1. Εάν η Εποπτική αρχή, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, διαπιστώσει ότι ένας (αντ)ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δευτερεύουσας δραστηριότητας, ο οποίος δραστηριοποιείται στην Ελλάδα με ελεύθερη εγκατάσταση, παραβαίνει τις διατάξεις των Κεφαλαίων Ε και Στ του παρόντος ή/και τις διατάξεις των κατ’ εξουσιοδότησή τους πράξεων, δύναται να λάβει τα ενδεδειγμένα κατά την αιτιολογημένη κρίση της μέτρα του άρθρου 42 του παρόντος.
2. Εάν η εποπτική αρχή, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, έχει λόγους να θεωρεί ότι ένας (αντ)ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δευτερεύουσας δραστηριότητας που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα με ελεύθερη εγκατάσταση, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος ή/και των κατ’ εξουσιοδότησή του πράξεων και εάν δεν έχει αναλάβει την αρμοδιότητα να ενεργεί σαν να ήταν η αρμοδία αρχή του κράτους μέλους καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος, η εποπτική αρχή γνωστοποιεί τις διαπιστώσεις της στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής και ενημερώνεται για κάθε μέτρο που έλαβε η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.
3. Όταν η εποπτική αρχή, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ενημερωθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής ότι ένας (αντ)ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δευτερεύουσας δραστηριότητας που δραστηριοποιείται στο άλλο κράτος μέλος με ελεύθερη εγκατάσταση, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από την Οδηγία 2016/97/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή τις διατάξεις του Ευρωπαϊκού δικαίου αμέσου εφαρμογής, αξιολογεί τις πληροφορίες αυτές και λαμβάνει, το συντομότερο δυνατόν, τα ενδεδειγμένα κατά την αιτιολογημένη κρίση της μέτρα από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 42 του παρόντος. Η εποπτική αρχή ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για κάθε μέτρο που έλαβε κατά το προηγούμενο εδάφιο.
4. Εάν η εποπτική αρχή, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, κρίνει ότι το κράτος μέλος καταγωγής, παρά την ενημέρωση της παρ. 2, δεν έλαβε κανένα μέτρο ή αν τα μέτρα που ελήφθησαν είναι ανεπαρκή ή αν, παρά τα ληφθέντα από το κράτος μέλος καταγωγής μέτρα, ο (αντ)ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δευτερεύουσας δραστηριότητας εξακολουθεί να ενεργεί κατά τρόπο προδήλως ζημιογόνο για τα συμφέροντα των καταναλωτών σε μεγάλη κλίμακα ή για την εύρυθμη λειτουργία της (αντ)ασφαλιστικής αγοράς, η εποπτική αρχή μπορεί, αφού ενημερώσει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να λάβει σε βάρος του ως άνω διαμεσολαβητή οποιοδήποτε από τα μέτρα του άρθρου 42 του παρόντος για την πρόληψη νέων παραβάσεων και, εφόσον είναι απόλυτα αναγκαίο, να απαγορεύσει στον εν λόγω διαμεσολαβητή να συνεχίσει την άσκηση νέων δραστηριοτήτων στην Ελλάδα. Επιπλέον, η εποπτική αρχή μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει τη βοήθειά της σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.
5. Κατά παρέκκλιση των παρ. 2 και 4 του παρόντος, όταν η εποπτική αρχή δρα ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, δύναται να λαμβάνει σε βάρος του διαμεσολαβητή τα κατάλληλα μέτρα εκ των προβλεπομένων στο άρθρο 42 του παρόντος, για να αποτρέψει ή να τιμωρήσει παραβάσεις του παρόντος, αν είναι απολύτως απαραίτητη η ανάληψη άμεσης δράσης προκειμένου να προστατευτούν τα δικαιώματα των καταναλωτών και εφόσον τα ισοδύναμα μέτρα του κράτους μέλους καταγωγής είναι ανεπαρκή ή ανύπαρκτα. Η εποπτική αρχή δύναται να απαγορεύσει στον (αντ)ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή δευτερεύουσας δραστηριότητας, ο οποίος προβαίνει σε παραβάσεις κατά το προηγούμενο εδάφιο, την άσκηση νέας δραστηριότητας στην Ελλάδα. Τα ως άνω μέτρα σε καμία περίπτωση δεν εισάγουν διακρίσεις μεταξύ των διαμεσολαβητών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.
6. Κάθε μέτρο που λαμβάνει η εποπτική αρχή κατά τις διατάξεις του παρόντος γνωστοποιείται εγγράφως και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση:
α) με αιτιολογημένη απόφαση στον ενδιαφερόμενο (αντ)ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή δευτερεύουσας δραστηριότητας,
β) στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του διαμεσολαβητή,
γ) στην ΕΑΑΕΣ και
δ) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ομοίως, όταν άλλο κράτος μέλος λαμβάνει αντίστοιχα μέτρα σε βάρος (αντ)ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή ασφαλιστικού διαμεσολαβητή δευτερεύουσας δραστηριότητας, ο οποίος έχει ως χώρα καταγωγής την Ελλάδα και δραστηριοποιείται στο άλλο κράτος μέλος με ελεύθερη εγκατάσταση, η εποπτική αρχή είναι η αρμόδια αρχή να λαμβάνει τη σχετική ενημέρωση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής εφαρμόζοντας και για την περίπτωση αυτήν το άρθρο 41 του παρόντος.