Άρθρο 32: Ρυθμίσεις για την αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιον των συμβουλίων

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 309 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ενώπιον του συμβουλίου δεν επιτρέπεται η εμφάνιση του εισαγγελέα και των διαδίκων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις εφόσον το συμβούλιο κρίνει ότι τούτο είναι αναγκαίο μπορεί να διατάξει την εμφάνιση ενώπιόν του όλων των διαδίκων. Αν μετά το τέλος της ανάκρισης και την υποβολή των εγγράφων στον εισαγγελέα υποβλήθηκαν στο συμβούλιο από ένα διάδικο έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία, το συμβούλιο, στην περίπτωση που κρίνει ότι αυτά ασκούν ουσιώδη επιρροή στη διάγνωση της υπόθεσης, οφείλει να καλέσει τους υπόλοιπους διαδίκους, ή τους αντικλήτους τους, για να ενημερωθούν και να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους σε προθεσμία που καθορίζει το ίδιο».
2. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 287 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Αν η ανάκριση συνεχίζεται, πέντε ημέρες πριν από τη συμπλήρωση του χρονικού αυτού διαστήματος ο ανακριτής αναφέρει στον εισαγγελέα εφετών με αιτιολογημένη έκθεσή του τους λόγους για τους οποίους δεν περατώθηκε η ανάκριση και διαβιβάζει τη δικογραφία στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, ο οποίος την εισάγει αμέσως στο συμβούλιο πλημμελειοδικών με έγγραφη αιτιολογημένη πρότασή του. Ο γραμματέας του συμβουλίου ειδοποιεί με οποιοδήποτε μέσο (έγγραφο, τηλεγράφημα, τηλετύπημα ή τηλεομοιοτυπία) τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του για να διατυπώσει τις απόψεις του με έγγραφο υπόμνημα, μέσα σε προθεσμία που καθορίζει ο πρόεδρος του συμβουλίου, έχει δε δικαίωμα ο κατηγορούμενος να λάβει γνώση της εισαγγελικής πρότασης. Ο εισαγγελέας, ο κατηγορούμενος και ο συνήγορός του δεν εμφανίζονται ενώπιον του συμβουλίου, μπορεί όμως το συμβούλιο εάν κρίνει ότι τούτο είναι αναγκαίο να διατάξει την ενώπιόν του εμφάνιση του κατηγορουμένου. Μετά ταύτα, το συμβούλιο αποφαίνεται αμετάκλητα αν πρέπει να απολυθεί προσωρινά ο κατηγορούμενος ή να εξακολουθήσει η προσωρινή του κράτηση. Αν η ανάκριση ενεργείται από εφέτη, κατά το άρθρο 29, αρμόδιο να αποφανθεί είναι το συμβούλιο εφετών».
3. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 287 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα ορίζονται στην προηγούμενη περίπτωση α΄ για την ειδοποίηση του κατηγορουμένου προς υποβολή υπομνήματος, την λήψη αντιγράφου της εισαγγελικής πρότασης, την μη εμφάνιση τούτου ενώπιον του συμβουλίου και την απόφαση του τελευταίου».
4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 287 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο για την ειδοποίηση του κατηγορουμένου προς υποβολή υπομνήματος, την λήψη αντιγράφου της εισαγγελικής πρότασης, την μη εμφάνιση τούτου ενώπιον του συμβουλίου και την απόφαση του τελευταίου».
5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 138 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα βουλεύματα του δικαστικού συμβουλίου και οι διατάξεις του ανακριτή εκδίδονται ύστερα από έγγραφη πρόταση του εισαγγελέα, ο οποίος την αναπτύσσει και προφορικά όταν η εμφάνισή του στο συμβούλιο προβλέπεται από το νόμο».
6. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 18 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, απαλείφεται η φράση «ενώ καλείται ο αιτών και αν είναι δυνατόν και οι άλλοι διάδικοι».
7. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 20 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, απαλείφεται η φράση «αφού ακούσει τον εισαγγελέα, τον αιτούντα και τους διαδίκους που καλούνται είκοσι τέσσερες ώρες πριν».

  • 25 Δεκεμβρίου 2011, 09:35 | Π.Ν.

    Τάδε έφη ο νομοθέτης του ν. 3904/2010 στην Αιτιολογική του Έκθεση πριν από μόλις ένα χρόνο για την αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων στο συμβούλιο:

    «Από τη γραμματική διατύπωση της ισχύουσας σήμερα ρύθμισης δεν καταλείπονται αμφιβολίες ως προς το ότι η αποδοχή του αιτήματος για αυτοπρόσωπη εμφάνιση οφείλει να αποτελεί τον κανόνα και η απόρριψή του την εξαίρεση. Ωστόσο, το αντίθετο σχήμα κυριάρχησε στη νομολογία του Αρείου Πάγου, ο οποίος σταθερά δέχεται ότι για την απόρριψη του σχετικού αιτήματος αρκεί η (στερεότυπη και γενικόλογη) αιτιολογία ότι ο αιτών έχει ήδη εκθέσει (: στην απολογία – στο υπόμνημα – στην έκθεση ασκήσεως του ενδίκου μέσου) επαρκώς τις απόψεις του (ενδεικτικά: ΑΠ 1253/1998, ΠοινΧρον 1999. 688, ΑΠ 1379/1998, ΠοινΧρον 1999.732, ΑΠ 1666/1998, ΠοινΧρον 1999.354, ΑΠ 924/1999, ΠοινΧρον 2000. 429, ΑΠ 478/2000, ΝοΒ 2000.1309, ΑΠ 1601/2001, ΠραξΛογΠΔ 2001.464). Είναι προφανές ότι αυτή η νομολογιακή πορεία δεν μπορεί να επικροτηθεί για περισσότερους από έναν λόγους: Η προφορική απολογία ή το απολογητικό υπόμνημα αποτελούν το συνήθως συμβαίνον στο χώρο της κύριας ανάκρισης. Τούτο είχε υπόψη του ο νομοθέτης και εντούτοις προχώρησε στη θέσπιση της ρύθμισης. Η εκτίμηση ότι η αμυντική προσπάθεια έχει εξαντληθεί και άρα η αυτοπρόσωπη εμφάνιση είναι περιττή, παρουσιάζεται πάντοτε επισφαλής. Όχι μόνον γιατί μεσολαβεί η σχετική εισαγγελική πρόταση αλλά και διότι το περιεχόμενο των υπερασπιστικών ισχυρισμών (πραγματικών και νομικών) δεν μπορεί ποτέ να προεξοφληθεί. Το προσωπικόν της εμφανίσεως δεν μπορεί να αναπληρωθεί με έγγραφη υποστήριξη των απόψεων. Ακόμη, όμως, και αν ήθελε αγνοήσει κανείς τα παραπάνω, παραμένει η ουσιώδης δογματική αντίρρηση: ένας τέτοιος τρόπος εφαρμογής της διατάξεως αντιτίθεται ευθέως τόσο στην αρχή της ισότητας των όπλων (: ο εισαγγελέας παρίσταται στο συμβούλιο – ο κατηγορούμενος όχι), όσο και στο γενικότερο δικαίωμα ακροάσεως (: αδυναμία διατυπώσεως των απόψεων ενώπιον του αποφασίζοντος συμβουλίου). Παραβιάζονται, έτσι, αυξημένης τυπικής ισχύος επιταγές (: άρθρα 20 Συντ. και 6 ΕΣΔΑ), καθιστώντας έτσι έκθετη τη χώρα μας απέναντι στη νομολογία του ΕΔΔΑ. Η νομοθετική παρέμβαση καθίσταται αναγκαία. Με τη νέα πρόβλεψη, είναι υποχρεωτική η εμφάνιση στο συμβούλιο του συνηγόρου του διαδίκου και σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να επιτραπεί και η εμφάνιση και του ιδίου του αιτούντος διαδίκου. Σε υποθέσεις σε βαθμό κακουργήματος, εάν ο αιτών δεν έχει συνήγορο διατάσσεται υποχρεωτικά η εμφάνισή του. Με το σχήμα αυτό καθιερώνεται, επομένως, οπωσδήποτε είτε η εμφάνιση του συνηγόρου είτε και του ιδίου του αιτούντος στο συμβούλιο και δίνεται έτσι η δυνατότητα διατυπώσεως των απόψεών τους ενώπιον του αποφασίζοντος συμβουλίου, και έτσι γίνεται σεβαστό το δικαίωμα ακροάσεως».

    Όλα αυτά ξεχάστηκαν έτσι απλά, επειδή το είπαν «πολλοί νομικοί εκπρόσωποι του νομικού κόσμου της χώρας» (Αιτιολογική Έκθεση υπό συζήτηση πολυνομοσχεδίου).

    Συμπέρασμα: Ο δικονομικός νομοθέτης στη χώρα των λωτοφάγων….

  • 24 Δεκεμβρίου 2011, 08:24 | Εφέτης

    Συμφωνώ απολύτως! Ο νομοθετικός κατήφορος σε όλο του το μεγαλείο…

  • 22 Δεκεμβρίου 2011, 22:55 | Π.Ν.

    Το εντυπωσιακότερο όλων είναι σε σχέση με το συγκεκριμένο πολυνομοσχέδιο ο τίτλος του: «Για τη δίκαιη δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας».
    Ο ανωτέρω τίτλος, ως προς το πρώτο σκέλος του, σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα: Η κατάργηση του θεσμού της αυτοπρόσωπης εμφάνισης στο δικαστικό συμβούλιο (: για τη σωστή εφαρμογή του οποίου έχουμε ήδη καταδικαστεί από το ΕυρΔΔΑ για παραβίαση της δίκαιης δίκης!), η ρητή πρόβλεψη για μη ακρόαση του κατηγορουμένου από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο που αποφασίζει επί της διαφωνίας ανακριτή και εισαγγελέα για την προσωρινή κράτηση, η πρόβλεψη υπέρογκων παραβόλων για την κατάθεση εγκλήσεως ή την άσκηση διάφορων προσφυγών, η επαναπρόβλεψη (: μετά από 15 χρόνια) δυνατότητας προσωρινής κρατήσεως στα (τελούμενα κατ’ εξακολούθηση) πλημμελήματα, η ίδρυση μονομελών εφετείων κακουργημάτων, αλλά και το γενικότερο πνεύμα που αποπνέει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, θα αποτελέσουν με μαθηματική ακρίβεια επαρκείς λόγους για νέες καταδίκες από το ΕυρΔΔΑ για παραβίαση της κατ’ άρθρο 6 ΕΣΔΑ δίκαιης δίκης.
    ΣΥΝΕΠΩΣ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΕΡΩ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ, ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΚΕΛΟΣ ΤΟΥ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΜΟΡΦΩΘΕΙ ΩΣ ΕΞΗΣ:

    ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΓΙΑ ΤΗΝ … ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΗΣ ΔΙΚΗΣ».

    Εξάλλου, ως προς το δεύτερο σκέλος, του ο ανωτέρω τίτλος (: «για την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας») είναι εξαιρετικά προσβλητικός για το δικαστικό σώμα, αφού το εμφανίζει να κινείται με ραστώνη και απροθυμία για την εκδίκαση των υποθέσεων και να αποτελεί τον κύριο λόγο για την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης.
    Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε ότι το βασικό πρόβλημα στην απονομή της δικαιοσύνης είναι η έλλειψη υλικοτεχνικών συνθηκών (έλλειψη δικαστών, γραμματέων, αιθουσών δικαστηρίων, ακόμη και πετρελαίου θέρμανσης αλλά και γραφικής ύλης στα περισσότερα από αυτά) και όχι η δήθεν … τεμπελιά των δικαστών, οι οποίοι καταβάλλουν καθημερινά φιλότιμες προσπάθειες για τη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους και με εμφανώς μειωμένες αποδοχές.
    ΣΥΝΕΠΩΣ ΑΣ ΜΗ ΓΕΛΙΟΜΑΣΤΕ: Το νομοσχέδιο που εισηγείται ο Υπουργός Δικαιοσύνης είναι ένα ακόμη -εκ των πραγμάτων αποτυχημένο- νομοσχέδιο για την θρυλική επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης και έρχεται να προστεθεί σε μία λίστα περίπου τριάντα (ίσως και περισσότερων) κατά την τελευταία εικοσαετία τέτοιων πολυνομοθετημάτων, τα οποία απλώς περικόπτουν σημαντικά δικαιώματα διαδίκων (κατοχυρωμένα τις περισσότερες φορές στην ΕΣΔΑ), με σκοπό να … κοντύνουν τις δικονομίες. Το αποτέλεσμα είναι η δικονομία (: είτε είναι πολιτική, είτε ποινική ή διοικητική) να υφίσταται ανεπανόρθωτες βλάβες στην ομοιογένειά της και να επέρχεται, αντί για την πολυπόθητη επιτάχυνση της διαδικασίας, σημαντική επιβράδυνση. Τρανό παράδειγμα η κατάργηση της αυτοπρόσωπης εμφάνισης, που μόλις πέρυσι είχε γίνει με νόμο της ίδιας κυβερνήσεως (3904/2010) υποχρεωτική και τώρα χωρίς ουσιαστική αιτιολογία καταργείται. Σκέφθηκε κανείς στο Υπουργείο ότι όλες αυτές οι υποθέσεις, που μπορεί στα πλαίσια της διαδικασίας των δικαστικών συμβουλίων να σταματούσαν με την έκδοση ενός απαλλακτικού βουλεύματος, τι θα γίνει όταν θα παραπέμπονται συλλήβδην πλέον στο ακροατήριο, χωρίς την ανάπτυξη προφορικού και ζωντανού αντιλόγου από την πλευρά του κατηγορουμένου. Μπορεί, λοιπόν, κανείς να κάνει τελικά λόγο για «επιτάχυνση» ή για «επιβράδυνση» της διαδικασίας; Για «δίκαιη δίκη» ή για «παραβίαση της δίκαιης δίκης»;
    Υ.Γ. Αλλάξτε τουλάχιστον τον τίτλο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου… Έτσι για να μην κοροϊδεύουμε τον κοσμάκη…

  • 20 Δεκεμβρίου 2011, 10:33 | Σπύρος Γεωργουλέας, Πρόεδρος Πρωτοδικών Αθηνών

    Συμφωνώ με τον Αντεισαγγελέα Εφετών κ. Κτιστάκη, αναφορικώς με την κριτική του στις επιλογές του Υπουργείου Δικαιοσύνης . Θεωρώ, παρ’ όλα αυτά, ότι η προτεινομένη διάταξη κατ’ αρχήν κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν είναι δυνατόν να διεξάγεται πλήρης δίκη κατά την ενδιάμεσο διαδικασία των δικαστικών συμβουλίων, η οποία και καθυστερεί τη διερεύνηση των αποδιδομένων στους κατηγορουμένους πράξεων και ουδέν ουσιαστικό εισφέρει στην εκτίμηση του συγκεντρωθέντος κατά την ανάκριση αποδεικτικού υλικού. Πρέπει, όμως, οπωσδήποτε να προβλεφθεί παρουσία και συμμετοχή του Εισαγγελέως στη διαδικασία. Υπενθυμίζω τη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 1 ΚΠΔ, η οποία απηχεί γενική αρχή της δικαίας δίκης : «Καμία απόφαση του ποινικού δικαστηρίου σε δημόσια συνεδρίαση ή σε συμβούλιο και καμία διάταξη του ανακριτή δεν έχουν κύρος, αν δεν ακουστεί προηγουμένως ο εισαγγελέας». Στο αυτό πνεύμα και η διάταξη του άρθρου 138 παρ. 2 εδ. β΄ ΚΠΔ, κατά την οποία «Τα βουλεύματα του δικαστικού συμβουλίου … εκδίδονται ύστερα από γραπτή πρόταση του εισαγγελέα, ο οποίος την αναπτύσσει και προφορικά».

  • 19 Δεκεμβρίου 2011, 17:12 | Ανώνυμος

    Η γνώμη των εισαγγελικών λειτουργών που έχουν σχολιάσει μέχρι στιγμής με έχει καλύψει απολύτως… Αλήθεια,οι εμπνευστές του νομοσχεδίου αυτού διατείνονται – εκτός των άλλων – ότι με την επιδιωκόμενη επιτάχυνση της ποινικής δίκης θα μειωθούν σημαντικά οι καταδίκες της χώρας μας από το ΕΔΔΑ για καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης. Ακόμη κι αν αυτό γίνει, πόσες άραγε θα είναι οι μελλοντικές καταδίκες απο το ανωτέρω Δικαστήριο για παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου; Έχουν σκεφτεί ότι με αυτές τις προβλέψεις οι σχετικές καταδίκες θα πολλαπλασιαστούν;

  • 18 Δεκεμβρίου 2011, 03:34 | Ζ.

    Πρόκειται πραγματικά για απαράδεκτη νομοθετική παλινωδία και οπισθοδρόμηση με εξαιρετικά ισχνή επιχειρηματολογία στην αιτιολογική έκθεση. Σε αντίθεση με τους πολλούς νομικούς που αναφέρει η έκθεση, η εμπειρία εφαρμογής της συγκεκριμένης διατάξεως τη χρονιά που πέρασε κατέδειξε ότι τα δικαστικά συμβούλια ακούγοντας τους διαδίκους επέδειξαν μεγαλύτερη προσοχή στις υποθέσεις και δεν αρκέστηκαν απλά στην εξ ολοκλήρου παραπομπή στην εισαγγελική πρόταση, με αποτέλεσμα να εκδοθούν πολλά απαλλακτικά βουλεύματα και να ελαφρυνθούν αντίστοιχα οι αίθουσες των δικαστηρίων. Ο λόγος είναι ότι δεν ασχολούνταν, όπως μέχρι το ν. 3904/2010, μόνο ένας δικαστής με την υπόθεση (ο εισηγητής του συμβουλίου) ή δύο (πιθανόν και ο πρόεδρος), αλλά άκουγε προσεκτικά την υπόθεση (μέσω της ακρόασης των διαδίκων) και το τρίτο μέλος της συνθέσεως και γινόταν διαλογική συζήτηση με σωστά και δίκαια αποτελέσματα. Σωστά όμως παρατηρεί ο Π.Ν.: έγινε μία στατιστική από το Υπουργείο για να αποδειχθεί αν η ρύθμιση ήταν ή όχι επιτυχής έστω στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα του ενός έτους που ίσχυσε; Ή ο καθένας πάει και λέει στο Υπουργείο τον καημό του και καταργούν θεσμούς που οι ίδιοι πέρυσι τους είχαν θεσπίσει ως πανάκεια για το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης; Είναι εικόνα σοβαρού νομοθέτη αυτή; Ο κάθε υπουργός δικαιοσύνης να αλλάζει τον ΚΠΔ κατά το δοκούν χωρίς να προηγηθεί μία σοβαρή μελέτη των θεσμών; Μέχρι τώρα λέγαμε η κάθε κυβέρνηση που αλλάζει ότι έρχεται και τροποποιεί τον ΚΠΔ καταργώντας ρυθμίσεις της προηγούμενης κυβέρνησης. Είναι δυνατόν τώρα να βλέπουμε στα πλαίσια της ίδιας κυβέρνησης, μέσα σε ένα χρόνο, επειδή άλλαξε ο υπουργός να αλλάζει συλλήβδην η λειτουργία ενός θεσμού, όπως εκείνου της αυτοπρόσωπης εμφάνισης; Πόσο πιο χαμηλά θα φθάσουν τον πήχη της πολιτικής τους αξιοπρέπειας κάποιοι;

  • 17 Δεκεμβρίου 2011, 13:19 | Γιώργος Κτιστάκης Αντεισαγγελέας Εφετών

    Επιτέλους ας σταματήσουν οι σπασμωδικές νομοθετήσεις, είναι κουραστικό δώδεκα μήνες μετά την προηγούμενη νομοθέτηση που όρισε την υποχρεωτική παρουσία των διαδίκων στα Δικαστικά Συμβούλια (και οδήγησε σε μίνι δίκες όλους αυτούς τους μήνες, αν κάποιος δεν το είχε φανταστεί ότι έτσι θα γινότανε) να καταργείται αυτή. Ας σταματήσουν οι νομοθέτες να παριστάνουν τους ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΥΣ ΜΑΓΟΥΣ στην πλάτη πολιτών, δικαστικών κ.λπ. Ας συζητήσουμε σε διαβούλευση ένα σχέδιο Κ.Π.Δ. και ας φτιάξουμε μια νέα Δικονομία, αλλά όχι άλλες παρόμεοιες νομοθετήσεις.

  • 16 Δεκεμβρίου 2011, 16:43 | The-great-gatsby

    κωλοτουμπίτσα σα να λέμε…
    μια ευκαιρια ειχαν οι δικηγοροι να κανουν καμια παρασταση…. παει κι αυτο

  • 16 Δεκεμβρίου 2011, 12:16 | Π. Ν. Εισαγγελέας Πρωτοδικών

    Η συνέπεια του νομοθέτη σχετικά με την εμφάνιση των διαδίκων στο συμβούλιο είναι αμίμητη: Μόλις πριν από ένα χρόνο, με το ν. 3904/23.12.2010, που ψήφισε η ίδια Κυβέρνηση (…αλλά με τον προηγούμενο υπουργό δικαιοσύνης), η εμφάνιση των διαδίκων είχε καταστεί υποχρεωτική και τώρα, πριν καλά καλά συμπληρωθεί ένας χρόνος ζωής της διατάξεως, ο θεσμός ουσιαστικά καταργείται, με το επιχείρημα ότι «από πολλούς νομικούς εκπροσώπους του νομικού κόσμου της Χώρας, διατυπώθηκε η άποψη ότι η υποχρεωτική εμφάνιση των διαδίκων στα δικαστικά συμβούλια, τείνει να παραλύσει την ενδιάμεση διαδικασία» (βλ. Αιτιολογική Έκθεση).
    Αναρωτιέμαι: Αυτό το επιχείρημα που υποστηρίζουν οι «πολλοί νομικοί εκπρόσωποι του νομικού κόσμου της Χώρας», επιχειρήθηκε να τεκμηριωθεί στατιστικά από το Υπουργείο Δικαιοσύνης; Έγινε μια -πρόχειρη έστω- μελέτη, που να καταδείξει αν ο συγκεκριμένος θεσμός λειτούργησε ή όχι σωστά και αν οδήγησε -και σε πόσες περιπτώσεις- σε έκδοση απαλλακτικού βουλεύματος, ώστε να αποδειχθεί αν πρόκειται απλά για μία καθυστέρηση της διαδικασίας ή μήπως, αντίθετα, με τη διεξοδικότερη μελέτη των υποθέσεων από το δικαστικό συμβούλιο και την ακρόαση των διαδίκων έχει οδηγήσει σε αποσυμφόρηση των ακροατηρίων δια της εκδόσεως απαλλακτικών βουλευμάτων; Γιατί, διαφορετικά, το τι υποστηρίζουν οι «πολλοί νομικοί εκπρόσωποι του νομικού κόσμου» (: ποιοι είναι άραγε αυτοί και που ακριβώς διατύπωσαν τις θέσεις τους;) είναι μάλλον αδιάφορο και παραπέμπει σε νομοθετική διαδικασία τύπου Μαυρογιαλούρου (: περνάει δηλαδή ο κάθε πικραμένος από το Υπουργείο και προσκομίζει χαρτάκια με αιτήματα για νομοθετικές τροποποιήσεις που του αρέσουν). Υπήρξε εντέλει κάποια σοβαρή νομοπαρασκευαστική επιτροπή που ασχολήθηκε μ’ αυτή αλλά και τις υπόλοιπες διατάξεις που προτείνονται ή, απ’ ό,τι φαίνεται, το νομοθετικό έργο περιορίστηκε σε παρεϊστικη αντιμετώπιση μεταξύ υπουργικών συμβούλων και διαφόρων άλλων παρατρεχάμενων;
    Όσα διατυπώνονται στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 3904/2010 περί «αδυναμίας αναπληρώσεως του προσωπικού της εμφανίσεως από την έγγραση υποστήριξη των απόψεων» και περί καταστρατηγήσεως του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ φαίνεται ότι ξεχάστηκαν γρήγορα από την ηγεσία του Υπουργείου (: που υπό την ίδια ουσιαστικά Κυβέρνηση τα διατύπωνε!) και επιχειρήθηκε να εξομαλυνθούν με την παράλληλη αφαίρεση της παρουσίας του Εισαγγελέα στο δικαστικό συμβούλιο για να μην υπάρχει δήθεν πρόβλημα με την αρχή της ισότητας των όπλων. Πέρα από το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση υποτιμά ουσιαστικά το ρόλο του εισαγγελέα (αφού τον αποβάλλει κακήν κακώς από το δικαστικό συμβούλιο), είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει σε νέες καταδίκες της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αφού σε καμία απολύτως ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν προβλέπεται ερήμην του εισαγγελέα και κυρίως των διαδίκων απόφαση του δικαστηρίου για την παραπομπή κάποιου σε δίκη.
    Και μια τελευταία απορία: όσοι από τους εθνοπατέρες μας ψήφισαν πέρυσι τέτοιο καιρό τη διάταξη του ν. 3904/2010, που είχε καταστήσει υποχρεωτική την εμφάνιση των διαδίκων στο συμβούλιο (και ιδίως ο υπουργός κ. Καστανίδης που την είχε εισηγηθεί με όσα αναφέρει στην αιτιολογική έκθεση του «δικού» του νόμου), φέτος θα ψηφίσουν την κατάργησή της, πειθόμενοι από τους «πολλούς νομικούς εκπροσώπους του νομικού κόσμου της χώρας», οι οποίοι πέρυσι μάλλον δεν υπήρχαν και τώρα εμφανίστηκαν στους υπουργικούς διαδρόμους;