1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται τουλάχιστον:
α) σε πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητες διανομής χωρίς να είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο του άρθρου 18 του παρόντος ή δραστηριοποιούνται στην ασφαλιστική διανομή κατά παράβαση των οριζομένων στα άρθρα 4 και 18 του παρόντος και στις κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων αυτών πράξεις,
β) στις (αντ)ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή (αντ)ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές δευτερεύουσας δραστηριότητας, που χρησιμοποιούν στις υπηρεσίες διανομής (αντ)ασφαλιστικών προϊόντων πρόσωπα που εμπίπτουν στην περίπτωση α,
γ) στους (αντ)ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές δευτερεύουσας δραστηριότητας, οι οποίοι ενεγράφησαν στο Ειδικό Μητρώο του άρθρου 18 του παρόντος προσκομίζοντας ανακριβή ή ψευδή στοιχεία ή δικαιολογητικά από εκείνα που προβλέπονται στα άρθρα 20, 21 και 22 του παρόντος,
δ) στους διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων που δεν ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις των άρθρων 19, 20, 21, 22 και 23 του παρόντος και των κατ΄ εξουσιοδότησή τους πράξεων,
ε) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις επιχειρηματικής δεοντολογίας των άρθρων 26 έως και 39 του παρόντος ή/και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεων ή/και στις συναφείς διατάξεις αμέσου εφαρμογής του ευρωπαϊκού δικαίου σε σχέση με τη διανομή επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση, και
στ) στους διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις επιχειρηματικής δεοντολογίας των άρθρων 26 έως 34 του παρόντος ή/και των κατ’ εξουσιοδότησή τους πράξεων ή/και των διατάξεων αμέσου εφαρμογής του ευρωπαϊκού δικαίου, σε σχέση με ασφαλιστικά προϊόντα, εκτός των προϊόντων που αναφέρονται στην περίπτωση ε του παρόντος.
2. Στις περιπτώσεις των παραβάσεων που αναφέρονται στην περίπτωση ε της παρ. 1, η εποπτική αρχή μπορεί να επιβάλει κατ’ ελάχιστον μια από τις κάτωθι κυρώσεις και μέτρα:
α) Να δημοσιοποιήσει την παράβαση στον ιστότοπό της, αναφέροντας το υπεύθυνο φυσικό ή νομικό πρόσωπο και κάθε άλλο πρόσωπο που φέρει την ευθύνη ή προέβη στην παράβαση, καθώς και την φύση της παράβασης,
β) Να προβεί σε επίπληξη του υπεύθυνου για την παράβαση φυσικού ή νομικού προσώπου, ζητώντας την παύση της παράβασης και την αποφυγή επανάληψής της στο μέλλον,
γ) Όταν ο παραβαίνων είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής, να εκδώσει απόφαση προσωρινής ή οριστικής διαγραφής του από το Ειδικό Μητρώο του αρμόδιου Επιμελητηρίου του άρθρου 18 του παρόντος. Η απόφαση της εποπτικής αρχής κοινοποιείται άμεσα στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή και στο αρμόδιο Επιμελητήριο, το οποίο υποχρεούται στην υλοποίηση της απόφασης χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και πάντως όχι αργότερα από δύο εργάσιμες ημέρες. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δύναται να στραφεί κατά της απόφασης της εποπτικής αρχής με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
δ) Όταν ο παραβαίνων διανομέας είναι νομικό πρόσωπο, η εποπτική αρχή δύναται να αναστείλει ή να παύσει οριστικά την άσκηση καθηκόντων διοίκησης εκ μέρους του φυσικού προσώπου που είναι υπεύθυνο για τη δραστηριότητα διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, κατά τις παρ. 5 και 6 του άρθρου 18 και την παρ. 3 του άρθρου 23 του παρόντος.
ε) Σε περίπτωση που ο παραβαίνων είναι νομικό πρόσωπο, η Εποπτική αρχή δύναται να του επιβάλει τα ακόλουθα διοικητικά πρόστιμα:
εα) Πρόστιμο χρηματικού ποσού μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ ή μέχρι και πέντε τοις εκατό (5%) του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών σύμφωνα με τους τελευταίους διαθέσιμους λογαριασμούς που έχουν εγκριθεί από το όργανο διοίκησης. Εάν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική της μητρικής επιχείρησης που οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένους λογαριασμούς σύμφωνα με το νόμο 4308/2014 (Α΄251), ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ισούται με τον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών σύμφωνα με τους τελευταίους διαθέσιμους ενοποιημένους λογαριασμούς που έχουν εγκριθεί από το όργανο διοίκησης της τελικής μητρικής επιχείρησης, ή
εβ) Πρόστιμο που ισούται έως και με το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εφόσον είναι δυνατός ο προσδιορισμός τους.
στ) Σε περίπτωση που ο παραβαίνων είναι φυσικό πρόσωπο, η εποπτική αρχή δύναται να του επιβάλει τα ακόλουθα διοικητικά πρόστιμα:
στα) Πρόστιμο χρηματικού ποσού μέχρι επτακόσιες χιλιάδες (700.000) ευρώ, ή
στβ) Πρόστιμο έως το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εφόσον είναι δυνατός ο προσδιορισμός τους.
3. Στις περιπτώσεις των παραβάσεων της παρ. 1 στοιχεία α) έως δ) και στ), καθώς και σε κάθε περίπτωση παράβασης των προβλεπόμενων στο άρθρο 4 παρ. 7, στο άρθρο 18 και στο άρθρο 25 του παρόντος, η εποπτική αρχή μπορεί να επιβάλει μία ή περισσότερες από τις κάτωθι κυρώσεις και μέτρα:
α) Να προβεί σε επίπληξη του υπεύθυνου φυσικού ή νομικού προσώπου ζητώντας την παύση της παράβασης και την αποφυγή επανάληψής της στο μέλλον.
β) Όταν ο παραβαίνων είναι (αντ)ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, να εκδώσει απόφαση προσωρινής ή οριστικής διαγραφής του από το Ειδικό Μητρώο του αρμόδιου Επιμελητηρίου του άρθρου 18 του παρόντος. Η απόφαση της εποπτικής αρχής κοινοποιείται άμεσα στον (αντ)ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή στο διαμεσολαβητή που ασκεί την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως δευτερεύουσα δραστηριότητα καθώς και στο αρμόδιο Επιμελητήριο, το οποίο υποχρεούται στην υλοποίηση της απόφασης χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και πάντως όχι αργότερα από δύο εργάσιμες ημέρες. Ο (αντ)ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο διαμεσολαβητής που ασκεί την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως δευτερεύουσα δραστηριότητα δύναται να στραφεί κατά της απόφασης της εποπτικής αρχής με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
γ) Όταν ο παραβαίνων διανομέας είναι νομικό πρόσωπο, η εποπτική αρχή δύναται να αναστείλει ή να παύσει οριστικά την άσκηση καθηκόντων διοίκησης εκ μέρους του φυσικού προσώπου που είναι υπεύθυνο για την δραστηριότητα διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, κατά τις παρ. 5 και 6 του άρθρου 18 και την παρ. 3 του άρθρου 23 του παρόντος.
δ) Σε περίπτωση που ο παραβαίνων είναι νομικό πρόσωπο, η εποπτική αρχή δύναται να του επιβάλει διοικητικό πρόστιμο χρηματικού ποσού μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και, σε περίπτωση κατ’ επανάληψη παράβασης, μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.
ε) Σε περίπτωση που ο παραβαίνων είναι φυσικό πρόσωπο, η εποπτική αρχή δύναται να του επιβάλει διοικητικό πρόστιμο χρηματικού ποσού μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ και, σε περίπτωση κατ’ επανάληψη παράβασης, μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
4. Στην περίπτωση ασφαλιστικής επιχείρησης που παραβαίνει τις οργανωτικές υποχρεώσεις της εκ του παρόντος και ιδίως εκ των άρθρων 4 παρ. 7, 19, 23, 25, 27 παρ. 3 και 4, 29 παρ. 3 έως 5, 34 και 37 αυτού, η εποπτική αρχή μπορεί να λάβει, επιπλέον των αναφερόμενων στις παρ. 2 και 3 του παρόντος, οποιοδήποτε μέτρο ή κύρωση στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 30 παρ. 5 του ν. 4364/2016.
5. Η εποπτική αρχή μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αρνείται τη συνεργασία ή παρακωλύει έρευνα ή έλεγχο που αυτή διενεργεί σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και τις κατ’ εξουσιοδότησή του πράξεις.
6. Η εποπτική αρχή μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και, σε περίπτωση κατ’ επανάληψη παράβασης, μέχρι τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προβαίνει σε κάθε άλλη παράβαση του παρόντος ή και των κατ’ εξουσιοδότηση του πράξεων, πέραν των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παρ. 1, 2, 3 και 4 του παρόντος, ή και σε κάθε άλλη παράβαση της κείμενης νομοθεσίας περί (αντ)ασφαλιστικής διανομής.
7. Τα πρόστιμα που επιβάλλει η εποπτική αρχή αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.