικών προϊόντων επιβάλλεται σε κάθε παραβάτη και εις ολόκληρον, με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη, διοικητικό πρόστιμο ύψους εξακοσίων (600) ευρώ.
  2. Κατά των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται το διοικητικό πρόστιμο και τα διοικητικά μέτρα της παρ. 1 ασκείται προσφυγή στο, κατά τόπο, αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εφαρμοζομένου του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97). Το δίπλωμα οδήγησης, τα μεταφορικά μέσα, η άδεια και οι πινακίδες κυκλοφορίας επιστρέφονται στον κύριο ή νόμιμο κάτοχο, μετά την παρέλευση δέκα (10) ημερών, από την εξόφληση του επιβληθέντος προστίμου.
  3. Εάν η ζημία που προξενήθηκε από τη διάπραξη των παραβάσεων της παρ. 1 υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ, ο παραβάτης τιμωρείται σύμφωνα με άρθρο 378 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95). Ως επιβαρυντική περίπτωση θεωρείται η περίπτωση που το δάσος είναι δημόσιο. Σε όσους αγοράζουν την παρανόμως υλοτομημένη ξυλεία για περαιτέρω εμπορία επιβάλλεται από την αρμόδια οικονομική αρχή διοικητικό πρόστιμο ίσο με την πενταπλάσια αξία μεταπώλησης του προϊόντος, το οποίο εισπράττεται κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α΄ 190). Σε περίπτωση υποτροπής αφαιρείται η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης για δύο (2) μήνες.
  4. Ο υπαίτιος των παραβάσεων των περ. β) έως και στ) της παρ. 1 του παρόντος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη, αν η ζημία στο δάσος υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
  5. Στους παραβάτες των δασικών αστυνομικών διατάξεων αν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ, επιβάλλεται με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη διοικητικό πρόστιμο, ύψους τριακοσίων (300) ευρώ. Ως προς τη διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης του πρώτου εδαφίου και της προσβολής της πράξης καταλογισμού, εφαρμόζονται τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παρ. 8 του άρθρου 271. Εάν η ζημία που προκύπτει από την παράβαση των ως άνω διατάξεων είναι μεγαλύτερη των τριακοσίων (300) ευρώ, οι παραβάτες τιμωρούνται με τις ποινές της παρ. 3 του παρόντος.
  6. Στους παραβάτες, περί κλαδονομής, του άρθρου 112, εάν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ, επιβάλλεται με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη διοικητικό πρόστιμο, ύψους τριακοσίων (300) ευρώ. Ως προς τη διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης του πρώτου εδαφίου και της προσβολής της πράξης καταλογισμού εφαρμόζονται τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παρ. 8 του άρθρου 271. Εάν η ζημία που προκύπτει από την παράβαση των ως άνω διατάξεων είναι μεγαλύτερη των τριακοσίων (300) ευρώ, οι παραβάτες τιμωρούνται με τις ποινές της παρ. 2 του παρόντος.».

 

Άρθρο 88

Παράνομη υλοτομία και μεταφορά δασικών προϊόντων – Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 270 ν.δ. 86/1969

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 270 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί υλοτόμησης, μεταφοράς και διακίνησης δασικών δενδρύλιων, αντικαθίσταται, το τελευταίο εδάφιο, περί κατάσχεσης και δήμευσης, καταργείται, και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Σε όσους υλοτομούν, μεταφέρουν ή διακινούν δενδρύλλια ή άλλα δασικά είδη των παρ. 2 και 3, χωρίς την κατά τα ανωτέρω άδεια ή σήμανση, επιβάλλονται, ανάλογα με το ύψος της προξενηθείσας ζημίας, το διοικητικό πρόστιμο και τα διοικητικά μέτρα ή οι ποινές που προβλέπονται από το άρθρο 268. Τα δενδρύλλια και οι κλάδοι κατάσχονται και καταστρέφονται από το αρμόδιο δασικό όργανο, που συντάσσει έκθεση κατάσχεσης και πρωτόκολλο καταστροφής τους.».

 

Άρθρο 89

Ποινική δίωξη και πράξεις καταλογισμού – Τροποποίηση παρ. 8 άρθρου 271 ν.δ. 86/1969

Στο πρώτο εδάφιο της περ. α της παρ. 8 τoυ άρθρου 271 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί προϋποθέσεων έκδοσης πράξεως καταλογισμού, προστίθεται και η ποινική δίωξη, προσδιορίζεται ότι το πρόστιμο είναι διοικητικό, στην περ. δ προστίθεται ως προϋπόθεση η άσκηση ποινικής δίωξης και η παρ. 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«8.α. Επίσης, σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης, επιβάλλεται σε έκαστον των παραβατών και εις ολόκληρον με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη διοικητικό πρόστιμο ανά μονάδα μέτρησης της παρανόμως υλοτομηθείσας ή μεταφερόμενης ξυλείας ή των καυσόξυλων, ίσο με το πενταπλάσιο της αγοραίας τιμής, της προβλεπομένης από τον πίνακα διατίμησης δασικών προϊόντων για την αντίστοιχη κατηγορία.

Σε περίπτωση υποτροπής επιβάλλεται το διπλάσιο του ανωτέρω προστίμου.

β. Η διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει με τη βεβαίωση της παράβασης από το όργανο που τη διαπιστώνει, το οποίο συντάσσει σχετική έκθεση. Η έκθεση κοινοποιείται μαζί με έγγραφη κλήτευση του δασάρχη προς τον παραβάτη να υποβάλει τις απόψεις του ενώπιον του για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράνομη ενέργεια μέσα σε πέντε ημέρες από την κοινοποίηση της κλήτευσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, για πέντε ημέρες.

Το πρόστιμο βεβαιώνεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., εισπράττεται κατά τα ισχύοντα για την είσπραξη δημοσίων εσόδων και αποδίδεται στον Ειδικό Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

Το δίπλωμα οδήγησης επιστρέφεται στον κύριο ή νόμιμο κάτοχο του μετά την παρέλευση τριμήνου από την εξόφληση του επιβληθέντος προστίμου.

γ. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο παραβάτης μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο κατά τόπο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εντός της προβλεπομένης από το άρθρο 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εξηκονθήμερης προθεσμίας, που αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης σε αυτόν της απόφασης. Η προσφυγή εκδικάζεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Η προθεσμία της ανωτέρω προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης επιβολής προστίμου. Είναι όμως δυνατόν να χορηγηθεί, κατά περίπτωση, αναστολή εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 88 και 200 έως 209 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

δ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης από το ποινικό δικαστήριο, όταν για την αντίστοιχη παράβαση ασκείται ποινική δίωξη, επιστρέφεται το δίπλωμα οδήγησης, το επιβληθέν πρόστιμο διαγράφεται και το καταβληθέν ποσό αυτού επιστρέφεται από τον φορέα στον οποίο αποδόθηκε. Ιδιαίτερα σε περίπτωση εντοπισμού του δράστη αλλά μη ευρέσεως των παρανόμως υλοτομηθεντων ή μεταφερθέντων δασικών προϊόντων το ανωτέρω διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται, μετά την έκδοση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης του αρμοδίου ποινικού δικαστηρίου, για την ποσότητα που αναφέρεται στη μήνυση και επικυρώθηκε με την ανωτέρω απόφαση.».

 

Άρθρο 90

Παρακράτηση φόρου ή μισθώματος του Δημοσίου – Τροποποίηση άρθρου 272 ν.δ. 86/1969

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 272 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), εξειδικεύονται οι δικαστικές αποφάσεις, περί απόδοσης των κατασχεθέντων δασικών προϊόντων, προστίθεται η ακύρωση της κατάσχεσης, και το άρθρο 272 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 272

Παρακράτησις φόρου ή μισθώματος του Δημοσίου

Όταν δικαστική απόφαση, ποινική ή διοικητική ή αθωωτικό βούλευμα, ακυρώνει την κατάσχεση ή διατάσσει την απόδοση των κατασχεθέντων δασικών προϊόντων, εκ του εκπλειστηριάσματος αυτών ή της κατατεθειμένης εγγυήσεως αφαιρείται υπέρ του Δημοσίου ο φόρος ή το μίσθωμα αυτού, εφ` όσον δεν έχει καταβληθή υπολογιζόμενον επί τη βάσει της διατιμήσεως της ισχυούσης κατά τον χρόνον της καταβολής του οφειλομένου φόρου ή μισθώματος των δασικών προϊόντων. Τα αυτά ισχύουν και διά την περίπτωσιν καθ` ην δεν έχουν εκποιηθή τα προϊόντα ταύτα.».

 

Άρθρο 91

Απαγόρευση βοσκής – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 276 ν.δ. 86/1969

Η παρ. 1 του άρθρου 276 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί παράνομης βοσκής, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Στους παραβάτες των δασικών αστυνομικών διατάξεων, περί απαγορεύσεως βοσκής και σ’ όσους δρουν κατ’ εντολήν τους, αν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ, επιβάλλεται με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη διοικητικό πρόστιμο, ύψους τριακοσίων (300) ευρώ. Ως προς τη διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης του πρώτου εδαφίου και της προσβολής της πράξης καταλογισμού εφαρμόζονται τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παρ. 8 του άρθρου 271. Εάν η ζημία που προκύπτει από την παράβαση των ως άνω διατάξεων είναι μεγαλύτερη των τριακοσίων (300) ευρώ, οι παραβάτες τιμωρούνται με τις ποινές της παρ. 2 του άρθρου 268.».

 

Άρθρο 92

Παραβάσεις των περί ρητινοσυλλογής διατάξεων – Αντικατάσταση άρθρου 279 ν.δ. 86/1969

Το άρθρο 279 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί παραβάσεων των διατάξεων για τη ρητινοσυλλογή, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 279

Παραβάσεις των περί ρητινοσυλλογής διατάξεων

Στους παραβάτες των διατάξεων, περί κανονισμού ρητινοσυλλογής των δασών, αν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ, επιβάλλεται, με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη, διοικητικό πρόστιμο, ύψους τριακοσίων (300) ευρώ. Ως προς τη διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης του πρώτου εδαφίου και της προσβολής της πράξης καταλογισμού, εφαρμόζονται τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παρ. 8 του άρθρου 271. Εάν η ζημία που προκύπει από την παράβαση των ως άνω διατάξεων είναι μεγαλύτερη των τριακοσίων (300) ευρώ, οι παραβάτες τιμωρούνται με τις ποινές της παρ. 2 του άρθρου 268. Οι  ως άνω παραβάσεις θεωρούνται ως επιβαρυντική περίπτωση. Οι ως άνω διοικητικές κυρώσεις ή ποινές επιβάλλονται και σε όσους βλάπτουν, καταστρέφουν ή αφαιρούν δοχεία ρητίνης, τοποθετημένα σε δημόσια ή μη πευκόδενδρα.».

 

Άρθρο 93

Κυρώσεις, επί παραβάσεων των περί ρητινοσυλλογής διατάξεων – Αντικατάσταση παρ. 3 άρθρου 286 ν.δ. 86/1969

Η παρ. 3 του άρθρου 286 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί ποινών που επιβάλλονται για καταστροφές και αφαίρεση οροσήμων δασών, αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Σε βάρος εκείνου που παραβιάζει το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 80, αν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τα εκατό (100) ευρώ και εφόσον ειδικές διατάξεις νόμων δεν ορίζουν άλλως, επιβάλλεται με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη διοικητικό πρόστιμο, ύψους τριακοσίων (300) ευρώ. Ως προς τη διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης του πρώτου εδαφίου και της προσβολής της πράξης καταλογισμού, εφαρμόζονται τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παρ. 8 του άρθρου 271. Εάν η ζημία υπερβαίνει τα εκατό (100) ευρώ, ο παραβάτης τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών.».

 

Άρθρο 94

Ποινές κατά των παραβατών των διατάξεων περί θήρας – Αντικατάσταση άρθρου 287 ν.δ. 86/1969

Το άρθρο 287 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί ποινών κατά όσων παραβιάζουν τις διατάξεις περί θήρας, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 287

Ποινές κατά των παραβατών των διατάξεων περί θήρας

  1. Σε βάρος εκείνων που παραβιάζουν τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 252 επιβάλλονται διοικητικό πρόστιμο ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας θήρας για χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών.
  2. Σε βάρος εκείνου, που κατά παράβαση της παρ. 6 του άρθρου 252 χρησιμοποιεί για τη θήρα ελαστική σφενδόνη, κράχτες, ομοιώματα και μιμητικές φωνές των θηραμάτων, επιβάλλονται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας θήρας για χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών.
  3. Σε βάρος εκείνων που παραβιάζουν τις περ. β) έως στ) της παρ. 3 του άρθρου 258 επιβάλλονται διοικητικό πρόστιμο ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας θήρας για χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών.
  4. Σε βάρος εκείνων που παραβιάζουν την περ. ζ) της παρ. 3 του άρθρου 258 επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους πενήντα (50) ευρώ στον καθένα.
  5. Σε βάρος του παραβάτη της παρ. 3 του άρθρου 259 επιβάλλονται το διοικητικό πρόστιμο και οι ποινές σύμφωνα με το άρθρο 268.
  6. Σε βάρος εκείνων που παραβιάζουν τις περ. α) έως γ) της παρ. 1 του άρθρου 258 επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ, καθώς και ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών.
  7. Σε βάρος εκείνων που παραβιάζουν τις παρ. 1 έως 3 και 5 του άρθρου 256 επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ, καθώς και ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) έτος.
  8. Σε βάρος εκείνων που παραβιάζουν τις παρ. 4 και 16 του άρθρου 254 επιβάλλονται διοικητικό πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ και ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη.
  9. Σε βάρος εκείνου που θηρεύει, κατά χρόνο που δεν εμπίπτει εντός της κυνηγετικής περιόδου, επιβάλλονται διοικητικό πρόστιμο ύψους τριακοσίων (300) ευρώ και ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη.
  10. Σε βάρος εκείνου που θηρεύει, χωρίς άδεια θήρας, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους τριακοσίων (300) ευρώ και ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) έτος.
  11. Όσοι παραβιάζουν από πρόθεση ή από αμέλεια τις περ. α) έως δ) και στ) της παρ. 2 του άρθρου 258 τιμωρούνται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος. Σε βάρος των ανωτέρω επιβάλλεται επίσης διοικητικό πρόστιμο, ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ.
  12. Όσοι παραβιάζουν την παρ. 5 του άρθρου 261 τιμωρούνται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος. Σε βάρος των ανωτέρω επιβάλλεται επίσης διοικητικό πρόστιμο, ύψους διακοσίων (200) ευρώ.
  13. Εκείνος που θηρεύει, κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 252, με πυροβόλο πολεμικό όπλο ή αεροβόλο ή με άλλου είδους όπλο, μη σύνηθες κυνηγετικό, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) μηνών και μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή. Σε βάρος του παραβάτη επιβάλλεται επίσης διοικητικό πρόστιμο ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ.
  14. Σε βάρος εκείνου που καταδικάζεται για τη θανάτωση ή σύλληψη ελαφιού, δορκάδος, αγριόγιδου, παντός είδους αιγάγρου (αγριοκάτσικου), αγριοπετεινού και φασιανού, επιβάλλεται με την καταδικαστική απόφαση και χρηματική αποζημίωση υπέρ του Ειδικού Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου (Κεφάλαιο θήρας), η οποία καθορίζεται ως εξής:

Για κάθε ελάφι ποσό τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, για κάθε δορκάδα, αγριόγιδο και αίγαγρο Κρήτης ποσό δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ. Για δε τα λοιπά είδη αιγάγρων ποσό πεντακοσίων (500) ευρώ και για έκαστο αγριοπετεινό, φασιανό ή αφαίρεση των αυγών αυτών, ποσό πεντακοσίων (500) ευρώ. Τα, ως άνω, ποσά δύνανται να αυξάνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

  1. Οι παραβάτες της παρ. 5 του άρθρου 252 τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι (2) έτη. Σε βάρος των παραβατών του πρώτου εδαφίου επιβάλλεται επίσης διοικητικό πρόστιμο, ύψους χιλίων (1.000) ευρώ.
  2. Σε βάρος όσων παραβιάζουν της περί θήρας αστυνομικές διατάξεις, οι οποίες δεν αναφέρονται ρητά στο παρόν, επιβάλλονται διοικητικό πρόστιμο ύψους από εκατό (100) έως διακόσια (200) ευρώ και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας θήρας για χρονικό διάστημα από δέκα πέντε (15) ημερολογιακές ημέρες έως δύο (2) μήνες.
  3. Οι παραβάτες της παρ. 5 του άρθρου 80 τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) έτη. Στους ανωτέρω επιβάλλεται επίσης διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ.
  4. Για παραβάσεις, οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός των ελεγχόμενων κυνηγετικών περιοχών, ισχύουν τα κάτωθι:

α) Επιβάλλεται ποινή φυλάκισης έως τρεις (3) μήνες, καθώς και διοικητικό πρόστιμο, το ύψος του οποίου ορίζεται, κατά περίπτωση, ως εξής:

αα) Στις περιπτώσεις διάβασης παντός, κυνηγού ή μη, με όπλο, διά μέσου των ελεγχόμενων κυνηγετικών περιοχών άνευ αδείας της Δασικής Αρχής επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ. Η διάβαση επιτρέπεται μόνο εφόσον τα όπλα είναι λελυμένα και εντός θήκης.

ββ) Στην περίπτωση κυκλοφορίας οχημάτων, με ταχύτητα μεγαλύτερη από τις ενδείξεις των ειδικών πινακίδων, στην περίπτωση χρήσης σε αυτά ηχητικών οργάνων και συσκευών, εκτυφλωτικών φώτων και προβολέων, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ.

γγ) Στην περίπτωση κατασκήνωσης παντός ατόμου άνευ αδείας της αρμόδιας Δασικής Αρχής επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ.

δδ) Στις περιπτώσεις εισαγωγής ή διέλευσης ποιμνίων ή ζώων άνευ αδείας των οικείων Δασικών Αρχών, όπως και στις πτηνοτροφικές και κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που λειτουργούν άνευ αδείας των Κτηνιατρικών ή Δασικών Αρχών και άνευ υγειονομικού ελέγχου, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) έως δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.

εε) Στις περιπτώσεις ολοκληρωτικής δέσμευσης της ροής των υδάτων, κατά την κατασκευή αρδευτικού δικτύου ή τη διευθέτηση χειμάρρων ή έτερων έργων επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) έως πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.

β) Επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους εκατό (100) έως διακοσίων (200) ευρώ σε περίπτωση παράβασης του κανονισμού λειτουργίας της ελεγχόμενης κυνηγετικής περιοχής.

γ) Επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ στις ακόλουθες περιπτώσεις: γα) για τη θήρευση σε απόσταση των σαράντα (40) μέτρων, πλην των ευγενών θηραμάτων, γβ) για τη θήρα μη ανεπτυγμένων θηραμάτων, για τη σύλληψη παντός είδους θηράματος, τη μόλυνση ποτιστρών και τη διατάραξη της πανίδας εν γένει, γγ) για παράβαση της παρ. 16 του άρθρου 254.

  1. Σε όποιον κατέχει, εισάγει, διακινεί, διαθέτει καθοιονδήποτε τρόπο είδη της περ. β) της παρ. 6 του άρθρου 258 χωρίς άδεια ή με άδεια πλαστή ή που φέρει αλλοιώσεις, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) έως χιλίων (1000) ευρώ. Ο υπαίτιος των ανωτέρω πράξεων τιμωρείται και με φυλάκιση από δύο (2) μήνες έως ένα (1) έτος και σε περίπτωση υποτροπής με φυλάκιση δύο (2) ετών.
  2. Σε όποιον αρνείται ή παρακωλύει ή κωλυσιεργεί τη διενέργεια των ελέγχων από τα ελεγκτικά όργανα στο πλαίσιο της παρ. 2 του άρθρου 289 και της περ. β) της παρ. 6 του άρθρου 258 ή αρνείται την παροχή πληροφοριών ή παρέχει ψευδείς πληροφορίες, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ. Ο υπαίτιος των ανωτέρω πράξεων τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος.
  3. Υπεύθυνοι κατά των οποίων ασκείται ποινική δίωξη και επιβάλλονται οι ποινές των παρ. 16 και 17 είναι στις ομόρρυθμες εταιρείες οι ομόρρυθμοι εταίροι, στις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης οι διαχειριστές και στους συνεταιρισμούς και τις ανώνυμες εταιρείες ο ορισθείς υπεύθυνος ή, σε περίπτωση που δεν έχει ορισθεί υπεύθυνος, τα μέλη του οργάνου διοίκησης.».

 

Άρθρο 95

Διαδικασία βεβαίωσης των παραβάσεων περί θήρας – Αντικατάσταση άρθρου 287Α ν.δ. 86/1969

Στο ν.δ. 86/1969 (Α’ 7) προστίθεται άρθρο 287Α ως εξής:

«Άρθρο 287Α

Διαδικασία βεβαίωσης των παραβάσεων

  1. Αρμόδια όργανα για τη βεβαίωση των παραβάσεων κατά την εφαρμογή του άρθρου 287 είναι οι δασικοί υπάλληλοι του άρθρου 39 του ν. 1845/1989 (Α’ 102) και οι φύλακες θήρας των κυνηγετικών οργανώσεων του άρθρου 267 του παρόντος.
  2. Κατά τη διαπίστωση της παράβασης βεβαιώνεται, έντυπα ή ηλεκτρονικά, επί τόπου η παράβαση από το ελεγκτικό όργανο και συντάσσεται Πράξη Επιβολής Προστίμου και των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων και χρηματικών αποζημιώσεων. Στην πράξη βεβαίωσης της παράβασης και επιβολής διοικητικής κύρωσης, καταχωρίζονται:

α) Τα στοιχεία του παραβάτη και υποχρεωτικά ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου ή ο αριθμός αστυνομικής ταυτότητας/διαβατηρίου ή ο αριθμός της άδειας θήρας,

β) Η αρμόδια Δασική Αρχή και η προθεσμία προσφυγής σ’ αυτήν, σύμφωνα με την περ. δ) της παρ. 5, η παράβαση και το άρθρο του νόμου στο οποίο αναφέρεται αυτή,

γ) το ύψος του προστίμου, και των λοιπών κυρώσεων.

Ένα (1) αντίτυπο της πράξης βεβαίωσης της παράβασης και επιβολής της διοικητικής κύρωσης, επιδίδεται στον παραβάτη επιτόπου και ένα αντίτυπο, με συνημμένη την άδεια θήρας, στην περίπτωση που προβλέπεται κατάσχεση ή ανάκλησή της για ορισμένο χρονικό διάστημα, διαβιβάζεται άμεσα στην αρμόδια, σύμφωνα με την παρ. 5, αρχή.

  1. Ο ελεγχόμενος έχει δικαίωμα να εμφανισθεί εντός προθεσμίας πέντε (5) εργασίμων ημερών, που αρχίζει από την ημερομηνία επίδοσης της βεβαίωσης, στην οικεία δασική Αρχή, όπως αυτή προσδιορίζεται στη σχετική βεβαίωση παράβασης, προκειμένου να προβάλει τις αντιρρήσεις του. Η προθεσμία άσκησης και εξέτασης των αντιρρήσεων αναστέλλει την εκτέλεση της είσπραξης του προστίμου. Η απόρριψη ή η αποδοχή των αντιρρήσεων γίνεται με πράξη του Προϊστάμενου της οικείας δασικής αρχής επί του σώματος αυτών, η οποία πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά και στοιχεία.
  2. Αν δεν προβληθούν αντιρρήσεις ή αν οι προβαλλόμενες αντιρρήσεις απορριφθούν, οι παραβάτες καταβάλλουν το διοικητικό πρόστιμο μέσω ηλεκτρονικού παραβόλου της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, που εκδίδεται, είτε απευθείας από την ιστοσελίδα αυτής, είτε από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών ή τις Τράπεζες ή τις κατά τόπους αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), εντός χρονικού διαστήματος δέκα πέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την ημέρα βεβαίωσης της παράβασης ή της απόρριψης των αντιρρήσεων. Το εισπραττόμενο ποσό του προστίμου αποτελεί πόρο του Ειδικού Φορέα Δασών του άρθρου 8 του ν. 3208/2003 (Α’ 303).
  3. Εφόσον περάσει άπρακτη και η ανωτέρω προθεσμία, αποστέλλεται, από τις Αρμόδιες Αρχές, εντός τριάντα (30) ημερών, ο νόμιμος τίτλος στη Δ.Ο.Υ. φορολογίας του παραβάτη, προκειμένου να βεβαιωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190).

Τα εισπραττόμενα ποσά αποδίδονται στο σύνολό τους στον Ειδικό Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

  1. Τα έσοδα από τα πρόστιμα που προβλέπονται στο άρθρο 287 διατίθενται με βάση ετήσιο πρόγραμμα που συντάσσεται από την αρμόδια Διεύθυνση Διαχείρισης Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αποκλειστικά για σκοπούς θηροφύλαξης, περίθαλψης και προστασίας της άγριας πανίδας, καθώς και για την αντιμετώπιση των δαπανών ανάπτυξης της θηραματοπονίας και προμήθειας εξοπλισμού και μέσων.
  2. Στη περίπτωση που στο άρθρο 287 προβλέπεται ως κύρωση για παράβαση των διατάξεων, περί θήρας, η αφαίρεση της άδειας θήρας και εφόσον η άμεση αφαίρεση αυτής είναι αδύνατη κατά τη βεβαίωση της παράβασης, τότε καλείται ο παραβάτης εγγράφως από την οικεία Δασική Αρχή να παραδώσει την άδεια θήρας εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών. Άλλως, μετά την παρέλευση δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από τη βεβαίωση της παράβασης η άδεια ανακαλείται αυτοδίκαια και επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους εκατόν πενήντα (150) ευρώ, το οποίο βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά τη διαδικασία του παρόντος.
  3. Οι κυρώσεις διπλασιάζονται σε περίπτωση που ο παραβάτης έχει την ιδιότητα δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ ή Β΄ βαθμού ή ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις ή τα σώματα ασφαλείας ή αποτελεί μέλος διοικητικού συμβουλίου κυνηγετικής οργάνωσης.
  4. Σε περίπτωση συρροής παραβάσεων επιβάλλεται συνολικό διοικητικό πρόστιμο, το οποίο ισούται με το πρόστιμο που προβλέπεται για τη βαρύτερη παράβαση, επαυξημένο κατά το ήμισυ των προστίμων, τα οποία προβλέπονται για τις άλλες συντρέχουσες παραβάσεις.
  5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Οικονομικών και Δικαιοσύνης, δύναται να αναπροσαρμόζονται τα διοικητικά πρόστιμα που προβλέπονται για τις παραβάσεις του παρόντος.».

 

Άρθρο 96

Σύστημα Ελέγχου Συμπεριφοράς Κυνηγών – Αντικατάσταση άρθρου 287Β ν.δ. 86/1969

Στο ν.δ. 86/1969 (Α’ 7) προστίθεται άρθρο 287Β ως εξής:

«Άρθρο 287Β

Σύστημα Ελέγχου Συμπεριφοράς Κυνηγών

  1. Καθιερώνεται Σύστημα Ελέγχου Συμπεριφοράς Κυνηγών (Σ.Ε.Σ.Κ.), το οποίο αφορά στην καταχώριση σε ειδικό μητρώο των ατομικών στοιχείων των κυνηγών για τις παραβάσεις των διατάξεων του Δασικού Κώδικα που διαπράττονται από αυτούς στο πλαίσιο άσκησης της θήρας και την προστασία της άγριας πανίδας. Οι παραβάσεις αυτές βαθμολογούνται.

Σε βάρος των παραβατών των περί θήρας διατάξεων, που αναφέρονται στο άρθρο 287, πέραν των κυρώσεων που προβλέπονται στο ανωτέρω άρθρο, επιβάλλεται και το διοικητικό μέτρο της επιβολής βαθμών ποινής στο Σ.Ε.Σ.Κ..

  1. Η συγκέντρωση πέντε (5) βαθμών ποινής θεωρείται ως υποτροπή. Στους υποτρόπους οι κυρώσεις διπλασιάζονται και επιβάλλεται ως διοικητική ποινή η επανεξέτασή τους, προκειμένου να κριθούν ικανοί για την άσκηση θηρευτικών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με το ισχύον σύστημα εξετάσεων.
  2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται κατόπιν πρότασης των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Δικαιοσύνης, καθορίζονται ο φορέας καταχώρισης και τήρησης του σχετικού μητρώου καταγραφής, ο τρόπος συγκέντρωσης και καταχώρισης των πιο πάνω στοιχείων, η βαθμολόγηση των παραβάσεων, τα επιβαλλόμενα διοικητικά μέτρα – κυρώσεις στην περίπτωση συγκέντρωσης ορισμένης βαθμολογίας, καθώς και οι ειδικότεροι όροι επαναχορήγησης, μετά από εκπαίδευση του κυνηγού, της άδειας θήρας που αφαιρέθηκε, κατ’ εφαρμογή του Σ.Ε.Σ.Κ.. Με το προεδρικό διάταγμα του πρώτου εδαφίου καθορίζεται και το ειδικό περιεχόμενο της ως άνω εκπαίδευσης, καθώς και η διαδικασία επανεξέτασης του κυνηγού.».

 

Άρθρο 97

Κατάσχεση και δήμευση μέσων παρανόμου θήρας – Αντικατάσταση άρθρου 288 ν.δ. 86/1969

Το άρθρο 288 ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί κατάσχεσης και δήμευσης μέσων παρανόμου θήρας, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 288

Κατάσχεση και δήμευση μέσων παρανόμου θήρας

  1. Τα κατά παράβαση του παρόντος κώδικα κατεχόμενα, κατασκευαζόμενα, πωλούμενα ή χρησιμοποιούμενα παντός είδους όργανα και μέσα, τα οποία έχουν ως σκοπό τη θήρα, σύλληψη ή θανάτωση εν γένει αγρίων ζώων, θηλαστικών και πτερωτών, ασχέτως εποχής, κατάσχονται από τα δασικά όργανα και τους αναγνωρισμένους φύλακες θήρας των κυνηγετικών οργανώσεων.

Το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, εφόσον για τη συγκεκριμένη παράβαση προβλέπονται ποινικές κυρώσεις, διατάσσει τη δήμευση των κατασχεθέντων και τα μεν απαγορευμένα μέσα καταστρέφονται, τα δε άλλα εκποιούνται από επιτροπή, η οποία ορίζεται από τον Εισαγγελέα και αποτελείται από τον προϊστάμενο της δασικής αρχής, έναν (1) δημόσιο υπάλληλο και έναν (1) αντιπρόσωπο του κυνηγετικού συλλόγου, με δημοπρασία. Το εκπλειστηρίασμα κατατίθεται υπέρ του Ειδικού Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

Εφόσον για τη συγκεκριμένη παράβαση δεν προβλέπονται ποινικές κυρώσεις, μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής κατά του προβλεπόμενου στην παρ. 1 διοικητικού μέτρου της κατάσχεσης ή μετά την έκδοση τελεσίδικης απορριπτικής απόφασης επί της ανωτέρω προσφυγής, ο αρμόδιος δασάρχης διατάσσει τη δήμευση των κατασχεθέντων και τα μεν απαγορευμένα μέσα καταστρέφονται, τα δε άλλα εκποιούνται από επιτροπή, η οποία ορίζεται από τον Προϊστάμενο της οικείας Επιθεώρησης Εφαρμογής Δασικής Πολιτικής και αποτελείται από τον προϊστάμενο της δασικής αρχής, έναν (1) δημόσιο υπάλληλο και έναν (1) αντιπρόσωπο του κυνηγετικού συλλόγου, με δημοπρασία. Το εκπλειστηρίασμα κατατίθεται υπέρ του Ειδικού Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

  1. Τα θηράματα που προέρχονται από παράνομη θήρα κατάσχονται και εκποιούνται αμέσως από τον κατάσχοντα αυτά υπάλληλο με την παρουσία έτερου δημοσίου ή δημοτικού υπαλλήλου και, σε περίπτωση απουσίας τους, με την παρουσία δύο (2) μαρτύρων. Το πρακτικό της εκποίησης δεν υπόκειται σε έγκριση άλλης αρχής. Το εκπλειστηρίασμα, εάν η δικαστική απόφαση, ποινική ή διοικητική, είναι αθωωτική, αποδίδεται στον αθωωθέντα, άλλως κατατίθεται υπέρ του Ειδικού Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου.

Σε περίπτωση παράνομης θήρας προστατευόμενων ειδών της άγριας πανίδας, αυτά παραδίδονται στην οικεία Δασική Αρχή με μέριμνα της οποίας διατίθενται σε κρατικά μουσεία φυσικής ιστορίας, πανεπιστημιακά ιδρύματα και εκθέσεις, για τον εμπλουτισμό των συλλογών τους.

Τα ζωντανά θηράματα – άγρια ζώα που διατηρούνται σε αιχμαλωσία, εφόσον κρίνεται κατάλληλο, απελευθερώνονται άμεσα στο φυσικό περιβάλλον συντασσόμενου πρακτικού απελευθέρωσης, άλλως παραδίδονται σε κατάλληλα Κέντρα Περίθαλψης για την απελευθέρωσή τους στο φυσικό περιβάλλον.

  1. Εάν για οποιοδήποτε λόγο τα όπλα, δίκτυα, παγίδες και λοιπά μέσα παράνομης θήρας δεν έχουν κατασχεθεί και ο κάτοχος αυτών καταδικάζεται, διατάσσεται με την καταδικαστική απόφαση και η δήμευση αυτών, η περαιτέρω δε τύχη τους διέπεται από την παρ. 2. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης μη παραδόσεως των πειστηρίων του πρώτου εδαφίου, ο καταδικασθείς υποχρεούται με την καταδικαστική απόφαση στην πληρωμή της αξίας τους, η οποία καθορίζεται από το δικαστήριο υπέρ του Ειδικού Φορέα Δασών, που δεν είναι κατώτερη των διακοσίων (200) ευρώ, προκειμένου δε περί όπλων, κατώτερη των πεντακοσίων (500) ευρώ και προκειμένου περί μέσων μεταφοράς, κατώτερη των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ για τα δίκυκλα και τρίκυκλα και των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για τα λοιπά μηχανοκίνητα μέσα.
  2. Εάν ο ένοχος της παράνομης θήρας έλαβε στην κατοχή του, τα σε δήμευση, κατά το παρόν αντικείμενα, τότε αποδίδονται μεν αυτά στο δικαιούχο, αντί δε της δήμευσης επιβάλλεται σε βάρος του ενόχου χρηματική ποινή ίση προς την αξία των αποδιδομένων στο δικαιούχο, πλέον πάσης άλλης, η οποία επιβάλλεται σύμφωνα με τον παρόντα κώδικα.».

 

Άρθρο 98

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται:

α) το άρθρο 44 του ν. 3585/2007 (Α’ 148), περί ειδικών διατάξεων για τις κυρώσεις του εν λόγω νόμου,

β) το άρθρο 45 του ν. 3585/2007, περί άσκησης δίωξης από τον δημόσιο κατήγορο,

β) το άρθρο 49 του ν. 3585/2007, περί αρμοδίου δικαστηρίου,

γ) το άρθρο 293 του ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί άσκησης καθηκόντων δημοσίου κατηγόρου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ

 

Άρθρο 99

Δημιουργία κοινόχρηστου χώρου δασικής αναψυχής στην περιοχή «ΠΡΩΗΝ ΝΤΑΜΑΡΙΑ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ» του Δήμου Γαλατσίου Αττικής

  1. Η έκταση εμβαδού εκατόν είκοσι οχτώ χιλιάδων εκατόν δεκατεσσάρων κόμμα τετρακοσίων ογδόντα εννέα τετραγωνικών μέτρων (128.114,489 τ.μ.) της περιοχής «ΠΡΩΗΝ ΝΤΑΜΑΡΙΑ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ» που βρίσκεται στα διοικητικά όρια του Δήμου Γαλατσίου, όπως αποτυπώνεται στο Παράρτημα IV, υπό τα στοιχεία 1 έως 48-44-45-57-58-64-65-66-77-78-79-80-92-93-106-107-120-172-173-171-169-167-165-157-158 έως 164-143 έως 154-139-140-141-125-126-127-123-122-111-110-109-112-113-114-156-115 έως 119-96 έως 105-94-136-81 έως 91-67 έως76-59 έως 63-49 έως 56) παραχωρείται κατά χρήση στον Δήμο Γαλατσίου. Αποκλειστικός σκοπός της παραχώρησης είναι η αποκατάσταση και αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος και η δημιουργία και λειτουργία εντός του ως άνω ακινήτου, κοινόχρηστου χώρου δασικής αναψυχής, το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2033. Ενόψει του σκοπού της παραχώρησης εφαρμόζεται το άρθρο 44 του ν. 998/1979 (Α΄ 289).
  2. Ο παραχωρησιούχος υποχρεούται, με ευθύνη και δαπάνες του, να αποκαταστήσει, να συντηρεί και να βελτιώνει τη δασική βλάστηση του ακινήτου, να διαχειρίζεται και να φυλάσσει την έκταση αυτή, σύμφωνα με τη δασική νομοθεσία. Η παραβίαση του σκοπού της παραχώρησης, η χρήση του ακινήτου για σκοπό, καθώς και η μεταβολή του δασικού του χαρακτήρα με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης του για διημέρευση ή διαμονή προσώπων στον χώρο υπαίθριας αναψυχής, επάγεται την παύση της παραχώρησης με διαπιστωτική πράξη της οικείας δασικής αρχής και την αυτοδίκαιη επαναφορά της στο προηγούμενο καθεστώς.
  3. Στον υπό οργάνωση χώρο υπαίθριας δασικής αναψυχής επιτρέπεται η εκτέλεση έργων και κατασκευών της παρ. Δ’ της υπ’ αρ. 66102/970/23.2.1995 απόφασης του Υπουργού Γεωργίας (Β’ 170) με εξαίρεση τις περ. 8, 15 και 16 αυτής και με βάση τις αρχές της αρχιτεκτονικής του τοπίου, τον βαθμό αντοχής του φυσικού περιβάλλοντος και την προστασία και βελτίωση των συνθηκών διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος. Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση για λόγους ασφαλείας η περίφραξη αυτού, καθώς και η εγκατάσταση φωτισμού.
  4. Για την ταχύτατη αποκατάσταση και αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος του ακινήτου και για την εντεύθεν απόδοσή του στο κοινό για τη χρήση για την οποία προορίζεται, ο παραχωρησιούχος έχει την ιδιότητα του αναδόχου αποκατάστασης της παρ. 3 του άρθρου 42 του ν. 998/1979, χωρίς να χρειάζεται η έκδοση της προβλεπόμενης πράξης ορισμού. Ο ανάδοχος παραχωρησιούχος, με δικές του δαπάνες: α) εκπονεί τη μελέτη αποκατάστασης και αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος της έκτασης, β) εκπονεί τη μελέτη οργάνωσης και λειτουργίας εντός του ακινήτου χώρου υπαίθριας δασικής αναψυχής, σύμφωνα με την παρ. 3 και τις αναφερόμενες σε αυτή περιπτώσεις της παρ. Δ’ της υπ’ αρ. 66102/970/1995 υπουργικής απόφασης, γ) υλοποιεί τα έργα που προβλέπονται στη σχετική μελέτη για την τεχνητή αποκατάσταση και αναβάθμιση του περιβάλλοντος και δ) υλοποιεί τα έργα και τις κατασκευές που προβλέπονται από τη σχετική μελέτη για την οργάνωση και λειτουργία του χώρου δασικής αναψυχής. Η θεώρηση και έγκριση των ανωτέρω μελετών, καθώς και η επίβλεψη εκτέλεσης των έργων της παρούσας από τον ανάδοχο και τον φορέα υλοποίησης του έργου διενεργούνται από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες.
  5. Η υλοποίηση των έργων αποκατάστασης και αναβάθμισης του περιβάλλοντος λαμβάνει χώρα με ευθύνη του αναδόχου παραχωρησιούχου αμέσως μετά από την έγκριση της σχετικής μελέτης ή μετά από την έγκριση αμφοτέρων των μελετών της παρ. 4, σε περίπτωση ταυτόχρονης υποβολής τους, ή αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, αν υπάρχει ήδη εγκεκριμένη η σχετική μελέτη ή οι μελέτες της παρ. 4. Το αργότερο μέσα σε επτά (7) εργάσιμες ημέρες από την έγκριση της μελέτης ή των μελετών, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, άλλως το αργότερο μέσα σε επτά (7) εργάσιμες ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, σε περίπτωση ήδη εγκεκριμένης μελέτης ή μελετών, η αρμόδια δασική αρχή εγκαθιστά στο ακίνητο τον παραχωρησιούχο – ανάδοχο αποκατάστασης και αναβάθμισης του περιβάλλοντος, με σχετικό πρωτόκολλο εγκαταστάσεως. Τα ανωτέρω ισχύουν και για την εκτέλεση των έργων και κατασκευών για τη δημιουργία του χώρου δασικής αναψυχής.
  6. Ύστερα από την παραλαβή του έργου, πιστοποιείται από την αρμόδια δασική αρχή, η ολοκλήρωση των εργασιών αποκαταστάσεως και αναβαθμίσεως του φυσικού περιβάλλοντος, με διαπιστωτική πράξη που εκδίδεται εντός δέκα (10) ημερών από την παραλαβή. Μετά την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης, η αρμόδια δασική αρχή εκδίδει αμελλητί την άρση της σχετικής απόφασης κήρυξης ως αναδασωτέας της εν λόγω έκτασης και αμέσως μετά πρωτόκολλο εγκατάστασης του φορέα υλοποίησης των έργων για τη δημιουργία χώρου υπαίθριας δασικής αναψυχής, προκειμένου να εκτελεσθούν τα έργα, οι κατασκευές και οι εργασίες που προβλέπονται στην οικεία μελέτη. Σε περίπτωση που υπάρχουν ήδη εγκεκριμένες μελέτες, εκδίδεται μέσα στις ίδιες προθεσμίες απευθείας πρωτόκολλο εγκατάστασης του φορέα υλοποίησης μόνο για την εκτέλεση των οικείων έργων.
  7. Σε περίπτωση διαπίστωσης οποιασδήποτε αλλοίωσης στο φυσικό περιβάλλον με υπαιτιότητα του αναδόχου ή του φορέα εκτέλεσης των έργων, εφαρμόζονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τη δασική νομοθεσία.
  8. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του παρόντος, καθορίζονται και εξειδικεύονται οι όροι για την ανάθεση, εκτέλεση και παραλαβή του έργου αποκατάστασης και αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος, καθώς και του έργου οργάνωσης και λειτουργίας του χώρου υπαίθριας δασικής αναψυχής, για την έγκριση των οικείων μελετών, την παραλαβή των έργων από την αρμόδια δασική υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένων και των σχετικών προθεσμιών έγκρισης, παραλαβής και έκδοσης των οικείων διαπιστωτικών πράξεων για τη δημιουργία και απόδοση στο κοινό του χώρου και οι λοιπές λεπτομέρειες και τεχνικά ζητήματα.

 

Άρθρο 100

Αποζημίωση των μελών των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων – Προσθήκη παρ. 2α και 2β στο άρθρο 6Α του ν. 3889/2010

Στο άρθρο 6Α του ν. 3889/2010 (Α΄182), περί προϋπολογισμού του πράσινου ταμείου, αφαιρείται η αναφορά στον τακτικό προϋπολογισμό των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1, αντικαθίσταται η παρ. 2, προστίθενται παρ. 2α και 2β, και το άρθρο 6Α διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 6Α

  1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Πράσινου Ταμείου, έπειτα από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, δύναται, με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 6 και τηρουμένων των δημοσιονομικών στόχων του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής και του εκάστοτε ετήσιου προϋπολογισμού του Πράσινου Ταμείου, να καθορίζεται ποσό από τον ετήσιο προϋπολογισμό του, το οποίο αποδίδεται, ως δημόσιο έσοδο στον κρατικό προϋπολογισμό, εγγράφεται σε ειδικό Κωδικό Αριθμό Εσόδου και διατίθεται αποκλειστικά και κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης:

α) στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για την κάλυψη των πάσης φύσεως δαπανών για ειδικά προγράμματα δασοπροστασίας, έργα, εργασίες, δραστηριότητες και ερευνητικά προγράμματα που εξυπηρετούν τους σκοπούς του Ειδικού Φορέα Δασών της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3208/2003 (Α΄ 303) και τις αποδοχές διανυκτέρευσης στην ύπαιθρο και υπερωριακής εργασίας για την υλοποίηση προγραμμάτων πρόληψης λαθροϋλοτομιών του απασχολούμενου προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3889/2010,

β) στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την πληρωμή στο προσωπικό των Δασικών Υπηρεσιών που απασχολείται στην υλοποίηση προγραμμάτων πρόληψης λαθροϋλοτομιών πρόσθετων και παρεπόμενων παροχών που προκύπτουν κατά την ως άνω απασχόλησή του για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Ειδικού Φορέα Δασών της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3208/2003, όπως, ιδίως, αποζημιώσεων για υπερωριακή εργασία, αμοιβών για εργασία κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυχτερινές ώρες, δαπανών μετακίνησης και διανυκτέρευσης στην ύπαιθρο, καθώς και των δαπανών προμήθειας καυσίμων και λοιπών καταναλωτικών δαπανών σχετικών με την υλοποίηση των εν λόγω προγραμμάτων και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3889/2010,

γ) στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την καταβολή της αποζημίωσης των παρ. 7 και 8 του άρθρου 18 στα μέλη των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.).

Τα ανωτέρω ποσά, μετά την εμφάνισή τους στα έσοδα του προϋπολογισμού, εγγράφονται ως πιστώσεις, κατά περίπτωση, στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

  1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Πράσινου Ταμείου, έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας ή διεύθυνσης αυτού, με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 6 και τηρουμένων των δημοσιονομικών στόχων του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής και του εκάστοτε ετήσιου προϋπολογισμού του Πράσινου Ταμείου, δύναται να καθορίζεται ποσό από τον ετήσιο προϋπολογισμό του, το οποίο αποδίδεται ως δημόσιο έσοδο στον Κρατικό Προϋπολογισμό, εγγράφεται σε ειδικό Αναλυτικό Λογαριασμό Εσόδου (ΑΛΕ) και διατίθεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αποκλειστικά για την κάλυψη της συμμετοχής του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας στην υλοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων «Life» με δικαιούχο/συνδικαιούχο το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

2α. Οι δαπάνες αποζημίωσης των μελών των αμειβόμενων Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων, κατά του περιεχομένου των αναρτημένων δασικών χαρτών, οι οποίες συγκροτήθηκαν και λειτουργούν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2022, κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 18, ανεξαρτήτως του οργάνου συγκρότησης αυτών, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές και καταβάλλονται στους δικαιούχους κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, τηρουμένων των παρ. 7 και 8 του ιδίου άρθρου και της υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΔΕΥ/125557/3591/30.12.2020 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΟΔΔ 1106).

Οι αναγκαίες πιστώσεις για τη διενέργεια των δαπανών του πρώτου εδαφίου μεταφέρονται κατ΄ εφαρμογή της παρ. 1, από τον προϋπολογισμό του Πράσινου Ταμείου στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εγκριτικής απόφασης του Πράσινου Ταμείου, για την κατανομή αυτών στις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Εφαρμογής Δασικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος.

Τα ως άνω εγκεκριμένα ποσά αποζημιώσεων αποδίδονται στους δικαιούχους, μετά την έκδοση αποφάσεων δημοσιονομικής δέσμευσης από τις οικείες Επιθεωρήσεις Εφαρμογής Δασικής Πολιτικής.

2β. Οι δαπάνες αποζημίωσης των μελών των συγκροτηθεισών Επιτροπών της παρ. 3, η λειτουργία των οποίων συνεχίζεται μετά την 1η Ιανουαρίου 2023, καθώς και των Επιτροπών που συγκροτούνται μετά την ως άνω ημερομηνία, κατ΄ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 18, καταβάλλονται σύμφωνα με την κοινή απόφαση της παρ. 7 του ιδίου άρθρου.

  1. Στη διάταξη της παραγράφου 1 συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά τα οποία αντιστοιχούν στις αποδοχές διανυκτέρευσης στην ύπαιθρο και υπερωριακής εργασίας για την υλοποίηση προγραμμάτων πρόληψης λαθροϋλοτομιών του απασχολούμενου προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος και των περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών, που έλαβαν χώρα από την 1η.1.2016, έπειτα από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή των κατά τόπους περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών.
  2. Στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, η Γενική Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αποστέλλει απολογιστική έκθεση στο Πράσινο Ταμείο με αντικείμενο τη διάθεση του ποσού της παραγράφου 1 για την εξόφληση των προβλεπομένων σε αυτή δαπανών.».

 

Άρθρο 101

Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 18 ν. 3889/2010

Μετά την περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 3889/2010 (Α’ 303), περί των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων, προστίθενται τρία εδάφια, το εδάφιο που έπεται τροποποιείται βάσει των ανωτέρω αλλαγών, τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου αντικαθίστανται και ενοποιούνται, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι αντιρρήσεις εξετάζονται από τριμελείς Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.) που συγκροτούνται για τον σκοπό αυτόν, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δασών, στην έδρα της οικείας Διεύθυνσης Δασών, εκτός εάν καθοριστεί διαφορετική έδρα με την απόφαση συγκρότησης. Στην ίδια Περιφερειακή Ενότητα μπορεί να συγκροτούνται και να λειτουργούν ταυτόχρονα περισσότερες από μία ΕΠ.Ε.Α..

Οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων αποτελούνται από:

α) έναν (1) δικηγόρο τουλάχιστον παρ’ εφέταις υποδεικνυόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο ή έτερο δικηγορικό σύλλογο της Επικράτειας, με τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρο,

β) έναν (1) δασολόγο, υπάλληλο του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και

γ) έναν (1) μηχανικό με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία που έχει δικαίωμα υπογραφής τοπογραφικού διαγράμματος, υποδεικνυόμενο από τον οικείο επιστημονικό σύλλογο, ως μέλη.

Σε περίπτωση παραιτήσεως του μηχανικού της περ. γ) και του αναπληρωτή του, δύναται να ορίζεται από τον Γενικό Γραμματέα Δασών, ως μέλος, δασολόγος υπάλληλος του δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύτερου δημοσίου τομέα.

Σε περίπτωση παραιτήσεως του δικηγόρου της περ. α) και του αναπληρωτή του, η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων ανασυγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δασών, αποτελούμενη από έναν (1) δασολόγο υπάλληλο του δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του δημόσιου τομέα, ως Πρόεδρο, έναν (1) δικηγόρο τουλάχιστον παρά Πρωτοδίκαις, υποδεικνυόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο ή έτερο δικηγορικό σύλλογο της Επικράτειας, με τον αναπληρωτή του, και έναν (1) μηχανικό με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, που έχει δικαίωμα υπογραφής τοπογραφικού διαγράμματος, υποδεικνυόμενο από τον οικείο επιστημονικό σύλλογο, ως μέλη. Σε περίπτωση παραιτήσεως και των τελευταίων μελών, καθώς και των αναπληρωτών αυτών, δύνανται να ορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα Δασών, ως μέλη, αποκλειστικώς δασολόγοι υπάλληλοι του δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύτερου δημοσίου τομέα.

Με την απόφαση συγκρότησης ορίζονται τα αναπληρωματικά μέλη, καθώς και ο Γραμματέας της ΕΠ.Ε.Α., με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι μπορεί να είναι υπάλληλοι του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982.

Η θητεία των μελών των ΕΠ.Ε.Α. λήγει με την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Τη σχετική διαπιστωτική πράξη εκδίδει ο Γενικός Γραμματέας Δασών.

Οι συνεδριάσεις των ΕΠ.Ε.Α. ανακοινώνονται στα οικεία δημοτικά καταστήματα και τις αρμόδιες Διευθύνσεις δασών δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν, με μνεία των υποθέσεων που θα εξετάσουν ανά συνεδρίαση.

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος καθορίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια για τη διαδικασία αναπλήρωσης των μελών.».

 

Άρθρο 102

Εξαίρεση υποχρέωσης επισύναψης δασικού πιστοποιητικού σε συμβολαιογραφικές πράξεις αποδοχής κληρονομίας – Λήψη υπόψη αποφάσεων των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων για τη βεβαίωση του δασικού ή μη χαρακτήρα – Τροποποίηση άρθρου 20 ν. 3889/2010

Στις παρ. 4 και 5 του άρθρου 20 του ν. 3889/2010 (Α’ 182), περί υποβολής πιστοποιητικού των δασικών υπηρεσιών, εξαιρούνται οι πράξεις δηλώσεως αποδοχής κληρονομίας, στην παρ. 5 ορίζεται ότι το απόσπασμα δασικού χάρτη υπογράφεται από αρμόδιο μηχανικό αντί του «συντάκτη» του, διευκρινίζεται η έννοια των αναφερόμενων πράξεων, στην παρ. 6 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, και οι παρ. 4, 5 και 6 διαμορφώνονται ως εξής:

«4. Μετά την κύρωση του δασικού χάρτη κάθε μεταβίβαση, σύσταση, αλλοίωση και γενικά κάθε μεταβολή των εμπραγμάτων δικαιωμάτων, που πραγματοποιείται με δικαιοπραξία εν ζωή, εξαιρουμένων των δηλώσεων αποδοχής κληρονομίας, στις δασικές εν γένει εκτάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13, που περιλαμβάνονται σε αυτόν, είναι άκυρη και ανίσχυρη, αν δεν συνοδεύεται από σχετικό πιστοποιητικό της αρμόδιας υπηρεσίας της οικείας Διεύθυνσης Δασών, με το οποίο βεβαιώνεται ο χαρακτήρας της έκτασης. Το ανωτέρω πιστοποιητικό δεν εκδίδεται για περιοχές του δασικού χάρτη που δεν περιλαμβάνονται στις δασικές εν γένει εκτάσεις.

Ειδικά για εκτάσεις που έχουν περιληφθεί στην ανάρτηση, για τις οποίες έχουν γίνει δεκτές αντιρρήσεις των ενδιαφερομένων, αντί για το ανωτέρω πιστοποιητικό στο σχετικό συμβόλαιο προσαρτάται αντίγραφο της απόφασης αυτής με τον αριθμό διαδικτυακής ανάρτησης (Α.Δ.Α.) και με επισυναπτόμενο τοπογραφικό διάγραμμα εξαρτημένων συντεταγμένων Ε.Γ.Σ.Α., επί του οποίου ο συντάκτης βεβαιώνει ότι το ακίνητο είναι αυτό, ως προς το οποίο έχουν γίνει δεκτές οι υποβληθείσες αντιρρήσεις.

Για τη χορήγηση του πιστοποιητικού καταβάλλεται ειδικό τέλος υπέρ του εκδότη του πιστοποιητικού, του οποίου το ύψος, ο τρόπος καταβολής και είσπραξης και η διάθεση καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 22 του παρόντος.

  1. Στις εν ζωή δικαιοπραξίες, εξαιρουμένων των δηλώσεων αποδοχής κληρονομίας, που συντάσσουν οι συμβολαιογράφοι, που αφορούν στις δασικές εν γένει εκτάσεις που περιλαμβάνονται στον κυρωμένο δασικό χάρτη, υποχρεούνται να επισυνάπτουν τα πιστοποιητικά της προηγουμένης παραγράφου και να μνημονεύουν το περιεχόμενό τους.

Για περιοχές που δεν περιλαμβάνονται στον δασικό χάρτη επειδή δεν αποτελούν δασικές εν γένει εκτάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13, το πιστοποιητικό της προηγούμενης παραγράφου αντικαθίσταται από υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (A` 75) επί του τοπογραφικού διαγράμματος, που συνοδεύει τη σχετική πράξη του συμβολαιογράφου ή, αν δεν υφίσταται υποχρέωση εκπόνησης τοπογραφικού διαγράμματος, επί αποσπάσματος του δασικού χάρτη όπου απεικονίζεται το ακίνητο στο οποίο αφορά η συμβολαιογραφική πράξη και όπου εμφαίνονται οι συντεταγμένες των κορυφών του ακινήτου, με την οποία δηλώνεται υπευθύνως από τον αρμόδιο μηχανικό ότι το συγκεκριμένο ακίνητο δεν εμπίπτει στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.

Η συγκεκριμένη υπεύθυνη δήλωση πρέπει να μνημονεύεται στις δικαιοπραξίες εν ζωή που συντάσσονται από τους συμβολαιογράφους.

Δεν επιτρέπεται η εγγραφή ή η μεταγραφή των παραπάνω δικαιοπραξιών εν ζωή, εξαιρουμένων των δηλώσεων αποδοχής κληρονομίας, στα οικεία υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία, αν δεν έχουν τηρηθεί οι υποχρεώσεις των ανωτέρω παραγράφων.

  1. Δυνατότητα χρήσης των στοιχείων του δασικού χάρτη είτε είναι αναρτημένος είτε κυρωμένος μερικά ή ολικά, παρέχεται σε κάθε δημόσια αρχή μέσω του ειδικού διαδικτυακού τόπου της παραγράφου 11 του άρθρου 13. Αν απαιτείται από κείμενες διατάξεις, εξαιρουμένης της διάταξης της παραγράφου 4, η βεβαίωση του δασικού εν γένει ή μη χαρακτήρα έκτασης ενώπιον του Δημοσίου, των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού και των υπηρεσιών και φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65), όπως εκάστοτε ισχύει, αυτή πραγματοποιείται με υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (A΄ 75) επί του τοπογραφικού διαγράμματος, που αφορά το συγκεκριμένο ακίνητο από τον συντάκτη του. Στη δήλωση αναφέρεται υποχρεωτικά αν ο χαρακτηρισμός της έκτασης ως δασικής ή μη έχει προσωρινή ή οριστική ισχύ, ανάλογα με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται ο δασικός χάρτης. Ειδικά για εκτάσεις ως προς τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία εξέτασης των αντιρρήσεων των ενδιαφερομένων από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.), εφόσον απαιτείται η κατά τα ανωτέρω βεβαίωση του δασικού εν γένει ή μη χαρακτήρα, αντί της υπεύθυνης δήλωσης του προηγούμενου εδαφίου προσκομίζεται αντίγραφο της σχετικής απόφασης με τον Α.Δ.Α. με επισυναπτόμενο τοπογραφικό διάγραμμα εξαρτημένων συντεταγμένων Ε.Γ.Σ.Α., επί του οποίου ο συντάκτης του προσδιορίζει τα τμήματα ως προς τα οποία έχουν γίνει δεκτές οι υποβληθείσες αντιρρήσεις.».

 

Άρθρο 103

Δασικές εκτάσεις σε χερσαία ζώνη λιμένα – Υλοποίηση οικοδομικών αδειών σε μη δασικού χαρακτήρα προστατευόμενες εκτάσεις – Τροποποίηση παρ. 7 άρθρου 3 ν. 998/1979

Στο πρώτο εδάφιο της περ. β της παρ. 7 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α’ 289), περί εκτάσεων που έχουν απολέσει τον δασικό τους χαρακτήρα πριν την 11η Ιουνίου 1975, προστίθενται οι παράκτιες περιοχές, τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου τροποποιούνται ως προς το πεδίο εφαρμογής τους και επικαιροποιούνται ως προς την πολεοδομική ορολογία και νομοθεσία, και η παρ. 7 διαμορφώνεται ως εξής:

«7. Εκτάσεις που έχουν απολέσει το δασικό τους χαρακτήρα πριν τις 11.6.1975 λόγω επεμβάσεων που έλαβαν χώρα με βάση σχετική διοικητική πράξη, η οποία καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν χαρακτηρίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις ή ως εκτάσεις των παραγράφων 5α ή 5β του άρθρου 3, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 ή κατά τη διαδικασία κατάρτισης δασικού χάρτη ή αναμόρφωσης κυρωμένου δασικού χάρτη και δεν κηρύσσονται αναδασωτέες εφόσον διατηρούν τη χρήση που τους αποδόθηκε. Ως διατηρούμενη σήμερα αγροτική χρήση νοείται οποιαδήποτε από τις αποδοθείσες στο παρελθόν χρήσεις: γεωργική, κτηνοτροφική ή μικτή (γεωργοκτηνοτροφική). Διοικητικές πράξεις του προηγούμενου εδαφίου είναι ιδίως:

α. πράξεις που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της αγροτικής νομοθεσίας, όπως: αποφάσεις Επιτροπών Απαλλοτριώσεων για το σύνολο των εκτάσεων των οποίων επελήφθησαν (κληροτεμάχια, εξαιρεθείσες υπέρ ιδιοκτητών εκτάσεις, ιδιοκτησίες, διαθέσιμες και κοινόχρηστες εκτάσεις), διανομές και αναδασμοί για το σύνολο των εκτάσεων που αναφέρονται στα σχετικά κτηματολογικά διαγράμματα, άδειες ή αποφάσεις Υπουργού ή Νομάρχη για κάθε περίπτωση μεταβίβασης αγροτικών ακινήτων που έχουν αποδοθεί για γεωργική ή κτηνοτροφική χρήση, αμπελουργικά και ελαιουργικά κτηματολόγια και

β. πράξεις που εκδόθηκαν με σκοπό τη βιομηχανική και τουριστική ανάπτυξη της χώρας, όπως απαλλοτριώσεις με σκοπό την εγκατάσταση βιομηχανικής ή τουριστικής μονάδας ή άδειες εγκατάστασης ή/και λειτουργίας βιομηχανικής ή τουριστικής μονάδας ή εκτάσεις παράκτιων περιοχών, εντός των οποίων έχει καθορισθεί χερσαία ζώνη λιμένα ή έχει καθορισθεί χώρος που εξομοιώνεται με χερσαία ζώνη λιμένα, σύμφωνα με το β.δ. 14/19-01-1939 (Α’ 24) και τον ν. 2344/1940 (Α΄154).

Στις περιπτώσεις ακινήτων εκτός σχεδίου, ως και εντός των περιοχών της περίπτωσης β΄ της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 3889/2010, όπως ισχύει, για τα οποία εκδόθηκε νόμιμη οικοδομική άδεια προ της 11.6.1975, η οποία δεν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί, δεν χαρακτηρίζεται ως δάσος ή δασική έκταση, ή ως έκταση των παραγράφων 5α ή 5β του άρθρου 3 κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979, και δεν κηρύσσεται αναδασωτέα επιφάνεια αυτών ίση με την απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης – οικοδομικής άδειας και δεν απαιτείται βεβαίωση του δασαρχείου για κάθε έννομη συνέπεια. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται για ακίνητα ή τμήματα αυτών που πληρούν του όρους αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας. Ως όρια αρτιότητας λαμβάνονται υπόψη και οι κατά παρέκκλιση όροι δόμησης για την εγκατάσταση λυομένων κατασκευών κατά τις ειδικότερες διατάξεις του β.δ. 7.8.1967. Για τις οικοδομικές άδειες σε μη δασικού χαρακτήρα εκτάσεις όπου εφαρμόζεται η δασική νομοθεσία, οι οποίες έχουν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4280/2014 (Α΄ 159) και δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί, ακόμη και εάν δεν έχουν υλοποιηθεί, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων της παρούσας μόνον για ακίνητα ή τμήματα αυτών που πληρούν τους όρους αρτιότητας, σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς κατά τον χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας. Στις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η εκ νέου έκδοση βεβαίωσης της οικείας δασικής αρχής για την έκδοση οικοδομικής αδείας ή προεγκρίσεώς της ή αδείας μικρής κλίμακας, κατά τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις.».

 

Άρθρο 104

Εκχερσωμένες εκτάσεις – Τροποποίηση άρθρου 47 ν. 998/1979

Οι παρ. 5 έως 14 του άρθρου 47 του ν. 998/1979 (Α΄ 289), περί γεωργικής εκμετάλλευσης, καταργούνται, προστίθενται παρ. 15 και 16, και το άρθρο 47 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 47

Γεωργική εκμετάλλευση

  1. Εκχέρσωση δασών προς απόδοση σε αγροτική οποιασδήποτε φύσης καλλιέργεια απαγορεύεται. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η από γεωργικούς συνεταιρισμούς, ομάδες παραγωγών ή φυσικά πρόσωπα εκχέρσωση δασικών εκτάσεων ή η χρήση από αυτούς ασκεπούς έκτασης ή διάκενου εντός δάσους ή δασικής έκτασης, εμβαδού έως 30 στρέμματα όταν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, για γεωργική ή δενδροκομική καλλιέργεια ή για φύτευση σε ανάμειξη αγρίων και οπωροφόρων ή καρποφόρων δένδρων ή για φύτευση δασικών ειδών για την απόδοση προϊόντων, ιδίως, κάστανων, καρυδιών και τρούφας, ή για δημιουργία αμπελώνων ή φυτειών αρωματικών φυτών. Επιτρέπεται, επίσης, η δια εμβολιασμού εξημέρωση άγριων οπωροφόρων ή καρποφόρων δένδρων.

Εντός των ως άνω εκτάσεων επιτρέπονται κατασκευές που εξυπηρετούν τη γεωργική εκμετάλλευση, όπως δεξαμενές νερού, γεωτρήσεις, μετρητές Δ.Ε.Η., υπόστεγα κατ’ εφαρμογή της σχετικής περί των κατασκευών αυτών νομοθεσίας.

  1. Η έγκριση για τη γεωργική εκμετάλλευση χορηγείται, εφόσον διαπιστωθεί, κατόπιν σχετικής οικονομοτεχνικής μελέτης βιωσιμότητας της γεωργικής εκμετάλλευσης, ότι οι εδαφολογικές και οικολογικές συνθήκες συνηγορούν υπέρ αυτού του τρόπου εκμετάλλευσης χωρίς να παραβλάπτεται η λειτουργία του δασικού οικοσυστήματος, από την απώλεια του φυσικού του στοιχείου, καθώς και ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του παρόντος. Η μελέτη συντάσσεται από ιδιώτη γεωτεχνικό επιστήμονα, σε περίπτωση δε που αυτός δεν είναι δασολόγος, απαιτείται συνυπογραφή αυτής και από δασολόγο, περιέχεται δε σε αυτήν ειδικό κεφάλαιο για την τυχόν οικολογική αναβάθμιση του φυσικού οικοσυστήματος λόγω της συγκεκριμένης εκμετάλλευσης.
  2. Οι δημόσιες εκτάσεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3, ως και οι κοινόχρηστες και διαθέσιμες εποικιστικές δασικές εκτάσεις μπορούν να διατεθούν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα για δενδροκομική ή γεωργική καλλιέργεια και εκμετάλλευση κατόπιν της σχετικής μελέτης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
  3. Η έγκριση επέμβασης χορηγείται, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α) Οι εκτάσεις δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις β΄ της παρ. 1 και α΄ και ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.

β) Η κλίση του εδάφους είναι μικρότερη του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) και το βάθος του εδάφους κατάλληλο για γεωργική καλλιέργεια και

γ) Δεν υφίσταται κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους ή άλλως να είναι δυνατή η λήψη των απαραίτητων προστατευτικών μέτρων.

  1. Καταργείται
  2. Καταργείται
  3. Καταργείται
  4. Καταργείται
  5. Καταργείται
  6. Καταργείται
  7. Καταργείται
  8. Καταργείται
  9. Καταργείται
  10. Καταργείται
  11. Δάση, δασικές εκτάσεις, καθώς και εκτάσεις της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3, που εκχερσώθηκαν για γεωργική εκμετάλλευση, χωρίς άδεια της οικείας δασικής αρχής, οι οποίες εμφαίνονται στους αναρτημένους δασικούς χάρτες με τον πρωτεύοντα χαρακτηρισμό «ΔΑ» ή «ΧΑ», εφόσον συνεχίζουν τη χρήση αυτή μέχρι σήμερα ή τελούν σε καθεστώς αγρανάπαυσης και είναι ενταγμένες στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Υποβολής Δηλώσεων (Ο.Σ.Δ.Ε.), διατηρούν τη γεωργική χρήση για όσο χρόνο λαμβάνουν ενιαία ενίσχυση. Οι εκτάσεις αυτές εξακολουθούν να φέρουν τον χαρακτηρισμό «ΔΑ» ή «ΧΑ» στο δασικό χάρτη, ο οποίος δεν μεταβάλλεται.
  12. Για την αποτύπωση των εκτάσεων αυτών, ο Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων, Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.) αποστέλλει στη Γενική Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στον φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο», το γεωχωρικό περίγραμμα του συνόλου των εκτάσεων που έχουν δηλωθεί με Ενιαία Αίτηση Ενίσχυσης στο Ο.Σ.Δ.Ε.. Τα περιγράμματα αυτά προσαρμόζονται στα χαρτογραφικά υπόβαθρα των δασικών χαρτών και οι εκτάσεις που τελούν σε καθεστώς ενίσχυσης επισημαίνονται, καταχωριζόμενης της σχετικής πληροφορίας με την αντίστοιχη ένδειξη της νόμιμης αλλαγής χρήσης. Τα στοιχεία του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. επικαιροποιούνται ανά τρία (3) έτη. Το ειδικό αρχείο που δημιουργείται από τα παραπάνω στοιχεία του δασικού χάρτη και του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε., ενημερώνεται και τηρείται από το Τμήμα Δασικών Χαρτογραφήσεων της οικείας Διεύθυνσης Δασών.

Στις εκτάσεις αυτές, για όσο χρόνο τελούν υπό καθεστώς ενίσχυσης, δεν επιβάλλονται διοικητικά μέτρα και κυρώσεις κατ’ εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας, ενώ η εκτέλεση σχετικών διοικητικών πράξεων που έχουν εκδοθεί αναστέλλεται.

Έως την οριστικοποίηση των πρώτων εγγραφών του άρθρου 7 του ν. 2664/1998 (Α΄ 275) το ιδιοκτησιακό καθεστώς έναντι του ελληνικού δημοσίου των ανωτέρω εκτάσεων δεν εξετάζεται, προκειμένης της υπαγωγής σε καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης.

Για την εφαρμογή των ανωτέρω, ο φορέας «Ελληνικό Κτηματολόγιο» αποστέλλει, τόσο στον Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε., όσο και στο Τμήμα Δασικών Χαρτογραφήσεων των Διευθύνσεων Δασών, καθώς και στη Γενική Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε ετήσια βάση, γεωχωρικό και περιγραφικό αρχείο, για τις εγγραφές με δικαιούχο κυριότητας το Ελληνικό Δημόσιο, των περιοχών, στις οποίες οριστικοποιούνται οι πρώτες εγγραφές.».

 

Άρθρο 105

Διατήρηση του ενιαίου χαρακτήρα ευρύτερων εκτάσεων, επί των οποίων υλοποιούνται τουριστικές επενδύσεις μεγάλης κλίμακας – σύνθετα τουριστικά καταλύματα, και εγκατάσταση Οργανωμένων Τουριστικών Κατασκηνώσεων (campings) – Τροποποίηση άρθρου 49 ν. 998/1979

  1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 998/1979 (Α’ 289), περί επιτρεπτών επεμβάσεων της δασικής νομοθεσίας, προστίθενται δύο εδάφια, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Επιτρέπεται η επέμβαση σε δημόσια δάση, δημόσιες δασικές εκτάσεις και δημόσιες εκτάσεις των περ. α` και β` της παρ. 5 του άρθρου 3 για τη δημιουργία χιονοδρομικών κέντρων, εγκαταστάσεων αξιοποίησης ιαματικών πηγών – υδροθεραπευτηρίων, κέντρων θαλασσοθεραπείας, εγκαταστάσεων ιατρικού τουρισμού και ξενοδοχειακών καταλυμάτων κατηγορίας 4 ή 5 αστέρων, καθώς και η διάνοιξη και δημιουργία διόδων διαδρομών τρυπιδοσφαίρισης (γκολφ). Στις ανωτέρω εκτάσεις επιτρέπεται η εγκατάσταση μηχανισμών με συρματόσχοινα (σχοινοσιδηρόδρομοι, καλωδιοκίνητοι εναέριοι θάλαμοι και τηλεσκί) που έχουν σκοπό την εξυπηρέτηση των εγκαταστάσεων της παρούσας, ή λειτουργούν αυτοτελώς, ως ανεξάρτητες εγκαταστάσεις, με την προϋπόθεση ότι δεν επέρχεται αισθητική αλλοίωση του τοπίου. Τα ξενοδοχειακά καταλύματα 5 αστέρων, οι εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής και οι εγκαταστάσεις ειδικού τουρισμού του πρώτου εδαφίου, για τα  οποία εγκρίνεται επέμβαση στις εκτάσεις της παρούσας, μπορούν να αποτελούν τμήμα σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων, των οποίων οι τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες αναπτύσσονται, είτε επί εκτάσεων που δεν υπάγονται στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, είτε επί ιδιωτικών δασών και ιδιωτικών δασικών εκτάσεων. Στην ανωτέρω περίπτωση, για τη δημιουργία του σύνθετου τουριστικού καταλύματος εφαρμόζεται το πέμπτο εδάφιο της παρ. 4 του παρόντος, με την επιφύλαξη της παρ. 5 αυτού.».

  1. Η παρ. 5 του άρθρου 49 του ν. 998/1979, περί εγκαταστάσεων τουριστικού χαρακτήρα, αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Στα γήπεδα εκμετάλλευσης των οργανωμένων υποδοχέων τουριστικών δραστηριοτήτων του άρθρου 1 του ν. 4179/2013 (Α΄ 175), καθώς και ξενοδοχείων 4 και 5 αστέρων της υποπερ. αα), σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων της υποπερ. δδ), μικτών τουριστικών καταλυμάτων της υποπερ. ζζ), της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014 (Α΄ 155) και εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής της παρ. 3 του άρθρου 1 του ως άνω νόμου, επιτρέπεται να περιλαμβάνονται δάση και δασικές εκτάσεις, δημόσιες εκτάσεις των περ. α) και β) της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος, υπό τον όρο διατήρησης του χαρακτήρα τους. Οι ανωτέρω εκτάσεις δεν διακόπτουν το ενιαίο της έκτασης και προσμετρώνται στην επιφάνεια του γηπέδου ως προς την αρτιότητά του, εφόσον συμπεριλαμβάνονται στη συνολικά δεσμευόμενη για την υλοποίηση της επένδυσης δασικού χαρακτήρα έκταση και συνυπολογίζονται στην αξιοποιήσιμη έκταση αυτού, κατά το μέτρο που έχει εγκριθεί επέμβαση σε αυτές, και μόνο, σύμφωνα με τους όρους των παρ. 1 έως 4 του παρόντος. Η συνολική έκταση που δεσμεύεται για την υλοποίηση της επένδυσης είναι μεγαλύτερη των πενήντα (50) στρεμμάτων. Στα γήπεδα αυτά που πολεοδομούνται, οι εκτάσεις των ανωτέρω κατηγοριών προσμετρώνται στην επιφάνεια του γηπέδου, αλλά παραμένουν εκτός σχεδίου.».

  1. Στο τέλος του άρθρου 49 του ν. 998/1979 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

«7. Οργανωμένες Τουριστικές Κατασκηνώσεις («campings») της υποπερ. ββ) της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014 (Α’ 155), επιτρέπονται σε δάση, δασικές εκτάσεις και δημόσιες εκτάσεις των περ. α) και β) της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος, υπό τις απαγορεύσεις της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, κατόπιν εκδόσεως αποφάσεως της παρ. 2 του άρθρου 45 του παρόντος, υπό την επιφύλαξη των παρ. 4 και 8 του ίδιου άρθρου.».

 

Άρθρο 106

Εγκρίσεις επεμβάσεως για το Ελληνικό Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας και για σταθμούς αποθήκευσης – Προσθήκη παρ. 2α και τροποποίηση περ. α παρ. 3 του άρθρου 53 ν. 998/1979  άρθρου 53 ν. 998/1979

  1. Στο άρθρο 53 του ν. 998/1979 (Α’ 289), περί εκτέλεσης έργων υποδομής, προστίθεται παρ. 2α ως εξής:

«2α. Της υποχρέωσης εκδόσεως απόφασης έγκρισης επέμβασης για τις εγκαταστάσεις των λοιπών έργων υποδομής της παρ. 2, εξαιρείται η μετατόπιση και εν γένει τα έργα παραλλαγής ήδη υφιστάμενων δικτύων, στοιχείων και υποδομών του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ), τα οποία αποσκοπούν στην ηλεκτροδότηση εγκαταστάσεων χρηστών του ΕΔΔΗΕ. Στις περιπτώσεις αυτές, ο Διαχειριστής του ΕΔΔΗΕ υπέχει μόνο υποχρέωση ενημέρωσης της οικείας δασικής αρχής ως προς το χρονοδιάγραμμα των εργασιών και την ακριβή όδευση του δικτύου, των στοιχείων και υποδομών του ΕΔΔΗΕ, που διέρχονται επί των εκτάσεων της παρ. 2, αποκατάστασης του διαταραχθέντος δασικού χώρου, κατόπιν αρμοδίως εγκεκριμένης φυτοτεχνικής μελέτης, και της δάσωσης ή αναδάσωσης της παρ. 8 του άρθρου 45.

Στις περιπτώσεις έργων Δικτύων Διανομής του ΕΔΔΗΕ η επικείμενη ή σχεδιαζόμενη εκτέλεσή τους και η αναγκαία γι’ αυτήν επέμβαση, επί ιδιωτικών εκτάσεων δασικού χαρακτήρα, γνωστοποιούνται επ’ αποδείξει στον ιδιοκτήτη, όπως τα στοιχεία αυτού προκύπτουν από τα τηρούμενα στη δασική αρχή δεδομένα, το οικείο τηρούμενο σύστημα δημοσιότητας εμπραγμάτων δικαιωμάτων, άλλως με κάθε πρόσφορο μέσο.

Ο ιδιοκτήτης ιδιωτικού χαρακτήρα έκτασης που διέπεται από τη δασική νομοθεσία, επιτρέπει ιδίως την επισκευή, συντήρηση, μετατόπιση, κατασκευή και διέλευση του συνόλου των δικτύων στοιχείων και υποδομών του ΕΔΔΗΕ, που βρίσκονται ή πρόκειται να ευρεθούν μετά την κατασκευή τους, εντός της εκτάσεώς του, μη απαιτούμενης της συναίνεσής του. Σε περίπτωση βλάβης της ιδιοκτησίας του καταβάλλεται αποζημίωση, εφαρμοζομένων των διατάξεων περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως.».

  1. Στο πρώτο εδάφιο της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 53 του ν. 998/1979 διευρύνονται οι σταθμοί για τους οποίους απαιτείται έγκριση επέμβασης της δασικής Αρχής, και η περ. α διαμορφώνεται ως εξής:

«α. Για την εγκατάσταση δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, για την κατασκευή υποσταθμών και κάθε, εν γένει, τεχνικού έργου που αφορά στην υποδομή και εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) ή μονάδες Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας (Σ.Η.Θ.) με χρήση Α.Π.Ε. ή σταθμών αποθήκευσης ή σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε με σταθμό αποθήκευσης, περιλαμβανομένων των υποσταθμών και λοιπών έργων σύνδεσης με το Σύστημα ή το Δίκτυο, των συνοδών έργων και κάθε εν γένει τεχνικού έργου που αφορά στην υποδομή και εγκατάσταση των ανωτέρω σταθμών, καθώς και των αγωγών προσαγωγής νερού των εργοστασίων εμφιάλωσης νερού, των δικτύων μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων, των αγωγών ύδρευσης αποχέτευσης και των συνοδών τους έργων, των συστημάτων διαχείρισης στερεών ή υγρών αποβλήτων και στις νησιωτικές περιοχές συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης και Εύβοιας, των σταθμών Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων και των συνοδών τους έργων, όπως και των δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων υποβιβασμού και ανύψωσης τάσης, μέσα σε δάση, δασικές εκτάσεις, αναδασωτέες και σε δημόσιες εκτάσεις των περ. α’ και β’ της παρ. 5 του άρθρου 3, απαιτείται έγκριση επέμβασης, με την επιφύλαξη της παρ. 4 του άρθρου 45. Τα ανωτέρω δίκτυα, κατά το δυνατόν, συνδυάζονται με το υφιστάμενο ή υπό εκτέλεση δίκτυο δασικών οδών ή με άλλα τεχνικά έργα. Ειδικά για την εγκατάσταση στις ανωτέρω εκτάσεις υπόγειων δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας δεν απαιτείται η ανωτέρω έγκριση, παρά μόνο ενημέρωση της οικείας δασικής αρχής ως προς το χρονοδιάγραμμα των εργασιών και την ακριβή όδευση του υπογείου δικτύου μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας εντός δάσους ή δασικής έκτασης. Η ανωτέρω επέμβαση εξαιρείται από την υποχρέωση αναδάσωσης ή δάσωσης και καταβολής ανταλλάγματος χρήσης της παρ. 8 του άρθρου 45. Ο δικαιούχος της επέμβασης υποχρεούται πριν από την έναρξη των εργασιών εγκατάστασης του δικτύου να υποβάλλει προς έγκριση στην οικεία δασική αρχή μελέτη αποκατάστασης της δασικής βλάστησης. Κατά τη διάρκεια της εν λόγω επέμβασης λαμβάνονται από τον δικαιούχο όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας της γειτνιάζουσας δασικής βλάστησης τόσο από τον κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς όσο και από πιθανή μετάδοση παθογόνων οργανισμών. Τα έργα αποκατάστασης εκτελούνται μετά το πέρας της εγκατάστασης του δικτύου. Προκείμενης της υπόγειας διέλευσης του δικτύου μεταφοράς και διανομής διαμέσου ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων συστήνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και έναντι ανταλλάγματος, που υπολογίζεται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6, δουλεία διέλευσης σε βάρος των ιδιωτικών δασικών ακινήτων όπου πραγματοποιούνται τα ανωτέρω έργα ή κηρύσσεται αναγκαστική απαλλοτρίωση για την αναγκαστική σύσταση δουλείας διέλευσης σε αυτά.».

 

Άρθρο 107

Παράταση προθεσμίας περατώσεως διαδικασίας για επιτρεπτή επέμβαση σε δάσος

Η περαίωση, κατά περίπτωση, της διαδικασίας ένταξης στο πλαίσιο των επιτρεπτών επεμβάσεων σε δασικού χαρακτήρα εκτάσεις, των παρ. 7 και 10 του άρθρου 52 του ν. 4280/2014 (Α’ 159), παρατείνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2023. Η ανωτέρω προθεσμία καταλαμβάνει και την παρ. 4 του άρθρου 58 ν. 998/1979, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.

 

 

Άρθρο 108

Νομιμοποίηση δαπανών για την αποκατάσταση φυσικής καταστροφής στη Βόρεια Εύβοια

Κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, εκκαθαρίζονται, πληρώνονται και δεν αναζητούνται οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν το έτος 2021 από το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου «ΠΡΑΣΙΝΟ ΤΑΜΕΙΟ» σε βάρος του προϋπολογισμού του, προς Δασικούς Συνεταιρισμούς Εργασίας, Αναγκαστικούς Δασικούς Συνεταιρισμούς και Κέντρα Περίθαλψης Ειδών Άγριας Πανίδας, για την έκτακτη οικονομική ενίσχυση των πυρόπληκτων περιοχών της Βόρειας Εύβοιας, δυνάμει των υπ’ αρ. πρ. 6053/6.9.2021 (ΑΔΑ: ΩΑΤΞ46Ψ844-ΙΤΩ), 6101/7.9.2021 (ΑΔΑ: ΩΤΧΣ46Ψ844-3Κ1), 6100/7.9.9.2021 (ΑΔΑ: Ω8ΥΗ46Ψ844-ΥΨΘ), 6151/9.9.2021 (ΑΔΑ: Ψ29346Ψ844-96Λ), 6648/29.9.2021 (ΑΔΑ: 93ΚΨ46Ψ844-3Λ0), 8797/2.12.2021 (ΑΔΑ: ΨΑ5946Ψ844-3Ο7) και 9478/21.12.2021 (ΑΔΑ: ΨΠ7546Ψ844-ΜΕΠ) αποφάσεων έγκρισης δαπάνης.

 

Άρθρο 109

Επιχορήγηση Δασικών Συνεταιρισμών

Δασικοί Συνεταιρισμοί Εργασίας, εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Δασικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Δασεργατών κατ’ εφαρμογή του ν. 4423/2016 (Α’ 182), καθώς και Αναγκαστικοί Δασικοί Συνεταιρισμοί, μέλη των οποίων συμμετέχουν ενεργά και συμβάλλουν στην αντιμετώπιση και κατάσβεση δασικών πυρκαγιών ή στην υλοποίηση επειγόντων αναγκαίων προστατευτικών αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων σε καείσες δασικού χαρακτήρα εκτάσεις, σε περιοχές που έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας, δύνανται να επιχορηγούνται από πιστώσεις των σχετικών προγραμμάτων του «ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ», σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3889/2010 (Α’ 182), μετά από σχετική εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

 

Άρθρο 110

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:

α) η παρ. 4 του άρθρου 60 ν.δ. 86/1969 (Α’ 7), περί άδειας κατάτμησης,

β) το άρθρο 47Β του ν. 998/1979 (Α΄289), περί δασικών εκτάσεων που εκχερσώθηκαν για γεωργική εκμετάλλευση,

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:28 | φωτιος

    Η λειτουργία των σταθμών αποθήκευσης βασίζεται κατά κύριο λόγο στη χρήση συσσωρευτών (μπαταριών) και μάλιστα στην εγκατάσταση, για κάθε έργο, ενός μεγάλου αριθμού μπαταριών ιόντων λιθίου. Όπως προκύπτει από τη σχετική βιβλιογραφία: α. Οι μπαταρίες ιόντων λιθίου είναι γενικά ευαίσθητες, έχουν μεγάλη συγκέντρωση ισχύος σε μικρό όγκο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα φωτιάς και δημιουργεί κινδύνους από την εναπομείνασα ενέργεια (stranded energy), τη διαφυγή τοξικών αερίων και αυξημένη ισχύ της φωτιάς. Επίσης, σε αντίθεση με πιο συμβατικούς τύπους συσσωρευτών, είναι ευάλωτες σε «θερμική φυγή» (thermal runaway), η οποία μπορεί να ξεκινήσει από έναν συσσωρευτή, με ορισμένες ελαττωματικές κυψέλες (cells), από μηχανικές αστοχίες και προσκρούσεις ή από υπέρταση και να οδηγήσει σε υψηλές θερμοκρασίες, έκλυση αερίων και πιθανή εκρηκτική διάσπαση της κυψέλης, με αποτέλεσμα φωτιά ή/και έκρηξη. Εάν δεν γίνει άμεση αποσύνδεση, η θερμική φυγή μπορεί να επεκταθεί από μια κυψέλη στις γειτονικές της, διασπείροντας τη φωτιά. β. Οι πυρκαγιές συσσωρευτών παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες, ως προς τη συμπεριφορά τους κατά την καύση και την κατάσβεση. Δεν υπάρχει εκτεταμένη εμπειρία στους τρόπους κατάσβεσης των πυρκαγιών. Έχει καταγραφεί η ανάγκη στη διεθνή βιβλιογραφία να εμπλουτιστούν τα πειραματικά δεδομένα με αύξηση της έρευνας στον τομέα αυτό. Οι φωτιές σε συσσωρευτές είναι συχνά έντονες και δύσκολο να τεθούν υπό έλεγχο. Μπορεί να χρειαστούν μέρες ή και βδομάδες για να κατασβεστούν, και μπορεί να φαίνονται πλήρως σβησμένες ενώ δεν είναι. Επομένως, μπορεί να επαναφλεγούν μέρες ή ακόμη και βδομάδες, αφότου θεωρήθηκε ότι έχουν σβήσει, και αυτό αποτελεί ένα από τα πιο ανησυχητικά χαρακτηριστικά τους.
    Συνεπώς, καθίσταται προφανές ότι, η εγκατάσταση και λειτουργία εντός δασών ενός μεγάλου αριθμού συσσωρευτών, με εύφλεκτα χημικά, καθώς και η έλλειψη επίκαιρου, κανονιστικού πλαισίου, καθορισμού συγκεκριμένων προτύπων πυροπροστασίας και διαχείρισης των εν λόγω υλικών, μετά το πέρας λειτουργίας τους, καθιστά τη χωροθέτηση αυτών εντός δασών και δασικών εκτάσεων άκρως προβληματική και επικίνδυνη.ΣΟΒΑΡΕΥΤΕΙΤΕ ΚΥΡΙΟΙ ..ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΕΙΤΕ και κανεναν επιστημονα οχι οτι αρπαξουμε μονο !!!

  • Άρθρο 68

    Αναφέρεται ότι τροποποιείται ο Ν 1650/1986 αλλά στην ουσία τροποποιεί τον Ν 4964/1922 ο οποίος τροποποιούσε τον 1650/1986. Δεν είναι αντιληπτός ο λόγος επανάληψης και δημιουργεί ερωτήματα ερμηνείας. Επίσης δεν γίνεται καμία αναφορά στις χρήσεις γης. Αυτό επίσης εγείρει ερωματηματικά σε σχέση με τη σαφήνεια του νόμου

    Άρθρο 69

    Στις Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες (ΕΠΜ) δεν συγκεκριμενοποιείται η μέθοδος με την οποία πρέπει να εκπονηθούν, τα κριτήρια με τα οποία πρέπει να λειτουργούν, ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες ή μελλοντικές ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Επίσης οι ΕΠΜ δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένες μελέτες (εάν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν και πρέπει να γίνουν) ως προς τα προστατευόμενα είδη. Γίνεται προσπάθεια με τις Ειδικές Οικολογικές Εκτιμήσεις να καλυφθούν αποσπασματικά τα κενά αυτά στις μελέτες. Αυτό είναι λάθος γιατί πρέπει να ξεκινήσει από τη μελέτη του προστατευόμενου είδους.
    Υπάρχει αοριστία ως προς αυτό

    Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται ότι όσες δραστηριότητες έχουν ΑΕΠΟ και ΕΟΑ συνεχίζουν να λειτουργούν. Δεν διευκρινίζεται πώς αυτές οι δραστηριότητες μπορούν να τροποποιήσουν την ΑΕΠΟ τους ή πώς αυτή η δραστηριότητα θα συνεχίσει μετά τη λήψη της ΑΕΠΟ.

    Επίσης δεν προβλέπεται τί γίνεται εάν εντοπιστεί εντός προστατευόμενων περιοχών κοίτασμα ή δραστηριότητα οικονομικής σημασίας (πχ κρίσιμες πρώτες ύλες ή κρίσιμης σημασίας μεταλλεύματα)

    Άρθρο 71

    Παρόλο που τα προβλεπόμενα πρόστιμα στο άρθρο 71 προβλέπονται και στο Ν 4964/2022, θεωρούμε ότι είναι υπερβολικά. Πιστεύουμε ότι πρέπει να προσδιοριστούν μετά από διάλογο με τους ενδιαφερόμενους φορείς αξιοποίησης των ορυκτών πόρων .

  • Καθότι υπάρχει ελάχιστος χρόνος για την κατάθεση προτάσεων, τo νομοσχέδιο επιχειρεί να δώσει λύσεις για τις παραβάσεις θήρας που χαρακτηρίζονταν ως πταίσματα και υπήρχε μεγάλη δυσχέρεια στην επιβολή του Νόμου στις αντίστοιχες διαπιστωμένες παραβάσεις. Με την προτεινόμενη ρύθμιση τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας πταίσματα μετατρέπονται σε παραβάσεις που επισύρουν διοικητικές κυρώσεις κι επίσης επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα και στις λοιπές παραβάσεις πλημμεληματικού χαρακτήρα.
    Οφείλουμε ως Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας Θράκης να επισημάνουμε όμως τα εξής:

    Άρθρο 69
    Το άρθρο 69 τροποποιεί το άρθρο 21 Ν. 1650/1986. Στην παράγραφο 7 του Ν. 1650/1986 ορθά επανέρχεται η ρητή απαγόρευση θήρας εντός καταφυγίων άγριας ζωής, στο άρθρο 28 παρ. 8 του ίδιου νόμου παραμένουν οι ποινικές κυρώσεις για τους παραβάτες των άρθρων 18 έως 21, πλην όμως στο άρθρο 30 Ν.1650/1986 το οποίο περιλαμβάνει τις διοικητικές κυρώσεις, πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη για επιβολή διοικητικού προστίμου και για τη θήρα εντός καταφυγίου άγριας ζωής, όπως ισχύει και για τις λοιπές παραβάσεις των περί θήρας διατάξεων στο ν.δ. 86/1969.
    Για το άρθρο 77 (συμφωνούμε με τα σχόλια και τις προτάσεις τροποποίησης όπως έχει καταθέσει στη διαβούλευση η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδας)
    Για το άρθρο 94 (συμφωνούμε με τα σχόλια και τις προτάσεις τροποποίησης. όπως έχει καταθέσει στη διαβούλευση η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδας)

    Άρθρο 95
    Καθόσον η έναρξη της εφαρμογής του νέου νόμου είναι άμεσα μετά τη δημοσίευση σε ΦΕΚ δεν έχει καθοριστεί επακριβώς ο τρόπος επιβολής των διοικητικών προστίμων από τους θηροφύλακες των κυνηγετικών οργανώσεων, ούτε ο τρόπος για τον προσδιορισμό τόσο του ποσού του προστίμου (όταν υπάρχει ποσοτική διαβάθμιση προστίμου), όσο και του χρόνου αφαιρεσης της άδειας (όπου υπάρχει χρονική διαβάθμιση), όπως λ.χ. συμβαίνει στο άρθρο 287 παρ.16 ν.δ. 86/1969.
    Άρθρο 96
    Στο άρθρο 96 η φραστική διατύπωσή του τίτλου είναι προβληματική, δεν συμβαδίζει με τον τίτλο του άρθρου στο οποίο προστίθεται, δηλαδή το άρθρο 287 ν.δ. 86/1969 «Ποινές κατά των παραβατών των διατάξεων περί θήρας», αλλά αναμένεται με την έκδοση του αναφερόμενου Π.Δ. να γίνουν οι κατάλληλες διευκρινίσεις.
    Επισημαίνουμε ξανά τον ελάχιστο χρόνο που δόθηκε για τη διαβούλευση.

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:19 | Φιλόζωοι Εθελοντές Εκάλης

    ⭕️Άρθρο 77

    «Προστατευόμενα είδη της άγριας πανίδας» πρέπει να είναι ΟΛΑ τα είδη εκτός των θηρεύσιμων ειδών, όχι μόνο όσα περιέχονται στις λίστες στο προτεινόμενο άρθρο 29.

    Εφόσον δεν επιτρέπεται η θήρευση ενός ζώου και αυτό το θηρεύσουν, θα πρέπει να ισχύουν οι ποινικές κυρώσεις του άρθρου 34 του Ν.4830/2021, συμπεριλαμβανομένων των ζώων που αναφέρονται στο άρθρο 94, παρ. 14.

    Ακόμα όμως και στα θηρεύσιμα είδη, εάν θηρεύτηκαν με τρόπο, ή σε χρόνο, ή σε χώρο κατά παράβαση των διατάξεων περί θήρας, θα πρέπει να ισχύουν οι ποινικές κυρώσεις του άρθρου 34 του Ν.4830/2021.

    ⭕️Άρθρο 94

    Είναι τόσο χαμηλά τα πρόστιμα και οι ποινές που προβλέπει το άρθρο για τους κυνηγούς με ή χωρίς άδεια θήρας για παράβαση των διατάξεων περί θήρας, που μόνο αποτρεπτικά δεν θα λειτουργήσουν, δεδομένου ότι η φύλαξη των δασών γίνεται από λιγοστούς ανθρώπους. Ακόμα και να τους πιάσει κάποιος να παρανομούν, ουσιαστικά δεν έχουν επιπτώσεις!

    Προτείνουμε:
    1. Σημαντική αύξηση όλων των διοικητικών προστίμων και των ποινών φυλάκισης.
    2. Αφαίρεση της άδειας θήρας για ΚΑΘΕ παράβαση που αναφέρεται στο άρθρο 94, καθώς και να μην επιτρέπεται έκδοση νέας άδειας για τουλάχιστον δύο έτη.

    ⭕️Άρθρο 95

    Πρέπει να προστεθούν η αστυνομία και το λιμενικό σώμα στα αρμόδια όργανα για την βεβαίωση των
    παραβάσεων κατά την εφαρμογή του άρθρου 287. Οχι μόνο οι δασικοί υπάλληλοι και φύλακες θήρας των κυνηγετικών οργανώσεων όπως προβλέπεται τώρα, οι οποίοι αριθμητικά δεν επαρκούν.
    Διότι οι παραβάσεις δεν γίνονται μόνο στα δάση πάνω στα βουνά, γίνονται και σε αστικούς δήμους και νησιά. Στον Δήμο Διονύσου έχουν πυροβολήσει κατά σχεδόν εξημερωμένων αγριόχοιρων, σε πλατεία μέσα στην Δροσιά και στο Κρυονέρι δίπλα σε σπίτια, ενώ στην Πολιτεία του Δήμου Κηφισιάς είχε πιαστεί αδέσποτος σκύλος σε αυξομειούμενη θηλιά/παγίδα!

    ⭕️ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΘΗΡΑΣ

    Στα κέντρα περίθαλψης άγριας ζωής φθάνουν κάθε χρόνο πλήθος πυροβολημένων μη θηρεύσιμων πτηνών και ζώων, ενώ άγνωστος είναι ο αριθμός όσων σκοτώθηκαν, ή τραυματίστηκαν, διέφυγαν και πέθαναν αργότερα, ή βρέθηκαν τραυματισμένα και αφέθηκαν να πεθάνουν.

    Που σημαίνει απλά ότι πολλοί κυνηγοί είτε:
    1). Δεν βλέπουν καλά
    2). Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τα πτηνά και τα ζώα από απόσταση
    3). Δεν έχουν σκοπευτικές ικανότητες
    4). Δεν τους ενδιαφέρει τι πυροβολούν, αρκεί να πετύχουν κάτι

    Είναι πολλές οι περιπτώσεις δε που κυνηγοί έχουν τραυματίσει ή σκοτώσει άλλους κυνηγούς, γιατί τους πέρασαν για θηράματα.

    Η άδεια θήρας δίνεται με μοναδική εξέταση την συμπλήρωση ενός από 10 φύλλα, με 20 ερωτήσεις πολλαπλών απαντήσεων, που περιέχουν και ερωτήσεις του τύπου τι είναι η αρκούδα. Δεν είναι επαρκής κατά την άποψη μας αυτή η εξέταση για την έκδοση άδειας θήρας.

    Θα πρέπει να υπάρξει αυστηροποίηση των προϋποθέσεων για την έκδοση άδειας θήρας με σκοπευτικές εξετάσεις, εξέταση ορθής χρήσης όπλου, εξέταση αναγνώρισης πτηνών από απόσταση σε ελεγχόμενο περιβάλλον, οφθαλμολογική και ψυχιατρική εξέταση ανά δύο έτη και πάνω από την ηλικία των 70, ετησίως. Διότι ένας κυνηγός που έχει αναπτύξει ψυχιατρικά προβλήματα, ή Πάρκινσον ή αρχές άνοιας δεν είναι δυνατόν να έχει την δυνατότητα να εκδώσει ηλεκτρονικά άδεια θήρας.

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:58 | ΗΛΙΑΣ ΚΑΚΙΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΕΣΜΥΕ

    Άρθρο 106

    Πρέπει στο εδάφιο 2 να προστεθεί και το λεκτικό που διατυπώνω με ΚΕΦΑΛΑΙΑ:

    ««α. ………. και εγκατάσταση των ανωτέρω σταθμών, ΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΣΑΓΩΓΗΣ ΝΕΡΟΥ ΤΩΝ ΜΥΗΕ, ΤΩΝ ΥΔΡΟΛΗΨΙΩΝ, ΤΩΝ ΕΞΑΜΜΩΤΩΝ ΚΑΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΩΝ ΜΥΗΕ, καθώς και των αγωγών προσαγωγής νερού των εργοστασίων εμφιάλωσης νερού, ……..»,

    ώστε ρητά να περιλαμβάνονται και οι διατάξεις που αφορούν σε ΜΥΗΕ, διότι άλλως, μη ρητώς περιγραφομένων των ως άνω διατάξεων, οι υπηρεσίες θα δημιουργούν συνεχώς προσκόμματά στην κατασκευή τους.

    Άρθρο 107

    Η διατύπωση του άρθρου είναι εξαιρετικά ασαφής, με παραπομπές σε προγενέστερη νομοθεσία που δημιουργεί ερωτηματικά και προβλήματα σε όσους θέλουν να το εφαρμόσουν. Δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που προσπαθεί να ΄λύσει. Θα πρέπει να αναδιατυπωθεί το άρθρο πλήρως, προς αποφυγή παρερμηνειών από τις υπηρεσίες και από τους επενδυτές.

    ΗΛΙΑΣ ΚΑΚΙΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΕΣΜΥΕ

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:46 | ΑΜΚΕ ΞΕΝΟΦΩΝ

    ΑΜΚΕ ΞΕΝΟΦΩΝ – ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

    Παρατήρηση : Εξαιρετικά βραχύς χρόνος (συνολικά 5 ημέρες εν μέσω αργιών) για δημόσια διαβούλευση , ένα πλαίσιο το οποίο δεν είναι ούτε νομικά ούτε ουσιαστικά επαρκές .
    Προτάσεις – Προσθήκες
    Άρθρο 77
    Προσθήκη παραγράφου ε)
    ε) Εξαιρούνται της ποινική ς προστασίας , των κυρώσεων και των διοικητικών προστίμων όλα τα είδη της άγριας πανίδας που αναφέρονται ως θηρεύσιμα στην εκάστοτε ετήσια ρυθμιστική υπουργική απόφαση θήρας.
    Άρθρο 94
    Προσθήκη παραγράφου 22
    22. Σε όποιον παρακωλύει ή κωλυσιεργεί τη διενέργεια νόμιμης θήρας επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ. Ο υπαίτιος των ανωτέρω πράξεων τιμωρείται επίσης με φυλάκιση έως ένα (1) έτος.

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:33 | ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΘΗΡΟΦΥΛΑΚΩΝ ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ

    ΣΧΟΛΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΘΗΡΟΦΥΛΑΚΩΝ ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ»

    Το Σωματείο Θηροφυλάκων Κυνηγετικών Οργανώσεων λόγω του εξαιρετικά σοβαρού περιεχομένου των ρυθμίσεων του σχεδίου νόμου θεωρεί ότι το χρονικό διάστημα διαβούλευσης είναι ανεπαρκές και πρακτικά ακυρώνει τη σημασία της διαβούλευσης.
    Παρόλα αυτά εξαιτίας των πολύ σημαντικών ρυθμίσεων που εισαγάγει οι οποίες για την οργάνωση της Θήρας της χώρας μας αλλά και της αντιμετώπισης των παραβατών, κάτι που γίνεται σχεδόν πρώτη φορά από την δημοσίευση του τελευταίου Δασικού Κώδικα Ν.Δ. 86/1969, το Σωματείο μας αισθάνθηκε την ανάγκη να καταθέσει ορισμένες παρατηρήσεις υπογραμμίζοντας ότι αυτές προέκυψαν από τη σύντομη ανάγνωση του σχεδίου νόμου και δεν μπορούν να θεωρηθούν ως πλήρη και ολοκληρωμένη τοποθέτηση.
    Αρχικά δηλώνουμε ότι με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν αντιμετωπίζονται τα σοβαρά οργανωτικά – λειτουργιά και εργασιακά προβλήματα των φυλάκων θήρας (θηροφυλάκων) τα οποία γνωρίζει ο αρμόδιος υφυπουργός όπως:
    • Το ουσιαστικά και κρίσιμο ζήτημα του τρόπου απόλυσης τους, εξαιτίας του δεδικασμένου που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια και έχει σαν αποτέλεσμα σε αντίθεση με το θεσμικό καθεστώς που ίσχυε από την ίδρυση του θεσμού των φυλάκων θήρας, να αντιμετωπίζονται πλέον ως απλοί εργαζόμενοι του κοινού εργατικού δικαίου και να μπορούν να απολύονται με απλή απόφαση των δ.σ. των κυνηγετικών οργανώσεων χωρίς βάσιμο λόγο και αναιτιολόγητα με μόνη υποχρέωση την καταβολή αποζημίωσης και χωρίς να μεσολαβεί κανένας έλεγχος από τη Δημόσια Διοίκηση. Όσο παραμένει αρρύθμιστη αυτή η εκκρεμότητα δε θα διασφαλίζεται η αντικειμενική και ανηπηρέαστη κρίση και άσκηση των καθηκόντων τους.
    • Το ζήτημα της οικονομικής βιωσιμότητας της Θηροφυλακής για την οποία θεωρούμε πως είναι πολύ σημαντικό η επαναφορά του ξεχωριστού Ταμείου όπως είχε βασιστεί αρχικά η δημιουργία της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής το 1999 – 2000.
    • Να διευθετηθεί το ζήτημα του αρμόδιου οργάνου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις μετά από γνωμοδότηση του Υπουργείου Απασχόλησης, ώστε να είναι δυνατή η κεντρική επίλυση πολλών προβλημάτων που υπάρχουν σήμερα όπως το θέμα της μισθολογικής ανισότητας.
    • Το θέμα της ρητής εξαίρεσης στο νόμο όπως έχει γίνει και για τους δασικούς υπαλλήλους και αφορά τη μεταχείρισή τους στα αδικήματα που διώκονται κατ΄ έγκληση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους (σχετική η παρ. 8 του άρθ. 51 του Ν. 4280/2014).

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΒΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΘΗΡΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ

    1. Παρατηρήσεις για το άρθρο 294 του σχεδίου νόμου:
    Να επανέλθει η ποινική δίωξη που προβλέπεται σήμερα στην παρ. 11 ε του άρθρου 287 ΤΟΥ Δασικού Κώδικα (Οι αρνούμενοι να υποστούν την κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 289 έρευνα).
    Εκτός της ανάγκης ιδιαίτερης πρόβλεψης για τους παραβάτες της συγκεκριμένης διάταξης του Δασικού Κώδικα, η απουσία της συγκεκριμένης πρόβλεψης δημιουργεί πρόβλημα και στην εφαρμογή της παρ. 11 του άρθρου 38 του Ν. 1845/1989.

    2. Παρατηρήσεις για το άρθρο 297 του σχεδίου νόμου:
    • Να προβλεφθεί η διαδικασία που θα ακολουθείται όταν για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν κατασχεθεί τα μέσα παράνομης θήρας στις περιπτώσεις παραβάσεων που δεν προβλέπονται ποινικές κυρώσεις και η οποία θεωρούμε πως πρέπει να ακολουθεί το σκεπτικό που περιγράφεται στο σχέδιο νόμου για την περίπτωση των μέσων παράνομης θήρας αδικημάτων που προβλέπονται ποινικές κυρώσεις.
    • Να υπάρξει ρητή πρόβλεψη ότι η απόφαση καθορισμού των περιορισμένων εκτάσεων εκγύμνασης κυνηγετικών σκύλων του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 255 του Δασικού Κώδικα (όπως ισχύει) έχει χαρακτήρα αστυνομικής περί θήρας διάταξης.

  • Στο άρθρο 64, αναφέρει <> αλλά δεν έχει ερμηνεία του τι σημαίνει αυτό. Ο όρος είναι ασαφής και θα πρέπει να διευκρινιστεί

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:35 | ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΑΒΡΙΛΙΩΤΗ

    Ειναι απαραδεκτο οι ποινες για παρανομη θηρα να ειναι τοσο χαμηλες. Ελεγχοι γινονται ελαχιστοι,καθως οι υπηρεσιες ειναι υποστελεχωμενες.Αν κι οι ποινες εινα χαμηλες.ουσιαστικα επιβραβευονται οι παραβατες. Το κυνηγι θα επρεπε ετσι κι αλλιως να περιοριστει δραστικα για να προστατευθει το περιβαλλον.Μ αυτες τς διαταξεις ενισχυεται η λαθροθηρια,οι ποινες θα επρεπε να ειναι υψηλοτατες,αν οχι εξοντωτικες. Οποιος βλαπτει το περιβαλλον,βλαπτει ολους μας.

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:00 | ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΘΗΡΟΦΥΛΑΚΩΝ ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ

    ΣΧΟΛΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΘΗΡΟΦΥΛΑΚΩΝ ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ»
    Το Σωματείο Θηροφυλάκων Κυνηγετικών Οργανώσεων λόγω του εξαιρετικά σοβαρού περιεχομένου των ρυθμίσεων του σχεδίου νόμου θεωρεί ότι το χρονικό διάστημα διαβούλευσης είναι ανεπαρκές και πρακτικά ακυρώνει τη σημασία της διαβούλευσης.
    Παρόλα αυτά εξαιτίας των πολύ σημαντικών ρυθμίσεων που εισαγάγει οι οποίες για την οργάνωση της Θήρας της χώρας μας αλλά και της αντιμετώπισης των παραβατών, κάτι που γίνεται σχεδόν πρώτη φορά από την δημοσίευση του τελευταίου Δασικού Κώδικα Ν.Δ. 86/1969, το Σωματείο μας αισθάνθηκε την ανάγκη να καταθέσει ορισμένες παρατηρήσεις υπογραμμίζοντας ότι αυτές προέκυψαν από τη σύντομη ανάγνωση του σχεδίου νόμου και δεν μπορούν να θεωρηθούν ως πλήρη και ολοκληρωμένη τοποθέτηση.
    Αρχικά δηλώνουμε ότι με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν αντιμετωπίζονται τα σοβαρά οργανωτικά – λειτουργιά και εργασιακά προβλήματα των φυλάκων θήρας (θηροφυλάκων) τα οποία γνωρίζει ο αρμόδιος υφυπουργός όπως:
    • Το ουσιαστικά και κρίσιμο ζήτημα του τρόπου απόλυσης τους, εξαιτίας του δεδικασμένου που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια και έχει σαν αποτέλεσμα σε αντίθεση με το θεσμικό καθεστώς που ίσχυε από την ίδρυση του θεσμού των φυλάκων θήρας, να αντιμετωπίζονται πλέον ως απλοί εργαζόμενοι του κοινού εργατικού δικαίου και να μπορούν να απολύονται με απλή απόφαση των δ.σ. των κυνηγετικών οργανώσεων χωρίς βάσιμο λόγο και αναιτιολόγητα με μόνη υποχρέωση την καταβολή αποζημίωσης και χωρίς να μεσολαβεί κανένας έλεγχος από τη Δημόσια Διοίκηση. Όσο παραμένει αρρύθμιστη αυτή η εκκρεμότητα δε θα διασφαλίζεται η αντικειμενική και ανηπηρέαστη κρίση και άσκηση των καθηκόντων τους.
    • Το ζήτημα της οικονομικής βιωσιμότητας της Θηροφυλακής για την οποία θεωρούμε πως είναι πολύ σημαντικό η επαναφορά του ξεχωριστού Ταμείου όπως είχε βασιστεί αρχικά η δημιουργία της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής το 1999 – 2000.
    • Να διευθετηθεί το ζήτημα του αρμόδιου οργάνου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις μετά από γνωμοδότηση του Υπουργείου Απασχόλησης, ώστε να είναι δυνατή η κεντρική επίλυση πολλών προβλημάτων που υπάρχουν σήμερα όπως το θέμα της μισθολογικής ανισότητας.
    • Το θέμα της ρητής εξαίρεσης στο νόμο όπως έχει γίνει και για τους δασικούς υπαλλήλους και αφορά τη μεταχείρισή τους στα αδικήματα που διώκονται κατ΄ έγκληση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους (σχετική η παρ. 8 του άρθ. 51 του Ν. 4280/2014).
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΒΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΘΗΡΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
    1. Παρατηρήσεις για το άρθρο 294 του σχεδίου νόμου:
    Να επανέλθει η ποινική δίωξη που προβλέπεται σήμερα στην παρ. 11 ε του άρθρου 287 ΤΟΥ Δασικού Κώδικα (Οι αρνούμενοι να υποστούν την κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 289 έρευνα).
    Εκτός της ανάγκης ιδιαίτερης πρόβλεψης για τους παραβάτες της συγκεκριμένης διάταξης του Δασικού Κώδικα, η απουσία της συγκεκριμένης πρόβλεψης δημιουργεί πρόβλημα και στην εφαρμογή της παρ. 11 του άρθρου 38 του Ν. 1845/1989.
    2. Παρατηρήσεις για το άρθρο 297 του σχεδίου νόμου:
    • Να προβλεφθεί η διαδικασία που θα ακολουθείται όταν για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν κατασχεθεί τα μέσα παράνομης θήρας στις περιπτώσεις παραβάσεων που δεν προβλέπονται ποινικές κυρώσεις και η οποία θεωρούμε πως πρέπει να ακολουθεί το σκεπτικό που περιγράφεται στο σχέδιο νόμου για την περίπτωση των μέσων παράνομης θήρας αδικημάτων που προβλέπονται ποινικές κυρώσεις.
    • Να υπάρξει ρητή πρόβλεψη ότι η απόφαση καθορισμού των περιορισμένων εκτάσεων εκγύμνασης κυνηγετικών σκύλων του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 255 του Δασικού Κώδικα (όπως ισχύει) έχει χαρακτήρα αστυνομικής περί θήρας διάταξης.

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:25 | ΚΕΡΑΜΙΤΖΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

    Άρθρο 106 παρ. 2
    Σταθμοί αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
    Η προσθήκη των σταθμών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας στις συγκεκριμένες διατάξεις και ουσιαστικά και τυπικά η «εξίσωση» αυτών με τα έργα ΑΠΕ, εφόσον πλέον δίνεται η δυνατότητα εγκατάστασης αυτών σε δάση, δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις, δημιουργεί ζητήματα τα οποία χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης.
    Κρίσιμα σημεία αποτελούν τα εξής:
    1. Για τη συγκεκριμένη κατηγορία έργων δεν έχουν μέχρι σήμερα θεσμοθετηθεί κριτήρια και προϋποθέσεις, σχετικά με την περιβαλλοντική χωροθέτηση και την αξιολόγηση των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον, τόσο ως έργων, όσο και από πλευράς διαχείρισης των υλικών που χρησιμοποιούν (μπαταρίες – συσσωρευτές), κατά τη λειτουργία τους και μετά το πέρας αυτής. Επίσης, τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν υπάρχει οποιοδήποτε Εθνικό ή Περιφερειακό Εγκεκριμένο Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Ανάπτυξης (Γενικό ή Ειδικό), στο οποίο να περιλαμβάνονται ως έργα οι σταθμοί αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και ως εκ τούτου, δεν έχουν θεσμοθετηθεί συγκεκριμένοι κανόνες, κριτήρια και ειδικότερες προϋποθέσεις χωροθέτησης αυτών, ανάλογα µε τη φυσιογνωμία, τη φέρουσα ικανότητα και το περιβάλλον των περιοχών εγκατάστασης, τόσο σε επίπεδο Χώρας, όσο και σε επίπεδο Περιφέρειας.
    Επισημαίνουμε ότι, έχει ήδη κριθεί πολλάκις νομολογιακά ότι, η ύπαρξη συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδιασμού, ο οποίος αποτελεί τη χωρική έκφραση των προγραμμάτων οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και προϋπόθεση για την εγκατάσταση έργων σε ευπαθή οικοσυστήματα, τα οποία αποτελούν σημαντικά στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, όπως τα δάση και οι δασικές εκτάσεις.
    Να προστεθεί ότι, ήδη με την από 28-06-2022 έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας του Ελληνικού Κοινοβουλίου, επί του νομοσχεδίου «Εκσυγχρονισμός της αδειοδοτικής διαδικασίας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας – Β΄ φάση, Αδειοδότηση παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, πλαίσιο ανάπτυξης Πιλοτικών Θαλάσσιων Πλωτών Φωτοβολταϊκών Σταθμών και ειδικότερες διατάξεις για την ενέργεια και την προστασία του περιβάλλοντος» (ν.4951/2022), επί των διατάξεων του άρθρου 4, επισημάνθηκαν, ως παρατήρηση, τα εξής: «(…..) Υπό το φως των ανωτέρω, θα ήταν, ενδεχομένως, σκόπιμο οι υπό ψήφιση διατάξεις του παρόντος άρθρου, να περιλαμβάνουν το πλαίσιο των κριτηρίων και προϋποθέσεων, σχετικά με την προηγούμενη περιβαλλοντική χωροθέτηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, τόσο ως προς την συμπερίληψη των σταθμών αποθήκευσης Α.Π.Ε., όσο και ως προς τη δυνατότητα ενδεχόμενης χωροθέτησης των εν λόγω εγκαταστάσεων των σταθμών Α.Π.Ε. & Σ.Η.Θ.Υ.Α. σε δασικές εκτάσεις, αρχαιολογικούς χώρους, οικισμούς, παραδοσιακούς οικισμούς, στον αιγιαλό, στην παραλία, στις θαλάσσιες εκτάσεις ή ακόμη και στον πυθμένα της θάλασσας».
    2. Η λειτουργία των σταθμών αποθήκευσης βασίζεται κατά κύριο λόγο στη χρήση συσσωρευτών (μπαταριών) και μάλιστα στην εγκατάσταση, για κάθε έργο, ενός μεγάλου αριθμού μπαταριών ιόντων λιθίου. Όπως προκύπτει από τη σχετική βιβλιογραφία: α. Οι μπαταρίες ιόντων λιθίου είναι γενικά ευαίσθητες, έχουν μεγάλη συγκέντρωση ισχύος σε μικρό όγκο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα φωτιάς και δημιουργεί κινδύνους από την εναπομείνασα ενέργεια (stranded energy), τη διαφυγή τοξικών αερίων και αυξημένη ισχύ της φωτιάς. Επίσης, σε αντίθεση με πιο συμβατικούς τύπους συσσωρευτών, είναι ευάλωτες σε «θερμική φυγή» (thermal runaway), η οποία μπορεί να ξεκινήσει από έναν συσσωρευτή, με ορισμένες ελαττωματικές κυψέλες (cells), από μηχανικές αστοχίες και προσκρούσεις ή από υπέρταση και να οδηγήσει σε υψηλές θερμοκρασίες, έκλυση αερίων και πιθανή εκρηκτική διάσπαση της κυψέλης, με αποτέλεσμα φωτιά ή/και έκρηξη. Εάν δεν γίνει άμεση αποσύνδεση, η θερμική φυγή μπορεί να επεκταθεί από μια κυψέλη στις γειτονικές της, διασπείροντας τη φωτιά. β. Οι πυρκαγιές συσσωρευτών παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες, ως προς τη συμπεριφορά τους κατά την καύση και την κατάσβεση. Δεν υπάρχει εκτεταμένη εμπειρία στους τρόπους κατάσβεσης των πυρκαγιών. Έχει καταγραφεί η ανάγκη στη διεθνή βιβλιογραφία να εμπλουτιστούν τα πειραματικά δεδομένα με αύξηση της έρευνας στον τομέα αυτό. Οι φωτιές σε συσσωρευτές είναι συχνά έντονες και δύσκολο να τεθούν υπό έλεγχο. Μπορεί να χρειαστούν μέρες ή και βδομάδες για να κατασβεστούν, και μπορεί να φαίνονται πλήρως σβησμένες ενώ δεν είναι. Επομένως, μπορεί να επαναφλεγούν μέρες ή ακόμη και βδομάδες, αφότου θεωρήθηκε ότι έχουν σβήσει, και αυτό αποτελεί ένα από τα πιο ανησυχητικά χαρακτηριστικά τους.
    Συνεπώς, καθίσταται προφανές ότι, η εγκατάσταση και λειτουργία εντός δασών ενός μεγάλου αριθμού συσσωρευτών, με εύφλεκτα χημικά, καθώς και η έλλειψη επίκαιρου, κανονιστικού πλαισίου, καθορισμού συγκεκριμένων προτύπων πυροπροστασίας και διαχείρισης των εν λόγω υλικών, μετά το πέρας λειτουργίας τους, καθιστά τη χωροθέτηση αυτών εντός δασών και δασικών εκτάσεων άκρως προβληματική και επικίνδυνη.
    Να σημειωθεί ότι, σε άλλες περιπτώσεις χωροθέτησης έργων, που αφορούν την αποθήκευση εύφλεκτων υλικών, η δασική νομοθεσία προβλέπει συγκεκριμένους όρους και περιορισμούς. Για παράδειγμα, οι δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαιοειδών, μετά των αναγκαίων αγωγών προσαγωγής τους (παρ. 4 άρθρο 51 του ν.998/1979), επιτρέπεται να εγκατασταθούν μόνο σε δημόσιες εκτάσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου και σε δασικές εκτάσεις της κατηγορίας ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4, που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες α΄, δ΄, ε΄ και ζ΄ της παραγράφου 2 του αυτού άρθρου, εφόσον επιβάλλεται η εγκατάστασή τους στις εκτάσεις αυτές λόγω της φύσης τους και μετά από εγκεκριμένη μελέτη αντιπυρικής προστασίας.
    Μια πρόσθετη τεκμηρίωση της ασυμβατότητας, που παρουσιάζουν τα συγκεκριμένα έργα με το αυξημένο καθεστώς προστασίας των δασών, περιλαμβάνεται και στην εισήγηση της Ειδικής Ομάδας Διοίκησης Έργου, που συστάθηκε με απόφαση της Γενικής Γραμματέως Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, με θέμα «Διαμόρφωση του θεσμικού και ρυθμιστικού πλαισίου για την ανάπτυξη και συμμετοχή μονάδων αποθήκευσης στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και σε μηχανισμούς ισχύος», η οποία κατατέθηκε στο αρμόδιο Υπουργείο τον Ιούνιο 2021 και αποτέλεσε τη βάση για τη διαμόρφωση του νομικού πλαισίου που θεσπίσθηκε με τον ν.4951/2022, στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής:
    «Κεφάλαιο 2: Αδειοδότηση – 2.7. Επιτρεπόμενη χωροθέτηση – Περιβαλλοντική αδειοδότηση
    ………………………………
    Η εγκατάσταση συστημάτων συσσωρευτών προτείνεται να επιτρέπεται:
    − Σε δασικές εκτάσεις (όπως ισχύει για τα Φ/Β).
    − Κατ’ εξαίρεση σε δάση, όταν ανήκουν σε σταθμούς ΑΠΕ, με ενσωματωμένη αποθήκευση χωρίς δυνατότητα απορρόφησης (της Ενότητας 2.3.2) και εγκαθίστανται εντός του πολυγώνου των σταθμών αυτών (και εφόσον επιτρέπεται η εγκατάσταση σε δάση της τεχνολογίας ΑΠΕ)».
    Από το σύνολο των ανωτέρω καθίσταται προφανής η αναγκαιότητα επανεξέτασης της εν λόγω προσθήκης πριν την οριστικοποίησή της.

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 09:27 | φωτιος

    Βλέποντας τον χάρτη της Ελλάδας καταπράσινο (δασικές εκτάσεις +65% της επικράτειας), δύο πράγματα σου έρχονται στο μυαλό, είτε κάποιοι έκαναν κάπου λάθος ή ζούμε στον Αμαζόνιο και δεν το έχουμε καταλάβει, και αφού δεν ισχύει το δεύτερο, ας δούμε πως χαρακτηρίστηκε «δάσος» τόσο μεγάλο κομμάτι της Ελλάδας.
    Ως βάση για τον χαρακτηρισμού μιας έκτασης (δάσος ή όχι), ελήφθησαν υπόψη (χαμηλότατης ποιότητας) αεροφωτογραφίες του 1945, δηλαδή μιας εποχής που η Ελλάδα ήταν ρημαγμένη από τον Β’ ΠΠ και όλες σχεδόν οι καλλιέργειες είχαν εγκαταλειφθεί, άρα ήταν φυσικό να «λογκώσουν» (όπως λένε οι αγρότες) αφού ήταν για χρόνια δίχως στοιχειώδη αγροτική περιποίηση. Ως αποτέλεσμα της παραπάνω αληθινής κατάστασης των καλλιεργειών, καθώς και της χαμηλής ποιότητας των αεροφωτογραφιών, ο χαρακτηρισμός μιας έκτασης ως «δάσος» το 1945, είναι κάτι παραπάνω από επισφαλής και άδικης για τους Έλληνες καλλιεργητές που χαρακτηρίζονται τα χωράφια που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους ως «δάσος».
    Προτείνω:
    Το Ελληνικό Κράτος -κατά την ταπεινή γνώμη μου- πρέπει να αποδώσει δίχως όρους και προϋποθέσεις, στους ιδιοκτήτες καλλιεργητές τα χωράφια που χαρακτηρίζονται «ΔΑ» ή «ΧΑ», στις παρακάτω περιπτώσεις:
    1- να μπορούν να αποδείξουν ότι για ένα εύλογο χρονικό διάστημα ήταν στην κατοχή τους (φυσικά όχι από το 1945 πριν 78 χρόνια…) και τα καλλιεργούσαν, για παράδειγμα +20 έτη,
    2- είναι ενταγμένα / χαρτογραφημένα από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ασχέτως αν επιδοτούνται ή όχι (ο όρος «καλλιέργεια» σε μια έκταση αποδίδεται από την χρήση της και όχι από την επιδότηση).
    Ζούμε στο 2023 και πρέπει να δούμε το σήμερα και να σταματήσουμε να αναρωτιόμαστε και να προσπαθούμε να μαντέψουμε πως ήταν η Ελλάδα το 1945, το 1845 ή το 1745, είναι λυπηρό να έχει δικαίωμα ένας ιδιοκτήτης αυθαίρετης βίλας να την νομιμοποιήσει και ένας αγρότης να μην μπορεί να αισθάνεται ασφαλής, επειδή στην θολή αεροφωτογραφία του 1945 το κτήμα του παππού του (που του ξαναέδωσε ζωή ο ίδιος ή ο πατέρας του), κάποιος το χαρακτήρισε δάσος, είτε ολόκληρο είτε ποσοστό του. οντωσ !!! ΤΙ ΠΡΟΧΕΙΡΟΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ ΣΟΒΑΡΕΥΤΕΙΤΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΚΥΡΙΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΤΟΥΤ ΤΟΠΟΥ !!!

  • 28 Φεβρουαρίου 2023, 08:30 | ΓΙΑΛΟΥΜΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ

    Στο άρθρο 101 θα πρέπει να συμπεριληφθεί στις περιπτώσεις παραίτησης τακτικών μελών των επιτροπών ως μέλη Δασολόγος – Δασολόγοι ή Δασοπόνος -οι. Ο αριθμός των πτυχιούχων δασικών υπαλλήλων (Δασολόγων – Δασοπόνων) έχει μειωθεί και δεν θα επαρκούν για την στελέχωση των επιτροπών. Αυτό ίσχυε και πριν την ψήφιση του νόμου του κ. Χαντζηδάκη.