Άρθρο 17 (Άρθρο 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2010/13) Ενίσχυση της εθνικής και ευρωπαϊκής παραγωγής οπτικοακουστικών έργων από παρόχους υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας

 

1. Οι πάροχοι κατά παραγγελία υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι κατάλογοί τους περιλαμβάνουν ευρωπαϊκά έργα σε ποσοστό τουλάχιστον 30% και ότι τα έργα αυτά κατέχουν προβεβλημένη θέση σε αυτούς. Οι πάροχοι αυτοί οφείλουν τον Ιούνιο κάθε έτους να υποβάλλουν στο Ε.Σ.Ρ. στοιχεία σχετικά με την υλοποίηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα και αφορούν στο προηγούμενο έτος.
2. Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας οφείλουν να συνεισφέρουν οικονομικά, κάθε χρόνο, ποσό ίσο με το 1,5% του κύκλου εργασιών τους που αφορά στην εν λόγω δραστηριότητα είτε α) για την παραγωγή ελληνικών οπτικοακουστικών έργων είτε β) για την αγορά δικαιωμάτων σε ελληνικά οπτικοακουστικά έργα που δεν έχουν ακόμα κυκλοφορήσει, είτε γ) καταβάλλοντας το ποσό αυτό σε ειδικό λογαριασμό του Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας Α.Ε. (Ε.Κ.Ο.Μ.Ε.) που συστάθηκε με τον ν. 4339/2015 (Α΄133) προοριζόμενο για την ενίσχυση των ελληνικών παραγωγών. Σε περίπτωση παροχής της υπηρεσίας άνευ ή έναντι συμβολικού ανταλλάγματος και υπό την προϋπόθεση μη ύπαρξης εσόδων από άλλη αιτία (π.χ. διαφημίσεις), το ύψος της συνεισφοράς προσδιορίζεται σε ποσό κατ΄ αποκοπή ανά χρήστη της υπηρεσίας. Η με οιονδήποτε από τους παραπάνω τρόπους οικονομική συνεισφορά, απαλλάσσει τον πάροχο από την υποχρέωση του άρθρου 8 του ν. 3905/2010 (Α’ 219). Η εκπλήρωση της υποχρέωσης του άρθρου 8 του ν. 3905/2010 απαλλάσσει τον πάροχο από την υποχρέωση οικονομικής συνεισφοράς του παρόντος. Στην έννοια του ελληνικού οπτικοακουστικού έργου περιλαμβάνονται τα αυτοτελή οπτικοακουστικά έργα, κατά την παρ. 2 του άρθρου 20 του ν. 4487/2017 (Α΄116). Για τον χαρακτηρισμό ενός οπτικοακουστικού έργου ως ελληνικού εφαρμόζονται αναλογικά οι παρ. 1 και 3 του άρθρου 3 του ν. 3905/2010. Για τους σκοπούς του παρόντος η εφαρμογή των διατάξεων του πέμπτου εδαφίου γίνεται από αρμόδιο όργανο του Ε.Κ.Ο.Μ.Ε.. Πάροχοι υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος, έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις, εφόσον απευθύνονται ειδικά σε κοινό εντός της Ελλάδας. Οι πάροχοι αυτοί θεωρείται ότι απευθύνονται ειδικά σε ελληνικό κοινό, ιδίως εάν διαφημίζονται σε αυτό, εάν κύρια γλώσσα παροχής της υπηρεσίας τους είναι η ελληνική, έστω και με υπότιτλους, καθώς και εάν οι παρεχόμενες υπηρεσίες περιέχουν προγράμματα ή εμπορικές ανακοινώσεις που απευθύνονται στο ελληνικό κοινό ή αφορούν ειδικά αυτό.
3. Κατά τον υπολογισμό της συνεισφοράς των παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα, αφαιρείται το ύψος της αντίστοιχης συνεισφοράς που έχει επιβληθεί σε αυτούς από άλλα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνουν τις υπηρεσίες τους.
4. Η συνεισφορά των παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα, και απευθύνουν το πρόγραμμά τους στην Ελλάδα, υπολογίζεται επί του κύκλου εργασιών τους που αφορά στην εν λόγω δραστηριότητα στην Ελλάδα.
5. Οι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη πάροχοι κατά παραγγελία υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων οφείλουν να γνωστοποιούν στο Ε.Σ.Ρ. εντός του πρώτου εξαμήνου κάθε έτους τον κύκλο εργασιών που πραγματοποίησαν στην Ελλάδα το προηγούμενο έτος. Σε περίπτωση μη παροχής των ανωτέρω στοιχείων από τον πάροχο ή μη καταβολής της οικονομικής συνεισφοράς, το Ε.Σ.Ρ. διατάσσει τον περιορισμό της μετάδοσης των υπηρεσιών του στην Ελλάδα. Εφόσον ζητηθεί, το Ε.Σ.Ρ. οφείλει να συνεργάζεται με τις Αρχές άλλων κρατών μελών, παρέχοντας σε αυτές τα αναγκαία στοιχεία σε σχέση με πάροχο κατά παραγγελία υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων εγκατεστημένο στην Ελλάδα, ο οποίος απευθύνεται στο κοινό των κρατών μελών αυτών, προκειμένου τα εν λόγω κράτη μέλη να υπολογίζουν την αναλογούσα, κατά την παρ. 2, συνεισφορά.
6. Οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται, δυνάμει των παρ. 1 και 2, δεν ισχύουν για τους παρόχους υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας με χαμηλό κύκλο εργασιών ή χαμηλή θέαση, όπως οι έννοιες αυτές ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
7. Η Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας και Ενημέρωσης υποβάλλει έκθεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως την 19η Δεκεμβρίου 2021 και στη συνέχεια ανά διετία, βάσει των στοιχείων που τηρούνται στο Ε.Σ.Ρ., σχετικά με την υλοποίηση των προβλέψεων των παρ. 1 και 2. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει, ιδίως, μια στατιστική κατάσταση, σχετικά με την επίτευξη του ποσοστού που αναφέρεται στην παρ. 1 για κάθε κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων, τους λόγους για τους οποίους, σε κάθε περίπτωση, δεν κατέστη, ενδεχομένως, δυνατό να επιτευχθεί το ποσοστό αυτό, τα μέτρα που ελήφθησαν ή που προβλέπονται για την επίτευξή του ποσοστού αυτού, καθώς και κάθε άλλο συναφές ζήτημα που καθορίζεται στην απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 57.

  • Σε όλους τους παρόχους τηλεοπτικού προγράμματος με οποιαδήποτε μορφή μεταδίδεται στην Ελλάδα και από το οποίο προσκομίζουν έσοδα, από την Ελληνική Επικράτεια, πρέπει να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες και υποχρεώσεις αναφορικά με την φορολογία και την εφαρμογή του 1,5 %.
    Σε αντίθετη περίπτωση διαστρεβλώνεται η ραδιοτηλεοπτική αγορά και δημιουργούνται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού.

    ΝΟΜΟΣ 4487

    7. Η παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 3905/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
    «4. Οι εταιρίες συνδρομητικής τηλεόρασης υποχρεούνται να διαθέτουν κάθε χρόνο το 1,5% των ετήσιων διαφημιστικών εσόδων τους για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων που πληρούν τις προϋποθέσεις του
    άρθρου 3.»

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 20:21 | FORTHNET MEDIA AE

    Σε σχέση με την παράγραφο 2: Προβλέπεται υποχρέωση των παρόχων να συμβάλλουν στην οικονομική ενίσχυση των ελληνικών οπτικοακουστικών έργων καταβάλλοντας 1,5% επί του κύκλου εργασιών των τηλεοπτικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών συνδρομητικής τηλεόρασης. Οι πάροχοι υπηρεσιών συνδρομητικής τηλεόρασης, οι οποίοι έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τον Ν. 2644/1998, επιβαρύνονται, από την έναρξη λειτουργίας τους με πληθώρα φόρων, τελών και άλλων επιβαρύνσεων, όπως ενδεικτικά τα ετήσια οικονομικά ανταλλάγματα τόσο για την απόκτηση της άδειας όσο και για την χρήση της υπηρεσίας (μέχρι 3% επί του ετήσιου κύκλου εργασιών τους), τα περισσότερα από τα οποία υπολογίζονται επί του κύκλου εργασιών τους. Οι συνολικές επιβαρύνσεις ξεπερνούν σε ετήσια βάση ποσοστό 6% επί του κύκλου εργασιών των συνδρομητικών παρόχων. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την υψηλή αξία απόκτησης των σχετικών δικαιωμάτων (κινηματογραφικών, αθλητικών κλπ) προκειμένου οι υπηρεσίες ενός συνδρομητικού παρόχου να είναι ελκυστικές αλλά και προσιτές στον υποψήφιο συνδρομητή, σε συνδυασμό με το έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, σχεδόν εκμηδενίζουν οποιοδήποτε περιθώριο κέρδους. Η επιβολή μιας επιπλέον –ιδιαίτερα σημαντικής- επιβάρυνσης, όπως αυτή που προβλέπεται στο παρόν άρθρο ύψους 1,5%, υπολογιζόμενης επί του κύκλου εργασιών ουσιαστικά θα αποτελέσει ανασχετικό παράγοντα περαιτέρω επενδύσεων, αλλά και είναι πιθανό να διακινδυνέψει την ίδια την βιωσιμότητά τους. Σε κάθε περίπτωση, η διατύπωση αυτή είναι πολύ ευρεία και, όπως είναι διατυπωμένη,φαίνεται ότι καταλαμβάνει και έσοδα των επιχειρήσεων που δεν συνδέονται με τη μετάδοση και εκμετάλλευση του οπτικοακουστικού περιεχομένου. Επομένως, εφόσον τελικά επιλεγεί η πρόβλεψη ποσοστού επί κύκλου εργασιών, αφενός το ποσοστό αυτό δεν θα πρέπει να ξεπερνά το ποσοστό του 0,5% και αφετέρου θα πρέπει να περιοριστεί η υποχρέωση μόνο στην κατηγορία των διαφημιστικών εσόδων και των εσόδων από συνδρομές. Σε κάθε περίπτωση, η εναλλακτική επιλογή του παρόχου /τηλεοπτικού οργανισμού να υπαχθεί στο καθεστώς του άρ. 8 του Ν. 3905/2010, με ταυτόχρονη απαλλαγή του παρόχου από την υποχρέωση οικονομικής συνεισφοράς που προβλέπεται από το άρθρο 17, παρ. 2 του Σχεδίου Νόμου, είναι ορθή και θα πρέπει να διατηρηθεί.
    Περαιτέρω, στο τελευταίο εδάφιο της ίδιας παραγράφου, όπου απαριθμούνται τα κριτήρια για τη διαπίστωση εάν και κατά πόσο οι υπηρεσίες ενός παρόχου μη εγκατεστημένου στην Ελλάδα απευθύνονται στο ελληνικό κοινό ή αφορούν ειδικά αυτό, θεωρούμε ότι θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι τα κριτήρια αυτά θα εξετάζεται εάν συντρέχουν διαζευτικά και όχι σωρευτικά.

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 17:50 | ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ

    To άρθρο 17 υποτίθεται ότι ενσωματώνει το άρθρο 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2010/13, το οποίο έχει ως εξής:

    “Άρθρο 13
    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων που παρέχονται από παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους να προωθούν, όπου είναι εφικτό και χρησιμοποιώντας ενδεδειγμένα μέσα, την παραγωγή ευρωπαϊκών έργων και την πρόσβαση σε αυτά. Η προώθηση αυτή θα μπορούσε να αφορά, μεταξύ άλλων, την οικονομική συμβολή των εν λόγω υπηρεσιών για την παραγωγή και την απόκτηση δικαιωμάτων ευρωπαϊκών έργων ή το μερίδιο συμμετοχής ή/και την προβολή ευρωπαϊκών έργων στον κατάλογο των προγραμμάτων που προσφέρει η κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων.

    2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή, το αργότερο στις 19 Δεκεμβρίου 2011 και εφεξής ανά τετραετία, σχετικά με την υλοποίηση της παραγράφου 1.

    3. Η Επιτροπή, με βάση πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη και ανεξάρτητη μελέτη, υποβάλλει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την υλοποίηση της παραγράφου 1, συνεκτιμώντας τις εξελίξεις στην αγορά και την τεχνολογία καθώς και τον στόχο της πολιτισμικής πολυμορφίας.”

    Βλέπετε κάποια σχέση στη διατύπωση του άρθρου 17 με το παραπάνω άρθρο 13;
    Να το πούμε απλά: εκείνο που επιχειρείται με το άρθρο 17 είναι να τεθεί οριστικά στο περιθώριο τόσο το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ) όσο και το εποπτεύον Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού με ταυτόχρονη αποξένωσή τους από τα δρώμενα και τα κονδύλια της αγοράς των Οπτικοακουστικών μέσων.

    Για μια εθνική υποχρέωση που ανατρέχει στα έτη 2010 -2011 (βλ. Παρ. 2 του αρ. 13 της Οδηγίας πιο πάνω) , έρχεται ο εθνικός νομοθέτης να την διευθετήσει, αναθέτοντας το σχετικό ρόλο στο ΕΚΟΜΕ, το οποίο ιδρύθηκε πολύ μεταγενέστερα του χρόνου έκδοσης της Οδηγίας και αγνοώντας επιδεικτικά το ΕΚΚ, το oποίο υπάρχει εδώ και δεκαετίες, έχοντας κατά νόμο τη σχετική ευθύνη.

    Ταυτόχρονα, παρατηρείται μια διαρκής μετακίνηση της ευθύνης για θέματα του σύγχρονου πολιτισμού από το αρμόδιο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού σε άλλα Υπουργεία και φορείς (Ψηφιακή Διακυβέρνηση, ΓΓ Επικοινωνίας και Ενημέρωσης κ.λπ.). Το λέμε αυτό έχοντας υπόψη και τη συζήτηση που γίνεται αυτές τις μέρες για το περίφημο άρθρο 69 ενός άλλου νομοθετήματος…

    Και όλα αυτά επιχειρούνται υπό το πρόσχημα της μετά δεκαετία “ενσωμάτωσης Οδηγίας” ώστε να καμφθούν οι αντιρρήσεις με το νομικίστικο επιχείρημα ότι υποχρεωνόμαστε να ενσωματώσουμε το ενωσιακό δίκαιο στο εθνικό δίκαιο.

    Συνοψίζοντας, προτείνουμε τώρα απόσυρση του άρθρου 17 με την τρέχουσα διατύπωσή του και αντικατάστασή του κατά λέξη από το αρ. 13 της Οδηγίας (το παραθέσαμε πιο άνω) με ελάχιστες προσαρμογές, όπου απαιτούνται.

    Διότι και το αρ. 17 και το σχέδιο Νόμου συνολικά, αντιβαίνουν στην υπάρχουσα νομοθεσία, δημιουργούν υδροκεφαλικές δομές, παρακάμπτουν υπάρχοντες φορείς ενισχύοντας αναίτια νέους,
    στερούν σημαντικότατους πόρους από την ελληνικό κινηματογραφία και υπονομεύουν ανενδοίαστα το ρόλο του ΥΠΠΟΑ.

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 16:58 | ΣΑΠΟΕ

    ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ (ΣΑΠΟΕ)

    ΔΕΝ ΣΥΜΦΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΩΘΕΙ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 17 ΚΑΙ ΕΞΗΓΟΥΜΕ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΑΣ ΑΥΤΗ.

    Ο ν. 3905/2010 και ειδικότερα οι παράγραφοι 4 & 5 του άρθρου 1 ορίζουν τα εξής: «Ο Υπουργός Πολιτισμού έχει τη γενική αρμοδιότητα και εποπτεία για όσα θέματα σχετικά με την κινηματογραφική τέχνη ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο» και «Με προεδρικά διατάγµατα, που εκδίδονται µε πρόταση του Υπουργού Πολιτισμού και των κατά περίπτωση αρµόδιων Υπουργών, µεταβιβάζονται στο Υπουργείο Πολιτισµού αρµοδιότητες άλλων Υπουργείων για θέµατα κινηµατογράφου».

    Επισης, το άρθρο 8 του ν. 3905/2010 αναφέρει πως: «τα χρήματα του 1,5% διατίθενται για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 του ίδιου νόμου», ορίζοντας έτσι και τις υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων.

    Αγνοώντας πλήρως το πνεύμα του ν. 3905/2010, η παράγραφος 2 του συγκεκριμένου άρθρου τον ακυρώνει και παραποιεί, ενώ ταυτόχρονα ακυρώνει κι αγνοεί το αρμόδιο υπουργείο για τον κινηματογράφο, δηλαδή το ΥΠΠΟΑ και στερεί από τον Ελληνικό Κινηματογράφο έναν από τους σημαντικότερους πόρους του.

    Επεξηγούμε:

    1. Στο παρόν σχέδιο νόμου αναφέρεται πως: «Η με οιονδήποτε από τους παραπάνω τρόπους οικονομική συνεισφορά, απαλλάσσει τον πάροχο από την υποχρέωση του άρθρου 8 του ν. 3905/2010». Η πρόταση αυτή ακυρώνει το άρθρο 8 του του ν. 3905/2010. Σε πλήρη αντίθεση τόσο με την ευρωπαϊκή πρακτική όσο και το πνεύμα της Οδηγίας, σύμφωνα με την οποία τα χρήματα των παρόχων οφείλουν να επενδυονται σε κινηματογραφικά έργα, το παρόν άρθρο επιτρέπει την ανακύκλωση των χρημάτων τους στις δραστηριότητες τους (π.χ. αγορά δικαιωμάτων προβολής και χρηματοδότηση τηλεοπτικών προγραμμάτων).

    2. Σύμφωνα με την παρ. 2 στο εξής θα μπορεί το 1,5% να διατίθεται και σε επεισόδια τηλεοπτικής σειράς, τηλεταινίες και ψηφιακά παιχνίδια. Αυτό γιατί η παράγραφος αλλοιώνει την έννοια του αποδέκτη της ενίσχυσης, εφόσον δεν ενσωματώνει την ερμηνεία του κινηματογραφικού έργου σύμφωνα με το άρθρο 3 του 3905/2010, αλλά την ερμηνεία του αυτοτελούς οπτικοακουστικού έργου, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 20 του ν. 4487/2017.

    3. Μέχρι σήμερα, σκοπός του 1,5% ήταν αποκλειστικά η επένδυση στην παραγωγή κινηματογραφικών έργων. Το σχέδιο νόμου αλλοιώνει και τον σκοπό του 1,5%, εισάγοντας τη δυνατότητα αγοράς δικαιωμάτων από τον πάροχο με τα χρήματα του 1,5%. Σημειώνουμε πως η διάταξη αυτή δύναται να οδηγήσει σε μονοπωλιακό περιβάλλον, καθώς ο παραγωγός αλλά και ο διανομέας της ελληνικής ταινίας στερείται το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου, ενώ οι πάροχοι αποκτούν προνομιακά δικαιώματα βάση νόμου κι όχι βάση δίκαιης διαπραγμάτευσης, όπως ορίζει η ευρωπαϊκή πρακτική και το πνεύμα της Οδηγίας.

    4. Εκτός από την έννοια του αποδέκτη της ενίσχυσης και τον σκοπό της ενίσχυσης του 1,5%, καταστρατηγείται και το πλαίσιο των δικαιούχων του. Βάση του ν. 3905/2010, αποκλειστικοί δικαιούχοι του 1,5% είναι οι παραγωγοί των ταινιών. Με το παρόν σχέδιο, ο ΕΚΟΜΕ αποκτά δικαίωμα δικαιούχου. Στο εξής οι πάροχοι, ακόμη και η ΕΡΤ ΑΕ, θα μπορούν να εκχωρούν στο ΕΚΟΜΕ τα ποσά του 1,5% που τους αναλογούν, αντί όπως οφείλουν να τα επενδύουν σε ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές. Με τον τρόπο αυτό, ο Ελληνικός Κινηματογράφος στερείται μια από τις σημαντικότερες χρηματοδοτικές του πηγές. Επ’ αυτού διευκρινίζουμε και τα εξής: το ΕΚΟΜΕ είναι ένα εργαλείο αυτόματης χρηματοδότησης, από το οποίο ενισχύονται ήδη οι ελληνικές ταινίες. Πουθενά στο ν. 4487/2017 δεν ορίζεται ως σκοπός του ΕΚΟΜΕ η χάραξη κινηματογραφικής πολιτικής ή/και η χρηματοδότηση κινηματογραφικών ταινιών βάσει ποιοτικών κριτηρίων, μια αρμοδιότητα που ο ν. 3905/2010 αναθέτει ξεκάθαρα στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ), που διαθέτει τη δομή και την τεχνογνωσία (expertise) για κάτι τέτοιο. Για την αποστολή αυτή το ΕΚΚ υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, καθ΄ύλιν αρμόδιο για τη χάραξη της εθνικής πολιτικής και στρατηγικής για τον κινηματογράφο, όπως ορίζει η ευρωπαϊκή πρακτική. Στο σημείο αυτό το παρόν σχέδιο νόμου επιχειρεί μια παγκόσμια πρωτοτυπία, καθιστώντας ένα ταμείο αυτόματης χρηματοδότησης, δηλαδή τον ΕΚΟΜΕ, ως φορέα εθνικής πολιτικής για τον κινηματογράφο, σε αντίθεση με όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες.

    5. Το παρόν άρθρο αντικαθιστά το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου με το ΕΚΟΜΕ στην έκδοση του του Πιστοποιητικού Ελληνικής Ιθαγένειας, ενός εγγράφου απαραίτητου, μεταξύ άλλων, για την υλοποίηση ευρωπαϊκών συμπαραγωγών σύμφωνα με την Συνθήκη 147 (European Convention on Cinematographic Co-Production) του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε πλήρη αντίθεση με την ευρωπαϊκή πρακτική.

    Συνοψίζοντας, το σχέδιο Νόμου καταστρατηγεί την υπαρχουσα Νομοθεσία, δημιουργεί μονοπωλιακές τάσεις στην ελληνική οικονομία, στερεί σημαντικότατους πόρους για τον ελληνικό κινηματογράφο, βρίσκεται σε πλήρη αντιθεση με ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές, θέτει σε κίνδυνο την εθνική πολιτική για τον κινηματογράφο και υποσκάπτει το ρόλο του ΥΠΠΟΑ.
    Αναρωτιόμαστε αν το ΥΠΠΟΑ γνωρίζει τις αλλαγές αυτές και αν ναι, συμφωνεί?

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 15:39 | ΟΤΕ Α.Ε.

    Παρατηρήσεις στην παράγραφο 1: Δεδομένου ότι βρισκόμαστε ήδη στο τέλος του 2020, είναι αναγκαίο να υπάρξει ένα εύλογο χρονικό διάστημα για την συμμόρφωση των παρόχων κατά παραγγελία υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, στην υποχρέωση κάλυψης του ποσοστού 30%. Κατά συνέπεια προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου 1 ως εξής:
    «Οι πάροχοι κατά παραγγελία υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι κατάλογοι τους περιλαμβάνουν ευρωπαϊκά έργα σε ποσοστό 30% και ότι τα έργα αυτά κατέχουν προβεβλημένη θέση σε αυτούς. Οι πάροχοι αυτοί οφείλουν τον Ιούνιο κάθε έτους να υποβάλλουν στο Ε.Σ.Ρ. στοιχεία σχετικά με την υλοποίηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα και αφορούν στο προηγούμενο έτος. Κατά παρέκκλιση του αμέσως προηγούμενου εδαφίου και ειδικά για το πρώτο έτος ισχύος του παρόντος νόμου η παροχή των ως άνω στοιχείων στο Ε.Σ.Ρ. δύναται να υποβληθεί μέσα στα τρία (3) επόμενα έτη από την δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
    Παρατηρήσεις στην παράγραφο 2: Θεωρούμε ότι η πρωτοβουλία της Γενικής Γραμματείας συμβάλλει θετικά και δίνει ευελιξία στην επίλυση του θέματος της συνεισφοράς των παρόχων για την παραγωγή ελληνικών οπτικοακουστικών έργων, ιδίως εν μέσω συνεχιζόμενων συνθηκών πανδημίας και κρίσης. Κατ’ αντιστοιχία με το άρθρο 8 του ν. 3905/2010 προτείνουμε την τροποποίηση του πρώτου εδαφίου ως εξής: «Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας οφείλουν να συνεισφέρουν οικονομικά, κάθε δύο (2) έτη, ποσό ίσο με το 1,5%…..».

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 14:51 | WIND Ελλάς Τηλεπικοινωνίες Α.Ε.Β.Ε.

    Μέσω της υπηρεσίας WIND VISION παρέχονται, με τη χρήση υδριβικού αποκωδικοποιητή λήψης σημάτων παρόχων, υπηρεσίες που αφορούν στη λήψη, αναπαραγωγή και διανομή οπτικοακουστικών σημάτων συνεχούς ροής με παράλληλη δυνατότητα αναπαραγωγής προγραμμάτων από τις εν λόγω ροές και ετεροχρονισμένα (υπηρεσίες ευρέως γνωστές με τους όρους catch-up, NPVR/CloudPVR/Restart κλπ).

    Καθώς η WIND αυστηρώς αναμεταδίδει ροές τηλεοπτικών προγραμμάτων τρίτων παρόχων περιεχομένου, χωρίς να φέρει με οποιοδήποτε τρόπο συντακτική ευθύνη επ’ αυτών, χωρίς να υφίσταται κατάλογος αυτών και χωρίς να υφίσταται η δυνατότητα ελέγχου και επιλογής του περιεχομένου, θα πρέπει να αναγραφεί ρητώς η εξαίρεση από τις υποχρεώσεις της πρώτης παραγράφου του εν λόγω άρθρου για τις αντίστοιχες υπηρεσίες όπως η WIND VISION.

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 13:01 | Ένωση Σκηνοθετών Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου

    Η παράγραφος 2 του άρθρου 17 υποβαθμίζει τον ρόλο του Υπουργείου Πολιτισμού, του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργείου για τα κινηματογραφικά πράγματα και φυσικά για το 1.5%, χρίζοντας το σε ρόλο θεατή ως προς τις κρίσιμες αυτές εξελίξεις.

    Επίσης, η ίδια παράγραφος στερεί από τον Ελληνικό κινηματογράφο υπερπολύτιμους πόρους, που βάσει του ν. 3905/2010 αφορούν αποκλειστικά την Ελληνική κινηματογραφική παραγωγή, διοχετεύοντας τους αντίθετα προς τις τηλεοπτικές παραγωγές, αλλά και την αγορά δικαιωμάτων προβολής.

    Τα κεφάλαια από το 1.5% πρέπει να διοχετεύονται είτε από τους ίδιους τους παρόχους, είτε μέσω του ΕΚΚ (και όχι του ΕΚΟΜΕ) προς τις νέες Ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές, προσφέροντας με αυτόν τον τρόπο ανάσα στους ασφυκτικά περιορισμένους προϋπολογισμούς των Ελληνικών ταινιών.

    Σε αντίθετη περίπτωση η εγχώρια κινηματογραφική παραγωγή θα συρρικνωθεί ακόμα πιο πολύ και θα δυσκολέψει σε ανυπέρβλητο βαθμό το έργο (αλλά και τη ζωή) των Ελλήνων κινηματογραφιστών.

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 12:04 | ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ

    Η παράγραφος 2 του συγκεκριμένου άρθρου καταστρατηγεί και αλλοιώνει τον ν. 3905/2010, αγνοώντας επιδεικτικά το πνεύμα του, αλλά και το καθ᾽ ύλην αρμόδιο Υπουργείο Πολιτισμού, και στερώντας παράλληλα από τον Ελληνικό Κινηματογράφο έναν πολύ σημαντικό πόρο. Οι παράγραφοι 4 & 5 του άρθρου 1 του ν. 3905/2010 είναι σαφείς: «Ο Υπουργός Πολιτισμού έχει τη γενική αρμοδιότητα και εποπτεία για όσα θέματα σχετικά με την κινηματογραφική τέχνη ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο», και «Με προεδρικά διατάγµατα, που εκδίδονται µε πρόταση του Υπουργού Πολιτισμού και των κατά περίπτωση αρµόδιων Υπουργών, µεταβιβάζονται στο Υπουργείο Πολιτισµού αρµοδιότητες άλλων Υπουργείων για θέµατα κινηµατογράφου». Ένα από τα θέματα που ρυθμίζονται από τον νόμο είναι και οι Υποχρεώσεις των Παρόχων Υπηρεσιών Οπτικοακουστικών Μέσων, οι οποίες ορίζονται σαφώς στο άρθρο 8: «τα χρήματα του 1,5% διατίθενται για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 του ίδιου νόμου». Το παρόν άρθρο παραγκωνίζει το Υπουργείο Πολιτισμού και τον ισχύοντα νόμο. Συγκεκριμένα:

    1. Η ακόλουθη διατύπωση στο παρόν σχέδιο νόμου: «Η με οιονδήποτε από τους παραπάνω τρόπους οικονομική συνεισφορά, απαλλάσσει τον πάροχο από την υποχρέωση του άρθρου 8 του ν. 3905/2010», ουσιαστικά επιφέρει την ακύρωση του άρθρου 8 του 3905/2010, εφόσον το παρόν άρθρο επιτρέπει στους παρόχους να ανακυκλώνουν τα χρήματα τους στις δραστηριότητες τους (αγορά δικαιωμάτων προβολής και χρηματοδότηση τηλεοπτικών προγραμμάτων) αντί να τα επενδύουν, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή πρακτική και το πνεύμα της Οδηγίας, σε κινηματογραφικά έργα. Η πρακτική αυτή αντιστρατεύεται ευθέως την Οδηγία και αποδυναμώνει τη χρηματοδότηση του Ελληνικού Κινηματογράφου.

    2. Αλλοιώνει την έννοια του αποδέκτη της ενίσχυσης αφού δεν ενσωματώνει την ερμηνεία του κινηματογραφικού έργου σύμφωνα με το άρθρο 3 του 3905/2010, αλλά την ερμηνεία του αυτοτελούς οπτικοακουστικού έργου, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 20 του ν. 4487/2017. Σύμφωνα με αυτήν στο εξής θα μπορεί το 1,5% να διατίθεται και σε επεισόδια ή τμήματα επεισοδίων τηλεοπτικής σειράς, σε τηλεταινίες, καθώς και σε ψηφιακά παιχνίδια.

    3. Αλλοιώνει επίσης τον σκοπό του 1,5%. Ενώ ως τώρα σκοπός του ήταν αποκλειστικά η επένδυση στην παραγωγή κινηματογραφικών έργων, τώρα εισάγεται και η δυνατότητα αγοράς δικαιωμάτων. Με αυτό τον τρόπο, σε ένα πλαίσιο μονοπωλιακών τάσεων, ο παραγωγός και ο διανομέας της ελληνικής ταινίας στερείται το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου και οι πάροχοι αποκτούν προνομιακά δικαιώματα χωρίς διαπραγμάτευση, αποκλείοντας πιθανά τη δυνατότητα αγοράς δικαιωμάτων από άλλους.

    4. Αλλά και καταστρατηγεί το πλαίσιο των δικαιούχων του 1,5%. Έως τώρα δικαιούχοι του 1,5% ήταν αποκλειστικά οι παραγωγοί των ταινιών. Το παρόν σχέδιο νόμου καθιστά επιπλέον δικαιούχο το ΕΚΟΜΕ. Καθιστώντας δικαιούχο του 1,5% το ΕΚΟΜΕ, ο Ελληνικός Κινηματογράφος στερείται μια πολύ σημαντική πηγή χρηματοδότησης, μια και στο εξής οι πάροχοι, ακόμη και η ΕΡΤ ΑΕ, θα μπορούν να εκχωρούν στο ΕΚΟΜΕ τα ποσά του 1,5% που τους αναλογούν, αντί όπως οφείλουν να τα επενδύουν σε ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές. Με αυτό το σχέδιο νόμου προφανώς αυξάνεται το διαθέσιμο κονδύλιο του ΕΚΟΜΕ για την εκτέλεση του cash rebate προς τις ελληνικές ταινίες, αυτόματα όμως μειώνονται στο ελάχιστο οι πηγές χρηματοδότησης του Ελληνικού Κινηματογράφου και πλήττεται ευθέως το σύνολο της κινηματογραφικής δημιουργίας. Το ΕΚΟΜΕ είναι ένα ταμείο που εκτελεί αυτόματα συστήματα χρηματοδότησης, από τα οποία ενισχύονται ήδη οι ελληνικές ταινίες, και σε καμία περίπτωση στους σκοπούς του δεν είναι η χάραξη κινηματογραφικής πολιτικής ή/και η χρηματοδότηση κινηματογραφικών ταινιών βάσει ποιοτικών κριτηρίων. Αυτή η αρμοδιότητα έχει ανατεθεί στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, που έχει τόσο τη δομή (ν. 3905/2010) όσο και την τεχνογνωσία για την αποστολή αυτή και υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, αρμόδιο για τη χάραξη της Κινηματογραφικής Πολιτικής, όπως εξάλλου ισχύει και σε όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη με εθνικά Κέντρα Κινηματογράφου. Σε καμία Ευρωπαϊκή χώρα δεν αμφισβητείται η αναγκαιότητα των Κέντρων Κινηματογράφου για την στήριξη και ανάπτυξη της εκάστοτε εθνικής κινηματογραφίας.

    5. Το παρόν άρθρο αντικαθιστά το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου με το ΕΚΟΜΕ ακόμη και στην έκδοση του γνωστού έως τώρα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3905/2010, ως Πιστοποιητικό Ελληνικής Ιθαγένειας.

    Τέλος, ζητούμε να μάθουμε από το Υπουργείο Πολιτισμού ποια είναι η θέση του για το παρόν άρθρο. Αντιλαμβάνεται την υποβάθμιση του θεσμικού του ρόλου όσο αφορά τη χάραξη της Κινηματογραφικής Πολιτικής και την ανάπτυξη της Ελληνικής Κινηματογραφίας;

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 11:58 | Δημήτριος Βόρρης

    Από άποψη αριθμού συνδρομητών, πρώτη σε μερίδιο αγοράς εμφανίζεται η Cosmote, με την πλατφόρμα της να συγκεντρώνει το 52%. Ειδικότερα, η Cosmote TV μετρά σήμερα πάνω από 550.000 συνδρομητές, με σχεδόν τους μισούς (220.000) να συνδέονται στην υπηρεσία Cosmote TV GO. Στη δεύτερη θέση έρχεται η Nova (Forthnet), η οποία έχει κερδίσει περίπου το 40% της αγοράς. Οι συνδρομητές της αριθμούν τους 459.100 (350.800 λιανικής και 108.300 χονδρικής σε Ελλάδα και Κύπρο), με το 38% αυτών να χρησιμοποιούν την υπηρεσία Nova Go και το 41% αυτών την υπηρεσία Nova On Demand, όπως προκύπτει από τις οικονομικές καταστάσεις της.
    Στην τρίτη θέση ακολουθεί η Vodafone, με τη συνδρομητική της βάση να ανέρχεται σε 120.000 πελάτες, με ταχείς όμως ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με το 2015 και τους 30.000 συνδρομητές που είχε όταν ολοκληρώθηκε η εξαγορά της hellasonline. Τέλος, 72.000 συνδρομητές (β’ τρίμηνο του 2020) συγκεντρώνει η Wind Vision μια τηλεοπτική πλατφόρμα που ξεκίνησε την άνοιξη του 2018. Eνώ τουλάχιστον 450.000-500.000 συνδρομητές έχει στην Ελλάδα το Netflix. Kαι άγνωστος είναι ο αριθμός όσων βλέπουν Amazon TV.
    Στην Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία το Netflix (που έχει φορολογική έδρα στην Ολλανδία) έχει κληθεί να καταβάλει αναδρομικά ποσά δεκάδων εκατομμυρίων ευρώυπέρ του οπτικοακουστικού κλάδου. Γιατί δεν θεσμοθετείται και δεν προβλέπεται το ίδιο και με τον παρόντα, νόμο;

  • 10 Δεκεμβρίου 2020, 11:15 | Δημήτριος Βόρρης

    Η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τον Νόμο 4487/2017 (που έφεραν στην Βουλή οι κ.κ. Ν. Παππάς-Λ. Κρέτσος) απάλλαξε COSMOTE και NOVA, WIND TV, VODAFONE TV, και κατά συνέπεια streaming companies όπως το Netflix που δεν έχουν διαφημίσεις, από οποιοαδήποτε ουσιαστική εισφορά, και συνεισφορά για τον οπτικοακουστικό κλάδο, σε πλήρη αντίθεση με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.
    Το άρθρο αυτό (παρατίθεται στο τέλος) που δήθεν «υποχρεώνει» Cosmote kai Nova κ.α., με τζίρο εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ ετησίως και 1.100.000 συνδρομητές, να δίνουν το ιλιγγιώδες ποσό των 100.000 ευρώ ετησίως ως συμμετοχή σε κινηματογραφικές συμπαραγωγές, δεν είναι πολύ ξεκάθαρό από τη νομική διατύπωση που έχετε ότι αντικαθίσταται ή καταργείται εντελώς.

    ΝΟΜΟΣ 4487
    7. Η παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 3905/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
    «4. Οι εταιρίες συνδρομητικής τηλεόρασης υποχρεούνται να διαθέτουν κάθε χρόνο το 1,5% των ετήσιων διαφημιστικών εσόδων τους για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων που πληρούν τις προϋποθέσεις του
    άρθρου 3.»

  • 8 Δεκεμβρίου 2020, 20:30 | ΕΝΩΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΩΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΕΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ

    Επισημαίνουμε ότι ενώ στον Ν3905 το τέλος επιβάλλεται «επί των ετήσιων διαφημιστικών εσόδων», στο παρόν Ν/Σ επιβάλλεται «επί του κύκλου εργασιών» γεγονός που επιδεινώνει την κατάσταση. Ακόμη κι έτσι όμως το οικονομικό όφελος θα είναι ελάχιστο αφού ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των Περιφερειακών καναλιών δεν ξεπερνά τα 10.000.000. Αν μάλιστα εφαρμοστεί με ακρίβεια η πρόβλεψη της παρ6 του παρόντος άρθρου περί απαλλαγής των καναλιών «με χαμηλό κύκλο εργασιών…» τότε ο φόρος θα καταλήξει να αφορά ελάχιστους περιφερειακούς τηλεοπτικούς σταθμούς, πράγμα άδικο, αδικαιολόγητο και απρόσφορο!
    Επίσης πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι πολλοί από τους Τηλεοπτικούς Σταθμούς της Περιφέρειας διαθέτουν και την ιδιότητα του Παραγωγού Κινηματογραφικών ταινιών από το 1990 και έχουν λάβει τις σχετικές βεβαιώσεις σύμφωνα με τον Ν. 1597/1986 άρθρο 9, (ΦΕΚ 68/Α/21-5-86) και Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΤΜ. ΚΙΝ/ΦΟΥ/30648/19-6-98. Στο επαγγελματικό αυτό μητρώο έχουν καταγραφεί οι παραγωγές των Τ/Σ χωρίς όμως να έχουν αποτιμηθεί σε αξία κάτι που είναι αναγκαίο να γίνει και να συνυπολογιστεί.
    Όλοι οι Τηλεοπτικοί Σταθμοί της Περιφέρειας έχουμε θέσει στην διάθεση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου διαφημιστικό χρόνο σύμφωνα με τον Ν 3905/2010 άρθρο 8 παράγ. 3 και 10. Αυτό συμβαίνει συνεχώς όλα τα χρόνια λειτουργίας μας και το γνωρίζουν καλά όλοι οι συντελεστές της Ελληνικής Κινηματογραφίας αφού σε όλες τις περιοδείες τους με τους θεατρικούς θιάσους στην Ελληνική Περιφέρεια, τους προσφέρεται άπλετα το βήμα όλων των Τηλεοπτικών μας Σταθμών προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να προωθήσουν και να προβάλλουν τα έργα τους. Επίσης για κάθε προβολή Ελληνικής Ταινίας καταβάλλουμε εκ των προτέρων τα σχετικά πνευματικά δικαιώματα σε οργανισμούς ηθοποιών κλπ.
    Με βάση αυτά τα δεδομένα ζητάμε την κατάργηση της υποχρεωτικής αυτής «συνεισφοράς» ή αν αυτό δεν υιοθετηθεί, την εξαίρεση της περιφερειακής τηλεόρασης από την υποχρέωση αυτή.

  • 8 Δεκεμβρίου 2020, 20:22 | ΕΝΩΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΩΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΕΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ

    Η «συνεισφορά» που προβλέπει το άρθρο για την ενίσχυση της οπτικοακουστικής παραγωγής είναι ένας «καθαρόαιμος» υπέρ τρίτων φόρος που έχει επιβληθεί ήδη από το 2010 με το άρθρο 8 του Ν3905/10 και είναι κατάλοιπο μιας άλλης εποχής όταν το οικονομικό περιβάλλον ήταν ριζικά διαφορετικό. Είναι ένας ακόμη κρίκος στη βαριά αλυσίδα της υπερφορολόγησης της Περιφερειακής Τηλεόρασης. Δεν κατανοούμε γιατί πρέπει να κλείσει ένα οπτικοακουστικό μέσο για να διασωθεί κάποιο άλλο! Κι αν ο κινηματογράφος είναι μια μορφή τέχνης η περιφερειακή τηλεόραση είναι πολλά περισσότερα. Είναι και ενημέρωση και ψυχαγωγία και φορέας διατήρησης ιστορίας, παραδόσεων, λαογραφίας και πολιτισμού!