Άρθρο 37 Τροποποιήσεις στις διατάξεις του ν.3386/2005

 

Τροποποιήσεις στις διατάξεις του ν.3386/2005

1.   Οι παράγραφοι 1 έως 3 του άρθρου 44 του ν.3386/2005, όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης χορηγείται άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους σε υπηκόους τρίτων χωρών που εμπίπτουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες, εφόσον αυτοί δεν αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια :

α.         Θύματα εμπορίας ανθρώπων και παράνομης διακίνησης μεταναστών,  τα οποία δεν συνεργάζονται με τις διωκτικές Αρχές, εφόσον υφίσταται σχετική πράξη χαρακτηρισμού από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών και βεβαιώνεται από τις αρμόδιες αρχές ότι έχει κινηθεί η διαδικασία για την εξάρθρωση των εγκληματικών οργανώσεων.

β. Θύματα εγκληματικών πράξεων, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 1 έως 3 του ν.927/1979 (ΦΕΚ 139 Α΄), εφόσον έχει ασκηθεί γι’ αυτές ποινική δίωξη και μέχρι να εκδοθεί δικαστική απόφαση. Εάν τα ανωτέρω πρόσωπα υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή, η άδεια διαμονής εξακολουθεί να χορηγείται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θεραπεία τους.

γ. Ενήλικοι, θύματα ενδοοικογενειακής βίας ή ανίκανοι να επιμεληθούν των υποθέσεών τους εξαιτίας λόγων υγείας ή ανήλικοι που αποδεδειγμένα χρήζουν προστατευτικών μέτρων και φιλοξενούνται από ιδρύματα ή άλλα νομικά πρόσωπα κοινωφελούς σκοπού,  εφόσον η επιστροφή τους σε ασφαλές περιβάλλον είναι αδύνατη.

δ. Ανήλικοι, η επιμέλεια των οποίων έχει ανατεθεί με απόφαση ελληνικού δικαστηρίου ή αλλοδαπού δικαστηρίου, που αναγνωρίζεται από τις ελληνικές αρχές, σε οικογένειες Ελλήνων ή οικογένειες υπηκόων τρίτων χωρών με νόμιμη διαμονή στη Χώρα ή για τα οποία είναι εκκρεμής διαδικασία υιοθεσίας ενώπιον των ελληνικών αρχών.

ε. Θύματα εργατικών ατυχημάτων και λοιπών ατυχημάτων που καλύπτονται από την ελληνική νομοθεσία, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θεραπεία ή λαμβάνουν σύνταξη για την ίδια αιτία. Προϋπόθεση για την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της άδειας διαμονής σε πρόσωπα της εν λόγω κατηγορίας είναι η κατοχή από τον αιτούντα ισχυρής άδειας διαμονής, εκτός εάν πρόκειται για θύματα ιδιαίτερα καταχρηστικών όρων εργασίας και η παραμονή τους στη χώρα είναι αναγκαία για την εκκαθάριση των έναντι αυτών εργοδοτικών υποχρεώσεων.

στ. Πάσχοντες από σοβαρά προβλήματα υγείας. Η συνδρομή σοβαρών προβλημάτων υγείας, καθώς και η διάρκεια της θεραπείας, διαπιστώνονται με πρόσφατο ιατρικό πιστοποιητικό. Σε περίπτωση, κατά την οποία το πρόβλημα υγείας αναφέρεται σε λοιμώδες νόσημα, για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Υγείας, Διατροφής και Άθλησης ότι δεν συντρέχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας διαμονής για πρόσωπα που πάσχουν από σοβαρά προβλήματα υγείας είναι η κατοχή από τον αιτούντα ισχυρής άδειας διαμονής.

ζ. Ανήλικοι φιλοξενούμενοι σε οικοτροφεία, που λειτουργούν υπό την εποπτεία των αρμόδιων Υπουργείων.

η. Ενήλικοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα καθώς και όσοι φοίτησαν σε έξι τουλάχιστον τάξεις ελληνικού σχολείου πριν ενηλικιωθούν, εφόσον εξακολουθούν να διαμένουν στη χώρα

θ. Σύζυγοι και συντηρούμενα μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη.

Προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας διαμονής σε πρόσωπα των παραπάνω κατηγοριών είναι η κατοχή διαβατηρίου, έστω και εάν αυτό έχει λήξει. Άδεια διαμονής χορηγείται και στις περιπτώσεις διαπιστωμένης αντικειμενικής αδυναμίας εφοδιασμού του ενδιαφερομένου με διαβατήριο εφόσον αυτή διαπιστώνεται, κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ενδιαφερομένου και γνώμης της αρμόδιας Επιτροπής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 84 του Ν. 3386/2005.

Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής της περίπτωσης α΄ είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά για δύο έτη μόνο με την προϋπόθεση ότι συνεχίζεται η διερεύνηση της σχετικής ποινικής διαδικασίας. Σε περίπτωση που η διαδικασία αυτή περατωθεί με οποιονδήποτε τρόπο ή τεθεί στο αρχείο, η άδεια διαμονής μπορεί να ανανεωθεί για έναν από τους λοιπούς λόγους του παρόντος ύστερα από γνώμη επιτροπής της παραγράφου 1 του άρθρου 89 και μόνον εφόσον κρίνεται σκόπιμη εκ των εν γένει περιστάσεων και των στοιχείων του φακέλου ότι συντρέχει εξαιρετικός λόγος προς τούτο.

Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄ και ζ΄ είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά για δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις. Η διάρκεια της άδειας διαμονής των περιπτώσεων ε΄ και στ’  είναι διετής και μπορεί να ανανεώνεται ανά διετία εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις. Η διάρκεια της άδειας διαμονής των περιπτώσεων η΄ και θ΄ είναι ετήσια και μπορεί να ανανεωθεί μόνον για έναν από τους λοιπούς λόγους του παρόντος νόμου.

Για την εξέταση αιτήματος χορήγησης άδειας διαμονής σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν καταβάλλεται παράβολο, εκτός των περιπτώσεων η΄ και θ΄ για τις οποίες καταβάλλεται παράβολο ύψους 150 ευρώ.

Οι κάτοχοι άδειας διαμονής των περιπτώσεων α΄, β΄,  η΄ καθώς και όσοι αποκτούν άδεια διαμονής ως σύζυγοι Ελλήνων πολιτών με βάση την περίπτωση του στοιχ. θ΄ έχουν δικαίωμα να εργαστούν με σχέση εξαρτημένης εργασίας ή να παρέχουν υπηρεσίες ή έργο.

2. Ο Υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μπορεί κατ’ εξαίρεση να χορηγεί μετά  από γνώμη Επιτροπής της παραγράφου 1 του άρθρου 89 του παρόντος άδεια διαμονής διάρκειας ενός (1) έτους σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ελλάδα και αποδεικνύουν ότι έχουν αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς με τη Χώρα, εφόσον δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους λόγοι δημόσιας τάξης. Η άδεια διαμονής για εξαιρετικούς λόγους μπορεί να ανανεώνεται μόνο για έναν από τους λοιπούς λόγους του παρόντος νόμου.

Αίτημα χορήγησης άδειας για εξαιρετικούς λόγους εξετάζεται μόνον εφ’ όσον ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας προσκομίζει (α) θεώρηση εισόδου ή άδειας διαμονής έστω και εάν αυτές έχουν λήξει, (β) διαβατήριο σε ισχύ (γ) παράβολο ύψους 300 ευρώ καθώς και (δ) έγγραφα που στοιχειοθετούν ότι έχουν αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς με τη Χώρα, οι οποίοι καθιστούν αναγκαία τη παραμονή του εντός Ελληνικής Επικράτειας.

Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται η προσκόμιση των υπό στοιχ. α΄ εγγράφων εφόσον ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει με έγγραφα βέβαιης χρονολογίας το πραγματικό γεγονός της διαμονής του στη χώρα για δώδεκα τουλάχιστον συνεχή χρόνια. Με απόφαση του ο Υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μπορεί να καθορίζει περιοριστικά τα έγγραφα βέβαιης χρονολογίας που αποδεικνύουν τη δωδεκαετή συνεχή παραμονή του αιτούντος στη χώρα.

Δεν απαιτείται επίσης η κατοχή διαβατηρίου σε ισχύ εφόσον συντρέχει διαπιστωμένη αντικειμενική αδυναμία του ενδιαφερόμενου να εφοδιαστεί με οιοδήποτε ταξιδιωτικό έγγραφο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου  84 του Ν. 3386/2005.

Στην περίπτωση που ο ειδικός δεσμός που ο ενδιαφερόμενος επικαλείται συνδέεται με σοβαρούς λόγους υγείας του ιδίου ή ανηλίκου τέκνου του, θα πρέπει να αποδεικνύει ότι οι λόγοι αυτοί προέκυψαν μετά την είσοδό του στη Χώρα και συνδέονται με τη διαμονή του σε αυτή.

Για τη διαπίστωση της συνδρομής ιδιαίτερων δεσμών με τη Χώρα συνεκτιμώνται ιδίως (α) η πολύ καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας, (β) η φοίτηση σε ελληνικό σχολείο πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, (γ) το διάστημα διαμονής του στην Ελλάδα και κυρίως της νόμιμης, (δ) ο χρόνος τυχόν ασφάλισής του σε ελληνικό οργανισμό κύριας ασφάλισης και  εκπλήρωσης φορολογικών υποχρεώσεων, (ε) ο συγγενικός δεσμός του με Έλληνα πολίτη ή ομογενή.

3. Αρμόδια υπηρεσία για την υποβολή των παραπάνω αιτήσεων είναι η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Η κατάθεση αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους δεν συνεπάγεται τη νόμιμη διαμονή του αιτούντος για το χρόνο που θα απαιτηθεί μέχρι την εξέταση του φακέλου. Κατά τη διαδικασία εξέτασης του φακέλου δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του παρόντος».

2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 44 του ν.3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η άδεια διαμονής που χορηγείται στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄, ε΄ και στ΄, της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να ανανεωθεί για έναν από τους λοιπούς λόγους του νόμου αυτού, εφόσον εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους εκδόθηκε».

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 44 του ν.3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι άδειες διαμονής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου παρέχουν στον υπήκοο τρίτης χώρας δικαίωμα πρόσβασης στη μισθωτή απασχόληση και στην παροχή υπηρεσιών ή έργου.».

4. Τα εδάφια τρίτο και τέταρτο  της παραγράφου 1 του άρθρου 84 του ν.3386/2005, όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του ν.3536/2007, αντικαθίστανται ως εξής:

«Ειδικά για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο πολίτης τρίτης χώρας αδυνατεί να προσκομίσει ισχύον διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο, είναι δυνατή η χορήγηση της άδειας διαμονής με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, εφόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας επικαλείται ειδικώς και αιτιολογημένως αντικειμενική αδυναμία λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών ή καταστάσεων, κατόπιν γνώμης της κατωτέρω Επιτροπής, εκτός αν συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας.

Στο Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για τον ανωτέρω σκοπό συνιστάται ειδική τριμελής Επιτροπή, η οποία γνωμοδοτεί σχετικά με την ύπαρξη αντικειμενικής αδυναμίας προσκόμισης ισχυρού διαβατηρίου και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού ως εξής:

α. Τον πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στο Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ως πρόεδρο,

β. Τον προϊστάμενο του αρμόδιου Τμήματος του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

γ. Έναν υπάλληλο του αρμόδιου Τμήματος του Υπουργείου Εξωτερικών.

Εισηγητής στην Επιτροπή ορίζεται με τον αναπληρωτή του υπάλληλος του αρμόδιου Τμήματος της Διεύθυνσης Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.».

5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 89 του ν.3386/2005, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης συνιστώνται τρεις (3) Επιτροπές Μετανάστευσης, οι οποίες γνωμοδοτούν σχετικά με τη συνδρομή ιδιαίτερων δεσμών με την κοινωνική ζωή της χώρας καθώς και σε κάθε περίπτωση που παραπέμπεται σε αυτές στο πλαίσιο χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Με απόφαση του ιδίου συγκροτούνται οι Επιτροπές και ορίζονται τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη τους και οι γραμματείς με τους αναπληρωτές τους.

Κάθε μία από αυτές αποτελείται από:

α. Έναν (1) υπάλληλο της Διεύθυνσης Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης προϊστάμενο θέσης ευθύνης, ως Πρόεδρο.

β. Έναν (1) Έναν αξιωματικό της Διεύθυνσης Αλλοδαπών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας

γ. Έναν (1) εκπρόσωπο της κοινωνίας των πολιτών που προτείνει η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Εισηγητές στις Επιτροπές Μετανάστευσης ορίζονται υπάλληλοι της Διεύθυνσης Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.».

6. Η παράγραφος 4 του άρθρου 73 του ν.3386/2005 καταργείται.

7. Η παράγραφος 5 του άρθρου 73 του ν.3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«Υπήκοος τρίτης χώρας, που παραβιάζει την προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης ή, σε κάθε άλλη περίπτωση, διαμένει παράνομα στη Χώρα για χρονικό διάστημα που δεν ξεπερνά τις τριάντα (30) ημέρες, υποχρεούται κατά την αναχώρηση να καταβάλει το τετραπλάσιο του προβλεπόμενου παραβόλου για άδεια διαμονής ετήσιας διάρκειας.[1] Εάν ο χρόνος της παράνομης διαμονής είναι μεγαλύτερος των τριάντα (30) ημερών, υποχρεούται να καταβάλει το οκταπλάσιο του προβλεπόμενου παραβόλου για ετήσια άδεια διαμονής.

Η διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής του ανωτέρω προστίμου καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.

Εξαιρούνται από την επιβολή προστίμων: α) οι ανήλικοι, β) όσοι έχουν την ιδιότητα  του ομογενούς, γ) όσοι έχουν την ιδιότητα του συζύγου ή γονέα ημεδαπού, ομογενούς ή κοινοτικού, δ) όσοι εντάσσονται σε διαδικασίες και προγράμματα οικειοθελούς επαναπατρισμού, ε) όσοι παραβιάζουν το νόμιμο χρόνο παραμονής τους στην ελληνική επικράτεια για λόγους ανωτέρας βίας, εφόσον αναχωρήσουν εντός τριάντα (30) ημερών από την εξάλειψη του γεγονότος. Για τη συνδρομή του λόγου εξαίρεσης σε κάθε περίπτωση αποφαίνεται η αστυνομική αρχή που πραγματοποιεί τον έλεγχο αναχώρησης του αλλοδαπού.».

8. Εκκρεμείς αιτήσεις που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44 παρ.2 του ν.3386/2005, όπως ισχύει, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, όπως τροποποιούνται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον πληρούνται οι αντίστοιχες προϋποθέσεις.


[1] Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14, παρ.3 του ν.3536/2007

  • 24 Νοεμβρίου 2010, 16:21 | ΑΠΟΣΤΟΣ

    Για άλλη μια φορά βλέπουμε να μην υπάρχει συνοχή στην δημόσια διοίκηση, καθόσον, από τη μια προστατεύεται και δεν απομακρύνεται από τη χώρα γονέας ανηλίκου ημεδαπού (άρθ. 36 του σ.ν. αλλά και άρθ. στο ν. 3386/2005 «προστασία από την απέλαση»  – θέμα του ΥΠ.ΠΡ.ΠΟ-)   ενώ δεν υπάρχει ανάλογη ρύθμιση για χορήγηση τίτλου διαμονής σε πολίτες τρίτων χωρών (θέμα του Υπουργείου Εσωτερικών) που,   καλώς ή κακώς, είναι γονείς ανήλικων ημεδαπών,χωρίς να έχουν τελέσει γάμο με Έλληνα/νίδα πολίτη και διαμένουν ή και εισήλθαν παράνομα στην Ελλάδα.  

  • 23 Νοεμβρίου 2010, 14:30 | ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΤΣΑΚΑΣ

    Η υποχρέωση προηγούμενης κατοχής ισχυρής άδειας διαμονής για τους αιτούντες άδειας για ανθρωπιστικούς λόγους που πάσχουν από σοβαρά προβλήματα υγείας δεν είναι συμβατή με το Σύνταγμά μας για την προστασία της αξίας του κάθε ανθρώπου που βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας.
    Θα πρέπει επίσης να δοθεί η πραγματική δυνατότητα στους αλλοδαπούς που στερούνται ισχυρών εγγράφων να μπορούν να εξουσιοδοτήσουν τρίτο για να τους εκπροσωπήσει σχετικά χωρίς να απασχολεί η μη νόμιμη διαμονή τους στην χώρα έως την υποβολή της αίτησης.
    Η  αναγκαία επιτάχυνση της διαδικασίας της εξέτασης των σχετικών αιτήσεων (με το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό) θα επέτρεπε την δυνατότητα παραμονής των αιτούντων χωρίς τον κίνδυνο απέλασης μέχρι τουλάχιστον της σχετικής απόφασης.
    Όσον αφορά την σύνθεση της επιτροπής μετανάστευσης του αρθ. 89 θα έπρεπε ως ένα μέλος να ορίζεται από το Πανεπιστήμιο πανεπιστημιακός με σχετική εξειδίκευση.
    Τέλος για τον λόγο εξαίρεσης από την καταβολή τελών για παραβίαση της προθεσμίας οικιοθελούς αποχώρησης πρέπει να αποφαίνεται δικαστική αρχή.

  • 20 Νοεμβρίου 2010, 21:06 | E.K.

    Η τροποποίηση των διατάξεων του Ν. 3386/2005 όσον αφορά στους πολίτες τρίτων χωρών που για αντικειμενικούς λόγους αδυνατούν να προσκομίσουν ενώπιον των ελληνικών αρχών εθνικό διαβατήριο δεν αντιμετωπίζει με τρόπο αποτελεσματικό το πραγματικό ζήτημα, αυτό της ανιθαγένειας. Γιατί μόνον ο άπατρις ή άπολις ή ανιθαγενής, ως στερούμενος δεσμού με οιαδήποτε Πολιτεία στον κόσμο, αδυνατεί να προσκομίσει εθνικό διαβατήριο για αντικειμενικούς πραγματικούς ή νομικούς λόγους. Και στο μέτρο που οι λόγοι δημιουργίας της ανιθαγένειας κατά κανόνα δεν οφείλονται στους πολίτες, αλλά στα κράτη (αφού εμπίπτει το πεδίο άσκησης της εξουσίας τους – κυρίως νομοθετικής – η χορήγηση και/ή η αφαίρεση της ιθαγένειας)  και σε γεγονότα που δεν αποφασίζονται σε επίπεδο βούλησης των πολιτών (για παράδειγμα διάσπαση ενός κράτους ή μιας κρατικής οντότητας όπως συνέβη με την Τσεχοσλοβακία ή με τη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ) το βάρος της απόδειξης για την αντικειμενική αδυναμία προσκόμισης εθνικού διαβατηρίου πρέπει να «μοιράζεται» μεταξύ του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας και της Ελληνικής Πολιτείας. Ο μεν πολίτης υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά συνεπεία των οποίων απώλεσε την ιθαγένειά του (αν είχε) και στο μέτρο του δυνατού να επικαλεστεί τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του η εφαρμογή των οποίων οδήγησε στην απώλεια της ιθαγένειας η δε Ελληνική Πολιτεία οφείλει να διερευνήσει (προκειμένου να επαληθεύσει) δια της διπλωματικής ή άλλης οδού (για παράδειγμα Ινστιτούτο Αλλοδαπού Δικαίου) τις διατάξεις της νομοθεσίας της σχετικής χώρας που αποτελούν τη γενεσιουργό αιτία της ανιθαγένειας αλλά και στοιχεία δημοσιευμένα σε εκθέσεις εθνικών και / ή αλλοδαπών αρχών ή διεθνών οργανισμών που αφορούν στο πρόβλημα της ανιθαγένειας που έχει δημιουργηθεί σε συγκεκριμένη χώρα. Η διαδικασία διαπίστωσης του καθεστώτος ενός προσώπου ως ανιθαγενούς μπορεί να είναι περίπλοκη, αλλά είναι σαφής και κατά κάποιον τρόπο τυποποιημένη, αφού αναζητούνται κατά κανόνα οι σχετικές διατάξεις νόμου των κρατών της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ενδιαφερόμενου και / ή των γονέων του (για την περίπτωση που έχει γεννηθεί στην Ελλάδα). Ως συμβαλλόμενο κράτος στη Σύμβαση του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών, η Ελλάδα διαθέτει την αναγκαία νομική βάση για την εγγύηση του δικαιώματος του άρθρου 12 του Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Ν. 2462/1997). Σε αυτό το πλαίσιο, και λαμβάνοντας υπόψη ότι αρνητική προϋπόθεση για τη χορήγηση της σχετικής άδειας διαμονής είναι να μην συντρέχουν στο πρόσωπο του ενδιαφερόμενου αλλοδαπού λόγοι δημόσιας τάξης ή εθνικής ασφάλειας, η διαπίστωση της αντικειμενικής (πραγματικής και / ή νομικής) αδυναμίας του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας να προσκομίσει διαβατήριο ενώπιον των ελληνικών αρχών πρέπει να συνδυαστεί με τη νομοθετική ενεργοποίηση του άρθρου 28 του Ν. 139/1975 (με τον οποίο κυρώθηκε η προαναφερόμενη Σύμβαση για το Καθεστώς των Ανιθαγενών).  Με τον τρόπο αυτό μπορεί επιπροσθέτως να παρασχεθεί η πραγματική δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο πολίτη τρίτης χώρας να αιτηθεί την πολιτογράφησή του (που σε κάθε περίπτωση απαιτεί την κατάθεση εθνικού διαβατηρίου ή αναγνωρισμένου ταξιδιωτικού εγγράφου) και επομένως να παύσει το καθεστώς της ανιθαγένειας. Σημειώνεται ότι το καθεστώς της ανιθαγένειας είναι εξαιρετικό, ως προσωπική κατάσταση, και επομένως επιβάλλεται να παύει με την απόκτηση μιας ιθαγένειας.
    Όσον αφορά στην περίπτωση των ταξιδιωτικών εγγράφων που κατά κανόνα χορηγούνται από τη χώρα της προηγούμενους συνήθους διαμονής σε πρόσωπα που στερούνται ιθαγένεια, η διαπίστωση της γνησιότητας  (και δια της διπλωματικής οδού) του σχετικού εγγράφου θα πρέπει να έχει ως συνέπεια αφενός τη χορήγηση άδειας διαμονής (με τις ειδικότερες προϋποθέσεις που ορίζει η σχετική διάταξη του σχεδίου νόμου) και  αφετέρου την ενημέρωση του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας για το δικαίωμά του να αιτηθεί την εφαρμογή του Παραρτήματος της προαναφερόμενης Σύμβασης για το Καθεστώς των Ανιθαγενών (που σημαίνει και σε αυτήν την περίπτωση τη νομοθετική ενεργοποίηση του άρθρου 28 του Ν. 139/1975).
    Ως προς τη σύνθεση της Επιτροπής που κρίνει τις περιπτώσεις της αντικειμενικής αδυναμίας του πολίτη τρίτης χώρας να προσκομίσει ισχυρό διαβατήριο σημειώνεται ότι δεν καθορίζεται επαρκώς ο «υπάλληλος του αρμόδιου τμήματος του Υπουργείου Εξωτερικών». Θα πρέπει να διερευνηθεί ποιο από όλα τα τμήματα του Υπουργείου Εξωτερικών διαθέτει την ειδικότερη τεχνογνωσία σε θέματα που αφορούν στην ανιθαγένεια (προκειμένου για πολίτες τρίτων χωρών).
    Θετική είναι η διάταξη που προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής στους πολίτες τρίτων χωρών, που στερούνται για αντικειμενικούς λόγους ισχυρό διαβατήριο και / ή ταξιδιωτικό έγγραφο, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Τούτο συνεπάγεται την ενημέρωση των κατά τόπον αρμόδιων υπαλλήλων των Υπηρεσιών Μετανάστευσης για τη σχετική κατηγορία αλλοδαπών πολιτών και για την παροχή των κατάλληλων συμβουλών στους ενδιαφερόμενους προκειμένου να νομιμοποιήσουν τη διαμονή τους στη χώρα.
    Τέλος, σημειώνεται ότι σύμφωνα με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αρμόδιο όργανο για την επίβλεψη της εφαρμογής της Σύμβασης του 1954 για το Καθεστώς τω Ανιθαγενών και για την παροχή τεχνογνωσίας ή οιασδήποτε άλλης υποστήριξης στα κράτη είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, που διατηρεί γραφείο στην Ελλάδα και συνεργάζεται με την Ελληνική Πολιτεία για την εφαρμογή της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελληνική Πολιτεία είχε ανταποκριθεί θετικά στο παρελθόν σε απάντηση ερωτηματολογίου που εντασσόταν σε έρευνα που διεξήγαγε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες για την ανιθαγένεια στα κράτη μέλη της ΕΕ. Για τη δράση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες όσον αφορά στην ανιθαγένεια αλλά και για τις περιπτώσεις της ανιθαγένειας που αντιμετωπίζει σε παγκόσμιο επίπεδο βλέπε ειδικότερα: http://www.unhcr.org/pages/49c3646c155.html