Προοίμιο

Τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και οι λοιποί υπογράφοντες τη σύμβαση αυτή.
Λαμβανομένου υπόψη ότι, στόχος του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η επίτευξη μεγαλύτερης ενότητας μεταξύ των μελών του.
Λαμβανομένου υπόψη του σχεδίου δράσης της τρίτης Διάσκεψης κορυφής των επικεφαλής των κρατών και των κυβερνήσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης (Βαρσοβία, 16-17 Μαΐου 2005) που προτείνει τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης που λειτουργεί ως αναφορά στον τομέα του Αθλητισμού.
Λαμβανομένου υπόψη ότι, είναι απαραίτητη η περαιτέρω εξέλιξη ενός κοινού ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πλαισίου για την ανάπτυξη του αθλητισμού με βάση τις έννοιες της πλουραλιστικής δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αθλητικής δεοντολογίας.
Εν γνώσει του ότι, κάθε χώρα και κάθε μορφή αθλητισμού στο κόσμο είναι πιθανόν να επηρεάζονται από τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων και δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι, το φαινόμενο αυτό, ως μια παγκόσμια απειλή για την αξιοπιστία του αθλητισμού, απαιτεί μια σφαιρική απάντηση που μπορεί επίσης να υποστηριχθεί από τα κράτη που δεν είναι μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Εκφράζοντας την ανησυχία για την ύπαρξη εγκληματικών δραστηριοτήτων και ειδικότερα του οργανωμένου εγκλήματος στη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων και τη διακρατική του φύση.
Αναφερόμενοι στη Σύμβαση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών (1950 ETS αρ. 5) και στα πρωτόκολλα αυτής, την Ευρωπαϊκή συνθήκη για τη βία των θεατών και την ανάρμοστη συμπεριφορά στους αθλητικούς αγώνες και ειδικότερα στο ποδόσφαιρο (1985 ETS αρ. 120), τη Σύμβαση Αντι-Ντόπινγκ (1989, ETS αρ. 135), τη Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά (1999 ETS αρ. 173) και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα χρήματος, την κατάσχεση και τη δήμευση των προσόδων εγκλήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (2005 CETS αρ. 198).
Αναφερόμενοι στη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος (2000) και στα πρωτόκολλα αυτής.
Αναφερόμενοι επίσης στη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά της διαφθοράς (2003).
Αναφερόμενοι στη σημασία της αποτελεσματικής έρευνας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση των αδικημάτων εντός της δικαιοδοσίας τους.
Αναφερόμενοι στον βασικό ρόλο του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Interpol) στη διευκόλυνση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των διωκτικών αρχών, επιπροσθέτως της δικαστικής συνδρομής.
Τονίζοντας ότι, οι αθλητικοί οργανισμοί έχουν την ευθύνη να διερευνήσουν και να τιμωρήσουν τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων που διαπράχτηκε από άτομα που υπόκεινται στην αρμοδιότητά τους.
Αναγνωρίζοντας τα αποτελέσματα που έχουν ήδη επιτευχθεί για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων.
Πεπεισμένοι ότι, η αποτελεσματική καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων απαιτεί αυξημένη, ταχεία, σταθερή και σωστή εθνική λειτουργία και διεθνή συνεργασία.
Αναφερόμενοι στις προτάσεις της Επιτροπής Υπουργών στα κράτη μέλη R(92)13rev για τον αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Αθλητικό Χάρτη, CM/Rec (2010)9 για τον αναθεωρημένο κώδικα αθλητικής δεοντολογίας, REC (2005) 8 για τις αρχές της χρηστής διακυβέρνησης στον αθλητισμό και CM/Rec (2011) 10 για την προώθηση της ακεραιότητας του αθλητισμού αναφορικά με την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αποτελεσμάτων δηλ. τους προσυνεννοημένους αγώνες.
Εν όψει των εργασιών και συμπερασμάτων των ακόλουθων διασκέψεων:
– Της 11ης διάσκεψης των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης αρμόδιων για τον αθλητισμό που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου 2008.
– Της 18ης άτυπης διάσκεψης των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης αρμόδιων για τον αθλητισμό (Baku, 22 Σεπτεμβρίου 2010) για την προώθηση της ακεραιότητας του αθλητισμού κατά της χειραγώγησης των αποτελεσμάτων (προσυνεννοημένοι αγώνες).
– Της 12ης διάσκεψης των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης αρμόδιων για τον αθλητισμό (Βελιγράδι Μάρτιος του 2012), και ειδικότερα της δημιουργίας του νέου διεθνούς νομικού οργάνου κατά της χειραγώγησης των αποτελεσμάτων των αγώνων.
– Της 5ης διεθνούς διάσκεψης της ΟΥΝΕΣΚΟ των Υπουργών και ανώτατων οργάνων αρμόδιων για τη φυσική αγωγή και τον αθλητισμό (MINEPSV).
Πεπεισμένοι ότι, ο διάλογος και η συνεργασία μεταξύ των δημόσιων αρχών, αθλητικών σωματείων, διοργανωτών αγώνων και φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο με βάση ότι, ο αμοιβαίος σεβασμός και εμπιστοσύνη είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική κοινή αντιμετώπιση των προκλήσεων που αναφύονται από το πρόβλημα της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων.
Αναγνωρίζοντας ότι, ο αθλητισμός, ο οποίος βασίζεται στον δίκαιο και με ίσους όρους αγώνα, είναι απρόβλεπτος και απαιτεί να αντιμετωπίζονται δυναμικά και αποτελεσματικά οι ηθικά παράτυπες πρακτικές και συμπεριφορές .
Τονίζοντας την πεποίθησή τους ότι, η επίμονη εφαρμογή των αρχών της χρηστής διακυβέρνησης και δεοντολογίας στον αθλητισμό είναι σημαντικός παράγοντας για να βοηθήσει στην εξάλειψη της διαφθοράς, της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων και άλλων μορφών κακής πρακτικής στον αθλητισμό.
Αναγνωρίζοντας ότι, σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας του αθλητισμού, οι αθλητικοί οργανισμοί είναι υπεύθυνοι για τον αθλητισμό και έχουν αυτορυθμιστικές και πειθαρχικές αρμοδιότητες στη μάχη ενάντια στη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων αλλά και οι δημόσιες αρχές πρέπει, εφόσον απαιτείται, να προστατέψουν την ακεραιότητα των αγώνων.
Αναγνωρίζοντας ότι, η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του αθλητικού στοιχήματος και ειδικότερα του παράνομου αθλητικού στοιχήματος αυξάνουν τους κινδύνους χειραγώγησης.
Λαμβανομένου υπόψη ότι, η χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων μπορεί να σχετίζεται ή μη με το αθλητικό στοίχημα, να συνδέεται ή όχι με ποινικά αδικήματα και αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε όλες τις περιπτώσεις.
Επισημαίνοντας το περιθώριο της διακριτικής ευχέρειας την οποία απολαμβάνουν τα κράτη εντός του πλαισίου του εφαρμοστέου δικαίου για να αποφασίσουν για την πολιτική τους αναφορικά με το αθλητικό στοίχημα.
Συμφώνησαν ως ακολούθως: