Άρθρο 238 – Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1 Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)

1. Το παρόν Βιβλίο θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες σύναψης και εκτέλεσης που πραγματοποιούνται από αναθέτοντες φορείς για συμβάσεις και διαγωνισμούς μελετών, ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας αυτών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στα επιμέρους άρθρα του παρόντος Βιβλίου.
2. Διαδικασία σύναψης σύμβασης κατά την έννοια του παρόντος Βιβλίου, είναι η διαδικασία για την απόκτηση έργων, αγαθών ή υπηρεσιών από οικονομικούς φορείς που επιλέγονται από έναν ή περισσότερους αναθέτοντες φορείς, εφόσον τα εν λόγω έργα, αγαθά ή υπηρεσίες προορίζονται για την εκτέλεση μιας εκ των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα άρθρα 244 έως 250.
3. Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ.
4. Το παρόν Βιβλίο δεν θίγει το δικαίωμα των αναθετόντων φορέων να ορίζουν, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, την οργάνωση και χρηματοδότηση αυτών, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων καθώς και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα στην κείμενη νομοθεσία και ιδίως στην παράγραφο Β του Ν. 4152/2013, όπως εκάστοτε ισχύει. Ομοίως, δεν θίγει την απόφαση των δημόσιων αρχών αν, πώς και σε ποιο βαθμό επιθυμούν να ασκούν δημόσιες λειτουργίες, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26 .
5. Το παρόν Βιβλίο δεν θίγει τον τρόπο οργάνωσης των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης.
6. Το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου δεν περιλαμβάνει τις μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος.
7. Οι διατάξεις του Μέρους Β του Βιβλίου Ι εφαρμόζονται συμπληρωματικά και κατ΄αναλογία στο μέτρο που δεν έρχονται σε αντίθεση στις διατάξεις του παρόντος Βιβλίου. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η παρέκκλιση από επιμέρους διατάξεις του Μέρους Β του Βιβλίου Ι. Με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του κατά περίπτωση αρμοδίου εποπτεύοντος Υπουργού, η οποία εκδίδεται κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος αναθέτοντος φορέα, καθορίζονται ειδικότερα οι ως άνω παρεκκλίσεις.
8. Το παρόν Βιβλίο αποτελεί προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ.

  • 28 Μαρτίου 2016, 12:31 | ΕΥΔΑΠ Απόστολος Νασίκας

    Ο ενωσιακός νομοθέτης επιφυλάσσει διαχρονικά και μόνιμα διαφορετική αντιμετώπιση στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτουσες αρχές από τις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτοντες φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών.
    Οι φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών διαφοροποιήθηκαν κυρίως λόγω του ότι λειτουργούν σε μικτό ανταγωνιστικό περιβάλλον (με εταιρείες δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα). Η ανωτέρω διαφοροποίηση αιτιολογείται λαμβανομένου υπόψη ότι οι προαναφερόμενοι αναθέτοντες φορείς, πολλοί εκ των οποίων είναι εισηγμένοι στο χρηματιστήριο, στοχεύουν στο κέρδος και υφίστανται ζημίες που απορρέουν από την άσκηση της δραστηριότητάς τους, μπορεί και να πτωχεύσουν, έχουν δε συσταθεί για να ικανοποιήσουν ανάγκες γενικού συμφέροντος οι οποίες έχουν βιομηχανικό ή/ και εμπορικό χαρακτήρα (βλέπετε εδάφιο 12 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ). Επίσης, οι ως άνω αναθέτοντες φορείς χρηματοδοτούν αποκλειστικά με ίδιους πόρους τις συμβάσεις τους.
    Η πλέον προφανής διαφοροποίηση σε επίπεδο οδηγίας αφορά στη θέση διαφορετικού και πολύ υψηλότερου ορίου υπαγωγής μιας σύμβασης προμήθειας ή υπηρεσιών ή έργου στο πεδίο εφαρμογής των εκάστοτε ρυθμίσεων στην περίπτωση των αναθετόντων φορέων, από ό,τι στην περίπτωση των αναθετουσών αρχών, θέση που καθιστά πιο ταχείες και ευέλικτες τις διαδικασίες που τηρούνται σε διαγωνισμούς κάτω των προαναφερθέντων ορίων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σε αυτές τις διαδικασίες δεν τηρούνται οι θεμελιώδεις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων, της αναλογικότητας και προστασίας του γνήσιου και ελεύθερου ανταγωνισμού, σύμφωνα με τις προβλέψεις των εσωτερικών κανονισμών τους.Ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι ειναι αναγκαία, διαφυλάττοντας μεν την εφαρμογή ιδίως των αρχών της ίσης μεταχείρισης, της αποφυγής των διακρίσεων, της αμοιβαίας αναγνώρισης, της αναλογικότητας και της διαφάνειας, να επιτρέπει ευελιξία σε ότι αφορά τις συναπτόμενες συμβάσεις κάτω του ορίου των ευρωπαϊκών οδηγιών.
    Έτσι επί παραδείγματι, οι συνοπτικές διαδικασίες, θα πρέπει, χωρίς να θίγονται οι υποχρεώσεις δημοσιότητας και διαφάνειας, να δύνανται να διαφοροποιηθούν ως προς το χρηματικό τους όριο και την προθεσμία υποβολής προσφορών, από αυτό που εφαρμόζεται στον στενό δημόσιο τομέα διότι αλλιώς, δεν παρέχεται η αναγκαία ευελίξια για την εξασφάλιση της αδιάλειπτης και επαρκούς λειτουργίας των υποδομών της ΕΥΔΑΠ Α.Ε. (π.χ. περιπτώσεις βλαβών) που είναι απόλυτα συνυφασμένες με την δημόσια υγεία.
    Εξάλλου, θα πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη αναφορικά με τους υφιστάμενους, κανονισμούς προμηθειών – υπηρεσιών των εταιρειών του μέρους Β του ν. 3429/2005. Σημειωτέον ότι ο σχετικός κανονισμόςτης εταιρείας μας είναι λεπτομερέτερος των διατάξεων του Μέρους Β του Βιβλίου Ι και προσαρμοσμένος στην ειδικές απαιτήσεις της εταιρείας μας καθώς και ότι στο νέο νομοθέτημα δεν έχει περιληφθεί πρόβλεψη αναφορικά με τον νόμο 4281/2014 και την σε αυτόν πρόβλεψη κατάργησης διατάξεων.
    Απόστολος Νασίκας, Β.Γ.Δ. Ανάπτυξης και Παραγωγής Έργων

  • 28 Μαρτίου 2016, 10:48 | Ιωάννης Μαργαρης, Αντιπρόεδρος ΔΕΔΔΗΕ

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    Η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ συστάθηκε δυνάμει των άρθρων 122 επ. του ν. 4001/2011, κατ’ ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/72/ΕΚ και αποτελεί καθολικό διάδοχο του Κλάδου Διανομής της ΔΕΗ Α.Ε. Εκ των ex lege αρμοδιοτήτων της εταιρείας μας, ως αυτές οριοθετούνται ιδίως στα άρθρα 127 και 129 του ν. 4001/2011, όσο και των σχετικών καταστατικών της σκοπών, προκύπτει ότι η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ είναι εκ του νόμου υπόχρεη για τη διασφάλιση της ασφαλούς, αξιόπιστης και εν γένει ομαλής λειτουργίας του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, ούσα αρμόδια για ζητήματα συντήρησης, ανάπτυξης και λειτουργίας αυτού.
    Στις βασικές ex lege αρμοδιότητες της ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. (ιδίως άρθρα 127 και 129 του ν. 4001/2011) περιλαμβάνονται η μέριμνα και η υποχρέωση για την ασφαλή λειτουργία, συντήρηση και ανάπτυξη του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ), καθώς και ο ρόλος του Διαχειριστή και Λειτουργού της Αγοράς των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών.
    Ως προς το ζήτημα ρύθμισης των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων κάτω των ορίων εφαρμογής της Οδηγίας:
    Η στρατηγική και το πλαίσιο για τις συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτοντες φορείς στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών θα πρέπει να αφορά σε βασικές αρχές και κατευθύνσεις και να προβλέπει και να παρέχει τη δυνατότητα για την περαιτέρω εξειδίκευσή της από το διοικητικό συμβούλιο κάθε αναθέτοντος φορέα βάσει των επιχειρησιακών τους σχεδίων και των στόχων τους.
    Η ρύθμιση του διαγωνιστικού πλαισίου, κατά τρόπο ενιαίο και άρα μη εξατομικευμένο, τόσο για τις Αναθέτουσες Αρχές όσο και για τους Αναθέτοντες Φορείς (μεταξύ των οποίων φυσικά και της ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε.), παραγνωρίζοντας ουσιαστικά μείζονες ιδιαιτερότητες αναφορικά με το ρόλο, τις αρμοδιότητες και εν τέλει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της δομής και του τρόπου λειτουργίας αυτών και των υποκείμενων αγορών εντός των οποίων δραστηριοποιούνται, αναμένεται να έχει αρνητικές συνέπειες ή/και επιβράδυνση σημαντικών στόχων τους οποίους καλείται να υλοποιήσει η εταιρεία μας, με αυτονόητες εντεύθεν τις σημαντικές αρνητικές επενέργειες και στη συνολική λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    Ως προς το ζήτημα της παραπομπής στις διατάξεις περί δημοσίων έργων που περιέχονται στο Βιβλίο Ι για την ανάθεση και εκτέλεση των έργων των αναθετόντων φορέων:

    Οι διατάξεις του Βιβλίου ΙΙ, όσον αφορά στα έργα υποχρεώνουν ουσιαστικά στην εφαρμογή διαδικασιών ανάθεσης έργων του στενού δημόσιου τομέα (π.χ. α. 102 και 103 απαιτούν γνωμοδότηση “τεχνικού συμβουλίου”, εργοληπτικά πτυχία κλπ), καθιερώνουν αδικαιολογήτως ανελαστικές προθεσμίες (π.χ. α. 87 παρ. 8 δ & ε), προβλέπουν πειθαρχικές διώξεις ή καταβολή προστίμων σε περιπτώσεις ανυπαίτιας καθυστέρησης (π.χ. α. 93 παρ. 5 τέλος 2ου εδαφίου που προβλέπει «…..υποβολή του πρακτικού στην αναθέτουσα αρχή ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός μηνός από την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, άλλως η παράβαση της προθεσμίας αυτής συνεπάγεται πειθαρχική ευθύνη των μελών της επιτροπής διαγωνισμού κατά το άρθρο 153 του παρόντος.», καθιερώνουν σταθερούς συντελεστές και τρόπους αξιολόγησης τεχνικών οικονομικών προσφορών (π.χ. άρθρα 104 και 105 αξιολόγηση συμφερότερων προσφορών προμηθειών και υπηρεσιών αντιστοίχως) οι οποίοι δεν προσιδιάζουν στο αντικείμενο των συμβάσεων του ΔΕΔΔΗΕ, και τέλος, περιλαμβάνουν προβλέψεις οι οποίες δεν είναι δυνατόν σε καμία περίπτωση να εφαρμοσθούν στους διαγωνισμούς του ΔΕΔΔΗΕ οι οποίοι διαγωνισμοί αφορούν σε μεγάλα και σύνθετα ΕΙΔΙΚΑ ΕΡΓΑ και όχι σε ΣΥΝΗΘΗ ΕΡΓΑ.

    ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 238 ΚΑΘΑΥΤΟΥ

    Θα ήταν ορθότερο και προτιμότερο από νομοτεχνική άποψη να μεταφερθεί η Οδηγία 2014/25/ΕΕ με ξεχωριστό νομοθέτημα και όχι με το αυτό νομοθέτημα με την Οδηγία 2004/24/ΕΕ, όπως εξάλλου ήταν η νομοτεχνική επιλογή του κοινοτικού νομοθέτη και όπως εξάλλου ήταν και η νομοτεχνική επιλογή με τα π.δ. 59 & 60/2007. Η ύπαρξη δύο νομοθετημάτων δεν αποκλείει ούτε δυσχεραίνει την παραπομπή από το ένα στο άλλο.

    Η οριοθέτηση του αντικειμενικού πεδίου εφαρμογής όπως λαμβάνει χώρα στην παρ. 1 (εφαρμογή του Βιβλίου ΙΙ στις διαδικασίες σύναψης και εκτέλεσης που πραγματοποιούνται από τους αναθέτοντες φορείς για συμβάσεις και διαγωνισμούς μελετών ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας τους) είναι αντιφατική προς τη διατύπωση που περιέχεται στο άρθρο 251 παρ. 1 όπου αναφέρεται ότι «Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου εφαρμόζεται στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών των οποίων η εκτιμώμενη αξία χωρίς το ΦΠΑ, είναι ίση με ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια:…». Το σημείο αυτό πρέπει να διευκρινιστεί.

    Πρέπει να είναι σαφές ποιοι κανόνες εφαρμόζονται στη διαδικασία ανάθεσης των συμβάσεων που η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους δεν ξεπερνάει τα κατώτατα όρια. Ορθότερη θα ήταν για την περίπτωση των υπολειπόμενων των κοινοτικών ορίων συμβάσεων μια διάταξη ανάλογη προς αυτή του άρθρου 146 του Γαλλικού Κώδικα Δημοσίων Προμηθειών (Code des Marchés Publics) που προβλέπει, για αυτές τις περιπτώσεις, ότι οι συμβάσεις μπορούν να ανατεθούν με μια προσαρμοσμένη διαδικασία (procédure adaptée) της οποίας οι ρυθμίσεις καθορίζονται ελεύθερα από τον αναθέτοντα φορέα ανάλογα με τη φύση και τα χαρακτηριστικά της ανάγκης που καλύπτεται, με τον αριθμό και την τοποθεσία των οικονομικών φορέων που μπορούν να ανταποκριθούν και τις περιστάσεις της προμήθειας. Για τον προσδιορισμό των ρυθμίσεων αυτών, ο αναθέτων φορέας μπορεί να αντλεί παράδειγμα από τις διαδικασίες του κώδικα, χωρίς πάντως εξ αυτού του λόγου να εφαρμόζονται οι κανόνες αυτοί και στις υπολειπόμενες των κατωφλιών συμβάσεις, παρά μόνον στην περίπτωση που ο αναθέτων φορέας κάνει ευθεία αναφορά στις σχετικές διατάξεις.

    Στην παρ. 7 προβλέπεται ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις του Μέρους Β του Βιβλίου Ι και στις διαδικασίες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου ΙΙ. Πρόκειται για διάταξη που δεν προβλέπεται στην αντίστοιχη μεταφερόμενη διάταξη του άρθρου 1 της Οδηγίας 2014/25. Με τον τρόπο αυτό ο εθνικός νομοθέτης κάνει μια επιλογή που στην ουσία αντιβαίνει σε αυτή τούτη την κοινοτική πολιτική στις δημόσιες συμβάσεις, που θέλει οι συμβάσεις στους τομείς των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας να συνάπτονται με πλέον ευέλικτο τρόπο. Ορθότερο θα ήταν να γίνονται παραπομπές σε συγκεκριμένα άρθρα του Βιβλίου Ι, όπου στην Οδηγία 2014/25 γίνεται παραπομπή στην Οδηγία 2014/24 (βλ. για τις συνέπειες της προτεινόμενης επιλογής τη γενικότερη παρατήρηση για τις συμβάσεις έργων).

    Αντ’ αυτής της επιλογής, προβλέπεται η εισαγωγή παρεκκλίσεων με Κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και του εποπτεύοντος Υπουργού.
    Όπως θέσαμε υπόψη της ΕΑΑΔΗΣΥ κατά τη διαβούλευση για την Εθνική Στρατηγική για τις Δημόσιες Συμβάσεις, ορθότερη θα ήταν, για τις συμβάσεις που δεν υπάγονται στην Οδηγία, καθώς και για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται σε αυτή, η έκδοση κανονισμών ανάθεσης και εκτέλεσης συμβάσεων και προτύπων τευχών από κάθε εταιρεία ξεχωριστά, τα οποία θα εγκρίνονται από το Διοικητικό της Συμβούλιο. Διότι η θέσπιση κοινών διαγωνιστικών ρυθμίσεων για το Δημόσιο και για τους «εξαιρούμενους τομείς» (ύδατος, ενέργειας, μεταφορών και ταχυδρομικών υπηρεσιών) ανεξαρτήτως προϋπολογισμού, θα επιβαρύνει και δυσχεράνει σημαντικά τη λειτουργία των εταιρειών αυτών, στην περίπτωση δε της εταιρείας μας θα δυσχεράνει την προσήκουσα άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ και δη ως προς το σκέλος της έγκαιρης προμήθειας αναγκαίων υλικών ή/και της έγκαιρης λήψης των απαραίτητων υπηρεσιών για την ασφαλή και ομαλή λειτουργία του ΕΔΔΗΕ. Πράγματι, εκ μόνου του γεγονότος ότι ο κοινοτικός νομοθέτης θέλησε να εισαγάγει ένα ελάχιστο κοινό corpus κανόνων, μέσω Οδηγίας και όχι Κανονισμού, με την εντεύθεν ευχέρεια που καταλείπεται στα κράτη μέλη, τις συμβάσεις στους τομείς κοινής ωφέλειας, δεν μπορεί να οδηγήσει στην ισοπεδωτικά ομοιόμορφη ρύθμιση των διαδικασιών ανάθεσης μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας. Τούτο παραγνωρίζει πλήρως την ιδιαιτερότητα των δραστηριοτήτων που υπάγονται στην Οδηγία 2014/25 και μεταξύ τους και μεταξύ των φορέων του Δημοσίου, ενώ συναφώς υπενθυμίζεται ότι διαχρονικά ο ενωσιακός νομοθέτης έχει κάνει τη ρητή επιλογή να διαφοροποιήσει το σχετικό δευτερογενές ενωσιακό δίκαιο το οποίο εφαρμόζεται ως προς τους αναθέτοντες φορείς. Τέτοια Κανονισμοί Ανάθεσης και Εκτέλεσης Συμβάσεων θα θέτουν αδιαμφισβήτητα τις γενικές αρχές και κατευθύνσεις αλλά θα διασφαλίζονται επίσης κατά τρόπο ευέλικτο και χωρίς λογικές προκρούστειας κλίνης, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε εταιρείας διαγωνιστικές διαδικασίες γρήγορες και αποτελεσματικές και λήψη αποφάσεων από τα εταιρικά όργανα με την επιφύλαξη αδιαμφισβήτητα της δικαστικής κρίσης επ΄ αυτών. Είναι κρίσιμο να μην επιβαρύνεται ούτε άμεσα αλλά ούτε και έμμεσα η ΔΕΔΔΗΕ με συνεπακόλουθη και αναπόφευκτη την περαιτέρω οικονομική επιβάρυνση του τελικού καταναλωτή ηλεκτρικής ενέργειας . Η επίκληση των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, αναλογικότητας και προστασίας του γνήσιου και ελεύθερου ανταγωνισμού δεν αιτιολογεί, κατά την άποψή μας, την επιβολή της ανωτέρω «ενιαίας μεταχείρισης» ιδίως αφού οι ανωτέρω επικαλούμενες αρχές ρητά και ανεπιφύλακτα τηρούνται σε όλες τις διαγωνιστικές διαδικασίες των εταιρειών, όπως προβλέπεται από τους οικείους Κανονισμούς και Διαδικασίες Έργων Προμηθειών και Υπηρεσιών τους, που μέχρι σήμερα διέπονταν από την Οδηγία 2004/17/ΕΚ, και το ΠΔ 59/2007, σε διαφοροποίηση με το στενό Δημόσιο Τομέα, που οι διαδικασίες του διέπονταν από την Οδηγία 2004/18/ΕΚ, το ΠΔ 60/2007, το Ν. 3669/2008 και το ΠΔ 118/2007.

    Σε κάθε περίπτωση πρέπει να διευκρινιστεί ότι η ΚΥΑ με την οποία εισάγονται παρεκκλίσεις αφορά συγκεκριμένο αναθέτοντα φορέα και όχι γενικώς ορισμένο τομέα δραστηριότητας.

    Ι. Μαργαρης
    Αντιπρόεδρος Δ.Σ. ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ

  • 27 Μαρτίου 2016, 21:13 | ΙΩΑΝΝΗΣ

    Δεν υπάρχει άρθρο για τις καταργούμενες διατάξεις. Αυτό σημαίνει κάτι? Φοβάται κανείς τις αντιδράσεις από τους φορείς που θα συμπεριλαμβάνονται στις διατάξεις του νόμου. Καλό θα ήταν να υπήρχε το άρθρο για να υπήρχαν κατάλληλα σχόλια και να επισημαινόντουσαν κάποιοι νόμοι και κανονισμοί που πιθανόν να είχαν παραληφθεί εκ παραδρομής όπως στον 4281

  • 24 Μαρτίου 2016, 13:07 | Νικόλαος Αραβαντινός

    Σχόλια ΔΕΗ Α.Ε.:
    Συμπληρωματικά των όσων είχαν αναφερθεί αναλυτικά από τη ΔΕΗ Α.Ε. στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το Σχέδιο Εθνικής Στρατηγικής στον Τομέα των Δημοσίων Συμβάσεων, τα οποία επισυνάπτονται προς διευκόλυνσή σας, σημειώνονται τα εξής:
    1. Η ΔΕΗ Α.Ε. είναι μια βιομηχανική και εμπορική επιχείρηση που δραστηριοποιείται, υπό καθεστώς διαρκώς εντεινόμενου ανταγωνισμού, στην παραγωγή και εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία είναι ένα εξαιρετικά απαιτητικό από άποψη ασφαλείας και ποιότητας προϊόν, το οποίο δεν αποθηκεύεται και πρέπει να παρέχεται αδιαλείπτως ως ζωτικής σημασίας αγαθό.
    Υπογραμμίζεται στο σημείο αυτό ότι ήδη η ΔΕΗ Α.Ε., εδώ και 20 χρόνια, στο πλαίσιο των Κοινοτικών Οδηγιών για τις επιχειρήσεις των εξαιρούμενων τομέων, υπόκειται σε ιδιαίτερα αυστηρούς περιορισμούς σε ότι αφορά στην επιλογή των αναδόχων των συμβάσεών της. Ωστόσο παρά τα προβλήματα που απορρέουν από αυτό και τη μειονεκτικότερη θέση που την οδηγούν έναντι των ανταγωνιστών της, η ΔΕΗ Α.Ε. μέσω του δικού της – εναρμονισμένου με το εθνικό και το κοινοτικό δίκιο- Κανονισμού, διατηρεί ένα ανεκτό σχετικά επίπεδο ευελιξίας, πράγμα σύμφωνο και με την επιλογή του ενωσιακού νομοθέτη.
    Η ευελιξία αυτή εξασφαλίζεται από τη δυνατότητα προσαρμογής επιμέρους διατάξεων των κατευθυντηρίων οδηγιών και τευχών πραγματοποιήσεως έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της, σύμφωνα πάντα με την ισχύουσα ενωσιακή και εθνική νομοθεσία και με πιστή τήρηση των θεμελιωδών αρχών της διαφάνειας, της ίσης και μη διακριτικής μεταχείρισης των οικονομικών φορέων και της προστασίας του θεμιτού και ελεύθερου ανταγωνισμού.
    Οι προσαρμογές αυτές είναι απαραίτητο να γίνονται, λαμβάνοντας υπόψη αφενός τις εκάστοτε επικρατούσες ιδιαίτερες συνθήκες στη συνεχώς διαμορφούμενη ανταγωνιστική αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και αφετέρου των συνθηκών των αγορών όπου κινούνται οι συμμετέχοντες στους διαγωνισμούς της ΔΕΗ Α.Ε., με γνώμονα τη διασφάλιση ικανοποιητικής συμμετοχής και συνακόλουθα ανταγωνιστικών συνθηκών προς όφελος της ΔΕΗ Α.Ε.
    2. Στον προς διαβούλευση νόμο και ειδικότερα σε άρθρα του Βιβλίου Ι στα οποία παραπέμπει το Βιβλίο ΙΙ (π.χ. άρθρο 337) περιλαμβάνονται ανελαστικές διαδικαστικές λεπτομέρειες, οι οποίες θα έπρεπε να είναι αντικείμενο κατευθυντηρίων τευχών διακηρύξεων και συμβάσεων και κατά μέγιστο κανονισμών προμήθειας και υλοποίησης συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Ως διατάξεις όμως νόμου είναι δύσκολο να τροποποιηθούν – προσαρμοσθούν όποτε απαιτηθεί, καθώς η τροποποίησή τους προϋποθέτει ενασχόληση του εθνικού νομοθέτη με επουσιώδη μάλιστα θέματα.
    Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τα υπόψη άρθρα δεν περιορίζονται σε περιγραφή διαδικαστικών κατευθύνσεων, αρχών και κανόνων αλλά :
    α. Όσον αφορά στα έργα υποχρεώνουν ουσιαστικά στην εφαρμογή διαδικασιών ανάθεσης έργων του στενού δημόσιου τομέα (π.χ. α. 102 και 103 απαιτούν γνωμοδότηση “τεχνικού συμβουλίου”, εργοληπτικά πτυχία κλπ),
    β. καθιερώνουν αδικαιολογήτως ανελαστικές προθεσμίες (π.χ. α. 87 § 8 δ & ε),
    γ. προβλέπουν πειθαρχικές διώξεις ή καταβολή προστίμων σε περιπτώσεις ανυπαίτιας καθυστέρησης (π.χ. α. 93 § 5 τέλος 2ου εδαφίου που προβλέπει «…..υποβολή του πρακτικού στην αναθέτουσα αρχή ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός μηνός από την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, άλλως η παράβαση της προθεσμίας αυτής συνεπάγεται πειθαρχική ευθύνη των μελών της επιτροπής διαγωνισμού κατά το άρθρο 153 του παρόντος.»,
    δ. καθιερώνουν σταθερούς συντελεστές και τρόπους αξιολόγησης τεχνικών οικονομικών προσφορών (π.χ. άρθρα 104 και 105 αξιολόγηση συμφερότερων προσφορών προμηθειών και υπηρεσιών αντιστοίχως) οι οποίοι δεν προσιδιάζουν στο αντικείμενο των συμβάσεων της ΔΕΗ Α.Ε.
    ε. περιλαμβάνουν προβλέψεις οι οποίες δεν είναι δυνατόν σε καμία περίπτωση να εφαρμοσθούν στους διαγωνισμούς της ΔΕΗ οι οποίοι διαγωνισμοί αφορούν σε μεγάλα και σύνθετα ΕΙΔΙΚΑ ΕΡΓΑ και όχι σε ΣΥΝΗΘΗ ΕΡΓΑ. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι οι προβλέψεις του Άρθρου 93, το οποίο αναφέρεται σε Σύστημα προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτη και κατασκευή στις δημόσιες συμβάσεις έργων και το οποίο Σύστημα εφαρμόζεται σε όλες τις Διακηρύξεις ΕΙΔΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ της ΔΕΗ, δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν διότι προβλέπουν υποχρέωση της Αναθέτουσας Αρχής για σύνταξη απαραίτητων συνοδών υποστηρικτικών μελετών και υποχρέωση των συμμετεχόντων να υποβάλουν στη δημοπρασία τουλάχιστον Οριστική μελέτη όλων των απαραίτητων έργων ή μελέτη εφαρμογής προκειμένου για κτιριακά έργα. Για τα ΕΙΔΙΚΑ ΕΡΓΑ της ΔΕΗ η οριστική μελέτη εκπονείται από τον Ανάδοχο του Έργου μετά την υπογραφή της Σύμβασης και ΜΟΝΟ μετά από την ολοκλήρωση της μελέτης και του σχεδιασμού του εξοπλισμού είναι δυνατή η εκπόνηση της μελέτης των κτιριακών έργων τα οποία ενσωματώνουν τον υπόψη εξοπλισμό. Κατά συνέπεια είναι αδύνατη η εκπόνηση οριστικής μελέτης των έργων από τους συμμετέχοντες στο Διαγωνισμό και η υποβολή της με την προσφορά τους και το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι η οριστική μελέτη στα ΕΙΔΙΚΑ ΕΡΓΑ ανέρχεται στο 10 % τουλάχιστον του προϋπολογισμού του Έργου θα οδηγήσει οπωσδήποτε σε μείωση της συμμετοχής ενδιαφερομένων για το διαγωνισμό εταιρειών και άρα και του ανταγωνισμού, καθώς και σε απρόβλεπτης διάρκειας καθυστέρηση ολοκλήρωσης της διαγωνιστικής διαδικασίας δοθέντος ότι η Επιτροπή Τεχνικής Αξιολόγησης των Προσφορών θα πρέπει προηγουμένως να ελέγξει την αρτιότητα της υποβληθείσας οριστικής μελέτης πριν αποδεχθεί την τεχνική προσφορά.

    Πέραν των ανωτέρω, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναιτιολόγητου περιορισμού της ευελιξίας αναφέρεται το άρθρο 287, όπου καθορίζεται ως ελάχιστη προθεσμία μεταξύ προκήρυξης διαγωνισμού (ανάρτηση στο ΚΗΜΔΗΣ) και υποβολής προσφορών 22 ημέρες, που πρέπει να τηρείται στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων κάτω των ορίων της Οδηγίας, ανεξάρτητα από τον τρόπο διάθεσης των τευχών της διακήρυξης – σύμβασης και υποβολής προσφορών. Σημειωτέον ότι ακόμη και η Οδηγία – που αφορά σε συμβάσεις άνω των ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 15 αυτής – στο ά. 45 προβλέπει σύντμηση της αρχικής προθεσμίας των 35 ημερών σε 30 σε περίπτωση υποβολής προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα και περαιτέρω σε 15 ημέρες για κάλυψη επείγουσας κατάστασης τεκμηριωμένης δεόντως.
    3. Σε κάθε περίπτωση, παραπομπή στις διατάξεις του Βιβλίου Ι με αναλογική εφαρμογή όπου δεν υφίσταται σχετική πρόβλεψη στο Βιβλίο ΙΙ δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα, καθώς λόγω της μη κάλυψης συγκεκριμένων θεμάτων στο Βιβλίο ΙΙ τελικώς η ΔΕΗ θα διέπεται αναλογικά από τις διατάξεις για το στενό δημόσιο τομέα.
    4. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και προκειμένου η ΔΕΗ Α.Ε. να μη βρεθεί σε περαιτέρω μειονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της, οι οποίοι χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες και με ελάχιστο συγκριτικά κόστος σύναψης και διαχείρισης συμβάσεων λαμβάνουν γρήγορες επιχειρηματικές αποφάσεις, προτείνεται οι φορείς του Κεφ. Β του Νόμου 3429/2005 να εφαρμόζουν, μόνο για τις συμβάσεις άνω των χρηματικών ορίων που θέτει η Οδηγία, τις διατάξεις του Νόμου και στο βαθμό που αυτός μεταφέρει την Οδηγία στην ελληνική έννομη τάξη. Οι εταιρείες αυτές τόσο για τις συμβάσεις κάτω των ορίων όσο και για τις συμβάσεις άνω των ορίων για θέματα που δεν ρυθμίζονται από την Οδηγία 2014/25 να εφαρμόζουν τους εσωτερικούς τους Κανονισμούς (π.χ. ΔΕΗ-ΚΕΠΥ), τους οποίους και θα προσαρμόσουν στις νέες απαιτήσεις του ενωσιακού νομοθέτη ώστε να είναι εναρμονισμένοι με τις αρχές των δημοσίων συμβάσεων.
    Σε κάθε περίπτωση είτε πρόκειται για συμβάσεις άνω είτε κάτω των ορίων, όπου γίνεται αναφορά σε αναλογική εφαρμογή προβλέψεων του Μέρους Β του Βιβλίου Ι, προτείνεται να προσδιοριστεί η έννοια του αναλογικού ως ακολούθως :Η ΔΕΗ Α.Ε. ή οι εταιρείες του κεφ. Β του Ν. 3429/2005 εφαρμόζουν ανάλογες με τις ανωτέρω διαδικασίες όπως περιγράφονται στις αντίστοιχες Διακηρύξεις, Προσκλήσεις Εκδήλωσης ενδιαφέροντος κλπ, τηρώντας σε κάθε περίπτωση τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης και μη διακριτικής μεταχείρισης και της διεύρυνσης συμμετοχής.

    Ν. Αραβαντινός
    Γενικός Διευθυντής Υποστηρικτικών Λειτουργιών ΔΕΗ Α.Ε.

  • 20 Μαρτίου 2016, 12:54 | Πέτρος Σαντ

    Δεν αναφέρεται πουθενά ο «Διαχειριστής Έργου» (Project Manager). Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης εκτός από την Ελλάδα ο Διαχειριστής Έργου (όπου έργο μπορεί να είναι ένα έργο με την έννοια της παραγράφου 7 ή μία μελέτη ή ακόμα και μία παροχή υπηρεσιών) αποτελεί αναπόσπαστο μέλος της διαδικασίας παραγωγής διότι διαφυλάσσει την ορθολογική διαδικασία μέσα από την εργονομία, τον έλεγχο του κόστους, την διασφάλιση της ποιότητας και την επίτευξη των στόχων και συνεπώς την προαγωγή της στρατηγικής του φορέα υλοποίησης.
    Ο Διαχειριστής Έργου μαζί με την ομάδα του (Project team) διασφαλίζει τα ακόλουθα:
    1. Την θέσπιση των κύριων στόχων, επιπλέον στόχων και μη στόχων (main objectives, additional objectives, non objectives).
    2. Την διαρκή επικοινωνία του έργου με τα ενδιαφερόμενα μέρη (interested parties) είτε αυτά είναι ο ΚτΕ είτε οι χρήστες, λοιποί ενδιαφερόμενοι φορείς (περιβαλλοντικές οργανώσεις κλπ).
    3. Την ορθολογική διαχείριση των πόρων (resource management).
    4. Τον συντονισμό του έργου καθ’ όλη την διάρκειά του.
    5. Τον έλεγχο του έργου σε συγκεκριμένα διαστήματα (milestones) και την λήψη αποφάσεων ή διορθωτικών ενεργειών.
    6. Την διαχείριση των κινδύνων του έργων (risk management).
    7. Την διαχείριση των τυχόν κρίσεων(crisis management).
    8. Την διασφάλιση της ποιότητας (Quality control, quality assurance).
    9. Την καταγραφή των μαθημάτων και την εφαρμογή σε επόμενα έργα (Document lessons learnt and apply to future projects).
    10. Την επίτευξη των στόχων μέσα σε ένα αρχικά καθορισμένο πλαίσιο τεχνικών προδιαγραφών, ποιότητας, κόστους και χρόνου.
    Προσοχή, ο Project Manager δεν έχει καμία σχέση με τους «Συμβούλους» ή τους «Εμπειρογνώμονες» . Κάνει τελείως διαφορετική δουλειά, προάγει το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσα από καθορισμένες ΔΙΕΘΝΩΣ διαδικασίες.