1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 27 και της παρ. 1 του άρθρου 28 του παρόντος, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ενημερώνουν τον πελάτη, εγκαίρως πριν από τη σύναψη σύμβασης επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση, για το συνολικό κόστος διανομής και για κάθε συναφή επιβάρυνση. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) εάν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πρόκειται να διενεργούν την περιοδική επαναξιολόγηση της καταλληλότητας της προτεινόμενης ασφάλισης σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 39 του παρόντος, και υπό ποιες προϋποθέσεις,
β) καθοδήγηση και προειδοποίηση του πελάτη σχετικά με τους κινδύνους που θα αναλάβει με την επιλογή συγκεκριμένου επενδυτικού προϊόντος βασιζομένου σε ασφάλιση ή συγκεκριμένων στρατηγικών επενδυτικών επιλογών, και
γ) ενημέρωση για κάθε κόστος και συναφή επιβάρυνση του προϊόντος που δεν οφείλεται στις διακυμάνσεις της αγοράς και που συνδέεται με τη διανομή του, όπως ενδεικτικά το κόστος της συμβουλής που δεν περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο, το κόστος του προϊόντος, καθώς και πληρωμές σε τρίτους, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου πληρωμής του κόστους αυτού από τον πελάτη.
Το κόστος και οι επιβαρύνσεις του προηγούμενου εδαφίου αθροίζονται, ώστε ο πελάτης να κατανοήσει το συνολικό κόστος που επωμίζεται μέχρι την προβλεπόμενη λήξη της σύμβασης και την αθροιστική επίπτωσή του στην επένδυση. Εάν το ζητήσει ο πελάτης, τού χορηγείται επιπλέον αναλυτική καταγραφή του κόστους και των χρεώσεων.
2. Η ενημέρωση της παρ. 1 δίδεται στον πελάτη σε κατανοητή μορφή, ώστε ο πελάτης να επιλέξει προϊόν και να αποφασίσει για την σύναψη της σύμβασης, έχοντας επαρκώς ενημερωθεί όχι μόνον για τα δικαιώματα και τις καλύψεις, αλλά και για τις υποχρεώσεις, τα βάρη και τους κινδύνους που πηγάζουν για εκείνον από το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν.
3. Η ενημέρωση της παρ. 1 δίδεται σε τακτική βάση, τουλάχιστον ετήσια, καθ’ όλη την διάρκεια ισχύος του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος.
4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 28, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δύνανται να εισπράττουν ή να πληρώνουν αμοιβή ή προμήθεια και να παρέχουν ή να δέχονται οποιοδήποτε μη χρηματικό όφελος στο πλαίσιο διανομής επενδυτικού προϊόντος βασιζόμενου σε ασφάλιση ή παρεπόμενης υπηρεσίας, προς ή από οιονδήποτε πλην του πελάτη ή του αντιπροσώπου του, μόνον στις περιπτώσεις που η πληρωμή ή το όφελος:
α) δεν επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας διανομής, και
β) δεν εμποδίζει τη συμμόρφωση του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή και της ασφαλιστικής επιχείρησης με το καθήκον τους να ενεργούν με έντιμο, αμερόληπτο και επαγγελματικό τρόπο για την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων του πελάτη.
5. Η εποπτική αρχή δύναται με απόφασή της να παρέχει διευκρινίσεις ή και να ορίζει ελάχιστα πρότυπα για την παροχή των πληροφοριών του παρόντος, να προβλέπει την τυποποίηση της παρεχόμενης ενημέρωσης και ιδίως την έκταση, την μορφή και το περιεχόμενο της τυποποίησης, καθώς και να ρυθμίζει κάθε άλλη κατά την κρίση της λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.