Άρθρο 34: Τροποποίηση των άρθρων 409 και 410 ΚΠΔ

1. Το άρθρο 409 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται, ως εξής:
«Σε περίπτωση αυτόφωρου πταίσματος επιτρέπεται η σύλληψη του δράστη από κάθε αστυνομικό όργανο που έσπευσε ή από ανακριτικό υπάλληλο για την άμεση εισαγωγή του σε δίκη όποτε αυτή είναι δυνατή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του επόμενου άρθρου ή για τη βεβαίωση της ταυτότητάς του σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του επόμενου άρθρου».
2. Ο τίτλος και το άρθρο 410 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίστανται, ως εξής:
«Άρθρο 410.- ΑΜΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΕ ΔΙΚΗ Ή ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ. 1. Αν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 409, εκείνος που έχει συλληφθεί οδηγείται αμέσως στο δημόσιο κατήγορο και στο πταισματοδικείο του τόπου όπου συνελήφθη, αν υπάρχει πταισματοδικείο που συνεδριάζει εκείνη την ώρα ή μπορεί να συνεδριάσει αμέσως, και εισάγεται αμέσως σε δίκη και εκεί προσκομίζονται και οι σχετικές αποδείξεις.
2. Αν δεν υπάρχει στον τόπο όπου συνελήφθη πταισματοδικείο ή αυτό δεν μπορεί να συνεδριάσει αμέσως, προσάγεται χωρίς αναβολή στο πλησιέστερο αστυνομικό κατάστημα, όπου εξετάζεται αμέσως και συντάσσεται έκθεση, από τον ίδιο που τον συνέλαβε ή άλλο αστυνομικό υπάλληλο, και αφού βεβαιωθεί η ταυτότητά του αφήνεται ελεύθερος».

  • 19 Δεκεμβρίου 2011, 16:27 | Θ.Κ -ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΣ

    Από την καθημερινή τριβή με τα πταίσματα, κρίνω πως πρέπει να τροποποιηθούν ως ακολούθως τα ακόλουθα άρθρα :

    Αρθ. 409 – Διαδικασία εισαγωγής σε δίκη και εκδίκαση
    1. Αν υποβληθεί μήνυση ή έγκληση για πράξη διωκόμενη σε βαθμό
    πταίσματος, o δράστης προσάγεται εντός των ορίων του αυτοφώρου στο
    πλησιέστερο αστυνομικό κατάστημα, όπου εξετάζεται αμέσως και
    συντάσσεται έκθεση και αφού βεβαιωθεί η ταυτότητά του αφήνεται
    ελεύθερος. Εάν παρέλθει η αυτόφωρη διαδικασία, η μήνυση ή έγκληση
    υποβάλλεται στον δημόσιο κατήγορο, ο οποίος εισάγει την υπόθεση στο
    ακροατήριο χωρίς να απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση, εφαρμόζοντας
    ανάλογα τις διατάξεις των άρθρων 320, 321, 325 & 327. Ο κατηγορούμενος
    κλητεύεται στο ακροατήριο με κλητήριο θέσπισμα.

    2. Όταν δημόσιος υπάλληλος ή ανακριτικός υπάλληλος ή αστυνομικός,
    έχοντας σχηματίσει ίδια αντίληψη, καταμηνύει κάποιον για πταίσμα,
    συντάσσεται έκθεση αρχής και ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου
    1, χωρίς να απαιτείται να κληθεί στο ακροατήριο o μηνυτής.

    3. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο δημόσιος κατήγορος αφού λάβει τη
    μήνυση, την έγκληση ή την έκθεση αρχής, μπορεί να διατάξει ανακριτικό
    υπάλληλο να προβεί στην άμεση λήψη απολογιών κατηγορουμένων ή
    καταθέσεων μαρτύρων, αν κρίνει ότι η ενέργεια αυτή συντείνει στη
    μόρφωση ασφαλέστερης κρίσης ως προς την άσκηση της ποινικής δίωξης για
    την πράξη που διαπράχθηκε και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες αυτή
    έλαβε χώρα.

    4. Αν ο πταίστης είναι άγνωστος, ο δημόσιος κατήγορος διατάσσει την
    ανακάλυψή του από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα εντός ευλόγου χρονικού
    διαστήματος, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί τους πέντε μήνες από τη
    διάπραξη του αδικήματος, και εάν αυτός δεν ανακαλυφθεί, θέτει την
    υπόθεση στο αρχείο με πράξη του.

    5. Αν ο πταίστης είναι γνωστής ταυτότητας αλλά άγνωστης διαμονής, η
    υπόθεση παραμένει εκκρεμής και δεν προσδιορίζεται σε δικάσιμο έως
    ανευρέσεως του κατηγορουμένου και επομένως καταστεί εφικτή η επίδοση
    ως γνωστής διαμονής ή υποκύψεως του αδικήματος σε παραγραφή.

    6. Εάν ο κατηγορούμενος κληθεί να απολογηθεί προ της εισαγωγής της
    υπόθεσης σε δίκη, επί της έκθεσης απολογίας αναγράφεται υποχρεωτικά ο
    ΑΦΜ και η Δ.Ο.Υ φορολογίας του. Σε διαφορετική περίπτωση τα στοιχεία
    εξακριβώνονται από το δικαστήριο.

    7. Ως προς τα υπόλοιπα εφαρμόζονται οι κανόνες της κύριας διαδικασίας
    στο ακροατήριο.

    Αρθ. 410 – Ερήμην απόφαση και αντιρρήσεις εναντίον της
    1. Στην ερήμην απόφαση, που μπορεί να γραφεί και κάτω από την μήνυση,
    έγκληση ή έκθεση αρχής, πρέπει, εκτός από το συνηθισμένο περιεχόμενο,
    να μνημονεύεται και ότι επιτρέπεται στον απόντα κατηγορούμενο να
    υποβάλλει αντιρρήσεις μέσα σε οκτώ ημέρες από την επίδοση αντιρρήσεις
    με έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας του πταισματοδικείου που εξέδωσε
    την απόφαση ή ο γραμματέας του πταισματοδικείου του τόπου διαμονής του.

    2. Στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας του πταισματοδικείου που
    εξέδωσε την απόφαση πρέπει να σημειώνεται η δικάσιμος κατά την οποία
    θα συζητηθούν οι αντιρρήσεις σύμφωνα με το επόμενο άρθρο.

    3. Για το παραδεκτό της ως άνω έκθεσης υποβάλλεται παράβολο δημοσίου
    πενήντα ευρώ κατά την υποβολή της.

    Αρθ. 411 – Συζήτηση της έκθεσης αντιρρήσεων
    1. Αν οι αντιρρήσεις προβληθούν εμπρόθεσμα σύμφωνα με το άρθρο 410, η
    απόφαση που εκδόθηκε ανατρέπεται και η υπόθεση εισάγεται να συζητηθεί
    στην πρώτη δικάσιμο ύστερα από δέκα ημέρες από την προβολή των
    αντιρρήσεων κατά το άρθρο 410. Την ημέρα αυτή ο κατηγορούμενο οφείλει
    να εμφανισθεί χωρίς κλήτευση, προσκομίζοντας τα αποδεικτικά του
    στοιχεία. Διαφορετικά, δικάζεται σαν να ήταν παρών. Αν οι αντιρρήσεις
    έχουν υποβληθεί στο γραμματέα άλλου πταισματοδικείου, η υπόθεση
    συζητείται ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του κατηγορουμένου. Τυχόν
    μάρτυρες υποχρεωτικά με κλήτευση και στις δύο περιπτώσεις.

    2. Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται για κανένα λόγο. Κατά της
    απόφασης επιτρέπεται η άσκηση των ένδικων μέσων που προβλέπονται στον
    κώδικα.

    3. Αν δεν προβληθούν εμπρόθεσμα αντιρρήσεις, η απόφαση που εκδόθηκε
    σύμφωνα με το άρθρο 410 εκτελείται. Έφεση και αναίρεση εναντίον της
    επιτρέπονται σύμφωνα με τις κοινές διατάξεις. Η σχετική προθεσμία
    αρχίζει με την εκπνοή της προθεσμίας για την προβολή των αντιρρήσεων.

    Άρθρο 412 – Ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων του πταισματοδικείου
    Κατά των αποφάσεων του πταισματοδικείου επιτρέπεται α) έφεση (άρθρο
    489, παράγραφος 1, στοιχείο α΄) και αναίρεση (άρθρο 504, παράγραφος 1,
    εδάφιο τελευταίο).

    Άρθρο 413 – Αναβολή της εκτέλεσης της ποινής
    Οι διατάξεις του άρθρου 556 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στα πταίσματα.
    Όπου στις σχετικές διατάξεις αναφέρεται ο εισαγγελέας πρωτοδικών του
    τόπου σύλληψης, νοείται ο οικείος δημόσιος κατήγορος. Η διάταξη του
    δημοσίου κατηγόρου με την οποία αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής,
    κοινοποιείται στον Εισαγγελέα για ενημέρωση.

    Τα άρθρα 414, 415 και 416 καταργούνται.

  • 16 Δεκεμβρίου 2011, 22:11 | Θεοδόσιος Μούγιος

    Ουδεμία αλλαγή σε σχέση με τα τώρα ισχύοντα. Τα προτεινόμενα άρθρα είναι ίδια με τα υπάρχοντα.

    Προτείνεται η αντικατάσταση των αρθ. 409 & 410 ως ακολούθως :
    Αρθ. 409
    «Όποιος καταλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω να διαπράττει πράξη διωκόμενη σε βαθμό πταίσματος υποχρεούται να παρέχει τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας του στον αστυνομικό που τον κατέλαβε.»
    Αρθ. 410
    «1. Αν για πράξη διωκόμενη σε βαθμό πταίσματος υποβληθεί μήνυση ή έγκληση, ο δράστης προσάγεται εντός των ορίων του αυτοφώρου στο πλησιέστερο αστυνομικό κατάστημα, όπου εξετάζεται αμέσως και συντάσσεται έκθεση και αφού βεβαιωθεί η ταυτότητά του αφήνεται ελεύθερος. Εάν παρέλθει η αυτόφωρη διαδικασία χωρίς να εξετασθεί ο πταίστης, η υποβληθείσα μήνυση ή έγκληση υποβάλλεται στον δημόσιο κατήγορο, ο οποίος την εισάγει στο ακροατήριο χωρίς να απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση.
    2. Αν η ως άνω πράξη διαπιστωθεί από αστυνομικό, υποβάλλεται απ’ αυτόν έκθεση αρχής, η οποία διαβιβάζεται στον οικείο δημόσιο κατήγορο, ο οποίος ενεργεί ως άνω.
    3. Σε κάθε περίπτωση πάντως ο δημόσιος κατήγορος μπορεί να διατάξει τη λήψη απολογίας του πταίστη ή καταθέσεων των προτεινόμενων μαρτύρων αν κρίνει ότι η ενέργεια αυτή συντείνει στη μόρφωση ασφαλούς κρίσης περί της επικείμενης άσκησης ποινικής δίωξης»