Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ)

Δείτε εδώ το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:58 | Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)

    1. Γενικές Παρατηρήσεις

    1. Αναφέρεται σε κυβερνητικούς στόχους, η Ελληνική κυβέρνηση, κυβερνητική στρατηγική, όραμα της κυβέρνησης, κλπ. (σελίδες 29, 32, 33, 84, κλπ.), ενώ αποτελεί εθνικό σχέδιο και εθνική στρατηγική (όπως οι νόμοι), με έγκριση της βουλής, οπότε πρέπει να αντικατασταθούν.
    Πρόταση: Στο τελικό ΕΣΕΚ είναι σκόπιμο να γίνουν εθνικοί στόχοι, εθνική στρατηγική, κλπ. Συμμετέχουν όλοι και συμβάλλουν όλοι στην επίτευξη των εθνικών στόχων!
    2. Η παρουσίαση και οι συγκρίσεις με τους στόχους του προηγούμενου ΕΣΕΚ (Εισαγωγή, Κεφάλαιο 2) με έκταση και έμφαση ίσως να μην είναι τόσο αναγκαία.
    Πρόταση: Στο τελικό ΕΣΕΚ είναι σκόπιμο να περιορισθεί η αναφορά μόνο σε έναν πίνακα με τους στόχους και τίποτε περισσότερο.
    3. Είναι θεμιτό ένα Εθνικό Σχέδιο να έχει φιλόδοξους στόχους και να οραματίζεται το μέλλον διαφορετικά από το παρόν. Όμως, ταυτόχρονα, πρέπει να είναι μελετημένο ως προς την ισορροπία του πάνω στους άξονες της βιωσιμότητας, δηλαδή περιβάλλον, οικονομία και κοινωνία. Η υπερβολική βαρύτητα σε έναν από τους άξονες, δηλ. ΑΠΕ, επιφέρει επιβάρυνση στους υπόλοιπους. Η επιβολή μέτρων για τη προστασία του περιβάλλοντος πλέον αυτών που επιβάλλει το εσωτερικό (εθνικό) αλλά και το εξωτερικό (ευρωπαϊκό) περιβάλλον, πρέπει να συνεκτιμηθεί με την επίδρασή τους στο κόστος της kWh των προϊόντων, κλπ, και κατ’ επέκταση στην βιωσιμότητα της εθνικής οικονομίας και στη διαβίωση των πολιτών.
    Το παρόν σχέδιο περιλαμβάνει υπερφιλόδοξους στόχους, τους οποίους δεν έχουν συμπεριλάβει Κράτη με πιο εύρωστες οικονομίες και ωριμότερες αγορές σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
    Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι ο στόχος αυτός είναι ο μόνος που η μη επίτευξή του επιβάλει κυρώσεις για το Κράτος Μέλος. Είναι απαραίτητο να παρουσιαστεί με λεπτομερή ανάλυση ο τρόπος επίτευξής του. Μέσω αυτής της διαδικασίας θα πειστούν και οι επενδυτές ότι το σχέδιο είναι επιτεύξιμο. Η ανακοίνωση ότι τα σχέδια υλοποίησης θα εκπονηθούν κατόπιν της εγκρίσεως του ΕΣΕΚ, μεγαλώνει τον κίνδυνο να μην έχουν ληφθεί υπόψη σημαντικοί περιορισμοί κατά την εκπόνηση.
    Ειδικότερα ο νέος στόχος ΑΠΕ για την ηλεκτροπαραγωγή δεν αναφέρει αν οι επενδύσεις αφορούν μονάδες που συνδέονται στην Υψηλή Τάση (αρμοδιότητας ΑΔΜΗΕ) ή στη ΜΤ και ΧΤ (αρμοδιότητας ΔΕΔΔΗΕ) ή ποιο το ποσοστό μεταξύ αυτών. Ο διαχωρισμός αυτός είναι απαραίτητος.
    Αν το βάρος δίνεται σε ανάπτυξη μικρών συστημάτων ΑΠΕ στη Μέση και Χαμηλή Τάση, η πιθανότητα μη επιτυχίας είναι μεγάλη. Είναι γνωστά σε όλους τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ΔΕΔΔΗΕ στη παρούσα φάση και σχετίζονται τόσο με τη σύνδεση των παραγωγών ΑΠΕ, όσο και με την καθυστέρηση των Στρατηγικών έργων με τα οποία θα επιβλέπει και θα διαχειρίζεται ένα έξυπνο δίκτυο, όπως είναι απαραίτητο για μια τόσο μεγάλη διείσδυση.
    Ακόμα και με την όποια ιδιωτικοποίησή του, με στρατηγικό επενδυτή, ο οποίος θα κατέχει και το management, θα χρειαστεί χρονικό διάστημα πάνω από 3 με 4 έτη από σήμερα, για να υπάρχουν ορατά αποτελέσματα για την αναγκαία ανάπτυξη του έξυπνου δικτύου, απαραίτητη προϋπόθεση για την ταχεία διείσδυση των ΑΠΕ στο δίκτυο.
    Πρόταση: Για την πιστοποίηση της υλοποίησης των στόχων για τις ΑΠΕ, θα πρέπει να παρουσιάζονται οι επιδράσεις απτά και όχι μέσω γενικών κατευθύνσεων.
    5. Παρά το γεγονός ότι τα υγρά καύσιμα και το φυσικό αέριο αποτελούν σήμερα το 65% του ενεργειακού μίγματος και το 2030 σε οποιοδήποτε σενάριο θα εξακολουθούν να καλύπτουν το 58-60%, το ΕΣΕΚ αποφεύγει επιμελώς να αναφερθεί στον ρόλο τους και πως θα επηρεάσουν τον επιχειρούμενο σήμερα ενεργειακό μετασχηματισμό. Με το να μην αναφέρεται και να μην αναλύεται το μεγαλύτερο τμήμα του ενεργειακού ισοζυγίου δεν σημαίνει ότι οι υδρογονάνθρακες θα σταματήσουν να υπάρχουν.
    Πρόταση: Τόσο τα υγρά καύσιμα όσο και το φυσικό αέριο θα πρέπει να συμπεριληφθούν στους Εθνικούς Στόχους και Επιδιώξεις μέσω ξεχωριστών υποκεφαλαίων (π.χ. 2.5, 2.6 με την Ενεργειακή Ασφάλεια ως 2.6 να ακολουθεί).
    6. Γενικά, το ΕΣΕΚ είναι εκτενές με πολλές αναλύσεις και σενάρια με υψηλούς στόχους, χρήσιμα στοιχεία και άλλα όχι απαραίτητα, αλλά και συχνές επαναλήψεις, «ούκ εν τώ πολλώ το εύ». Περιλαμβάνει και συζητάει ώριμες και ανώριμες τεχνολογίες, ακριβές εφαρμογές, με όλους τους δρόμους ανοικτούς, όπως και στα θέματα έρευνας σαν έκθεση ιδεών με όλες τις σχετικές τεχνολογίες, ενώ θα έπρεπε να εστιάσει σε ώριμες και αποδοτικές τεχνικά και οικονομικά τεχνολογίες για τις εφαρμογές. Για την έρευνα, πρέπει να ξεχωρίσει μόνο αυτές με προσδοκίες για επιτυχή αποτελέσματα στον ορατό ορίζοντα.
    Δεν πείθει, επίσης, ότι τα προβλήματα και τα εμπόδια αντιμετωπίζονται με τις γενικές πολιτικές που αναφέρονται στην επίτευξη των στόχων. Όπως είναι διατυπωμένα κάποια σημεία, υπάρχει ο κίνδυνος ότι ενδεχομένως ο δρόμος για την επίτευξη των στόχων να ανεβάσει ακόμη ψηλότερα το ήδη υψηλό κόστος της ενέργειας.
    Πρόταση: Αναγκαίος ο περιορισμός των 307 σελίδων στο 1/3 και για ό,τι άλλο χρειάζεται σε Παραρτήματα. Θα ήταν χρήσιμο να γίνει ευθύς αμέσως επιχειρησιακή έρευνα (operations research) και σχέδια εφαρμογής (implementation plans), που θα ενσωματώνουν τις πολιτικές για κάθε επιμέρους τομέα για να ελέγχεται και να επιδιώκεται το οικονομικό όφελος για την κοινωνία και για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Θα επιφέρει αξιόπιστες και αναγκαίες διορθώσεις και συμπληρώσεις που θα οδηγήσουν στην επιτυχή επίτευξη των στόχων.

    2. Ειδικές Παρατηρήσεις

    1. Γίνεται κατά κόρον αναφορά στα ΜΔΝ όπου θα «λειτουργούν καινοτόμα υβριδικά συστήματα» (σελίδες 31, 40, 53, 63) ή «εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης στα ΜΔΝ για αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ πέραν του 20%» (σελίδα 67) ή
    «η Ελλάδα προωθεί την εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης με σταθμούς ΑΠΕ σε μικρότερα νησιά με την εφαρμογή πιλοτικών τρόπων λειτουργίας και διαχείρισης προς επίτευξη διείσδυσης ΑΠΕ πάνω από 60%…..» Σελίδες 160, 161: για τα ΜΔΝ
    Σχόλιο: Στην διεθνή βιβλιογραφία, ουδαμού αναφέρονται καινοτόμα υβριδικά συστήματα. Είναι μια ελληνική πατέντα για κάθε περίπτωση. Αντιθέτως, σε πολλές χώρες για τα νησιά τίθενται στόχοι υψηλής διείσδυσης ΑΠΕ, ακόμη και 100%, με εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών και αποθήκευσης.
    Πρόταση: Στα ΜΔΝ εφαρμόζονται καινοτόμες τεχνολογίες και με τις ιδέες των Microgrids με ψηφιακό μετασχηματισμό του δικτύου, με ΑΠΕ και συστήματα αποθήκευσης για μεγάλη διείσδυση (70%-90%), έχοντας σε εφεδρεία ή ως συμπληρωματική πηγή το πετρέλαιο, δημιουργώντας ευέλικτα και ανθεκτικά συστήματα με χαμηλό κόστος και έναν διαχειριστή, είτε ακόμη και εάν κάποια από αυτά θα διασυνδεθούν στο μέλλον. Χρειάζεται ξεκάθαρα η υιοθέτηση της ολοκληρωμένης λύσης, όπως η μελέτη του ΙΕΝΕ για το Καστελλόριζο.
    2. Σελίδα 55: «Προκλήσεις συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας λόγω μεγάλης διείσδυσης των ΑΠΕ», με άμεση λύση την αποθήκευση!
    Σχόλιο: Δεν αναφέρεται ο ρόλος των μεγάλων ΥΗΣ με ταμιευτήρες (3.410 MW με 699 MW αντλησιοταμίευση) στην διαχείριση του συστήματος με υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ προσφέροντας μεγάλη ευελιξία, αυξάνοντας την διείσδυση. Δεν γίνεται (δεν αναφέρεται) ακόμη η αξιοποίηση των καινοτόμων τεχνολογιών μαζί με αυτές που έχουν τα σύγχρονα συστήματα ΑΠΕ για την διαχείριση του όλου συστήματος προσφέροντας και επικουρικές υπηρεσίες στο δίκτυο. Δεν προστρέχουμε αμέσως στην αποθήκευση.
    Πρόταση: Αξιοποίηση των μεγάλων υδροηλεκτρικών με ταμιευτήρες και των σύγχρονων τεχνολογιών των ΑΠΕ για υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ. Η αποθήκευση θα καταστεί αναγκαία όταν υπάρχει περίσσεια παραγωγής και με πολύ χαμηλό κόστος, αφού προηγουμένως εξαντληθούν όλες οι διαθέσιμες λύσεις στην διαχείριση του συστήματος με υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ.
    3. Σελίδα 56: Επιπλέον, τίθεται στόχος ετήσιας ενεργειακής ανακαίνισης του συνολικού εμβαδού της θερμικής ζώνης των κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης ίσος με 5.400 τ.μ., που αποτελεί το 3% του συνολικού εμβαδού, όπως φαίνεται και στον Πίνακα 12.
    Σχόλιο: Το 3% ετησίως κρίνεται πολύ χαμηλό! Θα περιμένουν το 2050 για το 100%!!
    Πρόταση: Προτείνεται ετήσιος στόχος 5%, ώστε τα μισά τουλάχιστον δημόσια κτήρια να ανακαινισθούν μέχρι το 2030 και με τα αναμενόμενα οικονομικά οφέλη.
    4. Σελίδα 59: Ενεργειακή ασφάλεια, 2.5.1 Στόχοι, Σελίδα 69 Ψηφιοποίηση του ενεργειακού συστήματος, Σελίδα 70,
    Σχόλιο: Αναφέρεται ο στόχος για ψηφιοποίηση, αλλά παραλείφθηκε η αναφορά στην ανάγκη προστασιών έναντι κυβερνοεπιθέσεων, αλλά και άλλων δυνατοτήτων.
    Πρόταση: Να συμπληρωθεί ότι παράλληλα με την εισαγωγή της ψηφιακής τεχνολογίας θα αναπτυχθούν και τα κατάλληλα μέτρα και λογισμικά προστασίας έναντι κυβερνοεπιθέσεων. Επίσης, ότι η ψηφιοποίηση θα εξασφαλίσει την αμφίδρομη επικοινωνία των καταναλωτών με τον διαχειριστή για την συμμετοχή των καταναλωτών στην διαχείριση ή ακόμη και στην παραγωγή-αποθήκευση για την βέλτιστη και οικονομική λειτουργία του ενεργειακού συστήματος με αμοιβαία οφέλη.
    5. Σελ. 83-84
    Ενώ οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί και think tanks αναγνωρίζουν πλέον ότι τα συστήματα παγίδευσης και ενταφιασμού CO2, γνωστά και ως CCS, θα αποτελέσουν από το εξής βασική τεχνολογία για τον περιορισμό των εκπομπών στο τμήμα της έκθεσης που αναφέρεται στην απολιγνιτοποίηση ουδεμία αναφορά γίνεται στο θέμα αυτό.
    Πρόταση: Ο στόχος για πλήρη απολιγνιτοποίηση θα πρέπει να συνοδεύεται με εμπεριστατωμένες έρευνες και λεπτομερή μελέτη για την αξιοποίηση συστημάτων CCS/CCU στις λιγνιτοπαραγωγικές περιοχές με εξέταση δυνατότητας εφαρμογής σε συγκεκριμένες μονάδες της ΔΕΗ έτσι ώστε η χώρα να μην αποξενωθεί τελείως από ένα στρατηγικό καύσιμο που είναι ο λιγνίτης.
    6. Σελίδες 105-106: καθορισμός των μέτρων πολιτικής για την προώθηση των ΑΠΕ,
    Σχόλιο: Η χωροθέτηση ως αναμόρφωση (ΠΠ2.2) δεν θα συμβάλλει και δεν θα λύσει τα προβλήματα για τον μεγάλο όγκο των εφαρμογών ΑΠΕ.
    Πρόταση: Η χωροθέτηση των ΑΠΕ πρέπει να είναι ουσιαστική και να γίνει για συγκεκριμένες περιοχές με συντεταγμένες, όπου δεν θα χρειασθούν άδειες περιβαλλοντικές, αρχαιολογίας, κλπ. Θα ακολουθήσει ο σχεδιασμός για την επέκταση δικτύων και οι σχετικές μελέτες για την επέκταση και λειτουργία του συστήματος, η αξιοποίηση των καινοτόμων τεχνολογιών των ΑΠΕ και άλλων για την ενσωμάτωσή τους στην λειτουργία και διαχείριση του δικτύου, και μετά έρχεται η αποθήκευση.
    7. Σελίδες 113, 116: Συνδυασμός ΑΠΕ με αποθήκευση, Σελίδα 117, Σύζευξη τομέων
    Σχόλιο: Εμφανίζεται η αναφορά στην αποθήκευση σαν θολό και ανώριμο θέμα, όπως και για το υδρογόνο.
    Πρόταση: Θα είναι χρήσιμη και η διεθνής εμπειρία και πρακτική για τις απαραίτητες κανονιστικές ρυθμίσεις/πράξεις! Αναφέρεται και το υδρογόνο, που κρίνεται πολύ πρόωρο, καθώς πρώτα χρειάζονται άφθονες και φθηνές ΑΠΕ που να πλεονάζουν για την παραγωγή του.
    8. Σελίδες 132, 133: Πίνακας 16: Προβλεπόμενα μέτρα πολιτικής για την προώθηση των ΑΠΕ
    Σχόλιο: Στα μέτρα πολιτικής λείπει ο στόχος για την μείωση του σημερινού υψηλού κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αναφέρεται μόνο σε αύξηση παραγωγής ΑΠΕ, ενώ στον Μ14 λείπουν οι καινοτόμες τεχνολογίες διαχείρισης για υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ, διαγράφοντας τον προσφιλή «κορεσμό».
    Πρόταση: Βασικός στόχος της πολιτικής πρέπει να αποτελέσει το χαμηλό ή ανταγωνιστικό κόστος των ΑΠΕ και η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ενώ για την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ πρέπει να εισέλθουν οι καινοτόμες τεχνολογίες και νέες ιδέες που λείπουν σήμερα.
    9. Ενώ στη σελ. 161 υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά στο φυσικό αέριο και πως αυτό «θα αποτελέσει το κύριο μεταβατικό καύσιμο μέχρι να καταστεί η Ευρωπαϊκή οικονομία κλιματικά ουδέτερη», δεν υπάρχει ανάλογη με της ΑΠΕ, λεπτομερής εξέταση για την διείσδυση του φ. αερίου στο ελληνικό ενεργειακό σύστημα, την μεγάλη γκάμα εφαρμογών του, το σχεδιασμό και την χρηματοδότηση για την εξάπλωση της χρήσης του και ασφαλώς τον στρατηγικό ρόλο που ήδη διαδραματίζει, και αναμένεται να αυξηθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια, στον ενεργειακό μετασχηματισμό της χώρας
    Πρόταση: Θα πρέπει να αφιερωθεί ένα ολόκληρο υποκεφάλαιο στο πλαίσιο του Κεφαλαίου 2, (είτε ως 2.4 ή 2.5) που θα αναφέρεται στο φυσικό αέριο καθώς έχει την ίδια βαρύτητα, όπως οι ΑΠΕ και η Ενεργειακή Αποδοτικότητα για τα επόμενα 10 χρόνια, ως εναλλακτικό καύσιμο στην μείωση του CO2. Καθώς η χώρα θα επιχειρεί μεγάλης κλίμακας απολιγνιτοποίηση αναπόφευκτα το βάρος της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής για φορτία βάσης θα πέσει στο φ. αέριο με νέες ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες καύσης φ. αερίου ήδη υπό κατασκευή ή σε προγραμματισμό. Για αυτό θα πρέπει να υπάρξει μια ισοβαρής αναφορά και συζήτηση για το φ. αέριο με την διατύπωση συγκεκριμένων στόχων και προκλήσεων.
    9. Σελίδα 211: Δράσεις Έρευνας και Καινοτομίας
    Σχόλιο: Μέγα πλήθος δράσεων, έκθεση ιδεών, με τι προϋπολογισμό και ποια αναμενόμενα αποτελέσματα στον ορατό ορίζοντα.
    Πρόταση: Να περιορισθούν οι δράσεις και να επικεντρωθούν με τους διαθέσιμους πόρους μόνο σε εκείνες με ελπιδοφόρο μέλλον στον ορατό χρονικό ορίζοντα, που χρειάζονται και με τα αναμενόμενα οφέλη.
    10. Παρόλο που ο ρόλος της αποθήκευσης αναγνωρίζεται στο ΕΣΕΚ, εν τούτοις οι στόχοι που θέτει το ΕΣΕΚ μπορούν να χαρακτηριστούν ως πολύ μετριοπαθείς. Στο κείμενο αυτό, ο στόχος παραμένει 700 MW μονάδων αποθήκευσης για το 2030 με την ανάπτυξη να περιορίζεται κυρίως σε αντλησιοταμιευτήρες και να πραγματοποιείται όλη την περίοδο 2025-2030. Θεωρώ ότι η αντλησιοταμίευση θα παίξει καίριο ρόλο λόγω της στοχαστικότητας των ΑΠΕ και θα πρέπει να επανεξεταστεί.
    Επίσης, το ΕΣΕΚ υποτιμά τη δυναμική της αποθήκευσης με συσσωρευτές, ειδικά όταν αυτοί συνδυάζονται με ΑΠΕ. Θα πρέπει να επανεξεταστεί, καθώς προβλέπεται ραγδαία πτώση των τιμών των συσσωρευτών σε διάφορες μελέτες.
    Επίσης, η Γεωθερμία δεν αναπτύσσεται όσο θα έπρεπε (παραμένει σχεδόν στάσιμη), σε μια χώρα που έχει αρκετό γεωθερμικό δυναμικό και πολλές ενεργειακές χρήσεις.
    Η ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης θεωρούμε ότι θα είναι πολύ πιο μεγάλη τα επόμενα δέκα χρόνια από ό,τι υπολογίζεται από πολλούς, σε συνδυασμό με την αυτόνομη οδήγηση.
    Οι μελέτες διαφόρων οργανισμών πάντα υποτιμούν τους ρυθμούς ανάπτυξης διαφόρων τεχνολογιών γενικά, γιατί όταν ωριμάσουν αυτές αναπτύσσονται με εκθετικό ρυθμό, ενώ στο παρελθόν γραμμικά (που με βάση αυτό πολλές φορές γίνεται η εκτίμηση στο μέλλον).
    Πρόταση: Θα πρέπει να υπάρξει πιο εκτενής αναφορά στα θέματα ηλεκτρικής αποθήκευσης, με συγκεκριμένους στόχους ενσωμάτωσης συστημάτων στο δίκτυο, ενώ για την γεωθερμία θα πρέπει να υπάρξουν πιο φιλόδοξοι στόχοι, όχι μικρότεροι 500 MW μέχρι το 2030.

    3. Άλλες Προτάσεις

    1. Ενημέρωση: Ο ενεργειακός μετασχηματισμός θα επιφέρει και τον μετασχηματισμό της οικονομίας, αλλά και της κοινωνίας προς την αειφόρο ανάπτυξη.
    Πρόταση: Προτείνεται η μεθοδευμένη και η διαρκής ενημέρωση της κοινωνίας γενικά και των τοπικών κοινωνιών, για τους στόχους, τα μέσα και τους τρόπους για μια μακρόχρονη πορεία επιτυχούς ενεργειακού μετασχηματισμού για την παρούσα και τις μελλοντικές γενιές.
    2. Εκπαίδευση: Κρίνεται αναγκαία η εκπαίδευση των μαθητών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα θέματα της Κλιματικής Αλλαγής και του ενεργειακού μετασχηματισμού.
    Πρόταση: Καθώς υπάρχει μια συνεχής και μακρά πορεία προς το 2050 με μεγάλες αλλαγές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την επίτευξη των στόχων με την συμπαράσταση της κοινωνίας, αρχίζει η πρωτοβουλία κατ’ αρχήν από την εκπαίδευση των δασκάλων για να ακολουθήσει η εκπαίδευση των μαθητών, που θα είναι τα αυριανά ενεργά μέλη της κοινωνίας, επηρεάζοντας και το οικογενειακό και συγγενικό τους περιβάλλον.
    3. Απολιγνιτοποίηση: Το προσωπικό που ήδη απασχολείται με τον λιγνίτη και θα είναι διαθέσιμο μπορεί να μεταπηδήσει στις εφαρμογές ΑΠΕ.
    Πρόταση: Οι υψηλοί στόχοι για τις ΑΠΕ θα απαιτήσουν ικανό αριθμό προσωπικού καλά καταρτισμένου για μελέτες, κατασκευαστικές δραστηριότητες και ανέγερση, λειτουργία-συντήρηση. Προτείνεται η οργανωμένη και άρτια εκπαίδευση στις ΑΠΕ, όπως και άλλων κρίσιμων τομέων, του προσωπικού που απελευθερώνεται από τον λιγνίτη, αλλά και άλλου, που θα καλύψει τις μεγάλες ανάγκες ανεβάζοντας την παραγωγικότητα και την τεχνική αρτιότητα.
    4. Αναθεώρηση λόγω εξελίξεων: Το ΕΣΕΚ, στην δεκαετία που έρχεται, παραμένει σταθερό με τους στόχους του, αλλά οι πολιτικές και τα μέσα μπορούν να αλλάξουν ανάλογα με τις εξελίξεις.
    Πρόταση: Προτείνεται η ενδελεχής αξιολόγηση της πορείας και των επιτευγμάτων στην εφαρμογή του ΕΣΕΚ ανά διετία και η επεξεργασία πολιτικών και μέσων, καθώς και νέων πρωτοβουλιών ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι οδηγώντας σε έναν ανταγωνιστικό ενεργειακό τομέα μεγιστοποιώντας τα οφέλη.
    5. Ο ρόλος των υγρών καυσίμων στην ενεργειακή μετάβαση
    Η ενεργειακή μετάβαση της χώρας θα απαιτήσει τη συστράτευση και το μετασχηματισμό όλων των κλάδων της οικονομίας.
    Διαπιστώνουμε, ωστόσο, ότι ενώ το νέο ΕΣΕΚ δίνει μεγάλη βαρύτητα στον ενεργειακό μετασχηματισμό ορισμένων τομέων με την προώθηση συγκεκριμένων τεχνολογιών, υπάρχουν μεγάλα κομμάτια της οικονομίας για τα οποία δεν υπάρχουν αντίστοιχες πολιτικές και μέτρα.
    Πιο συγκεκριμένα, απουσιάζει από το Σχέδιο μια ολιστική προσέγγιση για τη μείωση εκπομπών από τον τομέα των Μεταφορών, ενώ δεν υπάρχει σχεδιασμός για τον μετασχηματισμό των υγρών καυσίμων που, όπως σωστά αναφέρεται στο ΕΣΕΚ, θα συνεχίσουν στα επόμενα χρόνια να κατέχουν το κυρίαρχο μερίδιο του ενεργειακού μίγματος.
    Τα υγρά καύσιμα θα πρέπει να συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών CO2 για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ και της χώρας, με καινοτόμες τεχνολογίες καυσίμων χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος, που θα μπορέσουν να εφαρμοσθούν όχι μόνο στο σύνολο των Μεταφορών, αλλά και σε κρίσιμα κομμάτια της βιομηχανικής αλυσίδας, ως πρώτες ύλες σε βιομηχανικούς κλάδους (πχ. Χημική Βιομηχανία), με ορίζοντα όχι μόνο το 2030 αλλά και το 2050, καλύπτοντας οικονομικά και αξιόπιστα τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας. Ο μετασχηματισμός των βαρέων οδικών μεταφορών, των αεροπορικών και των ναυτιλιακών μεταφορών, όπως και η βιομηχανική αλυσίδα αξίας, θα πρέπει να βασισθεί και να επενδύσει στα νέα αυτά καύσιμα. Η ανάπτυξή τους θα συμβάλλει σε μία εύκολη, άμεση, δίκαια και χωρίς κόστος υποδομών μετάβαση.
    Σχετικά με τα παραπάνω, επισημαίνεται ότι στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ:
     Έχει υποβαθμισθεί ο ρόλος των βιοκαυσίμων και των λοιπών καυσίμων χαμηλού άνθρακα, με κατάργηση μέτρων που υπήρχαν στο αρχικό Σχέδιο (μέτρα Μ8.1, Μ8.2 και Μ8.3 αντίστοιχα του αρχικού ΕΣΕΚ, τα οποία δεν περιλαμβάνονται πλέον στον Πίνακα 16, σελ. 132), αναγνωρίζοντάς τα μόνο ως καινοτόμες τεχνολογίες στο κεφάλαιο «Έρευνα, Καινοτομία και Ανταγωνιστικότητα» και ως τεχνολογία για τη μείωση των εκπομπών από τον αγροτικό τομέα, κάτι που αντιβαίνει στην ευρωπαϊκή τάση για τα προηγμένα βιοκαύσιμα που δεν προέρχονται από τον αγροτικό τομέα. Για τις νέες αυτές τεχνολογίες, έχουν ήδη γίνει σημαντικά βήματα στον τομέα της Έρευνας και της Καινοτομίας, ωστόσο εκείνο που πρέπει να σχεδιασθεί είναι η στήριξη των τεχνολογιών αυτών σε πολιτικό και νομοθετικό επίπεδο, ώστε να αναπτυχθούν σε πιλοτική και εμπορική κλίμακα, φέρνοντας άμεσα μεγάλα οφέλη μείωσης εκπομπών σε τομείς που δεν έχουν άλλο τρόπο για την ενεργειακή τους μετάβαση, όπως προαναφέρθηκε.
     Διαπιστώνουμε μεγάλη στήριξη στη τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης που μπορεί να έχει, υπό προϋποθέσεις, οφέλη μείωσης εκπομπών στις οδικές μεταφορές, στα επιβατικά οχήματα και στα ελαφρά φορτηγά. Δεν φαίνεται στο ΕΣΕΚ αν έχει γίνει τεχνικοοικονομική ανάλυση του κόστους-οφέλους των πολλών μέτρων και κινήτρων που δίνονται, κυρίως σε ό,τι αφορά την πραγματική μείωση εκπομπών CO2 μέχρι το 2028, την απώλεια των κρατικών ταμείων από φορολογικά έσοδα, αλλά και του κόστους υποδομών που θα απαιτηθούν.
     Τέτοιες τεχνικο-οικονομικές μελέτες θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιολόγηση όλων των τεχνολογιών χαμηλού άνθρακα, και την επιλογή των πλέον κατάλληλων για στήριξη από δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες.
     Σε αντιστοιχία με τα σημαντικά αυτά κίνητρα για τη διείσδυση της ηλεκτροκίνησης στα επιβατικά οχήματα και τα ελαφρά φορτηγά, θα πρέπει να περιληφθούν και μέτρα για την προώθηση των καυσίμων χαμηλού άνθρακα, με τα παραπάνω κριτήρια. Η ανάπτυξη των νέων αυτών καυσίμων είναι η μόνη οδός που μπορεί να επιφέρει όφελος σε όλο το εύρος των μεταφορών, σε ξηρά, αέρα και θάλασσα. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να περιληφθούν μέτρα ευνοϊκής φορολόγησης, στόχοι διείσδυσης σε όλες τις Μεταφορές, ενημέρωσης του κοινού για τα οφέλη και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των νέων καυσίμων. Αντίστοιχα, τα μέτρα ανανέωσης του στόλου των οχημάτων δεν πρέπει να προωθούν τα οχήματα μίας τεχνολογίας και να μην εξαιρεί τα οχήματα εσωτερικής καύσης, καθώς με τη χρήση βιοκαυσίμων και καυσίμων χαμηλού άνθρακα συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών CO2. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρισθεί η συμβολή των καυσίμων χαμηλού άνθρακα στη μείωση των εκπομπών CO2, στη ευρωπαϊκή νομοθεσία και τους κανονισμούς εκπομπών των αυτοκινήτων, κάτι που σήμερα δεν ισχύει.
     Με βάση τα παραπάνω, θεωρούμε εξέχουσας σημασίας την τήρηση της αρχής της τεχνολογικής ουδετερότητας, με βάση την οποία, πρέπει να δίνεται στήριξη για την ανάπτυξη όλων των διαθέσιμων τεχνολογιών, χωρίς αποκλεισμούς. Επίσης, όλες οι τεχνολογίες θα πρέπει να αξιολογούνται με τεχνικά στοιχεία, στο σύνολο του κύκλου ζωής τους και με βάση αυτή την ανάλυση να προκρίνονται οι πολιτικές και τα μέτρα ενίσχυσης και προώθησης. Η παράθεση των τεχνολογιών στο ΕΣΕΚ πρέπει να είναι ενδεικτική και όχι περιοριστική, ενώ εφάμιλλα μέτρα προώθησης πρέπει να καθορίζονται για όλες τις υποσχόμενες τεχνολογίες.
     Για τη μείωση εκπομπών από τη ναυτιλία, το ΕΣΕΚ αναφέρει τη χρήση LNG, χωρίς πρόβλεψη του συνολικού οφέλους μείωσης CO2 από τη χρήση LNG και χωρίς καμία αναφορά στη συμβολή που μπορεί να έχουν στο μέλλον τα καύσιμα χαμηλού άνθρακα, παραβιάζοντας και εδώ την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας.
     Για τη μείωση των εκπομπών και της ενεργειακής κατανάλωσης από τις αεροπορικές μεταφορές και την ανάπτυξη καυσίμων χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα (Sustainable Aviation Fuels-SAFs) δεν υπάρχει καμία αναφορά στο ΕΣΕΚ, παρά μόνο στο κεφάλαιο για την Έρευνα και την Καινοτομία. Με δεδομένο το σχεδιασμό των αεροπορικών εταιρειών (ΙΑΤΑ) για ανάπτυξη SAFs σε μεγάλη κλίμακα στο αμέσως επόμενο διάστημα, το ΕΣΕΚ πρέπει να περιλάβει αντίστοιχη πρόβλεψη.
    Ανταγωνιστικότητα
    Για την επιτυχή, βιώσιμη και δίκαιη ενεργειακή μετάβαση της οικονομίας, το ΕΣΕΚ σωστά θέτει ως προτεραιότητα την προστασία της ανταγωνιστικότητας, της οικονομίας και της ελληνικής βιομηχανίας, ωστόσο είναι απαραίτητο να προσδιορισθούν συγκεκριμένα μέτρα (τα οποία απουσιάζουν από το ΕΣΕΚ), λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό κόστος ενέργειας, έτσι ώστε να προστατευθεί η βιομηχανία από τον κίνδυνο διαρροής άνθρακα.
    Ενεργειακή Ασφάλεια
    Σε ό,τι αφορά την ενεργειακή ασφάλεια, παρόλο που το ΕΣΕΚ αναγνωρίζει τη σημασία της έρευνας και εκμετάλλευσης εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, αυτό δεν λαμβάνεται υπόψη στην πιθανότητα βελτίωσης των δεικτών της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας στα επόμενα χρόνια (η προβλεπόμενη βελτίωση συνδέεται μόνο με την ανάπτυξη των εγχώριων ΑΠΕ). Επίσης, οι πόροι που ενδεχομένως να προκύψουν από τυχόν ελληνικά κοιτάσματα Υ/Α μπορούν να αξιοποιηθούν για μέτρα και δράσεις ενεργειακής μετάβασης (ανάπτυξη ΑΠΕ, ηλεκτροκίνησης, καυσίμων χαμηλού άνθρακα).
    Επενδύσεις
    Σε ό,τι αφορά τις επενδυτικές ανάγκες που καταγράφει το ΕΣΕΚ, είναι θετική η αναγνώριση του ρόλου που μπορούν να παίξουν τα ιδιωτικά κεφάλαια και ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην επίτευξη των στόχων της ενεργειακής μετάβασης. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας θα πρέπει να τηρηθεί και στον προσδιορισμό του συστήματος ταξινόμησης των πράσινων επενδύσεων, έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε όλες τις τεχνολογίες που οδηγούν σε μείωση των εκπομπών CO2 και στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού, να αναπτύξουν το δυναμικό τους και να ανταγωνισθούν επί ίσοις όροις.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:44 | Μαλούτας Λάζαρος, Δήμαρχος Κοζάνης

    Παρέμβαση του Δήμου Κοζάνης στη διαβούλευση επί του νέου ΕΣΕΚ

    Ο υπό διαβούλευση νέος ΕΣΕΚ με τις συμπληρωματικές πληροφορίες που δίνονται με το business plan της ΔΕΗ ΑΕ αποτελεί μια καταστροφική εξέλιξη για την Δυτική Μακεδονία και για το Δήμο Κοζάνης. Ο τερματισμός της λειτουργίας μέχρι το 2023 και των επτά (7) λιγνιτικών ΑΗΣ που λειτουργούν στα όρια του Δήμου Κοζάνης διαμορφώνει ένα ζοφερό τοπίο για την περιοχή. Αυτό γίνεται ακόμη πιο καταστροφικό, πιο ζοφερό, αν συνεκτιμήσουμε
    -ότι το Master Plan για τη μεταλιγνιτική παραπέμπεται για τα μέσα του 2020
    -ότι δεν υπάρχει κανένα χρηματοδοτικό πλαίσιο
    -ότι η γραφειοκρατεία και ο συγκεντρωτισμός στην Ελλάδα καθιστούν ανέφικτη την υλοποίηση οποιουδήποτε σχεδίου σε μία τριετία.
    Είναι όλα αυτά τα παραπάνω που καθιστούν την μετάβαση στη μεταλιγνιτική περίοδο άδικη μετάβαση και εν τέλει καταστροφική για τον τόπο.

    Οι νέοι, πιο φιλόδοξοι, ενεργειακοί εθνικοί στόχοι για το 2030 απαιτούν μια περαιτέρω τεκμηρίωση ως προς τα μέσα επίτευξής τους καθώς και ως προς το αναγκαίο χρονοδιάγραμμα και τους πόρους για το σκοπό αυτό. Ορισμένες από τις πολιτικές που περιγράφονται στο νέο ΕΣΕΚ, έχουν άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην τοπική μας κοινωνία, η οποία βάσισε – όχι με δική της πρωτοβουλία – το οικονομικό, βιομηχανικό και αναπτυξιακό της μοντέλο στις εξορυκτικές και λιγνιτικές δραστηριότητες της ΔΕΗ. Συγκεκριμένα, ο καθορισμός ενός στόχου για την οριστική μείωση του μεριδίου του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή (από 16,5% βάσει του προηγούμενου Σχεδίου σε 0%) και μάλιστα με χρονικό ορίζοντα το 2028, όπως περιγράφεται στη σελ. 5 του ΕΣΕΚ, όχι μόνο εμβληματικός δεν είναι, αλλά τολμούμε να πούμε πως είναι ανέφικτος, αν όχι ζημιογόνος για το ΑΕΠ της περιοχής.

    Η απόφαση για πλήρη απένταξη του λιγνίτη από το εγχώριο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το 2028 απαιτεί κατά την εκτίμησή μας επιπλέον τεκμηρίωση η οποία δεν περιλαμβάνεται στο ΕΣΕΚ και το συνοδευτικό του Παράρτημα, ενώ επίσης δεν προσδιορίζονται εκείνα τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την πλευρά της Κυβέρνησης και των ΟΤΑ για την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων στην ανάπτυξη και το εισόδημα των περιοχών που φιλοξενούν στο έδαφός τους λιγνιτικές δραστηριότητες. Επιπλέον, εξακολουθεί να μην είναι πειστικό το χρονοδιάγραμμα των σταδίων απολιγνιτοποίησης καθώς και η διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης των δράσεων κατά τη μεταβατική περίοδο, ιδίως από τη στιγμή που δεν έχει προσδιοριστεί μέχρι σήμερα το κόστος των απαιτούμενων αναπτυξιακών και επενδυτικών παρεμβάσεων.

    Λαμβάνοντας τέλος υπόψη την έκθεση αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί του προηγούμενου ΕΣΕΚ που παρουσιάστηκε τον Ιανουάριο του 2019, συμμεριζόμαστε τις παρατηρήσεις της σχετικά με την παροχή περαιτέρω διευκρινήσεων από την Ελληνική πλευρά, αναφορικά με το είδος των ειδικότερων μέτρων που οφείλει να λάβει η κυβέρνηση καθώς και το είδος της στήριξης όπως και την επίδραση των σχετικών πρωτοβουλιών για μια κοινωνικά δίκαιη μετάβαση. Κατόπιν των ανωτέρω, τονίζουμε την κρισιμότητα και αναγκαιότητα εκπόνησης ειδικότερης μελέτης κοινωνικών και εργασιακών επιπτώσεων, κάτι που λείπει από το Σχέδιο και που με τη σειρά του θα συμβάλει σε έναν ακριβέστερο σχεδιασμό και προσδιορισμό του κόστους και του είδους των μέτρων που πρέπει να αναληφθούν.

    Σύμφωνα με τα παραπάνω, προβαίνουμε στην παράθεση συγκεκριμένων παρατηρήσεων εκ μέρους του Δήμου Κοζάνης, με στόχο αυτές να αποτελέσουν αφορμή για μια γόνιμη τροποποίηση του Σχεδίου στο στάδιο της διαβούλευσης, προτού χαθεί κάθε ευκαιρία για το σχεδιασμό μιας κοινωνικά δίκαιης μετάβασης.

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    1. Αναπτυξιακές επιπτώσεις και ο αντίκτυπος στην απασχόληση και το εισόδημα των νοικοκυριών

    Στο νέο ΕΣΕΚ δεν γίνεται ειδικότερη αναφορά στον αντίκτυπο που θα έχει η εφαρμογή του στόχου για πλήρη απολιγνιτοποίηση έως το 2028, μεταξύ άλλων στην τοπική ανάπτυξη, τις θέσεις εργασίας και το εισόδημα των νοικοκυριών στις περιοχές που λαμβάνουν χώρα λιγνιτικές δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, πρέπει να εκπονηθεί ειδικότερη μελέτη, με αντικείμενο τις κοινωνικές και εργασιακές επιπτώσεις (Social and employment Impact Assessment- SIA), με κατάλληλη μεθοδολογία και κριτήρια, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των ενεργειακών Δήμων που βασίζουν το οικονομικό και βιομηχανικό τους μοντέλο στις δραστηριότητες γύρω από την εξόρυξη και την ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη.

    Η έλλειψη μιας τέτοιου είδους μελέτης (SIA), το αντικείμενο της οποίας διαφέρει από ένα Master Plan (Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης) για το οποίο γίνεται λόγος, είναι κρίσιμης σημασίας καθώς αποτελεί προϋπόθεση για την σύνταξη ενός έγκυρου γενικού προγραμματικού σχεδίου ανάπτυξης.

    Ενδεικτικά αναφέρουμε, όπως καταγράφηκε από σχετικές μελέτες, πως για κάθε 100 θέσεις εργασίας στη ΔΕΗ συντηρούνται άλλες περίπου 350 επαγόμενες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, ενώ για κάθε ένα (1) εκατομμύριο τόνους παραγόμενου λιγνίτη, συντηρούνται περίπου 350 θέσεις εργασίας στην περιοχή. Όπως γίνεται αντιληπτό, η απόφαση για πλήρη απένταξη του λιγνίτη σε διάστημα μερικών ετών, συνεπάγεται την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας, άμεσων και επαγόμενων, πράγμα που θα οδηγήσει στην εκτίναξη της ανεργίας σε μια περιοχή που ήδη περιλαμβάνεται ανάμεσα στις περιφέρειες με την υψηλότερη ανεργία σε επίπεδο Ε.Ε., καθώς και στην περαιτέρω απώλεια του εισοδήματος των νοικοκυριών. Η απώλεια θέσεων εργασίας και εισοδήματος θα μεταφραστεί σε μείωση του περιφερειακού ΑΕΠ, κάτι που θα οδηγήσει και στη μείωση του συνολικού ΑΕΠ της χώρας, καθώς τα μεγέθη είναι μεγάλα.

    Συνεπώς δεν επαρκεί μόνο η εκπόνηση ενός γενικού προγραμματικού σχεδίου ανάπτυξης (Master Plan) αλλά κρίνεται αναγκαία η εκπόνηση μιας μελέτης εκτίμησης κοινωνικών επιπτώσεων (SIA), όπως έχει προηγηθεί σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, πάνω στην οποία θα βασιστεί και το Master Plan.

    2. Υποχρεώσεις της ΔΕΗ προς την τοπική κοινωνία και τους ΟΤΑ

    Στο νέο ΕΣΕΚ, δεν γίνεται καμία αναφορά στις υποχρεώσεις του κυριότερου παραγωγού ενέργειας της χώρας, του Ομίλου της ΔΕΗ Α.Ε., όπως και στον αναπτυξιακό προγραμματισμό της επιχείρησης. Ο ενεργειακός σχεδιασμός δεν μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη του τις υποχρεώσεις της ΔΕΗ προς τις τοπικές κοινωνίες, υποχρεώσεις που απορρέουν από τη νομοθεσία και την εταιρική κοινωνική ευθύνη, όπως και τον αναπτυξιακό της προγραμματισμό, αφού υπάρχουν πολλά ζητήματα που εξαρτώνται άμεσα απ’ αυτόν.

    Συγκεκριμένα, σχετικά με τις υποχρεώσεις της ΔΕΗ, θα πρέπει να δοθούν διευκρινήσεις σχετικά με:
    • Τις αποκαταστάσεις των εδαφών και του περιβάλλοντος
    • Την καταβολή του Τοπικού Πόρου καθώς και την αντικατάσταση και συνέχισή του από άλλο αναπτυξιακό μέτρο
    • Το άκρως σημαντικό ζήτημα της διασφάλισης της ομαλής λειτουργίας και βιωσιμότητας της τηλεθέρμανσης
    • Την ολοκλήρωση των μετεγκαταστάσεων (Ακρινής)
    • Την μετατόπιση των Πυλώνων Υψηλής Τάσης στη νέα Ποντοκώμη
    • Την ολοκλήρωση της ανάπλασης του περιβάλλοντος στο φράγμα του Ιλαρίωνα
    • Τις εκκρεμείς αναδασώσεις
    • Την πλήρη αποκατάσταση της σιδηροδρομικής γραμμής

    Πέραν των ανωτέρω, θεωρούμε πως η διασφάλιση των υφιστάμενων θέσεων εργασίας θα πρέπει να τύχει ρητής αναφοράς στο κείμενο, ώστε να αποτελέσει δέσμευση που θα εξειδικευθεί στο εκπονούμενο Master Plan.

    3. Ενεργειακή ασφάλεια και θερμική επάρκεια των περιοχών που κάνουν χρήση τηλεθέρμανσης

    Πιο ειδικά, σχετικά με την λειτουργία και βιωσιμότητα της τηλεθέρμανσης, έχουν να παρατηρηθούν τα εξής: Ο Δήμος Κοζάνης είναι από εκείνους τους Δήμους, τα νοικοκυριά των οποίων κάνουν χρήση τηλεθέρμανσης. Συνολικά άνω των 28.000 διαμερισμάτων είναι συνδεδεμένα με την τηλεθέρμανση στο Δήμο μας, ενώ υπάρχουν αρκετές ακόμη χιλιάδες νοικοκυριών στους Δήμους Πτολεμαΐδας, Φλώρινας και Αμυνταίου που κάνουν χρήση τηλεθέρμανσης.

    Καθώς το σύστημα της τηλεθέρμανσης των περιοχών του Δήμου Κοζάνης τροφοδοτείται και λειτουργεί με θερμική ισχύ που λαμβάνει σταθερά από μονάδες του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου, τίθεται το εύλογο ερώτημα της τροφοδοσίας έπειτα από την απόσυρση των εν λόγω λιγνιτικών μονάδων.

    Με βάση τα όσα αναφέρονται στο νέο ΕΣΕΚ σχετικά με τα χαρακτηριστικά του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το 2030, σύμφωνα με το σενάριο επίτευξης στόχων, αναμένεται μια μείωση της εγκατεστημένης ισχύος από στερεά-λιγνιτικά καύσιμα, η οποία θα μηδενιστεί, ως εξής:

    «Πίνακας 32: Βασικά χαρακτηριστικά συστήματος ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το 2030, σύμφωνα με το σενάριο επίτευξης στόχων.»

    Ηλεκτροπαραγωγή 2020 2022 2025 2027 2030
    Εγκατεστημένη ισχύς [GW]
    Στερεά Καύσιμα- Λιγνιτικά 3,9 2,9 0,7 0,7 0,0

    Από τα παραπάνω προκύπτει πως μετά το 2025, και ιδίως μετά το 2030, η εγκατεστημένη ισχύς σε GW δεν επαρκεί για την τροφοδοσία του συστήματος τηλεθέρμανσης του Δήμου Κοζάνης.

    Η απένταξη του λιγνίτη από το σύστημα ηλεκτροπαραγωγής έως το 2028, θα συμπαρασύρει και τη συμπαραγωγή (Σ.Η.Θ.) με αποτέλεσμα να τίθεται το ερώτημα τι μέλλει γενέσθαι με τη βιωσιμότητα και λειτουργία της τηλεθέρμανσης του Δήμου μας. Το ερώτημα που προκύπτει είναι πως και από που θα καλυφθεί το απαιτούμενο θερμικό φορτίο για την τροφοδοσία της τηλεθέρμανσης;

    4. Εκπόνηση αναπτυξιακού σχεδίου και διασφάλιση επαρκούς χρηματοδοτικής στήριξης κατά τη μεταβατική περίοδο, προσέλκυση επενδύσεων

    Διαπιστώνουμε πως και στο νέο ΕΣΕΚ δεν γίνεται λεπτομερής αναφορά σχετικά με το τι θα περιλαμβάνει το εκπονούμενο Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης. Τις ίδιες επιφυλάξεις εξέφρασε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση αξιολόγησης του προηγούμενου ΕΣΕΚ, αναφέροντας πως απαιτούνται περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τη λήψη μέτρων από την Ελληνική πλευρά αναφορικά με την αντιμετώπιση των κοινωνικών και εργασιακών επιπτώσεων των περιοχών υπό μετάβαση, ενώ ζητούσε διευκρινήσεις και για τη μορφή της στήριξης.

    Για το Δήμο Κοζάνης, αποτελεί ζήτημα ύψιστης σημασίας η παροχή περαιτέρω διευκρινήσεων και η ρητή αναφορά στο σώμα του κειμένου σε ειδικότερα μέτρα που προτίθεται να πάρει η κυβέρνηση, ακόμη κι αν αυτά εξειδικευτούν στο εκπονούμενο Master Plan.

    Εκφράζουμε επίσης τις επιφυλάξεις μας αναφορικά με την καταλληλότητα του εκπονούμενου Σχεδίου, αφού δεν προηγήθηκε Μελέτη Κοινωνικών Επιπτώσεων (SIA) και μελέτη ανάλυσης κόστους- οφέλους (CBA) για την επίτευξη των προτεινόμενων στο ΕΣΕΚ στόχων. Συγκεκριμένα, δεν έχει προσδιοριστεί το κόστος των επιπτώσεων – δεν αναφέρεται πουθενά στο ΕΣΕΚ- έτσι ώστε να ληφθεί ο συγκεκριμένος παράγοντας υπόψη για την έγκυρη κατάρτιση ενός Master Plan. Συνεπώς τίθεται το ερώτημα εάν επαρκούν οι αναφερόμενες πηγές χρηματοδότησης και οι διαθέσιμοι πόροι.

    Αναφορικά με την επάρκεια των αναγκαίων πόρων, διατυπώνουμε δύο επιπλέον επιφυλάξεις:

    α) Καθώς αναμένεται έξοδος της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε. (Brexit), είναι βέβαιο πως ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. θα υποστεί τροποποιήσεις (μειώσεις) και κατά συνέπεια ενδέχεται να μειωθεί και το ύψος των πόρων του επικείμενου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (2021-2027) στο οποίο βασίζεται κατά κύριο λόγο η χρηματοδότηση των παρεμβάσεων του νέου ΕΣΕΚ, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο Κεφάλαιο 5, ενότητα 5.2 «Υφιστάμενες επενδυτικές ροές και παραδοχές προβλεπόμενων επενδύσεων των προγραμματιζόμενων μέτρων πολιτικής». Επίσης δεν είναι ξεκάθαρο αν η χρηματοδότηση των ανωτέρω μέτρων πολιτικής θα δεσμεύσουν τους πόρους που προορίζονταν για την Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας βάσει της αρχικής κατανομής ή αν θα πρόκειται για επιπλέον πόρους, ενώ τίθενται και ζητήματα επιλεξιμότητας των χρηματοδοτούμενων έργων. Βάσει των ανωτέρω, η περιοχή μας, εφόσον αναμένεται να πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη στην Ελλάδα, πρέπει να διασφαλίσει επιπλέον πόρους και όχι να δεσμεύσει τους ήδη προγραμματισμένους από την αρχική κατανομή, για τη χρηματοδότηση των μέτρων πολιτικής του ΕΣΕΚ.

    β) Η θέση σε λειτουργία του νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, τους πόρους του οποίου προσδοκά να αξιοποιήσει η Ελληνική Κυβέρνηση για την χρηματοδότηση έργων στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας σύμφωνα με το νέο ΕΣΕΚ (Κεφάλαιο 3, ενότητα 3.2.1. «Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη του στόχου») ακόμη δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια, σε αντίθεση με το χρονοδιάγραμμα απένταξης του λιγνίτη βάση του νέου ΕΣΕΚ.

    Επομένως τίθεται το ερώτημα εάν επαρκούν οι πόροι και εάν αυτοί θα είναι εγκαίρως διαθέσιμοι ώστε να εφαρμοστεί το πλέγμα των στόχων του νέου ΕΣΕΚ. Διότι σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει ο εύλογος κίνδυνος να βρεθούμε σε χρηματοδοτικό κενό και ως εκ τούτου να κληθούμε να αντιμετωπίσουμε δυσάρεστες καταστάσεις.

    Προκειμένου να υποστηριχθεί μια τέτοιου είδους κοινωνικά δίκαιη μετάβαση, κρίνεται αναγκαία η συμβολή, της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, πέραν της εθνικής. Η αλληλεγγύη αυτή μπορεί να περιλαμβάνει την ίδρυση ενός Ταμείου, που θα λάβει τη μορφή ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Ενεργειακή Μετάβαση, ανάλογου με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση. Στο πλαίσιο αυτό η Ελληνική Κυβέρνηση θα μπορούσε να διεκδικήσει πέρα από τους πόρους του υπό ίδρυση Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, την υιοθέτηση ενός Κοινωνικού Συμφώνου για την Ενεργειακή Μετάβαση, το οποίο θα βασίζεται στους πυλώνες της διασφάλισης μιας δίκαιης μετάβασης για τους εργαζομένους, της βελτίωσης της δημόσιας υγείας των πολιτών, της ενθάρρυνσης των καταναλωτών για μια ενεργειακή μετάβαση καθώς και την εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας.

    Αναφορικά τέλος με το ζήτημα του συνδυασμού των ανωτέρω χρηματοδοτήσεων με υφιστάμενα εθνικά προγράμματα, εκτιμούμε πως πρέπει να γίνει ρητή αναφορά και σε συγκεκριμένα νομοθετικά εργαλεία και ιδίως σε εκείνα που έχουν να κάνουν με την προστασία και προσέλκυση (άμεσων ξένων) επενδύσεων όπως είναι για παράδειγμα το Άρθρο 107 του Συντάγματος σχετικά με την «Προστασία κεφαλαίων εξωτερικού και ειδική οικονομική νομοθεσία». Η ρητή αναφορά για την ύπαρξη θεσμικών εγγυήσεων επί των επενδύσεων και των επενδυτών θα αναδεικνύει καλύτερα το ρόλο που καλείται να διαδραματίσει το ΕΣΕΚ ως προς την προσέλκυση επενδύσεων στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Ανάλογη παρατήρηση άλλωστε εξέφρασε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη σχετική έκθεση αξιολόγησης του προηγούμενου ΕΣΕΚ. Άλλωστε έχει μεγάλη σημασία κατά την άποψή μας η αλλαγή της εικόνας για την περιοχή μας, από μια περιοχή συρρικνούμενης οικονομικής δραστηριότητας και απώθησης επενδύσεων σε μια περιοχή προσέλκυσης και προστασίας επενδύσεων.

    5. Έλλειψη σαφούς χρονοδιαγράμματος και κόστους μετάβασης (ρήτρα ανάπτυξης)

    Εκτιμούμε πως το χρονοδιάγραμμα επίτευξης των φιλόδοξων στόχων του νέου ΕΣΕΚ, ιδίως εκείνων που σχετίζονται με την απένταξη του λιγνίτη από την ηλεκτροπαραγωγή και θερμότητα, είναι ασφυκτικό και μη ρεαλιστικό. Προς επίρρωση τούτου επισημαίνουμε πως σε άλλες λιγνιτικές περιοχές των κρατών-μελών της Ε.Ε. η διαδικασία μετάβασης διήρκησε πολλά περισσότερα χρόνια ενώ καμία δεν είχε τους οικονομικούς δείκτες της δικής μας περιοχής (τελευταίες θέσεις σε ανταγωνιστικότητα, έρευνα και καινοτομίας σε επίπεδο Περιφερειών Ε.Ε., υψηλότερες θέσεις σε ανεργία σε επίπεδο Περιφερειών Ε.Ε., συνεχής μείωση εισοδήματος τα τελευταία πολλά χρόνια, κ.α.).

    Για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν, ζητούμε την πλήρη αναθεώρηση του χρονικού ορίζοντα απόσυρσης όσων λιγνιτικών μονάδων πληρούν τα κριτήρια της νομοθεσίας για τη συνέχιση των ωρών λειτουργίας τους.

    Ζητούμε επίσης τη διασφάλιση σαφούς εμπροσθοβαρούς στήριξης, πέραν αυτής που προβλέπεται από τα υφιστάμενα Ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία, με εθνικούς πόρους καθώς ήδη έχει ξεκινήσει η διαδικασία μετάβασης. Στο πλαίσιο αυτό ζητούμε την άμεση απόδοση και ενεργοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων (Τέλος Ανάπτυξης) και Ταμείων (Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης) ώστε να προχωρήσουμε τα έργα που σχεδιάζονται και βρίσκονται σε εκκρεμότητα.

    Τέλος, στο πλαίσιο ενός αναθεωρημένου στόχου (επιμηκυμένου χρονικά) για τον χρονικό ορίζοντα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων, ζητούμε να διασφαλιστεί μια ρήτρα ανάπτυξης που θα διασυνδέεται με το ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ των ενεργειακών Δήμων. Συγκεκριμένα, εφόσον το τοπικό ΑΕΠ μειώνεται ή παραμένει σταθερό, τότε θα μετατίθεται ο χρονικός ορίζοντας πλήρους απένταξης του λιγνίτη για το μέλλον, ενώ σε περίπτωση αύξησης του τοπικού ΑΕΠ, ο χρονικός ορίζοντας θα παραμένει σταθερός (στο έτος που θα προσδιορίσει ο νέος αναθεωρημένος στόχος). Η πρόταση αυτή εξάλλου εγγυάται μια κοινωνικά δίκαιη μετάβαση ενώ διασφαλίζει πως δεν θα κληθεί η περιοχή να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες προκλήσεις από αυτές που έχει μπροστά της. Τέλος μας διασφαλίζει από τυχόν καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος και καταβολής των χρηματοδοτήσεων από της πηγές χρηματοδότησης.

    Σύνοψη προτάσεων και τροποποιήσεων επί του νέου ΕΣΕΚ

    Σύμφωνα με τα παραπάνω προτείνονται οι παρακάτω τροποποιήσεις στο νέο κείμενο του ΕΣΕΚ:

    1. Προσθήκη στο Εισαγωγικό Σημείωμα ξεχωριστής πρόβλεψης για την σύνταξη «Μελέτης Κοινωνικών Επιπτώσεων» για τις λιγνιτικές περιοχές και συμπερίληψη των πορισμάτων αυτής στο Κεφάλαιο 5. Ταυτόχρονα θα πρέπει να διασφαλιστεί πως η εν λόγω μελέτη θα ληφθεί υπόψη κατά την εκπόνηση του Master Plan, κάτι που πρέπει να μνημονεύεται στο Κεφάλαιο 3, ενότητα 3.6.3.6. «Ολοκληρωμένα αναπτυξιακά σχέδια, επενδυτικές δράσεις και χρηματοδοτικά προγράμματα για τις λιγνικές περιοχές σε μετάβαση», αντικαθιστώντας την υφιστάμενη διατύπωση στη σελ. 185 ως εξής:

    «[…] Για το λόγο αυτό, και υπό την αιγίδα μιας διυπουργικής επιτροπής, θα εκπονηθεί και θα παρουσιαστεί στα μέσα του έτους 2020, ένα ολοκληρωμένο, πολυδιάστατο και εμπροσθοβαρές (Master Plan- Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης) το οποίο θα λαμβάνει υπόψη του τα πορίσματα της Μελέτης Κοινωνικών Επιπτώσεων και τις ιδιαίτερες ανάγκες των περιοχών, και το οποίο θα περιλαμβάνει ένα πλέγμα μέτρω και προβλέψεων που θα αφορούν, μεταξύ άλλων […]».

    2. Προσθήκη ρητών αναφορών που θα σχετίζονται με την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της ΔΕΗ προς τις τοπικές κοινωνίες και τους ΟΤΑ και θα ορίζεται ως εγγυητής το ελληνικό δημόσιο σε περίπτωση αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της επιχείρησης, ενώ προτείνουμε να συμπεριληφθεί η λέξη «υφιστάμενων» στη φράση «[…] την εξασφάλιση των “υφιστάμενων” θέσεων εργασίας και την δημιουργία νέων μέσω ενός ευέλικτου αναπτυξιακού μετασχηματισμού» στη σελ. 185.

    3. Ρητή πρόβλεψη για τη βιωσιμότητα και τη διασφάλιση της λειτουργίας των υφισταμένων συστημάτων τηλεθέρμανσης, καθώς και με δέσμευση για τη διατήρηση της τιμής στα ίδια (αν όχι χαμηλότερα) επίπεδα με τα σημερινά. Άλλωστε η πρόβλεψη αυτή είναι σε συμφωνία και με τις διατάξεις της Οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση, κάτι που δεν λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη στο κείμενο του νέου ΕΣΕΚ.

    4. Προσθήκη διευκρινίσεων στο Κεφάλαιο 5, ενότητα 5.2 «Υφιστάμενες επενδυτικές ροές και παραδοχές προβλεπόμενων επενδύσεων των προγραμματιζόμενων μέτρων πολιτικής», επί του ακριβούς ύψους χρηματοδότησης για τις λιγνιτικές περιοχές, στις οποίες ανήκει και ο Δήμος Κοζάνης, ενώ θα πρέπει να γίνει ρητή αναφορά πως δεν θα πρέπει να δεσμεύονται οι πόροι της νέας Προγραμματικής Περιόδου 2021-2027 για τη χρηματοδότηση των μέτρων του ΕΣΕΚ, μιας και αυτό θα αποστερήσει από την περιοχή πολύτιμους πόρους για την χρηματοδότηση άλλων έργων που έχει ανάγκη καθώς αναμένεται να πληγεί ακόμη περισσότερο από την εφαρμογή των στόχων του ΕΣΕΚ. Επιπλέον θα πρέπει να γίνει ρητή συμπληρωματική αναφορά στο ως άνω Κεφάλαιο (σελ. 303) το θεσμικό πλαίσιο εγγυήσεων και προστασίας των επενδύσεων, με στόχο την προσέλκυση επενδυτών βάσει των παρατηρήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί του προηγούμενου ΕΣΕΚ.

    5. Αναθεώρηση του χρονικού ορίζοντα πλήρους απένταξης του λιγνίτη από την ηλεκτροπαραγωγή και η μετάθεσή του για το μέλλον, ώστε να διασφαλίζεται ο απαιτούμενος χρόνος για τις αναγκαίες προσαρμογές καθώς και η ενεργειακή επάρκεια της περιοχής (λειτουργία τηλεθέρμανσης). Ταυτόχρονα προτείνεται η υιοθέτηση και ενσωμάτωση στο ΕΣΕΚ ρήτρας ανάπτυξης που θα διασυνδέει την πρόοδο του προγράμματος απολιγνιτοποίησης με το ρυθμό αύξησης του τοπικού ΑΕΠ (Περιφερειακού ή σε επίπεδο ενεργειακών Δήμων).

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:47 | Καραμπίνης Μανώλης

    Ένα τελευταίο σχόλιο αναφορικά με το ρόλο της βιομάζας στην θέρμανση και ψύξη, ιδίως στον οικιακό και τριτογενή τομέα.

    Ορθώς αναφέρονται στοιχεία που αφορούν το πως πραγματοποιήθηκε η χρήση βιομάζας για θέρμανση από το 2011 και μετά (αυξημένη χρήση λόγω φορολογίας στο πετρέλαιο θέρμανσης, συχνά χρήση ακατάλληλων καυσίμων και τεχνολογιών, π.χ. καύση σε τζάκια).

    Ωστόσο, φαίνεται να αγνοούνται εντελώς οι σύγχρονες τεχνολογίες θέρμανσης με βιομάζα (π.χ. λέβητες κινουμενης εσχάρας, λέβητες «αεριοποίησης») οι οποίες σε συνδυασμό με συστήματα αντιρρύπανσης (π.χ. ηλεκτροστατικά φίλτρα, διαθέσιμα και σε μικρές δυναμικότητας συστήματα) και κατάλληλη επιλογή καυσίμων, μπορούν να οδηγήσουν σε πολύ υψηλές ενεργειακές αποδόσεις (> 90 %, ενώ υπάρχουν διαθέσιμοι στην αγορά ή είναι υπό απάπτυξη ακόμα και λέβητες συμπύκνωσης με βιομάζα) και με πάρα πολύ χαμηλές εκπομπές (σύμφωνα με τον Κανονισμό Ecodesign).

    Στον οικιακό τομέα, το ΕΣΕΚ προβλέπει διατήρηση του ρόλου της βιομάζας σε περίπου σταθερά απόλυτα νούμερα, ενώ για τον τριτογενή τομέα φαίνεται μια δραματική μείωση τα πρώτα χρόνια (από 25 ktoe το 2016 σε 9 ktoe το 2020 και μετέπειτα σχετική σταθερότητα), η οποία όμως δε δικαιολογείται πουθενά.

    Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται επίσης επιδότηση εγκατάστασης λεβήτων φυσικού αερίου για αντικατάσταση με λεβήτων πετρελαίου σε κεντρικές θερμάνσης, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τα σχόλια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην πρώτη έκδοση του ΕΣΕΚ για τερματισμό του καθε είδους επιδοτήσεων σε ορυκτά καύσιμα.

    Το ΕΣΕΚ οφείλει να συμπεριλάβει συγκεκριμένα μένα προώθησης της θέρμανσης με βιομάζα στον οικιακό και τριτογενή τομέα με χρήση κατάλληλων τεχνολογιών και όχι μόνο περιοριστικές δράσεις για τη χρήση της στα αστικά κέντρα.

    Ιδίως στις αγροτικές περιοχές, όπου υπάρχει αφθονία υπολειμματικής βιομάζας και πολλές περιοχές όπου έτσι κι αλλιώς το δίκτυο του φυσικού αερίου δεν πρόκειται να φτάσει, θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η αντικατάσταση λεβήτων κεντρικής θέρμανσης με πετρέλαιο με λέβητες βιομάζας. Η όποια επιδότηση εγκατάστασης τέτοιων συστημάτων θα πρέπει να γίνεται με αυστηρά τεχνικά κριτήρια καταλληλότητας, τα οποία μπορούν να συνδιαμορφωθούν σε συνεργασία με κατάλληλους θεσμικούς και ερευνητικούς / τεχνικούς φορείς.

    Καραμπίνης Μανώλης
    – Επιστημονικός Συνεργάτης Εθνικού Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης, Μέλος Δ.Σ. Ελληνικής Εταιρείας Ανάπτυξης Βιομάζας, Μέλος Δ.Σ. Bioenergy Europe (Ευρωπαϊκός Συνδεσμος Βιοενέργειας)

    Υ.Γ.: Από το ΕΣΕΚ απουσιάζει ο πίνακας με τις προβλέψεις για το ενεργειακό μείγμα στον αγροτικό τομέα.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:24 | Δημήτρης Γ. – Μηχανικός Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων

    Στις σχολές Βιομηχανικού Σχεδιασμού ανά την Ευρώπη, διδάσκεται ο ορισμός του Good Design:

    «Καλό Σχέδιο, είναι αυτό που επιλύει περισσότερα προβλήματα από όσα δημιουργεί»

    Είναι παραλογισμός στην προσπάθεια σωτηρίας της φύσης από την κλιματική αλλαγή, να καταστρέψουμε την ελάχιστη παρθένα φύση που μας έχει απομείνει και που έχουμε υπογράψει να προστατέψουμε, σε διεθνείς συμβάσεις. Οι μεγάλοι αιολικοί σταθμοί, αν και αποτελούν πολύ λιγότερο ρυπογόνα λύση από τη καύση ορυκτών καυσίμων, δεν παύουν να αποτελούν βιομηχανικά εργοστάσια ηλεκτρισμού, που δεν έχουν θέση μέσα σε προστατευόμενες και παρθένες φυσικές εκτάσεις. Οι επεμβάσεις μεγάλης κλίμακας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής μπορούν και πρέπει να γίνουν σε όλες τις υπόλοιπες περιοχές που ο άνθρωπος έχει ήδη υποβαθμίσει με την παρουσία και την ανάπτυξή του. H επιστημονική κοινότητα αναγνωρίζει ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη βιοποικιλότητα είναι η απώλεια των οικοσυστημάτων από την επέμβαση του ανθρώπου, με την κλιματική αλλαγή να έρχεται δεύτερη (ή και τρίτη για τα θαλάσσια όντα, με δεύτερη την υπεραλίευση).

    Η «γυμνή» αλπική ζώνη στις κορυφές των βουνών έχει τεράστια οικολογική σημασία, με το μεγαλύτερο αριθμό σπάνιων και ενδημικών φυτών και ζώων της χώρας να διαβιούν εκεί. Αρκετοί από τους πιο σπάνιους και εμβληματικούς γεωλογικούς σχηματισμούς της πατρίδας μας βρίσκονται στις κορυφές των βουνών και σχεδιάζεται να ισοπεδωθούν και να μπαζωθούν. Ακόμα και αν δεν υπάρχει δάσος στα ψηλά, οι φαρδιοί δρόμοι πρόσβασης πλάτους 5-10 μέτρων και μήκους πολλών χιλιομέτρων για κάθε αιολικό σταθμό, θα διανοιχθούν μέσα από τα δάση στα χαμηλά, με κοπή χιλιάδων δέντρων (που θα απορροφούσαν για εμάς διοξείδιο του άνθρακα δωρεάν και φιλικά προς το περιβάλλον, και σε ποσοτητες CO2 συγκρίσιμες με αυτές που θα μας γλιτώσουν τα αιολικα ) και θα κατακερματιστούν για πρώτη παρθένα οικοσυστήματα. Παράλληλα, η δημιουργία υποσταθμών ρεύματος και δικτύων υψηλής τάσης μέσα σε δασικές εκτάσεις, θα πολλαπλασιάσει τον κίνδυνο πυρκαγιάς. (όπως συνέβη στην πυρκαγιά που κατέστρεψε τον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας το 2007). Πολλές βραχονησίδες, ακόμα και αν από απόσταση μοιάζουν αδιάφορες, αποτελούν τελευταίο καταφύγιο εξαιρετικά σπάνιων φυτών και πουλιών. Λόγω του μικρού τους μεγέθους, η εγκατάσταση σε αυτές αιολικών σταθμών θα σημάνει την πλήρη ισοπέδωση τους.

    Στατιστικές πράγματι δείχνουν ότι τα πουλιά που σκοτώνονται από τα αιολικά αποτελούν λιγότερο από το 1% των ανθρωπογενών αιτίων θανάτου πτηνών, με τα περισσότερα να σκοτώνονται από προσκρούσεις σε κτήρια και από …τις γάτες! Το πρόβλημα ομως δεν είναι ο αριθμός των νεκρών πουλιών, αλλά το είδος τους. Τα πουλιά που θανατώνονται από τις γάτες και τα κτήρια, είναι αυτά που κατοικούν στις πόλεις, πχ σπουργίτια και περιστέρια. Αντίθετα, το σύνολο σχεδόν των πουλιών που θανατώνουν τα αιολικά, πρόκειται για σπάνια και προστατευόμενα είδη που μόνη τους κατοικία είναι οι κορυφές των βουνών και οι τελευταίες απάτητες νησίδες του Αιγαίου – εκεί ακριβώς που σχεδιάζεται κυρίως η εγκατάσταση των αιολικών. Σε σπάνια είδη, ακόμα και μικρός αριθμός θανάτων είναι ικανός να τα οδηγήσει σε εξαφάνιση. Θάνατος 10 περιστεριών δεν έχει οικολογικό αντίκτυπο, όμως θάνατος 10 Μαυρόγυπων αντιστοιχεί στο 10% του πληθυσμού των Βαλκανίων! Δεκάδες επιστημονικές διατριβές από την Ελλάδα και το εξωτερικό, επιβεβαιώνουν το πρόβλημα.

    Η αισθητική είναι πράγματι υποκειμενική και ανάλογη με τους καιρούς που ζούμε. Όμως για τα μελλοντικά κουφάρια των γεννητριών δεν υπάρχει ούτε νομοθετική υποχρέωση, ούτε οικονομικά εφικτή τεχνολογία να ανακυκλωθούν, ενώ οι επεμβάσεις στο τοπίο και ειδικά τα δεκάδες χιλιόμετρα νέων δρόμων θα υπάρχουν εκεί για πάντα – και θα είναι το φυσικό τοπίο που θα κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας. Ο κατασκότεινος – γεμάτος αστέρια – νυχτερινός ουρανός της ελληνικής υπαίθρου, είναι μια αξέχαστη εμπειρία που θα τους στερήσουμε – θα αντικατασταθεί από δεκάδες χιλιάδες κόκκινους φάρους «αποφυγής σύγκρουσης αεροσκαφών».
    Το ’50 και το ’60, οι κάτοικοι των πόλεων έβρισκαν αισθητικά όμορφες και μοντέρνες τις νεόδμητες τσιμεντένιες πολυκατοικίες, στη θέση των παλιών νεοκλασικών, όπως άλλωστε και τα ολοκαίνουρια λιγνιτικα εργοστάσια που θα έφερναν την ανάπτυξη. Η σημερινή ασχήμια και ρύπανση, είναι τελικά η κληρονομιά που μας άφησαν. Εμείς, τι κληρονομιά θέλουμε να αφήσουμε; Ισοπέδωση ακριβώς αυτής της τελευταίας παρθένας φυσης που πήγαμε να σώσουμε;

    Κάθε χώρα έχει ιδιαιτερότητες, που καθορίζουν και την βέλτιστη μορφή πράσινης ενέργειας που διαθέτει και είναι σκόπιμο να αξιοποιήσει. Πχ η Σκανδιναβία έχει πολλά νερά και επενδύει στους υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Η Ισλανδία πολλά ηφαίστεια και επενδύει στη Γεωθερμία. Η Δανία και η Γερμανία έχουν πολύ αέρα και επενδύουν στα αιολικά. Η Ελλάδα έχει πολύ ήλιο: είμαστε η πιο ηλιόλουστη χώρα της Ευρώπης, όμως παραμένουμε από τους τελευταίους στην εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα σε σχέση με τη Βόρεια Ευρώπη, δεν έχει τόσο αέρα όσο πιστεύουμε – μόνο στην ανοιχτή θάλασσα και δευτερευόντως στα βουνά – που όμως εκεί βρίσκεται το 95% των προστατευόμενων περιοχών της χώρας. Η άλλη μεγάλη ιδιαιτερότητα της ελληνικής φύσης είναι η κατοχή αρκετών Ευρωπαϊκών ρεκόρ: Είμαστε η πιο ορεινή χώρα – μπροστά ακόμα και από την Αυστρία, με τα περισσότερα ενδημικά είδη και με το μεγαλύτερο ποσοστό παρθένων προστατευόμενων περιοχών. Καμία ευρωπαϊκή χώρα (εκτός από εμάς) δεν τοποθετεί αιολικά εργοστάσια στις προστατευόμενες περιοχές της: Οι ανεμογεννήτριες μπαίνουν στην ανοιχτή θάλασσα, μακριά από τη στεριά και στις πεδιάδες ανάμεσα σε καλλιέργειες. Τα βουνά διατηρούνται ως εθνικά πάρκα και περιοχές ανάπτυξης εναλλακτικού τουρισμού.

    Ο αέρας στα βουνά είναι αρκετός. Όμως λόγω του απότομου γεωγραφικού ανάγλυφου, οι αέριες μάζες κινούνται ανομοιόμορφα και σε στροβιλισμούς. Τα πτερύγια των ανεμογεννητριών λειτουργούν όπως και αυτά των αεροπλάνων: χρειάζονται «στρωτή», ομοιόμορφα κινούμενη μάζα αέρα για να αποδώσουν. Τέτοιες συνθήκες επικρατούν στις πεδιάδες και την ανοιχτή θάλασσα. Παράλληλα, κάθε 1000 μέτρα που ανεβαίνουμε, μειώνεται περίπου 10% η ατμοσφαιρική πίεση, οδηγώντας σε εκθετική μείωση της απόδοσης – όσο πιο ψηλά, τόσο χειρότερα. Τέλος, οι ακραίες καιρικές συνθήκες στα βουνά κατά τους χειμερινούς μήνες οδηγούν στην απενεργοποίηση των αιολικών για μεγάλα χρονικά διαστήματα και στην απότομη μείωση της διάρκειας ζωής των εγκαταστάσεων.

    Στη χώρα μας, οι περιβαλλοντικές μελέτες για τις ΑΠΕ δεν συντάσσονται από ανεξάρτητο κρατικό φορέα, αλλά από ερευνητές που προσλαμβάνονται και πληρώνονται από την ενδιαφερόμενη επενδυτική εταιρία. Η παραπάνω διαδικασία είναι εξαιρετικά διαβλητή και μέχρι να αλλάξει ριζικά, είναι αστείο να συζητάμε για την εγκυρότητα των μελετών. Δεν έχει συνταχθεί καμία μελέτη που να διατείνεται ότι κάποιο αιολικό έργο θα πλήξει το περιβάλλον. Εγκεκριμένες περιβαλλοντικές μελέτες παρουσιάζουν ως αισθητικά και περιβαλλοντικά αδιάφορα μερικά από τα πιο επιβλητικά και παρθένα βουνά της χώρας, παραθέτοντας στοχευμένα ανακριβή στοιχεία και υποσχόμενες τεχνικούς περιορισμούς που είναι αδύνατο να μην καταπατηθουν απλώς και μόνο από τα τεχνικά χαρακτηριστικά του έργου. Οι περιβαλλοντικές μελέτες παραλείπουν σκοπίμως να υπολογίσουν την συσσωρευτική επίδραση στο περιβάλλον από τις εκατοντάδες άλλες επεμβάσεις για αιολικά στην περιοχή γύρω από το έργο.

    ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ να σταματήσει άμεσα η αλόγιστη και χωρίς μέτρο εγκατάσταση αιολικών, μέχρι να υπάρξει επιστημονικά αδιάβλητη τεκμηρίωση ενός χωροταξικού σχεδιασμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), που θα διασφαλίζει ότι καμία περιοχή μεγάλης περιβαλλοντικής ή αισθητικής αξίας δεν θα καταστραφεί από την προσπάθεια απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Είμαστε ανεκτικοί στην εγκατάσταση ΑΠΕ, εφόσον αυτή θα γίνει σε περιοχές που έχει ήδη υποβαθμίσει ο άνθρωπος με την παρουσία και την ανάπτυξή του. Ζητάμε σύσταση ανεξάρτητης δημόσιας αρχής, αρμόδιας για αντικειμενικές περιβαλλοντικές μελέτες, που θα λαμβάνουν υπ’οψην τη συσσωρευτική επίδραση όλων των επεμβάσεων σε κάθε περιοχή. Ζητάμε την εκπόνηση ουσιαστικών χαρτών ευαισθησίας, για την εξαίρεση όλων των προστατευόμενων και αισθητικά/τουριστικά σημαντικών περιοχών, κάτι που διαθέτουν ήδη οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

    ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ ΕΠΙΣΗΣ μια Ολιστική Συστημική Προσεγγιση για τη λύση, η οποία δεν πρέπει να επικεντρώνεται αποκλειστικά στην παραγωγή ενέργειας. Σύμφωνα με την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, η πλήρης απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, τόσο για την ηλεκτροδότηση όσο και για τις μεταφορές θα μας γλίτωνε μόλις από το 25% του διοξειδίου που εκλύουμε στην ατμόσφαιρα. Θα πρέπει να δώσουμε λοιπόν έμφαση σε αυτό το υπόλοιπο 75%. Αναλυτικά:
    Ένα επιπλέον 30% της μείωσης του διοξειδίου θα προέλθει από την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης / μείωση των ενεργειακών αναγκών: (κτήρια, φωτισμός, συσκευές, οχήματα, μεταφορές κλπ). Ένα άλλο 25% μπορεί να προέλθει από την εξυγίανση των μεθόδων αγροτικής παραγωγής και από τον έλεγχο της αποψίλωσης των δασών (που απορροφούν μεγάλα ποσά διοξειδίου από την ατμόσφαιρα ). Το υπόλοιπο 20% θα προέλθει από πληθώρα τεχνικών μέτρων και μικρότερων παραγόντων, όπως η πχ η αλλαγή συνηθειών της ζωής μας. (recycling, upcycling, μείωση υπερκατανάλωσης κρέατος, περιττής χρήσης αερομεταφορών κλπ.)
    Οι περισσότερες από τις παραπάνω προτεινόμενες δράσεις που δεν έχουν να κανουν με την παραγωγη ενεργειας, άμεσα ή έμμεσα θα οδηγούν μακροπρόθεσμα σε εξοικονόμηση έως και 100 ευρώ ανα μη παραχθέντα τόνο CO2, σε αντίθεση με τις διαφορες ΑΠΕ ή το φυσικό αέριο, οπου το κόστος φτάνει τα 30 ευρώ ανα μη παραχθέντα τονο CO2.
    Πηγη: Pathways to a Low-Carbon Economy: Global Greenhouse Gas Abatement Cost Curve v.2 McKinsey 2009

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:11 | Π & Λ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΧΩΡΙΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ

    Ως Σύλλογος Πρωτοχωρίου, δηλώνουμε τη μεγάλη ανησυχία και τους φόβους μας για τον βίαιο τρόπο με τον οποίο γίνεται η μετάβαση στη μετά τον λιγνίτη εποχή. Πιστεύουμε ότι η περιοχή θα βυθιστεί στο σκοτάδι, αφού τα ήδη μεγάλα ποσοστά ανεργίας θα γιγαντωθούν. Ο τόπος μας θα ερημώσει, οι νέοι θα αντιμετωπίσουν ένα ακόμη πιο δύσκολο μέλλον.Στηρίζουμε κάθε προσπάθεια για να μη σβήσει ο Δήμος Κοζάνης.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:10 | Νικόλαος Παπαγεωργίου ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΕΕ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

    ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ- ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΥΔΑΤΩΝ ΤΕΕ Κεντρικής και Δτυικής Θεσσαλίας ΓΙΑ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ 2019

    Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί ένα Στρατηγικό Σχέδιο για τα θέματα του Κλίματος και της Ενέργειας και παρουσιάζεται σε αυτό ένας αναλυτικός οδικός χάρτης για την επίτευξη συγκριμένων Ενεργειακών και Κλιματικών Στόχων έως το έτος 2030. Το ΕΣΕΚ παρουσιάζει και αναλύει τις προτεραιότητες και τα μέτρα πολιτικής, ενώ παράλληλα αποτελεί βασικό εργαλείο διαμόρφωσης της εθνικής πολιτικής για την Ενέργεια και το Κλίμα την επόμενη δεκαετία, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και τους στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ. Παρουσιάζει τις πολιτικές προτεραιότητες και τα μέτρα πολιτικής για την περίοδο 2021-2030 για την μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου (2021-2030), για την προώθηση των ΑΠΕ, για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης, για την ασφάλεια εφοδιασμού, για την αναμόρφωση της αγοράς ενέργειας, στον αγροτικό τομέα, στη ναυτιλία και στον τουρισμό και για την προώθηση της Έρευνας, Καινοτομίας και Ανταγωνιστικότητας.

    Α) Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

    Το ΕΣΕΚ θέτει για το έτος 2030 για τις ΑΠΕ, σημαντικά υψηλότερο στόχο σε σχέση με το μερίδιο συμμετοχής στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, αφού τίθεται πλέον στόχος για μερίδιο συμμετοχής κατ’ ελάχιστον στο 35%, σημαντικά υψηλότερο και από τον κεντρικό Ευρωπαϊκό στόχο για τις ΑΠΕ που είναι στο 32% ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα το μερίδιο των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας βρίσκεται περίπου στο 18%.
    Ειδικά στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής οι ΑΠΕ θα αποτελούν τη βασική πηγή εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής ήδη από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, ξεπερνώντας ως μερίδιο το 65% της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το έτος 2030 και το 60% στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, αξιοποιώντας με το βέλτιστο οικονομικά τρόπο το υψηλό εγχώριο δυναμικό που διαθέτει η χώρα μας ειδικά για αιολικούς και φωτοβολταϊκούς (Φ/Β) σταθμούς. Στη σελίδα 47 του ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «…Η επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου προϋποθέτει τον υπερδιπλασιασμό της σημερινής εγκατεστημένης ισχύος σχεδόν του συνόλου των τεχνολογιών ΑΠΕ με εξαίρεση αυτής των μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων…»
    Αναφέρεται επίσης στη σελ. 49 ότι: «…Στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, οι κυρίαρχες εφαρμογές για την επόμενη περίοδο που θα συνεισφέρουν στην επίτευξη των στόχων είναι τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά πάρκα, τα οποία κρίνονται και τα πλέον ώριμα και ανταγωνιστικά με κανόνες αγοράς και οικονομικότητας ως προς τις επιπτώσεις τους σε θέματα ενισχύσεων.»
    Ωστόσο αναφέρεται ότι η αξιοποίηση του υδροηλεκτρικού δυναμικού, αποτελεί επίσης προτεραιότητα, καθώς αποτελεί έναν πόρο ο οποίος πρέπει να αξιοποιείται όπου είναι διαθέσιμος. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να ολοκληρωθούν όλα τα υπό κατασκευή μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα, να αξιοποιηθεί το δυναμικό σε αρδευτικά/υδρευτικά έργα και υφιστάμενους ταμιευτήρες και να επιταχυνθεί η διαδικασία υλοποίησης μικρών υδροηλεκτρικών έργων.
    Από τα παραπάνω σημεία είναι προφανές ότι ο βασικός πυλώνας για την επίτευξη του κεντρικού στόχου για τις ΑΠΕ είναι η συμμετοχή των ΑΠΕ στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας με αποτέλεσμα ο συγκεκριμένος υποτομέας να αποτελεί την κύρια προτεραιότητα πολιτικής και να έχει και την υψηλότερη απαίτηση για την έγκαιρη και αποδοτική εφαρμογή των σχεδιαζόμενων μέτρων. Η επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου προϋποθέτει τον υπερδιπλασιασμό της σημερινής εγκατεστημένης ισχύος σχεδόν του συνόλου των τεχνολογιών ΑΠΕ με εξαίρεση αυτής των μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων.
    Οι υπολογισμοί που περιέχονται στο ΕΣΕΚ ότι η συμμετοχή της ΥΗΕ στην ηλεκτροπαραγωγή ελάχιστα θα μεταβληθεί (από 3,4 Gw σε 3,7 Gw) και θα μειωθεί σε σχέση με τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ του Ιανουαρίου του 2019 (από 3,42 σε 3,86 GW), εγείρει προβληματισμούς για το αν περιλαμβάνονται στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης μέχρι το 2030 να λειτουργήσουν όλοι οι υπό κατασκευή ΥΗ Σταθμοί στην περιοχή της Θεσσαλίας (ΥΗΕ Μεσοχώρας και ΥΗΕ Συκιάς).
    Θα θέλαμε να τονίσουμε εδώ τη σημασία και τα οφέλη, τόσο ενεργειακά όσο και κλιματικά, των υδροηλεκτρικών έργων για τη Θεσσαλία. Εκτός από τον πρωτογενή τομέα, βασικός τομέας με προοπτικές ανάπτυξης, που και αυτός συνδέεται άρρηκτα με τους υδατικούς πόρους, είναι η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας (ΥΗΕ).
    Ας σημειωθεί ότι η ΥΗΕ χαρακτηρίζεται από όλα τα βασικά πλεονεκτήματα των ΑΠΕ (μείωση – εξάλειψη εκπομπών CO2 στην ατμόσφαιρα, υποκατάσταση άλλων ρυπογόνων ή/και επικίνδυνων μορφών ενέργειας όπως ο λιγνίτης και η πυρηνική, η χρήση πετρελαίου κ.λ.π.). Επίσης η ΥΗΕ παρέχει την δυνατότητα αξιοποίησης σε οποιαδήποτε στιγμή κριθεί αναγκαία στο σύστημα (κάτι που δεν μπορεί να γίνει με ήλιο, αέρα) και το κυριότερο, προσφέρεται σε χαμηλές τιμές, περιορίζοντας τις πολύ υψηλές τιμές που σήμερα επιβαρύνουν την βιομηχανία, τους οικιακούς καταναλωτές κ.λ.π. Τέλος η κατασκευή έργων ΥΗΕ οδηγεί αντικειμενικά στην μείωση της πολύ υψηλής για την χώρα μας ενεργειακή εξάρτηση
    Επιπροσθέτως, τα περιβαλλοντικά οφέλη ενός Υδροηλεκτρικού Σταθμού είναι ποικίλα. Ακόμα και το μειονέκτημα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που δημιουργούνται προσωρινά εξ αιτίας των μεγάλης κλίμακας των αναγκαίων τεχνικών έργων, με μια καλοσχεδιασμένη μελέτη μπορεί και αυτό να μετατραπεί σε πλεονέκτημα, αφού εξασφαλίζουν τη ρύθμιση του συστήματος, καλύπτουν ανάγκες σε νερό σε τρίτους, παρέχουν Αντιπλημμυρική προστασία στα κατάντη και συμβάλλουν στην ανάπτυξη των περιοχών (αναψυχή, αλιεία, ναυταθλητισμός, κ.λ.π.) και στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος.
    Βασικά έργα συνεισφοράς στον ενεργειακό τομέα αποτελούν για την Θεσσαλία τα έργα Άνω Αχελώου, δηλαδή το ΥΗΕ Μεσοχώρας και το πολλαπλού σκοπού ΥΗΕ Συκιάς.
    Κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί αν περιλαμβάνεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα και κατά συνέπεια στους σχεδιασμούς της Κυβέρνησης, η ολοκλήρωση και λειτουργία των ημιτελών, υπό κατασκευή ΥΗΕ της Μεσοχώρας και της Συκιάς, τα οποία αναμένεται να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη για την Εθνική Οικονομία, την ενεργειακή απόδοση, την διείσδυση των ΑΠΕ και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος της περιοχής.
    Το έργο της Συκιάς βρίσκεται στα όρια των περιφερειών Θεσσαλίας και Ηπείρου. Το έργο είναι ημιτελές με ολοκλήρωσης περίπου 65% του φυσικού αντικειμένου. Το έργο κρίνεται ως έργο πολλαπλού σκοπού όπως το έργο Ν. Πλαστήρα. Προτείνεται ότι το νερό της Συκιάς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εμπλουτισμό των υπόγειων υδροφορέων, ενώ παράλληλα μπορεί να αποτελέσει ταμιευτήρα ασφαλείας στην περίπτωση έκτακτων συνθηκών ξηρασίας στην περιοχή. Επομένως το YHΕ Συκιάς αποτελεί σημαντικό έργο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αφού αφενός συνεισφέρει πράσινη ηλεκτρική ενέργεια αλλά και συμβάλει στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στους υδατικούς πόρους στη Θεσσαλία, αντιμετωπίζοντας το ελλειμματικό υδατικό ισοζύγιο και φαινόμενα λειψυδρίας στο μέλλον. Επιπλέον η χρήση του νερού αυτού για την άρδευση των καλλιεργειών θα συμβάλει στην μείωση της άντλησης από τα υπόγεια υδατικά συστήματα και κατ’ επέκταση στην κατανάλωση ενέργειας λόγω της άντλησης αλλά και την παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου.
    Επιπλέον εφόσον τα παραπάνω έργα συμπεριληφθούν στο Εθνικό σχέδιο για την δράση με τον κλίμα, αυτά θα συμβάλλουν στην επίτευξη:
    • ενός ολοκληρωμένου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης σε όλους τους οικονομικούς κλάδους,
    • του συνδυασμού της ανάπτυξης του ενεργειακού τομέα με την περιβαλλοντική προστασία με αποφασιστικά μέτρα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής
    • της επιλογής ενεργειακών πολιτικών με τη βέλτιστη σχέση κόστους-οφέλους για την ενεργειακή μετάβαση,
    • της ανάπτυξης ενεργειακών υποδομών
    • της μέγιστης αξιοποίησης κοινοτικών πόρων και μηχανισμών
    • της βέλτιστης οικονομικής αξιοποίησης των εγχώριων ενεργειακών πηγών που αποτελεί βασικό στόχο και επιδίωξη για την εξέλιξη του εθνικού ενεργειακού συστήματος
    • Της μείωσης του ποσοστού ενεργειακής εξάρτησης
    • της διασφάλισης της αναγκαίας επάρκειας ισχύος του Συστήματος
    • αντιμετώπισης της πρόκλησης για μεγάλη ανάγκη ευελιξίας συστήματος λόγω ένταξης των μεταβλητών ΑΠΕ και της στοχαστικότητάς τους, σε συνδυασμό με την απολιγνιτοποίηση
    • της αντιμετώπισης της πρόκλησης για αποθήκευση ενέργειας, μέσω αντλησιοταμίευσης
    που είναι οι ενεργειακοί και οι κλιματικοί στόχοι του ΕΣΕΚ.
    Επιπλέον, η ολοκλήρωση της εκτροπής του Αχελώου σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση των φραγμάτων εξασφαλίζουν:
    • Την διατήρηση (ή και αύξηση) των αρδευόμενων στρεμμάτων και των εργαζομένων σε αυτά,
    • την συμμόρφωση με την οδηγία 2000/60/ΕΚ για εξασφάλιση αποθέματος για περιπτώσεις λειψυδρίας
    • την άμεση έναρξη αποκατάστασης του υπόγειου υδροφορέα
    • την παραγωγή επιπλέον 300GWh ετησίως από πράσινη ενέργεια
    • την αύξηση κατά 17% της ισχύος των ΥΗ μονάδων παραγωγής ενέργειας της χώρας
    • το χαμηλό κόστος απάντησης στα προβλήματα (εκτίμηση για 0,3 δις € για ολοκλήρωση των έργων, )
    • την πλέον σύντομη απάντηση των προβλημάτων (εκτίμηση για αποπεράτωση έργων σε 5 έτη)
    • εκμετάλλευση του ήδη επενδεδυμένου κεφαλαίου 500 εκ. €
    Με δεδομένα όλα τα παραπάνω, ως ΤΕΕ-ΚΔΘ θεωρούμε απαραίτητο να περιληφθεί στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης η λειτουργία όλων των υπό κατασκευή ΥΗ Σταθμών στην Θεσσαλία (ΥΗΕ Μεσοχώρας και ΥΗΕ Συκιάς) μέχρι το 2030.

    Β) Προώθηση της κυκλικής οικονομίας

    Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η μετάβαση σε ένα κυκλικό πρότυπο ανάπτυξης θα οδηγήσει σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, θα βελτιώσει την αποδοτικότητα της χρήσης των πόρων και θα εισάγει νέα «κυκλικά επιχειρηματικά μοντέλα. Ταυτόχρονα η ολοκληρωμένη διαχείριση των οργανικών αποβλήτων θα συνεισφέρει στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
    Θεωρούμε κρίσιμης σημασίας την επιτάχυνση των διαδικασιών για τη διαχείριση των βιοαποβλήτων, την κατασκευή και λειτουργία πράσινων σημείων και την κατασκευή μονάδων επεξεργασίας αποβλήτων στην Θεσσαλία. Λόγω των σημαντικών καθυστερήσεων και με βάση την υφιστάμενη κατάσταση θεωρούμε ότι η επίτευξη των στόχων του ΠΕΣΔΑ Θεσσαλίας εντός του 2020 είναι ανέφικτη, κυρίως λόγω των αισιόδοξων στόχων που τέθηκαν στο ΕΣΔΑ. Απαιτείται συντονισμένη δράση όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η αναθεώρηση του ΕΣΔΑ και των ΠΕΣΔΑ θα πρέπει να λάβει υπόψη τις τοπικές συνθήκες και να εξασφαλίσει πηγές χρηματοδότησης για την υλοποίηση των έργων. Θεωρούμε ότι η συγκρότηση ενός Περιφερειακού ΦοΔΣΑ με οργανωτική και υπηρεσιακή δομή είναι αναγκαία, όπως επίσης και η σύσταση Φορέα Σχεδιασμού Περιφερειακού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΦΟ.Σ.ΠΕΣΔΑ) με αποκλειστική αρμοδιότητα τη σύνταξη –εκπόνηση ή τροποποίηση του ΠΕΣΔΑ Θεσσαλίας. Τέλος απαραίτητα στοιχεία θεωρούνται η καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης στους πολίτες, η δημιουργία κινήτρων για την χρήση των πράσινων σημείων, ο σχεδιασμός και η λειτουργία της κάρτας δημοτών και η θεσμοθέτηση εναλλακτικού συστήματος χρέωσης των ανταποδοτικών τελών στους Δήμους με βάση την ποσότητα των παραγόμενων απορριμμάτων και όχι τα τετραγωνικά (σύστημα ΠΟΠ<Πληρώνω Όσο Πεταώ / PAYT<Pay As You Throw), δίνοντας έτσι κίνητρο για τη μείωση παραγωγής των συμμείκτων απορριμμάτων και την ενίσχυση της ανακύκλωσης.

    Γ) Βελτίωση Ενεργειακής Απόδοσης / ΠΠ3.10: Προώθηση παρεμβάσεων εκσυγχρονισμού υποδομών ύδρευσης/αποχέτευσης και άρδευσης

    Είναι γνωστό ότι τα δίκτυα ύδρευσης αποτελούν ενεργοβόρα συστήματα όπου το ενεργειακό κόστος για την άντληση, μεταφορά, διύλιση, διανομή του πόσιμου νερού και η μεταφορά και ο καθαρισμός των αποβλήτων για την ασφαλή απόδοσή τους στον τελικό αποδέκτη, καλύπτουν το 7% της συνολικής παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης. Οι σημαντικές ποσότητες νερού που χάνονται στα δίκτυα ύδρευσης (ξεπερνούν σε κάποιες περιπτώσεις και το 50% της ποσότητας νερού που εισέρχεται στα δίκτυα ύδρευσης) και η αύξηση του πληθυσμού που θα ζει σε αστικές περιοχές, συντελούν σε σημαντικές καταναλώσεις ενέργειας με μεγάλο κόστος.
    Είναι ιδιαίτερα σημαντική η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας στα δίκτυα ύδρευσης και στις μονάδες επεξεργασίας λυμάτων. Το ίδιο το νερό των δικτύων ύδρευσης μπορεί να αποτελέσει πηγή παροχής ενέργειας με την χρήση κατάλληλων συσκευών όπως οι PATs (pumps-as-turbines) που παράγουν ενέργεια μειώνοντας παράλληλα την πίεση ώστε να μειώνονται οι διαρροές στα δίκτυα ύδρευσης. Ταυτόχρονα ο εκσυγχρονισμός των δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης και των μονάδων επεξεργασίας αποβλήτων με την χρήση αντλητικών συστημάτων ενεργειακής αναβάθμισης και την παραγωγή βιοαερίου κρίνεται αναγκαίος. Είναι απαραίτητο λοιπόν να προβλεφθούν πηγές χρηματοδότησης τέτοιων δράσεων.

    Δ) Γενικά Σχόλια

    α)Μικροσυμπαραγωγή: Η συμπαραγωγή μικρής (≤ 1 MWe) και πολύ μικρής (≤ 50 kWe) κλίμακας με σκοπό την ικανοποίηση οικονομικά δικαιολογημένης, ταυτόχρονης ζήτησης για ηλεκτρισμό, θέρμανση ή/και ψύξη (τρι-παραγωγή), ζήτησης που δεν υπερβαίνει τις υπάρχουσες ανάγκες θέρμανσης ή/και ψύξης σπιτιών και μεγαλύτερων κτιρίων ή συγκροτημάτων, και η οποία διαφορετικά θα ικανοποιείτο, σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς, από διαδικασίες παραγωγής χρήσιμων μορφών ενέργειας διαφορετικές από τη συμπαραγωγή αντιμετωπίζει νομοθετικά προβλήματα αδειοδότησης. Είτε είναι μία μικρή επιχείρηση, είτε μία μεγάλη, είτε ένα συγκρότημα κατοικιών, ή μία πολυκατοικία, η διαδικασία αδειοδότησης είναι ίδια με έργα μεγαλύτερης ισχύος. (Αδειοδότηση, περιβαλλοντικά, ~2 έτη για άδεια).
    Επιπλέον θα πρέπει να προβλεφθεί οι ιδιώτες να μην χρειάζεται να κάνουν έναρξη, στα πρότυπα του net metering.
    Χιλιάδες εγκαταστάσεις φυσικού αερίου μικρής ισχύος θα μπορούσαν να μετατραπούν σε μονάδες συμπαραγωγής με την ριζική αλλαγή της αδειοδοτικής νομοθεσίας.
    β)Εταιρείες Ενεργειακών Υπηρεσιών
    Προκειμένου να λειτουργήσει η αγορά των ενεργειακών υπηρεσιών ώστε να απελευθερωθούν ιδιωτικά κεφάλαια στην αγορά την εξοικονόμησης ενέργειας, απαιτείται η υιοθέτηση του Διεθνούς Πρωτοκόλλου Μέτρησης και Επαλήθευσης Απόδοσης από την Ελληνική Πολιτεία. Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος ως ο Τεχνικός Σύμβουλος της Πολιτείας, μπορεί να συνδράμει σε αυτήν την κατεύθυνση.

    Τελικά Συμπεράσματα – Προτάσεις

    Το ΤΕΕ παράρτημα Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας ως τεχνικός σύμβουλος της πολιτείας παραθέτει τις προτάσεις του αναφορικά στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα 2019.
    1.Κρίνεται αναγκαίο να περιληφθεί στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης η λειτουργία όλων των υπό κατασκευή ΥΗ Σταθμών στην Θεσσαλία (ΥΗΕ Μεσοχώρας και ΥΗΕ Συκιάς) μέχρι το 2030 προς κάλυψη των στόχων του ΕΣΕΚ.
    2.Στη Θεσσαλία η επιτάχυνση των διαδικασιών για τη διαχείριση των βιοαποβλήτων, την κατασκευή και λειτουργία πράσινων σημείων και την κατασκευή μονάδων επεξεργασίας αποβλήτων είναι κρίσιμης σημασίας. και απαιτεί συντονισμένη δράση όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η αναθεώρηση του ΕΣΔΑ και των ΠΕΣΔΑ θα πρέπει να λάβει υπόψη τις τοπικές συνθήκες και να εξασφαλίσει πηγές χρηματοδότησης για την υλοποίηση των έργων. Θεωρούμε απαραίτητη τη συγκρότηση ενός Περιφερειακού ΦοΔΣΑ, τη σύσταση Φορέα Σχεδιασμού Περιφερειακού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΦΟ.Σ.ΠΕΣΔΑ), την καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης στους πολίτες και τη δημιουργία κινήτρων με τη θεσμοθέτηση εναλλακτικού συστήματος χρέωσης των ανταποδοτικών τελών στους Δήμους με βάση την ποσότητα των παραγόμενων απορριμμάτων και όχι τα τετραγωνικά.
    3.Κρίνεται αναγκαία η εξασφάλιση χρηματοδότησης για δράσεις μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας στα δίκτυα ύδρευσης / αποχέτευσης και παραγωγής πράσινης ενέργειας για την τοπική κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών (π.χ. χρήση PATs). Είναι εξίσου σημαντική η εξασφάλιση χρηματοδότησης για την παραγωγή βιοαερίου για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών των μονάδων επεξεργασίας λυμάτων.
    4.Τέλος κρίνεται απαραίτητη η αλλαγή της αδειοδοτικής νομοθεσίας για τη συμπαραγωγή μικρής και πολύ μικρής κλίμακας.
    5.Για την εκκίνηση της αγοράς των ενεργειακών υπηρεσιών, κρίνεται αναγκαία η ενσωμάτωση IPMVP (Διεθνές πρωτόκολλο μέτρησης και επαλήθευσης απόδοσης) στην Ελληνική Νομοθεσία.

    Ο Πρόεδρος του ΤΕΕ Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας
    Νικόλαος Παπαγεωργίου

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:38 | ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΟΥ ΣΕΡΒΙΩΝ

    Ο Δήμος Σερβίων, που βρίσκεται στο νότιο τμήμα του Ν. Κοζάνης, με πληθυσμό περί τις 11.382 κατ., διαθέτει στα διοικητικά του όρια δύο ορυχεία λιγνίτη, το ορυχείο Προσηλίου και το ορυχείο Λάβας. Στα διοικητικά του όρια βρίσκονται επίσης και δύο από τους μεγαλύτερους ταμιευτήρες της ΔΕΗ, οι Πολυφύτου και Ιλαρίωνα, επί του ποταμού Αλιάκμωνα, που τροφοδοτούν τους υδροηλεκτρικού σταθμούς Πολυφύτου και Ιλαρίωνα αντίστοιχα.
    Ο λιγνίτης των ορυχείων Λάβας και Προσηλίου είναι υψηλότερης θερμιδικής αξίας (μέση κατώτερη θερμογόνος δύναμη 2.000 έως 2.400 Kcal/Kg) σε σχέση με τους λιγνίτες των λεκανοπεδίων Κοζάνης – Πτολεμαϊδας και Φλώρινας (1.100 έως 1.450 Kcal/kg). Για τον λόγο αυτό τα δύο αυτά ορυχεία τροφοδοτούν τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ με λιγνίτη για εμπλουτισμό του μίγματος καυσίμου, με ποσότητες που κυμαίνονται από 900 έως 1200 χιλ ετησίως τόνους λιγνίτη, συνολικού κόστους περί τα 40 εκ. ευρώ, συμβάλλοντας κατά 40% στο ΑΕΠ της περιοχής.
    Η οικονομική δραστηριότητα των ορυχείων αυτών είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον Δήμο Σερβίων, αφού εξασφαλίζουν περισσότερες από 400 άμεσες και περί τις 1000 έμμεσες θέσεις εργασίας (συντελεστής μόχλευσης 3) , με σχεδόν αποκλειστικό «πελάτη» την ΔΕΗ.
    Η βίαιη απολιγνιτοποίηση σημαίνει ότι Δήμος Σερβίων θα περιέλθει σε οικονομικό μαρασμό, με την απότομη αύξηση της ανεργίας σε επίπεδα που θα ξεπεράσουν και το 50% (!!!) και την συνεπαγόμενη φτωχοποίηση των νοικοκυριών. Ήδη η περιοχή έχει τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στην Π.Ε Κοζάνης, που εκτιμάται ότι βρίσκονται πάνω από 30% στον σύνολο του πληθυσμού και πάνω από 60% στους νέους κάτω των 30 ετών.
    Η μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική, που ήδη είναι ιδιαίτερα έντονη στην περιοχή, θα γενικευτεί, και η περιοχή μετά από λίγα χρόνια θα ερημώσει, ως αποτέλεσμα της τόσο βίαιης και χωρίς σχέδιο απολιγνιτοποίησης!!!
    Στο ΕΣΕΚ γίνεται αναφορά για ένα «Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης» για τις λιγνιτικές περιοχές, χωρίς να γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο κείμενο του ΕΣΕΚ για πολιτικές, διοικητικά και οικονομικά μέτρα, εξειδίκευση αυτών, πόρους χρηματοδότησης και χρονοδιάγραμμα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της απολιγνιτοποίησης. Εξάλλου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόβαλε ενστάσεις για την απουσία αναφοράς στην εξειδίκευση του σχεδίου δίκαιης μετάβασης στο σχέδιο του προηγούμενου ΕΣΕΚ.
    Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προαναφερόμενα, προτείνεται να ληφθούν υπόψη στο ΕΣΕΚ:
    1. Ο Δήμος Σερβίων να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα και τον σχεδιασμό του Σχεδίου Δίκαιης Μετάβασης του ΕΣΕΚ ως Δήμος άμεσα πληττόμενος από την βίαιη απολιγνιτοποίηση,
    2. Η μετάβαση στην πλήρη απολιγνιτοποίηση πρέπει να είναι περισσότερο ομαλή με χρονικό ορίζοντα αυτόν που υιοθέτησαν τα ευρωπαϊκά όργανα, δηλαδή ως το 2050, με σταδιακή απόσυρση των παλαιών λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ως το 2030 και των νέων (Άγιος Δημήτριος 5, Πτολεμαϊδα 5, Μελίτη) ως το 2050). Επίσης να είναι ισοδύναμα κατανεμημένη στις πληττόμενες περιοχές, που σημαίνει ότι θα πρέπει να συνεχίσει η λειτουργία των ορυχείων λιγνίτη περιοχής Σερβίων για όσο διάστημα θα λειτουργούν λιγνιτικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή. Η απόφαση για πλήρη απολιγνιτοποίηση έως το 2028 (5η μονάδα Πτολεμαϊδας) και 2023 όλες οι υπόλοιπες μονάδες, σύμφωνα με τις τελευταίες εξαγγελίες του πρωθυπουργού, θα αποτελέσει φοβερά βίαια αλλαγή, που θα οδηγήσει στην πλήρη αποδιοργάνωση και ερημοποίηση όλου του νομού Κοζάνης αλλά και της περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας.
    Σε κάθε περίπτωση:
    3. Ο σχεδιασμός δίκαιης μετάβασης πρέπει να συμπεριληφθεί στο ΕΣΕΚ άμεσα ώστε να ξεκινήσει και η υλοποίησή του.
    4. Ο σχεδιασμός δίκαιης μετάβασης πρέπει να μεριμνήσει για την ομαλή μετάβαση, που σημαίνει και την εξασφάλιση της βιώσιμης λειτουργίας των ορυχείων της περιοχής με χρήση λιγνίτη σε συστήματα μικτής καύσης ή άλλες χρήσεις.
    5. Για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας θα πρέπει το σχέδιο μετάβασης να μεριμνήσει όχι μόνο για την συνέχιση της λειτουργίας των υφιστάμενων τηλεθερμάνσεων της περιοχής με εναλλακτικά καύσιμα, αλλά και να δοθούν κίνητρα για την ανάπτυξη νέων μικρών συστημάτων τηλεθέρμανσης υψηλής απόδοσης στους μικρούς οικισμούς/πόλεις, με συστήματα μικτής καύσης βιομάζας και λιγνίτη, στα πλαίσια μιας κυκλικής τοπικής οικονομίας που θα μεγιστοποιήσει την προστιθέμενη αξία στην περιοχή και θα συμβάλλει στην διατήρηση θέσεων εργασίας. Άλλωστε αυτού του είδους οι δραστηριότητες (καύσης λιγνίτη) δεν συμμετέχουν στο εμπόριο των ρύπων του CO2. Επομένως, στο πλαίσιο της δίκαιης μετάβασης, θα πρέπει να υπάρχει ως στόχος η κατά το δυνατό συνέχιση της λειτουργίας των ορυχείων της περιοχής, παράγοντας λιγνίτη για χρήσεις μικρής κλίμακας που δεν συμμετέχουν στο χρηματιστήριο CO2. Οι δράσεις αυτές πρέπει να συμπεριληφθούν στο σχέδιο δίκαιης μετάβασης. Η μικτή χρήση βιομάζας και συμβατικών ορυκτών καυσίμων (π.χ. λιγνίτη) να θεωρείται τηλεθέρμανση ή συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης, βάσει της οδηγίας 27/2012.
    6. Οι δύο μεγάλοι ταμιευτήρες, Πολυφύτου και Ιλαρίωνα, θα πρέπει κατά προτεραιότητα να συμπεριληφθούν στον σχεδιασμό διαχείρισης και αποθήκευσης ενέργειας για την ευστάθεια του συστήματος, με την μετατροπή τους σε αντλησιοταμιευτικούς, από απλούς ηλεκτροπαραγωγικούς. Έτσι θα μεγιστοποιηθεί η συνεισφορά τους στο εθνικό ενεργειακό σύστημα, με παράλληλα οφέλη στην περιοχή από την ανάπτυξη των νέων έργων και θέσεων εργασίας
    7. Ο σχεδιασμός της δίκαιης μετάβασης πρέπει να συμπεριλάβει και την ολοκλήρωση των αρδευτικών υποδομών της περιοχής, που σχετίζονται με τους δύο ταμιευτήρες, Πολυφύτου και Ιλαρίωνα.
    8. Το κλείσιμο των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και των ορυχείων δεν αφορά μόνο τους υπαλλήλους της ΔΕΗ Α.Ε., για τους οποίους έχει ήδη μεριμνήσει η πολιτεία με τον Ν.4643/2019 και μεριμνά η ΔΕΗ Α.Ε.. Αφορά και όλους τους άλλους, άμεσα και έμμεσα εμπλεκόμενους με την λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή (όπως εταιρείες εργοληπτικές και εργαζόμενους σε αυτές, στα ορυχεία και τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, εκμεταλλευτές των άλλων ορυχείων, εργαζόμενους στα ορυχεία που δεν εκμεταλλεύεται η ΔΕΗ Α.Ε., μεταφορικές εταιρείες και εργαζόμενους σε αυτές, δορυφορικές της ΔΕΗ Α.Ε. επιχειρήσεις, κλπ), συμπεριλαμβανομένων και όλων των άμεσα και έμμεσα απασχολούμενων στα ορυχεία περιοχής Σερβίων, για τους οποίους η πολιτεία δεν έχει μεριμνήσει και οφείλει να σχεδιάσει για το μέλλον τους!!! Όλοι αυτοί, όπως και οι υπόλοιποι κάτοικοι της περιοχής, θα πληγούν ανεπανόρθωτα, με την σημαντική αλλαγή της οικονομικής δραστηριότητας της περιοχής. Είναι ζωτικής σημασίας, να ληφθούν μέτρα στο Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης για όλους τους κατοίκους της περιοχής, και του Δήμου Σερβίων, οι οποίοι σημειώνεται πως έχουν ήδη πληγεί σημαντικά από την κατασκευή του ταμιευτήρα Πολυφύτου με την δέσμευση μεγάλων εκτάσεων.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:24 | ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ

    ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ–ΚΗΕ
    Κύριε Υπουργέ
    Η πρωθυπουργική δέσμευση για το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων ξάφνιασε πολλούς αλλά ανησύχησε πολύ περισσότερους. Σίγουρα, η εξαγγελία του πρωθυπουργού προβληματίζει σοβαρά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στη Δυτική Μακεδονία και την Αρκαδία και ο λόγος είναι απλός: Οι οικονομίες των περιοχών, όπου η ΔΕΗ αναπτύσσει λιγνιτική δραστηριότητα εδώ και έξι δεκαετίες, είναι άμεσα εξαρτημένες από αυτή και το σβήσιμο των μονάδων θα έχει σοβαρότατες επιπτώσεις και όχι μόνον οικονομικές.
    Όμως οι αρνητικές επιπτώσεις δεν περιορίζονται σε τοπικό επίπεδο. Αντίθετα, η απόφαση έχει σαφείς επιπτώσεις σε εθνικό επίπεδο και μάλιστα σοβαρές επιπτώσεις.
    Με δεδομένο ότι θα χρειαστούν αρκετά ακόμη χρόνια για την πλήρη ικανοποίηση των αναγκών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είναι επόμενο ότι η χώρα μας θα χρειαστεί μονάδες παραγωγής που θα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες ηλεκτροδότησης σε συνθήκες πυκνής νέφωσης και άπνοιας.
    Είναι εύκολα αντιληπτό ότι τη θέση των λιγνιτικών μονάδων που θα κλείσουν θα πάρουν οι μονάδες φυσικού αερίου με ότι αυτό συνεπάγεται για την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας από ένα εισαγόμενο καύσιμο που, σε αντίθεση με τον εγχώριο λιγνίτη, είναι εκτεθειμένο όχι μόνον σε οικονομικούς (διακυμάνσεις τιμών) αλλά και σε γεωπολιτικούς κινδύνους.
    Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι μόλις το 2016, η χώρα μας αντιμετώπισε σοβαρό πρόβλημα εξαιτίας της έλλειψης φυσικού αερίου. Το black out αποφεύχθηκε χάρη στις λιγνιτικές μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας.
    Είναι ακριβώς αυτοί οι λόγοι που προκαλούν ανησυχία και προβληματισμό για τη σκοπιμότητα της κυβερνητικής επιλογής την ίδια στιγμή που άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία χρησιμοποιούν άνθρακα, δεν βιάζονται καθόλου και θα συνεχίσουν να παράγουν ενέργεια πολύ πέρα από το 2028.
    Η Γερμανία θα παράγει ενέργεια από ανθρακικούς σταθμούς μέχρι το 2038 ενώ η Πολωνία και η Τσεχία για πολύ περισσότερο.
    Η κυβέρνηση υποστηρίζει αυτή την επιλογή και βέβαια θα κριθεί για αυτή. Είναι όμως σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι το οικονομικό κόστος αυτής της επιλογής δεν έχει αποτιμηθεί και βέβαια ούτε είναι γνωστά, ούτε πολύ περισσότερο η κυβέρνηση έχει προσδιορίσει τα οικονομικά οφέλη αυτής της επιλογής. Αντί αυτών το μόνο που προβάλλεται είναι το μήνυμα της πράσινης οικονομίας και η ελπίδα για βιώσιμη ανάπτυξη!
    Χωρίς συγκεκριμένους στόχους, ούτε καν υποθέσεις, η χώρα εγκαταλείπει το λιγνίτη, ένα εγχώριο καύσιμο, που συνέβαλε αποφασιστικά στην οικονομική πρόοδο της Ελλάδας και θα μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην ανάκαμψή της μετά από την επώδυνη οικονομική κρίση που κράτησε μια δεκαετία.
    Αναφορικά με τις αιτιάσεις του υπουργείου για το υπέρογκο κόστος των λιγνιτικών μονάδων που επιβαρύνουν τη ΔΕΗ με 300 εκατ. ευρώ το χρόνο και πως θα άξιζε «να πληρώνονται οι εργαζόμενοι χωρίς να δουλεύουν», η απάντηση είναι απλή. Μπορεί να κλείσουν οι μονάδες (για να μην υπάρχει και το νομικό βάρος στις πλάτες του υπουργείου) αλλά με κάποιο τρόπο η κυβέρνηση θα πρέπει να μεριμνήσει για την επάρκεια και την ασφάλεια του συστήματος. Επειδή πιστεύουμε πως είναι απαραίτητες οι λιγνιτικές μονάδες για αυτούς τους λόγους πρέπει να αποζημιώνονται.
    Στη δεδομένη οικονομική συγκυρία όπου η χώρα πρέπει να στηριχτεί σε επιχειρήσεις στρατηγικού χαρακτήρα όπως η ΔΕΗ και σε δικούς της πόρους όπως το εθνικό καύσιμο, για να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, η κυβέρνηση επιλέγει το φυσικό αέριο, το οποίο εκτός από κοστοβόρο δεν είναι και «αθώο»: κατά την καύση του παράγεται –αν και σε μικρότερες ποσότητες- διοξείδιο του άνθρακα (CO2). Σε περίπτωση μάλιστα που έχουμε και διαρροή πριν την καύση του, τότε οι επιπτώσεις για το περιβάλλον, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι πολύ χειρότερες.
    Είναι γνωστό, σε όσους παροικούν στην «ενεργειακή Ιερουσαλήμ» ότι το δυσβάστακτο κόστος της εκπομπής ρύπων που «φορτώθηκε» η ΔΕΗ, θα μπορούσε να αποφευχθεί. Δυστυχώς, την ώρα που άλλες χώρες της Ε.Ε. (Πολωνία, Τσεχία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Κροατία, Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία & Σλοβακία) με παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη έπαιρναν δωρεάν δικαιώματα εκπομπής ρύπων CO2, οι κυβερνήσει στη χώρα μας απεμπόλησαν αυτό το δικαίωμα.
    Οι προκλήσεις της προστασίας του περιβάλλοντος είναι παρούσες και κανείς δεν της αγνοεί. Ωστόσο, είναι βασικό να εξετάζουμε κάθε φορά τις επιπτώσεις των επιλογών μας. Η χώρα μας δεσμεύεται από τις αποφάσεις των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι μέρος πολυμερών συνθηκών για το κλίμα όπως αυτή του Παρισιού. Τις ίδιες υποχρεώσεις και δεσμεύσεις έχουν και άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ όπως η Γερμανία, η Πολωνία και η Τσεχία τα οποία όμως, διατηρούν τον άνθρακα στο ενεργειακό τους μίγμα.
    Είναι συνετό λοιπόν στους σχεδιασμούς να προχωράμε με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες και ανάγκες και να προσεγγίζουμε τους στόχους με τη μέγιστη δυνατή ευελιξία. Το κόστος της μιας ή της άλλης λύσης έχει σημασία. Γιατί θα πρέπει να απαξιωθούν λιγνιτικοί σταθμοί σύγχρονης τεχνολογίας όπως αυτοί της Μελίτης και της Μεγαλόπολης αλλά και ο πλέον σύγχρονος της Ευρώπης, η Πτολεμαίδα V; Και αυτό δεν αφορά μόνον στο εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα της απόσβεσης.
    Στη Δυτική Μακεδονία, οι σύγχρονες μονάδες μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους και στη δεκαετία του 2030 όπως ο ΑΗΣ Μελίτης, η 5η μονάδα του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου και βέβαια η νέα μονάδα «Πτολεμαΐδα 5».
    Αντίστοιχα, στη Μεγαλόπολη μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν η Μονάδα 3 μέχρι το 2025 και η Μονάδα 4 έως το 2032, γεγονός που θα επιτρέψει την πλήρη αξιοποίηση των απολήψιμων κοιτασμάτων.
    Η βεβιασμένη κίνηση της κυβέρνησης για το κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών δίνει μάλλον λάθος εντυπώσεις για το δρόμο που έχει διανύσει η χώρα μας σχετικά με τους στόχους (20-20-20) που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα βρίσκεται πολύ πιο μπροστά από άλλες όπως η Ολλανδία.
    Είναι εντυπωσιακό ότι η λιγνιτική παραγωγή στη χώρα μας έχει μειωθεί δραματικά στη διάρκεια της τελευταίας 15ετίας. Μεταξύ του 2004 και του 2019 η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη υποτετραπλασιάστηκε! Από 63% έπεσε στο 18% ως ποσοστό συμμετοχής στη συνολική ηλεκτροπαραγωγή. Οι απώλειες για το λιγνίτη ήταν «κέρδη» για το φυσικό αέριο: Από 15,5% που είχε το 2004 έφθασε να είναι πλέον το βασικό καύσιμο ηλεκτροπαραγωγής με 49% (με στοιχεία Σεπτεμβρίου). Την ίδια περίοδο η συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών από το 1,5% έφθασε στο 27% σήμερα. Αυξήθηκε ,σχεδόν κατά 14 φορές! Η αλματώδης αύξηση των ΑΠΕ πληρώθηκε «ακριβά» από τους καταναλωτές μέσω του ΕΤΜΕΑΡ, το οποίο αυξήθηκε κατά 11.000% καθώς από 0,30ευρω ανά MWh έφθασε στα 27 ευρώ η MWh.
    Παράλληλα, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι αυτή η δραματική μείωση της λιγνιτοπαραγωγής σήμανε και τη μείωση, κατά ανάλογο τρόπο, των εκπομπών ρύπων εξαιτίας της καύσης λιγνίτη.
    Συμπερασματικά, η χώρα μας δεν υστερεί σε επιδόσεις έναντι των άλλων χωρών. Αντίθετα, βρίσκεται μεταξύ των χωρών που έχουν προχωρήσει.
    Η θέση μας λοιπόν είναι σαφής: Μπορούμε να προχωρήσουμε με ένα συγκροτημένο σχέδιο που θα προβλέπει τη σταδιακή απόσυρση των παλαιών λιγνιτικών μονάδων και συνέχιση της λειτουργίας τους μέχρι την ολοκλήρωση του χρόνου ζωής των νεότερων μονάδων.
    Αυτό θα επιτρέψει την οικονομική εκμετάλλευση των μονάδων, έστω και με τις απαιτούμενες μικρής έκτασης επενδύσεις, μέχρι την εξάντληση των κοιτασμάτων και παράλληλα η ύπαρξη αυτών των λίγων μεγάλων μονάδων παραγωγής θα θωρακίσει ενεργειακά τη χώρα μας.
    Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να συνεχιστεί η λειτουργία των Μονάδων 3 και 4 του ΑΗΣ Καρδιάς μέχρι την ένταξη στο σύστημα της νέας Μονάδας Πτολεμαΐδα 5.
    Συνέχιση της λειτουργίας των Μονάδων 1 και 2 του ΑΗΣ Αμυνταίου και ταυτόχρονα εξεύρεση λύσης για την περιβαλλοντική τους αναβάθμιση προκειμένου να λειτουργήσουν μέχρι την εξάντληση των κοιτασμάτων της περιοχής Αμυνταίου.
    Αντίστοιχες περιβαλλοντικές επενδύσεις και στις Μονάδες 3 και 4 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου προκειμένου να λειτουργήσουν τουλάχιστον μέχρι το 2030.
    Μετά την περιβαλλοντική αναβάθμιση της Μονάδας 5 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου επιβάλλεται αυτή να διατηρηθεί στο σύστημα τουλάχιστον μέχρι το 2035.
    Επίσης, διατήρηση των Μονάδων 1 και 2 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου εντός του συστήματος με βάση και την Μελέτη Επάρκειας Ισχύος του ΑΔΜΗΕ.
    Ολοκλήρωση της κατασκευής της νέας Μονάδας Πτολεμαΐδα 5 και διατήρηση της στο σύστημα τουλάχιστον μέχρι το 2050.
    Επίσης, η διαδικασία αυτή θα ελαχιστοποιήσει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της απολιγνιτοποίησης που ελάχιστα έχουν υπογραμμιστεί. Το βίαιο κλείσιμο των λιγνιτωρυχείων εγείρει το ζήτημα της αποκατάστασης των εδαφών που εκτείνονται σε χιλιάδες στρέμματα, ζήτημα που απασχολούσε έως τώρα αποκλειστικά τη ΔΕΗ. Ομοίως εξαιρετικά σοβαρό είναι το ζήτημα της αυτανάφλεξης του λιγνίτη με όλες τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα έχει για τις γειτνιάζουσες περιοχές.
    Η ευθύνη της κυβέρνησης αλλά και όλων όσοι συμμετέχουν στο δημόσιο διάλογο για την απολιγνιτοποίηση και τη δίκαιη μετάβαση των περιοχών σε ένα νέο οικονομικό μοντέλο, είναι μεγάλη.
    Ελπίζουμε ότι έχουν ήδη εκτιμηθεί οι επιπτώσεις από το πρόωρο σβήσιμο των λιγνιτικών μονάδων. Τα μεγέθη, οικονομικά και στατιστικά, είναι μεγάλα και από μόνα τους δείχνουν τις διαστάσεις του προβλήματος που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε.
    Η απόφαση του πρωθυπουργού αφορά αποκλειστικά περιοχές όπου αφενός υπάρχει υψηλός βαθμός εξάρτησης της συνολικής δραστηριότητας από τη λειτουργία της ΔΕΗ και αφετέρου καταγράφονται υψηλά ποσοστά ανεργίας.
    Ένα βασικό πρόβλημα συνεπώς, είναι ο αντίκτυπος στη συνολική απασχόληση και στο συνολικό εισόδημα των νοικοκυριών που εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από τη δραστηριότητα της ΔΕΗ.
    Η μετάβαση απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα διαμορφώνει έναν «οδικό χάρτη» για το πώς θα προχωρήσουμε και βεβαίως χρειάζεται πόρους και μάλιστα σημαντικούς πόρους.
    Χρειάζεται ακόμη λεπτομερή σχεδιασμό δράσεων και μέτρων, από τα μικρά έως τα μεγαλύτερα. Και βεβαίως το ζήτημα της τηλεθέρμανσης των πέντε πόλεων είναι ένα από αυτά. Μάλιστα είναι από τα πλέον εμβληματικά μέτρα καθώς η αξιοποίηση της θερμικής ενέργειας των λιγνιτικών σταθμών επέδρασε θετικά – καταλυτικά στο περιβάλλον, αφαιρώντας τους ρύπους των κεντρικών θερμάνσεων που δημιουργούσε η καύση πετρελαίου από δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά.
    Οι περιοχές σε μετάβαση χρειάζονται ένα νέο αναπτυξιακό – οικονομικό μοντέλο και ένα νέο μακρόπνοο σχέδιο το οποίο θα μπορεί να εκτιμήσει τις ανάγκες και να προτείνει τα κατάλληλα μέτρα. Ο νέος παραγωγικός προσανατολισμός της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας χρειάζεται γενναίες αποφάσεις και γενναίες επενδύσεις. Διαφορετικά θα γίνουμε μάρτυρες μιας νέας εσωτερικής μετανάστευσης που θα πλήξει άμεσα τις δύο περιοχές.
    Με στατιστικούς όρους, για κάθε μια θέση εργασίας στη ΔΕΗ που θα καταργηθεί κινδυνεύουν άμεσα άλλες τρεις στον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, για κάθε 10.000 τόνους παραγόμενου λιγνίτη συντηρούνται άλλες 3,5 θέσεις εργασίας. Είναι αντιληπτό πόσο άμεσες θα είναι οι επιπτώσεις και αυτές πρέπει να προλάβουμε.
    Στα ορυχεία και τους σταθμούς της Δυτικής Μακεδονίας έχουμε 5.508 άμεσες θέσεις εργασίας (ΔΕΗ) και με στατιστικούς όρους 15.000 θέσεις συνολικά, άμεσα και έμμεσα. Αυτό είναι ένα σημαντικό μέγεθος γιατί αφορά 15.000 νοικοκυριά και κατά συνέπεια οι μεταβολές που συζητάμε θα αφορούν περισσότερους από 45.000 ανθρώπους (εργαζόμενοι και μέλη των οικογενειών τους). Παρ΄ όλα αυτά οι εργαζόμενοι που θα επηρεαστούν στην πατρίδα μας είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό των ανθρώπων που θα πλήξει συνολικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση η ανθρακοποίηση και ανέρχεται στις 277.000.
    Στην αντίθετη περίπτωση οι εξελίξεις θα έχουν αρνητικό πρόσημο και οι κοινωνικές επιπτώσεις θα είναι ραγδαίες, δίκην χιονοστιβάδας.
    Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι ακόμα και τώρα, τη στιγμή της δημόσιας διαβούλευσης για το νέο Εθνικό Σχέδιο, το τόσο κρίσιμο και ζωτικό -για τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας- ζήτημα της μετάβασης είναι άγνωστη, σχεδόν μυστική περιοχή: Κανείς δεν ξέρει τίποτα!
    Με ποιες προϋποθέσεις, λοιπόν, θα πραγματοποιηθεί η «δίκαιη μετάβαση» όταν δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα αλλά ούτε καν στόχοι για το νέο παραγωγικό μοντέλο των λιγνιτικών περιοχών; Με δεδομένο ότι από τον σχεδιασμό έως την κατασκευή και τη θέση σε λειτουργία μιας λιγνιτικής μονάδας απαιτούνται τουλάχιστον δέκα χρόνια, πόσος χρόνος θα απαιτηθεί άραγε για την κατάρτιση και υλοποίηση του «Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης»;
    Εξίσου προβληματικό είναι το γεγονός ότι ενώ ο προγραμματισμός που γίνεται σε ενωσιακό (ΕΕ) επίπεδο έχει ορίζοντα το 2050, το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα σταματά στο 2030. Σε σχέση με τους αντίστοιχους σχεδιασμούς των άλλων κρατών-μελών υπάρχει ένα κενό προγραμματισμού-σχεδιασμού τουλάχιστον 20 χρόνων. Και αυτό από μόνο του είναι μια επιπλέον πηγή ανησυχίας για τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς την οποία δεν αναιρεί η θέση σε διαβούλευση του νέου κειμένου για τη «Μακροχρόνια Στρατηγική για το έτος 2050».
    Για τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ – ΚΗΕ
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
    Γιώργος Αδαμίδης Αντώνης Καρράς

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:11 | Πρωτοβουλίας Αθήνας για την προστασία των Αγράφων

    Παρατηρήσεις και σχόλια της Πρωτοβουλίας Αθήνας για την προστασία των Αγράφων

    Το ΕΣΕΚ χρησιμοποιεί μία τεχνοκρατική ιδιόλεκτο, η οποία έχει ως κύρια χαρακτηριστικά την διατυμπάνιση “φιλόδοξων” ποσοτικά στόχων για την ενεργειακή “μετάβαση”, ως απαραίτητης συνιστώσας για την πολιτική αναχαίτισης της κλιματικής αλλαγής.

    Ωστόσο, η σχετική φρασεολογία και τα ποσοτικά στοιχεία, εντάσσονται απολύτως στον mainstream λόγο περί κλιματικής αλλαγής, που δεν θέτει υπό αμφισβήτηση το τρέχον μοντέλο ανάπτυξης και προϋποθέτει ως δεδομένο ότι μπορεί η ανθρωπότητα να συνεχίσει στο δρόμο που βαδίζει, της υπερκατανάλωσης (έστω με μικρές προσαρμογές όπως η απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης) και της ανάπτυξης (έστω πράσινης). Πρόκειται δηλαδή για ένα σχέδιο προσαρμοσμένο στην φρασεολογία και την ιδεολογία της πράσινης ανάπτυξης που κλείνει το μάτι στον ναρκισσισμό και τον καταναλωτισμό του homo economicus: δεν χρειάζεται να μεριμνήσουμε για τίποτ’ άλλο, παρά μόνο για το πόσο γρήγορα θα εγκαταστήσουμε τις ΑΠΕ και θα απεξαρτηθούμε από το λιγνίτη και τα ορυκτά καύσιμα, ώστε να σωθεί ο πλανήτης από την κλιματική αλλαγή που προκαλείται από τα αέρια θερμοκηπίου.
    Εάν όμως η επίκληση της κλιματικής αλλαγής (ή πλέον της κλιματικής κατάστασης ανάγκης, κατά τη νέα φρασεολογία) έχει έρεισμα στην πραγματικότητα, θα έπρεπε να υπάρχουν πολύ πιο ριζοσπαστικά μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και περιορισμού των επιβλαβών εκπομπών (π.χ. άμεσος περιορισμός της χρήσης ορυκτών καυσίμων στις μεταφορές με αποθάρρυνση της αγοράς και χρήσης ΙΧΕ, ενίσχυση των ΜΜΜ, ενθάρρυνση της τοπικής παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων για κατανάλωση σε κοντινές αγορές) που να αμφισβητούν ριζικά το καταναλωτικό και παραγωγικό μοντέλο. Η έλλειψη τέτοιου τύπου μέτρων υποδεικνύει ότι η ενεργειακή “μετάβαση” είναι στην πραγματικότητα μια εκστρατεία οικειοποίησης και ιδιωτικοποίησης φυσικών πόρων σε όφελος μεγάλων βιομηχανικών παραγωγών ενέργειας, με εξωτερίκευση του οικονομικού κόστους (περίπλοκα καθεστώτα παντοειδών επιδοτήσεων και ενισχύσεων για διείσδυση των ΑΠΕ και ταυτόχρονα για διαθεσιμότητα ισχύος των συμβατικών μονάδων που εξασφαλίζουν την επάρκεια του συστήματος) και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων λόγω της αλόγιστης επέκτασης των ενεργειακών υποδομών.

    Έτσι, η επιφανειακά αρραγής τεχνοκρατική γλώσσα χρησιμεύει στην συγκάλυψη και απόκρυψη των ανεπαρκειών και των παρασιωπήσεων που αφορούν τις δυσμενείς επιπτώσεις που θα έχει στο περιβάλλον το προτεινόμενο σχέδιο. Ειδικότερα:

    1. Γίνεται λόγος ( εισαγωγικά στη σελ. 4, και πιο αναλυτικά σελ. 109 – 111) για απλοποίηση και βελτίωση του αδειοδοτικού πλαισίου για τις ΑΠΕ, ενώ είναι γνωστό ότι το ήδη υφιστάμενο πλαίσιο είναι διάτρητο και στην εφαρμογή του εξαιρετικά προβληματικό από άποψη περιβαλλοντικής προστασίας.
    Έτσι, αδειοδοτούνται περιβαλλοντικά πληθώρα έργων ΑΠΕ ακόμη και εντός προστατευόμενων περιοχών με ΜΠΕ και ΕΟΑ οι οποίες βρίθουν από ανακρίβειες, παραλείψεις και υποτίμηση των επιπτώσεων. Μία από τις αιτίες αυτής της κατάστασης είναι η επαγγελματική και οικονομική εξάρτηση των μελετητών που συντάσσουν τις ΜΠΕ από τους επενδυτές. Οι επενδυτές είναι πελάτες των μελετητών και ως γνωστόν, ο πελάτης έχει πάντα δίκιο. Και το δίκιο του επενδυτή γίνεται αν όχι νόμος, πάντως ατομική διοικητική πράξη, χάρη στις ΜΠΕ που επιφανειακά μόνο εξετάζουν τις επιπτώσεις με τρόπο τέτοιο ώστε να επιτευχθεί η ποθούμενη από τον πελάτη αδειοδότηση.
    Είναι λοιπόν απαραίτητο να προβλεφθεί ότι οι μελετητές που συντάσσουν τις ΜΠΕ δεν θα επιλέγονται από τον επενδυτή, αλλά από την αδειοδοτούσα αρχή και ότι το κόστος της ΜΠΕ θα καταλογίζεται στον επενδυτή. Επίσης οι αδειοδοτικές αρχές στις οποίες υποβάλλονται οι μελέτες αυτές, πρέπει να είναι επαρκώς στελεχωμένες ώστε να μπορούν να κρίνουν τις μελέτες αυτές με την εμβρίθεια που απαιτείται.
    Εξάλλου, οι μελέτες πρέπει να ελέγχονται, τουλάχιστον δειγματοληπτικά και σε ικανό δείγμα (π.χ. 20%) από ανεξάρτητους επιστήμονες, ώστε να κρίνεται η επάρκεια των μελετητών.

    Στη σελ. 85 αναφέρεται ότι “Τα απαιτούμενα μέτρα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή περιλαμβάνουν παρεμβάσεις που στοχεύουν στη διατήρηση της βιοποικιλότητας, την πιο αποτελεσματική χρήση υδάτινων πόρων, τη διαχείριση δασών, …. τον περιορισμό της αστικής επέκτασης ”.
    Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ευρύτατη επέκταση των ΑΠΕ που προβλέπει το ΕΣΕΚ πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν θα αντιστρατεύεται όλους αυτούς τους στόχους. Απαιτείται λοιπόν να διαφυλαχθεί το φυσικό περιβάλλον, τα δάση, οι υδατικοί πόροι και η βιοποικιλότητα και για το σκοπό αυτό πρέπει να περιοριστεί όσο το δυνατόν η επέκταση των ενεργειακών υποδομών, είτε ΑΠΕ είτε συμβατικών, σε μη τροποποιημένη γη.
    Όλες οι νέες υποδομές πρέπει να εγκατασταθούν σε ήδη τροποποιημένη γη, να υπάρξουν αντικίνητρα για την εγκατάσταση ΑΠΕ σε μη τροποποιημένη γη, να αποφευχθεί η διάνοιξη δρόμων.
    Άλλωστε, τα διάφορα επικίνδυνα ή ακραία καιρικά φαινόμενα, έχουν αυξημένες επιπτώσεις λόγω της τεράστιας επέκτασης των ανθρώπινων υποδομών στο χώρο και η επέκταση των υποδομών αυτών, υπό το πρόσχημα της εγκατάστασης ΑΠΕ, δεν αμβλύνει, αλλά επιτείνει τα σχετικά προβλήματα.

    Όσον αφορά το χωροταξικό πλαίσιο, αναφέρεται (σελ. 111) ότι θα καταστούν εκ των προτέρων γνωστές, με σαφήνεια και διαφάνεια, οι κατηγορίες περιοχών στις οποίες αποκλείεται εν όλω ή εν μέρει η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ ή είναι κατάλληλες για την εγκατάσταση έργων ΑΠΕ και ότι θα καθορισθούν οι προϋποθέσεις εγκατάστασης, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια όπως η φυσιογνωμία, η περιβαλλοντική προστασία, η φέρουσα ικανότητα και οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες κάθε περιοχής εγκατάστασης.
    Ωστόσο, η αναφορά ότι για την αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου των ΑΠΕ θα «ληφθούν υπόψη» κριτήρια περιβαλλοντικής προστασίας, είναι εντελώς αόριστη. Η αοριστία αυτή επιτείνεται από την έλλειψη οιασδήποτε εξειδίκευσης και οιασδήποτε δέσμευσης αναφορικά με την απαιτούμενη προστασία της βιοποικιλότητας, των υδατικών πόρων, των δασών και δασικών εκτάσεων, για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως.

    Περαιτέρω, στο ΕΣΕΚ δεν αναφέρεται χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου θα ολοκληρωθεί η αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου. Ενώ λοιπόν τίθενται ιδιαίτερα φιλόδοξοι στόχοι για επέκταση των ΑΠΕ, και ιδίως των ΑΣΠΗΕ, σε εγκατεστημένη ισχύ και σε συμμετοχή στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, δεν λαμβάνεται καμία μέριμνα για την έγκαιρη αναμόρφωση του χωροταξικού σχεδιασμού για τις ΑΠΕ. Και τούτο παρά το γεγονός ότι το ισχύον «Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας» (ΕΠΧΣΑΑ -ΑΠΕ), που χρονολογείται στο 2008, θα έπρεπε να έχει αναθεωρηθεί και να έχει θεσπίσει αυστηρότερο καθεστώς για τις προστατευόμενες περιοχές. Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει διαδικασία διερεύνησης της νομιμότητας του συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου, λόγω του ότι παραβιάζει τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ (Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής – Υπόθεση 2014/4073), από την άποψη ότι έχει εκπονηθεί χωρίς επαρκή δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων στις περιοχές του δικτύου Natura 2000.

    Άλλωστε, ο προσδιορισμός της συμμετοχής των διαφόρων μορφών ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα πρέπει να γίνει μόνο μετά την αναθεώρηση του ΕΧΠΣΑΑ -ΑΠΕ, ώστε να είναι δυνατό να καθορισθεί κατά ακριβέστερη προσέγγιση η δυνατότητα εγκατάστασης κάθε μορφής ΑΠΕ από άποψη ισχύος. Συνεπώς, η πρόβλεψη συγκεκριμένων στόχων χωρίς την προηγούμενη αναθεώρηση του ΕΠΧΣΑΑ – ΑΠΕ εγκυμονεί τον κίνδυνο χωροθέτησης νέων ΑΣΠΗΕ, ΜΥΗΕ, υβριδικών και υποδομών αντλησιοταμίευσης βάσει ενός παρωχημένου χωροταξικού πλαισίου , το οποίο έχει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης. Πολλώ δε μάλλον, δεν θα είναι επιτρεπτό η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ να γίνει επί τη βάσει διαδικασιών τύπου “fast track” που θα δημιουργούν τετελεσμένα για το περιβάλλον.

    Είναι δε εξαιρετικά ανησυχητικό ότι η αναθεώρηση του ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ έχει παραπεμφθεί στις καλένδες, ενώ επίσης και οι ΕΠΜ για τις προστατευόμενες περιοχές ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα να μην έχει ακόμη θεσπιστεί το απαιτούμενο για καθεμία καθεστώς προστασίας. Έτσι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να προχωρήσει, υπό την επίκληση των δεσμεύσεων που απορρέουν από την διεθνή, ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία, και σε εφαρμογή του ΕΣΕΚ, η αθρόα αδειοδότηση των ΑΠΕ και ιδίως των ΑΣΠΗΕ, ακόμη και σε προστατευόμενες περιοχές, βάσει του ισχύοντος ανεπαρκούς αδειοδοτικού και προστατευτικού πλαισίου.

    Σε σχέση με τα ανωτέρω, θα πρέπει να αποκλειστεί άμεσα και καθολικά η χωροθέτηση ΑΣΠΗΕ σε περιοχές Natura, όπως άλλωστε ισχύει όχι μόνο στην Κύπρο και στην Βουλγαρία, αλλά και σε ορισμένα κρατίδια της Γερμανίας (π.χ. Βαυαρία). Η απαγόρευση αυτή πρέπει να καλύπτει και τα υβριδικά, τα υδροηλεκτρικά και τις υποδομές αντλησιοταμίευσης.

    2. Σε ό,τι αφορά τα αιολικά, προβλέπεται (πίνακας 9, σελ. 49) καθαρή παραγωγή 17,1 ΤWh ηλεκτρικής ενέργειας το 2030, ενώ στον πίνακα 8, σελ. 49, εγκατεστημένη ισχύς 7 GW για το ίδιο έτος.
    Η πρόβλεψη για την εγκατάσταση αιολικών ισχύος 7 GW συμβιβάζεται δύσκολα με όσα αναγράφονται στη μελέτη επάρκειας ισχύος του ΑΔΜΗΕ 2019 -2030. Εκεί αναφέρεται ότι “Η πρόβλεψη της εξέλιξης της εγκατεστηµένης ισχύος ΑΠΕ παρουσιάζει αντίστοιχες ή και µεγαλύτερες δυσχέρειες από αυτές της πρόβλεψης φορτίου. Η εξέλιξη της εγκατεστηµένης ισχύος των ΑΠΕ εξαρτάται τόσο από την πρόοδο της αδειοδοτικής διαδικασίας των έργων, όσο και από τις επενδυτικές πρωτοβουλίες και δυνατότητες των επενδυτών.
    Σηµειώνεται ότι υπάρχει µεγάλη χρονική υστέρηση µεταξύ του χρόνου χορήγησης των προσφορών σύνδεσης και της υλοποίησης των έργων µε ευθύνη των αντίστοιχων παραγωγών. ”

    Αυτή η μεγάλη χρονική υστέρηση έχει ως αποτέλεσμα διάφορα έργα ΑΣΠΗΕ των οποίων η υλοποίηση καθυστερεί με ευθύνη των παραγωγών, να απολαμβάνουν υψηλών λειτουργικών ενισχύσεων (καθεστώτα feed in tariff και feed in premium) ενώ οι τρέχουσες τιμές των μειοδοτικών δημοπρασιών να είναι κατά πολύ χαμηλότερες, γεγονός που δημιουργεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και υπερβολικής επιβάρυνσης των καταναλωτών μέσω του ΕΤΜΕΑΡ.
    Παράδειγμα, οι αδειοδοτηθέντες ΑΣΠΗΕ των εταιρειών ΑΝΕΜΟΔΟΜΙΚΗ και ΠΟΥΝΕΝΤΗΣ, όπου ενώ ο βαθμός υλοποίησης των έργων είναι μηδενικός με ευθύνη των εταιρειών, παρά ταύτα οι εταιρείες έχουν εγγυημένες τιμές από το 2016 στα 98 ευρώ η MWh, ενώ οι επιτευχθείσες τιμές για αιολικές εγκαταστάσεις με ισχύ μεταξύ 3-50MW στη δημοπρασία της ΡΑΕ της 1ης Ιουλίου 2019 κυμάνθηκαν από 69,18 €/MWh έως 59,09 €/MWh και η μεσοσταθμική τιμή ανήλθε σε 67,31 €/Mwh. Είναι σκανδαλώδες να επιτρέπεται στις εταιρείες να υλοποιούν τα έργα με τόσο μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με τον χρόνο κατά τον οποίον κλειδώνουν οι τιμές πώλησης του ρεύματος.

    Εξάλλου, και αυτή η μεσοσταθμική τιμή της τελευταίας δημοπρασίας είναι εξαιρετικά υψηλή, καθώς η μείωση από την τιμή εκκίνησης (69,18 € ανά MWh) ήταν της τάξης του 2,7% μόλις, γεγονός που υποδηλώνει συνθήκες μειωμένου ανταγωνισμού και ίσως και συνεννόησης μεταξύ των “ανταγωνιστών”.
    Τα παραπάνω καθιστούν απλώς ευχολόγιο το αναφερόμενο στη σελ. 73 ότι επιδιώκεται η συνεχής αύξηση της ανταγωνιστικότητας, από πλευράς κόστους παραγωγής, των τεχνολογιών παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ.

    Επίσης, για να παραχθεί ενέργεια 17,1 TWh από ΑΣΠΗΕ ισχύος 7 GW προϋποτίθεται συντελεστής φόρτισης 27,88%. Ωστόσο, με βάση τα αναφερόμενα στην ανωτέρω μελέτη του ΑΔΜΗΕ (πίνακας 4.8, σελ. 21), ο συντελεστής φόρτισης των ΑΣΠΗΕ παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις στη διάρκεια του έτους, από 18,35% τον Ιούνιο και 18,41% τον Σεπτέμβριο έως 29,59% τον Φεβρουάριο (στοιχεία 2013 -2017). Δεδομένου ότι ο προϋποτιθέμενος συντελεστής πλησιάζει πολύ το άνω όριο της διακύμανσης, είναι αβέβαιο εάν θα επιτευχθεί η επιδιωκόμενη ενέργεια με την αναφερόμενη εγκατεστημένη ισχύ.

    3. Γίνεται επίσης λόγος (σελ. 4) για βέλτιστη ένταξη των ΑΠΕ στα ηλεκτρικά δίκτυα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τεράστια διασπορά έργων ΑΠΕ συνεπάγεται την επέκταση των δικτύων μεταφοράς Μέσης και Υψηλής Τάσης. Η κακή συντήρηση του ήδη υφιστάμενου εναέριου δικτύου ευθύνεται, ωστόσο, ήδη για πολλές πυρκαγιές σε δασικές και αγροτικές εκτάσεις. Αυτό είναι άλλωστε κάτι που έχει αντίκρυσμα και στην διεθνή εμπειρία. Στην Καλιφόρνια, που πλήττεται τα τελευταία χρόνια από μεγάλες πυρκαγιές, έχει αποδειχθεί ότι αρκετές εξ αυτών οφείλονται στην πλημμελή συντήρηση του δικτύου μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, η ευθύνη για το οποίο ανήκει στην εκεί εταιρεία Pacific Gas and Electric. Η αύξηση του κινδύνου των πυρκαγιών λόγω της τεράστιας επέκτασης του εναέριου δικτύου αποτελεί μία “εξωτερικότητα” η οποία δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη στον σχεδιασμό και την κοστολόγηση των σχετικών έργων.

    4. Το ΕΣΕΚ προβλέπει τη λειτουργία συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας και στη σελ. 55 γίνεται λόγος για προώθηση της αντλησιοταμίευσης ως διαδεδομένη διεθνώς μορφή αποθήκευσης. Ωστόσο, με τα υφιστάμενα σήμερα δεδομένα, τέτοια συστήματα έχουν πολύ υψηλό οικονομικό κόστος και τεράστια περιβαλλοντική επιβάρυνση.
    Το υβριδικό έργο της ΔΕΗ Ανανεώσιμες στην Ικαρία (ΝΑΕΡΑΣ), για το οποίο γίνεται λόγος στη σελ. 63, το οποίο περιλάμβανε την κατασκευή δύο ταμιευτήρων ύδατος, κόστισε 50 εκατομμύρια ευρώ και θα καλύπτει μόλις το ½ των ενεργειακών αναγκών του εν λόγω νησιού (ετήσια παραγωγή 9,8 Gwh το χρόνο). Δηλαδή το κόστος της αρχικής επένδυσης ανά παραγόμενη GWh ετησίως ανήλθε σε πάνω από 5 εκατομμύρια ευρώ. Για να καλυφθεί λοιπόν υποθετικά το διασυνδεδεμένο σύστημα για παραγωγή της τάξεως των 50.000 GWh ανά έτος, θα απαιτούντο συνολικά 250 δισεκατομμύρια ευρώ αρχικές επενδύσεις, ποσό απαγορευτικό. Εξάλλου, για το εν λόγω πάλι έργο απαιτήθηκαν εκσκαφές της τάξεως του 1 εκατομμυρίου κυβικών μέτρων.
    Είναι προφανές ότι για να υλοποιηθούν έργα αντλησιοταμίευσης στην κλίμακα που απαιτείται για να καλυφθεί η διείσδυση των στοχαστικών ΑΠΕ, θα απαιτηθούν τεράστια χωματουργικά έργα, τα οποία θα υποβαθμίσουν και θα καταστρέψουν ολόκληρες περιοχές. Η δέσμευση εξάλλου του πολύτιμου, τόσο για την ύδρευση, όσο και την άρδευση νερού, σε τεράστιες ποσότητες, δημιουργεί προβλήματα στον υδρολογικό κύκλο, στην επάρκεια ύδατος και συνιστά έμμεση ιδιωτικοποίηση ενός ζωτικού φυσικού πόρου.

    5. Ο στόχος για μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2030 στο επίπεδο του 2017 (σελ. 5) είναι εξαιρετικά ανεπαρκής. Λόγω της κρίσης η τελική κατανάλωση ενέργειας είχε μειωθεί μεταξύ 2009 – 2013 κατά 25% περίπου. Έκτοτε η τελική κατανάλωση αυξήθηκε κάπως από το ναδίρ του 2013 κατά 10-15%. Το να επιδιωχθεί ουσιαστικά η διατήρησή της στο επίπεδο αυτό ως το 2030 συνεπάγεται εντέλει πολύ περιορισμένες φιλοδοξίες για την ενεργειακή αποδοτικότητα και την εξοικονόμηση.

    6. Ο τομέας των μεταφορών έχει μεγάλο περιθώριο για βελτίωση της εξοικονόμησης και της ενεργειακής αποδοτικότητας. Για να γίνει αυτό απαιτείται βελτίωση των ΜΜΜ, ώστε να ενθαρρυνθεί η χρήση τους τόσο από τους κατοίκους των πόλεων όσο και για την διασύνδεση των πόλεων, αντί της επέκτασης της χρήσης των ΙΧΕ. Ουδείς ωστόσο λόγος γίνεται σχετικά στο ΕΣΕΚ. Απαιτείται επίσης η λήψη θαρραλέων αλλά αναγκαίων μέτρων αποθάρρυνσης της χρήσης των ΙΧΕ.

    7. Ο υπερφιλόδοξος στόχος της πλήρους απολιγνιτοποίησης ως το 2028, κατ’ επίκληση της ανάγκης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, έχει ως έμμεση συνέπεια και ανομολόγητη επιδίωξη, την ριζική ιδιωτικοποίησης της ενέργειας και των ενεργειακών υποδομών: Επειδή ο λιγνίτης υπήρξε η βάση της παραγωγής της ΔΕΗ για δεκαετίες, το κλείσιμο των λιγνιτικών εργοστασίων συνεπάγεται την τεράστια απώλεια μεριδίου της ΔΕΗ στην ηλεκτροπαραγωγή.
    Εν τέλει πάντως, οι αποσυρόμενες λιγνιτικές μονάδες προβλέπεται να αναπληρωθούν σε μεγάλο βαθμό από μονάδες φυσικού αερίου “που θα παρέχουν και την απαιτούμενη ευελιξία στο σύστημα”.
    Έτσι όμως ο στόχος της μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης για τον οποίο γίνεται λόγος στη σελ. 61, από τα υψηλά μέσα ποσοστά που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια, περίπου 78%, μέχρι το έτος 2030 γύρω στο 70%, παρά την απολιγνιτοποίηση της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής και την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, είναι αβέβαιο πώς θα επιτευχθεί.
    Γίνεται βέβαια αναφορά στην ανάπτυξη της εξόρυξης υδρογονανθράκων, επιλογή η οποία όμως εγκυμονεί τεράστιους περιβαλλοντικούς κινδύνους λόγω πιθανών διαρροών.

    8. Γίνεται λόγος (σελ. 14) για ανάπτυξη συστημάτων αυτοπαραγωγής από ΑΠΕ για την κάλυψη των κτιριακών αναγκών για ηλεκτρική ενέργεια, μέσω και της ενίσχυσης του ρόλου των καταναλωτών. Οι δράσεις αυτές θα οδηγήσουν σε χαμηλότερο κόστος διαβίωσης. Πρέπει, ωστόσο, να παρασχεθούν οι τρόποι και τα μέσα, ώστε να βοηθηθούν οι πολίτες να πραγματοποιήσουν τη μετάβαση αυτή.
    Η αναφορά αυτή είναι αόριστη και απαιτείται διευκρίνιση και εξειδίκευση μέτρων.

    9. Σε ό,τι αφορά την γεωθερμία, προβλέπεται μηδαμινή ουσιαστικά ανάπτυξη (ηλεκτροπαραγωγή μόλις 0,6 Twh) και εγκατεστημένη ισχύ μόλις 0,1 GWh, χωρίς να είναι σαφές για ποιο λόγο.

    10. Σε ό,τι αφορά τα βιοκαύσιμα, επισημαίνονται ορθά (σελ. 53) τα προβλήματα από την καύση τους. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η κατάταξη των βιοκαυσίμων στις ΑΠΕ, τη στιγμή που τα προϊόντα της καύσης τους παράγουν μικροσωματίδια, επιβλαβή αέρια και αέρια θερμοκηπίου, είναι προβληματική.

    11. Όσον αφορά, εξάλλου, τα πλαστικά μίας χρήσης, πρέπει να τεθούν άμεσα δεσμευτικοί στόχοι για τον ριζικό περιορισμό και την προοδευτική απόσυρση των πλαστικών συσκευασιών σε όσο το δυνατόν πιο μεγάλη κλίμακα.

    Τι ζητάμε;
    ● Να σταματήσουν άμεσα τα παράνομα έργα στο οροπέδιο της Νιάλας Αγράφων και να τηρηθούν από το ΥΠΕΝ οι διατυπώσεις που προβλέπει η περιβαλλοντική νομοθεσία για τυχόν έγκριση των ΕΟΑ που υπέβαλαν οι επενδύτριες εταιρείες.

    ● Να εξαιρεθούν τα Άγραφα στο σύνολο τους από τις Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας. Να ανακληθούν όλες οι άδειες ΑΣΠΗΕ και Μικρών Υδροηλεκτρικών στα Ευρυτανικά και τα Θεσσαλικά Αγραφα.

    ● Να ανασταλεί κάθε αδειοδοτική διαδικασία, καθώς και η ισχύς των αδειών εγκατάστασης ενόσω εκκρεμεί η αναθεώρηση του Ειδικού Χωροταξικού για τις ΑΠΕ και η διαδικασία παραβίασης που έχει κινήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εις βάρος της Ελλάδας για την ανεπαρκή προστασία προστατευόμενων περιοχών.

    ● Να εφαρμόσει η χώρα μία πραγματικά βιώσιμη ενεργειακή πολιτική χωρίς εκπτώσεις στην ακεραιότητα του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Καμία περιοχή περιβαλλοντικής ή πολιτιστικής αξίας να μη θυσιαστεί για την ενεργειακή μετάβαση.

    ● Την εκπόνηση περιβαλλοντικών μελετών από μη εξαρτώμενους από τους επενδυτές μελετητές, και την αξιολόγησή τους με αξιόπιστο τρόπο. Οι μελέτες αυτές θα πρέπει να εξετάζουν ρεαλιστικά και συνολικά τις συνδυαστικές επιπτώσεις των κατασκευαστικών εργασιών και της λειτουργίας όλων των εγκαταστάσεων ΑΠΕ καθώς και των λοιπών ανθρωπογενών δραστηριοτήτων σε κάθε περιοχή αντί να υποεκτιμούν τις επιπτώσεις μεμονωμένων έργων και σταθμών ΑΠΕ, όπως συμβαίνει έως τώρα.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:46 | Ιωάννης

    Το σχέδιο για ανάπτυξη των ηλεκτροκινητων οχημάτων στην Ελλάδα δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί καθώς :
    1.Το κόστος αγοράς αυτών των οχημάτων είναι υπέρογκο για μια οικογένεια της μεσαίας τάξης, το ίδιο και το κόστος συντήρησης. Αντίθετα τα οχήματα που κινούνται με φυσικό αέριο αποτελούν μια πιο οικονομική λύση καθώς έιναι ελάχιστα πιο ακριβά από τα βενζινοκινητα.
    2. Τα ηλεκτροκινητα αυτοκίνητα μόνο φυσικά προς το περιβάλλον δεν είναι καθώς και η κατασκευή μπαταριών αλλά κυρίως η παραγωγή ρεύματος μέσω της καύσης του λιγνίτη επιβαρύνουν το οικολογικό σύστημα.

  • Το νέο προτεινόμενο ΕΣΕΚ περιλαμβάνει σημαντικές αλλαγές στο μέχρι σήμερα διαμορφωμένο ενεργειακό πεδίο με σημαντικότερη αυτή της πλήρους απολιγνιτοποίησης του Ελληνικού συστήματος με καταληκτικό έτος το 2028. Το γεγονός αυτό αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο για της περιοχές λιγνιτικής δραστηριότητας (Δυτική Μακεδονία, Μεγαλόπολη) οι οποίες σε χρονικό διάστημα μικρότερο της 10ετιας (ουσιαστικά 3ετίας!) καλούνται να αναδιατάξουν το παραγωγικό τους μοντέλο με σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
    Το προτεινόμενο ΕΣΕΚ προβλέπει την δέσμευση της εκπόνησης Master Plan για την απολιγνιτοποίηση στο μέσο του 2020 χωρίς να υπάρχει αναφορά στην κύρια δομή των πολιτικών και μέτρων που θα το απαρτίζουν. Λαμβάνοντας δε της δηλώσεις της ΔΕΗ περί παύσης λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων, εξαιρουμένης της Πτολεμαιδας 5, το 2023, η απαίτηση άμεσης εφαρμογής συντονισμένων μέτρων στήριξης των περιοχών είναι επιβεβλημένη και θα πρέπει να αναφέρονται στο ΕΣΕΚ. Για να μην υπάρξει μη αναστρέψιμη κατάσταση στη Δυτική Μακεδονία θα πρέπει μετά την ολοκλήρωση του Master Plan να υπάρξει ο όποιος σχεδιασμός της ΔΕΗ με τη συνεισφορά και των ενεργειακών εταιρειών του λεκανοπεδίου. Πιο συγκεκριμένα η σχεδιαζόμενη δημιουργία μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων στις αποθέσεις των ορυχείων δεσμεύουν εκτάσεις με μηδενική συνεισφορά στην απασχόληση, στόχο τον οποίο το Master Plan θέλει ακριβώς κυρίαρχα να αντιμετωπίσει [παρέμβαση σχετική για το εν λόγω θέμα έγινε από το ΤΕΕ τμ. Δυτικής Μακεδονίας τον Μάρτιο του 2018].
    Παρά την αναφορά σε άμεσα εθνικούς πόρους και την απαίτηση αυξημένων κεφαλαίων από το Just Transition Fund, το ΕΣΕΚ δεν περιέχει καμία αναφορά στο κόστος απολιγνιτοποίησης και στο κόστος επενδύσεων που θα απαιτηθούν για την μετάβαση των περιοχών στο όποιο νέο παραγωγικό μοντέλο. Ενώ πραγματοποιείται αναφορά σε Ειδικό λογαριασμό Δίκαιης Μετάβασης λιγνιτικών περιοχών δεν υπάρχει αναφορά στο εκτιμώμενο ποσό ενώ χρήζει περεταίρω διευκρίνησης η πρόνοια για χρήση ενδεχόμενου πλεονάσματος για την περίοδο 2021-2030.
    Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κυβερνητική Επιτροπή για την Ενέργεια και το Κλίμα επιφορτίζεται με το σύνολο των μέτρων και δράσεων για την επίτευξη των στόχων για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της ενεργειακής μετάβασης, θεωρείται σκόπιμο η εξ’ αρχής καταγραφή της επικοινωνίας και συνεργασίας με επιμέρους φορείς, όπως στην περίπτωση των περιοχών απολιγνιτοποίησης. Επίσης θα ήταν σκόπιμη η αναφορά στην σχέση του Μηχανισμού Παρακολούθησης του ΕΣΕΚ και της Κυβερνητικής Επιτροπής με τα περιφερειακά ΠΕΠ και τους περιφερειακούς στόχους.
    Σημειώνεται ότι ενώ για θέματα αναβάθμισης και μετασχηματισμού άλλων ενεργειακών τομέων χρησιμοποιείται η μέχρι σήμερα συμμετοχή της Ελλάδας σε μηχανισμούς, έργα και συνεργασίες, το ΕΣΕΚ δεν περιέχει αναφορά στο έργο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής [από την SRSS] που εκπονείται για την Δυτική Μακεδονία και αφορά στην διαδικασία μετάβασης της σε συνθήκες χαμηλής λιγνιτικής εξάρτησης.
    Επίσης σημειώνεται ότι δεν υπάρχει αναφορά στο ΕΣΕΚ στην λειτουργία της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας για την μετάβαση των Περιφερειών υψηλής εξάρτησης σε άνθρακα, στην οποία μετέχει η περιφέρεια η Δυτική Μακεδονίας και η οποία αποτελεί μία κυρίαρχη θεσμική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη στήριξη της μετάβασης.
    Πραγματοποιείται αναφορά για μηχανισμό στρατηγικών εφεδρειών και την μη αποξήλωση μονάδων του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής. Καθώς, όπως και στο προηγούμενη πρόταση ΕΣΕΚ δεν περιλαμβάνεται λίστα των μονάδων και των προβλέψεων λειτουργίας και απόσυρσης, προτείνεται η σαφής αναφορά των μονάδων που θα περιληφθούν στον μηχανισμό αυτό.
    Προτείνεται να περιληφθούν στο ΕΣΕΚ σαφή και άμεσα μέτρα που να αφορούν την στήριξη της λειτουργία των τηλεθερμάνσεων της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας και πρόνοιες για την απόσβεση του εξοπλισμού τους.

    Σημ 1. http://tdm.tee.gr/wp-content/uploads/2018/03/paremvasi-gia-tin-anathermansi-tou-sxediasmou-kataskeuis-tou-fotovoltaikoy-parkou-200-MW-sta-orixeia-d.-macedonias.pdf

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:22 | Takis Grigoriou

    Κοινά σχόλια Greenpeace και WWF στη Δημόσια Διαβούλευση για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (2019)

    1. ΠΡΟΟΙΜΙΟ
    Η διαμόρφωση του εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί μεν εθνική υποχρέωση στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, δίνει όμως και τη σημαντικότερη μέχρι σήμερα ευκαιρία για τον γρήγορο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε μία σύγχρονη, καθαρή και ανταγωνιστική οικονομία μηδενικών εκπομπών.

    Με δεδομένη την ανάγκη άμεσης αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, η οποία απειλεί ευθέως τα βασικότερα δικαιώματα των Ελλήνων, οι στόχοι για τα ΕΣΕΚ είναι απαραίτητο να τίθενται επιστημονικά, ενώ τα μέτρα να αποτελούν αντικείμενο πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου.

    Ο πλανήτης μας βρίσκεται σε έκτακτη κλιματική και οικολογική ανάγκη. Φαίνεται πως αυτό έχει θέσει σε κίνηση διάφορες διαδικασίες και αποφάσεις. Ενδεικτική είναι η ιστορική απόφαση της ΕΤΕπ για απαγόρευση χρηματοδότησης έργων που σχετίζονται με τα ορυκτά καύσιμα από το 2021 αλλά και η ιστορική απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με την οποία κηρύχθηκε η ΕΕ σε κατάσταση έκτακτης κλιματικής ανάγκης, την οποία θα πρέπει να αξιοποιήσει και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει και η τελευταία έκθεση «Το Κενό Γιγατόνων’ του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ, σύμφωνα με την οποία απαιτούνται ραγδαίες μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της τάξης του 7,6% ετησίως προκειμένου η ανθρωπότητα να παραμείνει σε τροχιά επίτευξης του στόχου του 1,5°C. Αντίστοιχα, το IPCC εκτιμάει πως το αντίστοιχα ποσοστά μείωσης των εκπομπών οφείλουν να είναι της τάξης του 7,3% (50% πιθανότητα επίτευξης του στόχου) με 10% (66% πιθανότητα επίτευξης του στόχου) ετησίως.

    Το WWF και η Greenpeace έχουν ήδη επισημάνει εγκαίρως κατά τη διάρκεια των διεργασιών της Διυπουργικής, την ανάγκη η χώρα μας να προχωρήσει με παρόμοιο φιλόδοξο ρυθμό μειώσεων εκπομπών περίπου 7% ετησίως και να πετύχει μηδενικό ανθρακικό ισοζύγιο το 2040 προκειμένου να μην ξεπεράσει τον συγκεκριμένο προϋπολογισμό άνθρακα που της αναλογεί.

    Με δεδομένο ότι τα ορυκτά καύσιμα οδεύουν προς τη δύση τους, οι δύο οργανώσεις καλούν την κυβέρνηση να προχωρήσει σε τολμηρά αλλά απολύτως αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία της χώρας αλλά και των δικαιωμάτων της ελληνικής κοινωνίας από την κλιματική κρίση.

    Η αύξηση της φιλοδοξίας των στόχων είναι –κατά γενική ομολογία- αναγκαία για να μην οδηγηθούμε στην κατάρρευση του ανθρώπινου πολιτισμού κατά την οποία περισσότερο πληττόμενοι θα είναι οι οικονομικά ευάλωτοι (κλιματικό απαρτχάιντ). Η μετάβαση επομένως σε ένα νέο ενεργειακό και οικονομικό μοντέλο θα πρέπει να γίνει με δικαιοσύνη για όλους ώστε να μην μείνει κανένας πίσω. Η κλιματική δικαιοσύνη, η κοινωνική συνοχή και ο εκδημοκρατισμός μέσω της κοινωνικής αποδοχής των ΑΠΕ θα πρέπει να είναι οι μεγάλες προτεραιότητες της Ευρώπης και της Ελλάδας την επόμενη δεκαετία προκειμένου να είναι η μετάβαση εφικτή. Η ενεργειακή μετάβαση είναι μονόδρομος. Αν γίνει όμως βίαια και με μη συμπεριληπτικό τρόπο, ο άνθρωπος και η φύση θα είναι οι μεγάλοι χαμένοι.

    Η Greenpeace και το WWF Ελλάς καλωσορίζουν κατ’ αρχήν την πρόσφατη δήλωση του Πρωθυπουργού από το βήμα της Συνόδου Κορυφής του ΟΗΕ για απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2028. Ωστόσο η αντικατάστασή τους θα πρέπει να γίνει με συνδυασμό ΑΠΕ, αποθήκευσης και εξοικονόμησης και όχι με την προώθηση νέων μονάδων φυσικού αερίου, κάτι που αφενός υπονομεύει την κλιματική φιλοδοξία αφετέρου εγκλωβίζει την χώρα σε ένα αχρείαστα ακριβό μονοπάτι εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Επιπλέον, το θέμα της Δίκαιης Μετάβασης αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα για τις τοπικές κοινωνίες όπου λειτουργούν λιγνιτικές μονάδες.

    Τέλος, τα προγράμματα εξόρυξης υδρογονανθράκων που έχουν μαζικά εγκριθεί τα τελευταία χρόνια, με πιο πρόσφατες τις συμβάσεις για υπεράκτιες έρευνες και εξορύξεις στο Ιόνιο και την Κρήτη, αποτελούν ηχηρή παραφωνία στη στόχευση για μηδενικές εκπομπές πριν το 2040 που πρέπει να έχει η Ελλάδα. Οι υδρογονάνθρακες εξάλλου είναι ένας ενεργειακός πόρος χωρίς μέλλον, επομένως η ανάληψη ενός υψηλού περιβαλλοντικού ρίσκου για έναν ενεργειακό πόρο που δε θα έχει κάποια σημαντική συνεισφορά στο ενεργειακό μίγμα του μέλλοντος και άρα ελάχιστα ανταποδοτικά οικονομικά οφέλη (αντίθετα με ρίσκο και για τον τουρισμό πέρα από τη χλωρίδα και πανίδα), αποτελούν μία σημαντική παραφωνία. Εξίσου σημαντικά, δημιουργούν συνθήκες αχρείαστης γεωπολιτικής έντασης στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου τορπιλίζοντας κάθε σοβαρή προσπάθεια για ειρήνη και ευημερία στην περιοχή.

    Οι δύο οργανώσεις συμμετείχαν στις διεργασίες της Διυπουργικής για το ΕΣΕΚ και έχουν ήδη καταθέσει αναλυτικά σχόλια στο πλαίσιο των σχετικών διεργασιών. Στο πλαίσιο της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης, ακολουθούν τα σχόλια και οι βασικές παρατηρήσεις των δύο οργανώσεων.

    2. ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΣΕΚ
    Βάση της συζήτησης και των προτάσεων είναι ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας κάτω του 1,5°C για τη χώρα μας. Η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων πρέπει να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ταχύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ και όχι ως στροφή απλά σε άλλα ορυκτά καύσιμα, π.χ. φυσικό αέριο. Ο στόχος για πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα το 2040 είναι εφικτός, εφόσον και οι στόχοι του ΕΣΕΚ για το 2030 αναθεωρηθούν σε πιο φιλόδοξη κατεύθυνση.

    Ο δεσμευτικός νομικά στόχος του νέου ΕΣΕΚ προτείνεται να είναι ο εξής: 72% μείωση στις εκπομπές CO2 (με βάση το 1990)

    Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ έχει πράγματι αυξημένη φιλοδοξία σε σχέση με το προηγούμενο αλλά αποτυγχάνει επίσης -όπως και το προηγούμενο- να καταστεί ο οδηγός για την συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας κάτω από τους 1,5°C ή 2°C σε εθνικό επίπεδο, ενώ η κλιματική κρίση συνεχίζει να βαθαίνει.
    Ο προϋπολογισμός άνθρακα (carbon budget) της Ελλάδος μέχρι το 2050 (απόλυτο όριο εκπομπών συμβατό με τον στόχο του 1,5°C) υπολογίζεται σε 0,37 Gt CO2-eq (66% πιθανότητα επίτευξης του στόχου) και 0,51 Gt CO2-eq (50% πιθανότητα επίτευξης του στόχου). Αυτά τα απόλυτα όρια συνεπάγονται μια σημαντική εμπροσθοβαρή μείωση εκπομπών, που υπολογίζουμε στο 72% σε σχέση με το 1990, ώστε να μην ξεπεραστεί ο προϋπολογισμός άνθρακα της Ελλάδος προτού επιτευχθεί ο στόχος μηδενικών εκπομπών. Εντούτοις, με βάση τον υφιστάμενο ΕΣΕΚ η Ελλάδα ενδέχεται να εξαντλήσει τον προϋπολογισμό άνθρακα που της αναλογεί έως το 2050 κατά το 1ο μισό της δεκαετίας του 2030.

    Η αποτυχία ευθυγράμμισης των στόχων του ΕΣΕΚ με το όριο του 1,5°C του ασφαλώς δεν αποτελεί αποκλειστικά ελληνικό προνόμιο, καθώς τα Εθνικά Σχέδια αποτυγχάνουν συνολικά να ανταποκριθούν στην ιστορική αναγκαιότητα της περιόδου. Επιπλέον, ενώ αξιολογείται ως θετική η αποδέσμευση της χώρας από το λιγνίτη το 2028, η ενεργειακή μετάβαση για το 2030 πλέον εισάγει σε πρωταγωνιστικό ρόλο ένα άλλο ορυκτό καύσιμο, αυξάνοντας τη συνεισφορά του (με όρους ισχύος) κατά 1,6GW σε σχέση με το προηγούμενο.
    Το φυσικό αέριο δεν πρέπει και δεν χρειάζεται πλέον να αξιολογείται ως καύσιμο-γέφυρα στην κατεύθυνση της κλιματικής ουδετερότητας το 2050 ή και νωρίτερα, καθώς εγκλωβίζει τη χώρα για δεκαετίες σε ένα άλλο ορυκτό καύσιμο, αυξάνοντας την ανάγκη εισαγωγών αλλά και της ενεργειακής εξάρτησης. Εξίσου σημαντικά, οι προτεινόμενες επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου σπρώχνουν τη χώρα σε ένα μονοπάτι αυξημένης χρήσης συνθετικών καυσίμων στο μέλλον. Όπως προκύπτει και από τα σενάρια ανάλυσης του ΜΕΣΕΚ, ένα τέτοιο μονοπάτι απαιτεί σχεδόν διπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύς ΑΠΕ λόγω της χαμηλής αποδοτικότητας των συνθετικών καυσίμων.

    Αναφορικά με την εξοικονόμηση οι δύο οργανώσεις καλωσορίζουν την αυξημένη φιλοδοξία και τον εμπροσθοβαρή χαρακτήρα. Ωστόσο, ο στόχος ενεργειακής αποδοτικότητας του ΕΣΕΚ πρέπει να ευθυγραμμίζεται με τον στόχο της ΕΕ για μείωση της τελικής ενεργειακής κατανάλωσης κατά 15% μέχρι το 2030, σε σχέση με την τελική κατανάλωση του 2017. Επιπλέον, θα πρέπει να συνδυαστεί με πολιτικές ισχυρών, κοινωνικά δίκαιων και μακροπρόθεσμων κινήτρων ώστε να επιτευχθούν οι υψηλοί ρυθμοί μετατροπής του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος σε κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης.

    Επιπλέον, επιθυμούμε σε αυτή τη διαδικασία να δημιουργηθεί και ένα μηχανισμός – μαξιλάρι ασφαλείας όσον αφορά στους στόχους της ενεργειακής αποδοτικότητας και τους αντίστοιχους των ΑΠΕ. Προκειμένου, δηλαδή, να επιτευχθεί το ζητούμενο που είναι οι στόχοι μείωσης των ΑτΘ, σε περίπτωση καθυστερήσεων στην εφαρμογή γενικευμένων προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών, να υπάρχει η δυνατότητα να καλυφθούν οι στόχοι από τις ΑΠΕ. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή, αν καθυστερήσει η προβλεπόμενη ανάπτυξη των ΑΠΕ να υπάρχει η δυνατότητα περαιτέρω ενίσχυσης των παρεμβάσεων εξοικονόμησης. Αυτή η πρόταση δύναται να συμβάλλει επίσης σε περίπτωση υψηλότερης ζήτησης ενέργειας και άρα επάρκειας του συστήματος, σε συνάρτηση και με την αποθήκευση.

    Οι ΑΠΕ ενισχύονται κατά περίπου 1,2GW στην ηλεκτροπαραγωγή καλύπτοντας μικρό κομμάτι της ενέργειας λόγω της απώλειας του λιγνίτη, ενώ και το πρόγραμμα για την αποθήκευση θα πρέπει να καταστεί πιο φιλόδοξο και εμπροσθοβαρές. Ιδιαίτερα η καθυστερημένη ανάπτυξη της αποθήκευσης προκαλεί προβληματισμό, καθότι δεν φαίνεται να γίνονται αντιληπτές οι ραγδαίες εξελίξεις της τεχνολογίας των συσσωρευτών διεθνώς αλλά ούτε και να εισακούγονται οι εισηγήσεις της ΡΑΕ για μεγαλύτερη και γρηγορότερη φιλοδοξία. Θεωρούμε πως θα πρέπει να υπάρχει αυξημένη φιλοδοξία και στοχοθεσία όσον αφορά στην αποθήκευση. Το νέο ΕΣΕΚ φαίνεται ιδιαίτερα συντηρητικό ως προς τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις (και συνεχιζόμενη μείωση κόστους) στον τομέα της αποθήκευσης, προεξοφλώντας πως οι τεχνολογίες αποθήκευσης δεν θα είναι επαρκείς για την παροχή επάρκειας ισχύος σε μια δεκαετία από σήμερα. Κρίνοντας από τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις της περασμένης δεκαετίας, αυτή η κρίσιμη παραδοχή είναι μάλλον αυθαίρετη, και προφανώς οδηγεί λανθασμένα τον ΕΣΕΚ σε ένα συμπέρασμα «μονόδρομου» φυσικού αεριού. Οι δύο οργανώσεις εκφράζουν την ανησυχία ότι η εμμονή στην αυξημένη χρήση του φυσικού αερίου τα επόμενα χρόνια πραγματοποιείται εις βάρος της ανάπτυξης της αποθήκευσης.

    Στοιχείο προβληματισμού των 2 οργανώσεων είναι το πώς η γρήγορη και έγκαιρη ανάπτυξη των ΑΠΕ θα μπορέσει να συνδυαστεί με την αύξηση της τοπικής αποδοχής τους αλλά και συνολικά της κοινωνικής αποδοχής αυτής της κατεύθυνσης. Απαιτείται η συντεταγμένη συνεργασία όλων των φορέων και της πολιτείας, με ορθή χωροθέτηση των ενεργειακών δραστηριοτήτων των ΑΠΕ, αξιόπιστη εκτίμηση των σωρευτικών επιπτώσεων με βάση τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές και προστασία της βιοποικιλότητας. Γι’ αυτό το λόγο, σημαντική θεωρούμε τη διαδικασία αναθεώρησης του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και κάποιο καιρό και το οποίο αναμένουμε. Απαιτείται η ενίσχυση του θεσμού των ενεργειακών κοινοτήτων εφόσον αυξάνεται η συμμετοχή των ΑΠΕ αντίστοιχα, ενισχύοντας την κοινωνική αποδοχή, αλλά και ένας μηχανισμός που θα ενημερώνει τις τοπικές κοινωνίες, και θα εξασφαλίζει τη διαδικασία της διαβούλευσης.

    Επιπλέον, εκτιμούμε πως θα πρέπει να αποτυπωθεί με σαφήνεια το σχέδιο απολιγνιτοποίησης εντός του ΕΣΕΚ, ενώ είναι σημαντικό να υπάρξει απόλυτη διαφάνεια ως προς το κομμάτι των επιδοτήσεων των ορυκτών καυσίμων, ώστε να είναι γνωστό σε όλους το πραγματικό κόστος αυτών.

    Τέλος, απαιτείται έμπνευση, όραμα και τομές για αλλαγή του μεταφορικού μοντέλου, τη μείωση των ιδιωτικών μέσων και την παράλληλη αύξηση των δημόσιων μέσων μεταφοράς, κάτι που θα πρέπει να στρέψει το ειδικό βάρος της διαδικασίας μετασχηματισμού του τομέα όχι απλά στην υποκατάσταση καυσίμων με ηλεκτρισμό, αλλά μία συνολική ριζική αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο μετακινούμαστε, σε συνέχεια των μέτρων για την απαγόρευση πώλησης κινητήρων πετρελαίου ή βενζίνης, με γνώμονα όμως τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα, χωρίς αποκλεισμούς και με παράλληλη άρση των υφιστάμενων (π.χ. ενεργειακή φτώχεια, ελλιπής θερμομόνωση κτιρίων που τα καθιστά και πιο ενεργοβόρα). Η διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο παράγουμε, διαχειριζόμαστε και καταναλώνουμε ενέργεια και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής όλων των κοινωνικών στρωμάτων. Χωρίς αυτό το στοιχείο, θα απουσιάζει η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση σε αυτή τη διαδικασία.
    Η ενεργειακή μετάβαση συμβαίνει ήδη. Για να είναι όμως δίκαιη και επομένως επιτυχημένη, θα πρέπει να αποτελέσει μία διαδικασία συμπεριληπτική, με τον άνθρωπο στο επίκεντρο και με άρση των κοινωνικών αποκλεισμών. Στο σύστημα του 2030 και πέρα, η στόχευση πρέπει να είναι η ελαχιστοποίηση ή/και ο μηδενισμός της ενεργειακής φτώχειας εμπροσθοβαρώς μέσω των ΑΠΕ, αντιλαμβανόμενοι φυσικά πως το ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας δεν αποτελεί ένα αμιγώς ενεργειακό θέμα, αλλά συνδέεται και με άλλα (μισθοί, υποδομές κτλ).

    Ωστόσο, δυστυχώς το ΕΣΕΚ δεν εμβαθύνει επαρκώς στο ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας. Κατά την ενωσιακή νομοθεσία (Παράρτημα Ι, σημείο 2.4.4. Κανονισμού 2018/1999), το ΕΣΕΚ πρέπει να περιλαμβάνει εθνικούς στόχους «σχετικά με την ενεργειακή φτώχεια συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων». Όμως, στο αντίστοιχο κεφάλαιο (§3.6.4), λείπουν οι στόχοι και αντίστοιχα τα χρονοδιαγράμματα – τα οποία «παραπέμπονται» στην έκδοση του «Σχεδίου Δράσης για την καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας», μέσα στο 2020.

    3. ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ
    ΑΠΕ
    ● Απλοποίηση αδειοδοτικής διαδικασίας με σκοπό την ελάφρυνση από γραφειοκρατικά και διοικητικά κόστη, με διαφάνεια για τις ΑΠΕ
    ● Νέο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ, με γνώμονα την επίτευξη των στόχων και την προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας
    ● Λειτουργία σταθμών ΑΠΕ χωρίς την ανάγκη λειτουργικής ενίσχυσης με παράλληλη επιτάχυνση της λειτουργίας του Target Model
    ● Διείσδυση των ΑΠΕ στην ΤΚΕ για το 2030 στο 40%
    ● Παραγωγή ενέργειας χωρίς ορυκτά καύσιμα από το 2040 και έπειτα
    ● Καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας – Πλαίσιο άρσης κοινωνικού αποκλεισμού από τη διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης με ενεργό συμμετοχή των νοικοκυριών
    ● Θεσμικό πλαίσιο για Υβριδικά συστήματα παραγωγής ενέργειας με ΑΠΕ & αποθήκευση
    ● Θεσμικό πλαίσιο για Αποθήκευση
    ● Περαιτέρω ενίσχυση του πλαισίου αυτοπαραγωγής – Αύξηση ευελιξίας και βελτίωση σημειακά
    ● Προώθηση των Ενεργειακών Κοινοτήτων μέσω της χρηματοδότησής τους – Συνάφεια με την αύξηση της κοινωνικής αποδοχής, την ενεργειακή φτώχεια αλλά και την αποκέντρωση της παραγωγής με ενεργό ρόλο των πολιτών. Διατήρηση της προτεραιότητας των ΕΚΟΙΝ, αλλά με ταυτόχρονη εισαγωγή 4 κύκλων υποδοχής αιτημάτων στο ΔΕΔΔΗΕ (ανά 3μηνο). Έτσι διασφαλίζεται και η συμμετοχή των ιδιωτών και των ενεργειακών κοινοτήτων με ομαλό τρόπο.
    ● Μηχανισμός ενίσχυσης της τοπικής αποδοχής μέσω παροχής και κινήτρων στις περιοχές και στους κατοίκους που φιλοξενούν αιολικά πάρκα κυρίως

    Μεταφορές

    • Φιλόδοξη αύξηση του στόχου διείσδυσης ηλεκτροκίνητων οχημάτων άνω του προτεινόμενου 10% το οποίο δεν συνάδει με τον στόχο του 1,5°C και τις δεσμεύσεις της Συμφωνίας των Παρισίων
    • Πολιτική απόφαση απαγόρευσης πώλησης νέων οχημάτων ΜΕΚ ως το 2030
    • Παροχή κινήτρων για αντικατάσταση ΜΕΚ με ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα με έμφαση στα χαμηλά κοινωνικά-οικονομικά στρώματα (συμπεριληπτικότητα)
    • Ολιστική προσέγγιση του τομέα μεταφορών, με μέτρα ενίσχυσης των μέσων συλλογικής μεταφοράς, μείωσης της χρήσης των ΙΧ και εν τέλει μείωση των ιδιωτικών επιβατοχιλιομέτρων – Νέο μεταφορικό μοντέλο με επίκεντρο τον άνθρωπο, όχι απλή αντικατάσταση καυσίμου
    • Πλαίσιο τιμολόγησης και μοντέλο ανάπτυξης ηλεκτροκίνησης – Δίκαιη μετάβαση στην εποχή της ηλεκτροκίνησης με κατάλληλη κινητροδότηση- Δυνατότητα συμμετοχής και του Διαχειριστή στη διαδικασία της ηλεκτροκίνησης ειδικά σε περιοχές όπου η «αγορά» είναι πολύ περιορισμένη και υπάρχει ο κίνδυνος να μην υλοποιηθεί.
    • Προώθηση της τεχνολογίας ηλεκτροκίνησης με μπαταρίες ως πιο αποδοτική. Λιγότερο αποδοτικές τεχνολογίες εξηλεκτρισμού (π.χ. κυψέλες υδρογόνου / συνθετικά καύσιμα) θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν μόνο σε στοχευμένους στόλους οχημάτων/πλοίων, καθότι θα οδηγήσουν σε αχρείαστα μεγάλη αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο.

    Νησιωτική ενεργειακή πολιτική

    ● Ενίσχυση και Επιτάχυνση Διασυνδέσεων
    ● Ένταξη όλων των ΜΔΝ (κατά προτεραιότητα) σε διαδικασία πλήρους απανθρακοποίησης (2040) με ένα ολιστικό σχέδιο που θα λύνει και τοπικά προβλήματα, θα έχει αυξημένη προστιθέμενη αξία για τη χώρα και την Ευρώπη, αξιοποιώντας καινοτόμες λύσεις
    ● Επιτάχυνση της διαγωνιστικής διαδικασίας για τα 3 Έξυπνα Νησιά του ΔΕΔΔΗΕ – Ενίσχυση της καινοτομίας
    ● Επιτάχυνση της διαδικασίας για το Πράσινο Νησί του ΚΑΠΕ, Άη Στράτης
    ● Πλαίσιο για Θαλάσσια Αιολικά Πάρκα
    ● Ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης στα νησιά (χερσαίες και θαλάσσιες μετακινήσεις)
    ● Δημιουργία χρηματικών εισροών για ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού στα νησιά μέσω της αξιοποίησης του θεσμού των Ενεργειακών Κοινοτήτων με καινοτόμα συστήματα ΑΠΕ και αποθήκευσης. Είτε με υποχρεωτική παροχή ποσοστού μετοχών ανά έργο στις τοπικές κοινότητες (μοντέλο Δανίας) είτε με συμμετοχή Δήμου/Περιφέρειας στα έργα μέσω Ενεργειακών Κοινοτήτων. Τα χρήματα που προκύπτουν ως εισροή μετά την αποπληρωμή του έργου θα χρηματοδοτούν έργα που σχετίζονται είτε με την ανθεκτικότητα των υποδομών στην κλιματική αλλαγή, είτε σε επενδύσεις που σχετίζονται με την πορεία απανθρακοποίησης. Εναλλακτικά, θα μπορούσε η Πολιτεία να παρέχει εγγυήσεις σε Ενεργειακές Κοινότητες για έργα ΑΠΕ και ηλεκτροκίνησης στα οποία συμμετέχουν Ο.Τ.Α α’ και β’ βαθμού.

    Ενεργειακή Εξοικονόμηση
    ● Θέσπιση στόχου και εκπόνηση στρατηγικού σχεδιασμού για κτιριακό τομέα μηδενικών εκπομπών ως το 2050, σύμφωνα με τις διατάξεις της Κοινοτικής Οδηγίας 2018/844
    ● Παροχή γενναίων φορολογικών κινήτρων σε υλικά και υπηρεσίες για την μετατροπή του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος σε σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης. Απαιτείται πολύ μεγαλύτερη φιλοδοξία και ευελιξία (π.χ. παράδειγμα Ιταλίας)
    ● Ενίσχυση του προγράμματος Εξοικονομώ (2 δις € κατ’ έτος) και χρήση συμπληρωματικά των φορολογικών κινήτρων και αυστηρά για ευάλωτα νοικοκυριά τα οποία χρήζουν ανάγκης χρηματοδότησης κεφαλαίου.
    ● Κίνητρα για κατοικίες και δημόσια κτίρια ενισχυμένα κάθε χρόνο, είτε μέσω ESCOs είτε με κρατική επιχορήγηση
    ● Εκκίνηση προγράμματος για εξοικονόμηση ενέργειας στα δημόσια κτίρια άμεσα (ΗΛΕΚΤΡΑ)
    ● Άμεση έκδοση νέου ΚΕΝΑΚ και ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών Οδηγιών για την ενεργειακή απόδοση στην εθνική νομοθεσία

    Βιομηχανία
    ● Εφαρμογή χρονοδιαγράμματος και παροχή λελογισμένων κινήτρων για την υποχρεωτική βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης της ενεργοβόρου βιομηχανίας και την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με νέες μεθόδους παραγωγής μηδενικού αποτυπώματος (ΑΠΕ και υδρογόνο)
    ● Εναρμόνιση με το αυστηρό χρονοδιάγραμμα της ΕΕ για τον περιορισμό της χρήσης και διάθεσης στην αγορά υδροφθορανθράκων κατά 79% ως το 2

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛΕΑΒΙΟΜ), ως Σύνδεσμος που προωθεί την βιώσιμη αξιοποίηση της βιομάζας μέσα στο πλαίσιο της απανθρακοποίησης και της κυκλικής βιοοικονομίας, θεωρεί ότι ορθά η βιοενέργεια προορίζεται να συνεισφέρει πιο αποτελεσματικά στους φιλόδοξους στόχους του ΕΣΕΚ καθώς, όπως και σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, μπορεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο ως «ενέργεια βάσης» στο ενεργειακό μίγμα σε ηλεκτροπαραγωγή, θερμότητα και μεταφορές.

    Προκειμένου να συμβεί όμως κάτι τέτοιο στην πράξη, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι όπου διεθνώς αξιοποιήθηκε ενεργειακά η βιομάζα, δεν έγινε αμιγώς στο πλαίσιο άσκησης ενεργειακής πολιτικής, αλλά, κυρίως, στην κατεύθυνση εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων για την αντιμετώπιση προβλημάτων στους τομείς της αγροτικής, δασικής, κτηνοτροφικής παραγωγής και της διαχείρισης αποβλήτων. Για τον λόγο αυτό, είναι κεφαλαιώδους σημασίας να γίνει κατανοητό από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και την πολιτική ηγεσία, ότι το πλαίσιο λειτουργίας της ενεργειακής αξιοποίησης βιομάζας θα πρέπει να ενταχθεί και να απασχολεί εξίσου τόσο το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας όσο και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

    Υπό το πιο πάνω πρίσμα, προτείνουμε τέσσερις βασικές κατευθύνσεις που θα καταστήσουν ευνοϊκότερες τις προϋποθέσεις θετικής συνεισφοράς της βιομάζας της χώρας στην παραγωγή βιοενέργειας.

    1. Χρήση Αγροτικών Υπολειμμάτων για Παραγωγή Στερεών Βιοκαυσίμων:
    Θεωρούμε ότι αποτελεί βασικό πυλώνα αναπτυξιακής πολιτικής, καθώς συνδυάζει πολλαπλά πλεονεκτήματα, όπως το γεγονός ότι είναι άρρηκτα συσχετισμένος με το waste management στις αγροτικές περιοχές. Αναφερόμαστε σε χαμηλής ή μηδενικής αξίας πρώτες ύλες βιομάζας (π.χ. κλαδέματα και εκριζώσεις), οι οποίες απαντώνται σε αφθονία στην ελληνική ύπαιθρο. Από αυτές, με κατάλληλη επεξεργασία, μπορεί να προκύψει ανταγωνιστικό, εγχώριο καύσιμο, ειδικότερα δε σε περιοχές όπου δεν υπάρχει δίκτυο φυσικού-ορυκτού αερίου, συνεισφέροντας ταυτόχρονα επιπλέον έσοδα για αγρότες από αξιοποίηση αγροτικών υπολειμμάτων βιομάζας.

    2. Ανάπτυξη των Δασικών Καλλιεργειών Μικρού Περίτροπου Χρόνου (Short Rotation Coppice – SRC):
    Συνιστά ιδανική απάντηση σε όποια ερωτήματα τίθενται περί εγχώριας προέλευσης της πρώτης ύλης βιομάζας, καθώς από ελληνικά εδάφη, οριακά και λιγότερο παραγωγικά που δεν αξιοποιούνται για την καλλιέργεια πρώτων υλών τροφίμων, είναι δυνατό να παράγεται υψηλής ποιότητας πρώτη ύλη (ξυλώδους κυρίως) βιομάζας, υιοθετώντας με επιτυχία ένα σύστημα εκ περιτροπής καλλιέργειας, το οποίο εφαρμόζεται ήδη με μεγάλη επιτυχία σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Με τον τρόπο αυτό, επιτυγχάνεται μείωση των φαινομένων λαθροϋλοτομίας, ενισχύεται η οικονομική δραστηριότητα ελληνικών επιχειρήσεων που κατασκευάζουν, εμπορεύονται ή συντηρούν δασικά μηχανήματα, ενώ παράλληλα δίνεται η δυνατότητα στην Ελλάδα να αποτελέσει καθαρό εξαγωγό χώρα πρώτης ύλης βιομάζας.

    3. Τηλεθέρμανση και Συμπαραγωγή με Βιομάζα:
    Συνιστά ιδανική επιλογή σε μικρή κλίμακα για οικισμούς/κωμοπόλεις που αυτή την στιγμή δεν διαθέτουν πρόσβαση σε ανταγωνιστικό καύσιμο, να αποκτήσουν εγχώριο και φιλικό προς το περιβάλλον καύσιμο από βιομάζα. Ιδίως δε, ως προς το φυσικό αέριο, το οποίο προωθείται σε αγροτικές περιοχές ενώ υπάρχει αφθονία υποπροϊόντων βιομάζας, η τηλεθέρμανση με βιομάζα μπορεί να αποτελέσει εξαιρετικά συμφέρουσα εναλλακτική επιλογή. Επίσης, η χρήση βιομάζας σε σταθμούς τηλεθέρμανσης, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα εξασφάλιζαν θερμική ενέργεια αποκλειστικά μέσω στερεών λιγνιτικών καυσίμων, μπορεί να επεκταθεί τα επόμενα χρόνια. Με την επέκταση τέτοιων επενδύσεων, επιτυγχάνεται αντιμετώπιση του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας και παράλληλα παρέχεται η δυνατότητα χρήσης τοπικής βιομάζας, σε συνδυασμό με συμπαραγωγή και παραγωγή ηλεκτρισμού, για μεγιστοποίηση του οικονομικού και περιβαλλοντικού οφέλους.

    4. Παραγωγή Βιομεθανίου:
    Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, η οποία είναι ευρέως διαδεδομένη σε πολλές χώρες της Ε.Ε., είναι πλέον εφικτή η αναβάθμιση του βιοαερίου σε βιομεθάνιο και η συνεπαγόμενη μερική αντικατάσταση εισαγόμενου φυσικού αερίου από εγχώριες ανανεώσιμες πηγές. Με αυτό τον τρόπο, δίνεται η δυνατότητα αξιοποίησης καυσίμου με ιδιότητες ισοδυνάμου φυσικού αερίου σε περιοχές χωρίς πρόσβαση στο δίκτυο του φυσικού αερίου. Παράλληλα, γίνεται χρήση υλικών χαμηλής αξίας και οργανικών αποβλήτων για την παραγωγή υψηλής αξίας αερίου καυσίμου, το οποίο είναι ικανό να χρησιμοποιηθεί και ως καύσιμο κίνησης, τροφοδοτώντας τις οδικές ή τις σιδηροδρομικές συγκοινωνίες. Η συγκυρία παρουσιάζεται ευνοϊκή, καθώς ήδη οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, αποσύρουν σταδιακά τις χρηματοδοτήσεις σε επενδύσεις ορυκτών καυσίμων. Ειδικότερα δε στον κλάδο του φυσικού αερίου, τα επόμενα χρόνια θα χρηματοδοτούνται μόνο οι λεγόμενες «νέες τεχνολογίες», π.χ. συμπαραγωγή, δέσμευση – αποθήκευση άνθρακα, ανάμιξη ανανεώσιμων αερίων με το ορυκτό φυσικό αέριο. Μέσα σε αυτό το τοπίο, το βιομεθάνιο παίζει ένα πολύ σημαντικό και επίκαιρο ρόλο.

    Προϋποθέσεις – Παρεμβάσεις για την Εφαρμογή:
    Εκτίμηση και θέση της ΕΛΕΑΒΙΟΜ είναι ότι για την ουσιαστική στροφή προς τους τέσσερις παραπάνω τομείς, θα χρειαστούν κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις, όπως:
    • η τροποποίηση της δασικής νομοθεσίας, με έμφαση στην καταπολέμηση της λαθροϋλοτομίας αλλά και με ενίσχυση της αξιοποίησης υπολειμματικής δασικής βιομάζας για την αποφυγή εκδήλωσης πυρκαγιών και έκλυσης επικίνδυνου μεθανίου από φυτά σε αποσύνθεση προς την ατμόσφαιρα,
    • η διατίμηση των δασικών προϊόντων πέραν των καυσόξυλων,
    • η χρήση σχημάτων ενεργειακών κοινοτήτων για την προώθηση των τεχνολογιών περισυλλογής και προκατεργασίας βιομάζας στην κατεύθυνση του «χτισίματος» αξιόπιστων εφοδιαστικών αλυσίδων στις αγροτικές και δασικές περιοχές,
    • ο επίσημος χαρακτηρισμός των εργοστασίων βιομάζας/βιοαερίου ως νομιμοποιημένων αποδεκτών οργανικών παραπροϊόντων και αποβλήτων, και η θεσμοθέτηση κατάλληλων κέντρων logistics ανά περιφέρεια και δήμο,
    • η εξειδίκευση του νομοθετικού πλαισίου αναφορικά με τη χρήση βιομεθανίου σε δίκτυα αερίων, αλλά και ως «πράσινο» αέριο μεταφορών.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:11 | Ελενα Γεωργοπούλου, Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, Γιάννης Σαραφίδης, Δημήτρης Λάλας

    Το νέο ΕΣΕΚ είναι σαφώς βελτιωμένο συγκριτικά με την προηγούμενη έκδοση του Ιανουαρίου 2019, καθώς έχει μία σειρά από πολύ θετικά στοιχεία:
    α) Θέτει σημαντικά υψηλότερους στόχους: α) μείωση εκπομπών αερίων φαινομένου θερμοκηπίου (ΑΦΘ) πάνω από 42% σε σχέση με τις εκπομπές του έτους 1990 και πάνω από 55% σε σχέση με τις εκπομπές του έτους 2005 (32% και 48% αντιστοίχως στο προηγούμενο ΕΣΕΚ), β) συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας τουλάχιστον 35% (31% στο προηγούμενο ΕΣΕΚ), και γ) βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά 38% (32% στο αρχικό ΕΣΕΚ).
    β) Η απολιγνιτοποίηση της χώρας προβλέπεται να έχει ολοκληρωθεί το 2028 (ενώ στο προηγούμενο ΕΣΕΚ ορισμένες λιγνιτικές μονάδες θα εξακολουθούσαν να λειτουργούν και μετά το έτος αυτό).
    γ) Δίνεται έμφαση στην αποθήκευση ενέργειας, που θα υποστηρίξει σημαντικά μια πολύ μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό σύστημα.
    δ) Αναγνωρίζεται η πολυπλοκότητα της υλοποίησης του ΕΣΕΚ και η σημασία της αξιολόγησης της προόδου πολιτικών και μέτρων (κάτι που δεν συνέβαινε στο προηγούμενο ΕΣΕΚ), με τη δημιουργία ενός Μηχανισμού Διακυβέρνησης που περιλαμβάνει την παρακολούθηση της εφαρμογής και απόδοσης πολιτικών και μέτρων, την ανάπτυξη και εφαρμογή χρηματοδοτικών μηχανισμών και προγραμμάτων για την επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ, και δράσεις ενημέρωσης και εκπαίδευσης για ενεργειακή μετάβαση και αντιμετώπιση κλιματικής αλλαγής.
    Υπάρχουν ωστόσο μια σειρά από παρατηρήσεις:
    1. Το ΕΣΕΚ βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην πολύ μεγάλη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, όπου μέχρι σήμερα παρουσιάζεται σημαντική καθυστέρηση παρά την επιτυχημένη πορεία των διαφόρων προσκλήσεων του προγράμματος «Εξοικονομώ». Στο νέο ΕΣΕΚ τίθεται στόχος να έχει αναβαθμιστεί ενεργειακά το 12-15% του συνολικού αριθμού των κατοικιών της χώρας μέχρι το 2030, με ανακαίνιση (μερική ή ριζική) 60.000 κατοικιών ετησίως. Καταρχήν, θεωρούμε πως για την επίτευξη του στόχου του ΕΣΕΚ απαιτείται ριζική ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων και όχι απλό ενεργειακό «νοικοκύρεμα». Επιπλέον, η δημόσια χρηματοδότηση προφανώς δεν επαρκεί για την υλοποίηση ενός τόσο φιλόδοξου στόχου και έτσι η μόχλευση σημαντικών ιδιωτικών κεφαλαίων είναι απολύτως απαραίτητη. Ωστόσο, από το ΕΣΕΚ δεν διαφαίνεται να υπάρχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς θα συμβεί αυτό, παρά το ότι αναφέρονται μία σειρά από πιθανά μικτά χρηματοδοτικά εργαλεία (βλ. σελ. 149). Επίσης, δεν φαίνεται να υπάρχουν κάποιες αναλύσεις ευαισθησίας ή εναλλακτικά σενάρια στην περίπτωση όπου η υλοποίηση του στόχου για την ενεργειακή απόδοση είναι χαμηλότερη του αναμενόμενου.
    2. Ο στόχος για την ενεργειακή ανακαίνιση των περίπου 180.000 κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης κατά 5.400 τ.μ. ετησίως, που αντιστοιχεί σε 3% του συνολικού εμβαδού, είναι πολύ χαμηλός. Τα δημόσια κτίρια αποτελούν παράδειγμα προς τον υπόλοιπο κτιριακό τομέα και θα πρέπει να έχουν υποστεί ριζική ενεργειακή αναβάθμιση έως το 2030.
    3. Δεν είναι σαφές ποιος θα είναι ο ρόλος του φυσικού αερίου στο κλιματικά ουδέτερο (δηλ. μηδενικών εκπομπών ΑΦΘ) ενεργειακό σύστημα του 2050. Σε κάποια σημεία του ΕΣΕΚ το καύσιμο αυτό χαρακτηρίζεται ως «καύσιμο μετάβασης», αλλά σε άλλα σημεία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην αύξηση διείσδυσής του, όπως για παράδειγμα στους τελικούς τομείς κατανάλωσης όπου τίθεται στόχος αύξησης της άμεσης χρήσης του τουλάχιστον κατά 50% σε σχέση με το έτος 2017. Όμως, το φυσικό αέριο έχει μεν χαμηλότερες εκπομπές ΑΦΘ από το ντίζελ αλλά όχι μηδενικές όπως οι ΑΠΕ και έτσι η χρήση του στην τελική ζήτηση πρέπει να προωθείται εφόσον έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες αξιοποίησης ΑΠΕ και εξοικονόμησης ενέργειας. Επιπλέον, η προώθηση της χρήσης φυσικού αερίου θα πρέπει να συνάδει με το στόχο διείσδυσης ηλεκτρισμού στις θερμικές χρήσεις του οικιακού και τριτογενή τομέα, κάτι που δεν φαίνεται να είναι ξεκάθαρο στο ΕΣΕΚ (δίνεται προτεραιότητα στον εξηλεκτρισμό ή στη χρήση φυσικού αερίου?). Εν γένει, στο ΕΣΕΚ δεν υπάρχει σαφής αναφορά στον ενεργειακό σχεδιασμό για τα 2050 και στο ποια είναι η επιδιωκόμενη σύνθεση του ενεργειακού μίγματος στο έτος αυτό και επομένως πώς κλιμακώνονται οι δράσεις μέχρι το 2030 προκειμένου να επιτευχθεί ο μακροπρόθεσμος αυτός στόχος.
    4. Στο ΕΣΕΚ δεν περιλαμβάνεται χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των διαφόρων πολιτικών και μέτρων, που αποτελεί απαραίτητο στοιχείο ενός ουσιαστικού μηχανισμού παρακολούθησης, ούτε και αντιστοίχιση αρμοδιοτήτων των διαφόρων υπουργείων με τα μέτρα που αναφέρονται για την επίτευξη των στόχων. Δεν παρουσιάζονται λεπτομέρειες για τον Μηχανισμό Διακυβέρνησης, όπως ποια θα είναι τα πρακτικά βήματα ανάπτυξής του, ποιοι θα είναι οι εμπλεκόμενοι φορείς, πώς θα λειτουργεί, από ποιόν θα εποπτεύεται και θα στελεχώνεται, πώς θα γίνεται η αναφορά των αποτελεσμάτων του κλπ.
    5. Ενώ το 2030 απέχει μόλις 11 έτη από σήμερα και η απολιγνιτοποίηση της χώρας προβλέπεται να έχει ολοκληρωθεί το 2028, το ΕΣΕΚ θεωρεί ότι «…η προώθηση ενός συστήματος ανακατανομής πόρων από τους υδρογονάνθρακες για τη στήριξη των τοπικών οικονομιών που επηρεάζονται από την απανθρακοποίηση του ελληνικού ενεργειακού συστήματος θα μπορέσει να μετριάσει τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις σε τοπικό επίπεδο, καθιστώντας την λειτουργία αυτού του βρόχου ανάδρασης ως προτεραιότητα δημοσίου συμφέροντος». Εκτός του ότι είναι εξαιρετικά απίθανο να προκύψουν έσοδα από την εκμετάλλευση των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων μέχρι το 2028 ώστε να αξιοποιηθούν στις τοπικές κοινωνίες που σήμερα εξαρτώνται από την εκμετάλλευση του λιγνίτη, θεωρούμε πως είναι λανθασμένη η συνέχιση της εξάρτησης αυτών των τοπικών οικονομιών από συμβατικά καύσιμα στον ορίζοντα ενός κλιματικά ουδέτερου ενεργειακού συστήματος, που θα πρέπει αντιθέτως να δίνει έμφαση στις ΑΠΕ και στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.
    6. Ο στόχος του ΕΣΕΚ για αύξηση του υφιστάμενου 0,33% μεριδίου των ηλεκτρικών οχημάτων στην ελληνική αγορά σε τουλάχιστον 8,7% επί των νέων ταξινομήσεων εντός χρονικού διαστήματος 5 ετών (2020-2024) και σε 30% έως το 2030 συνεπάγεται συνολική διείσδυση περίπου 82.000 ηλεκτρικών οχημάτων έως το 2030 (με βάση τον προβλεπόμενο στο ΕΣΕΚ αριθμό νέων οχημάτων). Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ελλάδα, όπως το ίδιο το ΕΣΕΚ αναγνωρίζει, έχει τον 4ο γηραιότερο στόλο στην Ευρώπη, με ποσοστό πλέον του 56% να απαρτίζεται από οχήματα 10-20 ετών και ποσοστό 25% να έχει υπερβεί τα 20 έτη, είναι προφανές ότι ο στόχος για τις νέες ταξινομήσεις μέχρι το 2030 δεν αρκεί για να αποκτήσει η ηλεκτροκίνηση σημαντικό μερίδιο στην αγορά ώστε ο τομέας των μεταφορών να οδηγηθεί σε μηδενικές ή έστω πολύ χαμηλές εκπομπές ΑΦΘ το 2050. Έτσι, θα πρέπει το ΕΣΕΚ, εκτός από τις νέες ταξινομήσεις, να περιλάβει και έναν «οδικό χάρτη» για την ηλεκτροκίνηση έως το 2030 και το 2050 (συμπεριλαμβανομένων και των υποδομών επαναφόρτισης των οχημάτων), με στόχο την αντικατάσταση μεγάλου αριθμού υφιστάμενων οχημάτων από ηλεκτρικά έως το 2050 με μέτρα που θα έχουν ήδη δρομολογηθεί πολύ νωρίτερα από το 2030.
    7. Ο εξηλεκτρισμός των λιμένων είναι θετικός στόχος, αλλά το ΕΣΕΚ δεν περιλαμβάνει κάποιον προγραμματισμό των υποδομών στα λιμάνια που χρειάζεται να αναπτυχθούν μέχρι το 2030.
    8. Η χρηματοδότηση των πολιτικών και μέτρων αποτελεί ίσως το κομβικότερο σημείο για την επιτυχή υλοποίηση του ΕΣΕΚ. Παρά το ότι στο κείμενο υπάρχουν πολλές σχετικές αναφορές, δεν φαίνεται να υπάρχει προς το παρόν κάποιο ολοκληρωμένο, συνεκτικό και ρεαλιστικό σχέδιο για το πώς θα γίνει αυτό, και κυρίως με ποιόν τρόπο θα επιτευχθεί η άντληση σημαντικών ιδιωτικών κεφαλαίων που είναι απαραίτητα για την υλοποίηση των μέτρων. Είναι προφανές πως για κάτι τέτοιο απαιτούνται μια σειρά από προϋποθέσεις (κίνητρα, προτυποποίηση διαδικασιών, εγγυήσεις, κλπ.) που δεν αναλύονται εις βάθος στο παρόν ΕΣΕΚ.
    9. Είναι θετικό ότι το ΕΣΕΚ αναγνωρίζει τη σημασία που έχει το χωροταξικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ, και για το λόγο αυτό περιλαμβάνει και ειδικό μέτρο πολιτικής. Ωστόσο, εάν δεν δοθεί προσοχή, ενδέχεται οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες για τις περιοχές Natura που τώρα εκπονούνται να δημιουργήσουν εμπόδια στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και επομένως στην υλοποίηση των στόχων του ΕΣΕΚ.
    10. Τέλος, ως γενική παρατήρηση, το κείμενο του ΕΣΕΚ είναι υπερβολικά μεγάλο (307 σελίδες) και περιέχει πολλές επαναλήψεις. Θα πρέπει να συντομευθεί και να αναδείξει περισσότερο τις προτεινόμενες κατευθύνσεις πολιτικής για μετάβαση σε μηδενικές εκπομπές άνθρακα από το ενεργειακό σύστημα.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:20 | Χρυσάνθη Ζ.

    Το ΕΣΕΚ δε μπορεί να συνίσταται μόνο από υψηλούς στόχους μείωσης εκπομπών, μέσω παρεμβάσεων χωρίς να εξετάζεται από περιβαλλοντική σκοπιά το αντίκτυπο που θα έχουν οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις.
    Τέτοιας κλίμακας βιομηχανικές εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΒΑΠΕ) επέχουν σοβαρές και μη αναστρέψιμες παρεμβάσεις στα παρθένα οικοσυστήματα μέσα στα οποία σχεδιάζονται να μπουν.
    Οι πολίτες δεν έχουν την απαραίτητη πληροφορία για να κατανοήσουν το πραγματικό αντίκτυπο που θα έχει αυτό στον κάθε τόπο αλλα και στο σύνολο της χώρας.
    Σε κανένα κεφάλαιο , ούτε καν παράγραφο, δεν αναλύεται τι σημαίνει η εγκατάσταση Α/Γ, Υδροηλεκτρικών, Φ/Β σε περιοχές που σήμερα αποτελούν το μεγαλύτερο πλούτο βιοποικιλότητας στην Ελλάδα.
    Για παράδειγμα είναι απορίας άξιο πώς τόσο τσιμέντο που απαιτείται για τη θεμελίωση μιας Α/Γ και όλα τα συνοδά έργα θεωρείται περιβαλλοντικά «σωστό» και σύμφωνο με την «κλιματική ουδετερότητα». Ίσως και να ήταν αν σχεδιάζονταν τοπικά σε μικρή κλίμακα συμπληρωματικά με άλλες ΑΠΕ σε συνδυασμό με πρόσθετα ουσιαστικά μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και σίγουρα μονο σε ήδη επιβαρυμένα μη παρθένα οικοσυστήματα κ.ο.κ.
    Σε όλες τις βουνοκορφές της Ελλάδας (Αγραφα, Βασιλίτσα, Ζήρεια, κ.α, έχουν αδειοδοτηθεί να τοποθετηθούν αιολικές εγκαταστάσεις για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Σε όλα τα ποτάμια και τα ρέματα σχεδιάζονται υδροηλεκτρικά φράγματα με αποτέλεσμα να στερέψουν τα αναρίθμητα τρεχούμενα νερά (τα τελευταία ελεύθερα – μη δεσμευμένα για εκμετάλλευση- των Βαλκανίων). Το αντίκτυπο αυτών των σχεδιαζόμενων παρεμβάσεων στις ορεινές περιοχές καταγωγής μας, στον ανερχόμενο ποιοτικό αγροτοτουρισμό και στον ορεινό αθλητικό τουρισμό αλλά και στον πρωτογενή τομέα, στις αγροτικές καλλιέργειες και στην κτηνοτροφία θα είναι ολέθρια καταστροφικό και θα συμβάλει στην οριστική εξαφάνιση κάποιων από των προαναφερθέντων παραγωγικών τομέων.
    Την ίδια στιγμή που σχεδιάζουμε και υποβάλλουμε φάκελο στην UNESCO για να ενταχθεί η «μετακινούμενη κτηνοτροφία» στο ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΤΗΣ UNESCO, την ίδια στιγμή ετοιμάζουμε βιομηχανικές εγκαταστάσεις σε εκτάσεις που ακόμη ευδοκιμεί η κτηνοτροφία (Πίνδος, Ηπειρος, κ.α) με αποτέλεσμα τον αφανισμό της τελευταίας γενιάς που ασχολείται, αντί να δίνουμε κίνητρα σαν χώρα για την προστασία και την περαιτέρω ανάπτυξη της.
    Το ίδιο ισχύει και για τον αλπινισμό που πολύ πρόσφατα εντάχθηκε στον αντίστοιχο κατάλογο της UNESCO ως προστατευόμενος τομέας άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς.
    Είναι αυτονόητο ότι οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις με στόχο τη μείωση εκπομπών δεν χωράνε παντού και κυρίως δε χωράνε οπουδήποτε! Η έλλειψη του διαμορφωμένου ειδικού χωροταξικού για τις ΑΠΕ είναι πολύ σοβαρό ζήτημα και κανένα ΕΣΕΚ δε πρέπει να εγκριθεί εθνικά ή Ευρωπαϊκά, πριν την ολοκλήρωση του.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:30 | Ελίνα Παλιού

    ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
    Σχόλια Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας επί του «Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα»

    Σε σχέση με το «Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα» (στο εξής, «ΕΣΕΚ») του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (στο εξής, «ΥΠΕΝ»), το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 28.11.2019 και μέχρι τις 16.12.2019, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (στο εξής, «Ορνιθολογική») έχει τα ακόλουθα σχόλια.
    Η Ορνιθολογική αναγνωρίζει ότι είναι αναγκαία η ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (στο εξής, «ΑΠΕ»), ως μέτρο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, κάλυψης των ενεργειακών αναγκών αλλά και των τυπικών υποχρεώσεων της χώρας. Εντούτοις, κάθε μέτρο που λαμβάνεται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν θα πρέπει να διακυβεύει την εκπλήρωση των εθνικών και διεθνών στόχων διατήρησης της βιοποικιλότητας. Τούτο για τον πρόσθετο λόγο ότι, σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΣΠΗΕ έως το 2030 προβλέπεται να ανέλθει σε 7 GW, από 2,7 GW που είναι σήμερα.
    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ σύμφωνα με τη Συμφωνία των Παρισίων του 2015 για την Κλιματική Αλλαγή, έχει δεσμευτεί να διασφαλίσει την ακεραιότητα του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας όταν λαμβάνει μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδόσει κατευθυντήριες οδηγίες για το πώς οι εταιρείες στον τομέα της αιολικής ενέργειας θα συμμορφώνονται με τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147 για τα άγρια πτηνά.

    Ι. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις
    1. Πρώτον, η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι δεν είναι σαφής η νομική δεσμευτικότητα του ΕΣΕΚ. Αν και στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι στόχος του είναι να χρησιμοποιείται «ως το εθνικό σχέδιο αναφοράς για όλα τα αναπτυξιακά προγράμματα των εθνικών φορέων και οργανισμών σε θέματα ενέργειας και κλίματος και να λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση στρατηγικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων σε όλους τους κλάδους της οικονομίας» (βλ. σελ. 79), δεν προκύπτει ότι αυτό θα ενταχθεί στο πλαίσιο ενός νομικά δεσμευτικού κειμένου (νόμος, προεδρικό διάταγμα, υπουργική απόφαση) ή θα παραμείνει ένα κείμενο κατευθύνσεων άνευ νομικής δεσμευτικότητας.

    2. Δεύτερον, σε ορισμένα σημεία του ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι στόχος του είναι η ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα παράλληλα με την προστασία του περιβάλλοντος (σελ. 5, 29, 111), καθώς και ότι το ΕΣΕΚ ενσωματώνει «το όραμα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει θέματα προστασίας του περιβάλλοντος σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα» (σελ. 32). Η Ορνιθολογική εκφράζει την ικανοποίησή της για την εξαγγελία αυτή, αλλά αναμένει να δει το πώς αυτή θα υλοποιηθεί κατά την εξειδίκευση των δράσεων του ΕΣΕΚ, ιδίως όσον αφορά το πλαίσιο χωροθέτησης των ΑΠΕ και την απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας που επίσης εξαγγέλλονται στο ΕΣΕΚ.

    3. Τρίτον, στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «Στο πλαίσιο του παρόντος εθνικού σχεδίου αναπτύχθηκε ειδική μεθοδολογική προσέγγιση με σκοπό την εκτίμηση των κοινωνικο-οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την υλοποίηση των μέτρων πολιτικής για την επίτευξη των εθνικών στόχων σε ποσοτικούς όρους» (βλ. σελ. 290). Εντούτοις, δεν περιέχεται ούτε στο ΕΣΕΚ ούτε στα παραρτήματά του η παρουσίαση της «ειδικής μεθοδολογικής προσέγγισης» που χρησιμοποιήθηκε και επί της οποίας βασίστηκαν οι προτάσεις του ΕΣΕΚ. Ακόμη, δεν περιέχεται ούτε στο ΕΣΕΚ ούτε στα παραρτήματά του η ανάλυση ειδικώς των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τα μέτρα πολιτικής που προτείνονται. Η παράλειψη αυτή είναι ουσιώδους σημασίας, διότι το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων και ιδίως όσων αφορούν τις τεχνολογίες ΑΠΕ – η εγκατεστημένη ισχύς των οποίων υπερδιπλασιάζεται με το ΕΣΕΚ – έχουν ή αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Κατά την Ορνιθολογική, δεν νοείται ένα κείμενο εθνικής στρατηγικής να αναγγέλλει την ύπαρξη ανάλυσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αλλά η ανάλυση αυτή να μην δημοσιοποιείται ούτε να τίθεται υπό διαβούλευση.

    4. Η Ορνιθολογική θα σχολιάσει τα ακόλουθα τμήματα του ΕΣΕΚ: ΙΙ) Αναμόρφωση του αδειοδοτικού και χωροταξικού πλαισίου, ΙΙΙ) Θαλάσσιους ΑΣΠΗΕ, IV) Εθνικοί στόχοι και επιδιώξεις για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

    ΙΙ. Επί της αναμόρφωσης του αδειοδοτικού και χωροταξικού πλαισίου

    5. Στις σελ. 105-135 του ΕΣΕΚ παρουσιάζεται η στρατηγική του ΥΠΕΝ σε σχέση με το αδειοδοτικό και χωροταξικό πλαίσιο των ΑΠΕ. Συγκεκριμένα:

    6. Όσον αφορά το χωροταξικό πλαίσιο, στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι θα καταστούν εκ των προτέρων γνωστές με σαφήνεια και διαφάνεια οι κατηγορίες περιοχών στις οποίες αποκλείεται εν όλω ή εν μέρει η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ ή είναι κατάλληλες για την εγκατάσταση έργων ΑΠΕ και ότι θα καθορισθούν οι προϋποθέσεις εγκατάστασης, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια όπως η φυσιογνωμία, η περιβαλλοντική προστασία, η φέρουσα ικανότητα και οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες κάθε περιοχής εγκατάστασης.

    7. Σε σχέση με τις αναφορές του ΕΣΕΚ για το χωροταξικό πλαίσιο, η Ορνιθολογική έχει τα ακόλουθα σχόλια:

    8. Πρώτον, αν και είναι θετική η αναφορά ότι για την αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου των ΑΠΕ θα «ληφθούν υπόψη» κριτήρια περιβαλλοντικής προστασίας, η αναφορά αυτή είναι όλως αόριστη.

    9. Η Ορνιθολογική υποστηρίζει ότι η επιλογή της θέσης εγκατάστασης των αιολικών πάρκων είναι καθοριστικής σημασίας. Στο πλαίσιο της αρχής της πρόληψης, η οποία είναι θεμελιώδης αρχή του δικαίου της ΕΕ, η Ορνιθολογική προτείνει τα ακόλουθα, σε συμφωνία και με τις κατευθύνσεις της Birdlife International:
    i. Θεσμοθέτηση περιοχών αποκλεισμού εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ σε:
    • Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Σημαντικές Περιοχές για τα Πτηνά (IBAs)
    • Ειδικές Ζώνες Διατήρησης
    • Αναγνωρισμένα μεταναστευτικά περάσματα – στενωποί (migratory bottlenecks), όπου υπάρχουν μεγάλες συγκεντρώσεις πτηνών ή νυχτερίδων, όπως ορεινά περάσματα καθώς και στις ζώνες τακτικής διάβασης πελεκάνων.
    ii. Κατάρτιση «χαρτών ευαισθησίας» σε περιοχές εκτός των περιοχών αποκλεισμού, οι οποίοι θα καταγράφουν τους πληθυσμούς πτηνών και νυχτερίδων, τις διαδρομές τους, τις περιοχές όπου υπάρχουν στοιχεία που αποκλείουν την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ, τις περιοχές που είναι επιτρεπτή η εγκατάστασή τους και τις περιοχές για τις οποίες απαιτούνται περισσότερες πληροφορίες. Τέτοιοι χάρτες θα επικαιροποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα επί τη βάσει επιστημονικών δεδομένων. Συναφώς, η Ορνιθολογική έχει καταρτίσει χάρτη της ελληνικής επικράτειας στον οποίο απεικονίζονται, αφενός, οι περιοχές αποκλεισμού και αφετέρου, οι ζώνες αιολικού δυναμικού της χώρας.
    iii. Το νέο χωροταξικό πλαίσιο θα πρέπει να έχει δυναμικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει υπόψη το καθεστώς διατήρησης της βιοποικιλότητας. Συγκεκριμένα, αν διαπιστωθεί ότι η κατάσταση διατήρησης είδους έχει επιδεινωθεί, τότε θα πρέπει το χωροταξικό πλαίσιο να μπορεί να προσαρμοσθεί, ώστε να αποκλείει ή να θέτει περιορισμούς στην εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ στο συγκεκριμένο ενδιαίτημα.
    iv. Διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελετητών που διεξαγάγουν τις μελέτες περιβαλλοντικών εκτιμήσεων (νυν Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση). Συγκεκριμένα, οι συγκεκριμένοι μελετητές δεν θα πρέπει να προσλαμβάνονται από τις εταιρείες που θα εγκαταστήσουν τους ΑΣΠΗΕ, αλλά από τις αρμόδιες αρχές. Η σχετική δαπάνη θα καταλογίζεται στις εταιρείες.
    v. Ενθάρρυνση και στήριξη υπό τη μορφή κινήτρων (π.χ. ευνοϊκότερη φορολογία) της χρήσης τεχνολογιών ανεμογεννητριών άνευ λεπίδων (bladeless wind turbines), οι οποίες έχουν μικρότερες επιπτώσεις στους πληθυσμούς των πουλιών και νυχτερίδων.

    10. Δεύτερον, στο ΕΣΕΚ δεν αναφέρεται χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου θα ολοκληρωθεί η αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, με δεδομένο ότι σήμερα αδειοδοτούνται ΑΣΠΗΕ επί τη βάσει ενός χωροταξικού σχεδίου που ανατρέχει στο 2008 (Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη ξεκινήσει διαδικασία διερεύνησης της νομιμότητας του συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου, λόγω του ότι παραβιάζει τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ (Υπόθεση 2014/4073).

    11. Συνεπώς, η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ, στο πλαίσιο της στρατηγικής που περιγράφεται στο ΕΣΕΚ για την επόμενη δεκαετία, δεν είναι επιτρεπτό να στηριχθεί σε ένα όλως παρωχημένο χωροταξικό πλαίσιο, το οποίο έχει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης. Πολλώ δε μάλλον, δεν θα είναι επιτρεπτό η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ να γίνει επί τη βάσει διαδικασιών τύπου “fast track” που θα δημιουργούν τετελεσμένα για το περιβάλλον.

    12. Όσον αφορά τις διαδικασίες αδειοδότησης, στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης σταθμών ΑΠΕ είναι από τις κύριες προτεραιότητες του ΥΠΕΝ, με στόχο να μειωθούν οι χρόνοι υλοποίησης ενός έργου, να επιταχυνθούν οι επενδύσεις στον τομέα αυτό, να ενισχυθεί το κλίμα εμπιστοσύνης επενδυτών-κράτους και να προσεκλυθούν νέες επενδύσεις. Η απλοποίηση της διαδικασίας χορήγησης της Άδειας Παραγωγής έχει σχεδιαστεί να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2019. Ακόμη, προβλέπεται ψηφιοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών και λειτουργία ενός ή περισσοτέρων σημείων επαφής στα οποία θα απευθύνεται ο επενδυτής για αδειοδοτικά θέματα.

    13. Η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι στο ΕΣΕΚ δεν υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά στην υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας κατά την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης ΑΣΠΗΕ. Οποιαδήποτε διαδικασία απλοποίησης των διαδικασιών αδειοδότησης θα πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/ΕΚ για τα άγρια πτηνά, καθώς και τις απαιτήσεις διεθνών συμφωνιών, όπως είναι η Σύμβαση του Aarhous για την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στην λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στην δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (ν. 3422/2005).

    ΙΙI. Επί των θαλάσσιων ΑΣΠΗΕ

    14. Σε σχέση με τους θαλάσσιους ΑΣΠΗΕ («θαλάσσια αιολικά πάρκα»), το ΕΣΕΚ αναφέρει ότι, αν και δεν υπάρχει συγκεκριμένος χρονοπρογραμματισμός, τίθεται ως ενδεικτικός τεχνολογικός στόχος να βρίσκονται σε λειτουργία κατά το έτος 2030 θαλάσσια αιολικά πάρκα συνολικής εγκατεστημένης ισχύος της τάξεως των 250 MW (σελ. 49). Ακόμη, αναφέρεται ότι παράλληλα θα αναπτυχθεί κατάλληλο χωροταξικό και αδειοδοτικό πλαίσιο.

    15. Οι υπόλοιπες αναφορές στο ΕΣΕΚ για τους θαλάσσιους ΑΣΠΗΕ είναι εξαιρετικά γενικόλογες και ασαφείς (π.χ. σελ. 111, «Επισημαίνονται επίσης οι ειδικές απαιτήσεις που προκύπτουν για την ανάπτυξη ειδικού κανονιστικού (αδειοδοτικού και καθεστώτος στήριξης) και χωροταξικού πλαισίου για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα καθώς και για τα πλωτά φωτοβολταϊκά πάρκα» και σελ. 113 «[…] αποτελεί στόχο να προωθηθούν και θαλάσσια αιολικά πάρκα με την ανάπτυξη και του κατάλληλου αδειοδοτικού πλαισίου»).

    16. Το σύνολο των αναφορών που περιέχονται στο ΕΣΕΚ σε σχέση με τους θαλάσσιους ΑΣΠΗΕ είναι γενικόλογες και ασαφείς, χωρίς να δίνουν οποιαδήποτε κατεύθυνση για τον τρόπο χωροθέτησής τους. Ακόμη, ουδόλως αναφέρεται ότι μια τέτοια χωροθέτηση θα πρέπει να λάβει υπόψη τα ευαίσθητα θαλάσσια οικοσυστήματα, η προστασία των οποίων εμπίπτει στις υποχρεώσεις της Ελλάδας στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    17. Συναφώς, ουδεμία αναφορά υπάρχει στην οδηγία 2008/56/ΕΚ που είναι η οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική, η οποία εφαρμόζεται σε όλα τα θαλάσσια ύδατα της Ένωσης. Ούτε αναφέρει την ανάγκη συμφωνίας του πλαισίου χωροθέτησης και αδειοδότησής των θαλάσσιων αιολικών πάρκων με άλλες τομεακές πολιτικές, όπως τις πολιτικές-στρατηγικές για τον τουρισμό και τον νησιωτικό χώρο, κ.λπ.

    18. Εντέλει, η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στις τομεακές πολιτικές θαλάσσιου ενδιαφέροντος που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο αδειοδοτικό πλαίσιο των θαλάσσιων ΑΣΠΗΕ δημιουργεί την εντύπωση ότι είτε τα έργα αυτά δεν θα παίξουν ρόλο στην επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ ή ότι αφήνεται εσκεμμένα θολό το τοπίο προκειμένου η υλοποίησή τους να προσαρμοστεί στις επιδιώξεις των επενδυτών.

    IV. Επί των εθνικών στόχων και επιδιώξεων για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

    19. Όπως ήδη σημειώθηκε, στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «Στο πλαίσιο του παρόντος εθνικού σχεδίου αναπτύχθηκε ειδική μεθοδολογική προσέγγιση με σκοπό την εκτίμηση των κοινωνικο-οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την υλοποίηση των μέτρων πολιτικής για την επίτευξη των εθνικών στόχων σε ποσοτικούς όρους» (βλ. σελ. 290). Ωστόσο, το προτεινόμενο ΕΣΕΚ στην πραγματικότητα δεν λαμβάνει υπόψη θεμελιώδεις περιβαλλοντικές και κοινωνικές παραμέτρους που σχετίζονται με τις σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εγκαταστάσεων ΑΣΠΗΕ σε αδόμητους χώρους αλλά και τις έντονες κοινωνικές αντιδράσεις που υπάρχουν για τον ίδιο λόγο σε όλη τη χώρα. Το προτεινόμενο ΕΣΕΚ αναφέρεται σε διπλασιασμό της εξέλιξης εγκατεστημένης ισχύος ΑΣΠΗΕ για ηλεκτροπαραγωγή έως το 2030 (Πίνακας 8, σελ. 49).
    20. Παρόλο που είναι γνωστό ότι το δομημένο περιβάλλον αλλά και οι ενεργειακές απαιτήσεις των κτηριακών εγκαταστάσεων αυξάνονται σε όλο τον κόσμο, ενώ σαφώς αναγνωρίζεται ως καθαρά ανθρωπογενές περιβάλλον, στο προτεινόμενο ΕΣΕΚ δεν λαμβάνεται υπόψη ότι οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ μπορούν να προωθηθούν μέσα σε αυτό.
    21. Λαμβάνοντας υπόψη τις υπάρχουσες τεχνολογίες, η ιδανικότερη πηγή ανανεώσιμης ενέργειας που μπορεί να αξιοποιηθεί άμεσα μέσα στο δομημένο περιβάλλον (δηλαδή μέσα στις πόλεις, στις βιομηχανικές περιοχές και κάθε μορφής «σφραγισμένο» έδαφος) για να καλύψει το ποσοστό από ΑΠΕ είναι η ηλιακή. Σε αυτό το σημείο η Ελλάδα έχει σαφές πλεονέκτημα εξαιτίας του υψηλού βαθμού ηλιοφάνειας. Παράλληλα, οι εφαρμογές εκμετάλλευσης μπορούν να πληρούν τις αρχές της συνταγματικά κατοχυρωμένης αειφόρου ανάπτυξης.
    22. Συγκεκριμένα:
    -Οι εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης μπορούν να περιοριστούν στο δομημένο περιβάλλον (χωρίς να ζημιώνεται το φυσικό περιβάλλον)
    -Η εκμετάλλευση μπορεί να γίνει κοντά στους χώρους κατανάλωσης (χωρίς μεγάλες απώλειες κατά τη μεταφορά του ηλεκτρικού ρεύματος)
    -Η εκμετάλλευση αφήνει πραγματικά περιθώρια δικαιότερης κοινωνικά μοιρασιάς στην παραγωγή
    -Υπάρχουν ήδη τεχνολογίες που εντάσσονται με αρμονικό τρόπο μέσα στο δομημένο περιβάλλον (φωτοβολταϊκά φιλμ για κάθετους υαλοπίνακες, φωτοβολταϊκά κεραμίδια κ.ο.κ)
    -Η εκμετάλλευση μπορεί να δώσει την ευκαιρία εργασίας σε χιλιάδες ανθρώπους και όχι σε λίγες μόνο εταιρείες (ακολουθώντας την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης που αναφέρεται στην κοινωνική δικαιοσύνη)
    23. Για να τηρηθούν τόσο οι τυπικές όσο και οι ουσιαστικές δεσμεύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, η χώρα πρέπει να απομακρυνθεί από την ενίσχυση των ΑΠΕ στο αδόμητο περιβάλλον. Ως εκ τούτου, τα φωτοβολταϊκά και κάθε άλλη πρόσφορη εγκατάσταση εκμετάλλευσης ΑΠΕ (πιεζοηλεκτρισμός, Vortex technology κλπ) θα πρέπει να ενισχυθούν μέσα στο δομημένο περιβάλλον.
    24. Η εκμετάλλευση αιολικού δυναμικού μπορεί να έχει περιθώρια ανάπτυξης σε εντατικά καλλιεργούμaενα εδάφη αλλά και εν μέρει μέσα στο δομημένο περιβάλλον (π.χ. μικρές ανεμογεννήτριες κάθετου άξονα για ηλεκτροφωτισμό, bladeless wind turbines μέσα σε οικισμούς κλπ).

    V. Τελικές επισημάνσεις

    25. Oι προτάσεις του ΕΣΕΚ που αφορούν την επίτευξη ενεργειακών στόχων δεν μπορεί να υπερτερούν της περιβαλλοντικής προστασίας. Η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων που έχει την ίδια νομική ισχύ όπως οι Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, επομένως, κατισχύει του ελληνικού δικαίου, αναγνωρίζει ως διακριτό θεμελιώδες δικαίωμα την προστασία του περιβάλλοντος («Υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και η βελτίωση της ποιότητάς του πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλίζονται σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης»). Αυτό σημαίνει ότι η εθνική πολιτική για την ενέργεια θα πρέπει πρωτίστως να έχει γνώμονα την περιβαλλοντική προστασία και όχι το αντίστροφο.

    Αθήνα, 13 Δεκεμβρίου 2019

  • Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και περιγράφει το ενεργειακό μοντέλο της χώρας για την επόμενη δεκαετία 2020 -2030.
    Από τα όσα αναφέρονται στο σχέδιο οι διαπιστώσεις που προκύπτουν είναι οι παρακάτω:
    • Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σχέδιο, με υψηλούς στόχους για τον μετασχηματισμό του ενεργειακού ισοζυγίου, που προκειμένου να επιτευχθούν απαιτούνται πολύπλοκες πολιτικές με διυπουργικές αποφάσεις, με αποτέλεσμα να αμφισβητείται η αποτελεσματικότητά του στα χρονικά διαστήματα που τίθενται ως στόχοι και ειδικά σε μία χώρα που βρίσκεται ακόμα σε περίοδο ύφεσης.

    • Σε ό,τι αφορά στη Δυτική Μακεδονία αβίαστα προκύπτει ότι παύει να υφίσταται ως ενεργειακό κέντρο, μιας και αυτό που διαφαίνεται είναι η διάσπαρτη παραγωγή ενέργειας σε όλη την Ελλάδα που θα συντονίζεται μέσω ενός έξυπνου δικτύου, χωρίς να διακρίνεται κάποιο συγκεκριμένο ενεργειακό κέντρο.

    • Υπάρχει ασυμβατότητα του ΕΣΕΚ από το πρόσφατο επιχειρησιακό σχέδιο της ΔΕΗ ΑΕ και του ΑΔΜΗΕ, πράγμα που το καθιστά μη αξιόπιστο.

    • Δεν αναφέρεται πουθενά στο σχέδιο ο ρόλος της ΔΕΗ ΑΕ ως ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες της Δυτικής Μακεδονίας στην διαδικασία της απολιγνιτοποίησης της περιοχής.

    • Στη σελίδα 185 του σχεδίου, όπου αναφέρονται περιληπτικά οι δράσεις της ελληνικής κυβέρνησης σχετικά με μέτρα στις περιοχές που θα υποστούν τις συνέπειες της μετάβασης του ενεργειακού μείγματος (απολιγνιτοποίηση), οι αναφορές είναι αόριστες και θα εξειδικευτούν στο επικείμενο master plan για τις περιοχές αυτές στα μέσα του 2020.

    • Δημιουργείται το ερώτημα: ποια ήταν η αναγκαιότητα να διαφοροποιηθούν οι στόχοι του σημερινού ΕΣΕΚ με το προηγούμενο που συντάχθηκε το 2018, όπως για παράδειγμα η αύξηση Μεριδίου ΑΠΕ στην Ακαθάριστη Τελική Κατανάλωση Ενέργειας από 31% σε 35%, όταν ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός κεντρικός στόχος είναι 32%.

    • Δεν αναφέρεται πουθενά, έστω περιληπτικά, ο τρόπος και το κόστος της απολιγνιτοποίησης, ενώ στη σελίδα 297 του παρόντος σχεδίου αναφέρονται αναλυτικά τα κόστη των νέων επενδύσεων για το νέο ενεργειακό μοντέλο.

    Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις έχουμε να προτείνουμε τα εξής:

    • Το ΕΣΕΚ χρήζει άμεσης αναθεώρησης και σε κάθε περίπτωση πρέπει να έπεται του Master Plan για τις περιοχές που θα υποστούν τις συνέπειες της μετάβασης του ενεργειακού μείγματος (απολιγνιτοποίηση). Σε αυτά τα πλαίσια θα πρέπει να υπάρχει συσχετισμός αναπτυξιακού σχεδίου και Master Plan.

    • Πρέπει να θεσμοθετηθούν οι χρήσεις γης, όχι μόνο για τις ΑΠΕ που αναφέρεται στο σχέδιο, αλλά και για τα εδάφη που τα εδάφη που θα μείνουν μετά το περας της λιγνιτικής εκμετάλλευσης.

    • Με αρωγό την ελληνική κυβέρνηση πρέπει να θεσπιστεί επενδυτικό πλαίσιο κινήτρων για προσέλκυση νέων επενδύσεων για προϊόντα βαριάς βιομηχανίας στη Δυτική Μακεδονία.

    • Πρέπει να εξειδικευθούν οι προβλέψεις για τις νέες θέσεις εργασίας που αναφέρονται στο ΕΣΕΚ, όσο αφορά στο νέο ενεργειακό μοντέλο στη Δυτική Μακεδονία.

    • Πρέπει στο ΕΣΕΚ να ληφθεί υπόψη η τεχνογνωσία της Δυτικής Μακεδονίας ως προς την ενέργεια.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:42 | Θεόδωρος Χίου

    Aναφορικά με τη θεματική ΠΠ2.2: Αναμόρφωση αδειοδοτικού και χωροταξικού πλαισίου, η ενδεικτική μνεία σε κριτήρια όπως η φυσιογνωμία, η περιβαλλοντική προστασία, η φέρουσα ικανότητα και οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες κάθε περιοχής εγκατάστασης για το καθορισμό των περιοχών στις οποίες αποκλείεται εν όλω ή εν μέρει η εγκατάσταση έργων ΑΠΕ είναι εξαιρετικά γενικόλογη και αφηρημένη και δεν παρέχει έδαφος για ουσιαστική διαβούλευση. Περαιτέρω, ουδόλως διασφαλίζει άνευ ετέρου την προστασία περιοχών όπως τα νησιά του Αιγαίου και των Κυκλάδων ειδικότερα. Προτείνεται η ειδική και δεσμευτική πρόβλεψη σχετικά με τον εν όλω αποκλεισμό τοποθέτησης έργων ΑΠΕ πάνω σε νησιά και ιδίως σε κατοικημένα νησιά μικρής έκτασης, τα οποία εξ ορισμού παρουσιάζουν ειδική φυσιογνωμία, περιορισμένη φέρουσα ικανότητα και έντονες ανθρωπογενείς δραστηριότητες (ιδίως τουρισμό), και η αντισταθμιστική εισήγηση για προώθηση-αδειοδότηση έργων offshore ή πλωτών.

  • ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ – ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ ΚΑΙ ΑΠΕ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

    Προτείνεται η αναφορά στο ΕΣΑΚ δυνατότητας διασύνδεσης των νησιών του Βορείου Αιγαίου και των Δωδεκανήσων με το Εθνικό σύστημα Φυσικού Αερίου στη βάση της πρότασης του ΔΕΣΦΑ για τροφοδοσία μέσω εικονικών αγωγών μεταφοράς υγροποιημένου Φ.Α. (LNG). Η δυνατότητα αυτή μπορεί να επεκταθεί με την ανάπτυξη τοπικών δικτύων μεταφοράς και διανομής που θα καλύψουν ευρύτερες ενεργειακές ανάγκες των νησιών αυτών σε θέρμανση – ψύξη και μεταφορές, μειώνοντας τις ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια και συμβατικά καύσιμα μεταφορών και περιορισμό ή και απαλοιφή της ηλεκτρικής διασύνδεσης μεταφοράς, καθώς και της εφοδιαστικής αλυσίδας συμβατικών καυσίμων. Επίσης, η ανάπτυξη εκτεταμένης χρήσης του ΦΑ σε διεσπαρμένες μονάδες ΣΗΘΥΑ για ευέλικτη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα επιτρέψει την περαιτέρω διείσδυση ΟΛΩΝ των τοπικά αναπτυσσόμενων ΑΠΕ, δίνοντας τη δυνατότητα αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ στα συγκεκριμένα συστήματα, θεαματικά υψηλότερης από τον εθνικό στόχο.

    Το πλήρες σχέδιο της λύσης αυτής συνοδεύεται από μια πληθώρα επιμέρους μέτρων που θα μπορούσαν να αναφερθούν στο υπόλοιπο κείμενο. Λόγω του επείγοντος της τελικής διατύπωσης του σχεδίου και κατάθεσής του μέχρι τέλους του 2019, προτείνεται μια τροποποίηση – προσθήκη στο χωρίο:

    3.5.1.2 Πολιτικές και Μέτρα για μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και την ανάπτυξη εγχώριων ενεργειακών πηγών

    Και ειδικότερα:

    Σελ. 160 και πιν. 18 του ΕΣΑΚ:
    « ….Εντός της περιόδου 2020-2030, θα διασυνδεθεί η πλειονότητα των νησιών του Αιγαίου (Κρήτη, λοιπές Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, ΒΑ Αιγαίο) με το ΕΣΜΗΕ, ξεκινώντας από τη διασύνδεση της Κρήτης που θα έχει ολοκληρωθεί στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Στόχος είναι μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας να έχει διασυνδεθεί σχεδόν το σύνολο των αυτόνομων αυτών συστημάτων με το διασυνδεδεμένο σύστημα.
    Οι διασυνδέσεις που έχουν ήδη δρομολογηθεί, περιλαμβάνουν από τον ΑΔΜΗΕ και/ή θυγατρικές του (Πίνακας 18):
    • την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των Κυκλάδων
    • τη διασύνδεση της Κρήτης (Φάσεις Ι και ΙΙ)
    • τη διασύνδεση των Δωδεκανήσων
    • τη διασύνδεση του Β. Αιγαίου»
    (ακολουθεί ο Πιν, 18 όπου η διασύνδεση των Δωδεκανήσων τοποθετείται για το 2028 και των νησιών του Β. Αιγαίου για το 2019)

    Προσθήκη (μετά τον Πιν.18):

    «Επειδή στην διεθνή αγορά του Φ.Α. και ειδικότερα σε αυτήν του υγροποιημένου υπάρχουν σημαντικές ευνοϊκές εξελίξεις, ήδη δε ο Διαχειριστής του Φ.Α. ανήγγειλε τα σχέδιά του για τροφοδοσία των Δωδεκανήσων και του Βορείου Αιγαίου μέσω εικονικών αγωγών μεταφοράς υγροποιημένου Φ.Α. (LNG), θα επανεξεταστεί ο σχεδιασμός και το αντικείμενο των έργων ηλεκτρικής διασύνδεσης των δυο περιοχών με γνώμονες τα κόστη κατασκευής των έργων, τα κόστη ενέργειας, την ασφάλεια τροφοδοσίας, την ανάπτυξη ανταγωνισμού και την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των ενεργειακών εγχωρίων πηγών (ΑΠΕ).
    Η ανάπτυξη ΑΠΕ, και ειδικότερα των έντασης εργασίας (κυρίως βιοενέργειας), καθώς και οι συνακόλουθες δραστηριότητες παραγωγής αλλά και αξιοποίησης των δευτερογενών προϊόντων (θερμική ενέργεια, λιπάσματα, νερό άρδευσης) θα συμβάλουν στην ανάπτυξη των νησιών, προσφέροντας νέες ευκαιρίες στο εποχικά απασχολούμενο εργατικό δυναμικό και επιχειρήσεις.

    Η επανεξέταση του σχεδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης θα γίνει το 2025 και μέχρι τότε οι συμβάσεις παραγωγής ΑΠΕ δεν θα περιλαμβάνουν ρήτρες τροποποίησης σε περίπτωση διασύνδεσης»

    Ο στόχος της ενεργειακής αυτονομίας σε περισσότερα συστήματα, με πολλαπλάσια ισχύ και διακυμάνσεις (Βόρειο Αιγαίο και Δωδεκάνησα), απαιτεί διεύρυνση των λύσεων για αποθήκευση, συγχρονισμό παραγωγής / κατανάλωσης, εξοικονόμηση. Ενδεικτικά πρόσθετα μέτρα μπορούν να αναφερθούν στο τέλος του εδαφίου που πραγματεύεται τις λύσεις για τα λίγα μικρά συστήματα που αντιστοιχούν στην λύση της γενίκευσης της διασύνδεσης:

    Σελ. 161 «…Για να καταστεί αυτό δυνατό, μέτρο πολιτικής αποτελεί η υιοθέτηση κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την προώθηση συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, είτε στο πλαίσιο των υβριδικών σταθμών, είτε στο πλαίσιο μίας ανεξάρτητης κεντρικής αποθήκης που θα άρει τον κορεσμό του δικτύου και θα επιτρέψει την εγκατάσταση νέων μη ελεγχόμενων σταθμών ΑΠΕ»

    ΠΠΡΟΣΘΗΚΗ:

    «Πλην των μονάδων ελεγχόμενης παραγωγής (ΣΗΘΥΑ, Βιοαερίου / Βιομάζας, Υδροηλεκτρικών, Γεωθερμίας) και των υβριδικών μονάδων (η έννοια των οποίων θα διευρυνθεί για να περιληφθούν περισσότερες τεχνολογίες), εξισορρόπηση των δικτύων (χρονική αντιστοίχιση παραγωγής – κατανάλωσης) ειδικά των μη διασυνδεδεμένων νησιών μπορεί να επιτευχθεί με πρακτικές ετεροχρονισμού, αποθήκευσης ενέργειας και εξοικονόμησης στην κατανάλωση. Ενδεικτικά αναφέρονται:

    • Τιμολογιακά κίνητρα για την χρήση ηλεκτρικής ενέργειας σε χρονικές ζώνες πλεονασμάτων σε συνδυασμό με έξυπνους μετρητές (ευέλικτο σύστημα, ελεγχόμενο από τον καταναλωτή).
    • Αποθήκευση στην κατανάλωση, σε συνδυασμό με το παραπάνω: Ηλεκτρικά αυτοκίνητα, συστοιχίες συσσωρευτών καταναλωτών, συστήματα αποθήκευσης ενέργειας θέρμανσης / ψύξης (Θερμοδοχεία / Ψυχροδοχεία νερού ή ενσωματωμένα στις δομικές κατασκευές παθητικά συστήματα) κλπ.
    • Συγχρονισμός παραγωγής χαμηλού κόστους – κατανάλωσης: Εφαρμογή στην αφαλάτωση, άρδευση, πλυντήρια κλπ., επίσης μέσω τιμολογιακών κινήτρων.
    • Αντλίες θερμότητας ηλεκτροκίνητες ή αεριοκίνητες.

    Λόγω της μεγάλης σημασίας αυτών των συστημάτων για τα ΜΔΝ, τα μέτρα αυτά θα ενισχυθούν από κονδύλια που προορίζονται για εξοικονόμηση με ειδικούς, ευνοϊκότερους στα ΜΔΝ, όρους»

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:26 | ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΟΥΣΑΚΙΟΥ

    Ασφάλεια Ενεργειακού Εφοδιασμού

    1) Όσον αφορά το ζήτημα της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού της Κρήτης πρέπει να γίνει πρόβλεψη στο ΕΣΕΚ ώστε μετά την ολοκλήρωση και της δεύτερης διασύνδεσης να προβλέπεται η αναγκαιότητα λειτουργίας και διαθεσιμότητας θερμικών μονάδων με αέρια καύσιμα για τις οποίες θα διασφαλίζει ο Διαχειριστής Συστήματος επαρκείς πόρους διαθέσιμης ισχύος κι ευελιξίας για την κάλυψη των αιχμών αλλά και την εύρυθμη καθημερινή λειτουργία του Συστήματος της Κρήτης με τη συμμετοχή τους σε ειδική μακροχρόνια αγορά διαθέσιμης ισχύος. Αυτό είναι απαραίτητο με βάση το κριτήριο Ν-1 των διασυνδέσεων και την τεχνολογία της μεγάλης διασύνδεσης .

    Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας – ΣΗΘΥΑ

    2) Στο ΕΣΕΚ δεν συμπεριλαμβάνεται επί της ουσίας η συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης (ΣΗΘΥΑ) ως μία από τις πλέον οικονομικά αποδοτικές τεχνολογίες για την επίτευξη των στόχων του 2030 και αυτό αντίκειται με την ισχύουσα πολιτική της ΕΕ , όπως αυτή αποτυπώνεται στο Άρθρο 14 της Οδηγίας 2012/27, για την ενθάρρυνση από τα κράτη-μέλη της τεχνολογίας ΣΗΘΥΑ .
    3) Αναφορικά με τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας πρέπει να ληφθεί μέριμνα από το ΕΣΕΚ ώστε να μπορούν αφενός να συμμετέχουν αλλά και να αμείβονται επαρκώς στο υπό ανάπτυξη πλαίσιο που αφορά τις επικουρικές υπηρεσίες, τον έλεγχο συχνότητας και τάσης, την ταχεία άνοδο/κάθοδο (ramping), τη μετάθεση φορτίου (load shifting) και την κάλυψη αιχμών ζήτησης με τρόπο που θα εξασφαλίζεται η βιωσιμότητά τους.
    4) Για την ενίσχυση των επενδύσεων σε μονάδες ΑΠΕ είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί στο Σχέδιο η μακροχρόνια συμβολαιοποίηση της ενέργειας από έργα ΑΠΕ (PPAs) καθώς αποτελεί βασική προϋπόθεση για την χρηματοδότηση και ανάπτυξη έργων ΑΠΕ.

    Ανοικτές και ανταγωνιστικές αγορές ενέργειας

    5) Το παρόν Σχέδιο προβλέπει μόνο τη νέα διασύνδεση με Βουλγαρία , ωστόσο πρέπει να κατασκευασθούν επιπλέον νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εισαγωγών από την Κεντρική Ευρώπη προς την Ελλάδα και εξαγωγών ενέργειας από ΑΠΕ ή κατανεμόμενες μονάδες που βρίσκονται εγκατεστημένες στην Ελλάδα προς τις χώρες των Βαλκανίων . Έτσι θα ενισχυθεί η εγκατάσταση σύγχρονων θερμικών μονάδων Φ.Α. & ΑΠΕ στην Ελλάδα ικανοποιώντας τους εθνικούς στόχους όσον αφορά την απανθρακοποίηση και την μείωση των εκπομπών αερίων ρύπων .

    Εξέλιξη και Βασικά Χαρακτηριστικά Συστήματος Ηλεκτροπαραγωγής

    6) Όσον αφορά την απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028 σημειώνεται ότι η διαδικασία αυτή θα πρέπει να γίνει με τρόπο που να ευθυγραμμίζεται με την τήρηση της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας -και ιδίως της Οδηγίας 2010/75 για τις βιομηχανικές εκπομπές- από όσες λιγνιτικές μονάδες θα παραμείνουν σε λειτουργία την περίοδο 2020-2028.
    Συγκεκριμένα , όπως αναφέρεται στον Πίνακα 32 του ΕΣΕΚ προβλέπεται ότι το 2022 θα είναι σε λειτουργία 2.900 MW λιγνιτικών μονάδων (όπως ΑΗΣ Αμυνταίου και ΑΗΣ Καρδιάς ) ενώ και το 2025 θα παραμένουν 700 MW. Επομένως διαπιστώνεται ότι η απόσυρση αρκετών λιγνιτικών μονάδων που δε συμμορφώνονται με το Ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο (Οδηγία 2010/75 για τις βιομηχανικές εκπομπές) θα γίνει σε ορίζοντα 3-4 ετών από σήμερα. Είναι απαραίτητο στο χρονοδιάγραμμα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων να γίνει με σεβασμό της σχετικής Ευρωπαϊκής νομοθεσίας και των εθνικών ορίων που θέτει η Οδηγία 2016/2284 η οποία θέτει συγκεκριμένο στόχο για τη μείωση των εκπομπών ρύπων όπως το διοξείδιο του θείου και τα οξείδια του αζώτου για την περίοδο 2020-2024.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:34 | Αλέξανδρος Μ.

    Οι νόμοι και η πολιτική όπως ασκείται δεν χώρεσε ποτέ την ηθική και αυτό συνεπάγεται τη δημιουργία νόμων για τον νομοθέτη.

    Έτσι λοιπόν αναφορικά και με το ΕΣΕΚ οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η αλλαγή του κλίματος ακόμα και για τους επιστήμονες είναι ένα θολό κομμάτι. Δεν μπορεί να κατανοηθεί ξεκάθαρα αν είναι φυσικό φαινόμενο ή μία «εφεύρεση» που έχει σκοπό να προωθηθεί η «πράσινη» ανάπτυξη και ό,τι αυτή συνεπάγεται. Και γι αυτό δεν εμπεριέχεται κανένα ηθικό κομμάτι.

    Η ενέργεια χρειάζεται. Μα οφειλουμε να την περιορίσουμε στην αναγκαία χρήση της και όχι στη σπατάλη της (στην παραγωγική, δημόσια αλλά και ιδιωτική σφαίρα). Έτσι θα εξοικονομηθούν τόσοι πόροι που με μία σωστή διαχείριση θα έχουμε ενέργεια με το ελάχιστο οικολογικό αποτύπωμα και χωρίς εξαρτήσεις. Και εκεί χωράνε και οι ανεμογεννήτριες και οι άλλες ΑΠΕ. Σε μικρή κλίμακα και σωστά χωροθετημένες. Αλλά το θέλουμε κάτι τέτοιο; Ή μάλλον οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι θα το θελαν. Μα οι υπόλοιποι το θέλουνε;

    Και για το τέλος τα λόγια του Γεωργίου Ντούρου (δασολόγος (και οικολόγος) με θητεία σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες) για να μαθαίνουμε οι νεότεροι και να θυμούνται οι παλιοί:

    Τίτλος «Αιολικά Πάρκα –Επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον»

    «Τα αιολικά πάρκα (Α/Π) μας δίνουν καθαρή και ανανεώσιμη ενέργεια. Είναι σίγουρο και εξακριβωμένο ότι συμβάλλουν στον περιορισμό των εκπομπών αερίων και ρύπων κλπ. Είμαστε σε θέση να το κατανοήσουμε. Είναι γνωστά τα φαινόμενα του θερμοκηπίου. Και τα προβλήματα αυτά έχουν σχέση με τα φυτά, με τη βλάστηση και ιδιαίτερα με τα δάση. Η φωτοσύνθεση είναι ίσως η μόνη φωτοχημική διεργασία αντίστροφη της καύσης οργανικών ουσιών με την οποία το CO2 της ατμόσφαιρας μπορεί να επανέλθει στην αρχική του θέση, στο φλοιό της γης. Ας μην ξεχνάμε και την προέλευση των αερίων ρύπων που προέρχονται από την καύση ορυκτών καυσίμων. Δεν είναι παρά μεγάλες ποσότητες βιομάζας (δάση ή φυτικές και ζωτικές διαπλάσεις) που καταπλακώθηκαν ή κατακλύσθηκαν σε παλαιότερες γεωλογικές περιόδους σε μικρότερα ή μεγαλύτερα βάθη της γης.

    Ομως η παραγωγή αιολικής ενέργειας έχει άλλου τύπου προβλήματα που πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας και να συνεκτιμήσουμε.

    Τα Α/Π είναι κατ’αρχήν χωροβόρα. Ίσως καμία άλλη βιομηχανική εγκατάσταση δεν καταλαμβάνει τόσο χώρο.

    Βεβαίως μεγάλους χώρους καταλαμβάνει η εξόρυξη του λιγνίτη και τα υδροηλεκτρικά φράγματα που επίσης χρησιμοποιούν ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Εκείνα όμως είναι πολύ περισσότερο αποτελεσματικά στην παραγωγή ενέργειας.

    Ο χώρος πρέπει να θεωρείται θεμελιώδες αγαθό. Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο ορεινός χώρος όσο αχανής κι αν φαίνεται δεν είναι απέραντος. Είναι πεπερασμένος. Ο χώρος στον οποίο εγκαθίσταται τα Α/Π δεν είναι ο οποιοσδήποτε χώρος. Είναι κατά κανόνα οι εδαφικές εξαιρέσεις, οι οροσειρές και οι λοφοσειρές. Είναι ο περίοπτος χώρος. Είναι ο χώρος που διαμορφώνει τα περιγράμματα του ορίζοντα. Είναι ο χώρος που δίνει ταυτότητα στο τοπίο.

    Κατά κανόνα οι εδαφικές εξάρσεις στις οποίες τοποθετούνται τα Α/Π δεν έχουν δάση· Είναι όμως λάθος να βλέπουμε ως μόνη αξία τα δάση. Αυτά συνήθως συνυπάρχουν με θαμνώνες με λιβάδια με βραχώδεις γεωλογικούς σχηματισμούς με νερά με ιδιόμορφο γεωλογικό ανάγλυφο. Ολα αυτά τα στοιχεία αποτελούν σύνολα και τοπία και. ως τοπία πρέπει να τα δούμε.

    Ακόμα θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι εδαφικές εξάρσεις (είτε πρόκειται για λοφοσειρές είτε πολύ περισσότερο πρόκειται για οροσειρές μεγάλου υψομέτρου) λόγω της δυσκολίας προσπέλασης έμειναν, μέχρι τώρα, έξω από την έντονη και δραστική παρουσία και επέμβαση του ανθρώπου, αδιατάρακτες στη φυσικότητα τους και συνιστούν τα ωραιότερα τοπία.

    Ειδικότερα οι κορυφές των βουνών πάνω από το υψόμετρο των 1500 μ. είναι εξαιρετικοί βιότοποι με πλούσια χλωρίδα και σπάνια είδη φυτών λόγω της φυτογεωγραφικής απομόνωσης τους όπως συμβαίνει και με τα μικρά απομονωμένα νησιά.

    Η Ελλάδα έχει το προνόμιο, σε σχέση με πολλές άλλες χώρες, να είναι κυρίαρχα ορεινή με πολλά τοπία υψηλής αισθητικής αξίας και μεγάλης βιολογικής ποικιλίας (έστω και χωρίς δάση). Αυτά δεν έχουν αξία μόνο για ρομαντικούς ανθρώπους.

    Είναι ένα συγκριτικό πλεονέκτημα μεγάλης οικονομικής πλέον σημασίας.

    Δυστυχώς δεν αντιλαμβανόμαστε το χώρο ως αξία. Κατά την άποψη των χωροτακτών μας κυριαρχεί το «χωροταξικό ασυνείδητο». Η χωροταξία στη χώρα μας βρίσκεται ακόμα σε νηπιακή ηλικία.

    Ούτε το τοπίο μας έχει θεσπισθεί ως προστατευτέα αξία όπως έχει συμβεί σε άλλες χώρες (Ιταλία Αγγλία Καναδάς κλπ.).

    Οι προστατευόμενες φυσικές περιοχές (Εθνικά πάρκα Εθνικοί δρυμοί, μνημεία της φύσης, προστατευόμενα τοπία ιδιαίτερου κάλους) είναι ακόμα πολύ λίγα και μικρά σε έκταση.

    Δεν θέλω να αναφερθώ ειδικότερα στις μικρότερες ή μεγαλύτερες επιπτώσεις από την εγκατάσταση Α/Π: διανοίξεις μεγάλων δρόμων ανέγερση κτιρίων, γραμμές μεταφοράς, θεμελιώσεις ανεμογεννητριών (Α/Γ) σε κορυφές κλπ. Σήμερα υπάρχουν περί τα 700 αιτήματα για Α/Π με 1500 Α/Γ στον Ελληνικό χώρο που μπορεί να φτάσουν τα 1.000 με 20.000 Α/Γ. Ένα μέσου μεγέθους Α/Π απαιτεί ένα χώρο 200 έως 400 στρεμμάτων. Δηλαδή για την εγκατάσταση όλων των Α/Π στην Ελλάδα απαιτείται μία έκταση 400.000 στρεμμάτων (όσο το μέγεθος ενός μεγάλου ελληνικού βουνού). Η διασπορά τους είναι πολύ μεγάλη και η ‘σκιά’ τους εκτείνεται πολύ πέραν του συγκεκριμένου χώρου στον οποίο εγκαθίστανται.

    Εμείς δεν μπορούμε να φανταστούμε το σύνολο του ορεινού χώρου να έχει μετατραπεί σε βιομηχανική περιοχή.

    Η οικολογική αξία μιας περιοχής γίνεται αντιληπτή από λίγους ειδικούς, αλλά η αξία του τοπίου, όσο υποκειμενική και αν είναι, την αντιλαμβάνεται έστω και με διαφορετικό τρόπο, και ο τελευταίος απαίδευτος άνθρωπος. Πρόκειται για τα αγαθά εκείνα την αξία των οποίων αντιλαμβανόμαστε όταν τα στερηθούμε (όπως ο αέρας που αναπνέουμε, όπως η υγεία που δεν συνειδητοποιούμε). Ας θυμηθούμε και τη ρήση του Οδ. Ελύτη για το ελληνικό φυσικό περιβάλλον: είμαστε πρίγκιπες και δεν το ξέρουμε.

    Επειδή όμως όλοι θέλουμε την ενέργεια, και τη θέλουμε καθαρή και ανανεώσιμη. Θέλουμε και τις Ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και την αιμοδοσία της οικονομίας μας δεν μπορούμε να αρνηθούμε την αιολική ενέργεια. Πλην όμως πρέπει να διαφυλάξουμε τουλάχιστον τα σπουδαιότερα στοιχεία του φυσικού μα ς περιβάλλοντος. Πρέπει να κάνουμε αυτή τη διάκριση. Έχοντας γνώση του ορεινού χώρου 0α τολμούσα να κάνω μια εκτίμηση: 20 έως 30% των αιτημάτων για Α/Π δεν πρέπει να ικανοποιηθούν.

    Το Υπουργείο Γεωργίας ήδη έδωσε αρκετές άδειες για Α/Π σε περιοχές μεγάλου αιολικού δυναμικού (Νότιος Εύβοια, Πάρνωνας – Μαλέας) χωρίς να υπάρχει καν σχετική πρόβλεψη στη δασική νομοθεσία (πριν ακόμα εκδοθεί σχετική νομοθετική ρύθμιση για τέτοιου είδους εγκαταστάσεις), και θα δώσει ακόμα περισσότερες. Θέλει όμως να διαφυλάξει ορισμένες περιοχές υψηλής οικολογικής και αισθητικής αξίας.

    Μια τέτοια περιοχή είναι η κορυφογραμμή Καστρί Κοκαλιά – Καράβι – Αλογοβούνι Τύμπανο – Τρυπήρι στα όρια των νομών Ευρυτανίας-Φθιώτιδας για την οποία έχει γνωμοδοτήσει αρνητικά. Πρόκειται όμως για μια υπηρεσιακή τοποθέτηση, ιεραρχικά διαμορφωμένη. Η τελική πολιτική απόφαση δεν έχει ληφθεί ακόμα».

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:24 | Kostas A.

    Σε καμία χώρα στον κόσμο δεν υπάρχει τόσο μεγάλο ποσοστό 64% παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας από ΑΠΕ. Ο λόγος είναι ότι δεν είναι εφικτή τόσο μεγάλη αποθήκευσης ενέργειας σε κολοσσιαίες μπαταρίες λόγου χάρη και η παραγωγή ρεύματος είναι πάντα ίση με την κατανάλωση ανά δευτερόλεπτο με αυτοματισμούς. Επιπλέον είναι ΑΝΑΣΦΑΛΕΣ διότι καλοκαίρι βράδυ με νηνεμία δεν έχεις ούτε φωτοβολταϊκά, ούτε αέρα και συνήθως ούτε νερά στους υδροηλεκτρικούς. Το φυσικό αέριο είναι πάντα εισαγόμενο και πέραν του ευμετάβλητου υψηλού κόστους εξαρτάται άμεσα και από πολιτικές αποφάσεις ξένων χωρών που κλείνουν την παροχή και σε αφήνουν σύξυλο. Θέλουμε τέτοια αστάθεια ενεργειακής κάλυψης ειδικά σήμερα?
    Θα πρέπει πάντα να υπάρχει ένα ασφαλές μεγάλο ποσοστό εγχώριου φτηνού καυσίμου όπως ο λιγνίτης μας για σταθερότητα συστήματος και κάθε έκτακτη κάλυψη. Όλοι συμφωνούμε ότι έχει μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όμως υπάρχουν τεχνικές που μπορείς πλέον να κατακρατείς τα πάντα και ιπτάμενη τέφρα αλλά και αέριους ρύπους CO2 κλπ.
    Αυτό πράττουν όλες οι τεχνολογικά προοδευμένες χώρες, ΗΠΑ Κίνα Γερμανία κλπ. Εμείς πάλι είμαστε πιο έξυπνοι από αυτούς ??

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:13 | ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

    (Β) ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
    1η: Άμεση ανάπτυξη της γεωθερμίας στον υψηλότερο δυνατό βαθμό για κάλυψη ενεργειακών αναγκών (ηλεκτρικό ισοζύγιο, θέρμανση-ψύξη κτιρίων, αγροτικός τομέας κλπ) σε όλη τη χώρα.
    2η: Παράταση της λειτουργίας λιγνιτικών μονάδων πέραν του 2028 και ειδικότερα:
    -Πτολ/δα 5, καθαρή ισχύς 600 MW έως το 2050
    -Μελίτη, καθαρή ισχύς 290 MW έως το 2043
    -Άγ. Δημήτριος 5, καθαρή ισχύς 340 MW έως το 2038 και
    Άγ. Δημήτριος 3&4, καθαρή ισχύς 560 MW έως το 2030
    Με τις πιο πάνω προτάσεις διασφαλίζεται η συμμετοχή των εγχώριων ηλεκτρενεργειακών πόρων σε ποσοστό που ξεπερνά το 70% των αναγκών του ηλεκτρικού ισοζυγίου της χώρας το 2030 και συμβάλουν καθοριστικά στα ακόλουθα: -ενίσχυση της ενεργειακής επάρκειας και της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού. –διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών. –διαμόρφωση και λειτουργία μιας ανταγωνιστικής εγχώριας αγοράς ενέργειας. -αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας στον ενεργειακό τομέα και δημιουργία θέσεων εργασίας. -μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές ενεργειακών πόρων, βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου.
    3η: Προκειμένου να παραταθεί η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή η χώρα θα πρέπει να συνεργαστεί με άλλες χώρες στην Ε.Ε. που έχουν ίδια στερεά καύσιμα, όπως Πολωνία, Τσεχία κ.α., π.χ. για την απόκτηση ΑΔΙ και των λιγνιτικών μονάδων και σε σειρά άλλων συναφών ζητημάτων.
    ΧΡ. Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ τ. μέλος ΔΣ ΔΕΗ ΑΕ, τ. Δ/ντης ΛΚΔΜ ΔΕΗ ΑΕ Λευκόβρυση Κοζάνης, ΔΕΚ 2019

  • ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΒΙΟΜΕΘΑΝΙΟ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

    Παράλληλα με το ηλεκτρικό αυτοκίνητο, και με αρκετά πλεονεκτήματα ως προς το κόστος των οχημάτων, το κόστος των υποδομών και, υπό προϋποθέσεις, το κόστος του καυσίμου, μπορεί να προωθηθεί το αυτοκίνητο βιομεθανίου.

    Μπορούν να αξιοποιηθούν τα οχήματα και οι υποδομές του φυσικού αερίου (συμπιεσμένου ή υγροποιημένου – CNG, LNG), το οποίο είναι ανερχόμενο καύσιμο κίνησης σε παγκόσμιο επίπεδο. Το βιομεθάνιο μπορεί να είναι διάδοχη κατάσταση του ΦΑ στις περιοχές όπου υπάρχει πρόσβαση στα δίκτυα φυσικού αερίου και να προσφέρεται ταυτόχρονα με αυτό. Σε περιοχές όπου δεν υπάρχει ΦΑ (π.χ. δυσπρόσιτες περιοχές, διασυνδεδεμένα νησιά) μπορεί να είναι μοναδική επιλογή.

    Σε πολλές χώρες της Ευρώπης (Σουηδία, Δανία, Φινλανδία, Ιταλία, Γερμανία, Ελβετία) η χρήση του βιομεθανίου στις μεταφορές είναι ή τείνει να γίνει η επικρατέστερη. Στο ΕΣΕΚ της περιόδου 2020-2030 αναφέρεται ως πιλοτική.

    Προτείνεται η εξής τροπολογία στο σχέδιο ΕΣΕΚ:

    Σελ. 119: ΑΠΕ στις μεταφορές – Προώθηση της Ηλεκτροκίνησης
    Τροποποίηση: «ΑΠΕ στις μεταφορές – Προώθηση της Ηλεκτροκίνησης και Αεριοκίνησης»

    Σελ 119: «Ο σχεδιασμός πιλοτικών δράσεων για την παραγωγή και αξιοποίηση αέριων καυσίμων στον τομέα των μεταφορών θα συμβάλει τόσο στη μείωση του κόστους υλοποίησης, όσο και στη βελτίωση της τεχνικής εφικτότητας των συγκεκριμένων καυσίμων δίνοντας σε μεταγενέστερο στάδιο την ευκαιρία για την ευρύτερη αξιοποίηση τους. Για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου απαιτείται σε αρκετές περιπτώσεις η θέσπιση του απαιτούμενου ρυθμιστικού πλαισίου για την παραγωγή των συγκεκριμένων καυσίμων, όπως είναι για παράδειγμα η παραγωγή βιομεθανίου από οργανικά απόβλητα και η έγχυση του στο δίκτυο φυσικού αερίου ή τη χρήση του ως καύσιμο κίνησης. Επιπρόσθετα, πρέπει να καθοριστεί η περιβαλλοντική αδειοδότηση τεχνολογιών αναβάθμισης βιοαερίου ώστε να δρομολογηθεί η απρόσκοπτη υλοποίηση των απαιτούμενων επενδύσεων»

    Προτεινόμενη τροποποίηση – προσθήκη:

    «Η δεύτερη κατεύθυνση για την αύξηση του μεριδίου ΑΠΕ στις μεταφορές είναι η παραγωγή και αξιοποίηση ανανεώσιμων αέριων καυσίμων. Για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου απαιτείται η θέσπιση του απαιτούμενου ρυθμιστικού πλαισίου για τα συγκεκριμένα καύσιμα, όπως είναι η παραγωγή βιομεθανίου και η χρήση του ως καύσιμο κίνησης με απευθείας μεταφορά ή με έγχυση του στο δίκτυο φυσικού αερίου
    Δεδομένων αυτών, θα επεκταθούν στα αυτοκίνητα που κινούνται με βιομεθάνιο τα ίδια γενικά μέτρα ενίσχυσης που προβλέπονται για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα (φορολογικά κίνητρα, κυκλοφοριακά προνόμια, μερική χρηματοδότηση κλπ.) και θα στηριχθεί την παραγωγή βιομεθανίου από βιοαέριο με τα ίδια μέτρα και κριτήρια που στηρίζεται η ηλεκτροπαραγωγή από Βιοαέριο. Τα μέτρα αυτά είναι:
    1. Επέκταση του καθεστώτος στήριξης της ηλεκτροπαραγωγής (ν. 4414/16) στο Βιομεθάνιο, με καθορισμό των εξής:
    • Επίπεδο τιμών στήριξης που να προκύπτουν με την ίδια μεθοδολογία υπολογισμού (CAPEX, OPEX, IRR).
    • Τιμές διαφορετικές για έγχυση στο δίκτυο και απευθείας ανεφοδιασμό
    • Κριτήριο επιδότησης σταθερή διαφορική προσαύξηση βάσει εγγυήσεων προέλευσης.
    • Προδιαγραφές προϊόντος σταθερές, διαφορετικές για την έγχυση στο δίκτυο και για απευθείας ανεφοδιασμό οχημάτων.
    • Λογαριασμό ενίσχυσης διαφορετικό από αυτόν της ηλεκτρικής παραγωγής, τροφοδοτούμενο από πηγές του τομέα του φυσικού αερίου, αντίστοιχες πηγές αυτών του ηλεκτρισμού.
    2. Δημιουργία μητρώου παραγωγών ανανεώσιμων αερίων και φορέα έκδοσης εγγυήσεων προέλευσης αντίστοιχου ή ταυτισμένου με τον ΔΑΠΕΕΠ.
    3. Θέσπιση σχέσεων με τους διαχειριστές των δικτύων φυσικού αερίου ώστε να μην θα επαναληφθεί το φαινόμενο που ταλανίζει ακόμα τον τομέα του Βιοαερίου όπου η πρόσβαση στο ηλεκτρικό δίκτυο έγινε ο υπ’ αριθμόν 1 παράγοντας καθυστέρησης ή ματαίωσης των επενδύσεων.
    4. Πλαίσιο περιβαλλοντικής αδειοδότησης των μονάδων αναβάθμισης, που δεν πρέπει να διαφέρει αισθητά από αυτό των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (αφαιρουμένων, βεβαίως των απλοϊκών προβλέψεων περί γης υψηλής παραγωγικότητας, 30 χλμ, ζωνών πλημμύρας κλπ.). Επιπρόσθετα, πρέπει να καθοριστεί η περιβαλλοντική αδειοδότηση τεχνολογιών αναβάθμισης βιοαερίου ώστε να δρομολογηθεί η απρόσκοπτη υλοποίηση των απαιτούμενων επενδύσεων

    Οι όροι και οι προϋποθέσεις χρήσης του βιομεθανίου στις μεταφορές θα πρέπει να συνάδουν με τις οικείες Ευρωπαϊκές οδηγίες (RED II)».

    Επίσης, το μέτρο Μ27 (σελ.135) θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ως εξής:
    Όνομα μέτρου πολιτικής: «Xρήση αέριων καυσίμων ΑΠΕ στον τομέα των μεταφορών.»

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:16 | Κουσουνάδης Πέτρος

    A. ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΑΣΠΗΕ

    Η επιλογή της θέσης εγκατάστασης των αιολικών πάρκων είναι καθοριστικής σημασίας. Στο πλαίσιο της αρχής της πρόληψης, η οποία είναι θεμελιώδης αρχή του δικαίου της ΕΕ, η Ορνιθολογική προτείνει τα ακόλουθα, σε συμφωνία και με τις κατευθύνσεις της Birdlife International:

    1. Θεσμοθέτηση περιοχών αποκλεισμού εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ σε:

    α. Περιοχές του δικτύου Natura (Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Τόποι Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)).

    β. Σημαντικές Περιοχές για τα Πτηνά (IBAs), περιλαμβανομένων των αναγνωρισμένων μεταναστευτικών περασμάτων – στενωπών (migratory bottlenecks), όπου υπάρχουν μεγάλες συγκεντρώσεις πτηνών ή νυχτερίδων, όπως ορεινά περάσματα.

    γ. Εθνικοί δρυμοί και άλλοι τόποι διεθνούς σημασίας (π.χ. Υγρότοποι διεθνούς σημασίας για την ορνιθοπανίδα – Συνθήκη Ραμσάρ), Καταφύγια Άγριας Ζωής κ.λπ.

    2. Κατάρτιση «χαρτών ευαισθησίας», οι οποίοι θα καταγράφουν τους πληθυσμούς πτηνών και νυχτερίδων, τις διαδρομές τους, τις περιοχές όπου υπάρχουν στοιχεία που αποκλείουν την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ, τις περιοχές που είναι επιτρεπτή η εγκατάστασή τους και τις περιοχές για τις οποίες απαιτούνται περισσότερες πληροφορίες. Τέτοιοι χάρτες θα επικαιροποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα επί τη βάσει επιστημονικών δεδομένων. Συναφώς, η Ορνιθολογική έχει καταρτίσει χάρτη της ελληνικής επικράτειας στον οποίο απεικονίζονται, αφενός, οι περιοχές αποκλεισμού και αφετέρου, οι ζώνες αιολικού δυναμικού της χώρας.

    3. Το νέο χωροταξικό πλαίσιο θα πρέπει να έχει δυναμικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει υπόψη το καθεστώς διατήρησης της βιοποικιλότητας. Συγκεκριμένα, αν διαπιστωθεί ότι η κατάσταση διατήρησης είδους έχει επιδεινωθεί, τότε θα πρέπει το χωροταξικό πλαίσιο να μπορεί να προσαρμοσθεί, ώστε να αποκλείει ή να θέτει περιορισμούς στην εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ στο συγκεκριμένο ενδιαίτημα.

    4. Διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελετητών που διεξαγάγουν τις μελέτες περιβαλλοντικών εκτιμήσεων (νυν Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση). Συγκεκριμένα, οι συγκεκριμένοι μελετητές δεν θα πρέπει να προσλαμβάνονται από τις εταιρείες που θα εγκαταστήσουν τους ΑΣΠΗΕ, αλλά από τις αρμόδιες αρχές. Η σχετική δαπάνη θα καταλογίζεται στις εταιρείες.

    5. Ενθάρρυνση και στήριξη υπό τη μορφή κινήτρων (π.χ. ευνοϊκότερη φορολογία) της χρήσης τεχνολογιών ανεμογεννητριών άνευ λεπίδων (bladeless wind turbines), οι οποίες έχουν μικρότερες επιπτώσεις στους πληθυσμούς των πουλιών και νυχτερίδων.

    6. Θέσπιση χρηματοδότησης, προερχόμενης από την κυβέρνηση και τις εταιρείες αιολικής ενέργειας, προκειμένου να βελτιωθεί η κατανόηση των επιπτώσεων (περιλαμβανομένων των αθροιστικών) των ΑΣΠΗΕ και των αναγκών διατήρησης της βιοποικιλότητας, σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες και πανεπιστημιακά ιδρύματα.

    Επιπλέον, στο ΕΣΕΚ δεν αναφέρεται χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου θα ολοκληρωθεί η αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, με δεδομένο ότι σήμερα αδειοδοτούνται ΑΣΠΗΕ επί τη βάσει ενός χωροταξικού σχεδίου που ανατρέχει στο 2008 («Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας»). Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει διαδικασία διερεύνησης της νομιμότητας του συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου, λόγω του ότι παραβιάζει τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ (Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής – Υπόθεση 2014/4073).

    Συνεπώς, η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ, στο πλαίσιο της στρατηγικής που περιγράφεται στο ΕΣΕΚ για την επόμενη δεκαετία, δεν είναι επιτρεπτό να στηριχθεί σε ένα όλως παρωχημένο χωροταξικό πλαίσιο, το οποίο έχει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης. Πολλώ δε μάλλον, δεν θα είναι επιτρεπτό η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ να γίνει επί τη βάσει διαδικασιών τύπου “fast track” που θα δημιουργούν τετελεσμένα για το περιβάλλον.

    2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ & ΠΕΡΙΟΧΩΝ NATURA 2000

    Η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την προστασία της βιοποικιλότητας και των περιοχων NATURA 2000.

    Σε ορισμένα σημεία του ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι στόχος του είναι η ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα παράλληλα με την προστασία του περιβάλλοντος (σελ. 5, 29, 111), καθώς και ότι το ΕΣΕΚ ενσωματώνει «το όραμα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει θέματα προστασίας του περιβάλλοντος σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα» (σελ. 32).

    Πως είναι δυνατόν η προστασία του περιβάλλοντος να συνυπάρξει με τις fast-track διαδικασίες εγκατάστασης οπουδήποτε;

    Η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι στο ΕΣΕΚ δεν υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά στην υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας κατά την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης ΑΣΠΗΕ.

    Κάθε διαδικασία απλοποίησης των διαδικασιών αδειοδότησης θα πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/ΕΚ για τα άγρια πτηνά. Ακόμη, θα πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις διεθνών συμφωνιών, όπως είναι η Σύμβαση του Aarhous για την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (ν. 3422/2005).

    Στο πλαίσιο αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία η εμπλοκή των τοπικών κοινωνιών, προκειμένου να ενισχυθεί το κλίμα εμπιστοσύνης με το κράτος, το οποίο έχει τρωθεί σε αρκετές περιπτώσεις από τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτήν τη στιγμή η χωροθέτηση ΑΣΠΗΕ.

    Η κλιματική αλλαγή ασκεί ήδη αφόρητη πίεση στη βιοποικιλότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (European Environment Agency) που δημοσιεύθηκε μόλις στις 4 Δεκεμβρίου 2019 και περιέχει αδιάσειστες και επιστηµονικά τεκµηριωµένες θέσεις, «[η] Γη βιώνει πλέον μια εξαιρετικά ταχεία απώλεια βιοποικιλότητας και περισσότερα είδη απειλούνται με εξαφάνιση σήμερα σε σχέση με οποιαδήποτε προηγούμενη στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας». Μάλιστα, στην έκθεση διαπιστώνεται συνεχής πτωτική τάση στους πληθυσμούς κοινών ειδών πουλιών και πεταλούδων, με τις πιο έντονες μειώσεις να καταγράφονται στα πουλιά των αγροοικοσυστημάτων (32%) και στις πεταλούδες των λιβαδιών (39%).

    Για τον λόγο αυτό, οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες – ακόμη και αυτές που υποτίθεται ότι έρχονται να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή – θα πρέπει να σχεδιάζονται με γνώμονα να μην την επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο.

    Στο πλαίσιο αυτό, οι προτάσεις του ΕΣΕΚ που αφορούν την επίτευξη ενεργειακών στόχων δεν μπορεί να υπερτερούν της περιβαλλοντικής προστασίας. Η Ορνιθολογική υπενθυμίζει ότι το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων που έχει την ίδια νομική ισχύ όπως οι Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. άρθρο 6 παρ. 1 ΣΕΕ) και, επομένως, κατισχύει του ελληνικού δικαίου, αναγνωρίζει ως διακριτό θεμελιώδες δικαίωμα την προστασία του περιβάλλοντος («Υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και η βελτίωση της ποιότητάς του πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλίζονται σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης»).

    «Καθαρή» ενέργεια δεν υπάρχει αυτή την στιγμή. Οι ανανεώσιμες πηγές επιβαρύνουν επιπλέον το περιβάλλον και απαιτούν αποθήκευση ενέργειας η οποία είτε είναι ασύμφορη και δεν υλοποιείται, είτε υλοποιείται με επιπλέον επιβαρύνσεις (πχ. δέσμευση τεράστιων ποσοτήτων νερού για αντλιοταμίευση).

    Είναι αδιανόητο να τοποθετηθούν ανεμογεννήτριες σε ευαίσθητα οικοσυστήματα. Δεν μπορείς να σώσεις τον πλανήτη καταστρέφοντας την χλωρίδα και την πανίδα των βουνών μας τοποθετώντας βιομηχανικές εγκαταστάσεις (έτσι χαρακτηρίζονται από την Ελληνική νομοθεσία).

    Επίσης, ΔΕΝ υπάρχει καμία πρόβλεψη στο παρόν Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα για τις προστατευόμενες περιοχές Natura.

    Ανοίγετε τον ασκό του αιόλου με την δυνατότητα που δίνεται για «άναρχη» τοποθέτηση βιομηχανικών αιολικών πάρκων.

    Το τοπίο και τα παρθένα ενδιαιτήματα δεν είναι πέτρες και κατσάβραχα, είναι ο μεγαλύτερος πλούτος της χώρας μας (περιβαλλοντολογικά, αισθητικά, πολιτισμικά, ιστορικά, κ.λ.π.) που οφείλουμε όχι μόνο να διαφυλάξουμε αλλά και να αυξήσουμε. Οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις έχουν κάνει ήδη υπερβολική ζημιά στον πλούτο αυτόν. Η καταστροφή δεν πρέπει να συνεχιστεί.

    Γ. ΥΨΗΛΗ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ ΣΤΟΧΩΝ ΕΣΕΚ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΙΟΛΙΚΑ

    Οι στόχοι που θέτει το ΕΣΕΚ πρέπει να αναθεωρηθούν διότι η τοποθέτηση Αιολικών σε περιοχές που δεν έχει γίνει ουσιαστική διαβούλευση, σε περιοχές NATURA 2000, σε νησιά και σε βουνά, συνοδευόνται από υψηλό ρίσκο αντιδράσεων του τοπικού ενδιαφερόμενου κοινού.

    Δ. ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΝΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    Στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «Στο πλαίσιο του παρόντος εθνικού σχεδίου αναπτύχθηκε ειδική μεθοδολογική προσέγγιση με σκοπό την εκτίμηση των κοινωνικο-οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την υλοποίηση των μέτρων πολιτικής για την επίτευξη των εθνικών στόχων σε ποσοτικούς όρους» (σελ. 290).

    Εντούτοις, δεν περιέχεται ούτε στο ΕΣΕΚ ούτε στα παραρτήματά του η παρουσίαση της «ειδικής μεθοδολογικής προσέγγισης» που χρησιμοποιήθηκε και επί της οποίας βασίστηκαν οι προτάσεις του ΕΣΕΚ. Ακόμη, δεν περιέχεται ούτε στο ΕΣΕΚ ούτε στα παραρτήματά του η ανάλυση ειδικώς των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τα μέτρα πολιτικής που προτείνονται.

    Η παράλειψη αυτή είναι ουσιώδους σημασίας, διότι το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων και ιδίως όσων αφορούν τις τεχνολογίες ΑΠΕ – η εγκατεστημένη ισχύς των οποίων υπερδιπλασιάζεται με το ΕΣΕΚ – έχουν ή αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

    Στο πλαίσιο των αδειοδοτήσεων ΑΠΕ, πέραν της υποβολής μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, είναι εύλογο να υποβάλλονται μελέτες οικονομικών επιπτώσεων στους ΟΤΑ όπου εγκαθίστανται, ιδίως στις περιπτώσεις που οι τοπικές κοινότητες / περιφερειακά όργανα εκφράζουν αρνητική γνωμοδότηση.

    Ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση παραδοσιακών οικισμών ή / και σε νησιά με τουριστικό χαρακτήρα με έμφαση στην αυθεντικότητα του φυσικού τοπίου, σε παραθεριστικά κέντρα εντός όρμων / κόλπων (τα όρια των οποίων δεν καλύπτονται από τη ζώνη προστασίας με βάση το θεσμικό πλαίσιο χωροταξίας), οι εγκαταστάσεις σταθμών ΑΠΕ, ενδέχεται να προκαλούν εξωτερικές οικονομικές επιβαρύνσεις που καθιστούν το έργο ασύμφορο από πλευράς σύγκρισης οικονομικού οφέλους έναντι οικονομικής επιβάρυνσης στις υφιστάμενες δραστηριότητες.

    Θα πρέπει σαφέστατα να σταθμίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις αν το οικονομικό συγκριτικό πλεονέκτημα αφορά την εγκατάσταση ΑΠΕ ή τη διατήρηση δραστηριοτήτων που φαίνεται να υποβαθμίζονται από την εγκατάσταση ΑΠΕ.

    Στις περιπτώσεις όπου οι εξωτερικές επιβαρύνσεις είναι τόσο σημαντικές ώστε να οδηγούν σε κατάργηση θέσεων απασχόλησης ιδίως σε ορεινές, απομακρυσμένες ή νησιωτικές περιοχές, επηρεάζοντας αρνητικά τον κοινωνικό ιστό, ο παράγοντας αυτός θα πρέπει να λειτουργεί αποτρεπτικά.

    Σε σχέση με τις αναφορές του ΕΣΕΚ για το χωροταξικό πλαίσιο, αν και είναι θετική η αναφορά ότι για την αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου των ΑΠΕ θα «ληφθούν υπόψη» κριτήρια περιβαλλοντικής προστασίας, η αναφορά αυτή είναι όλως αόριστη και πρέπει απαραιτήτως να γίνει πιο συγκεκριμένη.

    Ε. ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΛΙΓΝΙΤΗ ΜΕ ΑΛΛΟ ΟΡΥΚΤΟ ΚΑΥΣΙΜΟ (ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ)

    Αρνητικά κρίνεται η νέα ενότητα που προστέθηκε στο νέο ΕΣΕΚ για την κάλυψη όλων των εγχώριων ενεργειακών αναγκών σε φυσικό αέριο από τις εγχώριες εξορύξεις. Το φυσικό αέριο είναι ορυκτό καύσιμο με πολύ σημαντικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ειδικά αν ληφθεί υπόψη και τα στάδια της εξόρυξης και της μεταφοράς. Είναι, επίσης, πρακτικά αδύνατον τα όποια (ακόμα ανεπιβεβαίωτα) ευρήματα από τις εξορύξεις φυσικού αερίου να παίξουν ρόλο στην κάλυψη της εγχώριας ζήτησης ως το 2030, που αποτελεί τον χρονικό ορίζοντα του ΕΣΕΚ. Είναι συνεπώς ακατανόητη η συμπερίληψη σχετικής ενότητας στο νέο ΕΣΕΚ.

    ΣΤ. ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

    Ο τομέας της εξοικονόμησης ενέργειας είναι ο μοναδικός ο οποίος μειώνει τις εκπομπές αποδεδειγμένα. Καμία παραγωγή ενέργειας δεν έχει μηδενικό αποτύπωμα ενώ αντίθετα η μείωση της κατανάλωσης έχει.

    Χωρίς ενεργειακή εξοικονόμηση (πχ. στα κτίρια Δημοσίου, ΟΤΑ, Βιομηχανιών και καταναλωτών), δεν υπάρχει ελπίδα για επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ.

    Το ΕΣΕΚ χρειάζεται αναθεώρηση ώστε να θέσει πιο φιλόδοξους στόχους Εξοικονόμησης Ενέργειας και να εμπλουτίσει τις φτωχές, ελλιπείς και σε μερικές περιπτώσεις ανύπαρκτες στρατηγικές και μέτρα για την επίτευξη Εξοικονόμησης Ενέργειας. Η χρηματοδότηση πρέπει να δοθεί σε αυτό τον τομέα στο μεγαλύτερο ποσοστό της.

    Στο ΕΣΕΚ οπως φαινεται δεν συμπεριλαμβάνονται τα κτίρια της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμων και Περιφερειών). Δεδομένου της συμμετοχής αρκετών Δήμων στο Σύμφωνο των Δημάρχων και τις δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης στα κτίρια και τις υποδομές τους (π.χ. σχολεία, κολυμβητήρια, αθλητικές εγκαταστάσεις, αντλιοστάσια κλπ – τα οποία σε απόλυτο αριθμό είναι υπερπολλαπλάσια των κτιρίων των υπουργείων και αντίστοιχα και οι δυνατότητες εξοικονόμησης), και επίσης δεδομένου ότι η χρηματοδότηση είναι σχετικά ευκολότερη (μέσω ίδιων κεφαλαίων και εθνικών ταμείων), θα έπρεπε να προσμετρούνται.

    Οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν για τις μελέτες, την εγκατάσταση και την συντήρηση συστημάτων εξοικονόμησης ενέργειας σε κτήρια:

    1. αναμένεται να είναι υπερπολλαπλάσιες από αυτές των ΑΠΕ

    2. θα καλυφθούν κυρίως από ντόπιους Μηχανικούς & Τεχνικούς και θα ενισχύσουν την απασχόληση και τις τοπικές κοινωνίες συγκριτικά περισσότερο από τις ΑΠΕ.

    Ζ. ΕΝΕΡΓΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

    Βασική προϋπόθεση για την υλοποίηση του ΕΣΕΚ πρέπει να είναι η σύμφωνη γνώμη των τοπικών κοινωνιών. Σε όλη την Ελλάδα όπου είναι προγραμματισμένες εγκαταστάσεις ΑΣΠΗΕ υπάρχουν έντονες αντιδράσεις στις οποίες συμμετέχουν πολίτες, φορείς, Δήμοι, Περιφέρειες κλπ. Πλήθος αρνητικών γνωμοδοτήσεων δίνεται από την τοπική αυτοδιοίκηση, πλήθος προσφυγών κατατίθενται στο ΣτΕ, οι κάτοικοι των περιοχών εγκατάστασης αντιδρούν με οποιονδήποτε τρόπο μπορούν. Πως θα προχωρήσει ένα σχέδιο όταν έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τους ανθρώπους που αφορά;

    Πρέπει να προστεθεί πρόβλεψη για αποφασιστικό και όχι γνωμοδοτικό ρόλο των τοπικών Δήμων και Περιφερειών και της κοινωνίας των πολιτών. Πρέπει να προστεθεί πρόβλεψη για διενέργεια αποφασιστικών σχετικών τοπικών δημοψηφισμάτων. Η καταστροφή των τοπικών οικονομιών, του τοπικού περιβαλλοντικού πλούτου, μνημείων, οικισμών, τουριστικού προϊόντος κλπ. δεν είναι δυνατόν να θεωρείται ως λύση για την κλιματική αλλαγή.

    Η. ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

    Ερωτήματα προκαλεί το γεγονός ότι ενώ η δημόσια διαβούλευση για το ΕΣΕΚ λήγει στις: 16 Δεκεμβρίου 2019

    Η παρουσίαση του τελικού κειμένου στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ) θα πραγματοποιηθεί στις: 19 Δεκεμβρίου 2019

    Η παραπάνω πληροφορία εμφανίστηκε σε ιστοσελίδες στις 13 Δεκεμβρίου 2019.

    Συνεπώς, ερωτάται το Υπουργείο Ενέργειας και οι υπεύθυνοι επεξεργασίας των σχολίων της διαβούλευσης:

    Πως θα κατορθώσουν εντός μόνο 3 ημερών να αναγνώσουν, να επεξεργαστούν και να ενσωματώσουν τα σχόλια και τις προτάσεις που κατατέθηκαν στην διαβούλευση στο τελικό κείμενο του ΕΣΕΚ;

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:04 | Δρ Χρήστος Ι. Κολοβός

    Εντελώς απαράδεκτη η εμμονή στα εντελώς αναξιόπιστα αιολικά, υπάρχουν κι άλλες μορφές ΑΠΕ. Δεν υπάρχει λόγος να καταστρέφουμε τη χώρα προς όφελος αυτών που μας πουλούν ανεμογεννήτριες.

    Στο τέλος Αυγούστου με επιστολή μου [1] στο Υπουργείο Ενέργειας και τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) είχα επισημάνει τη ραγδαία μείωση των εγκαταστάσεων αιολικών στη Γερμανία, τη σημαντική μεταστροφή και προτίμηση της αγοράς προς τα φωτοβολταϊκά (Φ/Β) και είχα προτείνει την κατάργηση στη χώρα μας των ξεχωριστών διαγωνισμών της ΡΑΕ αποκλειστικά για αιολικά, αλλά να γίνονται μόνο κοινοί διαγωνισμοί και να επιλέξει η αγορά την προτιμητέα και πιο φθηνή τεχνολογία.

    Στις 18 Οκτωβρίου ανακοινώθηκε η αποτυχία ενός ακόμα διαγωνισμού για αιολικά στη Γερμανία [2], καθώς για δημοπρατούμενη ποσότητα 675MW δόθηκαν 25 προσφορές για μόλις 204MW. Αντίθετα, στον ξεχωριστό διαγωνισμό των Φ/Β, για προσφερόμενη ποσότητα 150MW δόθηκαν 153 προσφορές, για συνολικά 648MW.
    Στις 25 Νοεμβρίου ανακοινώθηκαν τ’ αποτελέσματα κοινού διαγωνισμού για αιολικά & Φ/Β συνολικής ισχύος 200MW [3]. Δόθηκαν 103 προσφορές συνολικής ισχύος 514,015 ΜW και ήταν όλες αποκλειστικά για Φ/Β! Δεν υπήρξε ούτε μία προσφορά για αιολικά! Η αγορά φωνάζει, υπάρχουν στη χώρα μας ανοικτά αυτιά για ν’ αφουγκράζονται τις εξελίξεις;

    Σύμφωνα με δημοσιεύματα, με πρόσφατο νομοσχέδιο στη Γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή για τους κλιματικούς στόχους του 2030, μπαίνει φραγμός στην ανεξέλεγκτη εγκατάσταση αιολικών, θεσπίζοντας απόσταση 1 χλμ από κατοικημένες περιοχές (5 οικιών και άνω), η οποία μειώνει κατά πολύ τις μελλοντικά διαθέσιμες εκτάσεις εγκατάστασης ανεμογεννητριών. Επιπλέον χρεώνουν πλέον στα αιολικά το κόστος επέκτασης των δικτύων, που απαιτούνται για τη διαχείριση του τυχαίου αιολικού ρεύματος. Με το ίδιο νομοσχέδιο αίρεται το υφιστάμενο άνω όριο/πλαφόν εγκαταστάσεων νέων Φ/Β. Οι προωθούμενες ρυθμίσεις λαμβάνουν ασφαλώς υπόψη τις ογκούμενες αντιδράσεις και δικαστικές προσφυγές πολιτών ενάντια στα αιολικά, σε συνδυασμό με την έντονα ανοδική εκλογική πορεία της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, ενός κόμματος που αντιτίθεται στα αιολικά.

    Η κατάσταση αυτή οδήγησε πρόσφατα τον επικεφαλής της Enercon, του κατασκευαστή ανεμογεννητριών που έχει προμηθεύσει περί το 60% των 29 χιλ. χερσαίων ανεμογεννητριών της Γερμανίας, να πει στο περιοδικό Focus πως “οι πολιτικοί τράβηξαν σ’ εμάς (στα αιολικά) τη πρίζα – Die Politik hat uns den Stecker gezogen” [4]. Η Enercon ήδη εξετάζει την περικοπή 3 χιλ. θέσεων εργασίας, απ’ αυτές που δημιουργήθηκαν με τις αθρόες επιδοτήσεις μιας 20ετίας. Για την εταιρεία αποτελεί πλέον μονόδρομο ο προσανατολισμός στις εξαγωγές, η προοπτική στη Γερμανία δεν είναι ευοίωνη.

    Στην Ελλάδα έχουμε ήδη πάνω από 3000MW αιολικών και περίπου άλλα τόσα Φ/Β, για μια ζήτηση φορτίου που συνήθως κυμαίνεται από 3 έως 7000MW. Δεδομένης της τυχαίας και διαλείπουσας παραγωγής των συγκεκριμένων ΑΠΕ κι επειδή η αποθήκευση ηλεκτρισμού επί του παρόντος είναι ιδιαίτερα ακριβή και αντιοικονομική, στην πράξη απαιτείται η διατήρηση θερμικών μονάδων σε συνεχή λειτουργία. Αυτό μεταφράζεται σε όλο και μεγαλύτερη διείσδυση του 100% εισαγόμενου φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή, αυξάνοντας το κόστος λειτουργίας του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής, επιβαρύνοντας και τους καταναλωτές και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης για ταχεία απολιγνιτοποίηση, δημοσιεύματα φέρουν τον ΑΔΜΗΕ να ζητά νέες μονάδες φυσικού αερίου. Ο διαθέσιμος χώρος για νέες μονάδες -οποιασδήποτε τεχνολογίας- στο ηλεκτρικό μας σύστημα δεν είναι απεριόριστος. Εκτός απ’ τα αιολικά υπάρχουν κι άλλες μορφές ΑΠΕ, η αγορά έχει ήδη δείξει το δρόμο!

    Κλείνοντας, τονίζω πως στις 6/11/2019 τέθηκε σε κίνδυνο η ζωή ανθρώπων και βοοειδών σε βουνοπλαγιά της περιοχής Σιάτιστας Ν. Κοζάνης από ανεξέλεγκτη ανατίναξη για εγκατάσταση αιολικών στη βουνοκορφή, με αποτέλεσμα να κληθούν από έντρομο κυνηγό η Αστυνομία και η Πυροσβεστική [5]. Αλλά, αν είναι να καίμε όλο και περισσότερο αέριο προκειμένου να έχουμε ρεύμα, για ποιο λόγο πρέπει να γεμίζουμε τις βουνοκορφές με μπετονένιες βάσεις αιολικών; Όταν μάλιστα η διοίκηση δεν έχει προβλέψει την -τεχνικά ευχερή- πλήρη αποξήλωση και ανακύκλωση των βάσεων στο τέλος ζωής των αιολικών, παραβιάζοντας συστηματικά την αρχή της αειφορίας, της παρ. 1 του άρθρου 24 του Συντάγματος; Οι ΑΕΠΟ πρέπει να προβλέπουν την πλήρη αποξήλωση και ανακύκλωση και να τη διασφαλίζουν με σχετική εγγυητική επιστολή. Οι σχετικές παραλείψεις μπορούν βεβαίως πάντα να διορθωθούν από τη διοίκηση, ποτέ δεν είναι αργά.

    Δρ Χρήστος Ι. Κολοβός
    Μέλος Περιφερειακής Επιτροπής Διαβούλευσης Περιφ. Δυτικής Μακεδονίας από το 2010

    Παραπομπές:
    1. https://energypress.gr/news/aiolika-olo-kai-ligotera-sti-germania-giati-ta-vazoyme-stin-ellada
    2. https://www.bundesnetzagentur.de/SharedDocs/Pressemitteilungen/DE/2019/20191018_Ausschreibungen.html
    3. https://www.bundesnetzagentur.de/SharedDocs/Pressemitteilungen/DE/2019/20191125_Ausschreibungen.html
    4. https://www.focus.de/finanzen/news/die-politik-hat-uns-den-stecker-gezogen-windkraft-riese-enercon-streicht-3000-jobs_id_11328472.html
    5. https://greeklignite.blogspot.com/2019/11/blog-post_7.html

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 10:34 | Σοφία Διδυμοπούλου

    ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΑΙΟΛΙΚΩΝ

    Η επιλογή της θέσης εγκατάστασης των αιολικών πάρκων είναι καθοριστικής σημασίας. Στο πλαίσιο της αρχής της πρόληψης, η οποία είναι θεμελιώδης αρχή του δικαίου της ΕΕ, η Ορνιθολογική προτείνει τα ακόλουθα, σε συμφωνία και με τις κατευθύνσεις της Birdlife International:

    i. Θεσμοθέτηση περιοχών αποκλεισμού εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ σε:

    • Περιοχές του δικτύου Natura (Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Τόποι Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)).

    • Σημαντικές Περιοχές για τα Πτηνά (IBAs), περιλαμβανομένων των αναγνωρισμένων μεταναστευτικών περασμάτων – στενωπών (migratory bottlenecks), όπου υπάρχουν μεγάλες συγκεντρώσεις πτηνών ή νυχτερίδων, όπως ορεινά περάσματα.

    • Εθνικοί δρυμοί και άλλοι τόποι διεθνούς σημασίας (π.χ. Υγρότοποι διεθνούς σημασίας για την ορνιθοπανίδα – Συνθήκη Ραμσάρ), Καταφύγια Άγριας Ζωής κ.λπ.

    ii. Κατάρτιση «χαρτών ευαισθησίας», οι οποίοι θα καταγράφουν τους πληθυσμούς πτηνών και νυχτερίδων, τις διαδρομές τους, τις περιοχές όπου υπάρχουν στοιχεία που αποκλείουν την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ, τις περιοχές που είναι επιτρεπτή η εγκατάστασή τους και τις περιοχές για τις οποίες απαιτούνται περισσότερες πληροφορίες. Τέτοιοι χάρτες θα επικαιροποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα επί τη βάσει επιστημονικών δεδομένων. Συναφώς, η Ορνιθολογική έχει καταρτίσει χάρτη της ελληνικής επικράτειας στον οποίο απεικονίζονται, αφενός, οι περιοχές αποκλεισμού και αφετέρου, οι ζώνες αιολικού δυναμικού της χώρας.

    iii. Το νέο χωροταξικό πλαίσιο θα πρέπει να έχει δυναμικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει υπόψη το καθεστώς διατήρησης της βιοποικιλότητας. Συγκεκριμένα, αν διαπιστωθεί ότι η κατάσταση διατήρησης είδους έχει επιδεινωθεί, τότε θα πρέπει το χωροταξικό πλαίσιο να μπορεί να προσαρμοσθεί, ώστε να αποκλείει ή να θέτει περιορισμούς στην εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ στο συγκεκριμένο ενδιαίτημα.

    iv. Διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελετητών που διεξαγάγουν τις μελέτες περιβαλλοντικών εκτιμήσεων (νυν Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση). Συγκεκριμένα, οι συγκεκριμένοι μελετητές δεν θα πρέπει να προσλαμβάνονται από τις εταιρείες που θα εγκαταστήσουν τους ΑΣΠΗΕ, αλλά από τις αρμόδιες αρχές. Η σχετική δαπάνη θα καταλογίζεται στις εταιρείες.

    v. Ενθάρρυνση και στήριξη υπό τη μορφή κινήτρων (π.χ. ευνοϊκότερη φορολογία) της χρήσης τεχνολογιών ανεμογεννητριών άνευ λεπίδων (bladeless wind turbines), οι οποίες έχουν μικρότερες επιπτώσεις στους πληθυσμούς των πουλιών και νυχτερίδων.

    vi. Θέσπιση χρηματοδότησης, προερχόμενης από την κυβέρνηση και τις εταιρείες αιολικής ενέργειας, προκειμένου να βελτιωθεί η κατανόηση των επιπτώσεων (περιλαμβανομένων των αθροιστικών) των ΑΣΠΗΕ και των αναγκών διατήρησης της βιοποικιλότητας, σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες και πανεπιστημιακά ιδρύματα.

    Δεύτερον, στο ΕΣΕΚ δεν αναφέρεται χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου θα ολοκληρωθεί η αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, με δεδομένο ότι σήμερα αδειοδοτούνται ΑΣΠΗΕ επί τη βάσει ενός χωροταξικού σχεδίου που ανατρέχει στο 2008 («Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας»). Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει διαδικασία διερεύνησης της νομιμότητας του συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου, λόγω του ότι παραβιάζει τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ (Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής – Υπόθεση 2014/4073).

    Συνεπώς, η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ, στο πλαίσιο της στρατηγικής που περιγράφεται στο ΕΣΕΚ για την επόμενη δεκαετία, δεν είναι επιτρεπτό να στηριχθεί σε ένα όλως παρωχημένο χωροταξικό πλαίσιο, το οποίο έχει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης. Πολλώ δε μάλλον, δεν θα είναι επιτρεπτό η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ να γίνει επί τη βάσει διαδικασιών τύπου “fast track” που θα δημιουργούν τετελεσμένα για το περιβάλλον.

    ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ & ΠΕΡΙΟΧΩΝ NATURA 2000

    Στο σημείο του κειμένου που αναφέρεται η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, η οποία είναι εν γένει επιθυμητή, πρέπει να υπάρξουν διευκρινίσεις ότι κάτι τέτοιο θα γίνει με πλήρη σεβασμό στην προστασία της βιοποικιλότητας και των περιοχων NATURA 2000.

    Σε ορισμένα σημεία του ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι στόχος του είναι η ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα παράλληλα με την προστασία του περιβάλλοντος (σελ. 5, 29, 111), καθώς και ότι το ΕΣΕΚ ενσωματώνει «το όραμα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει θέματα προστασίας του περιβάλλοντος σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα» (σελ. 32).

    Πρέπει να διευκρινιστεί πως θα υλοποιηθούν τα παραπάνω, ιδίως όσον αφορά το πλαίσιο χωροθέτησης των ΑΠΕ και την απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας που επίσης εξαγγέλλονται στο ΕΣΕΚ.

    Η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι στο ΕΣΕΚ δεν υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά στην υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας κατά την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης ΑΣΠΗΕ.

    Εντούτοις, κάθε διαδικασία απλοποίησης των διαδικασιών αδειοδότησης θα πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/ΕΚ για τα άγρια πτηνά. Ακόμη, θα πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις διεθνών συμφωνιών, όπως είναι η Σύμβαση του Aarhous για την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (ν. 3422/2005).

    Στο πλαίσιο αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία η εμπλοκή των τοπικών κοινωνιών, προκειμένου να ενισχυθεί το κλίμα εμπιστοσύνης με το κράτος, το οποίο έχει τρωθεί σε αρκετές περιπτώσεις από τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτήν τη στιγμή η χωροθέτηση ΑΣΠΗΕ.

    Η κλιματική αλλαγή ασκεί ήδη αφόρητη πίεση στη βιοποικιλότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (European Environment Agency) που δημοσιεύθηκε μόλις στις 4 Δεκεμβρίου 2019 και περιέχει αδιάσειστες και επιστηµονικά τεκµηριωµένες θέσεις, «[η] Γη βιώνει πλέον μια εξαιρετικά ταχεία απώλεια βιοποικιλότητας και περισσότερα είδη απειλούνται με εξαφάνιση σήμερα σε σχέση με οποιαδήποτε προηγούμενη στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας». Μάλιστα, στην έκθεση διαπιστώνεται συνεχής πτωτική τάση στους πληθυσμούς κοινών ειδών πουλιών και πεταλούδων, με τις πιο έντονες μειώσεις να καταγράφονται στα πουλιά των αγροοικοσυστημάτων (32%) και στις πεταλούδες των λιβαδιών (39%).

    Για τον λόγο αυτό, οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες – ακόμη και αυτές που έρχονται να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή – θα πρέπει να σχεδιάζονται με γνώμονα να μην την επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο.

    Στο πλαίσιο αυτό, οι προτάσεις του ΕΣΕΚ που αφορούν την επίτευξη ενεργειακών στόχων δεν μπορεί να υπερτερούν της περιβαλλοντικής προστασίας. Η Ορνιθολογική υπενθυμίζει ότι το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων που έχει την ίδια νομική ισχύ όπως οι Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. άρθρο 6 παρ. 1 ΣΕΕ) και, επομένως, κατισχύει του ελληνικού δικαίου, αναγνωρίζει ως διακριτό θεμελιώδες δικαίωμα την προστασία του περιβάλλοντος («Υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και η βελτίωση της ποιότητάς του πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλίζονται σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης»).

    Δεν είμαστε ενάντια στις ΑΠΕ αντίθετα στηρίζουμε την χρήση «καθαρής» ενέργειας. Όμως είναι αδιανόητο να τοποθετηθούν ανεμογεννήτριες σε ευαίσθητα οικοσυστήματα. Δεν μπορείς να σώσεις τον πλανήτη καταστρέφοντας την χλωρίδα και την πανίδα των βουνών μας τοποθετώντας βιομηχανικές εγκαταστάσεις (έτσι χαρακτηρίζονται από την Ελληνική νομοθεσία).

    Επίσης, ΔΕΝ υπάρχει καμία πρόβλεψη στο παρόν Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα για τις προστατευόμενες περιοχές Natura. Ανοίγετε τον ασκό του αιόλου με την δυνατότητα που δίνεται για»άναρχη» τοποθέτηση βιομηχανικών αιολικών πάρκων.

    Ανεμογεννήτριες μόνο και αποκλειστικά σε τροποποιημένες γαίες. Το τοπίο και τα παρθένα ενδιαιτήματα δεν είναι πέτρες και κατσάβραχα, είναι ο μεγαλύτερος πλούτος της χώρας μας (περιβαλλοντολογικά, αισθητικά, πολιτισμικά, ιστορικά, κ.λ.π.) που οφείλουμε -ακόμα και πατριωτικά μπορώ να πω- όχι μόνο να διαφυλάξουμε αλλά και να αυξήσουμε.

    ΥΨΗΛΗ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ ΣΤΟΧΩΝ ΕΣΕΚ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΙΟΛΙΚΑ

    Οι στόχοι που θέτει το ΕΣΕΚ πρέπει να αναθεωρηθούν διότι η τοποθέτηση Αιολικών σε περιοχές που δεν έχει γίνει ουσιαστική διαβούλευση, σε περιοχές NATURA 2000, σε νησιά και σε βουνά, συνοδευόνται από υψηλό ρίσκο αντιδράσεων του τοπικού ενδιαφερόμενου κοινού.

    ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΝΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    Στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «Στο πλαίσιο του παρόντος εθνικού σχεδίου αναπτύχθηκε ειδική μεθοδολογική προσέγγιση με σκοπό την εκτίμηση των κοινωνικο-οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την υλοποίηση των μέτρων πολιτικής για την επίτευξη των εθνικών στόχων σε ποσοτικούς όρους» (σελ. 290).

    Εντούτοις, δεν περιέχεται ούτε στο ΕΣΕΚ ούτε στα παραρτήματά του η παρουσίαση της «ειδικής μεθοδολογικής προσέγγισης» που χρησιμοποιήθηκε και επί της οποίας βασίστηκαν οι προτάσεις του ΕΣΕΚ. Ακόμη, δεν περιέχεται ούτε στο ΕΣΕΚ ούτε στα παραρτήματά του η ανάλυση ειδικώς των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τα μέτρα πολιτικής που προτείνονται.

    Η παράλειψη αυτή είναι ουσιώδους σημασίας, διότι το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων και ιδίως όσων αφορούν τις τεχνολογίες ΑΠΕ – η εγκατεστημένη ισχύς των οποίων υπερδιπλασιάζεται με το ΕΣΕΚ – έχουν ή αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

    Στο πλαίσιο των αδειοδοτήσεων ΑΠΕ, πέραν της υποβολής μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, είναι εύλογο να υποβάλλονται μελέτες οικονομικών επιπτώσεων στους ΟΤΑ όπου εγκαθίστανται, ιδίως στις περιπτώσεις που οι τοπικές κοινότητες / περιφερειακά όργανα εκφράζουν αρνητική γνωμοδότηση.

    Ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση παραδοσιακών οικισμών ή / και σε νησιά με τουριστικό χαρακτήρα με έμφαση στην αυθεντικότητα του φυσικού τοπίου, σε παραθεριστικά κέντρα εντός όρμων / κόλπων (τα όρια των οποίων δεν καλύπτονται από τη ζώνη προστασίας με βάση το θεσμικό πλαίσιο χωροταξίας), οι εγκαταστάσεις σταθμών ΑΠΕ, ενδέχεται να προκαλούν εξωτερικές οικονομικές επιβαρύνσεις που καθιστούν το έργο ασύμφορο από πλευράς σύγκρισης οικονομικού οφέλους έναντι οικονομικής επιβάρυνσης στις υφιστάμενες δραστηριότητες.

    Θα πρέπει σαφέστατα να σταθμίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις αν το οικονομικό συγκριτικό πλεονέκτημα αφορά την εγκατάσταση ΑΠΕ ή τη διατήρηση δραστηριοτήτων που φαίνεται να υποβαθμίζονται από την εγκατάσταση ΑΠΕ.

    Στις περιπτώσεις όπου οι εξωτερικές επιβαρύνσεις είναι τόσο σημαντικές ώστε να οδηγούν σε κατάργηση θέσεων απασχόλησης ιδίως σε ορεινές, απομακρυσμένες ή νησιωτικές περιοχές, επηρεάζοντας αρνητικά τον κοινωνικό ιστό, ο παράγοντας αυτός θα πρέπει να λειτουργεί αποτρεπτικά.

    Σε σχέση με τις αναφορές του ΕΣΕΚ για το χωροταξικό πλαίσιο, αν και είναι θετική η αναφορά ότι για την αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου των ΑΠΕ θα «ληφθούν υπόψη» κριτήρια περιβαλλοντικής προστασίας, η αναφορά αυτή είναι όλως αόριστη και πρέπει απαραιτήτως να γίνει πιο συγκεκριμένη.

    ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΛΙΓΝΙΤΗ ΜΕ ΑΛΛΟ ΟΡΥΚΤΟ ΚΑΥΣΙΜΟ (ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ)

    Αρνητικά κρίνεται η νέα ενότητα που προστέθηκε στο νέο ΕΣΕΚ για την κάλυψη όλων των εγχώριων ενεργειακών αναγκών σε φυσικό αέριο από τις εγχώριες εξορύξεις. Το φυσικό αέριο είναι ορυκτό καύσιμο με πολύ σημαντικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ειδικά αν ληφθεί υπόψη και τα στάδια της εξόρυξης και της μεταφοράς. Είναι, επίσης, πρακτικά αδύνατον τα όποια (ακόμα ανεπιβεβαίωτα) ευρήματα από τις εξορύξεις φυσικού αερίου να παίξουν ρόλο στην κάλυψη της εγχώριας ζήτησης ως το 2030, που αποτελεί τον χρονικό ορίζοντα του ΕΣΕΚ. Είναι συνεπώς ακατανόητη η συμπερίληψη σχετικής ενότητας στο νέο ΕΣΕΚ.

    ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

    Χωρίς ενεργειακή εξοικονόμηση (πχ. στα κτίρια Δημοσίου, ΟΤΑ, Βιομηχανιών και καταναλωτών), δεν υπάρχει ελπίδα για επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ.

    Το ΕΣΕΚ χρειάζεται αναθεώρηση ώστε να θέσει πιο φιλόδοξους στόχους Εξοικονόμησης Ενέργειας και να εμπλουτίσει τις φτωχές, ελλιπείς και σε μερικές περιπτώσεις ανύπαρκτες στρατηγικές και μέτρα για την επίτευξη Εξοικονόμησης Ενέργειας.

    Στο ΕΣΕΚ οπως φαινεται δεν συμπεριλαμβάνονται τα κτίρια της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμων και Περιφερειών). Δεδομένου της συμμετοχής αρκετών Δήμων στο Σύμφωνο των Δημάρχων και τις δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης στα κτίρια και τις υποδομές τους (π.χ. σχολεία, κολυμβητήρια, αθλητικές εγκαταστάσεις, αντλιοστάσια κλπ – τα οποία σε απόλυτο αριθμό είναι υπερπολλαπλάσια των κτιρίων των υπουργείων και αντίστοιχα και οι δυνατότητες εξοικονόμησης), και επίσης δεδομένου ότι η χρηματοδότηση είναι σχετικά ευκολότερη (μέσω ίδιων κεφαλαίων και εθνικών ταμείων), θα έπρεπε να προσμετρούνται.

    Οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν για τις μελέτες, την εγκατάσταση και την συντήρηση συστημάτων εξοικονόμησης ενέργειας σε κτήρια:

    1. αναμένεται να είναι υπερπολλαπλάσιες από αυτές των ΑΠΕ

    2. θα καλυφθούν κυρίως από ντόπιους Μηχανικούς & Τεχνικούς και θα ενισχύσουν την απασχόληση και τις τοπικές κοινωνίες συγκριτικά περισσότερο από τις ΑΠΕ.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:09 | Ζησοπουλος Δημήτρης

    Η ηλεκτροκίνηση θα καταστεί πραγματικά φιλική προς το περιβάλλον όταν η τεχνολογία πετύχει α. Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και διανομή αυτής χωρίς τις σημερινές επιβαρύνσεις Β. Μπαταρίες που η κατασκευή τους θα απαιτεί υλικά φιλικοτερα για το περιβάλλον
    Μέχρι τότε η αεριοκίνηση (cng) πρεπει να ενισχυθεί ώστε οι επιβαρύνσεις από τη χρήση υγρών καυσίμων να περιοριστούν…

  • ΤΟ ΜΕΘΑΝΙΟ ΩΣ ΑΕΡΙΟ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ. ΠΕΡΙΣΤΟΛΗ ΕΚΠΟΜΠΩΝ.

    Προτείνονται μέτρα μείωσης εκπομπών που δεν σχετίζονται άμεσα στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ, αλλά έχουν σημαντική συμβολή στη μείωση των αερίων θερμοκηπίου:
    Το μεθάνιο αποτελεί ισχυρότατο αέριο θερμοκηπίου, τουλάχιστον 25 φορές ισχυρότερο από το διοξείδιο του άνθρακα.
    Επίσης υπάρχουν και εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που δεν σχετίζονται άμεσα με την παραγωγή ενέργειας.
    Προτείνεται προσθήκη ειδικής αναφοράς στις παράπλευρες εκπομπές που δεν περιλαμβάνονται στα λοιπά μέτρα.

    ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ – ΠΡΟΣΘΗΚΗ.

    Μετά την παράγραφο ΠΠ1.5 (σελ.89-90) θα μπορούσε να προστεθεί άλλη μια δέσμη, με ενδεικτική διατύπωση:

    ΠΠ… «Λοιπές δράσεις για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου:

    Σταδιακή κατάργηση των ΧΥΤΑ / ΧΑΔΑ με τροποποιήσεις στους υπάρχοντες και πλήρη αναστολή έργων υλοποίησης νέων, δεδομένου ότι, πλην της μηδενικής συνεισφοράς τους στην κυκλική οικονομία, σε αυτούς υπάρχει παρασιτική εκπομπή μεθανίου, πολλαπλάσιας περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από τη μείωση εκπομπών διοξειδίου που οφείλεται στην ελεγχόμενη συλλογή και ενεργειακή εκμετάλλευση, για τους εξής λόγους:
    • Στους ΧΥΤΑ όπου γίνεται συλλογή του μεθανίου προς ενεργειακή αξιοποίηση ή καύση υπάρχει μεγάλος χρόνος πριν από την κάλυψη κατά τον οποίο αναπτύσσεται αναερόβια χώνευση και απελευθέρωση μεθανίου στην ατμόσφαιρα.
    • Αλλά και μετά την κάλυψη, υπάρχουν σοβαρές διαρροές μεθανίου.
    • Μετά την λήξη της ενεργειακής εκμετάλλευσης, συνήθως οι ΧΥΤΑ εγκαταλείπονται, με συνέπεια την αέναη συνέχιση της παραγωγής και έκλυσης μεθανίου.
    • Στους εκατοντάδες μη καλυμμένους ΧΑΔΑ η παραγωγή μεθανίου είναι επίσης σημαντική.
    Στους υπάρχοντες εν λειτουργία ΧΥΤΑ / ΧΑΔΑ θα μεθοδευτούν τροποποιήσεις στην διαχείριση του οργανικού κλάσματος για τον διαχωρισμό του κατά την συλλογή ή αμέσως μετά από αυτήν με διαδικασίες διαλογής στην πηγή, σε περιφερειακά κέντρα διαλογής ή στο χώρο των ΧΥΤΑ/ΧΑΔΑ.

    Για τις λοιπές άμεσα ανθρωπογενείς πηγές ανεξέλεγκτων εκπομπών μεθανίου που σχετίζονται κατά κύριο λόγο με την ανάπτυξη αναερόβιας χώνευσης σε χώρους προσωρινής αποθήκευσης ή/και τελικής διάθεσης αποβλήτων κτηνοτροφίας αστικών λυμάτων και άλλων αποβλήτων με σημαντικό οργανικό περιεχόμενο θα δοθούν κίνητρα ελεγχόμενης διαδικασίας προσωρινής αποθήκευσης και άμεσης προώθησης σε μονάδες παραγωγής ενέργειας.

    Ένα μέτρο άμεσης εφαρμογής είναι η κατάργηση της «φυσικής» αναερόβιας χώνευσης ως μεθόδου διάθεσης κτηνοτροφικών αποβλήτων (Κώδικας «ορθής» γεωργικής πρακτικής, εδ. Γ.5, ΦΕΚ 1709/17-8-15).

    Στους μεγάλης κλίμακας χώρους ανεξέλεγκτης ανάπτυξης αναερόβιας χώνευσης και συνακόλουθων εκπομπών μεθανίου ανθρωπογενούς αιτίας συγκαταλέγονται οι τεχνητές λίμνες υδροηλεκτρικών σταθμών, ενεργών και εγκαταλελειμμένων, έχουν δε «κατηγορηθεί» για μειωμένη αειφορικότητα των υδροηλεκτρικών εξ αυτού του λόγου. Θα ερευνηθεί η έκταση του φαινομένου, τρόποι ανάσχεσής του, αλλά και δυνατότητα αξιοποίησης της βιομάζας για παραγωγή ενέργειας.

    Θα τεθούν όρια στην «διαρροή» μεθανίου κατά την παραγωγή βιομεθανίου κίνησης από διαχωρισμό βιοαερίου και την απελευθέρωση του διοξειδίου. Τα όρια περιεκτικότητας μεθανίου στο απελευθερούμενο διοξείδιο θα είναι κριτήριο αειφορικότητας (sustainability) του παραγόμενου βιομεθανίου – βιοκαυσίμου, όπως άλλωστε ορίζεται στην σχετική Οδηγία RED II.

    Υπάρχουν χρήσεις του διοξειδίου του άνθρακα, όπως για παράδειγμα η προσθήκη στα αναψυκτικά και αλκοολούχα ποτά (κυρίως μπύρα), η πυρόσβεση, ο ξηρός πάγος κλπ. Αέριο, που μετά την χρήση του εκλύεται στην ατμόσφαιρα. Θα δοθούν κίνητρα για την χρήση διοξειδίου του άνθρακα που προέρχεται από ζύμωση ή αναερόβια χώνευση, προσανατολίζοντας την χρήση μη ορυκτού άνθρακα σε αυτές τις εφαρμογές. Μετά την επιτυχή δοκιμή του μέτρου (όπου θα βαρύνει και η πρόθεση των παραγωγών για τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα των προϊόντων τους) η διαδικασία αυτή θα καταστεί υποχρεωτική.»

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:30 | Πασχαλίδης Βαλάντης

    Στο δρόμο προς την αναπόφευκτη ηλεκτροκίνηση, η μόνη λύση που προσφέρει ΣΗΜΕΡΑ αξιόπιστη αυτοκίνηση με εμφανώς λιγότερους ρύπους είναι το φυσικό αέριο (CNG). Η δημιουργία περισσότερων πρατηρίων που να καλύπτουν γεωγραφικά το σύνολο της ελληνικής επικράτειας θα βοηθήσει την διάδοση του σημαντικού αυτού καυσίμου το οποίο, σημειωτέον, θα μπορεί να τροφοδοτηθεί και από την εγχώρια παραγωγή για πάρα πολλά χρόνια. Οι εξελίξεις στις μπαταρίες και την τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης θα γίνουν και χωρίς εμάς.

  • Διόλου «Εθνικό» το «Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα».

    Ένας Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός είναι μια μελέτη κάλυψης των αναγκών με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο και με στόχο, μεταξύ άλλων, την προσιτή ενέργεια για τους πολίτες, την ασφάλεια εφοδιασμού και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Πριν ένα χρόνο η τότε κυβέρνηση είχε αναρτήσει σε δημόσια διαβούλευση ένα «Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα», που αποδείχθηκε ελάχιστα «Εθνικό», καθώς συντάχθηκε κατ’ επιταγή, με οδηγίες και με τη σύμφωνη γνώμη των Βρυξελλών. Εφέτος έχουμε επανάληψη της παρωδίας διαβούλευσης.

    Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη επείγουσας απολιγνιτοποίησης της χώρας, η οποία θα αποσταθεροποιήσει το σύστημα ηλεκτροδότησης, αφήνοντάς το χωρίς φορτία βάσης. Προκειμένου να καλύπτονται οι ανάγκες φορτίου βάσης η κυβέρνηση δεν προωθεί απλά νέες μονάδες φυσικού αερίου, αλλά αυξάνει την ηλεκτροπαραγωγή από αέριο το 2030 κατά ένα εξωφρενικό 80% σε σχέση με το περυσινό ΕΣΕΚ! Υποκαθιστά πλήρως τον εγχώριο λιγνίτη μ’ ένα εξ ολοκλήρου εισαγόμενο και πανάκριβο καύσιμο, δυναμιτίζοντας το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, αυξάνοντας το κόστος ενέργειας, αυξάνοντας την ενεργειακή εξάρτηση και μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Την ώρα που οι σχέσεις με την Τουρκία για ακόμα μια φορά είναι τεταμένες, το ΕΣΕΚ εξαρτά τη χώρα από καύσιμο που έρχεται μέσω Τουρκίας. Προτεραιότητα για τη χώρα πρέπει ν’ αποτελεί η απεξάρτηση απ’ τις εισαγωγές υδρογονανθράκων, η πλήρης απεξάρτηση απ’ το λιγνίτη μπορεί να επιτευχθεί, αν είναι απαραίτητο και τεχνολογικά εφικτό, περί το 2050-2060. Χωρίς νέα ορυχεία, χωρίς νέες μονάδες.

    Με την αναφορά της σελ. 36 ότι «παρουσιάζονται μειωμένες ιδιοκαταναλώσεις στην ηλεκτροπαραγωγή, δεδομένου ότι οι μονάδες ΑΠΕ, που κατά βάση αντικαθιστούν τις λιγνιτικές μονάδες, έχουν σημαντικά χαμηλότερες ιδιοκαταναλώσεις» το ΕΣΕΚ διακινεί ασύστολα αντιεπιστημονικές απόψεις, καθώς πουθενά στον πλανήτη αιολικά & Φ/Β δεν αντικατέστησαν λιγνιτικές μονάδες. Τεχνικά ΔΕΝ γίνεται! Αυτό που τεχνικά γίνεται είναι ν’ αντικατασταθούν οι λιγνιτικές μονάδες με μονάδες φυσικού αερίου, όπως είχε εξαγγείλει στη Βουλή τον Οκτώβριο 2010 ο Υφυπουργός του Πασοκ Ι.Μανιάτης. Ακόμα χειρότερα για το ΕΣΕΚ, το 2014 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στην υπόθεση Τ-57/11 (Castelnou Energía SL κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) γνωμάτευσε, (σκέψη 143), πως «οι συγκεκριμένες ΑΠΕ -που προωθεί το ΕΣΕΚ- δεν μπορούν, ανεξαρτήτως της παραγωγικής ικανότητάς τους, να θεωρηθούν ικανές να διασφαλίσουν εν πάση περιπτώσει τον εφοδιασμό με ηλεκτρική ενέργεια».
    Οι εν αμαρτία δήθεν προφάσεις για «ακριβές» λιγνιτικές μονάδες κρύβουν υποκριτικά απ’ τους πολίτες πως η ΔΕΗ ήταν αναγκασμένη για χρόνια ν’ απορροφά φυσικό αέριο που δεν χρειαζόταν, χάνοντας δισεκατομμύρια στον 21ο αιώνα. Ήδη η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη έχει μειωθεί τόσο πολύ, που η χώρα εισάγει πλέον σταθερά άνω του 20% του ηλεκτρισμού που χρειάζεται. Κι αντί η κυβέρνηση να στοχεύει στην αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πόρων, φροντίζει να καταστήσει τη χώρα ακόμα πιο εξαρτώμενη ενεργειακά.

    Η κατεπείγουσα απολιγνιτοποίηση δεν έχει κανένα έρεισμα λογικής, όταν η Γερμανία, που παράγει 10 φορές περισσότερο ρεύμα από λιγνίτη, ακόμα συζητά αν θα κλείσει τις δικές της μονάδες το 2038 κι ενώ την ίδια στιγμή βάζει μέσα στο 2020 σε λειτουργία ένα ακόμα νέο εργοστάσιο από λιθάνθρακα, τη μονάδα Datteln 4. Τσεχία, Ουγγαρία & Πολωνία επίσης δεν έχουν σκοπό να προχωρήσουν ταχεία απολιγνιτοποίηση και φυσικά το ίδιο ισχύει για Βουλγαρία & Ρουμανία. Οι Βαλκανικές χώρες και βεβαίως η γειτονική Τουρκία είναι άμεσα ανταγωνιστικές οικονομίες και είτε αξιοποιώντας το δικό τους λιγνίτη είτε εισάγοντας όλο και περισσότερο λιθάνθρακα, θα διατηρούν σαφές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα απέναντι στην Ελλάδα.

    Χωρίς κανένα σχεδιασμό και χωρίς ενδοιασμό, η κυβέρνηση με το ΕΣΕΚ πετά στον Καιάδα γύρω στις 25 χιλιάδες άμεσα κι έμμεσα εργαζόμενους στη λιγνιτική βιομηχανία. Δυναμιτίζει την κοινωνική συνοχή κι επιπλέον οδηγεί σε κλείσιμο την τηλεθέρμανση από λιγνίτη, αυξάνοντας τις εκπομπές CO2 για θέρμανση των πολιτών στις πιο κρύες κλιματικές ζώνες της χώρας. Είναι απολύτως γελοίο να υπόσχεται παρουσίαση σχεδίου μετάβασης το 2020, όταν ήδη η ΔΕΗ ανακοίνωσε κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων έως το 2023. Κι όσο για τα «μέτρα» που ήδη αναφέρει το ΕΣΕΚ, θα εξασφαλίσουν με σιγουριά την ερήμωση των λιγνιτικών περιοχών.

    Αν οι εκπομπές CO2 απ’ τη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή ενοχλούν τόσο την κυβέρνηση, ας εγκαταστήσει συστήματα CCS, συλλογής και αποθήκευσης του CO2. Υπάρχουν ήδη εμπορικά διαθέσιμα πέραν του Ατλαντικού. Αλλά τότε δεν θα μπορούσε να κάψει το φυσικό αέριο που τόσο επιθυμεί να κάψει. Λεφτά υπάρχουν, 43,8 δις € «επενδύσεις» προγραμματίζει στο ΕΣΕΚ η κυβέρνηση ν’ αφαιρέσει απ’ την τσέπη των Ελλήνων σε μια 10ετία. Μ’ άλλα λόγια, οι συμπεριφορές που μας χρεοκόπησαν μέχρι το 2010 επιστρέφουν δριμύτερες.

    Οι προγραμματιζόμενες «επενδύσεις» θα πρέπει ν’ αποπληρωθούν απ’ τους πολίτες, προκειμένου να είναι βιώσιμες. 18,3 δις € για τον τομέα ηλεκτροπαραγωγής, προκειμένου τελικά να ηλεκτροδοτούμαστε με φυσικό αέριο και εισαγωγές ρεύματος, είναι απαράδεκτα υψηλός λογαριασμός, το κόστος ευκαιρίας είναι εξαιρετικά κακό. Τα τιμολόγια του ρεύματος συνεχώς θ’ αυξάνονται, αλλά το ΕΣΕΚ το αποσιωπά.

    Από το 2012 οι κυβερνήσεις έχουν κάνει σημαία τη μείωση των εκπομπών CO2, προκειμένου να δείξουν καλή διαγωγή στις Βρυξέλλες. Αλλά δεν υπάρχει πλανήτης Ευρωπαϊκή Ένωση, ο πλανήτης Γη είναι ενιαίος και στον αναπτυσσόμενο κόσμο κανείς δεν συζητά να σταματήσει τη χρήση κάρβουνου για ηλεκτροπαραγωγή, οπότε η αύξηση εκπομπών CO2 εκεί είναι πολύ πιο γρήγορη απ’ την όποια μείωση κάνει η ΕΕ. Οι θέσεις εργασίας στη βιομηχανία έχουν μεταναστεύσει απ’ την ΕΕ στην Ασία, μαζί με τις εκπομπές CO2 και όταν εισάγουμε από εκεί βιομηχανικά προϊόντα, εισάγουμε ξανά και εκπομπές. Μια τρύπα στο νερό!

    Με τα λόγια το ΕΣΕΚ χτίζει ανώγεια και κατώγεια, την ώρα που η χώρα χρειάζεται συγκεκριμένη πολιτική, αναλώνεται σε 428 σελίδες άσκοπη συνθηματολογία. Σύνθημα πχ αποτελεί η Προτεραιότητα Πολιτικής ΠΠ1.1 «Επίτευξη κλιματικά ουδέτερης οικονομίας, μέσω απολιγνιτοποίησης, προώθησης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας και διασύνδεσης των αυτόνομων νησιωτικών συστημάτων», καθώς η αύξηση χρήσης φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή και η μη απανθρακοποίηση των μεταφορών προφανώς δεν συνιστούν «κλιματικά ουδέτερη» οικονομία!

    Το ΕΣΕΚ παρουσιάστηκε χωρίς μελέτη επάρκειας ισχύος του ΑΔΜΗΕ για την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας, χωρίς μελέτη ανάπτυξης δικτύων μεταφοράς, χωρίς μελέτη ανάπτυξης δικτύων διανομής, χωρίς το παραμικρό σχέδιο για τη διάσωση των λιγνιτικών περιοχών. Συνολικά 21 μέτρα πολιτικής έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα με σκοπό την επίτευξη μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και παρόλο το μεγάλο κόστος τους απέτυχαν παταγωδώς, η μεγάλη μείωση εκπομπών ήρθε λόγω της ύφεσης της οικονομίας. Συνολικά 29 κανονιστικά, τεχνικά και οικονομικά μέτρα επέβαλαν τη διείσδυση των δήθεν ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, κάνοντας το ρεύμα πανάκριβο, αυξάνοντας τις εισαγωγές φυσικού αερίου κι επιβαρύνοντας το εμπορικό ισοζύγιο της χρεοκοπημένης χώρας μας. Κατάληξη; Η αύξηση εισαγωγών ηλεκτρισμού από το λιγνίτη των Βαλκανικών γειτόνων μας!

    Επισημαίνεται πως η προώθηση ανώριμων τεχνολογιών τα προηγούμενα χρόνια είχε ως αποτέλεσμα ότι η ενεργειακή φτώχεια μαστίζει εδώ και χρόνια τους Έλληνες, ενώ επιπλέον όλα τα ενεργειακά προϊόντα υπερφορολογούνται. Το ίδιο επιχειρείται πάλι με τα συστήματα αποθήκευσης, για τα οποία ετοιμάζεται ένα νέο καθεστώς επιδοτήσεων (σελ. 167, «η προώθηση κεντρικών συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας είναι δυνατή μέσω της εφαρμογής κατάλληλου μηχανισμού αγοράς, που θα δίνει κίνητρα για την κατασκευή συστημάτων αποθήκευσης έναντι άλλων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής»).

    Η χώρα έχει ανάγκη από διαφάνεια και στο ΕΣΕΚ δεν υπάρχει η παραμικρή πρόβλεψη για βελτίωση ούτε της περιβαλλοντικής ούτε της ηλεκτροπαραγωγικής πληροφόρησης των πολιτών. Δεν υπάρχει πχ ορατή σε πραγματικό χρόνο πληροφορία για το ενεργειακό μείγμα ούτε πληροφορία για τη λειτουργία των συστημάτων των Μη Διασυνδεμένων Νησιών. Αντίθετα, προβλέπεται συγκεκριμένη αναλογία αιολικών & Φ/Β, τη στιγμή που η αγορά φωνάζει πως εγκαταλείπει τα αιολικά υπέρ των Φ/Β. Κι ακόμα, στη σελ. 55, υπονοείται η αποθήκευση ηλεκτρισμού σε ταμιευτήρες υδροηλεκτρικών της Αλβανίας ή άλλων Βαλκανικών χωρών, οι οποίες βεβαίως και δεν είναι μέλη της ΕΕ. Στην ίδια σελίδα ομολογείται πως η αυξανόμενη διείσδυση στοχαστικών μέσων ηλεκτροπαραγωγής θα κάνει το ρεύμα συνεχώς πιο ακριβό, λόγω κοστοβόρων παρεμβάσεων που θα είναι αναγκασμένος να κάνει ο ΑΔΜΗΕ.

    Η εστίαση της εισαγωγής της ηλεκτροκίνησης στα οχήματα δεν είναι η καλύτερη στόχευση για την Ελλάδα, παρά μόνο για τις αυτοκινητοπαραγωγές χώρες. Η ηλεκτροκίνηση μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί πολύ ταχύτερα στα δίκυκλα, καθώς κινούνται σχεδόν αποκλειστικά στα μεγάλα αστικά συγκροτήματα και στα νησιά, παράγοντας μάλιστα ιδιαίτερα μεγάλη ηχητική ρύπανση Είναι επίσης πολύ πιο εύκολο να υπάρξει Ελληνική προστιθέμενη αξία, με συναρμολόγηση ή κατασκευή δικύκλων, π.χ. στη Δυτική Μακεδονία, στα πλαίσια της μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:41 | Αλέξανδρος Κ.

    Την «εποχή του πετρελαίου» εφόσον αναγκαστικά παράγουμε πετρελαιοειδή, τα περισσότερο οικολογικά καύσιμα είναι το CNG και το LPG και εκεί θα πρέπει η κυβέρνηση να στρέψει το ενδιαφέρον της.

    Το LPG είναι κατ’ουσίαν «απόβλητο» που προκύπτει κατά την διύλιση των πετρελαιοειδών, εάν δεν το κάψουμε για κίνηση ή άλλη χρήση τα διυλιστήρια το καίνε στην καμινάδα τους(άρα πάει χαμένο), για να μη μολυνθεί το περιβάλλον περισσότερο. Η πιθανή χρήση 100% του LPG που παράγουν «αναγκαστικά» τα διυλιστήρια κατά την παραγωγή άλλων πετρελαιοειδών, ενισχύει την οικονομία γιατί «κατεβάζει» την κατανάλωση υγρών καυσίμων που είναι εισαγωγής, έναντι του LPG που είναι απόβλητο κατά την παραγωγή τους (χρησιμοποιώντας LPG είναι σαν να χρησιμοποιούνται «σκουπίδια» για παραγωγή ενέργειας)

    Το φυσικό αέριο διαρρέει επίσης στην ατμόσφαιρα με φυσικό τρόπο, άλλωστε αυτό «βλέπουν» οι δορυφόροι και υποψιάζονται κοιτάσματα πετρελαίου! Οπότε εάν δεν γίνει εξόρυξη του, επίσης διαρρέει και πάει χαμένο στην ατμόσφαιρα.

    Και το CNG και το LPG κατά την καύση τους έχουν ιδιαίτερα χαμηλούς ρύπους και σχεδόν μηδενική αιθάλη!

    Τα αυτοκίνητα CNG & LPG έχουν εύκολη επισκευή και ανακύκλωση καθώς λίγο διαφέρουν από τα υγρών καυσίμων. Αυτό βοηθάει στο να μην φεύγει συνάλλαγμα εκτός Ελλάδας.

    Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα έχουν αρκετά μειονεκτήματα, όπως η διάρκεια ζωής της μπαταρίας και το κόστος αντικατάστασης (με παράλληλη εξαγωγή συναλλάγματος), το ρεύμα στην Ελλάδα δεν παράγεται στην πλειοψηφία του με οικολογικό τρόπο και τέλος αρκετή ενέργεια καταναλώνεται για το «κουβάλημα» των μπαταριών.

    Τα αυτοκίνητα ντίζελ έχουν την καλύτερη ενεργειακή εκμετάλλευση ανά βαρέλι μαζούτ, αλλά η αιθάλη τους έχει πνίξει τις πόλεις μας.

    Για όλα τα άνω τα αέρια καύσιμα(CNG & LPG) είναι η σωστή λύση οικονομικά και οικολογικά μέχρι την απεξάρτηση από το πετρέλαιο και την(μακρυνή) μετάβαση στο υδρογόνο!!!

    σ.σ. Στη φωτογραφία ένα πλοίο φυσικού αερίου στις ΗΠΑ, αν κάνετε μεγένθυση θα δείτε τις πράσινες μπουκάλες στην πρύμνη του μέσα από τα οβάλ ανοίγματα.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:39 | Λιάρος Μιχάλης

    Κατανάλωση ενέργειας στο τομέα μεταφορών (κλάδος πετρελαιοειδών)

    Το υπό διαβούλευση σχέδιο του ΕΣΕΚ έχει δυσανάλογα επαχθείς προβλέψεις για τον κλάδο μας ( Ενέργεια για Μεταφορές) , αν δε συνυπολογιστεί η γειτνίαση μας με αδιάφορα ως προς το Περιβάλλον κράτη (για τα οποία οι Ελληνικές Περιβαλλοντικές ευαισθησίες αποτελούν ευκαιρίες ανταγωνισμού) οι συνθήκες επιδεινώνονται . Πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση μας πρέπει να ακούσει προσεκτικά τις διαμαρτυρίες και προτάσεις του ΣΕΕΠΕ και ημών.
    Συγκεκριμένα ο κλάδος των πετρελαιοειδών αποτελεί το βασικό όχημα εφαρμογής των διαφορών πολιτικών είτε έχουν εισπρακτικό χαρακτήρα (φορολογία), είτε έχουν χαρακτήρα εξοικονόμησης και ενεργειακής βελτίωσης. Είναι ξεκάθαρο ότι αποτελεί το σκαλοπάτι για τη μετάβαση στη νέα εποχή χωρίς ρύπους, αλλά επιπλέον είναι και ο μοναδικός κλάδος που πλήττεται άμεσα χωρίς ταυτόχρονα να γίνεται καμία μνεία για αντισταθμιστικά οφέλη που αντιθέτως δίνονται απλόχερα σε άλλους τομείς που απλά και μόνο συρρικνώνονται.
    Η εκτιμώμενη επίπτωση στον κλάδο των μεταφορών κυμαίνεται από 7% -14% μείωση των πετρελαιοειδών μέχρι το 2030 (Διάγραμμα 45) ανάλογα αν περιλαμβάνει τους σιδηροδρόμους, η τη ναυτιλία με τη μεγαλύτερη επίπτωση στα επιβατηγά αυτοκίνητα.
    Για να αντισταθμίσουν αυτές τις επιπτώσεις στο κλάδο χρειάζονται αναπτυξιακά κίνητρα όπως:
    • η φόρτιση των ηλεκτρικών αυτοκινήτων μέσω πρατηρίων,
    • η χρήση φωτοβολταικών στις οροφές πρατηρίων για τη κατανάλωση αλλά και τη φόρτιση των οχημάτων,
    • η χρήση των πρατηρίων για τη διανομή Υδρογόνου,
    • να δοθούν κίνητρα για τη προώθηση του LPG και ΦΑ με αποδεδειγμένα χαμηλότερους ρύπους ως μεταβατικό καύσιμο,
    • η επιδότηση των υβριδικών οχημάτων που και αυτά αναμένεται να σηκώσουν το βάρος του ενεργειακού σχεδιασμού της επόμενης δεκαπενταετίας, μέχρι η ηλεκτροκίνηση να ξεπεράσει τις παιδικές ασθένειες του κόστους/χωρητικότητάς της μπαταρίας της κάλυψης των υποδομών φόρτισης και κυρίως της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ σε ικανοποιητικό ποσοστό.

    Ο ΕΣΕΚ πρέπει να είναι το όχημα επίτευξης αυτής της μετάβασης, να στοχεύει τη διαμόρφωση της γνώμης του τελικού καταναλωτή αλλά και να αντικατοπτρίζει ισόποσα την ενεργειακή εξοικονόμηση στους διαφόρους τομείς και όχι με τις μεταφορές να σηκώνουν το βάρος εξοικονόμησης της χώρας λόγω λανθασμένων προγενέστερων πολιτικών.
    Είναι σ’ όλους γνωστό ότι Συγκεκριμένα η χώρα είχε για τη περίοδo 2014-2020 στόχο εξοικονόμησης 3330 ktoe με εκτιμώμενη επίτευξη του στόχου αυτού μόνο κατά 70% , ενώ ταυτόχρονα τα καθεστώτα επιβολής καλύπτοντας το 10% αυτού στόχου έχουν πετύχει το 160% του στόχου, μόνο από τις μεταφορές. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη πού έχει καλύψει το 60% του στόχου της από τις μεταφορές, άλλες χώρες είτε έχουν εξαιρέσει τις μεταφορές(λόγω επιλέγοντος τελικού καταναλωτή), είτε έχουν πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή από τον οικιακό τομέα, τα κτίρια, τη βιομηχανία και τις υπηρεσίες. Η μη επίτευξη των στόχων, όλοι το ξέρουμε και το νέο ΕΣΕΚ πρέπει να το διορθώσει, οφείλεται στην μη αξιοποίηση των δράσεων του οικιακού (εξοικονομώ κατ’ οίκον), των αποτελεσμάτων των ενεργειακών ελέγχων κλπ. με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε με πρόστιμα των 500000 €/ktoe.
    Για τη νέα περίοδο 2021-2030, λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλειονότητα των Ευρωπαϊκών χωρών χρησιμοποιεί ένα μείγμα μέτρων/δράσεων για να επιτύχει την εξοικονόμηση ενέργειας( πχ White Certificates, Energy Efficiency Auctions, ενεργειακοί έλεγχοι, τέλος εκπομπών καθεστώτα επιβολής) έτσι ώστε να επιτυγχάνει ισορροπημένη εξοικονόμηση στοχεύοντας πάντα τον τελικό καταναλωτή και όχι μονομερώς τις μεταφορές(δηλαδή το γνωστό εύκολο και νομοταγές υποζύγιο, το κλάδο πετρελαιοειδών).

    Επειδή για τη νέα περίοδο και εμείς θέλουμε, πρέπει να επιτευχθούν πλέον οι εξοικονομήσεις των 400 ktoe των ενεργειακών ελέγχων.
    α) Να γίνει η χρήση των Λευκών Πιστοποιητικών και να απευθύνεται κυρίως στον οικιακό τομέα και στα μέτρα εξοικονόμησης τα κτίρια.
    β)Να προωθηθούν οι δημοπρασίες εξοικονόμησης ενέργειας( Energy Efficiency Auctions)
    γ) Δημιουργία Πρασίνου τέλους για όλες τις εταιρείες που πληρώνουν ΕΦΚ, το συγκεκριμένο πράσινο τέλος μπορεί να εισπράττεται σε ειδικό λογαριασμό του πράσινου ταμείου και να χρησιμοποιείται για δράσεις στο κλάδο η για μείωση της υποχρέωσης.
    δ) Να γίνει εξισορρόπηση του βάρους εξοικονόμησης σέ όλους τους ενεργοβόρους τομείς.
    ε)Υποστήριξη και διάδοση εφαρμογών συγκράτησης και αποθήκευσης άνθρακα, προκειμένου να μειωθεί το αποτύπωμα άνθρακα των ενεργοβόρων βιομηχανιών.
    Όλα τα ανωτέρω αποτελούν αποδεδειγμένες πρακτικές χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εφαρμόζονται αρκετά χρόνια πριν η Ελλάδα αποφασίσει την εφαρμογή του άρθρου 7 της Ευρωπαϊκής οδηγίας.
    Αν πράγματι θέλετε τον κλάδο μας για να πάμε όλοι στο τελικό προορισμό θα πρέπει το νέο ΕΣΕΚ, χωρίς να συμβιβάζεται στη στοχοθέτηση, να προβλέπει τη μη εξουθένωση μας πριν επιτευχθούν οι στόχοι.
    Στη διάθεση σας για οποιαδήποτε ανάλυση συνεργασία.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:57 | Κώστας Π.

    Αεριοκίνηση vs Ηλεκτροκίνηση

    Ανεβάζω λοιπόν αυτό το post δημόσια και προκαλώ σε απάντηση όποιον πραγματικά πιστεύει ότι η ηλεκτροκίνηση είναι αυτή τη στιγμή η λύση να παρουσιάσει τα δικά του τεκμήρια:

    1. Γιατί πρέπει να πληρώσω σε αρχική αγορά +40% για ίδιας κατηγορίας, ισχύος κτλ ηλεκτρικό αυτοκίνητο, έναντι του CNG;

    2. Γιατί πρέπει να κουβαλάω το βάρος της μπαταρίας όταν είναι άδεια; Έναντι των τελευταίων μοντέλων CNG που με τα 9Lt βενζίνης είναι πολύ κοντά στο συνολικό βάρος των αμιγώς βενζινοκίνητων;

    3. Οι τιμές αντικατάστασης των μπαταριών θα είναι σταθερές σε βάθος 10 ετών; Δεδομένου ότι και τα ευγενή μέταλλα και οι σπάνιες γαίες, γίνονται όλο και περισσότερο δυσεύρετα!

    4. Πόσο είναι το πραγματικό κέρδος στα ηλεκτρικά κ υβριδικά, εάν υπολογίσουμε τις έξτρα τριβές από το στάνταρ σε αυτά τα αυτοκίνητα αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων;

    5. Γιατί πρέπει να περιμένω ώρες από τη στιγμή που θα αδειάσει η μπαταρία;

    6. Πόσο προστατεύω το περιβάλλον όταν το μεγαλύτερο ποσοστό ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται με ….. λιγνίτη;

    7. Πόσο μειώνεται η αυτονομία όταν πάρει μπροστά το a/c σε ηλεκτρικό όχημα;

    8. Πόσο μειώνεται η αυτονομία στο ηλεκτρικό όχημα όταν έχουμε συχνές ανηφόρες (ξέρετε τώρα…. κλασική ελληνική διαδρομή), και μάλιστα κουβαλάει και τις μπαταρίες;

    9. Τα CNG αυτοκίνητα έχουν ιδιαίτερα υψηλές τιμές μεταπώλησης, τα ηλεκτρικά;

    10. Τι επιπτώσεις έχει το βάρος των μπαταριών σε φρενάρισμα κ κράτημα;

    11. Ακόμα κ αν παραβλέψουμε όλα τα παραπάνω
    Προβλημα φόρτισης κατα τις νυχτερινές ώρες η ηλεκτροκίνηση δεν είναι για όλους παρα μόνον για αυτούς που ζουν σε μονοκατοικία με γκαραζ!

    12. σε μια πολη με 1.000.000 αυτοκίνητα σα την Αθήνα πιστεύετε θα αντέξει το δίκτυο της δεη να σηκώσει τέτοιο φορτίο κατά τις νυχτερινές ώρες;

    Ας είμαστε ρεαλιστές, προφανώς και το μέλλον είναι ηλεκτρικό στην αυτοκίνηση, αλλά όταν συνδυαστεί με το υδρογόνο που είναι παντού και άπλετο στον πλανήτη, και όχι με τις μπαταρίες που κατασκευάζονται από ορυκτά υλικά που είναι ήδη σε έλλειψη!!!

    Ως τότε η μόνη πράσινη και καθαρή λύση που βρίσκουμε σε αφθονία στον πλανήτη για θέρμανση και κίνηση είναι το ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:54 | Δήμητρα Κρόμπα

    Σχόλια ΔΕΗ επί του επικαιροποιημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (έκδοση Νοεμβρίου 2019)

    Η ΔΕΗ χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Πολιτείας για την επικαιροποίηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και είναι πρόθυμη να συμβάλει έμπρακτα με συγκεκριμένες δράσεις, και κυρίως με επενδύσεις, στην αντιμετώπιση των προκλήσεων και στην επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί.
    Επισημαίνονται 4 σημεία ειδικού ενδιαφέροντος για τη ΔΕΗ, τα οποία χρήζουν επανεξέτασης:

    (1) Ηλεκτρικά Δίκτυα:
    Ένας από τους στόχους που θέτει το ΕΣΕΚ είναι ο ιδιοκτησιακός διαχωρισμός του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (Η/Ε), το οποίο, ωστόσο, είναι ιδιοκτησία της ΔΕΗ Α.Ε. και το οποίο το διαχειρίζεται η 100% θυγατρική της ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε., σύμφωνα με το ισχύον νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο. Από το ΕΣΕΚ φαίνεται ότι ο ιδιοκτησιακός διαχωρισμός επιλέγεται αφενός για την «…προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών οι οποίοι θα δεσμευτούν για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και διαχείριση των δικτύων…» και την «…αποεπένδυση του Ελληνικού Δημοσίου από τα δίκτυα, τα οποία θα διαχειρίζονται πλέον φορείς που δεν δραστηριοποιούνται παράλληλα στην προμήθεια ενέργειας…» και αφετέρου για την «…αμερόληπτη και διαφανή πρόσβαση των χρηστών στα Δίκτυα, γεγονός που ενισχύει την ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αγοράς».
    Κατ’ αρχήν επισημαίνεται ότι ο ιδιοκτησιακός διαχωρισμός του Δικτύου Η/Ε και του Διαχειριστή (ΔΕΔΔΗΕ) ούτε επιβάλλεται ούτε προβλέπεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Σημειώνεται ιδιαίτερα ότι σε πολλές χώρες της ΕΕ τα Δίκτυα και οι Διαχειριστές των Δικτύων ανήκουν σε καθετοποιημένες Ηλεκτρικές Εταιρείες οι οποίες ταυτόχρονα δραστηριοποιούνται και στην Προμήθεια Η/Ε. Στις χώρες αυτές, όπως και στην Ελλάδα, το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο έχει διαμορφωθεί έτσι ώστε να διασφαλίζεται πλήρως η αμερόληπτη και διαφανής πρόσβαση όλων των χρηστών στα Δίκτυα Η/Ε, υπό την εποπτεία και συνεχή παρακολούθηση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Ως εκ τούτου, ο ιδιοκτησιακός διαχωρισμός του Δικτύου και του ΔΕΔΔΗΕ ουδεμία σχέση έχει με την ανάπτυξη του ανταγωνισμού στην Παραγωγή και Προμήθεια Η/Ε ή με την αμερόληπτη πρόσβαση των χρηστών στα Δίκτυα.
    Η ΔΕΗ Α.Ε. έχει ως βασική στρατηγική προτεραιότητα, όπως σαφώς αναφέρεται στις επικαιροποιημένες Μεσοπρόθεσμες Στρατηγικές Προτεραιότητες 2020-2024 που ανακοινώθηκαν, την περαιτέρω ανάπτυξη των Δικτύων με μεγάλες επενδύσεις σε έξυπνους μετρητές και έξυπνα δίκτυα και γενικότερα σε εφαρμογή ψηφιακών τεχνολογιών για τη βελτίωση των Υπηρεσιών προς τους τελικούς καταναλωτές και τη βελτιστοποίηση της απόδοσης του Δικτύου Διανομής. Οι επενδύσεις αυτές έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται σήμερα και τα αμέσως επόμενα χρόνια θα απλωθούν σταδιακά σε όλη την Επικράτεια. Η ΔΕΗ σκοπεύει να χρησιμοποιήσει κάθε πρόσφορο χρηματοοικονομικό μέσο προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις αυτές, ενώ ήδη διερευνά τη βέλτιστη περαιτέρω δομή χρηματοδότησης σε συνεργασία με μεγάλες Επενδυτικές Τράπεζες.
    Η ΔΕΗ Α.Ε. είναι εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών με το 34% περίπου των μετοχών της να ανήκει στην ΕΕΣΥΠ (με διακηρυγμένο σκοπό τη διασφάλιση και μεγιστοποίηση της αξίας της δημόσιας περιουσίας), 17% περίπου στο ΤΑΙΠΕΔ και 49% περίπου των μετοχών της να ανήκει σε επενδυτικές εταιρείες (ενδεικτικά, 28% περίπου σε ξένους επενδυτές), Έλληνες θεσμικούς επενδυτές και ευρύ κοινό. Ενδεχόμενη επιβεβλημένη εκ της Πολιτείας πώληση μέρους ή όλου του Δικτύου και του Διαχειριστή Η/Ε θα προσέκρουε στο Συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ελεύθερης χρήσης και αξιοποίησης της ιδιοκτησίας μας.
    Το ζήτημα είναι εξαιρετικά κρίσιμο για τη ΔΕΗ, δεδομένου ότι ακόμα και η απλή μεταφορά των παγίων του Δικτύου Διανομής Η/Ε από τη μητρική στο ΔΕΔΔΗΕ (ακόμα και με το ΔΕΔΔΗΕ 100% θυγατρική της ΔΕΗ, δηλ. πριν από ενδεχόμενη πώληση) θα έχει σοβαρή αρνητική επίπτωση στα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ και κυρίως στις ταμιακές ροές της, δηλαδή θα θίξει τα συμφέροντα της εταιρείας και όλων των μετόχων της. Χάριν παραδείγματος, προκειμένου να γίνει πιο συγκεκριμένη αυτή η επίπτωση, υπολογίστηκε πώς θα είχαν διαμορφωθεί τα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ με ημερομηνία 30.9.2019 (9μηνο) αν είχαν μεταφερθεί τα πάγια του Δικτύου Διανομής από τη Μητρική στο ΔΕΔΔΗΕ. Το αποτέλεσμα για το 9μηνο θα ήταν:
    – πολύ σημαντική μείωση του EBITDA της Μητρικής κατά €270 εκ. περίπου (εφόσον χάνεται το έσοδο του ενοικίου και οι συμμετοχές καταναλωτών)
    – σημαντική μείωση στα Κέρδη προ Φόρων της Μητρικής κατά €110 εκ. περίπου (εφόσον μειώνονται οι αποσβέσεις και τα χρηματοοικονομικά έξοδα για τα έργα Δικτύου)
    – ταμιακό κενό €136 εκ. περίπου, το οποίο και θα έπρεπε με κάποιο τρόπο να χρηματοδοτηθεί.
    Η ΔΕΗ Α.Ε. διατηρεί το εκ του Συντάγματος και των Νόμων κατοχυρωμένο δικαίωμά της να αποφασίσει με αμιγώς επιχειρηματικά κριτήρια αν και κατά πόσο είναι συμφέρον για την εταιρεία και τους μετόχους της να πωλήσει Δίκτυο και Διαχειριστή Δικτύου, τι ποσοστό αυτών, με ποια διαδικασία, με ποιους όρους και με ποιο χρονισμό.

    (2) Απόσυρση Λιγνιτικών Μονάδων:
    Η ΔΕΗ Α.Ε. βρίσκεται σε διαδικασία επικαιροποίησης του Επιχειρησιακού της Σχέδιο για την περίοδο 2020-2024, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην κατάρτιση του βέλτιστου τεχνικοοικονομικά προγραμματισμού αποσύρσεων των λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων της. Βασικό κριτήριο για αυτόν τον προγραμματισμό είναι η ελαχιστοποίηση της οικονομικής ζημίας της ΔΕΗ εξαιτίας των λιγνιτών, με κοινωνική ευαισθησία και υπευθυνότητα προς τους πολίτες και τις τοπικές κοινωνίες (δηλ. με στήριξη της επάρκειας του Ηλεκτρικού Συστήματος μέχρι την κατασκευή νέων μονάδων, με παροχή τηλεθέρμανσης στις τοπικές κοινωνίες μέχρι την υλοποίηση εναλλακτικών λύσεων θέρμανσης κ.ο.κ.).
    Το πρόγραμμα λιγνιτικών αποσύρσεων στο οποίο έχει καταλήξει η ΔΕΗ στο Επιχειρησιακό της Σχέδιο έχει αναλυτικά ως εξής:
    I. 2019: Έχουν ήδη σταματήσει να λειτουργούν οι Μονάδες 1 & 2 του ΑΗΣ Καρδιάς από το καλοκαίρι του 2019: συνολική αποσυρόμενη καθαρή ισχύς 542 MW.
    II. 2020: Εντός του έτους αποσύρονται οι Μονάδες 1 & 2 του ΑΗΣ Αμυνταίου: 546 MW.
    III. 2021: Εντός του έτους αποσύρονται οι Μονάδες 3 & 4 του ΑΗΣ Καρδιάς.
    IV. Οι υπόλοιπες εν λειτουργία σήμερα λιγνιτικές μονάδες αποσύρονται σταδιακά μέχρι το τέλος του 2023.
    Παρατηρούμε ότι οι εκτιμήσεις της ΔΕΗ για την ενέργεια που θα παράγουν οι λιγνιτικές μονάδες (8 GWh το 2020 και 5,2 GWh το 2022) είναι παραπλήσιες με αυτές του ΕΣΕΚ. Αυτό σημαίνει ότι το ΕΣΕΚ διατηρεί διαθέσιμες στο Ηλεκτρικό Σύστημα λιγνιτικές μονάδες οι οποίες λειτουργούν ελάχιστα, μόνο κατά τις κρίσιμες περιόδους. Δηλαδή, στην πράξη το ΕΣΕΚ διατηρεί διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες ως μονάδες «στρατηγικής» (ψυχρής) εφεδρείας για λόγους επάρκειας του Συστήματος. Είναι εντελώς αντιοικονομικό και ασύμφορο για τη ΔΕΗ να κρατά διαθέσιμες αυτές τις λιγνιτικές μονάδες.
    Σε περίπτωση που οι αρμόδιες Αρχές κρίνουν ότι το Σύστημα έχει ανάγκη αυτές τις λιγνιτικές μονάδες για λόγους επάρκειας, τότε θα πρέπει να προβλεφθεί λειτουργική αποζημίωση της ΔΕΗ για τη διατήρηση των μονάδων αυτών σε διαθεσιμότητα.

    (3) Ηλεκτρική Διασύνδεση Νησιών:
    Η προβλεπόμενη από το ΕΣΕΚ ηλεκτρική διασύνδεση του μεγαλύτερου μέρους των νησιών του Αιγαίου ως το 2030 θα έχει πολλαπλά ευεργετικά αποτελέσματα: μέγιστη εκμετάλλευση του δυναμικού ΑΠΕ των νησιών, επάρκεια ενεργειακού εφοδιασμού τους, μείωση του μακροχρόνιου κόστους ηλεκτροπαραγωγής και βελτιωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Θα πρέπει, ωστόσο, να ληφθούν έγκαιρα αποφάσεις από την Πολιτεία για το τι μέλλει γενέσθαι με τις θερμικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ στα νησιά που πρόκειται να διασυνδεθούν:
    – Θα παραμείνουν διαθέσιμες σε καθεστώς «στρατηγικής εφεδρείας»; Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να προβλεφθεί αποζημίωση για το κόστος της διαθεσιμότητάς τους.
    – Θα αποσυρθούν πρόωρα; Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να προβλεφθεί αποζημίωση για το αναπόσβεστο μέρος των επενδύσεων που έχει κάνει η ΔΕΗ στα νησιά αυτά.
    Επίσης, με δεδομένο ότι – με βάση τα ιστορικά στοιχεία – οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις πάντα παρουσιάζουν σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίησή τους σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό, είναι απολύτως απαραίτητη η έγκαιρη επεξεργασία από την Πολιτεία και τις αρμόδιες Αρχές ενός εναλλακτικού σχεδίου δράσης («plan B») το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή σε περίπτωση καθυστέρησης, ειδικά για τα νησιά που η ηλεκτρική διασύνδεσή τους σχεδιάζεται προς το τέλος της εξεταζόμενης από το ΕΣΕΚ περιόδου (2028-2030). Αυτό είναι απαραίτητο γιατί η Οδηγία MCPD της ΕΕ, η οποία θέτει σημαντικούς περιορισμούς στις επιτρεπόμενες εκπομπές από μικρές μονάδες καύσης, επηρεάζει καίρια τη δυνατότητα λειτουργίας των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ στα μικρά μη διασυνδεδεμένα νησιά από το 2030 και μετά.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:15 | Πρωτοβουλίας Πολιτών Λευκάδας ενάντια στις Εξορύξεις Υδρογονανθράκων

    Ανοιχτή διαβούλευση για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ)

    Η Πρωτοβουλία Πολιτών Λευκάδας ενάντια στις Εξορύξεις Υδρογονανθράκων καλοδέχεται την ανοιχτή διαβούλευση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας παρά το ότι εκδηλώνεται με περιορισμένες χρονικές δυνατότητες συμμετοχής των πολιτών και των αρμόδιων συλλογικών οργάνων, και με ερώτημα που προκύπτει από την ημερομηνία της παρουσίασης του τελικού κειμένου στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ) που φέρεται να πραγματοποιηθεί στις
    19 Δεκεμβρίου 2019 (δηλαδή με περιθώριο μόλις 3 ημερών για την επεξεργασία και ενσωμάτωση των σχόλιων και προτάσεων που κατατέθηκαν για αυτό το τόσο σημαντικό σχέδιο).
    Δηλώνουμε παρόντες στην διαμόρφωση ενός σύγχρονου πλαισίου αντιμετώπισης της επερχόμενης καταστροφικής για το περιβάλλον, την οικονομία και την κοινωνία κλιματικής αλλαγής, καταθέτουμε τις πρώτες παρατηρήσεις και προτάσεις μας ζητώντας παράλληλα την επέκταση του χρόνου διαβούλευσης μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 2020.
    Είτε κλιματική αλλαγή είτε κλιματική κρίση, κατάρρευση, ανατροπή την πούμε, είναι ο καρπός του πολιτισμού της πλεονεξίας και της ακαρδίας μας που δημιουργήσαμε και μας καταδικάζει. Η κλιματική κρίση δεν είναι πια ένα θέμα που απασχολεί μόνο κάποιους ευαίσθητους οικολόγους πολίτες αλλά αποτελεί απειλή για τη συνέχιση της ζωής σε όλον τον πλανήτη και την ύπαρξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Το Ευρωκοινοβούλιο μόλις κήρυξε (29/11/19) την Ευρώπη σε κατάσταση έκτακτης κλιματικής ανάγκης, κανείς μας δεν έχει πλέον το δικαίωμα να πει: δεν είδα, δεν άκουσα, δεν ξέρω, δεν κατάλαβα!
    Ακόμα και οι μαθητές της Α΄ Γυμνασίου διδάσκονται και μαθαίνουν στο μάθημα της φυσικής για το <>, την κλιματική αλλαγή, τις ανθρώπινες δραστηριότητες και τους αέριους ρύπους που ευθύνονται. Και τα μικρά παιδιά γνωρίζουν ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής (ακραία θερμοκρασιακά μεγέθη και καιρικά φαινόμενα, λιώσιμο των παγετώνων, άνοδος της στάθμης των θαλασσών, ερημοποίηση περιοχών, ραγδαία εξαφάνιση ειδών, δυσβάστακτες επιπτώσεις στην υγεία, την γεωργία κλπ) είναι αποτέλεσμα της συσσώρευσης στην ατμόσφαιρα του διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αέριων ρύπων που απελευθερώνονται από της δικές μας δραστηριότητες αλόγιστης <> της ενέργειας των υδρογονανθράκων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) και των γαιανθράκων (ανθρακίτης, λιγνίτης, τύρφη). Παράλληλα τα δεκάδες πυρηνικά εργοστάσια επιταχύνουν και επιδεινώνουν το πρόβλημα απελευθερώνοντας μεγάλες ποσότητες θερμικής ενέργειας και ένα μεγάλο όγκο πυρηνικών αποβλήτων που είναι αδύνατο να διαχειριστούμε χωρίς συνέπειες.
    Με λύπη διαπιστώνουμε ότι η διαβούλευση που ξεκίνησε το Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) υποκρύπτει τόσο την έλλειψη κατανόησης – ορθής εκτίμησης – του μεγέθους και της ποιότητας της καταστροφής που αντιμετωπίζουμε όσο και την έλλειψη πολιτικής βούλησης να αναγνωρίσουμε τα λάθη, τις ευθύνες μας και να ανατρέψουμε εκείνες τις ληστρικές και καταστροφικές για το περιβάλλον και την κοινωνία πολιτικές μας στους τομείς της παραγωγής, της κατανάλωσης, της ενέργειας, της εργασίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, και των επεμβάσεων στο φυσικό περιβάλλον.
    Δεκαετίες τώρα αγνοούμε τις <> της φύσης και της επιστημονικής κοινότητας. Προσπαθούμε να λύσουμε τα προβλήματα με τους ίδιους αποτυχημένους τρόπους που όχι μόνο δεν τα έχουμε λύσει τόσα χρόνια αλλά τα διογκώνουμε. Συνεχίζουμε να προτείνουμε και να εφαρμόζουμε <> που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των λίγων και ισχυρών (ιδιωτών, πολυεθνικών, πολιτικών, κυβερνήσεων, κρατών κλπ).
    Αντί να προτείνουμε την λήψη μέτρων <> ή <> ή έστω μείωσης της επιδείνωσης της κλιματικής αλλαγής προτείνουμε την λήψη μέτρων <> στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της, προεικονίζοντας την τραγικά οδυνηρή αποτυχία μας και ομολογώντας ουσιαστικά την άρνηση να σταματήσουμε τις αιτίες που την προκαλούν!
    Τα οποιαδήποτε μέτρα προσαρμογής είναι ανούσια χωρίς πολιτικές και για μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες προϋποθέτουν αλλαγές στο ενεργειακό μοντέλο, τις μεταφορές και όχι μόνο. Σε αυτή την πρόκληση, τόσο οι Κυβερνήσεις όσο και οι Περιφερειακές Αρχές όχι μόνο κωφεύουν αλλά ανταγωνίζονται στον φαρισαϊσμό: ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ «ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ» ΓΙΑ το ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΝΑ ΔΙΝΕΙΣ «ΓΗ ΚΑΙ ΎΔΩΡ» ΣΤΙΣ ΕΞΟΡΥΞΕΙΣ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ.
    Η μελέτη που δημοσίευσε στις 26 Νοεμβρίου 2019 η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΥΣΗ 2000 του ιδίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας λέει ξεκάθαρα για την ‘’απειλή της κλιματικής αλλαγής:
    Όλα τα παραπάνω πρέπει να εξεταστούν επιπλέον υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής. H κλιματική αλλαγή ως αποτέλεσμα και της καύσης ορυκτών καυσίμων είναι μία από τις
    μεγαλύτερες παγκόσμιες προκλήσεις σήμερα. Οι συνέπειες είναι ήδη ορατές ενώ οι επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων για τον μετριασμό της. Εάν τα υπάρχοντα κοιτάσματα μας οδηγούν σε ένα σενάριο αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας, τότε οποιαδήποτε περαιτέρω εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων, είτε στη χώρα μας, είτε αλλού στον κόσμο, απειλεί ευθέως όποια δράση για μετρίαση της κλιματικής αλλαγής και εν τέλει τον ίδιο τον τρόπο ζωής μας. Σε μια εποχή κατά την οποία άλλα κράτη της Μεσογείου προχωρούν σε ακύρωση προγραμμάτων έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος και συμμόρφωσης με τη Συνθήκη των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, το γεγονός ότι στην Ελλάδα τέτοια προγράμματα απολαμβάνουν ιδιαίτερου και εμφανώς ευνοϊκού αδειοδοτικού καθεστώτος προκαλεί τεράστια ερωτηματικά για το κατά πόσον εξυπηρετούν πραγματικά το δημόσιο συμφέρον. Συμπερασματικά, εάν η Ελλάδα προχωρήσει σε νέες εξορύξεις υδρογονανθράκων, θα συνδράμει με ένα ακόμα λιθαράκι στο διεθνές «οικοδόμημα» της κλιματικής αλλαγής. Εξάλλου, χώρες όπως οι μακρινές Νέα Ζηλανδία και η Κόστα Ρίκα, αλλά και κοντινές, όπως η Ιρλανδία1 και η Δανία2, έχουν ήδη προχωρήσει σε απαγορεύσεις εξορύξεων. Την ίδια τάση ακολουθούν και μεσογειακές χώρες σε επίπεδο κρατικό ή περιφερειακό. Έτσι, στην Ισπανία, οι περιφέρειες των Κανάριων Νήσων και των Βαλεαρίδων σταμάτησαν τις έρευνες υδρογονανθράκων, στην Κροατία έχουν σταματήσει τις εξορυκτικές δραστηριότητες στην Αδριατική, ενώ η Γαλλία3 ανακοίνωσε την απαγόρευση της εξορυκτικής δραστηριότητας στα γαλλικά χωρικά ύδατα στη Μεσόγειο, αιτιολογώντας την απόφαση αυτή ως συμβολή της Γαλλίας στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και υπέρ της προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της Μεσογείου και της «βαριάς βιομηχανίας» της Νότιας Γαλλίας, δηλαδή του τουρισμού. Ενώ στην Ιταλία έχουν ανασταλεί. Επίσης, πολλές χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιρλανδία και η Βουλγαρία έχουν προβεί σε πλήρη απαγόρευση της μεθόδου fracking.’’
    Εν τω μεταξύ η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ανακοίνωσε στις 14/11/2019 ότι θα πάψει να χρηματοδοτεί νέα έργα που αφορούν τα ορυκτά καύσιμα από το 2022, απόφαση που επαινείται για τη συμβολή της στις προσπάθειες αποτροπής της κλιματικής αλλαγής. Παρ’ όλο που η εφαρμογή της απόφασης θα γίνει με αργό ρυθμό είναι ένα σημαντικό βήμα που υποδεικνύει την σοβαρότητα της κατάστασης.
    Η πολιτική προστασία απαιτεί κεντρικές πολιτικές αποφάσεις αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής που θα εξασφαλίζουν την υγεία και ευημερία των πολιτών, την βιωσιμότητα και ανάπτυξη των οικοσυστημάτων και των τοπικών κοινωνιών, με παρεμβάσεις στους τομείς των αστικών αναπλάσεων, της γεωργίας, των μεταφορών, των υποδομών, της ενέργειας, της υγείας, του τουρισμού ακόμα και της παιδείας!
    Δεν έχουμε χρονικά περιθώρια πειραματισμών. Τα όποια παρηγορητικά μέτρα προσαρμογής στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αποφασίσετε θα είναι ήδη ξεπερασμένα και αναποτελεσματικά όταν δεν συνοδεύονται με μέτρα περιορισμού των δραστηριοτήτων που ενισχύουν το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής.
    Προτείνουμε:
    1. ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΜΕΣΗ ΠΑΥΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΡΥΞΕΩΝ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ ΚΑΙ ΟΛΗ ΤΗ ΧΩΡΑ, ως πρώτο και επείγoν μέτρo μη επιδείνωσης της κλιματικής κρίσης, και την απεξάρτηση των αναγκών μας από τον άνθρακα με την ανάπτυξη οικιακών και μικρών μονάδων προγραμμάτων ενίσχυσης της αξιοποίησης των μη ρυπογόνων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (Α.Π.Ε.).
    Η <> των υδρογονανθράκων σε όλα τα στάδια της έρευνας, της εξόρυξης, του αρχικού καθαρισμού, της αποθήκευσης, της μεταφοράς, της διύλισης και της χρήσης είναι άκρως ρυπογόνος προκαλώντας καταστροφικές επιπτώσεις και στις τέσσερεις (4) μεγάλες ενότητες του φυσικού περιβάλλοντος (λιθόσφαιρα, ατμόσφαιρα, υδρόσφαιρα και βιόσφαιρα) με τραγικότερη αυτή της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεων της. Η απεξάρτηση μας από τα ορυκτά καύσιμα και η εκτεταμένη χρήση δικτύου φωτοβολταϊκών για οικιακή χρήση θα ισχυροποιήσει την ανεξαρτησία και την ασφάλεια στη χώρα μας δημιουργώντας αμέτρητες θέσεις εργασίας και θα στηρίξει ταυτόχρονα την έξοδο από την σημερινή επώδυνη οικονομική και κοινωνική κρίση.
    Είναι επικίνδυνα ανόητοι και παίζουν ανεύθυνα με τη φωτιά και το μέλλον μας όσοι φαντάζονται ότι αυτά τα πετρελαϊκά αποθέματα θα μας ωφελήσουν οικονομικά και θα αναβαθμίζουν τον γεωστρατηγικό μας ρόλο. Τα πετρέλαια δεν φέρνουν ευτυχία αλλά ρύπανση, οικολογική καταστροφή, φτώχια, ανισότητα, βία και πόλεμο. Κοιτάξτε το Ιράν, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Νιγηρία, τη Συρία, τη Βενεζουέλα και τόσες άλλες εξαθλιωμένες περιοχές ανά το κόσμο. Δείτε τις πρόσφατες και ραγδαίες εξελίξεις στη Ανατολική Μεσόγειο.
    Ζούμε στην πιο σεισμογενή και πολιτικά πιο ασταθή (λόγο Τουρκικών προκλήσεων και όχι μόνο) περιοχή της Ευρώπης. Ένας συνήθης για την περιοχή σεισμός, μπορεί να έχει ολέθριες, τραγικά εφιαλτικές συνέπειες για το περιβάλλον, την οικονομία, την ίδια τη ζωή μας. Ο τουρισμό και η αλιεία (με τη σημαντικότερη περιοχή υδατοκαλλιεργειών) στο Ιόνιο στηρίζουν τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας όλης της χώρας.
    2. Την πλήρη κατάργηση της εκτεταμένης κατασκευής και χρήσης των πλαστικών συσκευασιών μιας χρήσης που υποβαθμίζουν μακροχρόνια το φυσικό περιβάλλον, επηρεάζουν την υγεία των οργανισμών σε στεριά και θάλασσα ενώ με την καύση τους επιταχύνουν και επιδεινώνουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Την άμεση εφαρμογή ενός ‘’plasticfree’’ προγράμματος παράλληλα με τη τοποθέτηση σημείων κομποστοποιησης για την μείωση του όγκου των οικιακών απόβλητων.
    3. Την ουσιαστική αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό της διαχείρισης τόσο των απορριμμάτων με ολοκληρωμένη επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, κομποστοποίηση όσο και των χώρων απόθεσης των υπολειμμάτων.
    4. Τη χρηματοδότηση εκτεταμένης δενδροφύτευσης υποβαθμισμένων δημόσιων και ιδιωτικών εκτάσεων, την ενίσχυση των υποδομών, την κάλυψη των ελλείψεων προσωπικού και εξοπλισμού πυροπροστασίας των δασικών εκτάσεων, την παντελή απαγόρευση νέου κύκλου καταπατήσεων και την συνταγματικά κατοχυρωμένη ανυποχώρητη υπεράσπιση τους. Τα ορεινά, παράκτια και περιαστικά δάση μας είναι το φυσικό κλιματιστικό της χώρας.
    5. Την επέκταση των προστατευόμενων περιοχών, την πραγματική νομική προστασία, και την ουσιαστική ενεργοποίηση των φορέων διαχείρισης, την χρηματοδότηση, την αναβάθμιση των οικοσυστημάτων στις προστατευόμενες με διεθvείς συνθήκες περιοχές (Natura, Ramsar,…).
    6. Την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα από παραχωρήσεις, καταπατήσεις και καταστροφικά έργα για λίγους στο σύνολο των ακτογραμμών και του αιγιαλού σαν δείγμα πολιτισμού και δικαιοσύνης που υπερασπίζεται τη ζωή και το μέλλον μας. Οι θίνες και η παράκτια βλάστηση είναι η άμυνα στην επέλαση της θάλασσας.
    7. Την προστασία των δέλτα των ποταμών που δεν είναι σκουπιδότοποι και χώροι ανεξέλεγκτης λεηλασίας. Διαμορφώνουν το μικροκλίμα, ενισχύουν τον ήπιο φυσιολατρικό τουρισμό, την βιοποικιλότητα της πανίδας και της χλωρίδας των περιοχών, προσφέρουν εργασία και τροφή στις τοπικές κοινωνίες! Οι υγρότοποι προσφέρουν την καλύτερη προστασία από την ερημοποίηση.
    8. Την εξασφάλιση της καθαρότητας των υδάτων, τη επάρκεια του υδροφόρου ορίζοντα, η απρόσκοπτη λειτουργία των ποταμών, των ρεμάτων και όλου του υδρολογικού δικτύου των περιοχών μας σαν υποχρέωσή μας και προϋπόθεση αποτροπής καταστροφών. Η αποκατάσταση των πλημμυρικών πεδίων των ποταμών είναι το καλύτερο, το αποτελεσματικότερο αντιπλημμυρικό έργο

    ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΛΕΥΚΑΔΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΕΞΟΡΥΞΕΙΣ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ
    ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2019

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 09:34 | ΠΟΣΠΗΕΦ

    H Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Παραγωγών Ηλεκτρικής Ενέργειας από Φωτοβολταικά ( ΠΟΣΠΗΕΦ ) χαιρετίζει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα . Εργαλεία άσκησης Μακροχρόνιας Ενεργειακής Πολιτικής είναι απολύτως αναγκαία χωρίς βέβαια να είναι από μόνα τους Επαρκή .
    ΟΙ πολύ αυστηροί Αντισεισμικοί κανονισμοί που ισχύουν σε Πολλές χώρες της Ευρύτερης Περιοχής μας , αυστηρότεροι από την Πολιτεία της Καλιφόρνιας των ΗΠΑ , δυστυχώς δεν είναι από μόνοι τους Επαρκής ώστε να μην καταρρέουν σα χάρτινοι Πύργοι Πολυώροφα κτίσματα κατά τη διάρκεια σεισμών .

    Χαιρόμαστε που το Επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ είναι πιο φιλόδοξο , πιο βελτιωμένο και ολοκληρωμένο σε σχέση με το Προηγούμενο .

    θεωρούμε πολύ Θετικούς του στόχους μείωσης Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου στο πάνω από 42 % σε σχέση με τις εκπομπές του 1990 και 55 % σε σχέση με τις εκπομπές του 2005 καθώς και το στόχο Επίτευξης Κλιματικής ουδετερότητας .

    Επίσης θεωρούμε πολύ θετικούς του στόχους της συμμετοχής των ΑΠΕ στο 35 % της ακαθάριστης Ηλεκτρικής Ενέργειας και της συμμετοχής των ΑΠΕ στο 60% της Ηλεκτροπαραγωγής το 2030 .

    Η πολύ μεγάλη μείωση του Κόστους της τεχνολογίας των Φωτοβολταικών , και τα πλεονεκτήματα της τεχνολογίας αυτής τα καθιστά το σημαντικότερο Πυλώνα στήριξης της Επίτευξης του σχεδίου .

    Τα Φωτοβολταικά όμως έχουν και ένα άλλο πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό . Μπορούν να πραγματοποιηθούν διασπαρμένα και από πολλούς , από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες απο μικρές ή μεσσαίες εταιρείες , από μικρές ή μεγάλες ενώσεις πολιτών απο ενεργειακές Κοινότητες δίνοντας μία Κοινωνική Διάσταση στην Προσπάθεια επίτευξης των στόχων του ΕΣΕΚ .

    Ένα ΕΣΕΚ αποκομμένο απο την Κοινωνία είναι ένα ΕΣΕΚ καταδικασμένο να αποτύχει .
    Θα πρέπει να μας προβληματίσει αν τα 10 GIGAWAT ΑΠΕ που έχουν κατατεθεί στη ΡΑΕ για αδειοδότηση ανήκουν σε 15 ΑΦΜ .

    Θεωρούμε ότι στους επιμέρους στόχους του ΕΣΕΚ είναι η ΑΜΕΣΗ δημιουργία Ηλεκτρικού χώρου από το ΔΕΔΔΗΕ . Η μη ύπαρξη Ηλεκτρικού χώρου πλήττει κατά βάση τους Μικρούς και Μεσαίους Παραγωγούς γιατί τους αποκλείει από τη δυνατότητα να συμμετέχουν στην Επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου .

    Σήμερα τα δίκτυα είναι κορεσμένα και οι Μικρομεσαίες επενδύσεις μέχρι 1 MW ( 500 ΚW ιδιωτών και 1 MW ενεργειακών Κοινοτήτων ) που έχουν καταθέσει δεν μπορούν να λάβουν όρους σύνδεσης . Αντίθετα ένας μεγάλος όμιλος μπορεί να δημιουργήσει Ενεργειακό χώρο Κατασκευάζοντας έναν Υποσταθμό 50 ή και 100 MW .
    Το να συγκεντρωθούν από μόνοι τους 100 μικρομεσαίοι του 1 MW ή 200 των 500 ΚW είναι πρακτικά ανεφάρμοστο .
    Οι Ενεργειακές Κοινότητες μπορούν σε αυτό να συμμετέχουν καλύτερα αλλά δεν αποτελεί λύση .

    Η άμεση επέκταση των Υφιστάμενων υποσταθμών του ΔΕΔΔΗΕ , με κόστος που θα μετακυλύετε στους επενδυτές , η άμεση απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και ηλέκτρισης Φωτοβολταικών Πάρκων τουλάχιστον μέχρι το 1 MW , η οριστικοποίηση της τιμής με την Υποβολή δήλωσης ετοιμότητας και όχι με την Ηλέκτριση από το ΔΕΔΔΗΕ που επιθυμεί να συνδέει Φωτοβολταικα πάρκα μέχρι και 7 μήνες μετά τη δήλωση Ετοιμότητας του Πάρκου αποτελούν απαραίτητοι Επιμέρους στόχοι ενός ευρύτερου Εθνικού σχεδίου προκειμένου η Μικρομεσαία Επενδυτική κοινότητα να μπορέσει να συμμετέχει στην Επίτευξη των στόχων .

    Επειδή υπάρχουν σχεδόν 3000 Αιτήσεις επενδυτών στις Περιφερειακές Διευθύνσεις του ΔΕΔΔΗΕ που δεν αξιολογούνται από τον Ιανουάριο του 2019 λόγω έλλειψης προσωπικού και διαθέσιμου ηλεκτρικού χώρου προτείνουμε να υπάρξει <> της τιμής για Φωτοβολταικά μέχρι 1 ΜW για όλο το 2020 τουλάχιστον .

    ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ .

    Η τεχνολογία των Φωτοβολταίκών μπορεί να παίξει τον πιο καθοριστικό ρόλο στην εμπροσθοβαρή επίτευξη των στόχων του Εθνικού σχεδίου . Θα πρέπει όμως να συνδυαστεί με αποθήκευση κάτι που δεν παρατηρούμε στο σχέδιο . Κρίνουμε την έλλειψη αυτή πολύ σημαντική .

    Για την ΠΟΣΠΗΕΦ

    Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας

    Παναγής Γιάννης Τσικούρας Πέτρος

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:47 | Ιωαννης Τσιπουρίδης

    Όταν πλέον βιώνουμε την κλιματική κατάρρευση, τότε δεν αρκούν κάποια μέτρα που ακούγονται καλά, αλλά τα μέτρα και η στρατηγική που θα φέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή την πλήρη απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος.
    Ο στόχος 35% ΑΠΕ για το 2030 είναι σαφώς καλύτερος από το 30% ή 32%, αλλά δεν παύει να είναι ένας ενδιάμεσος στόχος.
    Θα τολμούσα να προβλέψω ότι στα μέσα της επόμενης δεκαετίας η ΕΕ και τα κράτη μέλη θα κληθούν να αναθεωρήσουν προς τα επάνω τους σημερινούς στόχους του 2030. Πάντως σίγουρα θα είναι μεγαλύτεροι και περισσότερο φιλόδοξοι για τη μετέπειτα από το 2030 περίοδο.
    Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο ότι η απολιγνιτοποίηση είναι επιτέλους μέρος ενός εθνικού σχεδίου.
    Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στόχος μας (και όλου του πλανήτη) είναι η απανθρακοποίηση και όχι μόνο η απολιγνιτοποίηση.
    Αυτό προφανώς περιλαμβάνει εκτός από το λιγνίτη, το πετρέλαιο αλλά και το φυσικό αέριο.
    Το σημερινό ΕΣΕΚ δεν είναι παρά ένα σκαλοπάτι που οδηγεί στην πλήρη απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος. Είναι ένα ενδιάμεσο σχέδιο.
    Αυτό σημαίνει ότι οι στόχοι και η στρατηγική που υιοθετούνται σήμερα, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους, τους επόμενους μέχρι το 100% ΑΠΕ στόχους και να «στρώνουν» τον δρόμο για την επίτευξη τους.
    Άρα τα επί μέρους στοιχεία που συνθέτουν το σημερινό ΕΣΕΚ θα πρέπει όχι μόνο να μην εμποδίζουν την διεύρυνση του στόχου των ΑΠΕ από 35% στο τελικό 100%, αλλά και να προετοιμάζουν το έδαφος για αυτήν την μετάβαση, λαμβάνοντας υπόψη και τον χρονισμό επίτευξης τέτοιων στόχων, όπως αυτοί τεκμηριώνονται επιστημονικά από τον ΟΗΕ.
    Το σημερινό ΕΣΕΚ όπως έχει τεθεί στη δημόσια διαβούλευση, κατά τη γνώμη μου στηρίζεται πολύ περισσότερο στο φυσικό αέριο, προβλέποντας μάλιστα και την κατασκευή και νέων σταθμών φυσικού αερίου, από ότι η προοπτική που περιγράφηκε ανωτέρω επιτρέπει.
    Το φυσικό αέριο έτσι παύει να είναι ένα «ενδιάμεσο» καύσιμο και γίνεται κυρίαρχο καύσιμο.
    Αν αυτή η εκτίμηση μου είναι σωστή, τότε θα οδηγηθούμε σε μια από δυο πιθανές εξελίξεις, αρνητικές και οι δυο:
    1. Ή θα εμποδιστεί η απαιτούμενη για την επίτευξη των κλιματικών στόχων ανάπτυξη των ΑΠΕ ή
    2. Αν επικρατήσει η επιστημονικά τεκμηριωμένη κλιματική πολιτική, οι νέοι σταθμοί φυσικού αερίου θα καταλήξουν stranded assets.
    Η απαιτούμενη για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης απανθρακοποίηση, σύμφωνα με την επιστήμη, γίνεται μόνο με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
    Δρ. Ιωάννης Τσιπουρίδης
    Σύμβουλος Μηχανικός Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:00 | ΕΥΓΕΝΙΑ ΜΠΑΛΑΣΗ

    Σχετικά με τα αναφερόμενα στο ΕΣΕΚ υπάρχουν οι εξής διαφωνίες:

    Α. για την προβλεπόμενη πλήρη απολιγνιτοποίηση ως το 2028, δεν συμφωνώ για τους εξής λόγους:

     Δεν θα υπάρχει πλέον ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας, γιατί υπάρχουν μεγάλες χρονικές περίοδοι που δεν υπάρχει ηλιοφάνεια και δεν φυσάει άνεμος, με αποτέλεσμα η παραγωγή από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα να είναι μηδενική. Σε αυτές τις περιπτώσεις τίθενται σε λειτουργία οι συμβατικές μονάδες βάσης (λιγνιτικές, φυσικού αερίου) για να καλύψουν την ζήτηση σε ηλεκτρικό ρεύμα. Αν κλείσουν οι λιγνιτικές μονάδες που χρησιμοποιούν εγχώριο καύσιμο (λιγνίτη) και παραμείνουν σε λειτουργία μόνο μονάδες φυσικού αερίου, τότε θα υπάρχει μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από το κράτος που παρέχει το εν λόγω καύσιμο, αλλά και σε περίπτωση που διακοπεί η παροχή καυσίμου (π.χ. από εφαρμοζόμενη γεωπολιτική γειτονικών χωρών, σε περίπτωση που γίνει τρομοκρατική επίθεση στον αγωγό, κλπ) θα υπάρχει κίνδυνος να γίνει γενικό black out σε όλη τη χώρα για άγνωστο χρονικό διάστημα.

     Σε διάφορες χώρες έχουν εγκατασταθεί την τελευταία εικοσαετία πολλά αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα στα πλαίσια της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Δυστυχώς όμως δεν έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα, που ήταν η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, παρά μόνο επέφεραν καταστροφικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και προκάλεσαν σημαντική αύξηση στην τιμή του ρεύματος, όπως αναφέρεται αναλυτικά παρακάτω. Η μόνη Ανανεώσιμη Πηγή Ενέργειας που αποδείχθηκε ότι είναι φιλική προς το περιβάλλον και δεν έχει επιπτώσεις στην κλιματική αλλαγή είναι η καύση βιομάζας. Ο λόγος είναι ότι το εκπεμπόμενο CO2 από την καύση βιομάζας απορροφάται με την φωτοσύνθεση από τα ενεργειακά φυτά, σε όλη τη διάρκεια που αναπτύσσονται για να αποτελέσουν την βιομάζα, που θα καεί στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και επομένως δεν αυξάνεται η συγκέντρωση CO2 στην ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα να μην συμβάλλει στην κλιματική αλλαγή.
    Επειδή η οικονομία της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στην περιοχή και αν αυτές κλείσουν θα επέλθει ο οικονομικός μαρασμός της εν λόγω Περιφέρειας και η φτωχοποίησή της, για αυτό κρίνεται αναγκαίο να μετατραπούν οι λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ στην περιοχή αυτή σε μονάδες μικτής καύσης βιομάζας-λιγνίτη, στις οποίες θα καίγεται βιομάζα (που ανήκει στις ΑΠΕ) σε ποσοστό 70%, Σημειώνεται ότι οι μονάδες αυτές θα τροφοδοτούνται με βιομάζα που θα καλλιεργείται κατά κύριο λόγο στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας ή και σε γειτονικές Περιφέρειες.

    Επιπλέον με την μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε μονάδες μικτής καύσης βιομάζας-λιγνίτη αυτές θα γίνουν κερδοφόρες για τους εξής λόγους:
    • από την συνολική ποσότητα CO2 που παράγεται, θα πληρώνεται φόρος CO2 μόνο για το ποσοστό 30% του CO2 που θα παράγεται από το λιγνίτη ενώ για το CO2 που παράγεται από την βιομάζα σε ποσοστό 70% δεν θα πληρώνεται κανένας φόρος.
    • με αυτή την μικτή καύση η εκπεμπόμενη ποσότητα CO2 από λιγνίτη (ορυκτό καύσιμο) θα είναι κάτω από το όριο των 550 gr/KWh που καθορίζεται στον νέο κανονισμό της Ε.Ε. για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και επομένως αυτές οι μονάδες μικτής καύσης βιομάζας-λιγνίτη θα μπορούν να εντάσσονται στον μηχανισμό ισχύος (ΑΔΙ) και να λαμβάνουν χρηματικό ποσό αποζημίωσης για αυτή την συμμετοχή τους στα ΑΔΙ, βελτιώνοντας έτσι την κερδοφορία τους.

    Επισημαίνεται ότι και η υπό κατασκευή Μονάδα V Πτολεμαΐδας για να είναι κερδοφόρα θα πρέπει να μπορεί να εντάσσεται στα ΑΔΙ και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν μετατραπεί σε μονάδα μικτής καύσης βιομάζας (50%) – λιγνίτη (50%).
    Επομένως για την διάσωση της ΔΕΗ και για την διασφάλιση της μόνιμης κερδοφορίας της θα πρέπει να γίνει μετατροπή όλων των λιγνιτικών μονάδων της σε μονάδες μικτής καύσης βιομάζας-λιγνίτη.

    Άλλωστε αυτή η πρακτική της μετατροπής λιθανθρακικών σταθμών σε μονάδες μικτής καύσης βιομάζας-λιθάνθρακα εφαρμόστηκε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με πολύ θετικά αποτελέσματα.

    Για παράδειγμα αναφέρεται ότι στη λιθανθρακική μονάδα Vaskiluoto power plant που βρίσκεται στην πόλη Vaasa της Φιλανδίας κατασκευάστηκε το 2012 ένας εξαεριωτής βιομάζας (biomass gasification) που έδωσε την δυνατότητα στην εταιρεία να αντικαταστήσει περίπου το ένα τρίτο του λιθάνθρακα, που έκαιγε η μονάδα, με αέριο παραγόμενο από βιομάζα.
    Επιπλέον αναφέρεται από την εν λόγω εταιρεία, ότι με την χρήση του εξαεριωτήρα βιομάζας μειώθηκαν και οι εκπομπές CO2 περίπου κατά 230.000 τόνους ανά έτος.
    Σημειώνεται ότι ο εξαεριωτήρας βιομάζας έχει ισχύ 140MW και η υπάρχουσα λιθανθρακική μονάδα στην οποία κατασκευάστηκε ο εξαεριωτήρας αυτός είχε ισχύ 560MW.

    Όπως διαπιστώνεται από τα παραπάνω και από όσα αναφέρονται στην σχετική βιβλιογραφία, είναι δυνατό να γίνουν οι απαιτούμενες μετατροπές στα συστήματα τροφοδοσίας με καύσιμο των καυστήρων των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων των ΑΗΣ του λεκανοπεδίου Κοζάνης-Πτολεμαΐδας-Φλώρινας και αν κριθεί σκόπιμο, να εγκατασταθούν σε αυτές και εξαεριωτήρες, προκειμένου οι μονάδες αυτές να καίνε ένα ποσοστό βιομάζας 70% και το υπόλοιπο ποσοστό να είναι λιγνίτης.

    Τα οφέλη θα είναι πάρα πολλά, δεδομένου ότι έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι καίγοντας βιομάζα μειώνονται οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και οξειδίων του αζώτου (NOX).

    Β. Με βάση τα στοιχεία που δίνονται στον Πίνακα 32 του ΕΣΕΚ (σελ. 252) προγραμματίζεται από την Κυβέρνηση να κατασκευαστούν νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής σε αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων που θέλει να αποσύρει και αυτές οι νέες μονάδες θα είναι αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα καθώς και νέες μονάδες φυσικού αερίου.
    Δεν συμφωνώ με την κατασκευή τέτοιων νέων μονάδων γιατί οι επιπτώσεις των μονάδων αυτών στο περιβάλλον και στην κλιματική αλλαγή είναι καταστροφικές. Επιπλέον επιφέρουν μεγάλες αυξήσεις στην τιμή του ρεύματος.
    Συγκεκριμένα:

    Αιολικά πάρκα.

    Η ανέγερση αιολικών πάρκων προκαλεί τα ακόλουθα προβλήματα στο περιβάλλον:

    – αλλοίωση του φυσικού τοπίου λόγω της κατασκευής των βάσεων έδρασης των ανεμογεννητριών από χιλιάδες κυβικά μέτρα οπλισμένου σκυροδέματος, της διάνοιξης δρόμων για βαριά οχήματα για να υπάρχει πρόσβαση σε κάθε ανεμογεννήτρια και των πολλών χιλιομέτρων καλωδίων, που τοποθετούνται εναέρια για την σύνδεση των ανεμογεννητριών με τον υποσταθμό τους.

    – Εξόντωση χιλιάδων πουλιών και νυχτερίδων από τα περιστρεφόμενα πτερύγια των ανεμογεννητριών.

    – Μια νέα μελέτη από ερευνητές του Harvard βρήκε ότι μια μεγάλη παραγωγή αιολικής ενέργειας θα μπορούσε να προκαλέσει μεγαλύτερη κλιματική θέρμανση, τουλάχιστον τοπικά, όπου είναι εγκατεστημένα τα αιολοκά πάρκα. Η μελέτη αυτή που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Joule, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αν όλη η Αμερική εφοδιαζόταν με ηλεκτρική ενέργεια μόνο από αιολικά πάρκα, τότε θα προκαλούσε αύξηση της θερμοκρασίας του εδάφους της κατά 0,24º C. Αυτή η αύξηση της θερμοκρασίας υπερβαίνει σημαντικά την μείωση της θερμοκρασίας της Αμερικής που επιτυγχάνεται με την απανθρακοποίηση της στον τομέα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε αυτόν τον αιώνα που θα κυμαίνεται περίπου στο 0,1º C, λόγω μείωσης της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου από μονάδες ορυκτών καυσίμων, που θα αποσυρθούν.

    – Τα αιολικά πάρκα επηρεάζουν τις βροχοπτώσεις, με αποτέλεσμα να ανακόπτουν την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα των φυτών

    – Το μεγάλο πρόβλημα είναι το κόστος απεγκατάστασης των ανεμογεννητριών μετά το πέρας της διάρκειας ζωής τους που είναι 20-25 χρόνια, που μπορεί να κοστίσει εκατομμύρια ευρώ, που κανένας δεν έχει και να παραμένουν για αποθήκευση σε τεράστιες εκτάσεις χιλιάδες υλικά που δεν ανακυκλώνονται, όπως τα πτερύγια και τα κελύφη κινητήρων ανεμογεννητριών που είναι κατασκευασμένα από fiberglass.

    Φωτοβολταϊκά πάρκα.

    Τα προβλήματα που δημιουργούνται στο περιβάλλον από την κατασκευή φωτοβολταϊκών πάρκων είναι τα ακόλουθα:

    • Προκαλούν πολλούς θανάτους πουλιών γιατί καίγονται τα φτερά τους από την θερμότητα που εκλύεται από τα φωτοβολταϊκά πάνελ

    • Για την κατασκευή των φωτοβολταϊκών πάνελ χρησιμοποιούνται τοξικές χημικές ουσίες (όπως ydrochloric acid, sulfuric acid, hydrogen fluoride, 1,1,1-trichloroethan και ακετόνη).

    Επιπλέον η βιομηχανία κατασκευής φωτοβολταϊκών πάνελ έχει τον μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης των εκπομπών αέριων ρύπων, όπως το εξαφθοριούχο αιθάνιο (C2F6), το τριφθοριούχο άζωτο (NF3) και το εξαφθοριούχο θείο (SF6), που είναι τρία αέρια που έχουν δυνατότητα παγκόσμιας θέρμανσης του πλανήτη 10.000 ως 24.000 φορές μεγαλύτερη από εκείνη του διοξειδίου του άνθρακα (CO2).

    • υπάρχει ανησυχία για την γρήγορα αυξανόμενη εγκατάσταση φωτοβολταïκών πάρκων και για την επίδρασή τους στο ευρύτερο περιβάλλον. Μια έκθεση που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα: Environmental Research Letters με τίτλο: ʺSolar Park Microclimate and Vegetation Management Effects on Grassland Carbon Cyclingʺ αναφέρει ότι μπορεί να υπάρξουν σημαντικές μειώσεις της θερμοκρασίας κάτω από φωτοβολταïκά πάρκα ως και 5οC. Αυτό μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη των φυτών σε γειτονικές περιοχές των φωτοβολταïκών πάρκων.

    • όταν μετά από 20 χρόνια περίπου παρέλθει η διάρκεια ζωής των φωτοβολταïκών πάνελ που έχουν ήδη εγκατασταθεί ή ανεγείρονται αυτή την περίοδο τότε θα πρέπει να απεγκατασταθούν αυτά τα πάνελ και ο όγκος των υλικών που θα πρέπει να αποθηκευτούν θα είναι τεράστιος γιατί κάποια υλικά τους δεν είναι εύκολο να ανακυκλωθούν.
    Επιπλέον τα φωτοβολταïκά πάνελ παράγουν 300 φορές πιο τοξικά απόβλητα ανά μονάδα ενέργειας από ότι τα πυρηνικά εργοστάσια γιατί περιέχουν βαρέα μέταλλα, όπως είναι ο μόλυβδος ή το καρκινογόνο κάδμιο, τα οποία μπορούν να διεισδύσουν στον υδροφόρο ορίζοντα.

    Η λειτουργία των αιολικών και φωτοβολταïκών πάρκων αυξάνει σημαντικά την τιμή του ρεύματος.

    Λόγω της κλιματικής αλλαγής η Γερμανία θέλησε να αποδείξει ότι μπορεί να καλύψει την ζήτηση της σε ηλεκτρική ενέργεια κυρίως από ΑΠΕ. Παρόλες τις τεράστιες επενδύσεις που έκανε σε αιολικά πάρκα, σε φωτοβολταïκά πάρκα και παραγωγή ενέργειας από βιοκαύσιμα, η Γερμανία δεν κατάφερε να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) τα τελευταία δέκα χρόνια (από 2008 ως 2018). Παράλληλα στην διάρκεια της ίδιας περιόδου οι τιμές του ρεύματος αυξήθηκαν δραματικά πλήττοντας σοβαρά τις βιομηχανίες, τους εργαζόμενους και τις φτωχές οικογένειες.
    Σημειώνεται ότι η τιμή του ρεύματος στην Γερμανία ήταν το 2ο εξάμηνο του 2010 στα 24 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα ενώ το 2ο εξάμηνο του 2018 αυξήθηκε στα 30 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα.

    Η Γερμανία έχει εγκαταστήσει τόσο μεγάλη αιολική και φωτοβολταïκή ισχύ, που θα μπορούσε θεωρητικά να καλύψει όλη την ζήτηση της σε ηλεκτρική ενέργεια οποιαδήποτε μέρα που είχε αρκετή ηλιοφάνεια και άνεμο. Αλλά καθώς υπάρχουν περίοδοι που δεν υπάρχει ηλιοφάνεια ούτε άνεμος η Γερμανία κατάφερε να καλύψει μόνο το 27% περίπου των ετήσιων αναγκών της σε ενέργεια από τα αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα.
    Όταν αντίθετα υπάρχει ηλιοφάνεια και άνεμος τότε μεγιστοποιείται η παραγωγή ρεύματος από αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα και αυτή η παραγωγή μπορεί να είναι μεγαλύτερη της ζήτησης.
    Οπότε υπάρχει πρόβλημα για την ευστάθεια του διασυνδεδεμένου δικτύου και για την διατήρηση της συχνότητας του γύρω στα 50Hz.
    Οπότε η Γερμανία αναγκάζεται να εξάγει την περίσσια της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας σε γειτονικές χώρες με αρνητικές τιμές πώλησης ρεύματος που είναι χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής.
    Το 2017 περίπου η μισή ενέργεια που παρήχθηκε από αιολικά πάρκα στην Γερμανία έγινε εξαγωγή της σε άλλες χώρες. Οι γειτονικές χώρες δεν επιθυμούν αυτή την μη αναμενόμενη ηλεκτρική ενέργεια και οι γερμανικές εταιρείες παραγωγής της πρέπει να πληρώσουν τις χώρες αυτές για να την αποδεχθούν. Τον λογαριασμό όμως τον πληρώνουν οι καταναλωτές.
    Αν τα αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα αποσυνδεθούν από το δίκτυο, λόγω αυξημένης παραγωγής τους σε ηλεκτρική ενέργεια, τότε οι ιδιοκτήτες των πάρκων αυτών πληρώνονται σαν να είχαν παράγει το 90% του ηλεκτρικού ρεύματος που θα παρείχαν στο δίκτυο.
    Ο λογαριασμός πάλι πληρώνεται από τους καταναλωτές.

    Σε κάποιες χειμερινές περιόδους που μπορεί να διαρκέσουν και δέκα μέρες η παραγωγή ρεύματος από αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα είναι πολύ χαμηλή ή μηδενική. Τότε μπαίνουν σε λειτουργία οι συμβατικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (λιθανθρακικές, φυσικού αερίου και πυρηνικές) για να καλύψουν την ζήτηση του ρεύματος.
    Για αυτό το λόγο η Γερμανία δεν μπορεί ποτέ να κλείσει τις συμβατικές μονάδες, όπως είχε προγραμματίσει. Αυτές οι συμβατικές μονάδες πρέπει να είναι πάντα σε ετοιμότητα να τεθούν σε λειτουργία για να καλύψουν το σύνολο της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια και να διατηρήσουν σταθερή την συχνότητα του διασυνδεμένου δικτύου στα 50Hz. Το ίδιο ισχύει για τις συμβατικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην Γαλλία, την Αυστρία και την Πολωνία.
    Για να είναι σε ετοιμότητα οι συμβατικές μονάδες να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια αποζημιώνονται λόγω συμμετοχής τους στο μηχανισμό ισχύος (ΑΔΙ). Ο λογαριασμός πληρώνεται πάλι από τους καταναλωτές.

    Επιπρόσθετα, αν η AC συχνότητα του διασυνδεμένου δικτύου πέσει πολύ χαμηλά ή ανέβει πολύ ψηλά υπάρχει κίνδυνος να γίνουν εκτεταμένα μπλακ ουτ (black out). Αυτό αποδείχθηκε φανερά στην Νότια Αυστραλία, η οποία βασίζεται κυρίως στην παραγωγή ρεύματος από αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα και υποφέρει από εκτεταμένα black out που οδηγούν σε κλείσιμο εργοστασίων και σε κόστος δισεκατομμυρίων δολαρίων.

    Το όνειρο της Γερμανίας να καλύψει την ζήτησή της σε ηλεκτρική ενέργεια από αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα αποδείχθηκε ότι ήταν μια απατηλή ψευδαίσθηση. Γιατί η παραγωγή ρεύματος από αυτά τα πάρκα είναι στοχαστική μεταβλητή και άρα αναξιόπιστη και οδήγησε σε τιμές ρεύματος που είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη.

    Ότι συμβαίνει στην Γερμανία ισχύει και για τις άλλες χώρες που τώρα παράγουν την ηλεκτρική τους ενέργεια από συμβατικές μονάδες λιγνίτη, λιθάνθρακα, φυσικό αέριο ή πυρηνικά εργοστάσια. Αν αυτές οι χώρες εγκαταστήσουν πολλά αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα, πρέπει να διατηρήσουν σε λειτουργία τις συμβατικές μονάδες τους για να διασφαλίσουν σταθερή την συχνότητα των 50Hz στο διασυνδεδεμένο δίκτυο τους, για να διατηρήσουν την ευστάθεια του δικτύου και για να υπάρχει εφεδρεία σε ηλεκτρική ενέργεια.
    Αυτές οι συμβατικές μονάδες παραγωγής ρεύματος (λιγνιτικές, λιθανθρακικές, φυσικού αερίου και πυρηνικά εργοστάσια) που θα παραμένουν σε εφεδρεία θα υπολειτουργούν σε περιόδους που είναι μέγιστη η παραγωγή ρεύματος από αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα ενώ θα καταναλώνουν καύσιμα σαν να ήταν σε κανονική λειτουργία. Επιπλέον θα πρέπει να είναι σε θέση να δώσουν πλήρη παραγωγή ρεύματος, αν στις επόμενες ώρες ή ημέρες δεν υπάρχει ηλιοφάνεια ή αιολική ενέργεια. Έτσι οι συμβατικές μονάδες πρέπει να αυξάνουν και να χαμηλώνουν φορτία πολλές φορές την ημέρα και την εβδομάδα.
    Για αυτό οι προσδοκίες για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα είναι σχεδόν ανύπαρκτες.
    Πράγματι αυτές οι λιγνιτικές, λιθανθρακικές μονάδες και οι μονάδες φυσικού αερίου που είναι σε εφεδρεία λειτουργούν με χαμηλή απόδοση λόγω της συνεχής αυξομείωσης της παραγωγής τους σε ρεύμα, οπότε συχνά καταναλώνουν περισσότερο καύσιμο και εκπέμπουν περισσότερο CO2 από ότι αν εργάζονταν σε πλήρη κανονική λειτουργία και δεν υπήρχαν αιολικά και φωτοβολταïκά πάρκα.

    Το σημαντικό είναι ότι δεν υπάρχει ένδειξη ότι η παγκόσμια κατανάλωση του άνθρακα και του λιγνίτη θα μειωθεί στις επόμενες δεκαετίες. Μεγάλες χώρες στην Ασία και στην Αφρική συνεχίζουν να κατασκευάζουν λιθανθρακικές μονάδες παραγωγής ρεύματος και περισσότερες από 1.500 λιθανθρακικές μονάδες προγραμματίζεται να κατασκευαστούν ή είναι σε φάση κατασκευής.

    Με βάση τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι έχει αποδειχθεί εμπράκτως ότι η εγκατάσταση αιολικών και φωτοβολταïκών πάρκων δεν οδηγεί σε αισθητή μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, παρά μόνο οδηγεί σε μεγάλες αυξήσεις της τιμής του ρεύματος και σε καταστροφικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
    Για αυτό άλλωστε στις αρχές του Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους οι εκπρόσωποι των 28 χωρών μελών της ΕΕ ψήφισαν πρόσφατα υπέρ της αποκατάστασης της πυρηνικής ενέργειας ως καθαρής πηγής ενέργειας (επειδή δεν εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα)!!!

    ΟΙ διαρροές φυσικού αερίου κατά την εξόρυξη και την μεταφορά του επιταχύνουν την κλιματική αλλάγή.

    Το φυσικό αέριο έχει προωθηθεί τα τελευταία χρόνια ως το καθαρότερο συμβατικό ορυκτό καύσιμο, το οποίο παράγει χαμηλότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τα άλλα ορυκτά καύσιμα, όπως το πετρέλαιο και ο άνθρακας.

    Παρόλα αυτά το φυσικό αέριο μπορεί να μην είναι και τόσο καθαρό, επειδή το κύριο συστατικό του, που είναι το μεθάνιο, διαρρέει από τις εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το μεθάνιο είναι ένα από τα αέρια του θερμοκηπίου και όταν φθάσει στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας, σταματά και παραμένει εκεί για πολλά χρόνια συμβάλλοντας στο σχηματισμό ενός στρώματος αερίου που εμποδίζει τη διασπορά της ηλιακής θερμότητας που ανακλάται από την επιφάνεια της γης και οδηγεί σε υπερθέρμανση του πλανήτη (φαινόμενο του θερμοκηπίου). Συγκεκριμένα παγιδεύει 86 φορές περισσότερη θερμότητα από το CO2 σε διάστημα 20 ετών. Αλλά ακόμα και κατά την διάρκεια 100 ετών εξακολουθεί να είναι πολύ πιο επιβλαβές από το CO2.

    Όπως εξηγεί ο Joe Romm στο Think Progress, οι διαρροές μεθανίου διαγράφουν κάθε όφελος για το κλίμα από τη μετάβαση από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα σε μονάδες με καύση φυσικού αερίου.

    Για τον σχηματισμό μιας πιο εμπεριστατωμένης εικόνας για τις επιπτώσεις των διαρροών μεθανίου στην κλιματική αλλαγή, θα αναφερθεί στην συνέχεια πόσο είναι το μέγεθος των διαρροών μεθανίου κατά την διάρκεια της παραγωγής και μεταφοράς του φυσικού αερίου.

    – Διαρροή μεθανίου από αγωγούς μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου.

    Η διαρροή μεθανίου από αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου είναι ένα πρόβλημα σε όλο τον κόσμο, που έχει μελετηθεί εδώ και χρόνια.

    Το New Scientist magazine ανέφερε τον Σεπτέμβριο του 1990 ότι οι αγωγοί φυσικού αερίου στη Μεγάλη Βρετανία διέρρευσαν τόσο πολύ μεθάνιο, ώστε οι διαρροές εκεί συνέβαλαν περισσότερο στην υπερθέρμανση του πλανήτη από ότι το φυσικό αέριο που κάηκε σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής.

    Σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε ο Αμερικανός Γερουσιαστής Edward Markey, οι εταιρείες διανομής φυσικού αερίου το 2011 ανακοίνωσαν την διαρροή 69 δις κυβικών εκατοστών φυσικού αερίου στην ατμόσφαιρα που είναι ίσες με τις ετήσιες εκπομπές CO2 περίπου 6 εκατομμυρίων αυτοκινήτων.

    – Εκπομπές μεθανίου από εξαερισμό και καύση.

    Εκτός από τυχαίες ή διαφεύγουσες εκπομπές, υπάρχει σημαντική ποσότητα σκόπιμων εκπομπών από την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου με τη μορφή εξαερισμού και καύσης.
    Ο εξαερισμός περιλαμβάνει την απελευθέρωση αερίου απευθείας στην ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια της κανονικής λειτουργίας εξαγωγής και διαχείρισης του πετρελαίου και του φυσικού αερίου . Στο παρελθόν, το αέριο μεθάνιο θεωρήθηκε ένα απόβλητο προϊόν γεώτρησης πετρελαίου και εξαερώθηκε απευθείας στην ατμόσφαιρα σε τεράστιες ποσότητες. Μεταξύ 1973 και 1989, ένας ετήσιος μέσος όρος άνω των 130 δισεκατομμυρίων κυβικών ποδών φυσικού αερίου καιγόταν ή εξαεριζόταν κατά τη διάρκεια της παραγωγής. Επιπλέον, χιλιάδες δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαίου εκπέμπουν μάζες μεθανίου και άλλων αερίων.

    Το 2008, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της EPA, η ποσότητα φυσικού αερίου που εξαερώθηκε και κάηκε στις υπεράκτιες ομοσπονδιακές μισθώσεις πηγών πετρελαίου και φυσικού αερίου ανήλθε σε περίπου 126 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια (Bcf) φυσικού αερίου.

    Σε μερικά από τα σημερινά κοιτάσματα πετρελαίου, όπως το Bakken στη Βόρεια Ντακότα, το αέριο εξακολουθεί να είναι ένα ανεπιθύμητο παραπροϊόν που εξαερίζεται και δεν αποθηκεύεται. Αυτό συμβαίνει συνήθως στις περιοχές εξόρυξης πετρελαίου που δεν είναι δίπλα σε αγωγούς φυσικού αερίου.

    Τον Σεπτέμβριο του 2011, οι New York Times ανέφεραν ότι κάθε μέρα, πάνω από 100 εκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου εξαερώνονται στην σχιστολιθική περιοχή του Bakken. Το εξαερωμένο αυτό αέριο αντιστοιχεί σε τουλάχιστον δύο εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα που απελευθερώνεται κάθε χρόνο στην ατμόσφαιρα, που είναι σχεδόν ισοδύναμο με τις εκπομπές ενός μεσαίου μεγέθους σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.
    Σύμφωνα με την Αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακής Πληροφορίας (EIA), από το 2011 πάνω από το 35% της παραγωγής φυσικού αερίου της Βόρειας Ντακότα κάηκε σε εξαερώσεις.. Επιπλέον, υπάρχει πολύ μικρή εποπτεία του εξαερισμού και της καύσης σε πολλές περιοχές παραγωγής των ΗΠΑ.
    Επιπλέον τα ατυχήματα σε πετρελαιοφόρες περιοχές, οι σπασμένες βαλβίδες, οι μετρητές και οι αιφνίδιες αυξήσεις πίεσης μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε ακανόνιστες διαρροές φυσικού αερίου.

    – Εξαγωγές Υγροποιημένου Φυσικού αερίου (LNG).

    Με την εκτίναξη της παραγωγής φυσικού αερίου από σχιστολιθικά πετρώματα στις ΗΠΑ, αυτές επιδιώκουν να καταστούν σημαντικοί εξαγωγείς φυσικού αερίου.
    Σημειώνεται ότι το φυσικό αέριο μπορεί να υγροποιηθεί και να συμπιεστεί σε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) για μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις σε υπερπόντιες αγορές με ειδικά εξοπλισμένα δεξαμενόπλοια.

    Οι αναλυτές της βιομηχανίας προβλέπουν ότι η ζήτηση για LNG θα υπερδιπλασιαστεί από περίπου 240 εκατομμύρια τόνους το 2012 σε 550 εκατομμύρια τόνους ετησίως μέχρι το 2030.

    Οι αυξανόμενες εκπομπές μεθανίου αποτελούν επίσης μέρος της εξίσωσης εξαγωγής LNG, καθώς η χρήση υγροποιημένου φυσικού αερίου προσθέτει τρία επιπλέον στάδια στον κύκλο ζωής του φυσικού αερίου – υγροποίηση (όπου το αέριο ψύχεται και συμπιέζεται), εκφόρτωση και επαναεριοποίηση (όπου τα δεξαμενόπλοια LNG εκφορτώνουν το φορτίο τους) και μεταφορά. Τον Μάιο του 2013, ο James Bradbury του Παγκόσμιου Ινστιτούτου Πόρων εξήγησε ότι: «Η διαδικασία υγροποίησης, μεταφοράς και επαναεριοποίησης του LNG έχει πολύ υψηλές εκπομπές, αυξάνοντας κατά 15% τις συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, που σχετίζονται με το εξαγόμενο από την Αμερική φυσικό αέριο, σε σύγκριση με το φυσικό αέριο που παράγεται και καταναλώνεται στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ. Αυτές οι πρόσθετες εκπομπές μειώνουν σημαντικά το σχετικό πλεονέκτημα που θα είχε το φυσικό αέριο σε σχέση με τα καύσιμα υψηλότερων εκπομπών αερίων, όπως είναι το κάρβουνο και το πετρέλαιο.
    Η έκθεση του Τμήματος Ενέργειας των ΗΠΑ (DOE) διαπιστώνει ότι το LNG είναι χειρότερο από τον άνθρακα
    Μια πρόσφατη μελέτη του DOE για τις εγκαταστάσεις εξαγωγής LNG διαπίστωσε ότι η υγροποίηση και η εξαγωγή μεθανίου θα ήταν επιζήμια για το κλίμα. Η έκθεση διαπίστωσε ότι τα οφέλη της καθαρότερης και αποδοτικότερης καύσης φυσικού αερίου αντισταθμίζονται σε μεγάλο βαθμό από τη διαρροή μεθανίου κατά την παραγωγή και μεταφορά του σε αγωγούς καθώς και από τις διαρροές μεθανίου που γίνονται και την ενέργεια που χρησιμοποιείται στη διαδικασία υγροποίησης και μεταφοράς του LNG.

    Οι αμερικανικές εξαγωγές LNG προς την Κίνα θα μπορούσαν να καταλήξουν να είναι χειρότερες ως προς τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου από ό, τι εάν η Κίνα απλώς κατασκεύαζε μια νέα μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και έκαιγε τα δικά της αποθέματα λιθάνθρακα.

    – Διαρροές μεθανίου στο σύνολο των εγκαταστάσεών του΄στις ΗΠΑ.

    Μια ομάδα επιστημόνων στις ΗΠΑ μέτρησαν τα επίπεδα μεθανίου στον αέρα γύρω από τις γεωτρήσεις φυσικού αερίου, τις δεξαμενές αποθήκευσής του, τα διυλιστήρια και τους υπόγειους σωλήνες μεταφοράς και διανομής του σε σπίτια σε βασικές περιοχές παραγωγής του φυσικού αερίου όπως στην Πενσυλβάνια, το Τέξας, το Κολοράντο, τη Γιούτα, τη Βόρεια Ντακότα και το Αρκάνσας.
    Διαπίστωσαν ότι το 2015, οι διαρροές μεθανίου αντιπροσώπευαν το 2,3% της συνολικής παραγωγής φυσικού αερίου σε εθνικό επίπεδο.
    Επιρόσθετα επιστήμονες με την Εθνική Ωκεανική και Ατμοσφαιρική Διοίκηση (ΝΟΑΑ), λαμβάνοντας άμεσες μετρήσεις από εξοπλισμό παρακολούθησης εδάφους, διαπίστωσαν ότι διαρρέει στην ατμόσφαιρα το 4% της παραγωγής μεθανίου σε μια περιοχή του Κολοράντο. Αυτές οι μετρήσεις συμφωνούν με προηγούμενες μελέτες που εκτιμούν ότι το 3,6% ως 7,9% του μεθανίου από διαρροές φυσικού αερίου, που είναι σε κοιλότητες σχιστολιθικών πετρωμάτων, διαφεύγει στην ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια της παραγωγής και μεταφοράς του φυσικού αερίου.

    Εξετάζοντας την τοπική εγκατάσταση διανομής φυσικού αερίου στο Μανχάταν, μια μελέτη εκτιμά ότι περίπου το 2,9% των 300 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου, που εφοδιάζεται ετησίως στην πόλη από την εταιρεία κοινής ωφέλειας Con Edison, διαρρέει στον αέρα (Η Con Edison έχει 4.320 συνολικά μίλια αγωγών φυσικού αερίου).

    Επιπλέον μια μελέτη που έγινε το 2013 από το Ταμείο Περιβαλλοντικής Άμυνας (EDF) των ΗΠΑ διαπίστωσε ότι η μετάβαση από Σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα σε μονάδες φυσικού αερίου δεν έχει καθαρό κλιματικό όφελος για μια περίοδο 20 ετών, εάν τα ποσοστά διαρροής μεθανίου υπερβαίνουν το 3,5%, που είναι ποσοστό χαμηλότερο από εκείνο που παρατηρείται σε πολλές από τις πρόσφατες έρευνες.

    Ενώ στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού διαρρέει στην ατμόσφαιρα το 2,3% του συνολικού φυσικού αερίου που παράγεται στις ΗΠΑ, ως μεθάνιο, που είναι πολλαπλάσιες φορές ισχυρότερο αέριο του θερμοκηπίου από ότι το CO2 (σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη), η Ε.Ε. έχει θέσει υπό διωγμό τις ευρωπαϊκές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιθάνθρακα και λιγνίτη, γιατί συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή λόγω των εκπομπών του CO2.

    Υπάρχει βέβαια το ενδεχόμενο στα αμέσως επόμενα χρόνια να κηρυχθούν υπό διωγμό και οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου, προκειμένου να περιοριστεί η εξόρυξη του φυσικού αερίου και οι συνεπαγόμενες διαρροές του μεθανίου, που επιφέρουν ραγδαία την κλιματική αλλαγή.
    Το ενδεχόμενο αυτό μπορεί να μην αργήσει να γίνει πραγματικότητα, δεδομένου ότι στις αρχές Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους οι εκπρόσωποι των 28 χωρών μελών της Ε.Ε. ψήφισαν υπέρ της αποκατάστασης της πυρηνικής ενέργειας ως καθαρής ενέργειας (επειδή δεν εκπέμπει CO2)!!!!

    Μετά τα παραπάνω αρνητικά αποτελέσματα που είχε η εγκατάσταση αιολικών και φωτοβολταïκών πάρκων στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες δεν υπήρξε δραστική μείωση των εκπομπών CO2 παρά μόνο μεγάλη αύξηση στην τιμή του ρεύματος και δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον, καθώς και την προαναφερόμενη τεράστια συμβολή των διαρροών φυσικού αερίου (μεθανίου) στην κλιματική αλλαγή, καλείται η Κυβέρνηση να αναθεωρήσει τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας μας (το ΕΣΕΚ) και να μην προχωρήσει στην οριστική απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, αλλά να τις μετατρέψει σε μονάδες μικτής καύσης βιομάζας-λιγνίτη που δεν θα επιφέρει καμιά αύξηση στην τιμή του ρεύματος και θα οδηγήσει στην διάσωση της ΔΕΗ, στην αποφυγή της οικονομικής καταστροφής της Περιφέρειας της Δυτικής Μακεδονίας και στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

    ΜΠΑΛΑΣΗ ΕΥΓΕΝΙΑ
    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΚΛΑΔΟΥ
    Η-Μ. ΜΕΛΕΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ
    ΔΕΗ Α.Ε.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:30 | ΕΣΗΑΠΕ

    ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΠΟ Α.Π.Ε.

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΣΗΑΠΕ ΕΠΙ ΤΟΥ ΥΠΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟΥ ΕΣΕΚ
    (ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2019)

    Α] Γενική τοποθέτηση

    Το αναμορφωμένο ΕΣΕΚ θέτει πολύ φιλόδοξους στόχους για την επόμενη δεκαετία, τόσο σε σχέση με την απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού ισοζυγίου, όσο και με την εξοικονόμηση ενέργειας και τις ΑΠΕ. Στην ουσία, το ΕΣΕΚ προδιαγράφει μία προσδοκώμενη επενδυτική «αναγέννηση» ύψους 44 δις € την περίοδο 2020-2030, ιδιαίτερα δε στους κρίσιμους για την εθνική μας οικονομία και την εγχώρια απασχόληση τομείς α) των ΑΠΕ, β) των ηλεκτρικών δικτύων και γ) της αποθήκευσης ενέργειας, τομείς οι οποίοι συναπαρτίζουν το 43% του συνόλου των σχεδιαζόμενων επενδύσεων του ΕΣΕΚ μέχρι το 2030. «Σπονδυλική στήλη» της επενδυτικής αυτής αναγέννησης θα αποτελέσει αναμφίβολα η υλοποίηση έργων μεγάλης κλίμακας στους ως άνω τομείς, δηλαδή:

    • Στην ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, κυρίως με μεγάλα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα που διαθέτουν, συνήθως, τη δική τους διασύνδεση. Ιδιαίτερη κατηγορία έργων στα οποία πρέπει να δοθεί σημαντική έμφαση την ερχόμενη δεκαετία αποτελούν τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, σταθερής βάσης και πλωτά.

    • Στις υποδομές του ηλεκτρικού μας συστήματος, και συγκεκριμένα στην αναβάθμιση/επέκταση των δικτύων μεταφοράς και διανομής, στις διασυνδέσεις των νησιών και στις διεθνείς διασυνδέσεις.

    • Σε κεντρικούς σταθμούς αποθήκευσης.

    Όμως τα παραπάνω έργα απαιτούν μεγάλες και εμπροσθοβαρείς κεφαλαιουχικές επενδύσεις, με εκτεταμένη περίοδο σχεδιασμού, χρηματοδοτικής ωρίμανσης, αδειοδότησης και κατασκευής, συνήθως της τάξης των 4-5 ετών, ή και περισσότερο. Προαπαιτούμενο της επιτυχούς υλοποίησης τέτοιων μεγάλων ενεργειακών έργων είναι η ύπαρξη ενός στοχευμένου, συγκροτημένου, ξεκάθαρου και φιλοεπενδυτικού ρυθμιστικού πλαισίου, ιδίως όσον αφορά την αδειοδότηση, τη χωροταξική κατανομή, τη χρηματοδότηση και την τιμολόγηση της παραγωγής των έργων αυτών.

    Το ως άνω εξειδικευμένο ρυθμιστικό πλαίσιο δεν υπάρχει σήμερα, και αυτό -εν πολλοίς- ως αποτέλεσμα της έλλειψης επενδυτικού οράματος από την Πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς της, ιδιαίτερα κατά την τελευταία πενταετία. Χωρίς το εξειδικευμένο αυτό πλαίσιο, και μάλιστα χθες-όχι αύριο, τέτοια μεγάλα έργα δεν μπορούν να προχωρήσουν, να «απογειωθούν», ούτε πολύ περισσότερο να συμβάλλουν στους φιλόδοξους στόχους του ΕΣΕΚ, ιδιαίτερα δε σε αυτούς που αφορούν το πολύ κοντινό μας 2025, όπως για παράδειγμα τα 5000 νέα MW αιολικών, φωτοβολταϊκών και αντλησιοταμίευσης, που προβλέπει το αναμορφωμένο ΕΣΕΚ να εγκατασταθούν και να λειτουργήσουν μέχρι και το 2025.

    Είναι απαραίτητο, επομένως, να αναληφθούν, άμεσα και συγκροτημένα, από την Πολιτεία οι αναγκαίες νομοθετικές πρωτοβουλίες, ώστε το εν λόγω ρυθμιστικό πλαίσιο να θεσμοθετηθεί και να είναι έτοιμο προς εφαρμογή μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2020. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει, εκτός από τις γενικές ρυθμίσεις, να υπάρξουν ad hoc εξατομικευμένες ρυθμίσεις, με συγκεκριμένα κριτήρια και κίνητρα για τις ως άνω μεγάλες ενεργειακές επενδύσεις, έτσι ώστε αυτές να «τρέξουν» γρήγορα. Οι συγκεκριμένες αυτές, ad hoc ρυθμίσεις μπορούν, στη συνέχεια, να ενσωματωθούν οριζόντια στο βελτιωμένο θεσμικό πλαίσιο.
    Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα υπάρχει ρεαλιστική πιθανότητα να επιτευχθούν οι ενδιάμεσοι στόχοι του ΕΣΕΚ για νέες επενδύσεις ως το 2025, αλλά και να μπορέσουν να λειτουργήσουν αποδοτικά, και να μη συνεχίσουν να «λιάζονται» αδρανείς, υφιστάμενες συναφείς επενδύσεις, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει με τα αντλησιοταμιευτικά της ΔΕΗ στο Θησαυρό και τη Σφηκιά, αλλά και το πολύπαθο υδροηλεκτρικό της Μεσοχώρας.

    Στη διάσταση της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού, πρέπει να τονιστεί και η ανάγκη υλοποίησης, με άμεση προτεραιότητα, των έργων που έχουν χαρακτηριστεί ως Έργα Κοινού (Ευρωπαϊκού) Ενδιαφέροντος (PCI) και αναφέρονται ρητά και στο ΕΣΕΚ. Τα έργα αυτά έχουν αναγνωριστεί και στο πλαίσιο προώθησης των Κοινοτικών και εθνικών ενεργειακών πολιτικών, ως έργα υποδομών που ενισχύουν την περιφερειακή ασφάλεια και διακίνηση της ενέργειας. Επομένως η Πολιτεία θα πρέπει να θεσπίσει άμεσα τις επιμέρους αποφάσεις για την ένταξη των έργων αυτών στην εγχώρια αγορά, καθώς και την εύλογη και βιώσιμη αποζημίωσή τους. Τα έργα αυτά είναι το αντλησιοταμιευτικό της Αμφιλοχίας και η υπόγεια αποθήκη της Καβάλας.

    Β] Επιμέρους παρατηρήσεις

    1) Ολόκληρο το οικοδόμημα του αναμορφωμένου ΕΣΕΚ, όπως άλλωστε και του προηγούμενου Εθνικού Σχεδίου (Φεβρουάριος 2019), στηρίζεται ουσιαστικά στην εξοικονόμηση ενέργειας και στους ιδιαίτερα αυξημένους ποσοτικούς στόχους που υιοθετούνται γι’ αυτήν στο χρονικό ορίζοντα του 2030. Μακροσκοπικά, στοχοθετείται η μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στη χώρα κατά 38,5% το 2030, σε σχέση με όσα προβλέπονταν (για το 2030) το έτος βάσης 2007.

    Πιο συγκεκριμένα, τίθεται ποσοτικός στόχος για τη μεν ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση το 2030 να είναι μικρότερη αυτής του 2020 κατά 7% (από 23853 ktoe to 2020 σε 22190 ktoe το 2030, σελ. 233 του αναμορφωμένου ΕΣΕΚ), για δε την τελική κατανάλωση ενέργειας το 2030 να είναι στο ίδιο επίπεδο με αυτό του 2020 (από 17336 ktoe το 2020 σε 17384 ktoe το 2030, σελ. 234). Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι και η προβλεπόμενη μείωση της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης ηλεκτρισμού στη χώρα μας, από 533 ktoe το 2020 σε μόλις 394 ktoe το 2030, δηλ. μείωση της τάξης του 26%, και μάλιστα παρά την αναμενόμενη αισθητή ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας μέσα στην επόμενη δεκαετία (αύξηση του ΑΕΠ κατά 22% την περίοδο 2020-2030, σελ.227).

    2) Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μια πραγματική «επανάσταση» στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας στη χώρα μας, σε σχέση με τη σημερινή στάσιμη κατάσταση, αφενός με την ταχύρρυθμη και γενικευμένη εισαγωγή νέων καινοτόμων τεχνολογιών και εξοπλισμού, αφετέρου με τη χορήγηση γενναίων οικονομικών κινήτρων σε βάθος δεκαετίας, και μάλιστα υπό συνθήκες σημαντικής στενότητας διαθέσιμων (εθνικών) πόρων.

    Τα επιδιωκόμενα μεγέθη εξοικονόμησης είναι πολύ μεγάλα και ιστορικά χωρίς προηγούμενο στη χώρα μας, και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι εφόσον δεν επιτευχθεί ο πολύ φιλόδοξος στόχος για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά 38,5% (σε σχέση με όσα προβλέπονταν το 2007), τότε η άσκηση του ΕΣΕΚ δεν “βγαίνει”. Επίδοση τυχόν χαμηλότερη του 38,5%, μεταφράζεται σε μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας, άρα σε ανάγκη για ακόμη για μεγαλύτερη παραγωγή ενέργειας, που με τη σειρά της σημαίνει περισσότερες επενδύσεις σε ΑΠΕ, φυσικό αέριο και άλλες τεχνολογίες. Το κρίσιμο όμως ερώτημα είναι αν υπάρχουν οι υποδομές για κάτι τέτοιο, όταν ήδη οι τεθέντες στόχοι θεωρούνται φιλόδοξοι, και η απάντηση είναι προφανώς αρνητική.

    3) Ουσιαστικό (και δυσεπίλυτο) ζητούμενο είναι όλες οι επιμέρους τομεακές πολιτικές, και κυρίως στις μεταφορές και τα κτίρια, να προσαρμοστούν ανάλογα, προκειμένου να “κουμπώσουν” με τον ως άνω, ιδιαίτερα φιλόδοξο, εθνικό στόχο μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας. Για παράδειγμα, στον κτιριακό τομέα αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2030 θα πρέπει να έχουν αναβαθμιστεί ενεργειακά περίπου 600.000 κατοικίες, δηλ. 60.000 κατοικίες το χρόνο.

    Σημαίνει, επίσης, ότι έως το 2030 η διείσδυση της ηλεκτροκίνησης θα πρέπει να αυξάνεται κατακόρυφα κάθε χρόνο, ώστε στο τέλος της επόμενης δεκαετίας να ταξινομηθούν τουλάχιστον 82.000 νέα ηλεκτρικά οχήματα το έτος 2030, έναντι μόλις 315 πέρυσι. Τόσο ο τομεακός στόχος για ενεργειακή αναβάθμιση του 15% όλων των κατοικιών μέχρι το 2030 (600.000 κατοικίες ή 60.000 κατοικίες το χρόνο), όσο και ο αντίστοιχος στόχος για συνολικά 280.000 – 340.000 ηλεκτρικά οχήματα μέχρι και το 2030 (Πίνακας 15, σελ. 125), από 800 που είναι σήμερα, εμφανίζονται ως μη ρεαλιστικοί.

    Για τον τελευταίο αυτό στόχο των ηλεκτρικών οχημάτων αξίζει να σημειωθεί ότι η μεν Eurelectric εκτιμά τον αριθμό τους το 2030 στην Ελλάδα σε περίπου 23.000, ενώ το εν ισχύ «Εθνικό Πλαίσιο Πολιτικής για την ανάπτυξη της αγοράς Υποδομών Εναλλακτικών Καυσίμων στον τομέα των Μεταφορών και την υλοποίηση των σχετικών υποδομών» (ΦΕΚ Β’ 3824/31.10.2017), το οποίο βασίστηκε σε εξειδικευμένες συναφείς μελέτες του ΚΑΠΕ και άλλων φορέων, εκτιμά, «σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο», ότι το 2030 θα κυκλοφορούν στην Ελλάδα 15.000 ηλεκτρικά οχήματα (Πίνακας 2.1, σελ. 46498 & 46500 του ΦΕΚ).

    4) Το εθνικό ενεργειακό ισοζύγιο, αν και σαφώς βελτιωμένο το 2030 σε σχέση με το 2020, παραμένει και το έτος αυτό (2030) ισχυρότατα εξαρτημένο από τις εισαγωγές (78,4% της Ακαθάριστης Εγχώριας Κατανάλωσης Ενέργειας, από 83,8% το 2020), αλλά και από τα ορυκτά καύσιμα (67,3% της Ακαθάριστης Εγχώριας Κατανάλωσης Ενέργειας το 2030, από 82,6% το 2020).

    Η δυσμενής αυτή, για την εθνική οικονομία και απασχόληση, υστέρηση οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής συνδυάζεται στο αναμορφωμένο ΕΣΕΚ με ανάληψη του σχετικού μεριδίου πρωτίστως από το φυσικό αέριο (Διάγραμμα 4, σελ. 40 του ΕΣΕΚ). Όμως, μια πιο επιθετική (από αυτήν που προδιαγράφει το αναμορφωμένο ΕΣΕΚ) πολιτική υπέρ των ΑΠΕ και της αποθήκευσης θα επέφερε σαφώς πιο θετικά αποτελέσματα στο ενεργειακό ισοζύγιο.

    5) Η προαναφερθείσα, υπερβολικά αισιόδοξη στοχοθεσία του αναμορφωμένου ΕΣΕΚ για την εξοικονόμηση ενέργειας, τόσο σε επίπεδο χώρας, όσο και σε βασικούς τομείς δραστηριότητας, στηρίζει αποφασιστικά (με «ελάφρυνση» του παρονομαστή, δηλαδή της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης το 2030) και τον αυξημένο στόχο για διείσδυση 35% ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση, για την επίτευξη του οποίου απαιτούνται «μόνο» 9.000 νέα ΜW έργων ΑΠΕ (στη συντριπτική τους πλειοψηφία αιολικά και φωτοβολταικά).

    Με αυτή την -εν πολλοίς λογιστική- προσέγγιση, το ΕΣΕΚ προβλέπει ότι η εγκατεστημένη ηλεκτροπαραγωγική ισχύς αιολικών και φωτοβολταϊκών έργων, από 5.900 MW που είναι σήμερα θα φθάσει τα 10.500 MW το 2025 και τα 14.700 MW το 2030 (σελ. 252). Δηλαδή, για μια 11ετία, η ισχύς αυτή (Α/Π + Φ/Β) θα αυξάνει με μέσο όρο 800 MW το χρόνο (σελ. 255 του ΕΣΕΚ). Η πρόβλεψη αυτή του αναμορφωμένου ΕΣΕΚ για τη νέα ισχύ ΑΠΕ προϋποθέτει τον υπερτριπλασιασμό του ρυθμού εγκατάστασης και λειτουργίας νέων έργων, καθώς τα τελευταία χρόνια η ένταξη νέων ΑΠΕ, γίνεται με ρυθμούς της τάξης των 200-250 MW, και πρακτικά μόνο με αιολικά.

    Πάντως, ειδικά για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, ένα τομέα με υψηλότατο αιολικό δυναμικό στη χώρα μας και με μεγάλη εγχώρια προστιθέμενη αξία έργων (όπως άλλωστε και τα υβριδικά και η αντλησιοταμίευση), η ενδεικτική ισχύς των 250 MW που αναφέρεται στο ΕΣΕΚ για το 2030 είναι εντελώς απογοητευτική αλλά και αντιαναπτυξιακή, αφού κανένας επενδυτής δεν θα θελήσει να σχεδιάσει και να υλοποιήσει πρόγραμμα ανάπτυξης θαλάσσιων αιολικών στην Ελλάδα για τέτοια ασήμαντα μεγέθη. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι, στο πολύ πρόσφατο διεθνές συνέδριο της Wind Europe στην Κοπεγχάγη (Νοέμβριος 2019) για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, αναλύθηκαν και τεκμηριώθηκαν οι συναφείς στόχοι για το 2050 (συνολικά 450 GW παγκοσμίως), με επιμέρους στόχο για τη Μεσόγειο τα 70 GW.

    6) Η θεαματική αύξηση του ρυθμού εγκατάστασης νέων έργων ΑΠΕ (πλην θαλάσσιων αιολικών) που προβλέπει το ΕΣΕΚ δεν στηρίζεται σε κάποια ρεαλιστική βάση, καθώς κρίσιμες θεσμοθετημένες (ή δρομολογημένες) πρόνοιες στήριξης των επενδύσεων ΑΠΕ, εξακολουθούν μέχρι σήμερα να υποβαθμίζονται ή να ανατρέπονται με ταχείς ρυθμούς, δυσχεραίνοντας αντί να διευκολύνουν και, σε πολλές περιπτώσεις, ακυρώνοντας στην πράξη την ανάπτυξη, εγκατάσταση και λειτουργία νέων έργων. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρονται τα σοβαρά -και εν πολλοίς εντεινόμενα- εμπόδια, όπως:

    • Ο «μη αναμορφωμένος» λαβύρινθος των αδειοδοτικών διαδικασιών έργων ΑΠΕ

    • Η συνεχιζόμενη «αταξία» του χωροταξικού πλαισίου των ΑΠΕ (αναμόρφωση, στο ασαφές μέλλον, του ΕΧΠ-ΑΠΕ, συνεχιζόμενες ασυμβατότητες και αυθαίρετοι μαξιμαλισμοί των νέων ΠΧΠ, μεγάλο πλήθος υπό εκπόνηση, κατά τελείως ασυντόνιστο τρόπο με τις εθνικές και τομεακές πολιτικές, Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ) για τις περιοχές Natura της χώρας, κ.α.),

    • Οι παραμένουσες μεγάλες καθυστερήσεις στην αναβάθμιση/επέκταση των ηλεκτρικών δικτύων και διασυνδέσεων

    • Οι συνεχιζόμενες αβεβαιότητες της ενεργού συμμετοχής των ΑΠΕ στην αγορά (Target Model)

    • Η απουσία στο κείμενο του ΕΣΕΚ αναφοράς στο πλαίσιο, το χρονοδιάγραμμα και τον όγκο των διαγωνισμών έργων ΑΠΕ από το 2020 και μετά. Ειδικά για το 2020, σημειώνεται ότι θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά ο όγκος της δημοπρατούμενης ισχύος, τόσο στους ειδικούς διαγωνισμούς των αιολικών όσο και στους κοινούς διαγωνισμούς

    • Η επισφαλής, και πάλι, «υγεία» του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, ιδίως μετά την πρόωρη κατάργηση ζωτικών του πόρων, όπως η χρέωση προμηθευτών και το λιγνιτικό τέλος, αλλά και η αναδρομική μείωση του ΕΤΜΕΑΡ, κλπ.

    • Η απουσία ευέλικτου και αποτελεσματικού θεσμικού πλαισίου για την ομαλή μετάβαση των έργων ΑΠΕ που λήγει η εικοσαετής περίοδος λειτουργίας τους , σε καθεστώς ανανέωσης της Άδειας Λειτουργίας ή σε καθεστώς repowering

    • Η αντίστοιχη απουσία πλαισίου για την προσαρμογή της αγοράς ενέργειας με προϊόντα κατάλληλα για ΑΠΕ, όπως τα Corporate PPAs.

    Συνεπώς, για να έχει κάποιο νόημα να μιλάμε για ανάπτυξη νέων έργων ΑΠΕ σε ευρεία κλίμακα στην Ελλάδα, θα πρέπει, πρώτα απ’ όλα, τα υποστηρικτικά μέτρα που σκιαγραφεί, σε γενικές γραμμές, το ΕΣΕΚ να προσδιοριστούν με πολύ μεγαλύτερη σαφήνεια, να ιεραρχηθούν ως προς τη σημασία και την αλληλουχία τους και να καθοριστεί ο χρονικός ορίζοντας υλοποίησής τους, καθώς και οι (συγκεκριμένες και επαρκείς) πηγές χρηματοδότησής τους.

    7) Πρέπει στο σημείο αυτό να επισημανθεί το γεγονός ότι σημαντικό παράγοντα επιτυχίας μιας σύγχρονης ενεργειακής πολιτικής αποτελεί η αποδοχή της κοινής γνώμης και η αποφυγή αντιδράσεων από τοπικούς φορείς που δεν εδράζονται σε ουσιαστική επιχειρηματολογία. Στο ΕΣΕΚ θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να προσδιοριστούν και να εξειδικευθούν μέτρα και δράσεις της Πολιτείας προς την κατεύθυνση αυτή, και ιδιαίτερα ως προς τις ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας.
    Με δεδομένη τη σχετική εμπειρία από παρόμοιες αδυναμίες και παραλείψεις των προηγούμενων πλαισίων Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού (άδικη δυσφήμιση των ΑΠΕ, «μπλοκάρισμα» αδειοδοτικών διαδικασιών έργων, μη ελεγχόμενη ανάπτυξη Φ/Β, δυσκολία προσέγγισης των στόχων ΑΠΕ για το 2020, ουσιαστική αποτυχία ενεργειακής αναβάθμισης κτιριακών υποδομών, κλπ.) για την περίοδο 2010 – 2020, επιβάλλεται η προσθήκη στο αναμορφωμένο ΕΣΕΚ σχετικών εύστοχων και αποτελεσματικών μέτρων και δράσεων.

    8) Επίσης, στο ΕΣΕΚ πρέπει να καθοριστούν συγκεκριμένοι μηχανισμοί παρακολούθησης και ελέγχου της προόδου επίτευξης των στόχων του 2030 σε ετήσια βάση. Ιδιαίτερα ως προς τις ΑΠΕ, πρέπει να προσδιοριστούν οι διορθωτικοί μηχανισμοί και παρεμβάσεις για την επίτευξή τους σε περίπτωση απόκλισης, όπως άλλωστε προδιαγράφεται και στο νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό για την Ενεργειακή Διακυβέρνηση. Γενικότερα, σε όλο το κείμενο του ΕΣΕΚ, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν επαρκώς τα μέτρα και οι πολιτικές, με συγκεκριμένη τοποθέτηση των χρονικών ορίων/ορόσημων.

    9) Οι φιλόδοξοι εθνικοί στόχοι για τις ΑΠΕ το 2030 (δηλ. 35% διείσδυση των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας και 64% ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρισμού), και η εξ αυτών προκύπτουσα ένταξη μεγάλης νέας ισχύος ΑΠΕ, απαιτούν την πλήρη αλλαγή της δομής και του τρόπου λειτουργίας των ηλεκτρικών δικτύων της χώρας, η οποία, για να επιτευχθεί, πρέπει να έχουν προηγηθεί:

    α) Οι μελέτες και αναθέσεις έργων αναβάθμισης του δικτύου μεταφοράς στην ηπειρωτική χώρα, ειδικά όταν τα χρονοδιαγράμματα αδειοδότησης και υλοποίησης των έργων αυτών (π.χ. Γ.Μ. 400kV Πελοποννήσου) διαφέρουν, και συχνά έχουν σημαντικές καθυστερήσεις, λόγω και περισσότερων τοπικών αντιδράσεων, σε σχέση με τα αντίστοιχα χρονοδιαγράμματα των υποβρύχιων διασυνδέσεων.

    β) Οι μελέτες και η οριοθέτηση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την αποθήκευση (την οποία -και σωστά- αναφέρει/συσχετίζει το αναμορφωμένο ΕΣΕΚ με την ευελιξία του Συστήματος), έτσι ώστε να δρομολογηθεί άμεσα η υλοποίηση σχετικών έργων χαρακτηρισμένων και ως Έργα Κοινού (Κοινοτικού) Ενδιαφέροντος (PCI).

    γ) Η ενίσχυση των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας, πέραν της κατασκευής της 2ης Γ.Μ. 400kV που έχει προγραμματιστεί με τη Βουλγαρία (2023), με προώθηση και ολοκλήρωση των σχετικών συζητήσεων για νέες Γ.Μ. 400kV με Αλβανία, ΠΓΔΜ και Ιταλία πιθανότατα.

    10) Συνεπώς, πρέπει να διαμορφωθούν άμεσα οι κατάλληλες εκείνες συνθήκες, από άποψη δικτύων τουλάχιστον, που θα επιτρέψουν την ένταξη των 9000+ MW νέων έργων ΑΠΕ που προβλέπει το ΕΣΕΚ μέχρι το 2030, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι η πλειοψηφία τους θα προέλθει από την κεντρική και νότια ηπειρωτική χώρα και από το νότιο Αιγαίο (Κρήτη και θαλάσσια πάρκα). Όσον αφορά ειδικότερα τις διεθνείς διασυνδέσεις της χώρας, το ΕΣΕΚ θα πρέπει να περιγράψει ένα συγκροτημένο και ρεαλιστικό Σχέδιο Δράσης για να εξέλθει η χώρα από τη σχετική ηλεκτρική της απομόνωση το αργότερο μέχρι το 2030.

    Το Σχέδιο αυτό αφενός θα ενσωματώνει ένα γενικό σχεδιασμό για τους βασικούς δρόμους διασύνδεσης και έργων, στα σύνορά μας και στην περιοχή των Βαλκανίων, που θα επιτρέψουν να καταστεί η χώρα μας εξαγωγός πράσινης ενέργειας, αφετέρου θα καθορίζει ένα συνεκτικό κατάλογο και αλληλουχία ενεργειών, που θα εμπεριέχουν τη διαρκή διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαϊκούς θεσμικούς φορείς, για την εξυπηρέτηση, προώθηση και ταχύρρυθμη υλοποίησή του.

    11) Στο αναμορφωμένο ΕΣΕΚ, που στηρίζεται σε επικαιροποιημένη ανάλυση επάρκειας/ευστάθειας του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας, προκύπτει η ανάγκη για κατασκευή και λειτουργία 700 νέων MW κεντρικών συστημάτων αποθήκευσης, και συγκεκριμένα αντλησιοταμιευτικών, μέχρι το 2025 – πέραν των ήδη κατασκευασμένων αντλησιοταμιευτικών της ΔΕΗ στη Σφηκιά και το Θησαυρό (σελ. 252).

    Προβληματισμό, όμως, προκαλεί το γεγονός ότι ο συντελεστής χρησιμοποίησης της αποθηκευτικής αυτής ισχύος, ακόμα και το 2030, είναι πολύ περιορισμένος, κάτω του 10% (Διάγραμμα 33, σελ. 257 του ΕΣΕΚ: ~1250 GWh/yr/0.7 GW = 833 hr/yr, ή 9.5%), σε αντίθεση με τα αποτελέσματα προηγούμενων έγκυρων σχετικών μελετών (ΕΜΠ, κλπ.), και παρά το γεγονός ότι η ένταξη νέας ισχύος μεταβλητών ΑΠΕ (αιολικών και φωτοβολταϊκών) είναι αισθητά αυξημένη στο αναμορφωμένο ΕΣΕΚ.

    Αυτό, όμως, θέτει θέμα βιωσιμότητας των αναγκαίων, κατά το ΕΣΕΚ, έργων κεντρικής αποθήκευσης υπό συνθήκες αγορών Target Model, αφού οι αγορές αυτές, ακόμα και όταν λειτουργήσουν τελικά στη χώρα μας και αποκτήσουν επαρκή ρευστότητα , μπορούν να προσπορίσουν έσοδα για μέρος μόνο των πολλαπλών υποστηρικτικών υπηρεσιών που προσφέρει η αποθήκευση στο εθνικό ηλεκτρικό σύστημα: χρονική μετατόπιση ηλεκτρικής ενέργειας/αιχμών της ζήτησης (arbitrage), εξισορρόπηση φορτίου, ευελιξία, ρύθμιση τάσης και συχνότητας, στρεφόμενη εφεδρεία, αποτροπή περικοπών παραγωγής ΑΠΕ, κ.α.

    Ως εκ τούτου, η υλοποίηση της αναγκαίας κατά το ΕΣΕΚ νέας αποθηκευτικής ισχύος για το 2025, αλλά και η αποδοτική, επιτέλους, λειτουργία της ήδη υπάρχουσας ισχύος (ΔΕΗ), είναι από αμφίβολη έως ανέφικτη, εάν δεν αναληφθούν άμεσα οι ενέργειες και θεσμικές δράσεις που αναλύθηκαν στην ενότητα της «Γενικής τοποθέτησης» του παρόντος υπομνήματος. Και, κυρίως, αν δεν διαμορφωθεί άμεσα ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο τιμολογιακό πλαίσιο, το οποίο θα αποτιμά και θα καλύπτει, με εύλογο και βιώσιμο τρόπο, το σύνολο των ως άνω υποστηρικτικών υπηρεσιών που προσφέρει η αποθήκευση στο ηλεκτρικό σύστημα.

    12) Το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης που αναφέρει το αναμορφωμένο ΕΣΕΚ είναι πολύ ασαφές ως προς τη σύνθεση και τα χρονοδιαγράμματα των συγκεκριμένων μονάδων που πρόκειται να αποσυρθούν. Πέραν του γνωστού χρονικού ορόσημου που εξαγγέλθηκε πρόσφατα, για πλήρη απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού μας ισοζυγίου το 2028, τα μόνα άλλα μεγέθη που παρουσιάζονται στο ΕΣΕΚ είναι τα 1000 λιγνιτικά MW που θα αποσυρθούν μέχρι και το 2022, και τα επιπλέον 2200 λιγνιτικά MW που θα αποσυρθούν μέχρι και το 2025.

    Είναι φανερό ότι τα νούμερα αυτά είναι προσεγγιστικά, περισσότερο ως δήλωση πολιτικής βούλησης, παρά ως συγκεκριμένο πρόγραμμα απόσυρσης μονάδων. Για παράδειγμα, τα προς απόσυρση 1000 MW μέχρι και το 2022, σε τι αντιστοιχούν ; Στις -κατά παράβαση κάθε Ευρωπαϊκής νομοθεσίας λειτουργούσες- μονάδες του Αμύνταιου (2×273=546 MW) και της «μισής» Καρδιάς (2×270 + 2×280=1164 MW);

    13) Το ίδιο γενικό σχόλιο ισχύει και για την αναφορά του ΕΣΕΚ στη νέα ισχύ μονάδων φυσικού αερίου συνδυασμένου κύκλου που προβλέπεται να ενταχθεί στο Σύστημα μέχρι το 2025: 800 νέα MW τη διετία 2021-2022, και επιπλέον 900 MW την τριετία 2023-2025.

    Αξιοσημείωτο, πάντως, είναι και το γεγονός ότι, σύμφωνα με ανεξάρτητες προσομοιώσεις λειτουργίας του (πλήρως απολιγνιτοποιημένου) ενεργειακού συστήματος το έτος 2030, με τη σύνθεση της ηλεκτροπαραγωγής που προβλέπει για το έτος αυτό το ΕΣΕΚ (7000 MW ΦΑ, 3700 MW υδροηλεκτρικών, 7000 MW αιολικών και 7700 MW φωτοβολταϊκών), μπορεί να υφίσταται έλλειμα ισχύος της τάξης των 1000 MW, ιδίως για την κάλυψη της αιχμής των μηνών μεγίστου, δηλ. Ιανουαρίου και Ιουλίου. Το πιθανό αυτό έλλειμμα καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη ενεργότερης και ποσοτικά πιο διευρυμένης διείσδυσης του διπόλου ΑΠΕ-κεντρικής αποθήκευσης.

    14) Για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής αλλαγής, πέραν της κατάρτισης ενός σαφούς προγράμματος απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το έτος 2028, και της υποκατάστασης της παραγωγής τους κυρίως με ΑΠΕ/αποθήκευση και, μεταβατικά, με φυσικό αέριο, είναι απαραίτητη και η εναρμόνιση της χώρας μας με τους ποσοτικούς στόχους που τίθενται στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας 2016/2284/ΕΚ, σχετικά με τις εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων, πέραν αυτών του διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει, λοιπόν, να δοθεί στην άμεση υποκατάσταση παλαιών λιγνιτικών σταθμών στο διασυνδεδεμένο σύστημα και πετρελαϊκών μονάδων που λειτουργούν στα ΜΔΝ κατά παράβαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

    Η επιτάχυνση θέσπισης ενός επικαιροποιημένου και ρεαλιστικού πλαισίου για τα υβριδικά στα ΜΔΝ, που να ενσωματώνει και την ενδεχόμενη (μετά από διασύνδεση) λειτουργία τους στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα, καθώς και η θέσπιση, έστω και πολύ καθυστερημένα, ενός συνεκτικού θεσμικού και τιμολογιακού πλαισίου για την κεντρική αποθήκευση στο Σύστημα, θα συμβάλει αποφασιστικά προς την κατεύθυνση αυτή.

    15) Στο ΕΣΕΚ προβλέπεται σημαντική αλλά οπισθοβαρής αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος σταθμών που αξιοποιούν ενεργειακά βιομάζα και βιοαέριο. Όμως, οι συγκεκριμένοι σταθμοί παρ’ όλον ότι δεν συνεισφέρουν σημαντικά στην επίτευξη των ποσοτικών στόχων του ΕΣΕΚ για τις ΑΠΕ, εν τούτοις αποτελούν μονάδες βάσης που στηρίζουν τοπικά την ευστάθεια του ηλεκτρικού συστήματος, έχουν εγχώρια προστιθέμενη αξία, προσφέρουν μόνιμες θέσεις εργασίας και επιτρέπουν την ασφαλή διαχείριση αγροτικών και κτηνοτροφικών αποβλήτων αλλά και του βιοαποδομήσιμου κλάσματος των Αστικών Στερεών Αποβλήτων – ΑΣΑ που σήμερα απορρίπτονται είτε οργανωμένα (ΧΥΤΑ) είτε ανεξέλεγκτα στα εδάφη και τους υδάτινους αποδέκτες. Για τους λόγους αυτούς είναι σκόπιμο να προβλεφθεί και να στηριχθεί με κατάλληλα μέτρα η ταχύτερη / εμπροσθοβαρής ανάπτυξή τους.

    Περαιτέρω, η νέα ευρωπαϊκή στρατηγική της διαχείρισης απορριμμάτων και αποβλήτων, ειδικότερα των Αστικών Σύμμεικτων Απορριμμάτων (ΑΣΑ) και των Αποβλήτων Συσκευασιών (ΑπΣυσ), επιτάσσει υψηλούς στόχους ανακύκλωσης-ανάκτησης υλικών και ενέργειας των ΑΣΑ και των ειδικών ρευμάτων στα ΑπΣυσ (χαρτί, πλαστικό, γυαλί, μέταλλα, κλπ.) για το έτος 2035. Για την επίτευξη των στόχων αυτών, σε συνδυασμό και με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες για μεγιστοποίηση της εκτροπής των στερεών αποβλήτων από τους ΧΥΤΑ, καθίσταται επιτακτική η παραγωγή καυσίμου από την επεξεργασία των υπολειμματικών (μετά δηλ. τις πρόδρομες δράσεις ανακύκλωσης στην πηγή) ΑΣΑ και ΑπΣυσ καθώς και η υλοποίηση έργων ενεργειακής αξιοποίησης των δευτερογενών αυτών καυσίμων. Είναι σκόπιμο επομένως στα πλαίσια του ΕΣΕΚ να ενθαρρυνθεί και στηριχθεί με ειδικά μέτρα η διαχειριστική αυτή πρακτική, δηλαδή η παραγωγή ενέργειας από δευτερογενή καύσιμα (Refuse Derived Fuel-RDF), και να τεθούν συγκεκριμένοι, ξεχωριστοί σχετικοί στόχοι.

    16) Τέλος, παρατίθενται ορισμένες επισημάνσεις κομβικής σημασίας για τη μελλοντική διάρθρωση και λειτουργία της εγχώριας ενεργειακής αγοράς, στο χρονικό ορίζοντα του ΕΣΕΚ:

    • Η προγραμματισμένη έναρξη της λειτουργίας των εγχώριων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σε εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές Οδηγίες και Κανονισμούς (Target Model) θα επιτρέψει την ουσιαστική συμμετοχή των ΑΠΕ στις αγορές αυτές και θα οδηγήσει στην επίτευξη του στόχου του ΕΣΕΚ για σταδιακή αποδέσμευση από την ανάγκη λειτουργικής τους ενίσχυσης. Όμως, η επιτυχία του εν λόγω εγχειρήματος βασίζεται κυρίως στο σωστό σχεδιασμό των εν λόγω αγορών, που θα εξασφαλίζει τη ρευστότητα και την ανάδειξη της εύλογης αξίας του αγαθού της ενέργειας, παρέχοντας αξιόπιστα επενδυτικά σήματα.
    Κάθε παραγωγός, από τη συμμετοχή του στις αγορές, πρέπει να διασφαλίζει κατ’ ελάχιστον την κάλυψη του μεταβλητού κόστους λειτουργίας του. Ο σχεδιασμός των νέων αγορών πρέπει να ενσωματώσει ισχυρούς μηχανισμούς παρακολούθησης, με άμεση επιβολή ποινών σε περίπτωση διαπίστωσης συμπεριφορών χειραγώγησης της αγοράς. Τυχόν καταχρηστικές πρακτικές που επιτρέπουν τη μείωση των τιμών των αγορών – με την υποβολή προσφορών που δεν καλύπτουν το λειτουργικό κόστος των μονάδων – πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά και να οδηγούν ακόμα και στην απαγόρευση συμμετοχής σε αυτές.

    • Παράλληλα, μία ακόμη ρυθμιστική παράμετρος που θα επηρεάσει άμεσα το προσδοκώμενο έσοδο της προ-ημερήσιας αγοράς είναι το ποσοστό με το οποίο θα επιτρέπεται σε δεσπόζοντα παίκτη να συμμετέχει με προτεραιότητα σε αυτήν, εκπληρώνοντας συμβόλαια φυσικής παράδοσης. Σε μία εποχή που ακόμα και η προτεραιότητα ένταξης των σταθμών ΑΠΕ τείνει να καταργηθεί, είναι ασυμβίβαστη η παροχή της δυνατότητας σε δεσπόζοντα παίκτη να καλύπτει τη ζήτηση με μη-ανταγωνιστικές μονάδες, οι οποίες παραμένουν στην αγορά λόγω της προτεραιότητας έγχυσης και συμπιέζουν «εικονικά» την τιμή της αγοράς, δημιουργώντας έτσι πρόβλημα υπο-αποζημίωσης στους λοιπούς παραγωγούς, και ιδιαίτερα στις ΑΠΕ.

    • Επιπλέον, απαραίτητη είναι και η άμεση δημιουργία του πλαισίου συμμετοχής της ζήτησης στις νέες αυτές αγορές, με πρωταρχικό ρόλο στην προώθηση της εγκατάστασης συστημάτων αποθήκευσης και ιδιαίτερα αντλησιοταμιευτικών, όπως αυτά της Αμφιλοχίας και του Αμαρίου. Οι νέες αγορές πρέπει να σχεδιαστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτρέπουν και στις μονάδες αποθήκευσης τη δυνατότητα να προσφέρουν και να αμείβονται για επικουρικές υπηρεσίες, όπως ο έλεγχος συχνότητας και τάσης, η ταχεία άνοδος/κάθοδος (ramping), η μετάθεση φορτίου (load shifting) και η κάλυψη αιχμών ζήτησης. Παράλληλα, θα πρέπει ο Διαχειριστής να δημιουργήσει επιπλέον προϊόντα:

    (α) για τη στήριξη του ηλεκτρικού συστήματος σε συνθήκες υψηλής διείσδυσης ΑΠΕ και την ελαχιστοποίηση των απορρίψεων της παραγωγής αυτών,

    (β) για τη διαχείριση της συμφόρησης των δικτύων,

    (γ) για τη βελτιστοποίηση της οικονομικότητας της αγοράς μέσω της ελαχιστοποίησης του πλήθους των εκκινήσεων των ευέλικτων μονάδων φυσικού αερίου,

    (δ) για νέες επικουρικές υπηρεσίες, όπως είναι η παροχή αέργου ισχύος για έλεγχο τάσης, η συνεισφορά στην αδράνεια του συστήματος, η συνεισφορά σε ρεύμα βραχυκύκλωσης και οι υπηρεσίες εκκίνησης-επαναφοράς από ολική διακοπή.

    Τέλος, θα πρέπει να οριστεί πλαίσιο επαναφοράς της στάθμης των ταμιευτήρων σε καθορισμένα για την ασφάλεια του συστήματος όρια, σε σταθερή χαμηλή τιμή που δεν μειώνει την ανταγωνιστικότητα της υποδομής.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:49 | Linda Keller

    Στη Γερμανία που μένω ο κόσμος εξεγείρονται για τις Ανεμογεννήτριες μιας και:
    Δεν μειωθηκε το CO2,
    Το τοπίο έχει καταστραφεί,
    Η τιμή του ρεύματος εχει εκτοξευθεί στα ύψη!

    Δημιουργούνται τεραστιο πρόβλημα.
    Απολύουν χιλιάδες άνθρωποι που δουλεύουν στον κλάδο.
    Δεν θέλουν κανείς πλέον τις ανεμογεννήτριες εδώ, ούτε οι πολίτες, ούτε οι επενδυτές.

    Απορώ γιατί η Ελλάδα επιλέγει Αιολικά και Φ/Β?
    Με ποια κριτήρια και ποιος το αποφάσισε αυτό?
    Είναι λάθος!
    Αν δεν κάνετε εξοικονόμηση ενέργειας πρώτα,
    θα χρειαστεί να βάλετε αιολικά και στην Ακρόπολη!

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:41 | NIKOLAS

    Στο δρόμο προς την αναπόφευκτη ηλεκτροκίνηση, η μόνη λύση που προσφέρει ΣΗΜΕΡΑ αξιόπιστη αυτοκίνηση με εμφανώς λιγότερους ρύπους είναι το φυσικό αέριο (CNG). Η δημιουργία περισσότερων πρατηρίων που να καλύπτουν γεωγραφικά το σύνολο της ελληνικής επικράτειας θα βοηθήσει την διάδοση του σημαντικού αυτού καυσίμου το οποίο, σημειωτέον, θα μπορεί να τροφοδοτηθεί και από την εγχώρια παραγωγή για πάρα πολλά χρόνια. Οι εξελίξεις στις μπαταρίες και την τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης θα γίνουν και χωρίς εμάς. Ας περιμένουμε καμιά δεκαρια χρόνια που το κόστος θα έχει μειωθεί σημαντικά και η ηλεκτροκίνηση θα είναι πραγματική εναλλακτίκη επιλογή.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:27 | Ζωή Πούλου

    Συμφωνώ απόλυτα με τις αντιρρήσεις σχετικά με την χωροθέτηση αιολικών πάρκων σε προστατευόμενες περιοχές και ειδικά με την Νίκη Καρδακάρη

    Το παρόν κείμενο πρέπει να αποσυρθεί, να επανέλθει αφού καταστεί συμβατό με τις πρόνοιες του πρόσφατα (11/12) δημοσιευθέντος EU Green Deal https://ec.europa.eu/info/publications/communication-european-green-deal_en
    και να τεθεί σε σύννομη διαβούλευση.Ενδεικτικά για τον τομέα της διατήρησης της βιοποικιλότητας το παρόν ΕΣΕΚ αγνοεί πλήρως τις κατευθύνσεις του Eu Green Deal, που δίνονται επιγραμματικά στο παρακάτω απόσπασμα:2.1.7. Preserving and restoring ecosystems and biodiversity-Ecosystems provide essential services such as food, fresh water and clean air, and shelter.
    -The Conference of the Parties to the Convention on Biological Diversity in Kunming, China, in October 2020 is an opportunity for the world to adopt a robust global framework to halt biodiversity loss.
    -The biodiversity strategy will identify specific measures to meet these objectives.
    -All EU policies should contribute to preserving and restoring Europe’s natural capital.
    -Forest ecosystems are under increasing pressure, as a result of climate change.
    -The EU’s forested area needs to improve, both in quality and quantity
    -The new EU forest strategy will have as its key objectives effective afforestation, and forest preservation and restoration in Europe
    -A sustainable ‘blue economy’ will have to play a central role in alleviating the multiple demands on the EU’s land resources and tackling climate change.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:02 | Μάκης Σεραφειμίδης

    Στο δρόμο προς την αναπόφευκτη ηλεκτροκίνηση, η μόνη λύση που προσφέρει ΣΗΜΕΡΑ αξιόπιστη αυτοκίνηση με εμφανώς λιγότερους ρύπους είναι το φυσικό αέριο (CNG). Η δημιουργία περισσότερων πρατηρίων που να καλύπτουν γεωγραφικά το σύνολο της ελληνικής επικράτειας θα βοηθήσει την διάδοση του σημαντικού αυτού καυσίμου το οποίο, σημειωτέον, θα μπορεί να τροφοδοτηθεί και από την εγχώρια παραγωγή για πάρα πολλά χρόνια. Οι εξελίξεις στις μπαταρίες και την τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης θα γίνουν και χωρίς εμάς. Ας περιμένουμε καμιά δεκαρια χρόνια που το κόστος θα έχει μειωθεί σημαντικά και η ηλεκτροκίνηση θα είναι πραγματική εναλλακτίκη επιλογή.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:07 | Σοφια

    Προστασία σε περιοχές natura και εθνικούς δρυμούς. Ενίσχυση του ηδη υπάρχοντος δικτύου φυσικού αερίου και δημιουργία υποδομών για δυνατότητες ενεργειακής αξιοποίησης των απορριμμάτων!

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:18 | Παναγιώτης Λατσούδης

    Εκ μέρους του Δ.Σ. της Ελληνικής ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ Εταιρείας γίνεται περαιτέρω σχολιασμός:

    Επί των εθνικών στόχων και επιδιώξεων για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

    1. Στο ΕΣΕΚ δεν διευκρινίζεται εάν ερευνήθηκαν εναλλακτικά σενάρια για τα ενεργειακά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν στον σχεδιασμό των εθνικών στόχων. Δεν φαίνεται να ελέγχθηκαν σενάρια με την ελάχιστη επίδραση στο φυσικό περιβάλλον. Αν και αναφέρεται ότι εκτιμήθηκαν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την υλοποίηση των μέτρων πολιτικής για την επίτευξη των εθνικών στόχων σε ποσοτικούς όρους, το προτεινόμενο ΕΣΕΚ στην πραγματικότητα δεν λαμβάνει υπόψη θεμελιώδεις περιβαλλοντικές και κοινωνικές παραμέτρους που σχετίζονται με τις σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εγκαταστάσεων ΑΣΠΗΕ-Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας σε αδόμητους χώρους αλλά και τις έντονες κοινωνικές αντιδράσεις που υπάρχουν για τον ίδιο λόγο σε όλη τη χώρα. Το προτεινόμενο ΕΣΕΚ αναφέρεται σε διπλασιασμό της εξέλιξης εγκατεστημένης ισχύος ΑΣΠΗΕ για ηλεκτροπαραγωγή έως το 2030 (Πίνακας 8, σελ. 49).
    2. Παρόλο που είναι γνωστό ότι τόσο το δομημένο περιβάλλον όσο και οι ενεργειακές απαιτήσεις των κτηριακών εγκαταστάσεων αυξάνονται σε όλο τον κόσμο, ενώ σαφώς αναγνωρίζεται ως καθαρά ανθρωπογενές περιβάλλον, στο προτεινόμενο ΕΣΕΚ δεν λαμβάνεται υπόψη ότι μονάχα εάν οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ προωθηθούν μέσα σε αυτό θα αποφευχθεί με ουσιαστικό τρόπο η υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος.
    3. Λαμβάνοντας υπόψη την ωριμότητα των τεχνολογιών για τον χρονικό ορίζοντα του συγκεκριμένου ΕΣΕΚ, οι ιδανικότερες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας που μπορούν να αξιοποιηθούν άμεσα μέσα στο δομημένο περιβάλλον (δηλαδή μέσα στις πόλεις, στις βιομηχανικές περιοχές και κάθε μορφής «σφραγισμένο» έδαφος) για να καλύψουν το συμβατικό ποσοστό από ΑΠΕ είναι η ηλιακή και το βιοαέριο. Η Ελλάδα μάλιστα έχει σαφές πλεονέκτημα εξαιτίας του υψηλού βαθμού ηλιοφάνειας. Παράλληλα, οι εφαρμογές εκμετάλλευσης μπορούν να πληρούν την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αειφορίας (Άρθρο 24, παράγραφος 1 του Συντάγματος της Ελλάδας), σε αντίθεση με τους ΑΣΠΗΕ.
    4. Συγκεκριμένα:
    -Οι εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης μπορούν να περιοριστούν στο δομημένο περιβάλλον (χωρίς να ζημιώνεται το φυσικό περιβάλλον)
    -Η εκμετάλλευση μπορεί να γίνει κοντά στους χώρους κατανάλωσης (χωρίς μεγάλες απώλειες κατά τη μεταφορά του ηλεκτρικού ρεύματος)
    -Η εκμετάλλευση αφήνει πραγματικά περιθώρια δικαιότερης κοινωνικά διανομής στην παραγωγή
    -Υπάρχουν ήδη τεχνολογίες που εντάσσονται με αρμονικό τρόπο μέσα στο δομημένο περιβάλλον (φωτοβολταϊκά φιλμ για κάθετους υαλοπίνακες, φωτοβολταϊκά κεραμίδια κ.ο.κ)
    -Η εκμετάλλευση μπορεί να δώσει την ευκαιρία εργασίας σε πολλές, μικρές και μεγάλες, εταιρείες και σε χιλιάδες εργαζόμενους και όχι σε λίγα μονοπώλια (ακολουθώντας την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης που αναφέρεται στην κοινωνική δικαιοσύνη)
    -Το κόστος των φωτοβολταϊκών έχει ήδη μειωθεί σημαντικά (όπως αναφέρεται και στο Παράρτημα του ΕΣΕΚ)
    5. Για να τηρηθούν τόσο οι τυπικές όσο και οι ουσιαστικές δεσμεύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, η χώρα πρέπει να απομακρυνθεί από την ενίσχυση των ΑΠΕ στο αδόμητο περιβάλλον. Ως εκ τούτου, τα φωτοβολταϊκά, το βιοαέριο και κάθε άλλη πρόσφορη εγκατάσταση εκμετάλλευσης ΑΠΕ (πιεζοηλεκτρισμός, Vortex technology κλπ) θα πρέπει να ενισχυθούν μέσα στο δομημένο περιβάλλον.
    6. Η εκμετάλλευση αιολικού δυναμικού μπορεί να έχει περιθώρια ανάπτυξης σε εντατικά καλλιεργούμενα εδάφη αλλά και εν μέρει μέσα στο δομημένο περιβάλλον (π.χ. μικρές ανεμογεννήτριες κάθετου άξονα για ηλεκτροφωτισμό, bladeless wind turbines μέσα σε οικισμούς κλπ).

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:13 | ΜΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΑΙΟΛΙΚΩΝ
    Η επιλογή της θέσης εγκατάστασης των αιολικών πάρκων είναι καθοριστικής σημασίας. Στο πλαίσιο της αρχής της πρόληψης, η οποία είναι θεμελιώδης αρχή του δικαίου της ΕΕ, η Ορνιθολογική προτείνει τα ακόλουθα, σε συμφωνία και με τις κατευθύνσεις της Birdlife International:

    i. Θεσμοθέτηση περιοχών αποκλεισμού εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ σε:

    • Περιοχές του δικτύου Natura (Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Τόποι Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)).

    • Σημαντικές Περιοχές για τα Πτηνά (IBAs), περιλαμβανομένων των αναγνωρισμένων μεταναστευτικών περασμάτων – στενωπών (migratory bottlenecks), όπου υπάρχουν μεγάλες συγκεντρώσεις πτηνών ή νυχτερίδων, όπως ορεινά περάσματα.

    • Εθνικοί δρυμοί και άλλοι τόποι διεθνούς σημασίας (π.χ. Υγρότοποι διεθνούς σημασίας για την ορνιθοπανίδα – Συνθήκη Ραμσάρ), Καταφύγια Άγριας Ζωής κ.λπ.

    ii. Κατάρτιση «χαρτών ευαισθησίας», οι οποίοι θα καταγράφουν τους πληθυσμούς πτηνών και νυχτερίδων, τις διαδρομές τους, τις περιοχές όπου υπάρχουν στοιχεία που αποκλείουν την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ, τις περιοχές που είναι επιτρεπτή η εγκατάστασή τους και τις περιοχές για τις οποίες απαιτούνται περισσότερες πληροφορίες. Τέτοιοι χάρτες θα επικαιροποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα επί τη βάσει επιστημονικών δεδομένων. Συναφώς, η Ορνιθολογική έχει καταρτίσει χάρτη της ελληνικής επικράτειας στον οποίο απεικονίζονται, αφενός, οι περιοχές αποκλεισμού και αφετέρου, οι ζώνες αιολικού δυναμικού της χώρας.

    iii. Το νέο χωροταξικό πλαίσιο θα πρέπει να έχει δυναμικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει υπόψη το καθεστώς διατήρησης της βιοποικιλότητας. Συγκεκριμένα, αν διαπιστωθεί ότι η κατάσταση διατήρησης είδους έχει επιδεινωθεί, τότε θα πρέπει το χωροταξικό πλαίσιο να μπορεί να προσαρμοσθεί, ώστε να αποκλείει ή να θέτει περιορισμούς στην εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ στο συγκεκριμένο ενδιαίτημα.

    iv. Διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελετητών που διεξαγάγουν τις μελέτες περιβαλλοντικών εκτιμήσεων (νυν Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση). Συγκεκριμένα, οι συγκεκριμένοι μελετητές δεν θα πρέπει να προσλαμβάνονται από τις εταιρείες που θα εγκαταστήσουν τους ΑΣΠΗΕ, αλλά από τις αρμόδιες αρχές. Η σχετική δαπάνη θα καταλογίζεται στις εταιρείες.

    v. Ενθάρρυνση και στήριξη υπό τη μορφή κινήτρων (π.χ. ευνοϊκότερη φορολογία) της χρήσης τεχνολογιών ανεμογεννητριών άνευ λεπίδων (bladeless wind turbines), οι οποίες έχουν μικρότερες επιπτώσεις στους πληθυσμούς των πουλιών και νυχτερίδων.

    vi. Θέσπιση χρηματοδότησης, προερχόμενης από την κυβέρνηση και τις εταιρείες αιολικής ενέργειας, προκειμένου να βελτιωθεί η κατανόηση των επιπτώσεων (περιλαμβανομένων των αθροιστικών) των ΑΣΠΗΕ και των αναγκών διατήρησης της βιοποικιλότητας, σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες και πανεπιστημιακά ιδρύματα.

    Δεύτερον, στο ΕΣΕΚ δεν αναφέρεται χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου θα ολοκληρωθεί η αναμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, με δεδομένο ότι σήμερα αδειοδοτούνται ΑΣΠΗΕ επί τη βάσει ενός χωροταξικού σχεδίου που ανατρέχει στο 2008 («Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας»). Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει διαδικασία διερεύνησης της νομιμότητας του συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου, λόγω του ότι παραβιάζει τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ (Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής – Υπόθεση 2014/4073).

    Συνεπώς, η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ, στο πλαίσιο της στρατηγικής που περιγράφεται στο ΕΣΕΚ για την επόμενη δεκαετία, δεν είναι επιτρεπτό να στηριχθεί σε ένα όλως παρωχημένο χωροταξικό πλαίσιο, το οποίο έχει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης. Πολλώ δε μάλλον, δεν θα είναι επιτρεπτό η χωροθέτηση των νέων ΑΣΠΗΕ να γίνει επί τη βάσει διαδικασιών τύπου “fast track” που θα δημιουργούν τετελεσμένα για το περιβάλλον.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 08:25 | Ελευθερία

    Προστασία σε περιοχές natura και εθνικούς δρυμούς. Ενίσχυση του ηδη υπάρχοντος δικτύου φυσικού αερίου και δημιουργία υποδομών για δυνατότητες ενεργειακής αξιοποίησης των απορριμμάτων!

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 07:35 | Αντώνιος Κανδηράκης

    Μέτρα για αύξηση της “ευελιξίας” του ενεργειακού συστήματος με “έξυπνους μετρητές” και ιδιωτικοποίηση των δικτύων… Σε Γερμανική εταιρεία μήπως; Εγκατάσταση επιπλέον 4.000 ονομαστικών MW στις κορυφογραμμές (2.000 τυπικών α/γ του ΕΠΧΣΑ/ΑΠΕ) και αιολικές εγκαταστάσεις αυξημένου κόστους στην θάλασσα σε βάρος μιας χρεωκοπημένης ουσιαστικά οικονομίας; Έχει προβλήματα η Enercon και μέσω φιλικών κυβερνήσεων θα επιβάλλουν οι Γερμανοί μεγαλύτερο κύκλο εργασιών στην Ν.Α. Ευρώπη για να διασώσουν θέσεις εργασίες στην Γερμανία; Θα πέσει το κόστος των α/γ με την αυξημένη ζήτηση για τα απαιτούμενα μέταλλα; https://www.worldbank.org/en/topic/extractiveindustries/brief/climate-smart-mining-minerals-for-climate-action?fbclid=IwAR0VEogHlw6uxEU-OZG08KBzCdvPc3xJh6rzBPqiKlckYJTs0jDjX7LuheI και θα μειωθούν οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού ρεύματος;
    «Ενώ εργαζόμαστε για τη μείωση της εξάρτησής μας από το αραβικό και το ρωσικό πετρέλαιο, δημιουργούμε ταυτόχρονα μια νέα εξάρτηση: Αυτή από τα (κινεζικά) μέταλλα» …με εξορύξεις και λοιπές περιβαλλοντικές επιπτώσεις πέραν κάθε φαντασίας, βλ. Responsible minerals sourcing for renewable energy https://psmag.com/environment/what-are-the-downsides-to-renewable-energy

    https://www.uts.edu.au/research-and-teaching/our-research/institute-sustainable-futures/our-research/resource-futures/responsible-minerals-for-renewable-energy

    Βλ. μελέτη «Metal Demand for Renewable Electricity Generation in The Netherlands – Navigating a Complex Supply Chain» https://energypedia.info/wiki/Publication_-_Metal_Demand_for_Renewable_Electricity_Generation_in_The_Netherlands_-_Navigating_a_Complex_Supply_Chain. H μελέτη συντάχθηκε με οικονομική χορηγία της Regering (κυβέρνησης) της Ολλανδίας.
    Άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα – Ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, παρ. 3 «Όσον αφορά τα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τα κράτη μέλη: …
    δ) εκτιμούν τον αριθμό των νοικοκυριών που πλήττονται από ενεργειακή φτώχεια, λαμβάνοντας υπόψη τις αναγκαίες εγχώριες ενεργειακές υπηρεσίες που χρειάζονται για να διασφαλίζονται τα βασικά πρότυπα διαβίωσης στο αντίστοιχο εθνικό πλαίσιο, την υφιστάμενη κοινωνική πολιτική και άλλες σχετικές πολιτικές, καθώς και τις ενδεικτικές κατευθύνσεις της Επιτροπής για τους δείκτες που σχετίζονται με την ενεργειακή φτώχεια.». Εκτιμήθηκε αυτός ο αριθμός στο ΕΣΕΚ; Θα αυξηθεί με τα μέτρα που προτείνονται

    Απορρίπτεται το κυβερνητικό ΕΣΕΚ. Τα αιολικά δεν συνιστούν βιώσιμη τεχνολογία. Προτείνεται μηδενική ανάπτυξη νέων α/γ και αποξήλωση των υφιστάμενων.

  • 16 Δεκεμβρίου 2019, 07:09 | ΕΛΕΤΑΕΝ

    Το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ που ανακοινώθηκε από το ΥΠΕΝ και τέθηκε σε διαβούλευση περιλαμβάνει τη δέσμευση της Ελλάδας σε φιλόδοξους στόχους για το Κλίμα και την Ενέργεια το 2030.
    Ξεχωρίζουν:

    • Η μεγάλη μείωση των εκπομπών κατά 42% το 2030 σε σχέση με το 1990 (σε σύγκριση με 32% του προηγούμενου ΕΣΕΚ)
    • Η εντυπωσιακή μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2030 κατά 38,5% σε σχέση με όσα προβλέπονταν το 2007 (για το 2030)
    • Η εμβληματική πολιτική για πλήρη απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής το 2028.

    Εξοικονόμηση ενέργειας και απολιγνιτοποίηση είναι που “οδηγούν” τη μεγάλη μείωση των εκπομπών.

    Α] Επ’ αυτού προκύπτουν οι δύο πρώτες σημαντικές παρατηρήσεις για το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ:

    1) Η αντικειμενική δυσκολία εφαρμογής πολιτικών ευρείας κλίμακας και επίτευξης πρακτικών αποτελεσμάτων στο πεδίο της εξοικονόμησης και της αποδοτικότητας της ενέργειας σε όλους τους τομείς, δημιουργεί την ανάγκη να διαμορφωθούν εναλλακτικά σενάρια επίτευξης των στόχων. Ο εντυπωσιακός στόχος της εξοικονόμησης είναι εξαιρετικής σημασίας για όλο το οικοδόμημα του ΕΣΕΚ και επομένως η αβεβαιότητα, που εγγενώς εμπεριέχει, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη.

    2) Το ενεργειακό ισοζύγιο, αν και σαφώς βελτιωμένο το 2030 σε σχέση με το 2020, παραμένει και το 2030 ισχυρά εξαρτημένο από εισαγωγές (78,4% της Ακαθάριστης Εγχώριας Κατανάλωσης Ενέργειας [ΑΕΚΕ] από 83,8% το 2020) και από τα ορυκτά καύσιμα (67,3% της ΑΕΚΕ το 2030 από 82,6% το 2020).
    Η υστέρηση αυτή οφείλεται οπωσδήποτε και στο γεγονός ότι η απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής συνδυάζεται με ανάληψη του σχετικού μεριδίου πρωτίστως από το φυσικό αέριο, όπως προκύπτει ανάγλυφα από το Διάγραμμα 4 της σελ. 40. Μια ακόμα πιο επιθετική πολιτική υπέρ των Α.Π.Ε. και της Αποθήκευσης, θα επέφερε πιο θετικά αποτελέσματα στο ενεργειακό ισοζύγιο.
    Είναι λοιπόν κρίσιμο, τουλάχιστον να αποσαφηνιστεί ο χαρακτήρας του φυσικού αερίου ως καυσίμου-γέφυρα για τη μετάβαση σε μια οικονομία κλιματικής ουδετερότητας έως το έτος 2050. Οφείλουμε πάντως να σημειώσουμε ότι -με δεδομένη την ενίσχυση του φυσικού αερίου- τα αριθμητικά δεδομένα του μοντέλου που παρουσιάζει ο ΕΣΕΚ, δείχνουν μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη του συνδυασμού εγκατεστημένης ισχύος – ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο (2020: 5,2GW – 22,9ΤWh / 2030: 7GW – 18,3TWh από 10,2TWh στο προηγούμενο ΕΣΕΚ όμως) γεγονός που μάλλον κατατείνει στον ως άνω ζητούμενο χαρακτήρα ως γέφυρας, του καυσίμου αυτού.
    Για να ελεγχθούν τα ανωτέρω, και ειδικά για να ελεγχθεί εάν η σημαντική προώθηση του φυσικού αερίου στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ μπορεί επηρεάσει αρνητικά την πορεία προς το 2050, είναι χρήσιμα τα σενάρια που περιλαμβάνονται στην Μακροχρόνια Ενεργειακή Στρατηγική για το 2050 (ΜΕΣ2050) που δημοσιοποιήθηκε την 10.12.2019. Τα σενάρια αυτά θεωρούν ότι ο μηχανισμός σταθεροποίησης (market stability reserve) που θεσπίσθηκε πρόσφατα για το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα (EU ETS) στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσαρμοσθεί μετά το έτος 2030 ώστε να μειώσει κατάλληλα τη διαθεσιμότητα δικαιωμάτων με αποτέλεσμα να αναμένεται οι τιμές διοξειδίου του άνθρακα να αυξηθούν υπέρμετρα μετά το 2030 πλησιάζοντας τα 400 €’16/tnCO2 (ΜΕΣ2050, σελ. 15). Αυτή η αύξηση είναι η βασική πολιτική που οδηγεί στο σχεδόν μηδενισμό των εκπομπών προ του 2050 στους τομείς που υπάγονται στο ETS, ιδίως στους τομείς της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, διανεμόμενης θερμότητας και βιομηχανικού ατμού.
    Περαιτέρω, από τα σενάρια της ΜΕΣ2050 φαίνεται ότι η συνέχιση μετά το 2030 των μέτρων πολιτικής του ΕΣΕΚ (ως no-regrets) μειώνει μεν σημαντικά τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2050 αλλά δεν θα αρκεί για την επίτευξη των στόχων μείωσης στο πλαίσιο των στρατηγικών για τους 2oC και τον 1.5oC. Κατά συνέπεια θα απαιτηθούν επιπλέον πολιτικές που θα βασίζονται σε μετασχηματισμούς και τεχνολογίες που, κατά τη ΜΕΣ2050, έχουν ανατρεπτικά καινοτόμο χαρακτήρα (disruptive innovation) μεταβάλλοντας συμβατικές πρακτικές (ΜΕΣ2050, σελ. 12).
    Οι δύο αυτές υποθέσεις για την περίοδο 2030-2050 (τιμές CO2 και “disruptive innovation”) είναι εντυπωσιακές. Ταυτόχρονα όμως δημιουργούν την αίσθηση ότι ο κομβικός στόχος της κλιματικής ουδετερότητας το 2050 στηρίζεται σε δύο πυλώνες που απαιτούν ανυπέρβλητη προσπάθεια και ισχυρή μακροχρόνια δέσμευση από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες σε πολλά επίπεδα (πολιτικό, τεχνολογικό, κοινωνικό κλπ). Φυσικά δε, η εφικτότητα των πυλώνων αυτών σήμερα δεν μπορεί αντικειμενικά να ελεγχθεί (ούτε αποτελεί σκοπό της σεναριακής ανάλυσης).
    Τα δεδομένα αυτά, αυξάνουν τη σημασία για το 2050 των αποφάσεων που λαμβάνονται σήμερα. Θα πρέπει λοιπόν, στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ να εξεταστεί ένα σενάριο με πιο καθαρό μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής της περιόδου έως το 2030, που θα επιτρέψει την ευχερέστερη επίτευξη των στόχων του 2050 με πιο συντηρητικές απαιτήσεις (ειδικά για τις τιμές CO2) σε σχέση με αυτές που εξετάζονται στα σενάρια της ΜΕΣ2050.
    Συναφώς, για την αποτελεσματική αξιολόγηση του ΕΣΕΚ και των επιλογών του ένα επίσης σημαντικό θέμα το οποίο αποτελεί εκκρεμότητα κατά την άποψή μας, είναι η διαβούλευση επί της Μελέτης Επάρκειας Ισχύος 2019-2029. Η μελέτη φαίνεται πως έχει ήδη ολοκληρωθεί από τον ΑΔΜΗΕ και έχει παραδοθεί στο ΥΠΕΝ, αλλά δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί. Αυτό, θα έπρεπε κανονικά να γίνει πριν τη διαβούλευση και την οριστικοποίηση του ΕΣΕΚ μιας και τα δεδομένα που λαμβάνει υπόψη της για τις προβλέψεις της είναι κρίσιμα και για το ίδιο το ΕΣΕΚ και την αξιολόγησή του.

    Β] Αντιλαμβανόμαστε ότι ένα κείμενο σχεδιασμού αυτού του επιπέδου, όπως είναι ο ΕΣΕΚ, έχει συγκεκριμένα όρια ως προς το βάθος ανάλυσης για τον τρόπο πρακτικής υλοποίησής του.

    1) Επισημαίνουμε ωστόσο, την τεράστια σημασία που έχει ο Μηχανισμός Διακυβέρνησης, ο οποίος περιγράφεται ακροθιγώς στο κείμενο. Ο Μηχανισμός αυτός θα πρέπει να διασφαλίζει τόσο την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων πολιτικής, όσο και τον ανασχεδιασμό των υφιστάμενων και το σχεδιασμό νέων, με στόχο την επίτευξη των στόχων και τη μεγιστοποίηση των συνεργειών μεταξύ διατομεακών πολιτικών.
    Αξιολογούμε ως θετική την προκαταρκτική περιγραφή του Μηχανισμός Διακυβέρνησης που εμπεριέχεται στο κείμενο του ΕΣΕΚ. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι θα σχεδιασθούν διαδικασίες που θα αφορούν στην παρακολούθηση, στον έλεγχο και εποπτεία της υλοποίησης των πολιτικών και μέτρων που περιλαμβάνονται στο ΕΣΕΚ καθώς και στην αξιολόγηση της προόδου επίτευξης των εθνικών στόχων. Οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις όλων των εμπλεκομένων φορέων θα προβλέπονται για κάθε μια διαδικασία ξεχωριστά, έτσι ώστε να ενισχυθεί η εποπτεία και ο συντονισμός των σχετικών δράσεων και να αναδειχθεί η συνεισφορά κάθε μέρους στην εθνική προσπάθεια, επιτρέποντας έτσι και την ανάλογη διαφάνεια και παρακολούθηση του βαθμού απόδοσης ανά τομέα ευθύνης (σελ. 77).
    Προσδοκούμε να λάβουμε έγκαιρα και να σχολιάσουμε το Μηχανισμό αυτό.

    2) Πέραν των όσων αναφέρονται ήδη στο κείμενο, ο σχεδιασμός του Μηχανισμού θα πρέπει να συνοδεύεται με την κατάρτιση σαφούς χρονοδιαγράμματος για κάθε ένα από τα Μέτρα Πολιτικής που περιλαμβάνονται στον ΕΣΕΚ. Μόνο έτσι θα είναι εφικτή η παρακολούθηση της εφαρμογής.
    3) Αντίστοιχης σημασίας για την επιτυχία της εφαρμογής του ΕΣΕΚ είναι και το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, που θα εκπονηθεί υπό την αιγίδα μιας διυπουργικής επιτροπής έως τα μέσα του 2020 και θα αποτελεί τον αναπτυξιακό οδικό χάρτη στην μετά λιγνίτη εποχή. Προσδοκούμε ότι το σχέδιο αυτό θα είναι συγκεκριμένο, με μέτρα και χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και σχέδιο χρηματοδότησης. Αναμένουμε ότι θα έχουμε τη ευκαιρία να συνεισφέρουμε στην κατάρτισή του και να διαβουλευθούμε επ’ αυτού.

    Γ] Όσον αφορά τα μέτρα για την αιολική ενέργεια και τις Α.Π.Ε. γενικότερα, προσπαθώντας να μην επαναληφθούμε σε σχέση με τα κείμενα πολιτικής και τις θέσεις που έχουμε ήδη εκδώσει, καταγράφουμε τα ακόλουθα ως σχολιασμό ορισμένων κρίσιμων σημείων που περιέχονται στο κείμενο του υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ.
    Προκαταρκτικά αναφέρουμε ότι θα πρέπει να διευκρινισθεί εάν και πώς έχουν ληφθεί υπόψη στις σεναριακές επεξεργασίες που συνοδεύουν τον ΕΣΕΚ, η προτεραιότητα στην κατανομή του φορτίου των δικαιούχων σταθμών Α.Π.Ε. και οι συνέπειες στη τιμή της αγοράς, την αποζημίωση των Α.Π.Ε. και τις περικοπές ισχύος (γεγονός που συνδέεται ως αναφερόμαστε ακολούθως και με την ανάγκη ποσοτικοποίησής τους).
    Κατά τα λοιπά, καταγράφουμε τα ακόλουθα:

    1) Για το χωροταξικό σχεδιασμό και τη συνάφεια με τη νομοθεσία της περιβαλλοντικής προστασίας :
    1.1. Την περίοδο αυτή είναι υπό εκπόνηση ένα μεγάλο πλήθος Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ) για τις περιοχές Natura της χώρας. Η κατά νόμο διαδικασία εκπόνησης και παραλαβής των μελετών αυτών (πριν την προώθηση των σχετικών σχεδίων ΠΔ) γίνεται σε τομεακό επίπεδο χωρίς συντονισμό με άλλες τομεακές πολιτικές (εν προκειμένω την κλιματική και την ενεργειακή πολιτική) που απαιτεί την εμπλοκή και άλλων τομέων του ΥΠΕΝ. Αυτό είναι σημαντικό έλλειμα που μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά την πιθανότητα επιτυχίας του ΕΣΕΚ. Είναι επομένως επείγον να γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες και θεσπίσεις ώστε να διασφαλιστεί αυτός ο συντονισμός.
    1.2. Σημαντικός είναι επίσης ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η προωθούμενη επικαιροποίηση του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις Α.Π.Ε. Επισημαίνουμε τη θέση μας ότι η έως τώρα εμπειρία κατέδειξε ότι -παρά το περιοριστικό του χαρακτήρα- η θέσπιση του υφιστάμενου ΕΧΠ-ΑΠΕ αύξησε το βαθμό ασφάλειας και παρήγαγε συνολικά θετικά αποτελέσματα. Ενθαρρύνουμε το ΥΠΕΝ, παράλληλα με τη διαδικασία συνολικής επικαιροποίησης, να προχωρήσει σε επιμέρους παρεμβάσεις στα υφιστάμενα κείμενα του ΕΧΠ-ΑΠΕ και των Περιφερειακών Χωροταξικών Πλαισίων για να αντιμετωπίσει άμεσα προβλήματα που έχουν ήδη επισημανθεί.

    2) Για τον Ειδικό Λογαριασμό Α.Π.Ε.
    Είναι προφανές ότι η βιωσιμότητα του καθεστώτος στήριξης της ηλεκτροπαραγωγής από Α.Π.Ε. είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την επιτυχία του ΕΣΕΚ. Το κείμενο του ΕΣΕΚ κάνει μερικές θετικές κρίσεις για τη κατάσταση του ΕΛΑΠΕ . Οι κρίσεις αυτές θα πρέπει να υποστηριχθούν από σειρά συγκεκριμένων μέτρων ώστε να προσφέρεται ισχυρή ασφάλεια στους επενδυτές ότι δεν θα ανατραπούν. Τα μέτρα αυτά και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους θα πρέπει να περιληφθούν στον ΕΣΕΚ.
    Ενδεικτικά, θα πρέπει (ι) να βελτιωθεί η διαφάνεια της πληροφόρησης για την ταμειακή κατάσταση του ΕΛΑΠΕ, (ιι) να βελτιωθεί η διαφάνεια και η επάρκεια της πρόβλεψης για την μελλοντική κατάσταση του ΕΛΑΠΕ με συμπερίληψη όλων των υποχρεώσεών του οι οποίες σήμερα δεν έχουν λαμβάνονται υπόψη, (ιιι) να αποφασισθεί και να τεθεί σε εφαρμογή ο αναμενόμενος νέος μηχανισμός που θα αντικαταστήσει την καταργηθείσα χρέωση προμηθευτών κλπ.

    3) Για τους διαγωνισμούς Α.Π.Ε.
    Το κείμενο ΕΣΕΚ δεν περιέχει το πλαίσιο, το χρονοδιάγραμμα και τον όγκο των διαγωνισμών από το 2020 και μετά, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται η σημασία τους (σελ. 52). Αυτά θα πρέπει να προστεθούν.
    Ειδικά για το 2020 θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά ο όγκος της δημοπρατούμενης ισχύος τόσο στους ειδικούς διαγωνισμούς των αιολικών (από 300MW) όσο και στους κοινούς διαγωνισμούς (από 500MW).
    Περαιτέρω επισημαίνουμε την ανάγκη να ζητηθεί άμεσα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η έγκριση της επέκτασης του καθεστώτος διαγωνισμών μετά το 2020. Οι σχετικές αναφορές που υπάρχουν στο κείμενο του ΕΣΕΚ δημιουργούν ανησυχία καθυστέρησης (σελ. 52).

    4) Για την Αποθήκευση
    Είναι θετικό ότι προβλέπεται ισχύς αποθήκευσης (700MW) νωρίτερα από το προηγούμενο ΕΣΕΚ (ήτοι μεταξύ 2022-2025 σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη για μετά το 2025).
    Από τις παρεχόμενες πληροφορίες δεν μπορεί να αξιολογηθεί γιατί δεν προκρίθηκε η ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση συστημάτων αποθήκευσης, γεγονός που θα μείωνε την εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα και θα διευκόλυνε την πορεία προς το 2050. Κατά την άποψη μας η αύξηση αυτή είναι εξαιρετικά σκόπιμη.
    Συναφές είναι το θέμα της υπερτίμησης της ενεργειακής αποδοτικότητας των αιολικών πάρκων το 2030. Συγκεκριμένα το 2030 υποτίθεται μέσος capacity factor 28% (ήτοι πολύ αυξημένος σε σχέση με σήμερα και σαφώς αυξημένος με τον προβλεπόμενο 26,8% στο προηγούμενο ΕΣΕΚ). Η υπερτίμηση αυτή -που οδηγεί σε υποτίμηση των αναγκαίων επενδύσεων- δεν είναι ρεαλιστική. Απαιτείται ποσοτικοποίηση των περικοπών αιολικής παραγωγής λόγω έλλειψης αποθήκευσης. Επικουρικά, προσθέτουμε ότι ο μέσος capacity factor βελτιώνεται μεν από την τεχνολογική εξέλιξη των ανεμογεννητριών, αλλά επηρεάζεται σημαντικά από την όλο και μεγαλύτερη υλοποίηση έργων με χαμηλότερο αιολικό δυναμικό.

    5) Για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα
    Είναι θετικές οι αναφορές για το πλαίσιο και την προώθηση των θαλασσίων αιολικών πάρκων.
    Προτείνουμε όμως είτε να αυξηθεί πολύ ο ενδεικτικός στόχος (επιπροσθέτως των 7 αιολικών GW) είτε να διαγραφεί τελείως η αναφορά σε ενδεικτικό στόχο (σελ. 49) διότι ο στόχος αυτός είναι τόσο ελάχιστος (250MW) που στέλνει το εντελώς αντίθετο μήνυμα: ότι η Ελλάδα εγκαταλείπει την προσπάθεια να αναπτύξει μια εγχώρια εφοδιαστική αλυσίδα υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα εμπλέκει τα ναυπηγία, τα λιμάνια, τη βιομηχανία καλωδίων κλπ. υποχωρώντας σε σχέση με την πολιτική που είχε εξαγγελθεί τον Απρίλιο 2019.
    Επιπροσθέτως σημειώνουμε ότι ένας υψηλός στόχος για θαλάσσια αιολικά πάρκα στις Ελληνικές θάλασσες, στέλνει το ορθό μήνυμα εθνικής κυριαρχίας και άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στη διεθνή κοινότητα.

    6) Για τους Μηχανισμούς Ισχύος
    Ο αναμενόμενος Μακροχρόνιος Μηχανισμός Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος (ΜΜΑΕΙ) θα πρέπει να επιτρέπει τη πρόσβαση σε όλες τις τεχνολογίες και να προωθεί κατά προτεραιότητας τις Α.Π.Ε., την αποθήκευση και την απόκριση ζήτησης. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να διευκρινισθεί στο ΕΣΕΚ ότι ο ΜΜΑΕΙ θα αντικαταστήσει τον μηχανισμό του Μεταβατικού Τέλους Ασφάλειας Εφοδιασμού (ΜΤΑΕ), που χρηματοδοτείται κυρίως από τις Α.Π.Ε. Η συμπερίληψη δεσμευτικού χρονοδιαγράμματος εντός του ΕΣΕΚ για την εφαρμογή του ΜΜΑΕΙ, (ο οποίος θα πρέπει να ξεκινήσει εντός του 2020, διότι δεν υφίσταται ουσιαστικός λόγος καθυστέρησης), θα δώσει τα κατάλληλα σήματα στην αγορά για προετοιμασία.
    Προβληματισμό προκαλούν οι αναφορές εντός του ΕΣΕΚ (π.χ. σελ. 166) σχετικά με την εφαρμογή ενός Μηχανισμού Στρατηγικών Εφεδρειών εκτός αγοράς (αντιλαμβανόμαστε ότι προβάλλεται από το ΕΣΕΚ ως εναλλακτική του ΜΜΑΕΙ για την διατήρηση σε λειτουργικό επίπεδο των λιγνιτικών σταθμών). Κατ’ αρχάς εκφράζουμε την πεποίθησή μας ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η γενική χρήση μηχανισμών εκτός αγοράς και κυρίως μηχανισμών που δεν διασφαλίζουν την ισότιμη (και ανταγωνιστική) πρόσβαση των τεχνολογιών (συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του συνόλου της ζήτησης, δηλ. και των μεγάλων καταναλωτών).
    Στην προκειμένη περίπτωση, από τις διατυπώσεις του κειμένου ΕΣΕΚ διαφαίνεται ότι θα εξαιρείται η συμμετοχή της αποθήκευσης και της απόκρισης ζήτησης, δηλ. τεχνολογιών μηδενικών εκπομπών, που χρειάζονται στήριξης μέσω της κατά προτεραιότητα συμμετοχής τους στον ΜΜΑΕΙ. Είμαστε αντίθετοι σε μια τέτοια εξαίρεση.

    7) Για τις μικρές ανεμογεννήτριες
    Στο κείμενο του ΕΣΕΚ υπάρχουν διάσπαρτες αναφορές στις μικρές ανεμογεννήτριες (ΜΑΓ) και για την ανάγκη προώθησής τους σε επίπεδο εφαρμογών και εγκαταστάσεων (σελ. 50, 113-114) και σε ερευνητικό επίπεδο (σε. 212). Οι ΜΑΓ προσφέρουν πολλαπλά αναπτυξιακά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη που αναγνωρίζονται από το ΕΣΕΚ, και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την τόνωση της εγχώριας παραγωγής, του εγχώριου επιστημονικού δυναμικού και της εθνικής προστιθέμενης αξία.
    Προσδοκούμε λοιπόν ότι θα υπάρξει σύντομα ένα συνεκτικό μίγμα μέτρων και πολιτικής για αυτές. Αυτό θα μπορούσε ίσως να εξεταστεί και στο πλαίσιο της επιτροπής που έχει συστήσει το ΥΠΕΝ. Στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ θα πρέπει να υπάρξει επαρκής ενδεικτικός στόχος για ΜΑΓ επιπλέον του μεγέθους της προβλεπόμενης αιολικής ισχύος, προκειμένου να δοθεί το κατάλληλο μήνυμα.

    Κατά τα λοιπά επισημαίνουμε τις θέσεις και απόψεις που έχουμε ήδη δημοσιοποιήσει:
    • Για τη συνολική πολιτική για την αιολική ενέργεια, Ιούνιος 2019
    • Το χωροταξικό σχεδιασμό, Οκτώβριος 2019