Άρθρο 05 – Καθορισμός όρων διάθεσης υγρών αποβλήτων

1. Οι Διευθύνσεις Υδάτων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων μεριμνούν για την προοδευτική μείωση της ρύπανσης από τις ουσίες προτεραιότητας και άλλους ρύπους του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010 (ΦΕΚ Β΄1909), όπως ισχύει. Στο πλαίσιο εφαρμογής μέτρων για τον έλεγχο της ρύπανσης στην πηγή, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 3199/2003 (ΦΕΚ Α’ 280), καθορίζουν, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Υγείας της Περιφέρειας, σε επίπεδο λεκάνης απορροής ή τμημάτων αυτής, τις οριακές τιμές εκπομπής των υγρών αποβλήτων για τις ουσίες προτεραιότητας και τους άλλους ρύπους της ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010, όπως ισχύει, καθώς και για τις φυσικοχημικές παραμέτρους, σε σχέση με τους ποιοτικούς στόχους που καθορίζονται στα εκάστοτε Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών, λαμβάνοντας υπόψη, εκτός των γενικών όρων του άρθρου 3 και των απαιτούμενων χαρακτηριστικών των υδάτων του άρθρου 4 της παρούσας, τα εξής:
α. Τις τιμές συγκέντρωσης του Πίνακα 1 του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ 5673/400/1997, όπως ισχύει, σε κάθε περίπτωση διάθεσης υγρών αποβλήτων σε επιφανειακούς υδάτινους αποδέκτες.
β. Τα δεδομένα του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης της ποιότητας και της ποσότητας των υδάτων,
γ. Τις υφιστάμενες πιέσεις στα υδατικά συστήματα από υγρά απόβλητα και τα επίπεδα αραίωσης κατά τη διάρκεια του έτους,
δ. Το εκτιμώμενο ημερήσιο/ετήσιο ρυπαντικό φορτίο της εκάστοτε εγκατάστασης/ δραστηριότητας και τις συγκεντρώσεις των βασικών παραμέτρων ρυπαντικού φορτίου,
ε. Το τυχόν ειδικό καθεστώς προστασίας της περιοχής,
θ. Το χαρακτηρισμό των επιφανειακών και υπόγειων υδατικών συστημάτων σύμφωνα με το οικείο Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών.

2. Σε περιπτώσεις μη επάρκειας δεδομένων των σημείων β-θ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όπως υδατορέματα μη μόνιμης ροής τα οποία δεν έχουν συμπεριληφθεί στα ποτάμια υδατικά συστήματα των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών, ή υδατορέματα μη μόνιμης ροής όπου δεν προκύπτει αραίωση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, ως οριακές τιμές εκπομπής μπορούν να εφαρμόζονται τα όρια των παραμέτρων του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ145116/2011, καθώς και οι Μέγιστες Επιτρεπόμενες Συγκεντρώσεις του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010, όπως ισχύουν.

3. α. Η θέση και ο τρόπος διάθεσης των υγρών αποβλήτων θα πρέπει να εξασφαλίζουν την ταχεία και καλή ανάμιξή τους με τα επιφανειακά ύδατα ώστε να μην προκαλούνται σηπτικές, αντιαισθητικές ή οχληρές καταστάσεις στην εγγύς της εκβολής περιοχή. Στην περίπτωση εκβολής σε λίμνες ή στη θάλασσα, το σημείο εκβολής δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 1,00 μ. από την κατωτάτη στάθμη του νερού.
β. Η διάθεση των υγρών αποβλήτων θα πρέπει να γίνεται σε τέτοια θέση και με κατάλληλες συνθήκες ώστε να μην επηρεάζεται η ποιότητα του νερού σημείων υδροληψίας πόσιμου νερού που τυχόν υπάρχουν στην περιοχή, τηρώντας τα προβλεπόμενα στα εκάστοτε Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών των Υδατικών Διαμερισμάτων της χώρας.
γ. Το σημείο εκβολής των υγρών αποβλήτων θα πρέπει να απέχει τουλάχιστον 300 μέτρα από τα όρια περιοχών χρησιμοποιούμενων για αλιεία εδώδιμων οστρακόδερμων και 200 μέτρα από τα όρια περιοχών που χρησιμοποιούνται για κολύμβηση.
Θα πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι ανωτέρω αποστάσεις ασφαλείας, οι οποίες μάλιστα δύνανται να αυξάνονται ανάλογα με την ποσότητα και την ποιότητα των υγρών αποβλήτων καθώς και τις τοπικές συνθήκες (θαλάσσια ρεύματα κλπ).
4. Τα προς διάθεση υγρά απόβλητα πρέπει να ικανοποιούν τα εκάστοτε καθοριζόμενα όρια εκπομπής. Ο έλεγχος των οριακών τιμών θα πραγματοποιείται στο τελικό φρεάτιο εξόδου των προς διάθεση υγρών αποβλήτων.
5. Με απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (ή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων εφόσον υπάρχει συναρμοδιότητα), πραγματοποιείται, σε επίπεδο λεκάνης απορροής ή τμημάτων αυτής ο καθορισμός των οριακών τιμών εκπομπής υγρών αποβλήτων για τις ουσίες προτεραιότητας και τους άλλους ρύπους της ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010 (ΦΕΚ Β΄ 1909), όπως ισχύει, καθώς και για τις φυσικοχημικές παραμέτρους, σε σχέση με τους ποιοτικούς στόχους που καθορίζονται στα εκάστοτε εγκεκριμένα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών, όπως επίσης και ο καθορισμός των όρων διάθεσης και τυχόν περιορισμών ή απαγορεύσεων. Η απόφαση εκδίδεται μετά από εισήγηση των Διευθύνσεων Υδάτων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κατόπιν συνεργασίας τους με τις Υπηρεσίες Υγείας των Περιφερειών καθώς και με άλλες Υπηρεσίες των ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού. Για το σκοπό αυτό δύναται να συγκροτείται επιτροπή, αποτελούμενη από εκπροσώπους των παραπάνω υπηρεσιών.
Κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων/ δραστηριοτήτων που διαθέτουν υγρά απόβλητα, οι Διευθύνσεις Υδάτων είναι δυνατόν να εξειδικεύουν για κάθε έργο/ δραστηριότητα, στο πλαίσιο της σχετικής γνωμοδότησής τους, τις οριακές τιμές εκπομπής και τους όρους διάθεσης των υγρών αποβλήτων, προκειμένου να ενσωματωθούν στην Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων ή στις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις του έργου/δραστηριότητας.
α) Σε περιπτώσεις διάθεσης υγρών αποβλήτων από έργα/ δραστηριότητες που κατατάσσονται στην Α΄ κατηγορία, σύμφωνα με το Ν. 4014/2011, η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων διαβιβάζεται για γνωμοδότηση στην αρμόδια Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
β) Σε περιπτώσεις διάθεσης υγρών αποβλήτων από δραστηριότητες που κατατάσσονται στη Β΄ κατηγορία, σύμφωνα με το Ν. 4014/2011, η μελέτη για την επεξεργασία και διάθεση των υγρών αποβλήτων υποβάλλεται μαζί με τα υπόλοιπα δικαιολογητικά στην αρμόδια για την υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ) υπηρεσία, η οποία την αποστέλλει για γνωμοδότηση στη Διεύθυνση Υδάτων της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Τυχόν παρατηρήσεις των προαναφερόμενων υπηρεσιών θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις ΠΠΔ του έργου/ δραστηριότητας και τα υγρά απόβλητα θα πρέπει να ικανοποιούν τα καθορισμένα όρια εκπομπής.
6. Σε περιπτώσεις μεταβολής των δεδομένων βάσει των οποίων εκδόθηκαν οι παραπάνω αποφάσεις, οι αρμόδιες υπηρεσίες πρέπει να προβαίνουν σε τροποποίησή τους.

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 14:29 | ΔΕΗ Α.Ε.

    1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5, η οποία αναφέρει συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία πρέπει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό οριακών τιμών εκπομπής υγρών αποβλήτων από τις αρμόδιες αρχές, να προστεθεί εδάφιο ι. ως εξής:

    «ι. Τα συμπεράσματα των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΔΤ) για την εκάστοτε βιομηχανική δραστηριότητα.»

    Σύμφωνα με την Οδηγία IED, τα συμπεράσματα των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΔΤ) για κάθε είδος βιομηχανικής δραστηριότητας εντός του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας είναι νομικώς δεσμευτικά τέσσερα (4) έτη μετά την υιοθέτησή τους.

    Δεδομένου ότι τα συμπεράσματα ΒΔΤ, συμπεριλαμβανομένων και αυτών για τα υγρά απόβλητα, έχουν προκύψει μετά από μακρόχρονη διαδικασία συλλογής στοιχείων από τα Κράτη Μέλη και αξιολόγησης αυτών από Τεχνική Ομάδα Εργασίας ειδικών στο πλαίσιο του Sevilla process, αποτελούν τα πλέον κατάλληλα επίπεδα εκπομπών συνδεδεμένα με τις ΒΔΤ για να χρησιμοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές για την περιβαλλοντική αδειοδότηση.
    Εξάλλου αυτό είναι υποχρεωτικό, σύμφωνα με την Οδηγία.

    2. Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου 5, προβλέπεται η εφαρμογή των ορίων των παραμέτρων των Παραρτημάτων Ι των ΚΥΑ 145116/2011 και ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010, όπως ισχύουν, σε περίπτωση μη επάρκειας δεδομένων των σημείων β-θ της παραγράφου 1.

    Όμως, η ΚΥΑ 145116/2011 αφορά σε επαναχρησιμοποίηση επεξεργασμένων υγρών αποβλήτων, ενώ η ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010 σε ποιότητα επιφανειακών υδάτων (Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος) και τα όρια παραμέτρων που αυτές καθορίζουν ουδεμία σχέση έχουν με τις οριακές τιμές εκπομπής επεξεργασμένων υγρών αποβλήτων, οι οποίες και εξετάζονται στην παρούσα ΚΥΑ.

    Τα όρια των ουσιών προτεραιότητας και άλλων ρύπων που καθορίζονται στην ΚΥΑ για τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ) επιφανειακών αποδεκτών είναι πολύ αυστηρά και σε πολλές περιπτώσεις μικρότερα ακόμα και από τα όρια που ορίζει η νομοθεσία για το πόσιμο νερό – ΚΥΑ Υ2/2600/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει (βλ. περίπτωση υδραργύρου που η μέγιστη επιτρεπόμενη συγκέντρωση στα ΠΠΠ είναι 0,07 μg/l, ενώ το όριο για πόσιμο νερό ορίζεται στη σχετική ΚΥΑ σε 1 μg/l).

    Συνεπώς, όπως γίνεται αντιληπτό, δεν είναι δυνατόν η παρούσα απόφαση να προβλέπει δυνατότητα εφαρμογής οριακών τιμών εκπομπής στα επεξεργασμένα υγρά απόβλητα, τάξεως μικρότερης από εκείνες του πόσιμου νερού!

    Επομένως, προτείνεται η πλήρης διαγραφή της παραγράφου 2.

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 14:32 | Γεώργιος Διαλυνάς Χημικός Μηχανικός

    – Θα πρέπει κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών εκπομπής υγρών αποβλήτων, να υπάρχει σαφής διάκριση στις οριακές τιμές αναλόγως του μεγέθους των εγκαταστάσεων/συνολικού ρυπαντικού φορτίου που εκπέμπουν. Για παράδειγμα σε περιπτώσεις μικρών οικισμών (π.χ. κάτω των 2.000 κατοίκων), οι οριακές τιμές που θα τίθενται αλλά και οι όροι παρακολούθησης (δειγματοληψίες, αναλύσεις), δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγούν σε απαίτηση δαπανηρών εγκαταστάσεων επεξεργασίας, είτε κατασκευαστικά είτε λειτουργικά, δυσανάλογου κόστους σε σχέση με το προσδοκώμενο όφελος. Εφόσον το συνολικό ρυπαντικό φορτίο των επεξεργασμένων λυμάτων σε μικρού μεγέθους οικισμούς δεν οδηγεί σε σοβαρό κίνδυνο επηρεασμού του αποδέκτη, είναι αδόκιμο και άστοχο να επιβάλλονται αυστηροί όροι επεξεργασίας (για παράδειγμα στις συγκεντρώσεις θρεπτικών ή αιωρούμενων στερεών) ή/και παρακολούθησης, που ενδεχομένως να οδηγούν σε προβληματική διαχείριση λόγω αδυναμίας των φορέων λειτουργίας να ανταπεξέλθουν στους όρους αυτούς. Σε πολλές δε περιπτώσεις ο αποδέκτης επιβαρύνεται και από άλλες πηγές, όπως πολλά υδατορέματα που δέχονται ρυπαντικό φορτίο από καλλιέργειες ή άλλες δραστηριότητες της λεκάνης απορροής τους, επομένως δεν υπάρχει πρακτικά κανένα όφελος από τη θέσπιση ιδιαίτερα αυστηρών ορίων εκπομπής σε επεξεργασμένα υγρά απόβλητα μικρών οικισμών (πχ ιδιαίτερα στα θρεπτικά Ν,Ρ όπου ενίοτε επιβάλλονται πολύ χαμηλά όρια σε εκροή μικρής ΕΕΛ – που αποτελούν <> των θρεπτικών της λεκάνης από τα λιπάσματα των καλλιεργειών). Επιπρόσθετα, τα προβλήματα δεν προκαλούνται συνήθως από την υπερβολική ελαστικότητα των όρων διάθεσης των υγρών αποβλήτων, αλλά από την κακή λειτουργία των συστημάτων επεξεργασίας τους προ της διάθεσής τους στον αποδέκτη και την ελλιπή παρακολούθηση τόσο της ποιότητας των προς διάθεση επεξεργασμένων υγρών αποβλήτων όσο και του αποδέκτη. Ίσως είναι λοιπόν προτιμότερο οι καθοριζόμενες οριακές τιμές εκπομπής να μην είναι εξ’ αρχής πολύ αυστηρές, αλλά παράλληλα να υπάρχει και ένα επαρκές πρόγραμμα παρακολούθησης των πραγματικών επιπτώσεων στον αποδέκτη, που αναλόγως των αποτελεσμάτων του να μπορούν να αναθεωρούνται οι οριακές τιμές εκπομπής και οι λοιποί όροι διάθεσης των υγρών αποβλήτων. Προτείνεται επομένως να υπάρχει συγκεκριμένη σχετική πρόβλεψη στο παρόν άρθρο, για δυνατότητα αναθεώρησης των οριακών τιμών εκπομπής, μέσω του συστήματος παρακολούθησης, να θεσπίζεται δηλαδή ο έλεγχος των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ανά λεκάνη (πχ δειγματοληψίες από αντιπροσωπευτικά φρεάτια-γεωτρήσεις), με τη λογική της θέσπισης προτύπων αποδέκτη-ανάλογα με τις χρήσεις νερών στη υδρολογική και υδρογεωλογική λεκάνη ώστε με συστηματικές μετρήσεις να ελέγχεται (monitoring) η συνολική ρύπανση των λεκανών και η επάρκεια των μέτρων για την προστασία των νερών και όποτε χρειάζεται να λαμβάνονται πρόσθετα μέτρα περιορισμού αναλογικά όλων των εκπομπών.

    Τέλος, δεν θα πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι σε εφαρμογές επαναχρησιμοποίησης επεξεργασμένων υγρών αποβλήτων για άρδευση, είναι επωφελής η παρουσία θρεπτικών συστατικών (όπως το άζωτο και ο φωσφόρος) στα επεξεργασμένα υγρά απόβλητα. Επομένως, προτείνεται κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών, να υπάρχει ειδική μέριμνα για την περίπτωση κοινοτικών εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων οικισμών με πληθυσμό μικρότερο από 2000 ισοδύναμους κατοίκους, οικιακών ιδιωτικών συστημάτων επεξεργασίας και λυμάτων οικιακού χαρακτήρα ανάλογου μεγέθους.

    – Στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου, για τα υδατορέματα μη μόνιμης ροής, κατά τον καθορισμό οριακών τιμών εκπομπής να λαμβάνεται υπόψη κατ΄ αρχήν ο Πίν. 1 ή 2 του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ 145116/2011, εκτός αν υπάρχει συγκεκριμένος μετά από επαρκή τεκμηρίωση λόγος υιοθέτησης αυστηρότερων οριακών τιμών.

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 14:03 | Σπυρίδων Δημουλάς, ΕΥΔΑΠ ΑΕ

    Θεωρούμε ότι πρέπει να τεθεί χρονικός περιορισμός για την έκδοση των αποφάσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης της παραγράφου 5 και να αποσαφηνισθεί τι θα ισχύει κατά το ενδιάμεσο διάστημα μέχρι την έκδοση των αποφάσεων αυτών, καθώς στο άρθρο 10 παρ.3 προβλέπεται ότι θα ισχύουν οι αποφάσεις καθορισμού αποδέκτη που είχαν εκδοθεί στο παρελθόν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 της υγειονομικής διάταξης Ε1β/221/1965, η οποία καταργείται με την υπό έκδοση ΚΥΑ. Πρέπει να αποσαφηνιστεί τι θα ισχύει σε περιπτώσεις όπου τα προβλεπόμενα στις ισχύουσες αποφάσεις καθορισμού αποδέκτη έρχονται σε αντίθεση με τα προβλεπόμενα στην υπό έκδοση ΚΥΑ.
    Α. Καθώς οι όροι διάθεσης επεξεργασμένων λυμάτων από αδειοδοτούμενες περιβαλλοντικά εγκαταστάσεις ορίζονται από την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων ενώ κατά το μεταβατικό στάδιο θα ισχύουν επίσης οι παλιές αποφάσεις καθορισμού αποδέκτη, θα πρέπει να είναι σαφές αν απαιτείται κάποιου άλλου είδους απόφαση εκτός από τους Περιβαλλοντικούς Όρους κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση νέου έργου.
    Β. Πρέπει επίσης να είναι σαφής η «σειρά» ισχύος των πιθανά διαφορετικών ορίων που προτείνονται α. από την ΑΕΠΟ του έργου, β. από την (πιθανά) υφιστάμενη απόφαση Καθορισμού Αποδέκτη, γ. το Διαχειριστικό Σχέδιο αλλά και δ. την υφιστάμενη νομοθεσία (ΚΥΑ 5673/400/1997, κ.λπ. )

    Σπυρίδων Δημουλάς
    Διευθυντής Κέντρων Επεξεργασίας Λυμάτων
    Γενική Διεύθυνση Αποχέτευσης
    Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε.

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 14:49 | Αθανάσιος Σουπίλας

    Σχετικά με την παράγραφο 5. Οι Διευθύνσεις Περιβάλλοντος θα εμπλέκονται στην θέσπιση των οριακών τιμών για τις ρυπαντικές ουσίες ή θα είναι μόνο οι Υπηρεσίες Υγείας ?

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 14:43 | Αθανάσιος Σουπίλας

    Θα ισχύουν οι Νομαρχιακές αποφάσεις ή θα συνταχθούν νέες αποφάσεις για τα όρια που θα ισχύσουν ?

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 13:13 | Καμπάς Γεώργιος

    Αρθ. 5, παρ. 1 & 5
    Θεωρείται σκόπιμο να προσδιοριστεί λεπτομερώς η διαδικασία συγκρότησης και λειτουργίας της προβλεπόμενης επιτροπής με χρονοδιαγράμματα και επακριβώς τις υπηρεσίες και τμήματα υπηρεσιών που πρέπει να συμμετέχουν.

    Να ληφθεί μέριμνα σχετικά με το χρονικό όριο ισχύος των αποφάσεων του συντονιστή.

    Θεωρείται αναγκαίο, ώστε να είναι καθολικό και με οριζόντια εφαρμογή σε όλη τη χώρα η ομαδοποίηση των ουσιών προτεραιότητας καθώς και των άλλων ρύπων της ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010 ανά δραστηριότητας ή ομάδα δραστηριοτήτων καθώς δεν απαντώνται όλες αυτές οι ουσίες σε όλα τα είδη των δραστηριοτήτων. Επίσης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και το γεγονός της οικονομικής βιωσιμότητας προκειμένου να προβαίνει σε τόσες πολλές αναλύσεις που ενδεχομένως να μην απαιτούνται λόγω του είδους της δραστηριότητας.

    παρ. 3 εδαφ.β
    Λόγω της υψηλής διακινδύνευσης του πόσιμου νερού και κατά συνέπεια της ανθρώπινης υγείας θεωρείται αναγκαία η απαγόρευση διάθεσης υγρών αποβλήτων (επεξεργασμένων ή μη) ανάντι των σημείων υδροληψίας πόσιμου νερού των επιφανειακών υδάτινων σωμάτων.

    παρ. 3 εδαφ. γ
    Θα πρέπει να οριστούν αποστάσεις από τα όρια περιοχών χρησιμοποιούμενων για ιχθυοκαλλιέργειες των σημείων εκβολής των υγρών αποβλήτων.

  • § 1, 2.
    Ο καθορισμός ενιαίων όρων διάθεσης υγρών αποβλήτων για όλες τις δραστηριότητες σε επίπεδο λεκάνης απορροής η τμημάτων αυτής δεν είναι σωστή. Με το τρόπο αυτό κάθε είδους δραστηριότητα αντιμετωπίζεται ως δυνητικός παραγωγός επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων όπως των ουσιών προτεραιότητας και άλλων ρύπων που επιβάλλεται να ελέγχονται από τα κράτη-μέλη βάσει των Προτύπων Ποιότητας Περιβάλλοντος που θεσπίζει η Οδηγία 2008/105/ΕΚ (εναρμόνιση με την ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010 και την τροποποίησή της με την ΚΥΑ 170766/2016), ανεξαρτήτως αν οι ουσίες αυτές απαντώνται ή αναμένεται να ανιχνευθούν στην εν λόγω περιοχή και ανεξαρτήτως εάν η τυχόν παρουσία τους συνάδει με το είδος της επιχειρούμενης δραστηριότητας.
    Ως εκ τούτου, σε συνδυασμό με την παράγραφο 4, είναι δυνατόν να απαιτείται, τόσο από πολύ μικρή δραστηριότητα όσο και από μεγάλη ο ίδιος εξειδικευμένος έλεγχος των 45 χημικών ουσιών του Παραρτήματος Ι της 2008/105/ΕΚ, με μεγάλο κόστος. Ας ληφθεί υπόψη ότι η συχνότητα δειγματοληψίας υπολογίζεται από την 91/271 οδηγία με τουλάχιστον 4 δείγματα τον χρόνο.
    Επίσης σύμφωνα με την παρατήρηση του άρθρου 3 § 3 β είναι επίσης δυνατό να τίθενται αυστηρά όρια και για τις χημικές παραμέτρους όπως να επιβάλλεται το όριο των 10/10/1 ppm BOD/N/P και η εφαρμογή τριτοβάθμιας επεξεργασίας για κάθε σημειακή πηγή, ανεξαρτήτως μεγέθους και είδους δραστηριότητας, κατηγορίας αποδέκτη και επιθυμητής χρήσης του. Επιπροσθέτως, να απαιτείται ικανοποίηση των κριτηρίων για απεριόριστη επαναχρησιμοποίηση.
    Λαμβάνοντας πέραν τούτου υπόψη και όλες τις σχετικές παρατηρήσεις που προηγήθηκαν, προτείνεται η εξής διατύπωση:
    §2.Σε περιπτώσεις μη επάρκειας δεδομένων των σημείων β-θ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όπως υδατορέματα μη μόνιμης ροής τα οποία δεν έχουν συμπεριληφθεί στα ποτάμια υδατικά συστήματα των Σχεδίων- Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΛΑΠ), ή υδατορέματα μη μόνιμης ροής όπου δεν προκύπτει αραίωση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, λαμβάνονται υπόψη το μέγεθος και το είδος της επιχειρούμενης δραστηριότητας, οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές για την επεξεργασία των λυμάτων της, καθώς και η ζητούμενη ανωτέρα χρήση του τελικού αποδέκτη και εφαρμόζονται αναλόγως και κατά περίπτωση, οι δόκιμες από περιβαλλοντικής και οικονομοτεχνικής απόψεως οριακές τιμές εκπομπής.
    Οι ως άνω τιθέμενοι όροι και η εγκρινόμενη με αυτούς διάθεση λυμάτων (μέσω ΑΕΠΟ ή ΠΠΔ), μπορούν να αναθεωρούνται και/ή να αίρονται, εν όψει και της αναθεώρησης ή συμπλήρωσης των υφιστάμενων ΣΛΑΠ, υπό το πρίσμα νέων περιβαλλοντικών δεδομένων ή βιώσιμων τεχνικών αντιρρύπανσης και βάσει της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» που εισάγεται κατά την ανάκτηση του κόστους υπηρεσιών ύδατος, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 του Π.Δ. 51/2007.

  • 15 Σεπτεμβρίου 2017, 00:43 | Νικόλαος Τζουβάρας

    Στην παράγραφο 6 δεν είναι σαφής η έννοια της λέξης “πρέπει” και η λέξη “οφείλουν” ίσως είναι πιο κατάλληλη. Παρεμπιπτόντως θα ήταν καλύτερη η χρήση κεφαλαίου Υ αναφορικά με τις Υπηρεσίες ως διοικητικές μονάδες.
    Νικόλαος Τζουβάρας
    Χημικός Μηχανικός

  • 14 Σεπτεμβρίου 2017, 17:21 | ΚΟΥΤΟΥΛΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ MSc

    Παράγραφος 1 : Οι ουσίες προτεραιότητας και των άλλων ρύπων της ΚΥΑ 51354/2010 δεν είναι πρακτικά εφικτό τόσο να επεξεργάζονται όσο και να παρακολουθούνται, σε κάθε ΕΕΛ (ειδικά σε ΕΕΛ με Μ.Ι.Π. <20.000) . Αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί ρητά στην παράγραφο 1 του συγκεκριμένου άρθρου, προς αποφυγή παρανοήσεων από μελετητές, υπηρεσίες και αδειοδοτούσες – γνωμοδοτούσες αρχές.
    Άλλωστε η ΚΥΑ 51354/2010 κάνει λόγο για Καθορισμό Προτύπων Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ) για τις συγκεντρώσεις ορισμένων ρύπων και ουσιών προτεραιότητας στα επιφανειακά ύδατα και όχι στην εκροή Εγκαταστάσεων Επεξεργασίας Λυμάτων.

    Παράγραφος 3 : Προτείνεται η προσθήκη υποπερίπτωσης δ. oπως παρακάτω :
    «δ. Η διάθεση των υγρών αποβλήτων σε χείμαρους-ρέματα παροδικής-μη μόνιμης ροής , θα πρέπει να πραγματοποιείται σε ένα καθορισμένο σημείο, εύκολα προσβάσιμο, σε θέση εκτός των γραμμών πλημμύρας του ρέματος, όσο δυνατόν μην αλλοιώνοντας τα φυσικά χαρακτηριστικά της κοίτης του ρέματος.»
    Σκεπτικό : Η χωροθέτηση του σημείου εκβολής των επεξεργασμένων σε ένα αυστηρά καθορισμένο σημείο του ρέματος, επιτρέπει την ευκολία ανά πάσα χρονική στιγμή αφ’ενός στον επιτόπου έλεγχο της ποιότητας της επεξεργασμένη εκροής, και αφ’ ετέρου στην γενικότερη διαπίστωση λειτουργίας της μονάδας εν συνόλω, αφού εάν η μονάδα επεξεργασίας δεν λειτουργεί σωστά για ένα μεγάλο διάστημα, θα υπάρχουν εμφανή σημάδια υποβάθμισης του άμεσου χώρου διάθεσης (βρώμικα νερά, εστίες μόλυνσης, εναποθέσεις στερεών-βιομάζας, οσμές, ευτροφισμός κτλ). Αντίθετα, η διάθεση των επεξεργασμένων σε ένα μεγάλο μήκος της κοίτης του ρέματος (π.χ. με διάτρητο αγωγό μεγάλου μήκους), δυσχεραίνει τον έλεγχο της ποιότητας της εκροής, αλλά και τις εργασίες συντήρησης – καθαρισμού της όχθης του ποταμού-ρέματος, από αγριόχορτα και βλάστηση, τα οποία θα πρέπει να καθαρίζονται ανελλειπώς.

  • 12 Σεπτεμβρίου 2017, 23:19 | Παναγιώτης Κοτσιώνης

    Από τη διατύπωση του άρθρου φαίνεται ότι θα μπορούσε οι «οριακές τιμές εκπομπής» να μην αφορούν μόνο «οριακές συγκεντρώσεις» αλλά και «οριακές φορτίσεις του αποδέκτη». Κάτι τέτοιο θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο για τις περιπτώσεις δραστηριοτήτων που παράγουν μικρές ποσότητες υγρών αποβλήτων χωρίς τοξικές ενώσεις και βαρέα μέταλλα (π.χ. μικρές βιομηχανίες τροφίμων) και διαθέτουν κατάλληλο αποδέκτη.
    Αν η ερμηνεία αυτή είναι σωστή, θα πρέπει η διατύπωση να γίνει σαφέστερη. Θα πρέπει επίσης να καθορίζεται ότι ανάλογα με την περίπτωση εφαρμόζεται είτε η οριακή τιμή συγκέντρωσης είτε η οριακή τιμή φόρτισης.

    Παναγιώτης Κοτσιώνης
    Χημικός Μηχανικός

  • 8 Σεπτεμβρίου 2017, 15:25 | ΖΩΗΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ – Δ/νση ΠΕΧΩΣΧ της Π.Δ.Ε.

    Το παρόν άρθρο χρήζει διευκρινίσεων οι οποίες συνοψίζονται στα κάτωθι :
    1) Παρ. 1 : Θα πρέπει, σε συνδυασμό με την παρ. 5, να καθοριστεί με σαφήνεια α) ποιος συγκαλεί και συνθέτει την αναφερόμενη επιτροπή, β) ποιοι φορείς θα συμμετέχουν, γ) σε ποιες περιπτώσεις δεν απαιτείται μια τέτοια συγκρότηση και δ)το περιεχόμενο της εκδιδόμενης αδείας
    2) Παρ. 5 : Να προβλεφθούν και οι περιπτώσεις για έργα και δραστηριότητες που απαιτούν την έκδοση ΑΕΠΟ ή ΠΠΔ δηλαδή αυτά που απαλλάσσονται από περιβαλλοντική αδειοδότηση .

    Επίσης, λόγω των δεσμευτικών προθεσμιών για ητν έκδοση υπαγωγής σε ΠΠΔ, θα πρέπει να υπάρξει η απαραίτητη νομοθετική ρύθμιση για την προσάρτηση της γνωμοδότησης της Δ/νσης Υδάτων στην εκδιδόμενη υπαγωγή μιας δραστηριότητας σε ΠΠΔ.

    Τέλος, θεωρούμε απαραίτητη την έκδοση ΚΥΑ που ορίζει συγκεκριμένα όρια για τους επιφανειακούς αποδέκτες καθότι αυτό δεν καλύφθηκε εξολοκλήρου με την έκδοση της ΚΥΑ 8600/416/Ε103/2009 (όρια για τα γλυκά επιφανειακά ύδατα). Τα Διαχειριστικά Σχέδια Απορροής Λεκανών Ποταμών δεν θεσμοθετούν όρια για τους επιφανειακούς αποδέκτες καθότι υπάρχει αυτά υπάρχουν μόνο ως πρόταση για την διατήρηση της καλής κατάστασης της ποιότητας των επιφανειακών υδάτων.

  • 4 Σεπτεμβρίου 2017, 20:45 | Ηλίας Πολυχνιάτης, Χημικός

    Εδάφιο α: Το εδάφιο α παραπέμπει στην ΚΥΑ 5673/400/1997 (ΦΕΚ 192/Β). Στο άρθρο 9 αυτής της ΚΥΑ, που καθορίζει τα μέτρα για απευθείας διάθεση σε φυσικούς αποδέκτες των βιοαποικοδομήσιμων υγρών αποβλήτων ορισμένων κατηγοριών βιομηχανίας τροφίμων και ειδικά στο Β μέρος του άρθρου, αναφέρεται: «Β. Η διάθεση των ως άνω βιομηχανικών λυμάτων πραγματοποιείται μόνο εφόσον τα λύματα αυτά πληρούν τους όρους και τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην εν λόγω άδεια και αναφέρονται σε κάθε απόρριψη που προέρχεται από εγκαταστάσεις με 4.000 ι.π. ή περισσότερο.» Η αντίστοιχη διάταξη της μητρικής Οδηγίας 91/271/ΕΟΚ, στην 1η παράγρ. του άρθρου 13 αναφέρει: «τα βιοαποικοδομήσιμα βιομηχανικά λύματα που προέρχονται από εγκαταστάσεις που ανήκουν στους βιομηχανικούς τομείς του Παραρτήματος ΙΙΙ … πριν απορριφθούν στα ύδατα υποδοχής, να πληρούν … τους όρους που θεσπίζονται από τις αρμόδιες αρχές ή τα κατάλληλα όργανα, για όλες τις απορρίψεις από εγκαταστάσεις με 4.000 ι.π. ή περισσότερο.» Στην εν λόγω ΚΥΑ 5673/400/1997 δεν υπάρχει ειδική και ρητή διάταξη που να αφορά σε απευθείας απορρίψεις βιοαποικοδομήσιμων λυμάτων με λιγότερα από 4.000 ι.π. των βιομηχανιών τροφίμων που εμπίπτουν στο ενδιαφέρον της. Είναι πρόδηλο, τόσο από την Οδηγία, όσο και από την ΚΥΑ, ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις, λόγω του μικρού βιοαποικοδομήσιμου φορτίου και για λόγους οικονομικούς και περιβαλλοντικούς, είναι ανεκτή η ως έχει απόρριψή τους. Όμως, για την αποφυγή παρερμηνειών και χάρη σαφήνειας και πληρότητας της νομοθεσίας επιβάλλεται η προσθήκη ρητής διάταξης που να αφορά σε απορρίψεις λυμάτων των ως άνω εγκαταστάσεων με μικρότερο φορτίο από 4.000 ι.π.

  • 4 Σεπτεμβρίου 2017, 19:07 | Ηλίας Πολυχνιάτης, Χημικός

    Εδάφιο α: Παραπομπή στις διατάξεις της ΚΥΑ 5673/400/1997 (ΦΕΚ 192/Β)
    Ο πίνακας 1 του Παραρτήματος Ι της εν λόγω ΚΥΑ καθορίζει τα ανώτερα όρια του BOD5, του COD και των αιωρουμένων στερεών των επεξεργασμένων αστικών λυμάτων προκειμένου αυτά να απορριφθούν σε υδάτινους αποδέκτες. Φυσικά ορίζονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αφού τα αστικά απόβλητα, λόγω του μολυσματικού φορτίου τους και της ακαθόριστης σύστασής τους χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνα. Η διατύπωση όμως του εδαφίου α, της παραγρ. 2, του άρθρου 11 της ΚΥΑ 5673/400/1997 οδηγεί στην υπεραπλούστευση ότι οι τιμές του είναι απαιτητές και για τα υγρά απόβλητα της βιομηχανίας τροφίμων που απορρίπτονται σε υδάτινους αποδέκτες: «α) Να διαπιστωθεί η τήρηση των όρων και των απαιτήσεων που προβλέπονται στην άδεια διάθεσης των επεξεργασμένων αστικών λυμάτων, των βιομηχανικών λυμάτων και της ιλύος σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 και γενικά των απαιτήσεων που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι (παράγρ. Β) του άρθρου 16 της παρούσας απόφασης». Τα βιοαποικοδομήσιμα υγρά απόβλητα της βιομηχανίας τροφίμων δεν έχουν κανένα λόγο να υπόκεινται σε τόσο εξαντλητική επεξεργασία, ώστε να υποβιβάζεται το συνήθως υψηλό BOD5 ή COD οπωσδήποτε κάτω του θεσπισμένου για τα αστικά απόβλητα ορίου, λόγω – πλην του οικονομικού – και του υψηλού περιβαλλοντικού κόστους της εξαντλητικής επεξεργασίας, αφού αυτή απαιτεί ανάλογα μεγάλη δαπάνη ενέργειας, με ό,τι τούτο συνεπάγεται περιβαλλοντικά. Επομένως το ως άνω εδάφιο της ΚΥΑ 5673/400/1997 πρέπει να αναδιατυπωθεί ως εξής «… σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 και ειδικά για τα αστικά λύματα των απαιτήσεων που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι (παράγρ. Β) του άρθρου 16 της παρούσας απόφασης.»

  • 30 Αυγούστου 2017, 14:58 | ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ & ΥΔΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Π.Ε. ΚΟΖΑΝΗΣ – ΠΔΜ

    Το παρόν άρθρο θα πρέπει να αφορά αποκλειστικά τις διαδικασίες καθορισμού των οριακών τιμών εκπομπής των υγρών αποβλήτων για τις ουσίες προτεραιότητας και τους άλλους ρύπους της ΚΥΑ 51354/2641/Ε103/2010, καθώς και για τις φυσικοχημικές αλλά και τις μικροβιολογικές παραμέτρους.

    Η διαδικασία που περιγράφεται στην παράγραφο 1 και η διαδικασία έκδοσης της απόφασης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5, πρέπει να είναι ρητά καθορισμένες. Συγκεκριμένα, ο τρόπος συνεργασίας των Υπηρεσιών θα πρέπει να περιγράφεται με περισσότερη σαφήνεια. Σε περίπτωση που απαιτείται η σύσταση επιτροπής, θα πρέπει να ορίζεται ρητά ποιοι θα είναι οι συμμετέχοντες, ποιος ο ρόλος αυτών και ποιά αρχή θα προβαίνει στην έκδοση διοικητικής πράξης σύστασής της.
    Επιπρόσθετα, θεωρούμε επιβεβλημένο τον ορισμό προθεσμίας για την εφαρμογή του συγκεκριμένου άρθρου, ήτοι των καθορισμό των οριακών τιμών, για την αποφυγή διαιώνισης ισχύος των μεταβατικών διατάξεων.
    Οι παράγραφοι 3 και 4 προτείνουμε να περιλαμβάνονται στο προηγούμενο άρθρο, καθώς αφορούν σε όρους και προϋποθέσεις για τη διάθεση των υγρών αποβλήτων. Ιδιαίτερα, η παράγραφος 4 θα πρέπει να ενσωματωθεί στην υποπαράγραφο α. της παρ. 3 του προηγούμενου άρθρου, καθώς να αναφέρονται στο ίδιο πράγμα.
    Επίσης η παράγραφος 5, μετά το πρώτο εδάφιο, θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο προηγούμενο άρθρο και εφόσον διορθωθεί κατάλληλα.
    Συγκεκριμένα, θα πρέπει να επισημάνουμε τα ακόλουθα:
    i. Πέραν των οριακών τιμών και των όρων διάθεσης που δύναται να εξειδικεύονται κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, θα πρέπει να προβλέπεται ο καθορισμός, για κάθε δραστηριότητα, συγκεκριμένης θέσης διάθεσης.
    ii. Εκτός από τις περιπτώσεις έργων και δραστηριοτήτων που κατατάσσονται στην κατηγορία Α του Ν. 4014/2011, δεν προβλέπεται, σε άλλη διαδικασία, γνωμοδότηση της Δ/νσης Υδάτων, γεγονός το οποίο έχουμε επισημάνει στην Ειδική Γραμματεία Υδάτων του Υπουργείου. Επί της υποπαραγράφου β) της παρ. 5 λοιπόν, σημειώνουμε ότι στις περιπτώσεις έργων και δραστηριοτήτων που κατατάσσονται στη Β κατηγορία, η διαδικασία υπαγωγής σε ΠΠΔ, και τα απαιτούμενα στοιχεία τεκμηρίωσης καθορίζονται από τις εξειδικευμένες υπουργικές απόφασης για έκαστη ομάδα έργων. Στις ως άνω υπουργικές αποφάσεις, δεν προβλέπεται διαδικασία αποστολής μελετών ή δικαιολογητικών για γνωμοδότηση, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Οι απαιτούμενες γνωμοδοτήσεις προσκομίζονται στις αρμόδιες Υπηρεσίες για την υπαγωγή σε ΠΠΔ και αποτελούν μέρος των στοιχείων τεκμηρίωσης της Δήλωσης Υπαγωγής. Σε καμιά περίπτωση έργου δεν προβλέπεται προσκόμιση γνωμοδότησης των Δ/νσεων Υδάτων των οικείων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και κατ’ επέκταση δεν προβλέπεται η επιβολή ανάλογων πρόσθετων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων. Η διαδικασία υπαγωγής σε ΠΠΔ, ολοκληρώνεται εντός καθορισμένων προθεσμιών. Τέλος, δεν προβλέπεται η υποβολή μελέτης επεξεργασίας και διάθεσης των υγρών αποβλήτων, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις (π.χ. κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις) για τις οποίες δεν υπάρχει καν πεδίο στη δήλωση υπαγωγής που να αφορά στον τρόπο διαχείρισης των υγρών αποβλήτων. Συνεπώς, για την εφαρμογή της συγκεκριμένης παραγράφου, όπως αυτή έχει διατυπωθεί, θα πρέπει να τροποποιηθούν όλες οι Υπουργικές Αποφάσεις που αφορούν στην υπαγωγή σε ΠΠΔ, ώστε να προβλέπουν υποβολή μελέτης επεξεργασίας και διάθεσης των υγρών αποβλήτων, προσκόμιση γνωμοδότησης της Δ/νσης Υδάτων και επιβολή, αντίστοιχα, πρόσθετων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων.
    iii. Θα πρέπει να συμπεριληφθούν όροι και διαδικασίες για έργα που παράγουν και διαθέτουν υγρά απόβλητα αλλά δεν κατατάσσονται σε καμιά από τις κατηγορίες του Ν. 4014/2011 και συνεπώς δεν ακολουθούν διαδικασίες περιβαλλοντικής αδειοδότησης ή υπαγωγής σε ΠΠΔ.

    Η Αν/τρια Προϊσταμένη
    του Τμήματος Περιβάλλοντος & Υδροοικονομίας Π.Ε. Κοζάνης /
    Δ/νσης Περιβάλλοντος & Χωρικού Σχεδιασμού /
    Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας
    ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΣΙΟΛΑΚΗ

  • Δεν υπάρχει πρόβλεψη και κανόνες για την αξιοποίηση επεξεργασμένων λυμάτων από ΚΕΛ. Το θέμα είναι εξαιρετικά σοβαρό και η διάθεση κατευθείαν στη θάλασσα είναι απώλεια για όλους. Ενέχει και μεγάλους κινδύνους.

  • Πότε πρέπει να υποβληθούν από τους δήμους οι μελέτες λεκανών απορροής και μέτρων προστασίας; Ποιες είναι οι κυρώσεις σε περιπτώσεις αδιαφορίας ή εσκεμμένης καθυστέρησης ή μη μελέτης;

  • Λέτε καθορισμός των οριακών τιμών εκπομπής υγρών αποβλήτων, μάλλον εννοείτε συγκέντρωσης. Προχειρότητα; Αντιγραφή;