Άρθρο 02: Ορισμοί (Άρθρο 2 της Οδηγίας 2009/119/ΕΚ)

Κατά την έννοια του παρόντος νόμου νοούνται ως:
α) «έτος αναφοράς»: το ημερολογιακό έτος από το οποίο προέρχονται τα δεδομένα κατανάλωσης ή καθαρών εισαγωγών που λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να υπολογίζονται είτε το επίπεδο των αποθεμάτων που πρέπει να διατηρούνται είτε το επίπεδο των αποθεμάτων που όντως διατηρούνται σε μια δεδομένη στιγμή.
β) «πρόσθετα»: ουσίες πέραν των υδρογονανθράκων, οι οποίες προστίθενται ή αναμιγνύονται με ένα προϊόν ώστε να μεταβάλουν τις ιδιότητές του.
γ) «βιοκαύσιμο»: υγρό ή αέριο καύσιμο που χρησιμοποιείται στις μεταφορές και παράγεται από βιομάζα, η οποία «βιομάζα» αποτελεί το βιοαποδομήσιμο μέρος των προϊόντων, αποβλήτων και υπολειμμάτων που προέρχονται από τη γεωργία (συμπεριλαμβανομένων των φυτικών και ζωικών ουσιών), τη δασοκομία και τις συναφείς με αυτή βιομηχανίες καθώς και το βιοαποδομήσιμο μέρος των βιομηχανικών και αστικών αποβλήτων.
δ) «εσωτερική κατανάλωση»: οι συνολικές ποσότητες, υπολογιζόμενες βάσει του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2009/119/ΕΚ, που έχουν παραδοθεί στη χώρα για το σύνολο των ενεργειακών και μη ενεργειακών χρήσεων• αυτό το συγκεντρωτικό στοιχείο περιλαμβάνει παραδόσεις στον μεταποιητικό τομέα και στη βιομηχανία, τις μεταφορές, τα νοικοκυριά και σε άλλους τομείς προς «τελική» κατανάλωση• περιλαμβάνει επίσης και την κατανάλωση του ίδιου του ενεργειακού τομέα (πλην του καυσίμου των διυλιστηρίων).
ε) «ισχύουσα διεθνής απόφαση για διάθεση αποθεμάτων»: οποιαδήποτε εν ισχύι απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας για να καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά αργό πετρέλαιο ή προϊόντα πετρελαίου, μέσω της διάθεσης των αποθεμάτων των μελών του ή/και πρόσθετων μέτρων.
στ) «κεντρικός φορέας διατήρησης αποθεμάτων» (ΚΦΔΑ): οργανισμός ή υπηρεσία στην οποία μπορούν να ανατεθούν αρμοδιότητες προκειμένου να ενεργεί με σκοπό την απόκτηση, τη διατήρηση ή την πώληση αποθεμάτων πετρελαίου, περιλαμβανομένων των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης και των ειδικών αποθεμάτων.
ζ) «σοβαρή διαταραχή του εφοδιασμού»: σημαντική και απότομη μείωση του εφοδιασμού με αργό πετρέλαιο ή προϊόντα πετρελαίου στη χώρα ή στην Κοινότητα, ανεξαρτήτως αν αυτή έχει οδηγήσει ή όχι σε λήψη ισχύουσας διεθνούς απόφασης για διάθεση αποθεμάτων.
η) «καύσιμα διεθνούς ναυσιπλοΐας»: όπως ορίζονται στο Παράρτημα Α σημείο 2.1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008.
θ) «αποθέματα πετρελαίου»: αποθέματα ενεργειακών προϊόντων, όπως ορίζονται στο Παράρτημα Γ σημείο 3.1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008.
ι) «αποθέματα έκτακτης ανάγκης»: αποθέματα πετρελαίου τα οποία σύμφωνα με το άρθρο 3 πρέπει να διατηρούνται στη χώρα.
ια) «εμπορικά αποθέματα»: αποθέματα πετρελαίου για τα οποία ο παρών νόμος δεν επιβάλλει υποχρέωση διατήρησης από τους οικονομικούς φορείς.
ιβ) «ειδικά αποθέματα»: αποθέματα πετρελαίου που πληρούν τους όρους του άρθρου 9 της οδηγίας 2009/119/ΕΚ.
ιγ) «φυσική προσβασιμότητα»: οι ρυθμίσεις για τον εντοπισμό και τη μεταφορά αποθεμάτων για να διασφαλίζεται η διάθεση ή η πραγματική παράδοση στους τελικούς χρήστες και στις αγορές στα πλαίσια προθεσμιών και προϋποθέσεων προκειμένου να μετριάζονται τα προβλήματα εφοδιασμού που έχουν ανακύψει.

  • CORAL A.E. ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ & ΧΗΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
    ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ
    «ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΓΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ Η/ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

    Άρθρο 2 – Ορισμοί
    Εδάφιο στ : Ως αρμοδιότητες του ΚΦΔΑ προβλέπονται μόνον η απόκτηση, διατήρηση ή πώληση αποθεμάτων πετρελαίου και όχι η παρακολούθηση της τήρησης των υποχρεώσεων διατήρησης αποθεμάτων των οικονομικών φορέων ή/και η διαχείριση αποθεμάτων. Δημιουργείται κενό ως προς τον φορέα που θα προβαίνει στην παρακολούθηση ή/και διαχείριση των αποθεμάτων.

    Εδάφιο ι : αναφέρεται σε αποθέματα πετρελαίου τα οποία σύμφωνα με το άρθρο 3 πρέπει να διατηρούνται στη χώρα. Όμως, στο άρθρο 3 δεν υπάρχει καμία σχετική αναφορά ή πρόβλεψη.