Άρθρο 87: Κανονισμοί

1. Η παράγραφος 4 του άρθρου «17. – Α. Κανονισμοί», του ν. 1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρησης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού».
2. Η παράγραφος 7 του άρθρου «17. – Α. Κανονισμοί», του ν. 1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει δικαίωμα, μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα που ο κανονισμός περιέλθει υπηρεσιακώς σε αυτόν, να τον αναπέμψει μία μόνο φορά με τις υποδείξεις του για συμπλήρωση, τροποποίηση ή ακύρωση στην οικεία ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου».

  • Άρθρο 87
    Με την παρ. 1 του άρθρου αυτού τροποποιείται η παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 1756/1988, ως προς τη σύνταξη των Κανονισμών των Δικαστηρίων και αφενός διευρύνεται ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται να ζητήσουν τη σύνταξη, τροποποίηση κλπ. των Κανονισμών, αφετέρου δίδεται απόλυτη διακριτική ευχέρεια στις ολομέλειες των Ανωτάτων Δικαστηρίων για την τροποποίηση, συμπλήρωση ή ακύρωση αυτών, ακόμα και χωρίς σχετικό αίτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης ή των υπολοίπων προσώπων που ορίζονται στην παρ.1 του άρθρου. Δεδομένου όμως ότι, η έννοια της δικαστικής ανεξαρτησίας περιλαμβάνει και την «εσωτερική ανεξαρτησία» των δικαστικών λειτουργών, από τα Ανώτατα Δικαστήρια του κλάδου τους, προτείνουμε να εγκρίνονται οι Κανονισμοί από την Ολομέλεια των οικείων Δικαστηρίων, όπως ισχύει σήμερα και να προβλεφθεί δικαίωμα προσφυγής στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου του οικείου κλάδου, από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, ή τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 του νομοσχεδίου, ώστε να είναι κάθε φορά οριοθετημένο το αντικείμενο της διαφωνίας και να προωθούνται οι όποιες αλλαγές των Κανονισμών με διαφάνεια.

  • 22 Δεκεμβρίου 2011, 02:29 | Παναγιώτης Δανιάς

    Kύριε Κτιστάκη, «μεταξύ μας», δεν με πείθετε καθόλου. Δεν γνωρίζω κανένα Δικαστήριο, Πολιτικό ή Διοικητικό που να έχει αριθμό υποθέσεων μικρότερο από τον κανονικό. Και δεν γνωρίζω να ελέγξατε ποτέ κανέναν Πρόεδρο για «υπερχρέωση» των δικαστών του και υπέρβαση των ορίων των κανονισμών. Με αυτά που γίνονται, σε λίγα χρόνια, στα Πολιτικά Δικαστήρια, Δικαστές θα γίνονται ή οι πολλοί «ταγμένοι» ή οι πολλοί «απελπισμένοι». Αυτοί θα είναι το 20% που κάποιοι θέλουν να προαγάγουν «κατ’ απόλυτη εκλογή». Αντισταθείτε τώρα μαζί μας, γιατί αύριο, όταν θα ζητάτε, ως συνταξιούχος, δικαστική προστασία, θα είναι πολύ αργά…

  • 19 Δεκεμβρίου 2011, 09:56 | Κώστας

    Με όλο το σεβασμό θα διαφωνίσω εν μέρει με την κάτωθι άποψη. Αν και σίγουρα,έχω λιγότερα χρόνια εμπειρίας στο χώρο, θεωρώ ότι οι κανονισμοί όταν ρυθμίζουν θέματα όπως οι δικάσιμοι πολιτικών και ποινικών συνεδριάσεων πρέπει και επιβάλλεται να λαμβάνουν υπόψην τους τις συνθήκες λειτουργίας σε ένα Πρωτοδικείο. Δεν μπορεί σε ένα Πρωτοδικείο με 7 ή 10 πχ οργανικές θέσεις, στο οποίο πάντοτε υπάρχουν κενά, οι δικάσιμοι να προσδιορίζονται ανάλογα με τον αριθμό των υποθέσεων και τις τοπικές ανάγκες των διαδίκων και των δικηγόρων. Εφόσον οι αποφάσεις θα εκδικαστούν και θα εκδοθούν από Δικαστές, ο αριθμός των υπηρετούντων είναι σαφέστατα πολύ κρίσιμο ζήτημα. Θα υπενθυμίσω δε ότι και με το ισχύον καθεστώς, οι τροποποιήσεις των κανονισμών, εγκρίνονται στη συνέχεια από το Εφετείο, αλλιώς δεν ισχύουν. Κατά συνέπεια έλεγχος τοπικών δικαστικών συμφερόντων γίνεται και μάλιστα από Δικαστες που γνωρίζουν πολύ καλά, ίσως και καλύτερα από τον Αρειο Πάγο, τις συνθήκες λειτουργίας των Πρωτοδικείων που υπάγονται στην περιφέρεια του Εφετείου. Για το λόγο αυτό, θεωρώ ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση κάτι άλλο επιδιώκεται. Και προκύπτει νομίζω και από άλλες διατάξεις του νομοσχεδίου, σε ποιον θα πέσει όλο το βάρος και η ευθύνη για την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης.

  • 18 Δεκεμβρίου 2011, 17:43 | Γιώργος Κτιστάκης Αντεισαγγελέας Εφετών

    Επειδή η πείρα μας έχει διδάξει ότι καλό είναι να έχουν λόγο και τα Ανώτατα Δικαστήρια στους Κανονισμούς, τις δικασίμους, τους προσδιορισμούς υποθέσεων θα συμφωνήσω με τη διάταξη: σήμερα συμβαίνει να γίνονται αυτοί οι καθορισμοί κατά »τρόπο που να εξυπηρετεί τα τοπικά δικαστικά συμφέροντα», αλλά όχι την απονομή της δικαιοσύνης. Ας υπάρχει και κάποιος που θα μπορεί να βάλει φρένο στις ρυθμίσεις από εμάς για εμάς (και μεταξύ μας).

  • 16 Δεκεμβρίου 2011, 20:10 | Κώστας Π

    Επείδή διάβασα λεπτομερώς την αιτιολογική έκθεση του νόμου, σε τί αποσκοπεί η συγκεκριμένη διάταξη; Δηλαδή ο Άρειος Πάγος γνωρίζει καλύτερα από τον Προϊστάμενο ενός Πρωτοδικείου τα του Πρωτοδικείου; Οι υπηρεσιακές ανάγκες ενός Πρωτοδικείο μεγάλου δεν είναι διαφορετικές αν υπάρχουν 3-4 κενά; Ποιός ακριβώς θα ξεκινάει την όλη διαδικασία; Ο Άρειος Πάγος από μόνος του; Με τί αφορμή; Νομίζω ότι κάτι άλλο επιδιώκει ο αγαπητός νομοθέτης. Και δεν τιμάει κανένα αυτό.