Άρθρο 41- Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας

1. Στη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου (Μ.Ε.Ε.) του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠ.ΕΘ.Α.) συνιστάται, εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, επιτροπή, αποτελούμενη από ένα δικαστικό λειτουργό των πολιτικών/ποινικών δικαστηρίων με βαθμό Εφέτη, έναν ανώτερο αξιωματικό του Νομικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και έναν ανώτερο αξιωματικό της Μ.Ε.Ε., η οποία έχει ως αρμοδιότητα τον έλεγχο των ευρημάτων της Μ.Ε.Ε. με σκοπό τη διακρίβωση τυχόν ευθυνών. Η ως άνω επιτροπή μετά την ολοκλήρωση του διενεργούμενου ελέγχου προβαίνει στη σύνταξη σχετικής έκθεσης αποτελεσμάτων, την οποία υποβάλλει στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας για τις ενέργειες αρμοδιότητάς του. Εφόσον προκύπτουν ενδείξεις τέλεσης ποινικού αδικήματος, η επιτροπή αποστέλλει την ως άνω έκθεση αμελλητί στις κατά περίπτωση αρμόδιες εισαγγελικές αρχές, για την ποινική της αξιολόγηση.
2. Τα μέλη της ως άνω επιτροπής εκτελούν αποκλειστικά τις ελεγκτικές αρμοδιότητες της προηγούμενης παραγράφου και ορίζονται για θητεία δύο ετών. Καθήκοντα προέδρου της επιτροπής εκτελεί ο δικαστικός λειτουργός.
3. Στην περίπτωση β´ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν.4320/2015 (Α´ 29) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

«Ειδικά για τη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (Μ.Ε.Ε./ΥΠ.ΕΘ.Α.), τον επιχειρησιακό έλεγχο αυτής ασκεί ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, ο οποίος εποπτεύει τη δράση της και ορίζει τον Διευθυντή της. Ο Διευθυντής της Μ.Ε.Ε./ΥΠ.ΕΘ.Α., δια του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, ενημερώνει τον αρμόδιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς Υπουργό, για την έναρξη και το αποτέλεσμα των διενεργούμενων από τη Μ.Ε.Ε. ελέγχων και συντονίζει τη δράση αυτής με τις ανωτέρω αναφερόμενες υπηρεσίες στο πλαίσιο συντονισμένων προγραμμάτων δράσης για την καταπολέμηση της διαφθοράς»

  • 9 Απριλίου 2016, 14:38 | Δημήτρης

    Η συνεχής ηθελημένη υποβάθμιση ή άδολη παράβλεψη του ρόλου της στρατιωτικής δικαιοσύνης στις Έ.Δ. μόνο δεινά μπορεί να επιφέρει αφ’ ενός στο επίπεδο του παραγόμενου έργου, που ποιοτικά σαφώς υπερίσταται -για το συμπέρασμα αυτό αρκεί μόνο να παρακολουθήσει κάποιος μία συνεδρίαση στρατιωτικού δικαστηρίου και ενός αντίστοιχου πολιτικού-, αφ’ ετέρου στα ίδια τα στελέχη, που τώρα δείχνουν να παραγνωρίζουν το γεγονός ότι οι υποθέσεις τους εκδικάζονται ταχύτατα και από πρόσωπα, που έχουν την επιστημονική επάρκεια, αλλά και την γειτνίαση με την στρατιωτική πειθαρχία, στοιχείο που λείπει εντελώς από τους πολιτικούς δικαστές. Η στρατιωτική δικαιοσύνη υφίσταται και ο ρόλος της πρέπει να αναπροσαρμόζεται στις πραγματικές συνθήκες μέσα από την ενδυνάμωση της θέσης της, όχι διά της απουσίας της, άλλως ποιος είναι επόμενος, η στρατιωτική ιατρική; Μήπως η στρατιωτική νομική (ΝΟΜ), που προς το παρόν δείχνει να ενισχύεται, αλλά με ποιο μέλλον;

  • 8 Απριλίου 2016, 17:56 | Λουκάς

    Χαίρετε,
    η πρόταση μου είναι:
    να δημιουργηθεί υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων, με διακλαδικό προσωπικό
    και μεικτό (δικαστικό,οικονομικό,στρατονόμο,ελεγκτικό,τεχνικό,υγειονομικό και προσωπικό πληροφοριών-ασφαλείας).
    Να μπορεί να ελέγχει και τις Δνσεις Ελεγκτικού των Μειζ. Σχηματισμών και Επιτελείων.
    Το προσωπικό να μην μένει πάνω από 3 χρόνια στο ίδιο τμήμα ή τομέα.
    Ευχαριστώ

  • Προτείνεται η Θέσπιση Αυτόνομης Λειτουργίας της Μ.Ε.Ε./ΥΠ.ΕΘ.Α με απλή διοικητική υποστήριξη του ΥΕΘΑ.

  • 7 Απριλίου 2016, 09:47 | Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Στρατιωτικής Δικαιοσύνης

    Η Μονάδα Εσωτερικών Ελέγχων του ΥΠΕΘΑ έχει από τη σύσταση της με την υπ΄αριθμ. Φ. 800/265/139770/22-12-14 ΚΥΑ (ΦΕΚ 3465 Β΄) την απαιτούμενη οργάνωση και στελέχωση για την εκτέλεση της αποστολής της. Είναι εξ ορισμού όργανο Ελέγχου και μάλιστα διαθέτει και Τμήμα Νομικής Υποστήριξης. Η προτεινόμενη σύσταση ενός συλλογικού οργάνου που θα ελέγχει το έργο των ελεγκτών ξενίζει και δείχνει έλλειψη εμπιστοσύνης προς αυτούς, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη ότι το ΥΠΕΘΑ διαθέτει τις αναγκαίες δομές και μηχανισμούς για την αξιόπιστη ενημέρωση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Επιπλέον, αξιολογείται ως τουλάχιστον άστοχη η πρόβλεψη στο τέλος της παρ. 1 ότι η Επιτροπή αποστέλλει την έκθεση της στον αρμόδιο Εισαγγελέα εφόσον προκύπτουν ενδείξεις τέλεσης ποινικού αδικήματος.Εν προκειμένω, αναρωτιέται κανείς ποιός ο σκοπός εισαγωγής ενός είδους»προ-εισαγγελέα» τριμελούς συνθέσεως, ο οποίος θα προκρίνει έναντι του κατά περίπτωση αρμόδιου Εισαγγελέα, με το κύρος μάλιστα ενός δικαστικού λειτουργού που θα συμμετέχει στη σύνθεσή της, πότε προκύπτουν ενδείξεις τέλεσης ποινικού αδικήματος, κρατώντας την υπόθεση και μη αποστέλλοντας την στον αρμόδιο εκ του νόμου Εισαγγελέα, αφού από τις ισχύουσες διατάξεις (άρθρο 37 ΚΠΔ) προβλέπεται η υποχρέωση των δημοσίων υπαλλήλων να γνωστοποιούν αμελλητί στον αρμόδιο Εισαγγελέα κάθε πιθανή αξιόποινη πράξη που υποπίπτει στην αντίληψή τους κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους.Διερωτάται επίσης κανείς τι θα γίνεται στις περιπτώσεις που, παρά την ύπαρξη αρνητικής εισήγησης από την Επιτροπή, ο αρμόδιος εισαγγελέας εμμένει στην υποβολή σ’αυτόν του σχετικού φακέλου, ως έχει άλλωστε τη σχετική δικαιοδοσία βάσει των κανόνων της ποινικής δικονομίας, ως επίσης και στις περιπτώσεις που τα μέλη της επιτροπής δεν δύνανται να καταλήξουν σε ομόφωνη εισήγηση.
    Η Ένωση διατηρεί ζωηρές επιφυλάξεις για τη χρησιμότητα, τη λειτουργικότητα και τη συμβατότητα με το ισχύον ποινικο-δικονομικό σύστημα της προτεινομένης ρύθμισης. Εάν, παρά ταύτα, κρίνεται απόλυτα αναγκαία, προτείνεται όπως η πρόβλεψη για συμμετοχή λειτουργού των κοινών δικαστηρίων αντικατασταθεί με αντίστοιχη που θα προβλέπει τη συμμετοχή στρατιωτικού δικαστή, ο οποίος και τα εχέγγυα προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας διαθέτει και είναι φύσει και θέσει πλέον κατάλληλος για να αναλάβει το συγκεκριμένο έργο.

  • 3 Απριλίου 2016, 19:44 | Αργύριος Στ. Τσουρούς

    Η επισημανθείσα προβληματική σχετικά με την παράλειψη εμπλοκής της στρατιωτικής δικαιοσύνης γίνεται έτι περαιτέρω επώδυνη για το τι πράγματι σήμερα πιστεύει η ηγεσία του υπουργείου εθνικής άμυνας για τη λειτουργία της στρατιωτικής δικαιοσύνης, αν αναγνώσουμε το αντίστοιχο τμήμα της αιτιολογικής έκθεσης. Στην τελευταία, χωρίς κανέναν ενδοιασμό προβάλλεται η συμμετοχή δικαστή-εφέτη- στην αρμόδια επιτροπή λόγω των εγγυήσεων που απολαύει αυτός σε επίπεδο προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, δίνοντας εξ αντιδιαστολής το στίγμα της μη συνδρομής ομοίων όρων λειτουργίας της στρατιωτικής δικαιοσύνης. Επομένως, τι μπορεί να συμπεράνει, μετά ταύτα, ο καλόπιστος παρατηρητής; Ότι το προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων κρίνεται και δικάζεται από δικαστές ήσσονος ανεξαρτησίας; Ότι οι ένστολοι πολίτες είναι πολίτες άλλης κατηγορίας και συνεπώς η δικαστική κρίση για θέματα που άπτονται της ζωής και της επαγγελματικής των εξέλιξης δεν είναι απαραίτητο να ενδύεται το χιτώνα της συνταγματικής προστασίας; Τι συμβαίνει επιτέλους; Ελλιπής γνώση του συντάκτη; Ηθελημένος στιγματισμός των στρατιωτικών δικαστών; Έμμεση προειδοποίηση για τη μη χρησιμότητα της στρατιωτικής δικαιοσύνης; Και τίποτα από αυτά να μη συμβαίνει, η τυχόν ψήφιση του σχεδίου νόμου ως έχει -για τα θέματα των στρατιωτικών δικαστών – θεωρώ ότι είναι η αφετηρία για την επιβαλλόμενη πλέον-για λόγους αξιοπρέπειας-κατάργηση του θεσμού.

  • 3 Απριλίου 2016, 19:45 | Αργύριος Στ. Τσουρούς

    Το άρθρο 41 αποτελεί κόλαφο για την ύπαρξη της στρατιωτικής δικαιοσύνης και έμμεση προαναγγελία για την εν καιρώ κατάργησή της. Σε μια καθαρώς εσωτερική διεργασία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας στο οποίο οι στρατιωτικοί δικαστές διά της Διευθύνσεως Στρατιωτικής Δικαιοσύνης δηλώνουν, αποδεικνύουν και τιμούν την απευθείας υπαγωγή τους στον αρμόδιο Υπουργό, ο τελευταίος δείχνει να εμπιστεύεται έναν δικαστή ξένον προς το κλίμα της διά νόμου εγκαθιδρυθείσας αυτής σχέσης με παράλληλη αναβάθμιση του σώματος των νομικών συμβούλων,συμβολίζοντας έτσι μια εν δυνάμει απαξίωση των στρατιωτικών δικαστών. Είναι πράγματι ανεξήγητη η επισημανθείσα παράλειψη και πολύ δύσκολα μπορεί να εννοηθεί ως τυχαία με δεδομένη τη σύνδεση του αρχηγού του δικαστικού σώματος των ενόπλων δυνάμεων με τον υπουργό και την προσπάθεια που αυτή τη στιγμή συντελείται από κοινού για προώθηση θεμάτων του σώματος. Κρίνεται απολύτως επιβεβλημένη συνεπώς η τροποποίηση του παραπάνω άρθρου στο πλαίσιο της εκφραζόμενης εδώ προβληματικής με μια απλή αλλαγή του κειμένου, ως εξής:

    «1. Στη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου (Μ.Ε.Ε.) του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠ.ΕΘ.Α.) συνιστάται, εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, επιτροπή, αποτελούμενη από ένα δικαστικό λειτουργό των στρατιωτικών δικαστηρίων με βαθμό Στρατιωτικό Δικαστή Α’, ως πρόεδρο αυτής, έναν ανώτερο αξιωματικό του Νομικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και έναν ανώτερο αξιωματικό της Μ.Ε.Ε., ως μέλη. Η επιτροπή αυτή έχει ως αρμοδιότητα τον έλεγχο των ευρημάτων της Μ.Ε.Ε. με σκοπό τη διακρίβωση τυχόν ευθυνών. Η ως άνω επιτροπή μετά την ολοκλήρωση του διενεργούμενου ελέγχου προβαίνει στη σύνταξη σχετικής έκθεσης αποτελεσμάτων, την οποία υποβάλλει στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας για τις ενέργειες αρμοδιότητάς του. Εφόσον προκύπτουν ενδείξεις τέλεσης ποινικού αδικήματος, η επιτροπή αποστέλλει την ως άνω έκθεση αμελλητί στις κατά περίπτωση αρμόδιες εισαγγελικές αρχές, για την ποινική της αξιολόγηση.
    2. Τα μέλη της ως άνω επιτροπής εκτελούν αποκλειστικά τις ελεγκτικές αρμοδιότητες της προηγούμενης παραγράφου και ορίζονται για θητεία δύο ετών. Καθήκοντα προέδρου της επιτροπής εκτελεί ο δικαστικός λειτουργός.
    3. Στην περίπτωση β´ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν.4320/2015 (Α´ 29) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

    «Ειδικά για τη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (Μ.Ε.Ε./ΥΠ.ΕΘ.Α.), τον επιχειρησιακό έλεγχο αυτής ασκεί ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, ο οποίος εποπτεύει τη δράση της και ορίζει τον Διευθυντή της. Ο Διευθυντής της Μ.Ε.Ε./ΥΠ.ΕΘ.Α., δια του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, ενημερώνει τον αρμόδιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς Υπουργό, για την έναρξη και το αποτέλεσμα των διενεργούμενων από τη Μ.Ε.Ε. ελέγχων και συντονίζει τη δράση αυτής με τις ανωτέρω αναφερόμενες υπηρεσίες στο πλαίσιο συντονισμένων προγραμμάτων δράσης για την καταπολέμηση της διαφθοράς»

  • 3 Απριλίου 2016, 14:06 | Ανδρέας

    Η Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου στοχεύει στη διαβεβαίωση περί της επάρκειας των συστημάτων διαχείρισης και -περιορισμένου στην πράξη- ελέγχου των Μονάδων – φορέων του Υπουργείου και υποβάλει προτάσεις για τη λήψη μέτρων βελτίωσης των συστημάτων αυτών με σκοπό την αποτελεσματική λειτουργία τους. Εκ των πραγμάτων, δηλαδή, οι αρμοδιότητες και το αντικείμενο ελέγχου της Επιτροπής είναι αρκετά στενό και καταλήγει άνευ αντικειμένου.