Άρθρο 7 Τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα

1. Με τη διαδικασία της παρ. 2 θεσπίζονται τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα πενταετούς διάρκειας στους ακόλουθους τομείς: α) παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, β) μεταφορές, γ) βιομηχανία, δ) κτίρια, ε) γεωργία και κτηνοτροφία, στ) απόβλητα, ζ) δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγή χρήσεων γης και δασοπονίας, σύμφωνα με τον Κανονισμό 2018/841 Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2018 «σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης (EE) αριθ. 529/2013/ΕΕ» (L 156). Οι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα συνοδεύονται από εφαρμοστικές ρυθμίσεις που εξειδικεύουν τα μέτρα, τους άξονες δράσεων και τις κατευθύνσεις του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (Ε.Σ.Ε.Κ.), του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1099 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 (L 328), με σκοπό τη διασφάλιση της επίτευξης των τιθέμενων στόχων.
2. Η Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας συντάσσει, σε συνεργασία με την Ομάδα Εργασίας Παρακολούθησης Ε.Σ.Ε.Κ. της υπ’ αρ. 31/30.9.2019 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου (Α’ 147), τους τομεακούς προϋπολογισμούς άνθρακα και τους διαβιβάζει:
α) Στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) για τη διεξαγωγή δημόσιας διαβούλευσης διάρκειας τουλάχιστον τριάντα (30) ημερών με τους φορείς που σχετίζονται με τους αντίστοιχους τομεακούς προϋπολογισμούς, τα αποτελέσματα της οποίας συνοψίζονται σε έκθεση που συντάσσει ο ΟΦΥΠΕΚΑ, και
β) στην Επιστημονική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή της παρ. 3Α του άρθρου 26 για γνωμοδότηση εντός τριάντα (30) ημερών.
Οι τομεακοί προϋπολογισμοί, μετά την επεξεργασία των σχολίων της διαβούλευσης και τη γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, υποβάλλονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας προς έγκριση στην Κυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Ουδετερότητα της παρ. 1 του άρθρου 26. Η εισήγηση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας συνοδεύεται από την έκθεση διαβούλευσης και τη γνώμη της Επιστημονικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή. Μετά την έγκρισή τους, οι τομεακοί προϋπολογισμοί κυρώνονται με νόμο.
3. Οι πρώτοι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα καταρτίζονται το έτος 2023 για την περίοδο 1.1.2026-31.12.2030 και στη συνέχεια κάθε πέντε (5) έτη, για την επόμενη πενταετή περίοδο. Οι τομεακοί προϋπολογισμοί αναθεωρούνται σύμφωνα με την παρ. 2.
4. Ως αφετηρία για τον υπολογισμό της ποσότητας των εκπομπών κάθε πενταετούς περιόδου λαμβάνεται ο μέσος όρος των εκπομπών του τομέα των τριών (3) τελευταίων ετών που προηγούνται του έτους έναρξης ισχύος του εν λόγω προϋπολογισμού.
5. Η ποσότητα των εκπομπών του τελευταίου έτους της κάθε πενταετούς περιόδου υπολογίζεται σύμφωνα με τους κλιματικούς στόχους για τα έτη 2030, 2040 και 2050 του άρθρου 1 και προσδιορίζεται από τη Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε συνεργασία με την Ομάδα Εργασίας Παρακολούθησης του Ε.Σ.Ε.Κ., με βάση τις πλέον πρόσφατες διαθέσιμες προβλέψεις, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ελαχιστοποίησης του οικονομικού κόστους.
6. Το άθροισμα όλων των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα ισούται με τον συνολικό προϋπολογισμό άνθρακα της χώρας για την αντίστοιχη χρονική περίοδο.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 13:27 | ΜΕΤΡΟ ΑΕΒΕ

    Σύμφωνα με την παρ. 3 οι πρώτοι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα καταρτίζονται το έτος 2023 για την περίοδο 1.1.2026-31.12.2030, ενώ σύμφωνα με την παρ. 4. ως αφετηρία για τον υπολογισμό της ποσότητας των εκπομπών κάθε πενταετούς περιόδου λαμβάνεται ο μέσος όρος των εκπομπών του τομέα των τριών (3) τελευταίων ετών που προηγούνται του έτους έναρξης ισχύος του εν λόγω προϋπολογισμού. Να αποσαφηνισθεί εάν για το έτος 2026 η ποσότητα θα προκύψει από το Μ.Ο. των ετών 2023, 2024 & 2025 ή από το Μ.Ο. των ετών 2020, 2021, 2022.
    Εφόσον το εγκεκριμένο ΕΣΕΚ χρειάζεται αναθεώρηση για να επιτευχθούν οι στόχοι του παρόντος, προκύπτει ερώτημα σε σχέση με τα ποσοστά κατανομής εκπομπών στους τομείς που εξετάζονται.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 12:12 | Ernst & Young (Hellas) Certified Auditors Accountants S.A.

    Στην παρ. 6, αναφέρεται: «Το άθροισμα όλων των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα ισούται με τον συνολικό προϋπολογισμό άνθρακα της χώρας για την αντίστοιχη χρονική περίοδο».

    Σχόλιο:
    Προτείνεται να αποσαφηνιστεί αν ο συνολικός προϋπολογισμός άνθρακα της χώρας καλύπτει εκπομπές με βάση την παραγωγή (Production-based emissions) ή εκπομπές με βάση την κατανάλωση (Consumption-based emissions).

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 12:58 | Ernst & Young (Hellas) Certified Auditors Accountants S.A.

    Στην παρ. 1, αναφέρεται: «Με τη διαδικασία της παρ. 2 θεσπίζονται τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα πενταετούς διάρκειας στους ακόλουθους τομείς: α) παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, β) μεταφορές, γ) βιομηχανία, δ) κτίρια, ε) γεωργία και κτηνοτροφία, στ) απόβλητα […]».

    Σχόλιο:
    Η παρ. 1 αναφέρεται στον τομέα των αποβλήτων γενικά και όχι συγκεκριμένα ως οικονομική δραστηριότητα συμβάλλουσα σημαντικά στη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης δημιουργίας αποβλήτων, της επαναχρησιμοποίησης και της ανακύκλωσης. Θα ήταν σκόπιμο να υπάρχει σαφής σύνδεση του Νόμου με το Εθνικό Σχέδιο για την Κυκλική Οικονομία ως οικονομικά αποδοτικό τρόπο.

  • Παρ.2: Ενώ ως εδώ η αρμοδιότητα φαίνεται να είναι κυρίως στο ΥΚΚΠΠ, σε ότι αφορά τους προϋπολογισμούς άνθρακα αγνοείται τελείως αυτό το Υπουργείο και όλες οι αρμοδιότητες είναι στο ΥΠΕΝ. Αυτό είναι κατάσταση δυαρχίας και γεννάται το ερώτημα του πώς αυτή αντιμετωπίζεται.

    Η δημόσια διαβούλευση διάρκειας τριάντα (30) ημερών των τομεακών προϋπολογισμών αφορά μόνον τους “τομεακούς φορείς” των αντίστοιχων τομέων προϋπολογισμούς. Δεν υπάρχει ορισμός των “φορέων” και σίγουρα ο περιορισμός της διαβούλευσης περιορίζει τη συμμετοχή των πολιτών. Παράλληλα με τον διαρκή κλιματικό διάλογο (άρθ. 24 παρ. 1) στον οποίο συμμετέχουν πάλι ορισμένοι φορείς, και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, υπάρχει σαφές έλλειμμα δημόσια συμμετοχής και αποκλεισμός του κοινού σε αντίθεση με τις προβλέψεις της Σύμβασης Άαρχους. Η διαβούλευση θα πρέπει να είναι δημόσια, σε ανοιχτό διαδικτυακό τόπο, διάρκειας τουλάχιστον ενενήντα (90) ημερών.

    Παρ.3: Είναι περίεργο ότι οι προϋπολογισμοί άνθρακα τίθενται σε ισχύ τόσο αργά, από το 2026. Ποιος ο λόγος αναμονής για μια τριετία ως το 2026 αφού οι προϋπολογισμοί θα καταρτιστούν και θα είναι έτοιμοι το 2023;

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 10:32 | Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)

    Όσον αφορά τον υπολογισμό των εκπομπών ανά 5ετή περίοδο με βάση τον ΜΟ των εκπομπών αυτών ανά τομέα, μέσα στα τελευταία 3 έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος, προκύπτει ότι η συμπερίληψη του 2020 κατά το οποίο οι εκπομπές παρουσίασαν σημαντική μείωση λόγω της πανδημίας του Covid-19, θα οδηγήσει πιθανότατα σε στρεβλή εικόνα για την πρώτη περίοδο υπολογισμού.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 10:08 | Οικολόγοι ΠΡΑΣΙΝΟΙ

    Θετικό σημείο η ύπαρξη τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα
    Προτάσεις αλλαγών –συμπληρώσεων:
    • Καλύτερα σχέδια τριετούς διάρκειας για πιο συχνή προσαρμογή στις ανάγκες και την επιστήμη, και στο πνεύμα της Γλασκόβης.
    • Η σχετική διαβούλευση δεν μπορεί να γίνεται μόνο με τους φορείς κάθε τομέα, αλλά με τους κανόνες ανοιχτής δημόσιας διαβούλευσης με μεγαλύτερο από τον προβλεπόμενο χρόνο.

  • Σχόλια ΣΕΕΠΕ σχετικά με τους τομεακούς προϋπολογισμούς άνθρακα στους τομείς μεταφορών και κτιρίων (θέρμανση):
    Θα πρέπει να υπάρξει μία -τουλάχιστον γενική- περιγραφή στον Κλιματικό Νόμο σχετικά με τον μηχανισμό κατάρτισης προϋπολογισμών άνθρακα στους παραπάνω τομείς που θα εφαρμοστούν με έναρξη μόλις από το 2023 (υπόχρεα μέρη, παραδοχές για τις προβλέψεις, διαχείριση αποκλίσεων, κλπ.).
    Για τον προσδιορισμό της μέγιστης ποσότητας εκπομπών που επιτρέπεται να εκλυθεί από τον τομέα των μεταφορών θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν οι στόχοι της Οδηγίας RED II και της πρότασης αναθεώρησής της (RED ΙΙΙ) στη δέσμη μέτρων Fit for 55 όπου οι στόχοι ΑΠΕ εκφράζονται ως στόχοι μείωσης εκπομπών. Αντίστοιχα και σε άλλους τομείς.

    Θα πρέπει να ρυθμιστούν θέματα επικαλύψεων από παράλληλες υποχρεώσεις που συνεισφέρουν στη μείωση των εκπομπών, όπως η υποχρέωση ένταξης στο ETS του τομέα μεταφορών και παράλληλα ένταξης σε υποχρέωση λήψης μέτρων ενεργειακής απόδοσης μέσω Καθεστώτων Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης. Η μη ρύθμιση των επικαλύψεων θα έχει δυσβάσταχτες οικονομικές επιπτώσεις στις Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών ως υπόχρεα μέρη σε Καθεστώτα Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης την περίοδο 2026-2030.

  • H διαδικασία λήψης τελικών αποφάσεων είναι περίπλοκες και εμπλέκονται πάρα πολλοί φορείς, άλλοι εκ των οποίων συστήνονται στον παρόντα νόμου και άλλοι που έχουν συσταθεί με προγενέστερους νόμους, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δυσκίνητη την διαδικασία με πιθανό αποτέλεσμα μεγάλες καθυστερήσεις στην λήψη αποφάσεων. Παραδείγματος χάριν, για την σύνταξη των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα, που αποτελεί απαραίτητη καινοτομία του νόμου που θα συμβάλει σημαντικά στην παρακολούθηση επίτευξης των στόχων για απανθρακοποίηση, απαιτείται ο συντονισμός 5 υπηρεσιών ή νομικών προσώπων (με πολλές μέλη δεκάδες φυσικά πρόσωπα) και φυσικά του Υπουργού ΥΠΕΝ. Συγκεκριμένα αρχικά συντάσσονται από την

    (1) Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής & Ποιότητας Ατμόσφαιρας του ΥΠΕΝ, με την συνεργασία

    (2) της Ομάδας Εργασίας για την Παρακολούθηση Υλοποίησης Στόχων του ΕΣΕΚ (ΦΕΚ 4893/31-12-2019). Κατόπιν αποστέλλονται

    (3) στον ΟΦΥΠΕΚΑ (ΦΕΚ 4768/2021-Τεύχος Β’) για να οργανώσει διαβούλευση με σχετιζόμενους Φορείς και να συντάξει σχετική έκθεση, και

    (4) στην Επιστημονική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (άρθρο 26, παράγραφος 3Α του παρόντος νόμου) για να γνωμοδοτήσει. Την έκθεση του ΟΦΥΠΕΚΑ και την γνωμάτευση της Επιστημονικής Επιτροπής την λαμβάνει

    (5) ο Υπουργός ΥΠΕΝ, ο οποίος μετά από επεξεργασία προφανώς με τους συμβούλους του, εισηγείται τους τομεακούς προϋπολογισμούς στην

    (6) Κυβερνητική Επιτροπή για Κλιματική Ουδετερότητα (άρθρο 26, παράγραφος 1 παρόντος νόμου), για έγκριση, κατόπιν της οποίας κυρώνονται με νόμο.

    Μανώλης Πλειώνης

    Καθ. Τμήματος Φυσικής, ΑΠΘ,
    Διευθυντής και Πρόεδρος ΔΣ ΕΑΑ,
    Πρόεδρος Τομεακού Επιστημονικού Συμβουλίου (ΤΕΣ) Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Βιώσιμης Κινητικότητας

  • 27 Ιανουαρίου 2022, 11:00 | Greenpeace Greece

    Η πρόβλεψη τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα είναι θετικό στοιχείο, το οποίο θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω στο τελικό κείμενο του νόμου.
    Στην παράγραφο 4 του άρθρου σημειώνεται ότι ως αφετηρία για τον υπολογισμό της ποσότητας των εκπομπών κάθε πενταετούς περιόδου λαμβάνεται ο μέσος όρος των εκπομπών του τομέα των τριών (3) τελευταίων ετών που προηγούνται του έτους έναρξης ισχύος του εν λόγω προϋπολογισμού. Από αυτή την πρόταση καταλαβαίνει κανείς ότι ό μέσος όρος των 3 τελευταίων ετών θα περιλαμβάνει το χρόνο που οι εκπομπές λόγω Covid δεν είναι αντιπροσωπευτικές. Αν τεθούν ως κατώφλι εκπομπών και οι στόχοι αφορούν μειώσεις σε σχέση με αυτές, αυτό αποτελεί μια θετική εξέλιξη. Σε καθε περίπτωση, χρειάζεται διευκρίνιση για το αν μιλάμε για ποσοστιαία μείωση σχετικά με κάποια τομή βάσης ή ποσοτικούς στόχους μείωσης εκπομπών.

    Στα θετικά του στοιχεία το νομοσχέδιο προβλέπει ενδιάμεσο στόχο για το 2040 και διαδικασία αναθεώρησης των στόχων κάθε πέντε χρόνια. Θα ήταν ωστόσο πιο αποδοτικό να τεθούν και ενδιάμεσοι στόχοι για το 2035 και το 2045, ώστε να διασφαλιστεί η όσο το δυνατόν πιο αποδοτική τροχιά προς την κλιματική ουδετερότητα, αφού έτσι θα αξιολογείται πιο έγκαιρα η πρόοδος που επιτυγχάνεται και θα λαμβάνονται υπόψη τα πιο επικαιροποιημένα επιστημονικά και τεχνολογικά δεδομένα.

    Οι κλιματικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να ορίζονται:
    Ανά πενταετή περίοδο, ξεκινώντας από την περίοδο 2026 – 2030, ως ακολούθως. Ως έτος βάσης ορίζεται το 1990.
    Για την περίοδο 2026 – 2030, το ύψος του κλιματικού προϋπολογισμού ορίζεται ώστε το 2030 οι ετήσιες μεσοσταθμικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου να είναι κατ’ ελάχιστον κατά 65% μειωμένες σε σύγκριση με το έτος βάσης.
    Για την περίοδο 2031 – 2035, το ύψος του κλιματικού προϋπολογισμού ορίζεται ώστε το 2035 οι ετήσιες μεσοσταθμικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου να είναι κατ’ ελάχιστον κατά 80% μειωμένες σε σύγκριση με το έτος βάσης.
    Για την περίοδο 2036 – 2040, το ύψος του κλιματικού προϋπολογισμού ορίζεται ώστε το 2040 οι ετήσιες μεσοσταθμικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου να είναι κατ’ ελάχιστον κατά 95% μειωμένες σε σύγκριση με το έτος βάσης.
    Για την περίοδο 2041 – 2045, το ύψος του κλιματικού προϋπολογισμού ορίζεται ώστε το 2045 οι ετήσιες μεσοσταθμικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου να είναι κατά 100% μειωμένες σε σύγκριση με το έτος βάσης

  • 26 Ιανουαρίου 2022, 21:57 | ΕΛΕΝΗ ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ-ΜΠΡΙΑΣΟΥΛΗ, ομ. καθηγήτρια Π. Αιγαίου

    Το εδάφ. 1 χρήζει αναδιατύπωσης επί το σαφέστερο.
    Περιλαμβάνει η Ομάδα Εργασίας Παρακολούθησης Ε.Σ.Ε.Κ. ειδικούς επιστήμονες για όλους τους τομείς για τους οποίους θα γίνουν οι τομεακοί προϋπολογισμοί;
    Η διαδικασία κατάρτισης των τομεακών προϋπολογισμών για το 2026-30 (εδάφ. 3) πρέπει να παρουσιαστεί αναλυτικά. Οι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα είναι μελλοντικές προβλέψεις που επηρεάζονται από πολλούς απρόβλεπτους εξωγενείς (τουλάχιστον) παράγοντες. Άρα έχουν μεγάλη αβεβαιότητα που γεννά ερωτήματα:
    (α) υπάρχουν επαρκείς και αξιόπιστες δημόσιες βάσεις δεδομένων για εκτιμήσεις των μεγεθών και μελλοντικές προβλέψεις;
    (β) προβλέπεται ανάκληση των εφαρμοστικών ρυθμίσεων σε περίπτωση που οι πραγματικές τιμές άνθρακα διαφέρουν των προβλέψεων στη βάση των οποίων θεσπίστηκαν ρυθμίσεις;
    (γ) πως θα διαμορφωθούν και θα εφαρμοστούν όταν δεν έχουν προσδιοριστεί στόχοι για αύξηση/ενίσχυση των καταβοθρών (ενώ υπάρχουν στόχοι για μείωση των ανθρωπογενών εκπομπών);
    «4. Ως αφετηρία για τον υπολογισμό της ποσότητας των εκπομπών κάθε πενταετούς περιόδου λαμβάνεται ο μέσος όρος των εκπομπών του τομέα των τριών (3) τελευταίων ετών που προηγούνται του έτους έναρξης ισχύος του εν λόγω προϋπολογισμού.» Αυτός δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να θεσπισθεί βάση αναφοράς. Πρέπει να ληφθούν υπόψη οι συγκυρίες που διαμόρφωσαν αυτές τις εκπομπές (π.χ. ύφεση, ανάπτυξη, πανδημίες….)
    Το εδάφ. 5 είναι ασαφέστατο. Γιατί υπολογίζεται αυτή η ποσότητα εκπομπών; Για να χρησιμοποιηθεί ως στόχος και βάση σύγκρισης των πραγματικών μεγεθών;
    Επειδή φαίνεται να είναι κρίσιμης σημασίας, θα πρέπει να εξηγηθεί με σαφήνεια πως υπολογίζεται.
    Το εδάφ. 6 – για τον συνολικό προϋπολογισμό άνθρακα της χώρας που ισούται με το άθροισμα των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα – θεωρεί ότι υπάρχουν στεγανά μεταξύ τομέων στο χώρο και στον χρόνο και ότι είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, ενώ αυτό δεν ισχύει. Οι διαδικασίες παραγωγής εκπομπών είναι αλληλένδετες με σχέσεις μη γραμμικές και πολύπλοκες μεταξύ οικονομικών τομέων.
    Λαμβάνονται υπόψη ‘εισαγωγές’ ΑτΘ (ιδίως σε παραμεθόριες περιοχές) καθώς και ΑτΘ που παράγονται από διέλευση πλοίων και εναέριων μέσων από τον θαλάσσιο και εναέριο χώρο της Ελλάδας;

  • Ανέφικτoς στόχος να κυρωθούν με νόμο οι τομεακοί προϋπολογισμοί, δεδομένης της μεγάλης έλλειψης στατιστικών στοιχείων και άλλων δεδομένων. Δεν αναφέρεται πουθενά το πως μπορεί να υλοποιηθεί ένας τομεακός προϋπολογισμός άνθρακα.

  • Εξαιρετικά σημαντική διάταξη του σχεδίου νόμου. Οι τομεακοί κλιματικοί προϋπολογισμοί μπορούν να επιτρέψουν τον καλύτερο σχεδιασμό της πολιτικής και την υποστήριξη της λήψης επενδυτικών αποφάσεων εντός ενός -εκ των προτέρων- γνωστού και σαφούς πλαισίου. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να ενισχυθεί η επενδυτική ασφάλεια, με τρόπο που δρομολογεί την ταχύτερη και πιο αποδοτική οικονομικά τροχιά προς την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας. Υπάρχουν ωστόσο σημαντικές βελτιώσεις που μπορούν να ενισχύσουν την εν λόγω ρύθμιση.

    Θα πρέπει να διασαφηνιστεί η έννοια του “τομέα”. Προφανώς, το νομοσχέδιο έχει κατά νου την έννοια με την οποία χρησιμοποιείται ο όρος στο ΕΣΕΚ, στον Κανονισμό 2018/1999, τον Κανονισμό 666/2014, και εν τέλει, τις κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές αναφορές προς την UNFCCC (inventory sectors). Παρόλα αυτά, θα πρέπει να τονιστεί ότι η ορολογία δεν είναι συνεπής: το ισχύον ΕΣΕΚ αναφέρεται, για παράδειγμα, σε “τριτογενή” και “οικιακό” τομέα (π.χ., Πίνακας 31, διάγραμμα 16), και η ορολογία αυτή δεν επαναλαμβάνεται εδώ.

    Με άλλα λόγια, θα πρέπει όχι μόνο να οριοθετηθούν οι τομείς, αλλά και το περιεχόμενό τους να “μεταφραστεί” σε έννοιες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ρυθμιστική παρέμβαση από τον νομοθέτη και την διοίκηση (π.χ., ενδεχομένως με αντιστοίχηση σε κατηγορίες ΚΑΔ ή NACE). Είναι αναπόφευκτο, και επιθυμητό ένας νόμος για το κλίμα να παραπέμπει σε άλλα νομοθετήματα – αρκεί οι παραπομπές αυτές να είναι ευκρινείς, συγκεκριμένες και ευερμήνευτες, ώστε να διευκολύνεται η εφαρμογή του, και να αποφεύγονται οι ασάφειες και οι διενέξεις.

    Μερικές ορολογικές ασάφειες που δημιουργούνται από τις ασάφειες στην επιλογή των τομέων είναι οι εξής:
    Ο τομέας “κτίρια” μπορεί να παραπέμπει σιωπηρά στην Οδηγία 2010/31 για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, αλλά τότε τίθεται το ερώτημα του τρόπου με τον οποίο οριοθετείται από τον τομέα της “παραγωγής [ενέργειας και] θερμότητας”. Το ΕΣΕΚ, από την μεριά του, διακρίνει τα κτίρια του “οικιακού” από άλλων (π.χ., του “τριτογενούς”) τομέων.
    Δεν είναι βέβαιο αν ο τομέας ‘παραγωγής …θερμότητας” παραπέμπει στην “ωφέλιμη θερμότητα” με την έννοια της Οδηγίας 2012/27 (άρθ. 2 παρ. 32 ). Το Ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα (Κανονισμός 2021/1119) αναφέρεται σε τομέα “θέρμανσης και ψύξης” (προοίμιο, παρ. 7).
    Μπορεί να θεωρηθεί μάλλον βέβαιο ότι ο τομέας “χρήσεις γης, αλλαγές χρήσεων γης και δασοπονία” παραπέμπει στον Κανονισμό 2018/841 (LULUCF), αλλά η αντιστοιχία με τον “αγροτικό” τομέα του ΕΣΕΚ δεν είναι βέβαιη.
    Η παρ. 2 περιγράφει τη διαδικασία κατάρτισης των τομεακών προϋπολογισμών. Κατά το νομοσχέδιο, προηγείται “διεξαγωγή δημόσιας διαβούλευσης διάρκειας τουλάχιστον τριάντα (30) ημερών με τους φορείς που σχετίζονται με τους αντίστοιχους τομεακούς προϋπολογισμούς…” [άρθ. 7 παρ. 2 (α) νομοσχεδίου]. Ωστόσο, η κατάρτιση των τομεακών προϋπολογισμών δεν είναι κλαδικό θέμα, για να ολοκληρώνεται μετά από διαβούλευση με τους “τομεακούς φορείς”. Αντίθετα, είναι θέμα που αφορά την οικονομία, την κοινωνία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, και πρέπει να ακολουθεί ευρεία δημόσια διαβούλευση μέσα σε επαρκείς προθεσμίες. Επίσης, με δεδομένο ότι οι τομείς είναι ευρύτατοι, δεν είναι καθόλου σαφείς οι “φορείς” που τους εκπροσωπούν. Ούτε θα ήταν λογικό ό τομέας των κτιρίων να εκπροσωπείται, για παράδειγμα, από τους μηχανικούς ή από τους κατασκευαστές – και όχι από τους χρήστες του κτιριακού αποθέματος, δηλαδή, σε τελική ανάλυση, όλους τους κατοίκους και επιχειρήσεις της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, ο κλιματικός νόμος πρέπει να ενθαρρύνει την ευρεία δημόσια συμμετοχή, και όχι άτυπες συναντήσεις με άτυπους εκπροσώπους. Δυστυχώς, ο διαρκής κλιματικός διάλογος του άρθ. 24 παρ. 1 δεν μπορεί να διορθώσει το έλλειμμα συμμετοχής, διότι και εκεί συμμετέχουν μόνο ορισμένοι φορείς, και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συμφωνία των παραπάνω ρυθμίσεων με την Σύμβαση Άαρχους είναι αμφίβολη: από την στιγμή που προβλέπεται μία μορφή δημόσιας συμμετοχής, ο αποκλεισμός του κοινού από αυτή δεν μπορεί να αιτιολογηθεί. Για τους παραπάνω λόγους, θα πρέπει να προβλεφθεί δημόσια διαβούλευση (και όχι διαβούλευση με “φορείς”) σε ανοιχτό διαδικτυακό τόπο, διάρκειας τουλάχιστον ενενήντα (90) (και όχι 30) ημερών.
    Κατά τη διαμόρφωση των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα, η επιστήμη θα πρέπει να έχει σαφώς πιο ισχυρό ρόλο. Η Επιστημονική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή θα πρέπει να συμμετάσχει εξαρχής στη διαμόρφωση και σύνταξη των προϋπολογισμών σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την Ομάδα Εργασίας Παρακολούθησης Ε.Σ.Ε.Κ.
    H κύρωση των τομεακών προϋπολογισμών με νόμο (7 παρ. 2 τελευταίο εδάφιο) έχει τρεις αρνητικές συνέπειες, που συνιστούν την αχίλλειο πτέρνα του νομοσχεδίου. Πρώτα από όλα, ο κυρωτικός νόμος (ή οι κυρωτικοί νόμοι) δεν θα δεσμεύονται από τον κλιματικό νόμο, επειδή έχουν την ίδια τυπική ισχύ: κατά συνέπεια, μπορούν να τροποποιούν, ρητά ή σιωπηρά, τις διατάξεις του. Με άλλα λόγια, το παρόν νομοσχέδιο δεν μπορεί να “δεσμεύσει” τον νόμο (ή τους νόμους) που θα κυρώσουν τους τομεακούς προϋπολογισμούς. Δεύτερον, επειδή θα πρόκειται για νόμους, ο δικαστικός έλεγχος και η πρόσβαση στην δικαιοσύνη δυσχεραίνεται σημαντικά. Τρίτον, οι τομεακοί προϋπολογισμοί δεν δεσμεύονται από κάποιους μακροπρόθεσμους στόχους, κριτήρια ή αρχές, που διατυπώνονται στο παρόν νομοσχέδιο ή σε άλλους νόμους: θα πρόκειται για νομοθεσία από μηδενική βάση. Μολονότι δεν θα πρέπει να προδικάζονται οι μελλοντικές αποφάσεις της Βουλής, είναι συνήθης πρακτική του νομοθέτη η “τακτοποίηση” ή η “νομιμοποίηση” ex post facto παράνομων δραστηριοτήτων (για παράδειγμα, εκπομπών πάνω από τα όρια), που μπορούν να ανατρέψουν, άμεσα ή έμμεσα, τους ενδιάμεσους ή τους μακροπρόθεσμους στόχους. Και οι τρεις αρνητικές συνέπειες μπορούν να περιοριστούν, αν όχι αποφευχθούν, αν η έγκριση των τομεακών προϋπολογισμών γινόταν με διοικητική πράξη.
    Οι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα ειδικά για την πρώτη περίοδο (2026 – 2030) θα πρέπει να ενσωματώνονται ρητά στο ΕΣΕΚ. Με αυτό ως δεδομένο, η διαδικασία καθορισμού του προϋπολογισμού θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν την τελική διαμόρφωση του ΕΣΕΚ ώστε ο τελικός καταμερισμός των εκπομπών ανά τομέα να ενημερώνει το περιεχόμενο των μέτρων και πολιτικών του ΕΣΕΚ.

    Κατά την παρ. 6, “το άθροισμα όλων των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα ισούται με τον συνολικό προϋπολογισμό άνθρακα της χώρας για την αντίστοιχη χρονική περίοδο”. Η πρόβλεψη αυτή εγείρει το ερώτημα της αντιμετώπισης των εκπομπών/απορροφήσεων που δεν εντάσσονται σε κανένα τομέα. Οι εκπομπές και οι απορροφήσεις αυτές δεν είναι μεγάλες, αλλά τελικά αυτό εξαρτάται από τον τρόπο που ορίζονται οι τομείς, και μπορεί να επηρεάσει την τελική επίτευξη των στόχων.

    Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 προφανώς εννοείται ότι οι επόμενοι τομεακοί προϋπολογισμοί “συντάσσονται” και δεν “αναθεωρούνται”- προτείνεται η σχετική διόρθωση.

    Σύμφωνα με την 4η παράγραφο, “ως αφετηρία για τον υπολογισμό της ποσότητας των εκπομπών κάθε πενταετούς περιόδου λαμβάνεται ο μέσος όρος των εκπομπών του τομέα των τριών (3) τελευταίων ετών που προηγούνται του έτους έναρξης ισχύος του εν λόγω προϋπολογισμού…”. Η δικαιολογητική βάση της ρύθμισης αυτής, η οποία δίνει ιδιαίτερο βάρος στις ποσότητες εκπομπών των τελευταίων τριών (3) ετών (και μάλιστα ανεξάρτητα αν επιτεύχθηκε ο ο στόχος του τελευταίου έτους του τρέχοντος προϋπολογισμού), δεν είναι σαφής. Οι τομεακοί προϋπολογισμοί ορίζουν το σύνολο των επιτρεπτών τομεακών ποσοτήτων εκπομπών για κάθε πενταετία: κατά συνέπεια, θα ήταν πιο φυσιολογικό να ληφθεί υπόψη η ποσότητα εκπομπών όλης της προηγούμενης πενταετίας. Όσον αφορά τις ετήσιες ποσότητες εκπομπών, πιο φυσιολογική επιλογή θα ήταν η γραμμική μείωση μεταξύ των τομεακών στόχων του τελευταίου έτους του προηγούμενου και του τελευταίου έτους του τρέχοντος προϋπολογισμού (όπως αυτοί έχουν οριστεί σύμφωνα με την παρ. 5).

    Η 5η παράγραφος θα πρέπει να αναδιατυπωθεί, προκειμένου να διευκρινιστεί ο ρόλος της “ανάγκης ελαχιστοποίησης του οικονομικού κόστους”. Η ανάγκη αυτή δεν επηρεάζει τον καθορισμό των στόχων – οι οποίοι απορρέουν από τους ενδιάμεσους κλιματικούς στόχους του άρθ. 8 παρ. 1, και την πορεία της χώρας προς την κλιματική ουδετερότητα- , αλλά με τον τρόπο επίτευξής τους (cost-effectiveness). Με άλλα λόγια, η “ελαχιστοποίηση του οικονομικού κόστους” δεν σχετίζεται με τους τομεακούς προϋπολογισμούς, αλλά με τις εφαρμοστικές τους ρυθμίσεις.

    *Το σχόλιο συνυπογράφεται από συμμαχία οργανώσεων και φορέων: Γ.Σ.Ε.Ε – Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος, MEDASSET, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Οικολογική Εταιρία Ανακύκλωσης, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Καλλιστώ, Νόμος & Φύση, Γιατροί του Κόσμου, Vouliwatch, Greenpeace, WWF Ελλάς

  • 20 Ιανουαρίου 2022, 03:25 | Γαβριηλ Παπασαραντης

    Επί του άρθρου 7.
    Οι τομεακοί προϋπολογισμοί CO2 αθροιζόμενοι συγκροτούν τον Εθνικό. Η Ελλάδα είναι υπεύθυνη για το 0,28% αν και αυτό μπορεί να είναι πλασματικό γιατί οι διάφορες χώρες δεν υπολογίζουν το μερίδιο τους στις διεθνείς αερομεταφορές και θαλάσσιες μεταφορές οι οποίες έχουν σημαντικές εκπομπές CO2. Επίσης δεν προσμετρούν το ενσωματωμένο ανθρακικό αποτύπωμα των εισαγόμενων προϊόντων το οποίο χρεώνουμε τελικά στις χώρες παραγωγής, καθιστώντας αδύνατη την διεθνή συνεργασία. Αυτή η παρατήρηση αφορά την αντικειμενικότητα των απεικονιστικών συστημάτων που θα πρέπει να γίνονται αποδεκτά από την οπτική γωνία και των εξαγωγικών και των εισαγωγικών χωρών.
    Τώρα υποτίθεται ότι στρατευόμαστε στους στόχους του Παρισιού (2015)για κοντά στους 1,5 βαθμούς οι οποίοι δεν είναι νομικά δεσμευτικοί για κανέναν αλλά οι εξαγγελίες μας αυτό λένε. Θα πρέπει λοιπόν ο Εθνικός και κατόπιν οι τομεακοί προϋπολογισμοί να συνδέονται ως δίκαια υπολογισμένο μερίδιο της Ελλάδας στον παγκόσμιο προϋπολογισμό που ανακοίνωσε το IPCC για 600δις τόνους CO2 από το 2022. Αυτή η σχέση θα πρέπει να εκφράζεται στον κλιματικό νόμο για να υπάρχει θεσμοθετημένη βάση αναφοράς, ώστε να μην είναι αυθαίρετοι οι Εθνικοί στόχοι, αλλά όπως επιβάλλεται από την φύση του προβλήματος, να συνδέονται με τους παγκόσμιους.

  • 31 Δεκεμβρίου 2021, 06:43 | Δρ Γιώργος

    Επιβάλλεται να υπάρχει και άλλος ένας τομέας υπολογισμού άνθρακα, αυτός των εισαγωγών. Δεν νοείται να μην υπολογίζεται η κατανάλωση άνθρακα στα εισάγω ένα προϊόντα, διότι οι περιορισμοί στην παραγωγή αερίων θερμοκηπίου αυξάνουν το κόστος παραγωγής προϊόντων. Χωρίς την επιβολή δασμών σε εισάγω ένα προϊόντα με βάση τον άνθρακα τα εγχώρια θα καθίστανται πιο ακριβά και έτσι μη ανταγωνιστικα. Ένα παγκόσμιο πρόβλημα δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με τοπικές λύσεις γιατί μπορεί να προκληθεί διαστρεβλωση στις αγορές, από κράτη που δεν θα συμμετέχουν στην προσπάθεια μείωσης εκπομπών άνθρακα.

  • 20 Δεκεμβρίου 2021, 12:49 | ΚΕΔΕ

    Δεδομένου ότι τα άθροισμα όλων των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα θα ισούται με τον συνολικό προϋπολογισμό άνθρακα της χώρας για την αντίστοιχη χρονική περίοδο, είναι σαφές ότι η άμεσα επηρεαζόμενη βαθμίδα της Διοίκησης θα είναι οι Δήμοι της χώρας για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω.
    Δεδομένου επίσης ότι, οι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα θα αφορούν στους τομείς: α)παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, β)μεταφορές, γ)βιομηχανία, δ)κτίρια, ε)γεωργία και κτηνοτροφία, στ)απόβλητα, ζ)δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγή χρήσεων γης και δασοπονίας, δεν μπορεί να απουσιάζουν οι Δήμοι στην κατάρτισή τους. Η διαδικασία, ως ορίζεται, περιορίζεται στην Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στην Ομάδα Εργασίας Παρακολούθησης Ε.Σ.Ε.Κ., στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) και στην Επιστημονική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή.

  • Σύμφωνα με την παράγραφο 4, ως αφετηρία για τον υπολογισμό της ποσότητας των εκπομπών κάθε πενταετούς περιόδου λαμβάνεται ο μέσος όρος των εκπομπών του τομέα των τριών τελευταίων ετών που προηγούνται του έτους έναρξης ισχύος του εν λόγω προϋπολογισμού. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι για την πρώτη περίοδο η προτεινόμενη μεθοδολογία δε θα είναι αντικειμενική δεδομένης της μείωσης κατανάλωσης λόγω του COVID-19. Συνεπώς, προτείνεται η ποσότητα των εκπομπών για την πρώτη περίοδο να κανονικοποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη την κατανάλωση ενέργειας προγενέστερων ετών, όπως ενδεικτικά είναι το 2018 και το 2019. Αυτός ο ορισμός της βάσης σίγουρα δεν είναι αντικειμενικός και δεν βοηθάει και στην διαρθρωτική προσαρμογή του συστήματος (εξάλλου και η ΙΕΑ διαπίστωσε ότι παρά την μείωση της ενεργειακής χρήσεης εξαιτίας του COVID19, δεν υπήρχε καμία διαρθρωτική μτεαβολή με αποτέλεσμα την αύξηση των εκπομπών).
    Στο πλαίσιο της παραγράφου 5 προτείνεται η ποσότητα των εκπομπών του τελευταίου έτους της κάθε πενταετούς περιόδου να υπολογίζεται σύμφωνα με τους κλιματικούς στόχους, οι οποίοι πρέπει να απομειωθούν βάσει των έμμεσων εκπομπών του κάθε τομέα εξαιτίας παράλληλων ενεργειακών (εξοικονόμησης) στόχων ή αντίστοιχα στόχων ΑΠΕ σε κάποιους τομείς.