Άρθρο 13 Εθνική Πολιτική Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας

  1. Ο Οργανισμός είναι αρμόδιος για το σχεδιασμό και την ανάπτυξη της Εθνικής Πολιτικής Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας, η οποία διαμορφώνεται με βάση τις εθνικές ανάγκες για την ανάπτυξη ανταγωνιστικής αγροτικής παραγωγής.
  2. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Εθνικής Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, ο Οργανισμός μπορεί να υλοποιεί μέσω των Ινστιτούτων Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας:
    • α)       Προγράμματα δημιουργίας, διατήρησης, βελτίωσης και πιλοτικής – πειραματικής παραγωγής σε επιδεικτικούς αγρούς φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού, το οποίο είναι αναγκαίο για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας. Το φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό θα αφορά σε φιλικές προς την βιοποικιλότητα και το φυσικό περιβάλλον της ελληνικής γης ποικιλίες και θα παρέχει τις μέγιστες δυνατές εγγυήσεις διατροφικής και περιβαλλοντικής ασφάλειας.
    • β)       Προγράμματα διατήρησης και βελτίωσης ελληνικών φυλών αιγοπροβάτων και άλλων ειδών του αγροτικού ζωϊκού κεφαλαίου. Τα πλεονεκτήματα του ελληνικού ζωϊκού κεφαλαίου θα προβάλλονται και προωθούνται με την διατήρηση και λειτουργία από τα  καθ’ ύλην αρμόδια Ινστιτούτα Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας σχετικών επιδεικτικών αγροκτημάτων.
  3. Τα Ινστιτούτα Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας με τομέα εξειδίκευσης την δασική έρευνα είναι αρμόδια σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) για τη συλλογή σπερμάτων αυτοφυών φυτών της ελληνικής χλωρίδας με σκοπό την παραγωγή φυτευτικού υλικού, το οποίο θα χρησιμοποιείται σε δασώσεις και αναδασώσεις, προκειμένου να επιτευχθεί η ανασυγκρόττηση των καμένων και διαταραγμένων δασικών οικοσυστημάτων της χώρας με παράλληλη διατήρηση και προστασία της δασικής βιοποικιλότητας.
  4. Οι ποικιλίες του φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού και το ζωϊκό κεφάλαιο, που δημιουργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, κατοχυρώνονται ως πνευματική ιδιοκτησία του Οργανισμού.
  • 26 Σεπτεμβρίου 2011, 21:34 | Ένωση Ερευνητών ΕΘΙΑΓΕ, Δρ Παναγιώτης Πλατής

    «Άρθρο 13»
    Παράγραφος 3.
    Οι αρμοδιότητες του Δασικού Τομέα έρευνας περιορίζονται μόνο στη συλλογή σπερμάτων αυτοφυών φυτών και την ανασυγκρότηση των καμένων και διαταραγμένων δασικών οικοσυστημάτων; Αντικείμενα όπως: Ανάπτυξη Τεχνολογίας και μεταφορά Τεχνογνωσίας για Αειφορική Διαχείριση και Αξιοποίηση των Φυσικών Οικοσυστημάτων (δασών, δασικών εκτάσεων, λιβαδιών, υγροτόπων) με Οικολογικές Αρχές, την Ποσοτική και Ποιοτική αύξηση των Παραγόμενων Προϊόντων και Υπηρεσιών, την Προστασία του Φυσικού Περιβάλλοντος, τη Διαχείριση των Αστικών και Περιαστικών δασών, την Οικονομική των δασών, τη Γενετική βελτίωση και Βιοτεχνολογία δασικών φυτών, την Ορεινή υδρολογία και Διαχείριση Ορεινών Λεκανών Απορροής, την Προστασία Δασικών Φυτών από βιοτικούς και αβιοτικούς παράγοντες (έντομα, μύκητες, δασικές πυρκαγιές, αλλαγή κλίματος, ρύπανση ατμόσφαιρας, κλπ.), τα Φυτώρια, οι Αναδασώσεις, τα Δασικά Εδάφη, η Τεχνολογία Ξύλου και τόσα άλλα τίνος αντικείμενο είναι; Γιατί δε συμπεριλαμβάνονται και αυτά; Προτείνεται να προστεθούν.

  • 26 Σεπτεμβρίου 2011, 19:44 | Χατζηαθανασίου Αρτέμιος / Γεωπόνος

    Το συγκεκριμένο άρθρο ‘θεωρητικά’ συμπυκνώνει την στρατηγική και τις κατευθύνσεις της εθνικής πολιτικής για την ‘εφαρμοσμένη αγροτική έρευνα’ στην Ελλάδα. Είναι κατηγορηματικά σαφές ότι η προτεινόμενη ‘εφαρμοσμένη αγροτική έρευνα’ επικεντρώνεται σε προγράμματα γενετικής βελτίωσης τόσο των φυτικών όσο και των ζωικών ειδών. Ζηλευτοί τομείς έρευνας που κατά καιρούς είχε αναπτύξει το ΕΘΙΑΓΕ ή προσπάθησε να προωθήσει μέσα από ερευνητικά προγράμματα (επεμβάσεις φυτοπροστασίας, διαχείριση αποβλήτων ‘υγρών – στερεών’, ενεργειακές καλλιέργειες, κ.ά. διαγράφονται για να παραμείνουν υλικό για τους ιστορικούς. Το θέμα που ανακύπτει είναι ότι οι κατευθυντήριες γραμμές και οι προοπτικές του νέου οργανισμού ως προς την ‘εφαρμοσμένη αγροτική έρευνα’ είναι ανεπίτρεπτα περιορισμένες.

    Πάρα 3 του άρθρου.: Διαπιστώνεται κάποια αδυναμία η οποία δεν συνάδει με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Συγκεκριμένα στο άρθρο 20 (παρα 14) του ν 3937/2011 (ΦΕΚ 60 Α 2011) προβλέπεται η ίδρυση Τράπεζας Δασικού Γενετικού Υλικού έργο της οποίας θα είναι η αξιολόγηση, διατήρηση καθώς και η πιστοποίηση των ενδημικών γενετικών πόρων. Πέρα αυτού δηλαδή της ανατροπής διατάξεων προσφάτως ψηφισθέντος νόμου της Ελληνικής Βουλής (για τους γνώστες του θέματος, είναι μέγιστη γκάφα) ανακύπτει και κάποιο άλλο θέμα. Τα Ινστιτούτα δασικής έρευνας του νέου φορέα θα έχουν αντικείμενο την παραγωγή φυταρίων αναδασώσεων (αρκετά περιφραστικά διατυπωμένο) όταν έχουν να επιδείξουν πολύ ευρύτερο έργο και εν πολύς πρέπει να έχουν ;

  • 26 Σεπτεμβρίου 2011, 15:08 | ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΕΘΙΑΓΕ

    Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 13 να αναδιατυπωθούν ω ς εξής :

    Με αποφάσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ο Ε.Γ.Ο. – ΔΗΜΗΤΡΑ, δια της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας και των αρμόδιων κατ’ αντικείμενο ΙΑΕ αναλαμβάνει κατά απόλυτη προτεραιότητα προγράμματα δημιουργίας, διατήρησης, βελτίωσης και πιλοτικής- πειραματικής παραγωγής σε επιδεικτικούς αγρούς, φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού, που είναι αναγκαίο για την ελληνική γεωργία. Το πολλαπλασιαστικό αυτό υλικό θα αφορά σε φιλικές προς την βιοποικιλότητα και το φυσικό περιβάλλον της ελληνικής γης ποικιλίες και να παρέχει τη μέγιστη δυνατή εγγύηση διατροφικής και περιβαλλοντικής ασφάλειας.
    Με όμοιες αποφάσεις ο Ε.Γ.Ο. – ΔΗΜΗΤΡΑ, δια της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας και των αρμόδιων κατ’ αντικείμενο ΙΑΕ αναλαμβάνει κατ’ απόλυτη προτεραιότητα προγράμματα διατήρησης και βελτίωσης ελληνικών φυλών αιγοπροβάτων και άλλων ειδών του αγροτικού ζωικού κεφαλαίου. Σε επί τούτου δημιουργούμενα από τα αρμόδια ΙΑΕ επιδεικτικά αγροκτήματα εκτίθενται και προβάλλονται τα πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη παραγωγικών δραστηριοτήτων από τη διατροφή και διατήρηση των φυλών αυτών.
    Τα Ινστιτούτα Δασικής Έρευνας μεριμνούν για τη συλλογή σπερμάτων αυτοφυών φυτών της ελληνικής χλωρίδας σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) με σκοπό την παραγωγή φυτευτικού υλικού που θα χρησιμοποιείται σε ευρείες αναδασώσεις και δασώσεις με γνώμονα την ανασυγκρότηση των καμένων και διαταραγμένων δασικών οικοσυστημάτων και την προστασία και διατήρηση της βιοποικιλότητας της χώρας.
    Τα Ινστιτούτα και εργαστήρια Εφαρμοσμένης Αγροτικής Ερευνας με τομέα εξειδίκευσης την αλιευτική έρευνα είναι αρμόδια σε συνεργασία με την Γενική Δ/νση Αλιείας του Υπουργείου Ανάπτυξης για την μελέτη, εκτίμηση και διαχείριση των υδάτινων βιολογικών πόρων και την συλλογή και ανάλυση αλιευτικών δεδομένων.
    Με ευθύνη του Ε.Γ.Ο. – ΔΗΜΗΤΡΑ οι ποικιλίες του φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού και το ζωικό κεφάλαιο που δημιουργούνται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου αυτού, καθώς και οι ποικιλίες φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού και το ζωικό κεφάλαιο που ανήκε στην κυριότητα του συνενούμενου με τον παρόντα νόμο ΕΘΙΑΓΕ στον Ε.Γ.Ο. – ΔΗΜΗΤΡΑ και περιέρχεται στην κυριότητα του Ε.Γ.Ο. – ΔΗΜΗΤΡΑ, πιστοποιούνται σύμφωνα με κάθε αναγνωρισμένη εθνική και διεθνή πρακτική, ως πνευματική ιδιοκτησία του Οργανισμού.

  • 26 Σεπτεμβρίου 2011, 14:56 | Δημ.Οικονόμου

    Επαναδιατύπωση του άρθρου Νο 13,με προσθήκη του άρθρου Νο13,παρ.4:

    Άρθρο 13 Εθνική Πολιτική Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας
    1. Ο Οργανισμός είναι αρμόδιος για το σχεδιασμό και την ανάπτυξη της Εθνικής Πολιτικής Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας, η οποία διαμορφώνεται με βάση τις εθνικές ανάγκες για την ανάπτυξη ανταγωνιστικής αγροτικής παραγωγής.
    2. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Εθνικής Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, ο Οργανισμός μπορεί να υλοποιεί μέσω των Ινστιτούτων Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας:
    o α) Προγράμματα δημιουργίας, διατήρησης, βελτίωσης και πιλοτικής – πειραματικής παραγωγής σε επιδεικτικούς αγρούς φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού, το οποίο είναι αναγκαίο για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας. Το φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό θα αφορά σε φιλικές προς την βιοποικιλότητα και το φυσικό περιβάλλον της ελληνικής γης ποικιλίες και θα παρέχει τις μέγιστες δυνατές εγγυήσεις διατροφικής και περιβαλλοντικής ασφάλειας.
    o β) Προγράμματα διατήρησης και βελτίωσης ελληνικών φυλών αιγοπροβάτων και άλλων ειδών του αγροτικού ζωϊκού κεφαλαίου. Τα πλεονεκτήματα του ελληνικού ζωϊκού κεφαλαίου θα προβάλλονται και προωθούνται με την διατήρηση και λειτουργία από τα καθ’ ύλην αρμόδια Ινστιτούτα Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας σχετικών επιδεικτικών αγροκτημάτων.
    3. Τα Ινστιτούτα Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας με τομέα εξειδίκευσης την δασική έρευνα είναι αρμόδια σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) για τη συλλογή σπερμάτων αυτοφυών φυτών της ελληνικής χλωρίδας με σκοπό την παραγωγή φυτευτικού υλικού, το οποίο θα χρησιμοποιείται σε δασώσεις και αναδασώσεις, προκειμένου να επιτευχθεί η ανασυγκρόττηση των καμένων και διαταραγμένων δασικών οικοσυστημάτων της χώρας με παράλληλη διατήρηση και προστασία της δασικής βιοποικιλότητας.
    4. Το Ινστιτούτο και τα εργαστήρια Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας με τομέα εξειδίκευσης την Τεχνολογία Γεωργικών Προϊόντων και Ποτών, είναι αρμόδιο σε συνεργασία με την Γενική Δ/νση Μεταποίησης Γεωργικών Προϊόντων-Τροφίμων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, για τη μεταποίηση με εφαρμογή συγχρόνων τεχνολογιών για τη παραγωγή τροφίμων και ποτών , την διασφάλιση της ποιότητας και ασφάλειας των τροφίμων και ποτών και με την δευτερογενή αξιοποίηση των αγροτικών υποπροϊόντων και καταλοίπων.

    5. Οι ποικιλίες του φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού και το ζωϊκό κεφάλαιο, που δημιουργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, κατοχυρώνονται ως πνευματική ιδιοκτησία του Οργανισμού.

  • 26 Σεπτεμβρίου 2011, 13:17 | Σύλλογος Εργαζομένων AGROCERT

    Αρ.13, παρ.1 : Κρίνουμε σκόπιμο να υπάρχει διασύνδεση της έρευνας και με την προτυποποίηση και την πιστοποίηση των αγροτικών προϊόντων.

  • 26 Σεπτεμβρίου 2011, 00:47 | Ένωση Ερευνητών ΕΘΙΑΓΕ, Δρ Παναγιώτης Πλατής

    Προτείνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Ερευνητών ΕΘΙΑΓΕ (ΕΕ-ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.)το Κεφάλαιο Δ΄ του σχεδίου για την Αγροτική Έρευνα να προηγηθεί του Κεφαλαίου Γ΄ που αφορά στη Γεωργική Εκπαίδευση και Κατάρτιση.
    Επίσης, προτείνεται η δημιουργία Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας με ερευνητικά πεδία, εξειδικευμένα, αυτόνομα, με πανελλαδική εμβέλεια, υπαγόμενα στη Γενική Διεύθυνση Έρευνας του νέου Οργανισμού και στις προτεινόμενες Περιφερειακές Διευθύνσεις να δημιουργηθεί Γραφείο ή Κέντρο σε ότι αφορά την έρευνα προκειμένου να συντονίζουν την εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας στην περιοχή ευθύνης τους.

    Στη συνέχεια, το περιεχόμενο των άρθρων 13,15 του Κεφαλαίου Δ’, αναδιατυπώνεται ως εξής:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Αγροτική Έρευνα

    Άρθρο 13

    Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας

    1. Στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας και στα ιδρυόμενα και λειτουργούντα υπ΄ αυτήν Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας, μεταφέρεται η άσκηση της αγροτικής έρευνας του συνενούμενου με τον παρόντα νόμο Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) στον Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ. Η Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού κατά το πρότυπο Ερευνητικού Κέντρου του άρθρου 8 του ν.1514/1985 όπως κάθε φορά ισχύει. Η Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας ενεργεί για την επίτευξη διεπιστημονικών ερευνητικών συνεργασιών με άλλα Ερευνητικά Κέντρα, ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας, της Ε.Ε. και διεθνή και ενθαρρύνει τα υπ΄ αυτήν Ινστιτούτα και το ερευνητικό και επιστημονικό προσωπικό τους στην κατεύθυνση αυτή. Η Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας με τα υπ΄ αυτήν αρμόδια στο θεματικό τους αντικείμενο Ινστιτούτα έχει αποκλειστικά για την υλοποίηση της ερευνητικής δραστηριότητας και την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών σε τρίτους από τον Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ., πρωτογενή ικανότητα δικαιοπραξίας και να καθίσταται συμβαλλόμενο μέρος υπό την επωνυμία της στο όνομα του Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ. Επίσης, έναντι τρίτων χρησιμοποιεί τη δική της επωνυμία, εκπροσωπώντας τον Οργανισμό και αναπτύσσει ερευνητική πρωτοβουλία και δραστηριότητα στο επιστημονικό και ερευνητικό αντικείμενο των υπ΄ αυτήν Ινστιτούτων, ενώ μπορεί, για τον σκοπό αυτό, να συνεργάζεται με ομοειδείς ερευνητικές μονάδες της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, Υπουργεία και δημόσιες εθνικές και κοινοτικές αρχές, καθώς και τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα δυνάμει προγραμματικών συμφωνιών, ανταγωνιστικών και χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου. Περαιτέρω, η Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας από κοινού με τα αρμόδια στο θεματικό τους αντικείμενο Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας μπορούν, μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, να αναλαμβάνουν επιδοτούμενα και χρηματοδοτούμενα ερευνητικά προγράμματα, στα οποία παρίσταται αυτοτελώς ως συμβαλλόμενο μέρος η Γενική Διεύθυνση στο όνομα του Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ. Σε περίπτωση που η προαναφερθείσα ερευνητική δραστηριότητα και η παροχή υπηρεσιών σε τρίτους από τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας, εξαιρουμένων των τεκμαρτών δαπανών, προϋποθέτει οικονομική επιβάρυνση του προϋπολογισμού του Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ, που δεν μπορεί να καλύψει ο λογαριασμός των «διοικητικών εσόδων» (over heads) από την εκτέλεση ερευνητικών προγραμμάτων, έργων και μελετών και την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους από τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας που τηρεί και διαχειρίζεται αυτοτελώς η Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας, η ανάληψη τους προϋποθέτει την έγκρισή του ΔΣ του Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ.

    2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή άλλου αρμόδιου με τα αντικείμενα έρευνας των Ινστιτούτων της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας Υπουργού μπορεί, έναντι εύλογης αποζημίωσης, να ανατίθεται απευθείας στον Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ, η εκτέλεση ερευνητικών προγραμμάτων, ειδικών έργων και εργασιών. Επίσης, η κατάρτιση τεχνικών προδιαγραφών και η εκπόνηση μελετών, η διενέργεια εργαστηριακών αναλύσεων, διαγνώσεων αξιολόγησης ποικιλιών, φυτοφαρμάκων, μηχανημάτων και λιπασμάτων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, πλην εκείνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για την ανάθεση συνάπτεται σύμβαση μεταξύ του αρμόδιου Υπουργείου και της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας του Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ.

    3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 2919/2001 όπως κάθε φορά ισχύουν εφαρμόζονται στον Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ και ειδικότερα στις δραστηριότητες του Οργανισμού που αναφέρονται στην αγροτική έρευνα.

    Άρθρο 15

    Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας (ΙΑΕ)

    1. Στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας υπάγονται τα ιδρυόμενα με την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας, τα οποία απολαμβάνουν λειτουργικής αυτοτέλειας για την καλύτερη εξυπηρέτηση του σκοπού της ίδρυσής τους και ιδίως για την αποτελεσματικότερη υλοποίηση του ερευνητικού τους έργου και της παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών σε τρίτους, αποτελούν δε διακεκριμένα κέντρα κόστους και εσόδων του Ε.Γ.Ο.- ΔΗΜΗΤΡΑ κατά την τήρηση των λογιστικών βιβλίων. Τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας μπορεί με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να αναδιαρθρώνονται, να αναμορφώνονται, να ενοποιούνται, να συγχωνεύονται, να καταργούνται ή και να συνιστώνται νέα Ινστιτούτα για την εξυπηρέτηση των εξελισσόμενων αναγκών της αγροτικής έρευνας.

    2. Η ίδρυση Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας δε συνεπάγεται και την αυτοτελή λειτουργία τους. Για την αυτοτελή λειτουργία τους αποφασίζει το ΔΣ του Οργανισμού ύστερα από εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου Αγροτικής Έρευνας, το οποίο λαμβάνει υπόψη του την ελάχιστη στελέχωσή τους με κρίσιμη μάζα ερευνητικού προσωπικού, επιστημονικού προσωπικού και προσωπικού υποστήριξης, ανάλογα με το κατά περίπτωση ερευνητικό αντικείμενό τους.

    3. Το ΔΣ αποφασίζει μετά από εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου Αγροτικής Έρευνας την αναστολή της αυτοτελούς λειτουργίας των Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας και την προσωρινή διοικητική προσάρτησή τους σε ενεργά Ινστιτούτα με συναφή επιστημονικά αντικείμενα έρευνας, όταν ο αριθμός ιδίως του ερευνητικού, καθώς και του λοιπού προσωπικού τους μειωθεί κάτω του ορίου της κρίσιμης μάζας, που ανάλογα με τα ερευνητικά αντικείμενα κάθε Ινστιτούτου ποικίλει και έχει μειωθεί δραστικά η ερευνητική τους δραστηριότητα.

    3. Τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας στελεχώνονται με ερευνητικό, επιστημονικό και με προσωπικό υποστήριξης.

    4. Στα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας προΐσταται ως Διευθυντής με τριετή θητεία που δύναται να ανανεωθεί μετά από δημόσια κάθε φορά προκήρυξη επιστήμων κύρους με προσόντα ερευνητή βαθμίδας Α΄, επαρκή διοικητική πείρα και ερευνητική και τεχνολογική δραστηριότητα σχετική με ένα ή περισσότερα από τα αντικείμενα του οικείου Ινστιτούτου. Η θέση του Διευθυντή Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας προκηρύσσεται κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού για την προκήρυξη των θέσεων ερευνητών από το ΔΣ του Οργανισμού έξι (6) μήνες πριν τη λήξη της θητείας του υπηρετούντος. Οι υποψήφιοι αξιολογούνται από το ΕΣΑΕ το οποίο εισηγείται στο ΔΣ τους τρεις επικρατέστερους. Το ΔΣ με αιτιολογημένη απόφασή του επιλέγει και τοποθετεί στη θέση του Διευθυντή του οικείου Ινστιτούτου τον καταλληλότερο από αυτούς. Ο Διευθυντής Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας υπηρετεί με πλήρη απασχόληση. Συγχρόνως μπορεί να ασκεί ερευνητικά καθήκοντα με μερική απασχόληση μόνο στο οικείο Ινστιτούτο ή να διδάσκει ένα εξαμηνιαίο μάθημα σε ΑΕΙ ή ΤΕΙ. Επιστήμονας που υπηρετεί στη θέση του Διευθυντή Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας κατά τη λήξη της τριετούς θητείας του, έχει δικαίωμα να κριθεί με βάση το γνωστικό του αντικείμενο για πρόσληψη σε κενή οργανική θέση και αν δεν υπάρχει κενή σε προσωποπαγή θέση ερευνητή βαθμίδας Α` του οικείου Ινστιτούτου, ύστερα από σχετική αίτησή του. Το ΔΣ του Οργανισμού αποφασίζει την πρόσληψη μετά τη σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου Αγροτικής Έρευνας. Επιστήμονας, που έχει διατελέσει Διευθυντής Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας επί έξι (6) τουλάχιστον έτη, συνολικά, έχει δικαίωμα ύστερα από σχετική αίτησή του να ενταχθεί αυτοδίκαια, μετά τη λήξη της τελευταίας θητείας του ως Διευθυντή, σε κενή οργανική θέση και αν δεν υπάρχει σε προσωποπαγή θέση ερευνητή Α’ βαθμίδας του οικείου Ινστιτούτου. Το ΔΣ του Οργανισμού με απόφασή του διαπιστώνει την ένταξη του ενδιαφερομένου στο ερευνητικό προσωπικό του Οργανισμού.

    Ο Διευθυντής Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας, προΐσταται των υπηρεσιών του Ινστιτούτου και το εκπροσωπεί. Ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπει ο νόμος αυτός, οι Κανονισμοί του Οργανισμού και όσες αρμοδιότητες του μεταβιβάσουν τα όργανα διοίκησης του Οργανισμού.
    Ο αρμόδιος Περιφερειακός Διευθυντής σε συνεργασία με τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας και τις Γεωργικές Σχολές της περιφέρειάς του δημιουργεί δίκτυο συνεργασίας για τη μεταφορά, διάχυση και αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και τεχνολογίας χάριν της εκπαίδευσης και κατάρτισης των αγροτών.

    5. Με τον Εσωτερικό Κανονισμό θα καθοριστούν οι επιμέρους υπηρεσιακές μονάδες των ΙΑΕ στην έδρα τους ή και εκτός αυτής, τα προσόντα και ο τρόπος ανάδειξης των προϊσταμένων τους. Με τον ίδιο Κανονισμό μπορεί να προβλεφθεί η ίδρυση, η συγκρότηση, η λειτουργία και οι αρμοδιότητες Επιστημονικών Συμβουλίων στα Ινστιτούτα (ΕΣΙ), καθώς και οι αρμοδιότητες της ολομέλειας του προσωπικού των ΙΑΕ

    6. Στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας Ιδρύονται τα κάτωθι δέκα πέντε (15) Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας (ΙΑΕ):

    6.1. Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας, με έδρα τη Νέα Πέραμο Καβάλας, και με ερευνητικό πεδίο τη διαχείριση ιχθυοαποθεμάτων, την αλιευτική τεχνολογία και οικονομία, τη θαλάσσια οικολογία – ποιότητα υδάτων, τη μοριακή βιολογία – βιοτεχνολογία υδρόβιων οργανισμών, την αλιευτική διαχείριση λιμνοθαλασσών και άλλων εσωτερικών και παράκτιων οικοσυστημάτων, την τεχνητή εκτροφή υδρόβιων οργανισμών (υδατοκαλλιέργειες) και την αλιευτική μεταποίηση.
    6.2. Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, με έδρα τα Βασιλικά Θεσσαλονίκης, και με ερευνητικό πεδίο, την ανάπτυξη τεχνολογίας και μεταφορά τεχνογνωσίας για την αειφορική διαχείριση και αξιοποίηση των φυσικών οικοσυστημάτων (δασών, δασικών εκτάσεων, λιβαδιών, υγροτόπων) με οικολογικές αρχές, την ποσοτική και ποιοτική αύξηση των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και διατήρηση των οικολογικών χαρακτηριστικών του και τη διαχείριση των αστικών και περιαστικών δασών.
    6.3. Ινστιτούτο Επιστήμης των Ζώων και Κτηνιατρικής Έρευνας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, και με ερευνητικό πεδίο την ανάπτυξη έρευνας και τεχνολογίας και τη μεταφορά τεχνογνωσίας για την προστασία της υγείας και ευζωίας των αγροτικών ζώων (χερσαίων και υδρόβιων), την πρόληψη των ζωανθρωπονόσων, τη βελτίωση της παραγωγικότητας των ζώων (φυσιολογία, γενετική βελτίωση, διατροφή) και τη βιωσιμότητα των εκτροφών, αναπαραγωγική διαχείριση των ζώων και τη διαχείριση των εκτροφών, υγιεινή-ασφάλεια και τεχνολογία προϊόντων και τροφίμων ζωικής προέλευσης.
    6.4. Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Βόρειας Ελλάδας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, και με ερευνητικό πεδίο, τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας φυτοπροστασία των αροτραίων και δενδρωδών καλλιεργειών καθώς και των κηπευτικών, αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών.
    6.5. Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, και με ερευνητικό πεδίο, τη διαχείριση εδαφικών και υδατικών πόρων, υγρών αποβλήτων και αρδευόμενων εδαφών, τη λίπανση – θρέψη καλλιεργειών και την αξιοποίηση της γεωθερμίας.
    6.6. Ινστιτούτο Γάλακτος, με έδρα τα Ιωάννινα, και με ερευνητικό πεδίο, τη χημεία, την τεχνολογία και τη μικροβιολογία γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων.
    6.7. Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Θεσσαλίας, με έδρα τη Λάρισα, και με ερευνητικό πεδίο, τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας των βιομηχανικών φυτών, κτηνοτροφικών φυτών και οσπρίων, τη φυτοπροστασία καθώς και την εδαφολογία και την προστασία εδαφικών πόρων.
    6.8. Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων, με έδρα την Αθήνα, και με ερευνητικό πεδίο, την αειφορική διαχείριση και ανάπτυξη των δασικών οικοσυστημάτων με έμφαση σε εκείνα της μεσογειακής ζώνης, τη λειτουργία των δασικών οικοσυστημάτων και την παρακολούθηση της δομής, της σύνθεσης και της βιοποικιλότητάς τους, την προστασία τους από πυρκαγιές, ασθένειες και έντομα, την παρακολούθηση της κλιματικής αλλαγής και την αντιμετώπιση των επιπτώσεών της, τα αστικά και περιαστικά δάση, την αποκατάσταση του φυσικού τοπίου και την τεχνολογία αξιοποίησης δασικών προϊόντων και δασικής βιομάζας.
    6.9. Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής και Γεωργικής Μηχανικής, με έδρα την Αθήνα, και με ερευνητικό πεδίο, τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία της αμπέλου, των δενδρωδών καλλιεργειών και των ανθοκομικών φυτών, την εδαφολογία, την προστασία εδαφών και την πρωτογενή διαχείριση αγροτικών προϊόντων και τη γεωργική μηχανική.
    6.10. Ινστιτούτο Τεχνολογίας Τροφίμων και Ποτών, με έδρα την Αθήνα, και με ερευνητικό πεδίο, τη συντήρηση νωπών αγροτικών προϊόντων, τη μεταποίησή τους με εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών για παραγωγή τροφίμων και ποτών, τη δευτερογενή αξιοποίηση αγροτικών υποπροϊόντων τους, τη διασφάλιση της ποιότητας και ασφάλειας τροφίμων και ποτών.
    6.11. Ινστιτούτο Λοιμωδών, Παρασιτικών Νοσημάτων και Προστασίας της Δημόσιας Υγείας, με έδρα την Αθήνα, και ερευνητικό πεδίο, την προστασία του ζωικού κεφαλαίου από λοιμώδη και παρασιτικά νοσήματα, τις ζωανθρωπονόσους και την προστασία της δημόσιας υγείας.
    6.12. Ινστιτούτο Αγροτικής Οικονομίας, με έδρα την Αθήνα, και με ερευνητικό πεδίο, την αγροτική οικονομία και ανάπτυξη, την αγροτική πολιτική, την εμπορία αγροτικών προϊόντων, την αγροτική κοινωνιολογία, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα.
    6.13. Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας, με έδρα την Πάτρα, και με ερευνητικό πεδίο, τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία των εσπεριδοειδών, της ελιάς, της αμπέλου και των κηπευτικών φυτών.
    6.14. Ινστιτούτο Αμπέλου και Κηπευτικών, με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης, και με ερευνητικό πεδίο, τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία της αμπέλου και των κηπευτικών φυτών.
    6.15. Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών, με έδρα τα Χανιά Κρήτης, και με ερευνητικό πεδίο, τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία της ελιάς και των υποτροπικών φυτών.

    7. Τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας αξιολογούνται κάθε τέσσερα έτη από επιτροπές εμπειρογνωμόνων διεθνούς κύρους που συνιστώνται και συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας. Με όμοια απόφαση καθορίζονται τα κριτήρια αξιολόγησης, όσον αφορά την πορεία των δραστηριοτήτων τους σε σχέση με τις διεθνείς επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις, τα επιτεύγματα και τις επιπτώσεις τους στην επιστημονική γνώση και την τεχνολογική ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων δραστηριοτήτων εκμετάλλευσης της γνώσης, το κόστος λειτουργίας, την ικανότητα προσέλκυσης προσωπικού υψηλού επιπέδου και εξωτερικών χρηματοδοτήσεων για παροχή επιστημονικών και τεχνολογικών υπηρεσιών και τις προοπτικές ανάπτυξης για τα επόμενα έτη. Οι επιτροπές οφείλουν να ολοκληρώνουν την αξιολόγηση και να υποβάλουν την έκθεση με τις προτάσεις τους μέσα σε τρεις μήνες από την ανάθεση. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κοινοποιούνται σε κάθε ενδιαφερόμενο και λαμβάνονται υπόψη για τη χρηματοδότηση των Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας για τα αμέσως επόμενα έτη.

  • 25 Σεπτεμβρίου 2011, 12:49 | Δρ Γεώργιος Καρέτσος

    Άρθρο 13

    Παράγραφος 2. Δημιουργούνται ερωτήματα για το τι θεωρείται αγροτική έρευνα. Φαίνεται ότι ο εισηγητής δεν καταλαβαίνει τι είναι αγροτική έρευνα και περιορίζεται σε δημιουργία επιδεικτικών αγρών και παραγωγή μόνο φυτικού υλικού και διατήρησης φυλών ζώων. Η υπόλοιπη έρευνα σχετικά με τα εδάφη, τα νερά, τις αρδεύσεις, τη φυτοπροστασία (εντομολογία, παθολογία), τη γεννετική, τη βιοτεχνολογία, τη λιβαδοπονία, τα αλιεύματα, τα θαλάσσια λιβάδια, μελισσοκομία κλπ., που φαίνονται όλα αυτά; Δηλαδή η πολιτική της αγροτικής έρευνας εστιάζεται σε πιλοτικές εφαρμογές επιδεικτικών αγροκτημάτων;

    Παράγραφος 3. Η δασική έρευνα περιορίζεται μόνο στη συλλογή σπερμάτων για αναδασώσεις κλπ. Που είναι τα υπόλοιπα αντικείμενα, προστασία (δασική εντομολογία, δασική παθολογία, πυρκαγιές), υδρολογία, εδαφολογία, οικολογία, δασική διαχείριση, αποκατάσταση, προϊόντα δάσους, τεχνολογία ξύλου κλπ.;

  • 24 Σεπτεμβρίου 2011, 18:58 | ΗΛΙΑΣ ΠΟΛΥΧΝΙΑΤΗΣ, Χημικός, Πρόεδρος του Π.Τ. Βορείου Αιγαίου της Ε.Ε.Χ.

    ΆΡΘΡΟ 13
    Το άρθρο 13 θεσπίζει συγκεκριμένες κατευθύνσεις – πλαίσιο για την Εθνική Αγροτική Έρευνα. Ειδικά για τον γεωργικό τομέα, ως κατεύθυνση της έρευνας, ενώ ορίζει με σαφήνεια την αναζήτηση και την πιλοτική παραγωγή φυτοπολλαπλασιαστικού υλικού δεν καταγράφει ενδιαφέρον για το ζητούμενο, που είναι τα προϊόντα της γεωργικής δραστηριότητας. Έτσι όμως μένουν ακάλυπτοι τομείς που χρήζουν ερευνητικής ενασχόλησης, όπως η αναζήτηση και η διερεύνηση μη γνωστών ιδιοτήτων ή μη επαρκώς γνωστών ιδιοτήτων των αγροτικών προϊόντων, κάποια εκ των οποίων είναι εθνικά προϊόντα αναγνωρισμένα ως Π.Ο.Π., όπως το ελαιόλαδο, με σκοπό την ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων των προϊόντων αυτών, προς όφελος της εμπορίας τους και της ανταγωνιστικότητάς τους ή και της βελτίωσής τους. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση λειτουργώντας το ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. ίδρυσε, στα πλαίσια του επιδοτούμενου προγράμματος ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ το υπερσύγχρονο χημικό «Εργαστήριο Ελαιολάδου» στην Λέσβο, το οποίο εξόπλισε με αέριους χρωματογράφους , με HPLC, με φασματογράφο μάζας και γενικά υποδομές αξίας ~ 600.000 € που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της πιστοποίησης κατά το διεθνώς αναγνωρισμένο σύστημα ποιότητας ISO/IEC 17025. Ένα τέτοιο, τυπικά χημικό εργαστήριο υψηλών δυνατοτήτων, πρέπει να αποσβέσει το κόστος του παρέχοντας εφόδια γνώσης σε αγρότες και σε επιχειρήσεις του τομέα. Η έρευνα αυτή, θα συνεισφέρει στην ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και στην ασφάλεια του καταναλωτή, οπότε έχει χαρακτήρα «εφαρμοσμένης έρευνας» Προτείνεται, επομένως, να προστεθεί στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 νέο εδάφιο, ως εξής:
    2.γ) Προγράμματα αναζήτησης και διερεύνησης των συστατικών και των ιδιοτήτων των Π.Ο.Π. και ενδεχομένως άλλων αγροτικών προϊόντων με σκοπό τον εντοπισμό, την ανάδειξη αυτών και την βελτίωση των προϊόντων, καθώς και προγράμματα που θα αποσκοπούν στη βελτίωση της συσκευασίας των αγροτικών προϊόντων και της συντήρησής τους, σε συνάρτηση με τη διατήρηση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών τους και την ασφάλειά τους για τον καταναλωτή.
    Άλλωστε ο νέος οργανισμός ΔΗΜΗΤΡΑ υπάγεται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων. Περί των τελευταίων δε (τροφίμων) ο λόγος του σχολίου.

  • 23 Σεπτεμβρίου 2011, 16:00 | Πόπη Ράλλη, Γεωπόνος M.Sc., ΤΓΥ

    Άρθρο 13, Παράγραφος 2α: Πώς θα γίνει αυτό όταν τόσα χρόνια το έργο της Τράπεζας Γενετικού Υλικού και των υπόλοιπων Ινστιτούτων του ΕΘΙΑΓΕ, που ασχολούνται με τη διατήρηση, βελτίωση, αναπολλαπλασιασμό και αξιολόγηση των ποικιλιών των διαφόρων καλλιεργούμενων ειδών έχει απαξιωθεί και όλα τα αιτήματα για ενίσχυση αυτού του έργου δεν έχουν εισακουσθεί;

    Άρθρο 13, Παράγραφος 2α: Η δεύτερη πρόταση της παραγράφου πρέπει να τροποποιηθεί και να αναφέρει ότι: «Το φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό θα αφορά ποικιλίες κατάλληλες για τη γεωργία χαμηλών εισροών, με ευρεία προσαρμοστικότητα στις τοπικές συνθήκες, αξιοποιώντας μέσα από τη βελτιωτική διαδικασία το σύνολο της εγχώριας γεωργικής βιοποικιλότητας, και θα παρέχει…»

    Άρθρο 13: Στο συγκεκριμένο άρθρο προτείνεται να προστεθεί και η ακόλουθη παράγραφος:
    «Τα Ινστιτούτα Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας με τομέα εξειδίκευσης τη διατήρηση των φυτογενετικών πόρων (που μέχρι σήμερα διατηρούνται σε μορφή σπερμάτων στην Τράπεζα Γενετικού Υλικού ή σε συλλογές – φυτείες υπαίθρου στα Ινστιτούτα Αμπέλου, Φυλλοβόλων Δένδρων, Ελαίας κλπ., που υπάρχουν ανά την Ελλάδα στις κατάλληλες για κάθε είδος περιοχές) είναι αρμόδια για τη συλλογή σπερμάτων ή κλωνικού υλικού καλλιεργούμενων ειδών και αυτοφυών συγγενών με τα καλλιεργούμενα είδη, τον αναπολλαπλασιασμό, την αξιολόγηση και την αξιοποίηση του φυτικού υλικού. Η αξιοποίηση μπορεί να είναι είτε στο πλαίσιο της γενετικής βελτίωσης των καλλιεργειών, είτε στο πλαίσιο της επανακαλλιέργειας και της διάδοσης των τοπικών ποικιλιών, κυρίως στις περιοχές προέλευσής τους και της προστασίας της αγροτικής βιοποικιλότητας γενικότερα».
    Οι συλλογές αυτές εντάχθηκαν στο Εθνικό Σύστημα Διατήρησης και Προστασίας Φυτογενετικών Πόρων Καλλιεργούμενων Ειδών το οποίο συστήθηκε με το Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 80 τεύχος Α΄, ΦΕΚ 40/22-3-1990 και πρωταρχικός σκοπός τους ήταν η έγκαιρη συλλογή και η αποτελεσματική προστασία των φυτογενετικών πόρων της χώρας.
    Κρίνεται σκόπιμο το ΥπΑΑΤ να μεριμνήσει για τη διάσωση και την αξιοποίηση των συλλογών αυτών, που διατηρούνται εδώ και χρόνια στο ΕΘΙΑΓΕ, προστατεύοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό την αγροτική βιοποικιλότητα, η οποία πρέπει να αποτελεί μία από τις άμεσες προτεραιότητες του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού.

  • Άρθρο 13, παράγραφος 3. Οι αρμοδιότητες του Δασικού Τομέα έρευνας περιορίζονται μόνο στη συλλογή σπερμάτων αυτοφυών φυτών και την ανασυγκρότηση των καμένων και διαταραγμένων δασικών οικοσυστημάτων; Αντικείμενα όπως Διαχείριση και Οικονομική των δασών, Γενετική βελτίωση και Βιοτεχνολογία δασικών φυτών, Ορεινή υδρολογία και Διαχείριση Ορεινών Λεκανών Απορροής, Προστασία Δασικών Φυτών από βιοτικούς και αβιοτικούς παράγοντες (έντομα, μύκητες, δασικές πυρκαγιές, αλλαγή κλίματος, ρύπανση ατμόσφαιρας, κλπ.), Φυτώρια, Αναδασώσεις, Δασικά Εδάφη, Τεχνολογία Ξύλου και τόσα άλλα τίνος αντικείμενο είναι; Γιατί δε συμπεριλαμβάνονται και αυτά; Προτείνεται να προστεθούν οπωσδήποτε.

  • 21 Σεπτεμβρίου 2011, 23:56 | Δρ. Χριστίνα Λίγδα

    Το αρθρο 13 γίνεται επιφανειακή και αποσπασματική αναφορά σε ερευνητικά αντικείμενα και μάλιστα όχι από την πλευρά της έρευνας, αλλά κυρίως από την πλευρά της εφαρμογής προγραμμάτων και δράσεων. Η έρευνα σε θέματα βιοποικιλότητας και αειφόρου ανάπτυξης είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα και περιλαμβάνει εύρος επιμέρους αντικειμένων. Αυτά τα θέματα δεν μπορούν να εποπτεύονται από ένα Υπουργείο, αλλά από όλα όσα εμπλέκονται (ΥπΑΑΤ, ΥΠΕΚΑ).
    Χρειάζεται προσοχή στη διατύπωση των άρθρων,δεν μπορεί να γίνεται αναφορά σε ποικιλίες φιλικές προς τη βιοποικιλότητα, ούτε σε προβολή των πλεονεκτημάτων των φυλών αγροτικών ζώων σε επιδεικτικά αγροκτήματα.
    Από τα επιμέρους άρθρα του Σχεδίου γίνεται σαφές ότι η συγχώνευση του ΕΘΙΑΓΕ με τους οργανισμούς ΟΓΕΕΚΑ, ΟΠΕΓΕΠ και ΕΛΟΓΑΚ δεν συμβάλει στην προώθηση της έρευνας και της αγροτικής ανάπτυξης, και ούτε είναι στην κατεύθυνση επίλυσης υφιστάμενών προβλημάτων και αδυναμιων του σημερινού συστήματος, (π.χ. αναδιοργάνωση των Ινστιτούτων και των ερευνητικών πεδίων). Τέλος στο προτεινόμενο Σχέδιο νόμου υπάρχει σύγχυση μεταξύ του ρόλου ενός Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας και των υπηρεσιών και περιφερειακών δομών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.

  • 21 Σεπτεμβρίου 2011, 20:21 | Δρ. Νικος Ροδιτάκης

    Ο Τίτλος δεν συμφωνεί με το αντικείμενο που περιγράφετε στα άρθρα. Η λέξη προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη γεωργώ που σημαίνει καλλιεργώ τη γή και επομένως εννοιολογικά εξαιρεί τα δάση, τη κτηνοτροφία κλπ. που περιλαμβάνονται ως αντικείμενο στα άρθρα. Σε όλα τα άρθρα χρησιμοποιείται ο επιθετικός προσδιορισμός Αγροτική(ος) που καλύπτει εννοιολογικά εκτός από τη γεωργία, τα δάση, τη κτηνοτροφία και την αλιεία με βασικό πυρήνα την Αγροτική Εφαρμοσμένη Ερευνα που αποπτελεί και το κύριο μοχλό της τεχνολογικής καινοτομίας και υποστήριξης της αγροτικής παραγωγικής διαδικασίας σε όλους τους κλάδους. Προτείνω να δοθεί έμφαση στο κύριο αντικείμενο που αποτελεί και το βασικό «κορμό» του νέου Οργανισμού με το σωστό επιθετικό προσδιορισμό γιατί μας εκθέτει στο οτι δεν γνωρίζομε τη πραγματική έννοια των ελληνικών λέξεων δηλ. Ελληνικός Οργανισμός Αγροτικής Ερευνας και Ανάπτυξης.

  • 21 Σεπτεμβρίου 2011, 11:04 | Δρ Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, Ερευνητής

    Άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερη σειρά: η απάλειψη της λέξης «μπορεί» είναι απαραίτητη ώστε η πολιτική εφαρμοσμένης αγροτικής έρευνας να μη στερείται αντικειμένου.

    Επίσης, ο περιορισμός της έρευνας στα απαριθμούμενα αντικείμενα δημιουργεί αγκυλώσεις και θα οδηγήσει σε ποικίλες μορφές αναποτελεσματικότητας.

  • 18 Σεπτεμβρίου 2011, 22:41 | Χαρτζουλακης Κωνσταντίνος

    Είναι σαφές, ότι η χώρα και οι σημερινές περιστάσεις απαιτούν σοβαρή, αντικειμενική και τεκμηριωμένη δράση, μακριά από ερασιτεχνισμούς και παγκόσμιες πρωτοτυπίες που στερούνται υπόστασης και εγκυμονούν την απαξίωση και ισοπέδωση των θεσμών, αξιών και μακρόχρονων προσπαθειών. Η αγροτική έρευνα θα πρέπει να ενταχθεί στην ΓΓΕΤ (Υπουργείο Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης & Θρησκευμάτων) στα πλαίσια του Νέου Θεσμικού Πλαισίου Έρευνας και Τεχνολογίας. Σε διαφορετική περίπτωση ο νέος οργανισμός θα πρέπει να διατηρήσει τον ερευνητικό του χαρακτήρα και να ακολουθεί στο ακέραιο το Νέο Θεσμικό Πλαίσιο Έρευνας και Τεχνολογίας της ΓΓΕΤ, ακόμα και εάν εξακολουθήσει να εποπτεύεται από το ΥΠΑΑΤ.

  • 18 Σεπτεμβρίου 2011, 09:24 | WWF Ελλάς;

    Καταστροφική η κατάργηση της δασικής και γεωλογικής έρευνας!
    Δευτέρα, 01 Αυγούστου 2011

    Περιβαλλοντικά ολέθρια εξέλιξη αποτελεί η ανακοίνωση της Κυβέρνησης για συγχώνευση του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) με φορείς γεωργικών ελέγχων και εκπαίδευσης και κατάργηση του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ).

    Σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς και την Πανελλήνια Ένωση Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ), το ερευνητικό έργο αυτών των δυο ινστιτούτων του δημοσίου αποτελεί σταθερή και πολύτιμη συμβολή σε κάθε προσπάθεια προστασίας του φυσικού πλούτου της χώρας.

    Ιδιαίτερα το ΕΘΙΑΓΕ, το οποίο εσφαλμένα αντιμετωπίζεται ως ίδρυμα αποκλειστικά αγροτικής έρευνας, διαθέτει ερευνητικά ινστιτούτα που με μεγάλες δυσκολίες παράγουν μοναδικό ερευνητικό έργο για την κατάσταση των ελληνικών δασών: το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών και το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων. Μάλιστα, το έργο των δασικών ινστιτούτων του ΕΘΙΑΓΕ και του ΙΓΜΕ αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την τήρηση διεθνών και κοινοτικών περιβαλλοντικών δεσμεύσεων της χώρας σε τομείς όπως η καταγραφή των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη δασοπονία και η ποιότητα των υπόγειων υδάτων, αλλά και η παρακολούθηση των επιπτώσεων των δασικών πυρκαγιών.

    Το WWF Ελλάς και η Πανελλήνια Ένωση Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων θεωρούν εγκληματική για το περιβάλλον τη δίχως εναλλακτική πρόταση κατάργηση των δυο αυτών ερευνητικών φορέων.

    Για τον συντονισμό της περιβαλλοντικής έρευνας από δημόσια ερευνητικά ιδρύματα, αλλά και για την επίτευξη οικονομιών κλίμακας σε ανθρώπινο δυναμικό και πόρους, το WWF Ελλάς και η ΠΕΔΔΥ προτείνουν να ιδρυθεί ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ. Το νέο αυτό ίδρυμα μπορεί να προέλθει από συγχώνευση ως λειτουργικά αυτοτελών φορέων περιβαλλοντικής έρευνας και πολιτικής, όπως το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (του ΥΠΕΚΑ), το ΙΓΜΕ, καθώς και τα Ινστιτούτα Δασικών Ερευνών και Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων που σήμερα ανήκουν στο ΕΘΙΑΓΕ (του ΥΠΑΑΤ).

    Το Εθνικό Ίδρυμα Περιβαλλοντικής Έρευνας και Πολιτικής προτείνεται να αποτελεί τον επίσημο σύμβουλο της Πολιτείας στα θέματα αρμοδιότητάς του, να έχει πλήρη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, και να εποπτεύεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Σκοπός του προτεινόμενου ιδρύματος είναι ο συντονισμός της επιστημονικής έρευνας για το περιβάλλον, η οργάνωση και συστηματική επεξεργασία της περιβαλλοντικής πληροφορίας, η διατύπωση προτάσεων και η υποστήριξη της Πολιτείας στη διαμόρφωση εθνικής πολιτικής για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη, η αξιολόγηση των περιβαλλοντικών πολιτικών, προγραμμάτων και μέτρων και η ευρεία διάδοση της πληροφορίας προς το σύνολο της κοινωνίας.

    Το WWF Ελλάς και η ΠΕΔΔΥ ζητούν από την Κυβέρνηση να αναθεωρήσει την απερίσκεπτη απόφασή της για απλή κατάργηση των σημαντικών ερευνητικών ινστιτούτων που διαθέτει η χώρα. Η περιβαλλοντική έρευνα είναι το βασικό εργαλείο για την αποτελεσματική προστασία της πραγματικής περιουσίας που διαθέτει η χώρα, δηλαδή του ελληνικού φυσικού πλούτου, αλλά και για μια πραγματικά βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.

  • 17 Σεπτεμβρίου 2011, 19:45 | ΜΠΟΚΑΡΗΣ ΝΙΚΟΣ

    Στο αρθρο 13 ¨Εθνική Πολιτική Εφαρμοσμένης Αγροτικής Έρευνας» γίνεται αποσπασματική αναφορά στη Δασική Έρευνα, την ύπαρξη της οποίας από οτι φαίνεται ο νομοθέτης την περιορίζει, στα πλαίσια της Αγροτικής Ερευνας, θεωρώντας την τμήμα αυτής, ενώ και στην ουsία της επιστημονικής της εκτασης, την περιορίζει (αντιεπιστημονικά και χωρίς γνώση του αντικειμένου της) στο πλάισιο μόνο των τεχνιτών αναδασώσεων. Θα έπρεπε το θέμα της Δασικής Έρευνας και συνεπώς της λειτουργίας των δύο Δασικών Ερευνητικών Ιδρυμάτων (Θεσσαλονίκης και Αθήνας) τα οποία λειτουργούν και παραγουν έργο, να αντιμετωπίσθεί με διαφορετικό τρόπο, στο πλάισιο της ενταξης τους στο Υπουργειο Περιβάλλοντος. Με τον τρόπο που γίνεται η μεταφορά και η ενσωμάτωση των δυο ιδρυμάτων και τις αποσπασματικές και χωρίς σχέδιο επιλογές αποκόπτεται η δασική έρευνα από τη δασική πράξη.
    Η Δασική Έρευνα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δασική Διοίκηση (ουσιαστικά αυτήν εξυπηρετεί) με την οποία και ακολουθεί κοινή πορεία από το έτος 1913, οπότε οργανώθηκαν και λειτούργησαν με βάση τα αυστριακά πρότυπα.
    Συγκεκριμένα, το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών (ΙΔΕ) Θεσσαλονίκης και το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων (ΙΜΔΟ&ΤΔΠ) Αθηνών, επιτελούν ερευνητικό έργο ζωτικής σημασίας για την άσκηση μίας ολοκληρωμένης και επιστημονικά τεκμηριωμένης δασικής πολιτικής για τη χώρα.
    Θεωρούμε ότι με την ένταξη των δύο δασικών ερευνητικών ινστιτούτων στο πλάισιο της γεωργικής ερευνας χωρίς λειτουργική και πολιτική συνάρτηση με το Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, (στο οποίο υπάγεται η Δασική πολιτική και εποπτεύεται η δασική διοίκηση) κινδυνεύει να χαθεί ένα τεράστιο επιστημονικό κεφάλαιο, με διεθνή προβολή και σημασία για την προστασία και ανάπτυξη του δασικού μας πλούτου.
    Η Πανελλήνια Ενωση Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων γνωρίζοντας τη σημασία που έχει (ιδιαίτερα μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών ) η δασική έρευνα για τη δασική πράξη, έχουν ζητήσει την ενίσχυση αυτής της επιστημονικής σχέσης και την ουσιαστική αξιοποίησή της, με την υπαγωγή των δύο δασικών ιδρυμάτων, άμεσα στο Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, το οποίο ασκεί και τη δασική πολιτική στη χώρα μας με απόφαση αυτής της Κυβέρνησης.
    .Επειδή σκοπός της πρότασης μας είναι να συνεχιστεί το έργο και η προσφορά των δύο ιδρυμάτων στα πλαίσια ενός σύγχρονου, αποτελεσματικού και οικονομικού μοντέλου λειτουργίας τους και χωρίς διάθεση αντιπαράθεσης με την προσπάθεια εξορθολογισμού της λειτουργίας αναλόγων δομών, η πρότασή μας θα μπορούσε να υλοποιηθεί με δύο πιθανά σενάρια τα οποία και ζητάμε να συζητηθούν από τους αρμόδιους Υπουργούς:

    Α) Σύσταση ενός ΕΘΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, με τη μορφή Νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, το οποίο συνενώνει ως λειτουργικά αυτοτελή ινστιτούτα φορείς περιβαλλοντικής έρευνας και πολιτικής:
    – Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (εποπτευόμενο από το ΥΠΕΚΑ).
    – Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών (ΙΔΕ), το οποίο αποσπάται από το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (εποπτευόμενο από το ΥΠΑΑΤ).
    – Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων (ΙΜΔΟ) & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων, το οποίο αποσπάται από το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (εποπτευόμενο από το ΥΠΑΑΤ).
    – και ενδεχομένως και άλλο ινστιτούτο του ΕΘΙΑΓΕ ή και άλλων υπουργείων – φορέων με συναφή, προς τις αρμοδιότητες του ΥΠΕΚΑ, αντικείμενα.
    Ήδη το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης συνεχίζει να λειτουργεί υπό την εποπτεία του ΥΠΕΚΑ και θα μπορούσε να αποτελέσει την ¨ομπρέλα ¨για την πρόταση αυτή .

    Β) Μεταφορά – ενσωμάτωση του Ι.Δ.Ε και Ι.Μ.Δ.Ο & Τ.Δ.Π από το ΕΘ.Ι.Α.Γ.Ε στην Ειδική Γραμματεία Δασών του ΥΠ.Ε.Κ.Α με τη μορφή ανεξάρτητων ερευνητικών ινστιτούτων (όπως αυτό προβλέπεται από το νόμο 3653/2008 αρθ.33 «Θεσμικό πλαίσιο έρευνας και τεχνολογίας και άλλες διατάξεις», ή ένταξη τους άμεσα στο νέο οργανόγραμμα της ειδικής Γραμματείας Δασών -ΥΠΕΚΑ
    Η σηζήτηση και πιθανά η υλοποίηση μίας απο τις παραπάνω λύσης θα συμβάλλει στο συντονισμό της πολύτιμης επιστημονικής έρευνας (που ήδη διεξάγεται για το περιβάλλον) και η περαιτέρω ανάπτυξή της. Επιπρόσθετα με τη λειτουργία των δύο ιδρυμάτων υπό τη μορφή που προτείνουμε θα οργανώσει και θα συστηματοποιήσει την επεξεργασία της περιβαλλοντικής πληροφορίας, τη διατύπωση προτάσεων και την υποστήριξη της Πολιτείας στη διαμόρφωση εθνικής πολιτικής για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη και θα συμβάλει στην αξιολόγηση των περιβαλλοντικών πολιτικών, την παρακολούθηση της εφαρμογής του κοινοτικού περιβαλλοντικού δικαίου από τη χώρα μας, την αξιολόγηση προγραμμάτων και μέτρων και την ευρεία διάδοση της περιβαλλοντικής πληροφορίας προς το σύνολο της κοινωνίας.
    Σε διαφορετική περίπτωση η διεξαγωγή δασικής έρευνας αποσπασματικά και έξω από το φυσικό της χώρο στα γεωργικά ερευνητικά ιδρύματα, τη στιγμή που δεν θα συνδέεται ούτε θα υποστηρίζει τη δασική πολιτική που ασκείται από άλλο Υπουργείο, .θα οδηγήσει σε σταδιακή υποβάθμιση, τη στιγμή που χρήζει θωράκισης , ενίσχυσης και συντονισμού από ένα φορέα (Υπουργείο).