Άρθρο 20 Διοικητικές κυρώσεις

1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2 και ανεξάρτητα εάν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική δίωξη ή κυρώσεις για την παραβίαση της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας, για κάθε παράβαση του Μέρους Α΄ και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δύο χιλιάδων (2.000) έως και είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
2.α.Σε περίπτωση εκπρόθεσμης:(i) υποβολήςαίτησης για καταχώριση πλοίου στο e-Μητρώο Πλοίων ιδιωτικού πλοίου αναψυχής υπό ελληνική σημαία, ή (ii)υποβολήςαίτησης για καταχώριση στο e-Μητρώο Πλοίων και υποβολής εντύπου κατάθεσης δικαιολογητικών, επαγγελματικού πλοίου αναψυχής και επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιου υπό ελληνική ή ξένη σημαία, υποβάλλεται στην, κατά περίπτωση, αρμόδια αρχή, ηλεκτρονικό παράβολο για εκπρόθεσμη καταχώριση, ποσού διπλάσιου αυτούπου ορίζεται στην κοινή απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 21 για την καταχώρισή τουστο e-Μητρώο Πλοίων.
β. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής έντυπης αίτησης για καταχώριση μεταβολής στοιχείων πλοίου, ήδη καταχωρισμένου στο e-Μητρώο Πλοίων, υποβάλλεται στην, κατά περίπτωση, αρμόδια αρχή, ηλεκτρονικό παράβολο για εκπρόθεσμη καταχώριση, ποσού ίσου με αυτό που ορίζεται στην κοινή απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 21 για την καταχώρισή του στο e-Μητρώο Πλοίων.
γ. Σε περίπτωση διαπίστωσης, κατόπιν ελέγχου από Λιμενική Αρχή ή από φορολογική ή τελωνειακή αρχή της Α.Α.Δ.Ε. ή άλλη ελεγκτική αρχή, η οποία ενημερώνει την Λιμενική Αρχή,μη υποβολήςαίτησης για καταχώριση πλοίου στο e-Μητρώο Πλοίων ιδιωτικού πλοίου αναψυχής υπό ελληνική σημαία εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην κοινή απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 21, επιβάλλεται πρόστιμο ποσού τριπλάσιου αυτού που ορίζεται στην ίδια κοινή απόφαση για την καταχώρισή του στο e-Μητρώο Πλοίων.
δ. Σε περίπτωση διαπίστωσης, κατόπιν ελέγχουαπό Λιμενική Αρχή ή άλλη αρμόδια υπηρεσίατου Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή της Α.Α.Δ.Ε. ή του Υπουργείου Οικονομικών, μη καταχώρισης μεταβολής στοιχείων πλοίου, ήδη καταχωρισμένου στο e-Μητρώο Πλοίων, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην κοινή απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 21, επιβάλλεται πρόστιμο ποσού διπλάσιου αυτού που ορίζεται στην ίδια κοινή απόφαση για την καταχώρισή του στο e-Μητρώο Πλοίων.
ε. Ανεξάρτητα εάν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική δίωξη ή κυρώσεις για την παραβίαση της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας, σε περίπτωση διαπίστωσης εκτέλεσης σύμβασης ναύλωσης από επαγγελματικό πλοίο αναψυχής που δεν κατοχυρώνει δικαίωμα δραστηριοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 3 ή το άρθρο 8ή είναι χαρακτηρισμένο ως ιδιωτικό, επιβάλλεταιπρόστιμο ύψους είκοσι χιλιάδων (20.000) έως και πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ.
στ. Ανεξάρτητα εάν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική δίωξη, για κάθε παράβαση του άρθρου 10,επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 157 ή 45, κατά περίπτωση, του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ.187/1973 (Α’ 261).

ζα.Ανεξάρτητα εάν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική δίωξη, για κάθε παράβαση του άρθρου 17 που αφορά σε απογεγραμμένους ναυτικούς και πλοία με υποχρέωση τήρησης οργανικής σύνθεσης, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 157 ή 45, κατά περίπτωση, του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ.187/1973.
ζβ. Σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης του άρθρου 17 που αφορά σε μη απογεγραμμένους ναυτικούς, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από την κείμενη εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία.

η. Ανεξάρτητα εάν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική δίωξη, σε περίπτωση διαπίστωσης μη τήρησης των υποχρεώσεων της παρ. 4 του άρθρου 13 και των παρ. 4 και 5 του άρθρου14, επιβάλλεταιστον πλοίαρχο ή στον κυβερνήτη, πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ.
θα. Για τα πλοία αναψυχής και τα επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια της παρ. 3 του άρθρου 17, ισχύουν τα εξής:
θαα. Σε περίπτωση διαπίστωσης μη τήρησης της υποχρέωσης περί κατοχής επίπλοίου αναψυχής ή επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιουτου απαιτούμενουπιστοποιητικού ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. (α) της παρ. 1 του άρθρου 18, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πενήντα (50) ευρώ.
θαβ. Σε περίπτωση διαπίστωσης μη τήρησηςτης υποχρέωσης περί ασφάλισης πλοίου αναψυχής ή επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιου, σύμφωνα με το άρθρο 17, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δύο χιλιάδων (2.000) έως και είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
Υπόχρεοι για την καταβολή του προστίμου είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρο ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής και ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης του.
θβ. Για τα πλοία των παρ. 2 και 4 του άρθρου 17 ισχύει ότι σε περίπτωση διαπίστωσης παραβίασης της νομοθεσίας που μνημονεύεται σε αυτές τις παραγράφους, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται, κατά περίπτωση.
ι. Σε περίπτωση μη συμπλήρωσης των ημερών της περ. (β) της παρ. 6 του άρθρου 22, επιβάλλεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ για κάθε ελλείπουσα ημέρα, σύμφωνα με την περ. (γ) της παρ. 6του άρθρου 22.
3.α. Το προσωπικό του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ. – ΕΛ. ΑΚΤ.) συντάσσει σχετική έκθεση βεβαίωσης παράβασης και ο ενδιαφερόμενος καλείται να εκθέσει τις απόψεις του, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών, από την επίδοση σε αυτόν της σχετικής κλήσης.
β. Τα πρόστιμα επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου της Λιμενικής ή Προξενικής Αρχής, κατά λόγο αρμοδιότητας.Το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται, εξαρτάται, ιδίως, από τις συνθήκες τέλεσης της παράβασης, τον βαθμό επανάληψης αυτής, τη βαρύτητά της και τη βλάβη που προκλήθηκε στο κράτος. Τα πρόστιμα αποτελούν έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού και εμφανίζονται σε σχετικό Αναλυτικό Λογαριασμό Εσόδου (Α.Λ.Ε.).
γ. Σε περίπτωση τέλεσης παράβασης καθ` υποτροπή, τα όρια του προστίμου διπλασιάζονται. Ως υποτροπή νοείται η τέλεση νέας παράβασης του Μέρους Α΄ μέσα σε ένα (1) έτος από την τέλεση της προηγούμενης.
δ. Επιπλέοντων κυρώσεων της περ. (ε) της παρ. 2 και προς διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, η Λιμενική Αρχή που βεβαιώνει την παράβαση επιβάλλει το μέτρο της απαγόρευσης απόπλου του πλοίου. Η απαγόρευση δύναται να αρθεί μόνο με την καταβολήτου προστίμου ή μόνο με την κατάθεση στη Λιμενική Αρχή εγγυητικής επιστολής ποσού διπλάσιου του επιβληθέντος προστίμου που προβλέπεται στην περ.(β) της παρ. 2, που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί νόμιμα σε κράτος -μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και έχει το δικαίωμα αυτό.
ε. Εξαιρουμένων των κυρώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με τις περ. (α) έως και (ζ), την υποπερ. θα΄ και την περ. (ι) της παρ.2, το ύψος του επιβαλλόμενου διοικητικού προστίμου, μειώνεται στο ήμισυ, εάν ο υπόχρεος προβεί στην καταβολή του εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτόν της σχετικής απόφασης επιβολής προστίμου και σε κάθε περίπτωση πριν την άσκηση αίτησης θεραπείας ή ιεραρχικής προσφυγής κατά της απόφασης. Στις ανωτέρω περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.

  • 21 Ιανουαρίου 2022, 16:03 | ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΜΙΚΑΛΕΦ

    Το νομοσχέδιο αποσκοπεί τεχνηέντως να επιβαρύνει με ανταποδοτικό τέλος και περιορισμούς (χρόνου και τόπου) την δραστηριότητα των yachts κατά τα ειδικώς οριζόμενα με τόπο επιβίβασης ή/και αποβίβασης εκτός ελληνικής επικράτειας, για περιορισμένο χρόνο εκτέλεσης της σύμβασης ναύλωσης εντός Ελλάδας.
    Το παράδοξο σωρευτικής φορολόγησης της δραστηριότητας αυτής σε άλλη χώρα και της ταυτόχρονης καταβολής ΤΕΠΑΔΑΧ με μεταβλητή ολικού μήκους (σε αντίθεση με το κριτήριο ένταξης στο e-ΜΗΤΡΩΟ ολικής χωρητικότητας) και προκαταβολής ΦΠΑ σε ποσοστό 70% καταστρατηγεί τη Σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολόγησης εξ ορισμού ιδίως για τα σκάφη με σημαία κράτους μέλους Ε.Ε όπου στην παροχή υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών εφαρμόζεται η νομοθεσία του δικαίου σημαίας ( Κ. 3577/1992).
    Επίσης το επιβαλλόμενο τέλος στερείται ανταποδοτικότητας καθότι ο εκάστοτε βαρυνόμενος δεν αντικρύζει ειδική αντιπαροχή με σαφήνεια και ακρίβεια ή προδήλως Ακόμη και τα ενδεχόμενα εισπρακτικά οφέλη της παρούσης νομοθέτησης αντικρούονται από τα διαφυγόντα κέρδη ιδίως των τουριστικών λιμένων, ναυπηγήσεων, εφοδιασμών και επιμέρους εργασιών στα home ports.Η εκτίμηση της αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών ΝΑΤ και επάνδρωσης με έλληνες ναυτικούς είναι αυθαίρετη και δεν μνημονεύει την επιφύλαξη ασφάλισης στο κράτος σημαίας Ε.Ε. κατ’ εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας.
    Το ελεγκτικό κόστος για την έγκριση της άδειας»e-Charter Permission» και ο έλεγχος λήξης ισχύος αυτής, η αβέβαιη αναζήτηση φορολογικών αντιπροσώπων μόνο (!) τρίτων χωρών σε περιπτώσεις εξωχώριων εταιριών για την είσπραξη βεβαιωμένων τελών, η αόριστη διαδικασία ελέγχου εγκυρότητας της σύμβασης εκτέλεσης ναύλων, η δυσχέρεια διαπίστωσης ιδιόχρησης αντί εκμετάλλευσης με ιδιοκτήτες νομικά πρόσωπα τρίτων χωρών/ εξωχώριων εταιριών και η απαγόρευση απόπλου/δέσμευση/κατάσχεση πολυτελών σκαφών με κινδύνους αποζημιώσεων για το ελληνικό κράτος καθιστούν αναποτελεσματική τη ρύθμιση καθώς τα κόστη διοικητικά και οικονομικά υπερβαίνουν τα όποια οφέλη. Ο χρονικός περιορισμός άδειας 21 ημερών στηριζόμενη στην κατά μέσο όρο ναύλωση επτά (7) ημερών ανά σύμβαση και η σύναψη κατ’ εκτίμηση του νομοθέτη τριών (3) συμβάσεων ανά περίοδο τουρισμού (Απρίλιος- Οκτώβριος) είναι αυθαίρετη, δεν στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα ούτε αιτιολογείται ειδικώς στην έκθεση επιπτώσεων.

  • 20 Ιανουαρίου 2022, 12:15 | Πανελλήνιος Σύλλογος Εργαζομένων στους φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων (ΠΑΣΕΦΕΛ)

    Προτείνεται να εξεταστεί η δυνατότητα ένταξης στις κυρώσεις και της επιβολής προστίμου σε περίπτωση εκπρόθεσμης ή μη καταβολής λιμενικών τελών και δικαιωμάτων υπέρ των φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων.

  • Στη διάταξη του άρθρου 20 παρ.2 προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι: «θα.
    Για τα πλοία αναψυχής και τα επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια της
    παρ. 3 του άρθρου 17, ισχύουν τα εξής: «θαα. Σε περίπτωση διαπίστωσης
    μη τήρησης της υποχρέωσης περί κατοχής επί πλοίου αναψυχής ή
    επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιου του απαιτούμενου
    πιστοποιητικού ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. (α) της παρ. 1 του
    άρθρου 18, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πενήντα (50) ευρώ. θαβ. Σε
    περίπτωση διαπίστωσης μη τήρησης της υποχρέωσης περί ασφάλισης
    πλοίου αναψυχής ή επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιου, σύμφωνα με
    το άρθρο 17, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δύο χιλιάδων (2.000) έως και
    είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ. Υπόχρεοι για την καταβολή του
    προστίμου είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρο ο πλοιοκτήτης ή ο
    εφοπλιστής και ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης του».
    Η ως άνω διάταξη μας βρίσκει κάθετα αντίθετους και δέον όπως
    παραληφθεί από το υπό κρίση νομοσχέδιο.
    Ειδικότερα, ο Πλοίαρχος είναι πράγματι το πρόσωπο που έχει την
    εν γένει διοίκηση του πλοίου και διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο
    στην επιχείρηση εκμετάλλευσης αυτού, μετά τον (φορέα της) πλοιοκτήτη
    ή τον εφοπλιστή, έχοντας ευρύτατα κυριαρχικά δικαιώματα τόσο στα
    πράγματα όσο και σ` αυτούς που επιβαίνουν στο πλοίο.
    Οι γενικές γραμμές των εξουσιών του πλοιάρχου ορίζονται στο
    άρθρο 104 ΚΔΝΔ, κατά το οποίο αυτός έχει τη διοίκηση του πλοίου,
    ασκεί εξουσία επί του πληρώματος και των επιβαινόντων, κατά τον
    κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, λαμβάνει κάθε μέτρο μέσα στο πλοίο,
    στα πλαίσια πάντοτε του κανονισμού και του νόμου για την τήρηση της
    τάξεως, της πειθαρχίας, της υγιεινής και της ασφάλειας του πλοίου, των
    επιβαινόντων και του φορτίου.
    Ειδικότερα οι αρμοδιότητες του πλοιάρχου μπορούν να διακριθούν
    σ` εκείνες:
    1)του νομίμου εκπροσώπου του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή,
    σύμφωνα με την οποία οι τελευταίοι (πλοιοκτήτης/εφοπλιστής)
    ενέχονται για τις δικαιοπραξίες που επιχειρεί ο πλοίαρχος κατά την
    εκτέλεση των καθηκόντων του (άρθρα 84, 105 ΚΙΝΔ).
    Η παραπάνω νόμιμη εκπροσώπηση διακρίνεται περαιτέρω σε:
    α)δικαστική εκπροσώπηση, η οποία συνίσταται στην ενεργητική και
    παθητική νομιμοποίηση του πλοιάρχου, σε ό,τι αφορά την κοινοποίηση
    διαδικαστικών και εξώδικων εγγράφων, στη λήψη συντηρητικών μέτρων,
    στην έγερση αγωγών κλπ και β)δικαιοπρακτική εκπροσώπηση, η οποία
    είναι γενική και αφορά σε όλες τις δικαιοπραξίες που επιχειρεί ο
    πλοίαρχος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
    Ειδική εφαρμογή της ως άνω εκπροσώπησης (αν και προσεγγίζει
    περισσότερο τη διοίκηση αλλότριων υποθέσεων) αποτελεί η διάταξη του
    αρθρ. 45 ΚΙΝΔ, κατά την οποία, υπό ορισμένες προϋποθέσεις (όπως
    επιτακτική ανάγκη κατά τη διάρκεια του πλου, αδυναμία συνεννόησης με
    τον πλοιοκτήτη κ.α.), ο πλοίαρχος, προκειμένου να εξεύρει χρήματα
    χάριν επιτακτικών επισκευών του πλοίου ή χάριν άλλων επειγουσών
    αναγκών, μπορεί να πουλήσει ή να ενεχυριάσει μέρος του φορτίου ή να
    συνομολογήσει τις σχετικές συμβάσεις με πίστωση. Η παραπάνω διάταξη
    εφαρμόζεται επίσης και όταν ανακύψουν και άλλοι λόγοι επείγουσας
    φύσης, όπως είναι η πληρωμή καθυστερούμενων μισθών, η καταβολή
    ασφαλίστρων, η εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων που απειλούν
    με κατάσχεση το πλοίο κ.α.
    2)του νομίμου εκπροσώπου των ενδιαφερομένων για το φορτίο
    3)του νομίμου εκπροσώπου του πληρώματος και των επιβατών και
    4)του εκπροσώπου της πολιτειακής εξουσίας (δημόσιου
    λειτουργού), ενόψει του ότι λόγω της απομόνωσης του πλοίου
    διαρκούντος του πλου και της αδυναμίας παρουσίας ή επέμβασης της
    κρατικής εξουσίας, ο πλοίαρχος περιβάλλεται προσωρινά με τις
    αρμοδιότητες του ληξιάρχου, του συμβολαιογράφου, του ανακριτικού
    υπαλλήλου (υποχρεούμενος μεταξύ άλλων, να προβεί σε προανάκριση
    για κάθε τελούμενο στο πλοίο αδίκημα) και του έχοντος πειθαρχική
    εξουσία επί του πληρώματος και των επιβατών, για την τήρηση της
    τάξεως, της πειθαρχίας και της ομαλής διεξαγωγής του πλου.
    Εκτός όμως από τις προαναφερθείσες αρμοδιότητες και εξουσίες
    του πλοιάρχου, ο νόμος του επιβάλλει και ορισμένα ειδικά καθήκοντα, τα
    οποία μπορούν να διακριθούν σε δύο γενικότερες κατηγορίες:
    1)σε καθήκοντα που συνδέονται με την κυβέρνηση του πλοίου, τα
    οποία διακρίνονται περαιτέρω σε: α) καθήκοντα πριν από τον απόπλου,
    που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την κατάρτιση του πληρώματος
    (αρθρ.39ΚΙΝΔ), τη βεβαιότητα ότι το πλοίο είναι ικανό για τον
    επιχειρούμενο πλου, ότι φέρει τα απαραίτητα εφόδια, ότι το πλήρωμα
    έχει την κανονική σύνθεση και ότι το φορτίο είναι καλώς στοιβαγμένο
    (αρθρ. 106 ΚΔΝΔ) β)καθήκοντα που αφορούν στην καθεαυτή
    κυβέρνηση του πλοίου και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την υποχρέωση
    του πλοιάρχου να κυβερνά το πλοίο με κάθε επιμέλεια, να τηρεί τις
    διατάξεις και τους κανονισμούς που αναφέρονται στην ασφάλεια της
    ναυσιπλοίας, να κυβερνά αυτοπροσώπως το πλοίο σε κάθε περίπτωση
    δυσχερούς πλου (αρθρ. 113 ΚΔΝΔ) γ)καθήκοντα που αφορούν τα
    ναυτιλιακά έγγραφα δ)καθήκοντα που αφορούν τους επιβαίνοντες του
    πλοίου και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την αίτηση προς την αρμόδια
    λιμενική ή προξενική αρχή για την αποβίβαση επιβάτη που διαταράσσει
    σοβαρά την τάξη (αρθρ. 111 ΚΔΝΔ) και ε)γενικότερα δημόσιου
    συμφέροντος καθήκοντα που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την παροχή
    κάθε δυνατής βοήθειας σε πλοία, αεροσκάφη ή πρόσωπα που
    κινδυνεύουν στη θάλασσα, στην αναγγελία σε πολεμικά πλοία που
    συναντά στη θάλασσα κάθε θαλάσσιου, διεθνώς διωκόμενου,
    εγκλήματος (π.χ. πειρατία) κ.α.
    2)σε καθήκοντα ως εμπορικού βοηθού του πλοιοκτήτη, στα οποία
    περιλαμβάνεται η υποχρέωση του πλοιάρχου να εκδίδει φορτωτικές για
    τα επί του πλοίου φορτία (αρθρ. 168 ΚΙΝΔ) και η απαγόρευση φόρτωσης
    εμπορευμάτων για δικό του λογαριασμό, χωρίς τη ρητή έγγραφη άδεια
    του πλοιοκτήτη (αρθρ. 46 ΚΙΝΔ).
    Εκτός όμως από τις ευρείας εκτάσεως εξουσίες και τα ειδικότερα
    καθήκοντα που προαναφέρθηκαν ο πλοίαρχος υπέχει και ευθύνες, τόσο
    απέναντι στον πλοιοκτήτη ή στον εφοπλιστή από τη μεταξύ τους σχέση,
    όσο και απέναντι στους τρίτους, (αρθρ. 40 ΚΙΝΔ).
    Ειδικότερα:
    α)ως προς την ευθύνη απέναντι στον πλοιοκτήτη ή στον
    εφοπλιστή, αυτή ρυθμίζεται από τη νομική φύση της σχέσης μεταξύ των
    τελευταίων και του πλοιάρχου, η οποία αποτελεί μικτή σύμβαση που
    περιέχει τόσο τα στοιχεία της μίσθωσης εργασίας όσο και της εντολής.
    Έτσι η διάταξη του αρθρ. 40 ΚΙΝΔ, την οποία ορίζεται ότι ο
    πλοίαρχος ευθύνεται για κάθε πταίσμα, τελεί σε αρμονία τόσο προς την
    ευθύνη του εκμισθωτή εργασίας έναντι του εργοδότη (άρθ.652 ΑΚ), όσο
    και του εντολοδόχου έναντι του εντολέως (αρθρ.714 ΑΚ), με τη διαφορά
    ότι στην ευθύνη του πλοιάρχου δεν έχουν εφαρμογή οι διακρίσεις του
    άρθ.652 εδ. 2 ΑΚ ως προς το βαθμό της επιμέλειας.
    Αυτονόητο είναι επίσης ότι εάν ο πλοίαρχος ενήργησε βάσει
    οδηγιών του πλοιοκτήτη δεν υπάρχει πταίσμα ούτε ευθύνη απέναντι
    στον τελευταίο.
    β)ως προς την ευθύνη απέναντι τους τρίτους, αυτή εξαρτάται
    από το αν προέρχεται: αα)από δικαιοπραξία, οπότε ο πλοίαρχος δεν
    ευθύνεται κατ` αρχήν, διότι κατά κανόνα συνάπτει δικαιοπραξίες ως
    άμεσος αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη, με βάση τη γενική από το
    νόμο ή την ειδική από τον πλοιοκτήτη εξουσιοδότηση ή ββ)από
    αδικοπραξία κατά την άσκηση των καθηκόντων του, οπότε προκύπτει
    κατά κανόνα προσωπική του ευθύνη, με τις προϋποθέσεις και τους όρους
    των άρθ. 914 ΑΚ επ., μπορεί δε να αφορά αποκλειστικά τον πλοίαρχο ή
    να συντρέχει παράλληλα με την ευθύνη του αντιπροσωπευόμενου
    πλοιοκτήτη. Για τις πράξεις όμως του πληρώματος δεν μπορεί να
    ευθύνεται κατ` αρχήν ο πλοίαρχος, κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών,
    αφού το πλήρωμα θεωρείται ότι συνίσταται από βοηθούς εκπλήρωσης ή
    προστηθέντες του πλοιοκτήτη και όχι βοηθούς εκπλήρωσης του
    πλοιάρχου. Μόνον όταν υπάρχει ίδιο πταίσμα του πλοιάρχου, σχετικά με
    τις πράξεις του πληρώματος, είναι δυνατόν να προκύψει ιδία αυτού
    ευθύνη, διότι π.χ. παρέλειψε να εμποδίσει τις εν λόγω πράξεις, με βάση
    την αναγνωριζόμενη από το νόμο πειθαρχική του εξουσία. (Ν.Δελούκας:
    Ναυτικόν Δίκαιον, §109-121 σελ.162-181, Δ.Καμβύσης: Ναυτεργατικόν
    Δίκαιον, εκδ.1977, σελ.38-41,43,49-56, Ιω. Κοροτζής: Ναυτικό Εργατικό
    Δίκαιο, εκδ.1990, παρ. 9-14α, σελ.45-71). 
    Για την τήρηση της υποχρέωσης περί ασφάλισης πλοίου
    αναψυχής ή επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιου, σύμφωνα με
    το άρθρο 17 του νομοσχεδίου, ασφαλώς ευθύνεται ο πλοιοκτήτης ή ο
    εφοπλιστής του σκάφους, και όχι ο Πλοίαρχος ή Κυβερνήτης του
    σκάφους, ο οποίος, ανεξαρτήτως των ως άνω σημαντικών εξουσιών
    που διαθέτει, ουσιαστικά είναι ένας απλός εργαζόμενος ναυτικός,
    όπως και τα λοιπά μέλη του πληρώματος, συνεπώς δεν είναι δυνατόν
    ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης ενός σκάφους να είναι υπόχρεος για την
    καταβολή του προστίμου σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης
    ασφάλισης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον πλοιοκτήτη ή τον
    εφοπλιστή του σκάφους.
    Υπό τα ως άνω δεδομένα, η ως άνω διάταξη του άρθρου 20 παρ.2
    περ. θαα και θαβ, κατά το μέρος που προβλέπου την αλληλεγγύως και εις
    ολόκληρον ευθύνη του Πλοιάρχου ή Κυβερνήτη με τον Πλοιοκτήτη ή
    εφοπλιστή, δέον όπως παραληφθεί από το υπό κρίση σχέδιο νόμου.

  • Aπο τη στιγμή που είναι υποχρεωτική η εγγραφή του πλοίου στο e-Μητρώο, θα πρέπει η διαδικασία να
    “τρέχει “ παράλληλα με την αίτηση εγγραφής σε ΒΕΜΣ/Νηολόγια και να μη δίνεται η άδεια αν δεν έχει ολοκληρωθεί η σχετική εγγραφή απ τον ιδιοκτήτη. Αρα εδώ τα πρόστιμα και η διαδικασία μεταγενέστερου ελέγχου είναι περιττή.

    Σχετικά με την ανάγκη ύπαρξης των σχετικών εγγράφων στο πλοίο, το αρμόδιο για τον έλεγχο όργανο, θα πρέπει να χρησιμοποιεί κάθε πρόσφορο ηλεκτρονικό μέσο για να επιβεβαιώνει την ισχύ τους. Σε μια εποχή που η πληροφορία είναι σε ηλεκτρονική μορφή, έγγραφα ευαίσθητα δεν χρειάζεται να βρίσκονται τυπωμένα στο σκάφος. Απλά αντίγραφα σε ηλεκτρονική μορφή επαρκούν. Άλλωστε ούτε και μια δημόσια υπηρεσία μπορεί να ελέγξει την εγκυρότητα τους αν δεν ελέγξει ηλεκτρονικά τι ισχύει.

  • 12 Ιανουαρίου 2022, 15:50 | Αγγέλα Ταβιανάτου

    Μόνο θλίψη προκαλεί η λογική του Νόμου.
    Πρόστιμα, πρόστιμα πρόστιμα. Και σε τι ύψη!

    Φαίνεται ότι, δεν έχει αντιληφθεί η ηγεσία του ΥΕΝ, με τι κόπο κερδίζονται τα χρήματα στον θαλάσσιο τουρισμό. Ούτε, δυστυχώς, την σημασία του για την ενότητα των ελληνικών θαλασσών.
    Ούτε την ζωή που φέρνει αυτός ο τουρισμός στα πιο απομακρυσμένα νησιά μας.
    Την τελευταία διετία προστέθηκαν στον κλάδο μας τα παρακάτω βάρη.
    1. Μαρίνες επί 2 ή επί 3
    2. ΦΠΑ εσόδων επί 2
    3. ε-τεπαϊ από μηδέν σε κάποια κατοστάρικα και χιλιάρικα ανά έτος
    4. Φόρος πλοίων επί 5 ή 7 σε όλα τα πλοία, χωρίς την αναλογικότητα που απαιτεί κάθε φορολογία.
    5. Επιβάρυνση του cash – flow των πλοίων κάτω των 12 μέτρων με τον ΦΠΑ, τον οποίον επιστρέφει το ελληνικό κράτος στον δικαιούχο με καθυστέρηση ετών, ενώ θα έπρεπε να πιστώνεται ο λογαριασμός του αμέσως. Εννοείται ότι θα έπρεπε να απαλλάσσεται εξ αρχής.
    6. Αύξηση γραφειοκρατίας η οποία δεν είναι χωρίς κόστος. Στις μικρές εταιρείες είναι εξοντωτική.
    Ας ελέγξει το ΥΕΝ πόσο μειώθηκε ο αριθμός των μικρών πλοίων και πόσες μικρές εταιρείες έβαλαν λουκέτο και θα καταλάβει πού οδηγείται ο κλάδος.
    Κρίμα! Κρίμα για την χώρα μας.