Άρθρο 56 – Ένορκη διοικητική εξέταση

  1. Ένορκη διοικητική εξέταση (Ε.Δ.Ε.) δύναται να ενεργείται όταν ο Ιατρικός Σύλλογος έχει σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος. Η εξέταση αυτή αποσκοπεί στη συλλογή στοιχείων για τη διαπίστωση της τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος και τον προσδιορισμό των προσώπων που τυχόν ευθύνονται, καθώς και στη διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί. Η ένορκη διοικητική εξέταση δεν συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης.
  2. Η ένορκη διοικητική εξέταση διατάσσεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου, που έχει πειθαρχική αρμοδιότητα, και ενεργείται από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου. Η ένορκη διοικητική εξέταση περατώνεται εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία της ανάθεσής της στο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Αυτός που διενεργεί την ένορκη διοικητική εξέταση μπορεί να ζητήσει, με πλήρως αιτιολογημένη αίτησή του, παράταση της προθεσμίας αυτής έως ένα μήνα.
  3. Καλείται υποχρεωτικά να εξεταστεί ανωμοτί ο ιατρός, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, και μπορεί να παρίσταται αυτοπροσώπως, καθώς και με πληρεξούσιο δικηγόρο. Η μη προσέλευσή του ή άρνηση να εξεταστεί δεν εμποδίζει την πρόοδο της εξέτασης. Έχει δικαίωμα ο ιατρός, στον οποίο αποδίδεται πειθαρχικό παράπτωμα, κατά τη διάρκεια της ένορκης διοικητικής εξέτασης και μέχρι το πέρας αυτής να προτείνει μάρτυρες προς εξέταση και ο διενεργών την Ε.Δ.Ε. οφείλει να καλέσει τουλάχιστον πέντε εξ αυτών να εξεταστούν.
  4. Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται με την υποβολή αιτιολογημένου πορίσματος αυτού που τη διενεργεί. Το πόρισμα αυτό υποβάλλεται, με όλα τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου, που διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης. Εφόσον με την έκθεση διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο γιατρό, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να παραπέμψει την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης.
  5. Η Ε.Δ.Ε. είναι μυστική, αλλά ο ιατρός, στον οποίον αποδίδεται πειθαρχικό παράπτωμα, έχει δικαίωμα σε κάθε στάδιο της διαδικασίας να λαμβάνει γνώση όλων των εγγράφων και εν γένει στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί. Έχει δικαίωμα επίσης ο ιατρός σε κάθε στάδιο της Ε.Δ.Ε. να υποβάλει υπομνήματα.
  6. Η Ε.Δ.Ε. μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου ιατρού, εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία.