Άρθρο 3 – Εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών

  1. Το Εθνικό Σύστημα Προστατευόμενων Περιοχών αποτελείται από όλες τις περιοχές που υπάγονται σε μια ή περισσότερες από τις κατηγορίες  του άρθρου 19 του ν.1650/1986, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 3 του παρόντος νόμου, με στόχο την αποτελεσματική προστασία της βιοποικιλότητας και των λοιπών οικολογικών αξιών τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η εποπτεία της λειτουργίας και ο κεντρικός συντονισμός του Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών αποτελεί ευθύνη του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, το οποίο συνεπικουρείται επιστημονικά από την Επιτροπή «Φύση».
  1. To άρθρο 18 του ν. 1650/1986, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η βιοποικιλότητα, η φύση και το τοπίο προστατεύονται και διατηρούνται, ώστε να διασφαλίζονται οι φυσικές διεργασίες, η αποδοτικότητα των φυσικών πόρων, η ισορροπία και η εξέλιξη των οικοσυστημάτων, καθώς και η ποικιλομορφία, η ιδιαιτερότητα ή η μοναδικότητα των συνιστωσών τους.

2. Χερσαίες, υδάτινες ή μικτού χαρακτήρα περιοχές, μεμονωμένα στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα προστασίας και διατήρησης λόγω της οικολογικής, γεωμορφολογικής, βιολογικής, επιστημονικής ή αισθητικής σημασίας τους.

3. Οι περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 19, ως:

–               Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης

–               Περιοχές προστασίας της φύσης

–               Φυσικά πάρκα και ειδικότερα ως: εθνικά ή περιφερειακά πάρκα

–              Περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών και ειδικότερα ως: ειδικές ζώνες διατήρησης, ζώνες ειδικής προστασίας ή/και καταφύγια άγριας ζωής

–               Προστατευόμενα τοπία ή προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί

4. Αν, για την προστασία και διατήρηση των περιοχών, των στοιχείων ή των συνόλων της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται παράλληλα η εφαρμογή ορισμένων μέτρων σε γειτονικές εκτάσεις, οι παραπάνω περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα αποτελούν κεντρικό τμήμα μιας ευρύτερης περιοχής στην οποία τα αναγκαία μέτρα προστασίας κλιμακώνονται κατά ζώνες.

5. α) Για τα αντικείμενα προστασίας και διατήρησης της παρ. 3 με τις ζώνες τους καταρτίζονται σχέδια διαχείρισης, με τα οποία, στο πλαίσιο των όρων και προϋποθέσεων που τίθενται στις πράξεις χαρακτηρισμού, (α) καθορίζονται τα αναγκαία μέτρα οργάνωσης και λειτουργίας για τη διατήρηση των προστατευόμενων αντικειμένων, (β) εξειδικεύονται οι όροι και περιορισμοί άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του άρθρου 19 και της παραγράφου 9 του άρθρου 21 και (γ) προσδιορίζονται αναλυτικά οι κατευθύνσεις και οι προτεραιότητες για την υλοποίηση έργων, δράσεων και μέτρων που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία, διαχείριση και αποκατάσταση των κατά περίπτωση προστατευόμενων αντικειμένων. Τα σχέδια διαχείρισης συνοδεύονται από σχέδια δράσης, στα οποία εξειδικεύονται τα αναγκαία μέτρα, δράσεις, έργα και προγράμματα, οι φάσεις, το κόστος, οι πηγές και οι φορείς χρηματοδότησής τους, καθώς και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής τους και οι φορείς εφαρμογής τους.

β) Τα σχέδια διαχείρισης εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για τις κατηγορίες 1, 2, 3, 4.1 και 4.2 ή με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης για τις κατηγορίες 4.3 και 5 του άρθρου 19, όπως ισχύει. Για τις περιοχές των κατηγοριών 1, 2, 3, 4.3 και 5 του άρθρου 19, οι πράξεις έγκρισης των σχεδίων διαχείρισης εκδίδονται υποχρεωτικώς εντός εξαμήνου από τον χαρακτηρισμό της περιοχής ως προστατευόμενης και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για τις περιοχές των κατηγοριών 4.1 και 4.2 του άρθρου 19, οι πράξεις έγκρισης των σχεδίων διαχείρισης λαμβάνουν υπόψη τους εθνικούς στόχους διατήρησης που καθορίζονται με την απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, όπως αυτή προσδιορίζεται στο εδάφιο γ) της παραγράφου 4.1.του άρθρου 19.

γ) Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και για την κατάρτιση σχεδίων διαχείρισης για τα προστατευόμενα είδη της χλωρίδας και πανίδας, καθώς και για τους τύπους οικοτόπων του παραρτήματος Ι της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

δ) Οι προδιαγραφές και το περιεχόμενο των σχεδίων διαχείρισης καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

ε) Τα σχέδια διαχείρισης έχουν ισχύ για χρονικό διάστημα πέντε ετών. Αν η πενταετία παρέλθει χωρίς να εγκριθεί νέο σχέδιο διαχείρισης, η ισχύς του υφιστάμενου παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι της εγκρίσεως του νέου σχεδίου.

6. Αντικείμενα προστασίας και διατήρησης, κατά την έννοια της παραγράφου 1 αποτελούν επίσης τα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας, της άγριας πανίδας και των μικροοργανισμών

3. Το άρθρο 19 του ν. 1650/1986, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του ν. 3851/2010, αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου:

1. α) Ως περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης (Strict nature reserves) χαρακτηρίζονται εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας. Οι περιοχές αυτές υπόκεινται σε αυστηρή φύλαξη από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας, όπως και η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται απολύτως αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, ειδών ή οικοτόπων.

β) Οι περιοχές αυτές περιβάλλονται από περιφερειακή – ρυθμιστική ζώνη προστασίας, επαρκούς έκτασης, ώστε να κλιμακώνονται οι όροι και περιορισμοί για την καλύτερη διασφάλιση του προστατευτέου αντικειμένου.

2. Ως περιοχές προστασίας της φύσης (Nature reserves)  χαρακτηρίζονται εκτάσεις μεγάλης οικολογικής ή βιολογικής αξίας. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που είναι δυνατό να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η εκτέλεση εργασιών, ερευνών και η άσκηση ήπιων ασχολιών και δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας.

3. α) Ως φυσικά πάρκα (Natural parks) χαρακτηρίζονται χερσαίες, υδάτινες ή μικτού χαρακτήρα περιοχές, εφόσον παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας και ποικιλίας των φυσικών και πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών, ιδίως βιολογικών, οικολογικών, γεωμορφολογικών και αισθητικών και παράλληλα προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες για ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την προστασία της φύσης και του τοπίου. Τα φυσικά πάρκα διακρίνονται σε εθνικά και περιφερειακά.

β) Ο χαρακτηρισμός περιοχών ως φυσικών πάρκων αποσκοπεί στη διαφύλαξη της φυσικής κληρονομιάς και της βιοποικιλότητας, καθώς και στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας ευρύτερων περιοχών της χώρας με παράλληλη παροχή στο κοινό δυνατοτήτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και φυσιολατρικών δραστηριοτήτων.

γ) Όταν το φυσικό πάρκο ή μεγάλο τμήμα του καταλαμβάνει θαλάσσια ή δασική περιοχή, μπορεί να χαρακτηρίζεται ειδικότερα ως θαλάσσιο πάρκο ή εθνικός ή περιφερειακός δρυμός, αντίστοιχα.

δ) Για την εκπλήρωση των ως άνω σκοπών, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα και διεξάγονται επιστημονικές έρευνες, ώστε οι περιοχές αυτές να προστατεύονται επαρκώς τόσο από φυσικές αιτίες υποβάθμισης όσο και από ανθρώπινες ενέργειες και επεμβάσεις που προκαλούν αλλοίωση της κατάστασης διατήρησης των προστατευτέων αξιών.

ε) Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, στα φυσικά πάρκα επιτρέπεται η άσκηση ήπιων ασχολιών και δραστηριοτήτων, οι οποίες προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον και την τοπική αρχιτεκτονική, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές προβλέπονται στην πράξη χαρακτηρισμού και το σχέδιο διαχείρισης.

στ) Για τη σαφή και κατανοητή από όλους τους χρήστες των περιοχών αυτών προστασία και διαχείριση μπορεί να προβλέπεται η οριοθέτηση ζωνών προστασίας εντός των φυσικών πάρκων και ο καθορισμός ικανής έκτασης απόλυτης προστασίας ή προστασίας της φύσης (πυρήνας). Ο καθορισμός σαφώς οριοθετημένων περιφερειακών του πυρήνα ζωνών προστασίας και/ή ήπιας ανάπτυξης, με κλιμάκωση του βαθμού προστασίας γίνεται πάντα με γνώμονα την ολοκληρωμένη προστασία των προστατευτέων οικολογικών αξιών.

ζ) Οι Εθνικοί Δρυμοί που έχουν κηρυχθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 78 του ν.δ. 86/1969, όπως αντικαταστάθηκε από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν.δ. 996/1971 και οι Υγρότοποι Διεθνούς Σημασίας κατά τη Σύμβαση Ραμσάρ (ν.δ. 191/1974) χαρακτηρίζονται εθνικά ή περιφερειακά πάρκα με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά τη διαδικασία του άρθρου 21 του παρόντος.

η) Τα φυσικά πάρκα διακρίνονται σε εθνικά και περιφερειακά πάρκα.

3.1 Εθνικά πάρκα (National parks)

Ως εθνικά πάρκα χαρακτηρίζονται περιοχές μεγάλης έκτασης που είτε λόγω της θέσης τους, όπως  διασυνοριακές, είτε λόγω της εξέχουσας οικολογικής σπουδαιότητάς τους θεωρούνται ως σημαντικές σε εθνικό επίπεδο.

3.2 Περιφερειακά πάρκα (Regional parks)

α) Ως περιφερειακά πάρκα χαρακτηρίζονται περιοχές που είτε λόγω της θέσης τους είτε λόγω της οικολογικής σπουδαιότητάς τους θεωρούνται σημαντικές σε περιφερειακό επίπεδο.

β) Ειδικά για τις περιαστικές φυσικές περιοχές που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακά πάρκα, ως κύρια προστατευτέα αξία ορίζεται η διατήρηση του οικοσυστήματος σε ικανοποιητική κατάσταση, ώστε να παρέχει οικολογικές υπηρεσίες, όπως η βελτίωση της ποιότητας του αέρα, η ρύθμιση του κλίματος και του κύκλου νερού και η παροχή δυνατοτήτων αναψυχής στους κατοίκους των αστικών κέντρων. Οι περιοχές αυτές είναι δυνατόν να χαρακτηρίζονται ως «ήσυχες περιοχές στην ύπαιθρο», κατά την έννοια του εδαφίου ιγ) του άρθρου 3 της κοινοτικής οδηγίας 2002/49/ΕΚ.

γ) Στις αγροτικές περιοχές υψηλής βιολογικής σημασίας που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακά πάρκα, ως κύρια προστατευτέα αξία ορίζεται η διατήρηση των τοπικών ποικιλιών φυτικού υλικού και φυλών ζώων, καθώς και των δομικών στοιχείων του αγροτικού τοπίου (π.χ. φυτοφράχτες και ακαλλιέργητες νησίδες στα όρια αγρών).

4. α) Ως περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών (Habitat / species management areas) χαρακτηρίζονται εκτάσεις χερσαίες, υδάτινες ή θαλάσσιες που υπόκεινται σε ενεργό διαχείριση για τη διασφάλιση της διατήρησης των προστατευτέων οικοτόπων και ειδών.

β) Διακρίνονται σε Ειδικές Ζώνες Διατήρησης, Ζώνες Ειδικής Προστασίας και Καταφύγια Άγριας Ζωής.

4.1 Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (Special areas of conservation)

α) Οι περιοχές που περιέχονται στον κατάλογο των Τόπων Κοινοτικής Σημασίας, ο οποίος περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 της Απόφασης 2006/613/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως εκάστοτε ισχύει, χαρακτηρίζονται με τον παρόντα νόμο ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ) και επισυνάπτονται ως παράρτημα στον παρόντα νόμο (παράρτημα 1). Αναλυτικοί και ψηφιοποιημένοι χάρτες των ΕΖΔ τηρούνται σε αρχείο και είναι διαθέσιμοι στο κοινό από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

β) Περιοχές της κατηγορίας αυτής μπορούν επιπλέον να ενταχθούν σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία προστασίας του παρόντος άρθρου σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή,  διασφαλίζεται ότι  η οριοθέτηση, η πιθανή ζώνωση και οι θεσμοθετούμενες ρυθμίσεις, απαγορεύσεις, όροι και περιορισμοί συνάδουν με τον στόχο προστασίας τους.

γ) Μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου του 2012, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής «Φύση», καθορίζονται εθνικοί στόχοι διατήρησης των τύπων οικοτόπων και των ειδών κοινοτικής σημασίας (Παραρτήματα Ι και ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ) που απαντώνται στην ελληνική επικράτεια με στόχο την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησής τους στο σύνολο της εξάπλωσής τους μέχρι το 2020. Με την ίδια ή άλλες αποφάσεις ανά ΕΖΔ ή ομάδες τέτοιων, καθορίζονται επίσης στόχοι διατήρησης ανά ΕΖΔ, με στόχο την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των ενδιαιτημάτων και των ειδών που απαντώνται σε κάθε μια περιοχή, και περιγράφονται στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων, με εξαίρεση εκείνα που θεωρούνται μη-σημαντικά σύμφωνα με το τυποποιημένο έντυπο δεδομένων μέχρι το 2020, με βάση τα παρακάτω κριτήρια:

α. τις οικολογικές απαιτήσεις τους

β. την κατάσταση διατήρησής τους σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο

γ. τις απειλές και τους κινδύνους υποβάθμισης, καταστροφής ή όχλησης τους

δ. την εθνική και ευρωπαϊκή σημασία τους για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας

ε. τη συνολική συνοχή του δικτύου «Natura 2000».

δ) Οι στόχοι διατήρησης πρέπει να είναι μετρήσιμοι, ενδεδειγμένοι για την κάθε ΕΖΔ, περιεκτικοί και συνεκτικοί. Στις περιπτώσεις που η κατάσταση διατήρησης ενός τύπου ενδιαιτήματος ή ενός είδους δεν είναι γνωστή, οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΚΑ εκπονούν κατά προτεραιότητα προγράμματα έρευνας και συγκέντρωσης στοιχείων και πληροφοριών, με στόχο τον  εμπλουτισμό της γνώσης ώστε να καθοριστεί η κατάσταση διατήρησης του ενώ οι στόχοι διατήρησης και τα μέτρα διατήρησης που αποσκοπούν κατ’ αρχήν στην διατήρησή τους και την πρόληψη οποιασδήποτε υποβάθμισης, όχλησης ή καταστροφής τους.

ε)  Οι στόχοι και τα μέτρα διατήρησης ανά ΕΖΔ ενσωματώνονται στο σχέδιο διαχείρισης που προβλέπει η παράγραφος 5 του άρθρου 18 του ν. 1650/1986, από τις εποπτεύουσες υπηρεσίες, κατόπιν αξιολόγησης των δεδομένων για την κάθε περιοχή και των σχετικών στόχων διατήρησης.

στ) Στην περίπτωση που ΕΖΔ εμπίπτουν στην αρμοδιότητα Φορέα Διαχείρισης, ο οικείος Φορέας Διαχείρισης συντονίζει την παραπάνω διαδικασία.

ζ) Η υλοποίηση δράσεων διαχείρισης των ΕΖΔ ξεκινά το συντομότερο δυνατό και όχι αργότερα από τις 20 Σεπτεμβρίου 2012.

η) Ρυθμίσεις με οριζόντιο ή και ειδικότερο χαρακτήρα για την προστασία και οικολογική διαχείριση των ΕΖΔ είναι δυνατόν να εξειδικεύονται περαιτέρω, καθώς και να ορίζονται πρόσθετες, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και των εκάστοτε συναρμόδιων υπουργών.

θ) Καταργείται η παρ. Β.2. του άρθρου 4 της ΚΥΑ 33318/3028/28.12.1998 (ΦΕΚ 1289 Β’128.12.1998).

4.2 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Special Protection Areas)

α) Με τον παρόντα νόμο εγκρίνεται ο κατάλογος των περιοχών της ελληνικής επικράτειας που έχουν ταξινομηθεί ως «Ζώνες Ειδικής Προστασίας» (ΖΕΠ) βάσει του άρθρου 4 της Οδηγίας 2009/147/ΕΟΚ και έχουν ενταχθεί στο κοινοτικό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000, ο οποίος προσαρτάται ως παράρτημα στον παρόντα νόμο (παράρτημα 2). Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, το Παράρτημα αναμορφώνεται βάσει των τροποποιήσεων του καταλόγου μεταγενέστερων ΖΕΠ.

β) Οι ΖΕΠ μπορούν επιπλέον να ενταχθούν σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία προστασίας σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το παρόν άρθρο διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή,  διασφαλίζεται ότι  η οριοθέτηση, η ζώνωση και οι θεσμοθετούμενες ρυθμίσεις, απαγορεύσεις, όροι και περιορισμοί των προστατευόμενων περιοχών συνάδουν με τον στόχο προστασίας τους.

γ) Ρυθμίσεις με οριζόντιο ή και ειδικότερο χαρακτήρα για την προστασία και οικολογική διαχείριση των ΖΕΠ είναι δυνατό να εξειδικεύονται περαιτέρω καθώς και να ορίζονται πρόσθετες τέτοιες, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής και των εκάστοτε συναρμόδιων υπουργών.

4.3 Καταφύγια Άγριας Ζωής (Wildlife refuges)

α) Ως Καταφύγια Άγριας Ζωής χαρακτηρίζονται φυσικές περιοχές, (χερσαίες, υγροτοπικές ή θαλάσσιες), που έχουν ιδιαίτερη σημασία ως σημαντικοί τόποι ανάπτυξης της άγριας χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας, ή ως περιοχές αναπαραγωγής ψαριών και συγκέντρωσης γόνου, ή, τέλος, ως σημαντικά θαλάσσια ενδιαιτήματα. Ως καταφύγια άγριας ζωής μπορούν να χαρακτηρίζονται και οι οικολογικοί διάδρομοι μεταξύ άλλων κατηγοριών προστατευόμενων περιοχών του παρόντος κεφαλαίου.

β) Εντός των Καταφυγίων Άγριας Ζωής απαγορεύονται η θήρα, η αλιεία, η σύλληψη της άγριας πανίδας, η συλλογή της άγριας χλωρίδας, η με κάθε τρόπο καταστροφή ζώνης με φυσική βλάστηση, η καταστροφή των φυτοφρακτών, η αμμοληψία, η αποστράγγιση, η επιχωμάτωση και αποξήρανση ελωδών εκτάσεων, η ρύπανση των υδατικών συστημάτων, η διάθεση ή απόρριψη αποβλήτων, η δόμηση εκτός σχεδίου πόλεως και ορίων οικισμών, η ανάπτυξη ιχθυοκαλλιεργειών, η διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων, καθώς και η υπαγωγή έκτασης του Καταφυγίου σε πολεοδομικό ή ρυμοτομικό σχεδιασμό. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η σύλληψη ειδών της άγριας πανίδας μόνο για ερευνητικούς σκοπούς, κατόπιν σχετικής αδείας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής όπως προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις. Επίσης, επιτρέπεται η εγκατάσταση παρατηρητηρίων της άγριας πανίδας.

γ) Εντός των καταφυγίων άγριας ζωής, οι αρμόδιες κατά περίπτωση υπηρεσίες δύνανται να προγραμματίζουν και να εκτελούν ειδικά έργα βελτίωσης του βιοτόπου και έργα ικανοποίησης των οικολογικών αναγκών του βιολογικού κύκλου των ειδών της άγριας πανίδας και αυτοφυούς χλωρίδας και ιδίως αναδάσωση, διατήρηση ακαλλιέργητων εκτάσεων, διατήρηση εκτάσεων με παραδοσιακές καλλιέργειες, διατήρηση φυτοφρακτών, έργα αναβάθμισης και αποκατάστασης υγροτοπικών εκτάσεων, δημιουργία και ανάπτυξη ζωνών φυτικής βλάστησης, δημιουργία δενδροστοιχιών κατά μήκος των αγροτικών δρόμων και ελωδών εκτάσεων. Τα έργα αυτά πρέπει να περιγράφονται σε ειδικές μελέτες διαχείρισης, οι οποίες εγκρίνονται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Οι προδιαγραφές για τη σύνταξή τους καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

δ) Η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής τηρεί βάση δεδομένων με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για την οικολογική κατάσταση και την κατάσταση διαχείρισης όλων των Καταφυγίων Άγριας Ζωής ανά την επικράτεια και δίδει τις κατευθύνσεις προς τους Γενικούς Γραμματείς Διοίκησης για την αειφορική διαχείριση των περιοχών αυτών.

ε) Οι περιοχές που είναι χαρακτηρισμένες ως Καταφύγια Άγριας Ζωής μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, εντάσσονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

στ) Δια του παρόντος, καταργείται η παράγραφος 3 του άρθρου 57 του ν. 2637/1998.

5. α) Ως προστατευόμενα τοπία (Protected landscapes / seascapes) και φυσικοί σχηματισμοί χαρακτηρίζονται περιοχές μεγάλης οικολογικής, αισθητικής ή πολιτισμικής αξίας και εκτάσεις που είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για αναψυχή του κοινού ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους. Στα προστατευόμενα τοπία μπορεί να δίνονται με βάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ειδικότερες ονομασίες, όπως αισθητικό δάσος, τοπίο άγριας φύσης, τοπίο αγροτικό, αστικό. Ως προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου χαρακτηρίζονται τμήματα ή συστατικά στοιχεία του τοπίου που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, αισθητική ή πολιτιστική αξία ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους, όπως αλσύλια, παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, μονοπάτια, πέτρινοι φράχτες και αναβαθμίδες, προστατευτικές φυτείες, κρήνες.

β) Ως προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί (Protected natural formations) χαρακτηρίζονται λειτουργικά τμήματα της φύσης ή μεμονωμένα δημιουργήματά της, που έχουν ιδιαίτερη επιστημονική, οικολογική ή αισθητική αξία ή συμβάλλουν στην διατήρηση των φυσικών διεργασιών και στην προστασία φυσικών πόρων, όπως δέντρα, συστάδες δέντρων και θάμνων, προστατευτική βλάστηση, παρόχθια και παράκτια βλάστηση, φυσικοί φράχτες, καταρράκτες, πηγές, φαράγγια, θίνες, ύφαλοι, σπηλιές, βράχοι, απολιθωμένα δάση, δέντρα ή τμήματά τους, παλαιοντολογικά ευρήματα, κοραλλιογενείς, γεωμορφολογικοί σχηματισμοί και γεώτοποι. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί που έχουν μνημειακό χαρακτήρα χαρακτηρίζονται ειδικότερα ως διατηρητέα μνημεία της φύσης (Protected natural monuments). Ενέργειες ή δραστηριότητες που μπορούν να επιφέρουν καταστροφή, φθορά ή αλλοίωση των προστατευόμενων φυσικών σχηματισμών όπως και των προστατευόμενων τοπίων ή των επιμέρους στοιχείων τους απαγορεύονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις των οικείων κανονισμών.

γ) Τοπία που έχουν κηρυχθεί ως αισθητικά δάση, ως περιαστικά δάση, ως προστατευτικά δάση και ως διατηρητέα μνημεία της φύσης, εντάσσονται δια του παρόντος σε αυτή την κατηγορία. Για τα ήδη κηρυγμένα Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους, με απόφαση Υπουργού ΠΕΚΑ, ρυθμίζονται οι όροι ένταξής τους.

6. Στις περιοχές (α) των παραγράφων 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων πιθανών τμημάτων των περιοχών αυτών που αποτελούν περιοχές των παραγράφων 1 και 2, υγροτόπων Διεθνούς Σημασίας (υγρότοποι RAMSAR) και οικοτόπων προτεραιότητας περιοχών της Επικράτειας που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000, σύμφωνα με την απόφαση 2006/13/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και (β) στις γειτονικές εκτάσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του παρόντος νόμου, επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής.

7. Η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής τηρεί βάση δεδομένων με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για την οικολογική κατάσταση και την κατάσταση διαχείρισης όλων των προστατευόμενων περιοχών ανά την επικράτεια και δίνει τις κατευθύνσεις για την αειφορική διαχείριση των περιοχών αυτών».

4. Το άρθρο 21 του ν. 1650/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. α) Για τον χαρακτηρισμό των προστατευόμενων περιοχών 1, 2, και 3, που προβλέπονται στο άρθρο 19 του παρόντος, την οριοθέτηση και τον καθορισμό, όρων δόμησης, χρήσεων γης και δραστηριοτήτων εντός αυτών, εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προεδρικό διάταγμα, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής «Φύση» και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σε εφαρμογή ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης (ΕΠΜ). Η ανάθεση της ευθύνης σύνταξης ΕΠΜ πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής , ή του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και η έγκρισή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

β) Ειδικά ο χαρακτηρισμός και ο καθορισμός των ορίων και των τυχόν ζωνών προστασίας, περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου, που περιλαμβάνονται σε ζώνη οικιστικού ελέγχου (ΖΟΕ) γίνεται με την πράξη καθορισμού της ΖΟΕ και με τη διαδικασία του άρθρου 29 του ν. 1337/1983, όπως ισχύει.

2. Για τον χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως καταφυγίου άγριας ζωής εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική αξία της περιοχής. Στην πράξη χαρακτηρισμού καθορίζονται προτεραιότητες διατήρησης για την κάθε περιοχή. Αποχαρακτηρισμός ή μείωση της έκτασης της προστατευόμενης περιοχής επιτρέπεται μόνο με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

3. Για τον χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως προστατευόμενο τοπίο ή ως προστατευόμενο φυσικό σχηματισμό εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική αξία του προστατευτέου αντικειμένου. Στην πράξη χαρακτηρισμού καθορίζονται προτεραιότητες διατήρησης. Αποχαρακτηρισμός ή μείωση της έκτασης του προστατευτέου αντικειμένου επιτρέπεται μόνο με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

4. Η διάρκεια ισχύος των ειδικών περιβαλλοντικών μελετών ορίζεται σε 15 έτη. Εντός δυο ετών από την έγκριση της σχετικής ΕΠΜ, πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες οριοθέτησης της προστατευόμενης περιοχής και η θεσμοθέτηση μέτρων προστασίας και διαχείρισης, με βάση την εγκεκριμένη ΕΠΜ. Για κάθε τροποποίηση επί τα βελτίω των διαταγμάτων προστασίας περιοχών, για τις οποίες έχουν εγκριθεί ΕΠΜ, ως ημερομηνία έναρξης ισχύος των ΕΠΜ λογίζεται η ημερομηνία έγκρισης αυτής. Επικαιροποίηση των ΕΠΜ απαιτείται εάν μετά το πέρας της δεκαπενταετίας ισχύος κρίνεται απαραίτητη η τροποποίηση των μέτρων προστασίας και διαχείρισης που προβλέπονται στο διάταγμα χαρακτηρισμού. Επικαιροποίηση απαιτείται επίσης εάν κατά τη διάρκεια ισχύος σημειωθούν εξαιρετικά σοβαρές αλλαγές στην κατάσταση διατήρησης του προστατευτέου αντικειμένου.

5. Η διαδικασία ανάθεσης, σύνταξης και έγκρισης, όπως και οι προδιαγραφές των ειδικών περιβαλλοντικών μελετών και των ειδικών εκθέσεων ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής εντός έτους από της ισχύος του παρόντος νόμου. Μέχρι τότε, εφαρμόζονται αναλόγως τα προβλεπόμενα από την ΚΥΑ 69269/5387/90 (ΦΕΚ 678 Β’,) με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στο σημείο α’ της παραγράφου 1.

6. Με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατόν η διαχείριση των προστατευόμενων αντικειμένων να ανατίθεται σε δημόσιες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα, κατά τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 2742/1999.

7. Τα σχέδια των πράξεων χαρακτηρισμού που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ανακοινώνονται πριν από την οριστική διατύπωσή τους στους ενδιαφερομένους και κατατίθενται σε δημόσια διαβούλευση για διάστημα ενός μηνός.

8. Για περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, για τα οποία έχει αρχίσει η διαδικασία χαρακτηρισμού με προεδρικό διάταγμα και έως ότου εκδοθεί η πράξη χαρακτηρισμού ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει τις οικοδομικές εργασίες. Η ισχύς της υπουργικής αυτής απόφασης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο έτη. Αν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, με όμοια υπουργική απόφαση, για ένα ακόμη έτος.

9. Αιτήσεις για την έκδοση άδειας έργων και δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές, εφόσον έχουν υποβληθεί κατά τις διατάξεις της κείμενης σχετικής νομοθεσίας, πριν από την έκδοση των διαταγμάτων ή αποφάσεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 21, εξετάζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατ’ απόκλιση των ρυθμίσεων των διαταγμάτων, αποφάσεων ή σχεδίων αυτών».

  • 13 Ιουλίου 2010, 00:50 | Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου

    Παρ. 3 Εδ.1α) Να ορίζεται ρητώς ότι για να επιτρέπεται η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών σε περιοχές απόλυτης προστασίας θα πρέπει να υπάρχει πάντοτε η σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων φορέων. Επίσης να προστεθεί το εξής: «Κατά τον καθορισμό των ορίων των περιοχών απόλυτης προστασίας της φύσης να λαμβάνεται υπόψη ότι αυτές θα πρέπει να αποτελούν ενιαίες εκτάσεις και να αποφεύγεται ο κατακερματισμός τους». Είναι πολύ σημαντικό οι περιοχές απόλυτης προστασίας να μην είναι κατακερματισμένες. (Ενδεχομένως να βρίσκει εφαρμογή και για τις περιοχές προστασίας της φύσης).
    Παρ. 3 Εδ. 3.2γ) Να προστεθεί στο τέλος: «Η διατήρηση των ανωτέρω στοιχείων θα υλοποιείται τόσο εντός τόπου (in situ) σε καλλιέργειες, όσο και εκτός τόπου (ex situ), σε Τράπεζες Γενετικού Υλικού/Σπερμάτων, Βοτανικούς Κήπους, φυτώρια κ.λπ. Στις περιπτώσεις παρουσίας Φορέων Διαχείρισης, αυτοί θα λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων».
    Παρ. 3 Εδ. 4.1γ) Οι εθνικοί στόχοι για την διατήρηση των τύπων οικοτόπων και των ειδών κοινοτικής σημασίας να καθορίζονται όχι μόνο κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής «Φύση», αλλά και με τη συμβολή συναφών με το αντικείμενο Ακαδημαϊκών Ιδρυμάτων.
    Παρ. 3 Εδ. 4.1στ) «Στην περίπτωση που ΕΖΔ εμπίπτουν στη αρμοδιότητα Φορέα Διαχείρισης, ο οικείος Φορέας Διαχείρισης θα πρέπει να συντονίζει και συμμετέχει ενεργά στις διαδικασίες που προβλέπονται στα εδάφια δ) και ε) της παρούσας παραγράφου», και όχι μόνο τη διαδικασία του εδαφίου ε).
    Παρ. 3 Εδ. 4.2α) Λάθος αναφορά της Οδηγίας (Σωστό: 2009/147/ΕΚ).
    Παρ. 3 Εδ. 4.3β) «Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η σύλληψη ειδών της άγριας πανίδας και της αυτοφυούς χλωρίδας μόνο για ερευνητικούς σκοπούς», αντί για μόνο τη σύλληψη ειδών της άγριας πανίδας.
    Παρ. 3 Εδ. 4.3δ) …’Γενικούς Γραμματείς Αποκεντρωμένης Διοίκησης’, αντί για ‘Γενικούς Γραμματείς Διοίκησης.
    Παρ. 3 Εδ. 6) Λάθος αναφορά της Απόφασης ΕΚ (Σωστό: 2006/613/ΕΚ).
    Παρ. 4 Εδ. 8) Αποτελεί τροποποίηση του Άρ. 21, Παρ. 6 του 1650/86: «…ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει τις οικοδομικές εργασίες». Αυτό θα πρέπει να επιστρέψει στην αρχική μορφή του Αρ. 21 Παρ. 6 του 1650/86, ήτοι:»…να αναστείλει επεμβάσεις και δραστηριότητες που είναι δυνατό να έχουν βλαπτικά αποτελέσματα…», καθώς δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί θα πρέπει να εξειδικεύεται μόνο για τις οικοδομικές εργασίες!

  • 13 Ιουλίου 2010, 00:35 | liian καλλεργη

    Το παρον νομοσχεδιο πιστευω ο,τι αποτελει μια καλη βαση ,σε συνδιασμο με το Σ.Ν.πρασινο Ταμειο,-Συνταξη Δασικων Χαρτων. Ευχαριστουμε τον κ πρωθυπουργο κ την κυβερνηση για την ευκαιρια που εχουμε να συμμετεχουμε στη ευνομια κ το δικαιον.
    Στο αρθρ.3 παρ 3 περ.3ζ ‘Αναφερεται<> . Αρθρο 21 ,όπως κ 18,δεν υπαρχει στο παρον νομοσχεδιο.
    Παρακαλουμε, την κα υπουργο , το υπουργικο συμβουλιο , κ. πρωθυπουργο ,κ τη Βουλη των ελληνων, κ τον κ. Παμπουκη, που γνωριζει καλα νομικα .,<< να συμπληρωθει – ορισθει στο παρον αρθρο για τα νεα προεδρικα διαταγματα που θ ’ εκδοθουν, ΄’ ν ελεχθουν τα ισχυοντα Π.Δ, αν είναι τυπικα κ ουσιαστικα ‘’ νομιμα’’ καθως κ αν οι υφισταμενοι '<<δρυμοι» ΠΛΗΡΟΥΝ τις νομιμες η κ ουσιαστικες προυποθεσεις κυρηξης τους,ως ‘'δρυμοι'’ ? Διοτι πρεπει να διορθωθουν- επαναξετασθουν αναγκαστικα τα παλαια Διαταγματα.. Ειναι αναγκαια παρεμβαση αξιολογησης των ,τυπικα – νομικα κ ουσιαστικα. Υπαρχουν γνωστες περιπτωσεις π.χ Π.Δ 172/ 4-1974, κλπ που είναι απαραιτητο να γινει αυτό . Ειναι γνωστο στις δασικες υπηρεσιες . Εκεινες ισως εχουν κανει ενεργειες , εχουν καταγραψει τα προβληματα.. δεν εγινε τιποτα. Στο τελος καποιοι, τα’ ακυρο κ αντιφαντικο Π.Δ. Το χρησιμοποιησαν υπερ τους, να χτισουν νομιμα. Αλλοι κυνηγηθηκαν ανελεητα.. Ώστε να μην αναγκαζεται η πολιτεια να πληρωνει απαλοτροιωσεις., η να αδικει τους πολιτες της, η να δημευει τις περιουσιες τους, η ν’ αντιδικει μαζι τους. Δικαιουνται οι πολιτες της Ελλαδος ν αποκατασταθουν κ να απολαυσουν δικαιους κ δημοκρατικους νομους.
    ΟΙ νομοι κ τα Π.Δ. δεν μπορουν ν αλλαζουν καθε μηνα η χρονο. Τωρα που γινονται και οι δασικοι χαρτες είναι ΣΩΣΤΟ Κ ΄ΑΝΑΓΚΑΙΟ να υπαρχει η δυνατοτης ΕΠΑΝ- ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ, ΑΡΣΗ ΑΔΙΚΙΩΝ, ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΟΣ. Να ψηφισθει ο νομος ώστε να είναι , ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ, ανταποκρινομενος στις σημερινες αναγκες-εποχες, αλλα κ μελλοντικες. Δεν πρεπει να ζουμε ακομα με παρανομες χουντικες αποφασεις κ ‘Π.Δ. που ευνοηθηκαν αρκετοι φιλοι τους, μεχρι κ σημερα.
    Ωστε κ πρασινη αναπτυξη ν’εχουμε κ δικαια κ αξιοποιηση των περιουσιων των νομιμων πολιτων. Αν γινουν οι καταλληλες ρυθμισεις ,

  • στο αρθρο 3.4.1 :για τον χαρακτηρισμο περιοχων χρειαζεται η γνωμη του Περιφερειακου Συμβουλιου (ΠΣ) τοσο για την εκδοση του ΠΔ ,οσο και για την εγκριση της ΕΠΜ.

    στο αρθρο 3.4.2 :για τον χαρακτηρισμο μιας περιοχης ως καταφυγιου αγριας ζωης κ.λ ,χρειαζεται η γνωμη του Περιφερειακου Συμβουλιου (ΠΣ),οπως και για τον αποχαρακτηρισμο η την μειωση της εκτασης της.

    στο αρθρο 3.4.3 :για τον χαρακτηρισμο μιας περιοχης ως προστατευομενο τοπιο κ.λ ,χρειαζεται η γνωμη του Περιφερειακου Συμβουλιου (ΠΣ),οπως και για τον αποχαρακτηρισμο η την μειωση της εκτασης της.

    στο αρθρο 3.2.5β :για την εγκριση των σχεδιων διαχειρισης απαιτειται η γνωμη του Περιφερειακου Συμβουλιου (ΠΣ)

    στο αρθρο 3.4.6 προστιθεται εδαφιο α , ητοι 3.4.6α στο οποιο αναφερεται οτι:»τροποποιειται η σχετικη διαταξη του ν. 2742/99 για τα διοικητικα συμβουλια των ΦΔ κατα το σημειο:προεδρος του φορεα διαχειρισης οριζεται ο εκαστοτε Περιφερειαρχης η ο Αντιπεριφερειαρχης που οριζει ο ιδιος .Αντιπροεδρος του ΦΔ οριζεται επιστημονας ειδικος με το αντικειμενο του φορεα.

  • 12 Ιουλίου 2010, 22:15 | Αρβανιτίδης Χρήστος

    Άρθρο 3 – Εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών

    1. Το Εθνικό Σύστημα Προστατευόμενων Περιοχών αποτελείται από όλες τις περιοχές που υπάγονται σε μια ή περισσότερες από τις κατηγορίες του άρθρου 19 του ν.1650/1986, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 3 του παρόντος νόμου, με στόχο την αποτελεσματική προστασία της βιοποικιλότητας και των λοιπών οικολογικών αξιών τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η εποπτεία της λειτουργίας και ο κεντρικός συντονισμός του Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών αποτελεί ευθύνη του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, το οποίο συνεπικουρείται επιστημονικά από την Επιτροπή «Φύση».

    2. To άρθρο 18 του ν. 1650/1986, αντικαθίσταται ως εξής:

    «1. Η βιοποικιλότητα, η φύση και το τοπίο προστατεύονται και διατηρούνται, ώστε να διασφαλίζονται οι φυσικές διεργασίες, η ισορροπία και η εξέλιξη των οικοσυστημάτων, η ποικιλομορφία, η ιδιαιτερότητα ή η μοναδικότητα των συνιστωσών τους καθώς και η αποδοτικότητα των φυσικών πόρων με κριτήριο την απρόσκοπτη προσφορά των αγαθών και υπηρεσιών τους.

    2. Χερσαίες, υδάτινες ή μικτού χαρακτήρα περιοχές, μεμονωμένα στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα προστασίας και διατήρησης εξαιτίας της ιδιαίτερης οικολογικής, γεωμορφολογικής, βιολογικής, επιστημονικής ή αισθητικής σημασίας τους.

    3. Οι περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 19, ως:

    – Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης

    – Περιοχές προστασίας της φύσης

    – Φυσικά πάρκα και ειδικότερα ως: εθνικά ή περιφερειακά πάρκα

    – Περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών και ειδικότερα ως: ειδικές ζώνες διατήρησης,
    ζώνες ειδικής προστασίας ή/και καταφύγια άγριας ζωής

    – Προστατευόμενα τοπία ή προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί

    4. Αν, για την προστασία και διατήρηση των περιοχών, των στοιχείων ή των συνόλων της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται παράλληλα η εφαρμογή ορισμένων μέτρων σε γειτονικές εκτάσεις, οι παραπάνω περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα αποτελούν κεντρικό τμήμα μιας ευρύτερης περιοχής στην οποία τα αναγκαία μέτρα προστασίας κλιμακώνονται κατά ζώνες.

    5. α) Για τα αντικείμενα προστασίας και διατήρησης της παρ. 3 με τις ζώνες τους καταρτίζονται σχέδια διαχείρισης, με τα οποία, στο πλαίσιο των όρων και προϋποθέσεων που τίθενται στις πράξεις χαρακτηρισμού, (α) καθορίζονται τα αναγκαία μέτρα οργάνωσης και λειτουργίας για τη διατήρηση των προστατευόμενων αντικειμένων, (β) εξειδικεύονται οι όροι και περιορισμοί άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του άρθρου 19 και της παραγράφου 9 του άρθρου 21 και (γ) προσδιορίζονται αναλυτικά οι κατευθύνσεις και οι προτεραιότητες για την υλοποίηση έργων, δράσεων και μέτρων που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία, διαχείριση και αποκατάσταση των κατά περίπτωση προστατευόμενων αντικειμένων. Τα σχέδια διαχείρισης συνοδεύονται από σχέδια δράσης, στα οποία εξειδικεύονται τα αναγκαία μέτρα, δράσεις, έργα και προγράμματα, οι φάσεις, το κόστος, οι πηγές και οι φορείς χρηματοδότησής τους, καθώς και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής τους και οι φορείς εφαρμογής τους.

    β) Τα σχέδια διαχείρισης εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για τις κατηγορίες 1, 2, 3, 4.1 και 4.2 ή με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης για τις κατηγορίες 4.3 και 5 του άρθρου 19, όπως ισχύει. Για τις περιοχές των κατηγοριών 1, 2, 3, 4.3 και 5 του άρθρου 19, οι πράξεις έγκρισης των σχεδίων διαχείρισης εκδίδονται υποχρεωτικώς εντός εξαμήνου από τον χαρακτηρισμό της περιοχής ως προστατευόμενης και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για τις περιοχές των κατηγοριών 4.1 και 4.2 του άρθρου 19, οι πράξεις έγκρισης των σχεδίων διαχείρισης λαμβάνουν υπόψη τους εθνικούς στόχους διατήρησης που καθορίζονται με την απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, όπως αυτή προσδιορίζεται στο εδάφιο γ) της παραγράφου 4.1.του άρθρου 19.

    γ) Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και για την κατάρτιση σχεδίων διαχείρισης για τα προστατευόμενα βιολογικά είδη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της χλωρίδας και πανίδας, καθώς και για τους τύπους οικοτόπων του παραρτήματος Ι της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

    δ) Οι προδιαγραφές και το περιεχόμενο των σχεδίων διαχείρισης καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

    ε) Τα σχέδια διαχείρισης έχουν ισχύ για χρονικό διάστημα πέντε ετών. Αν η πενταετία παρέλθει χωρίς να εγκριθεί νέο σχέδιο διαχείρισης, η ισχύς του υφιστάμενου παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι εγκρίσεως νέου σχεδίου.

    6. Αντικείμενα προστασίας και διατήρησης, κατά την έννοια της παραγράφου 1 αποτελούν επίσης τα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας, της άγριας πανίδας, των μικροοργανισμών αλλά και των γονιδιωμάτων τους όταν τα τελευταία κρίνονται ιδιαίτερης σημασίας για τη λειτουργικότητα των οικοσυστημάτων.»

    3. Το άρθρο 19 του ν. 1650/1986, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του ν. 3851/2010, αντικαθίσταται ως εξής:

    «Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου:

    1. α) Ως περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης (strict nature reserves) χαρακτηρίζονται εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση βιολογικών ειδών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής τους. Οι περιοχές αυτές υπόκεινται σε αυστηρή επιτήρηση από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών που στοχεύουν κυρίως στην εκτίμηση της κατάστασής τους εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας, όπως και η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται απολύτως αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, ειδών ή οικοτόπων.

    β) Οι περιοχές αυτές περιβάλλονται από περιφερειακή – ρυθμιστική ζώνη προστασίας, επαρκούς έκτασης, ώστε να κλιμακώνονται οι όροι και περιορισμοί για την καλύτερη διασφάλιση του προστατευτέου αντικειμένου.

    2. Ως περιοχές προστασίας της φύσης (Nature reserves) χαρακτηρίζονται εκτάσεις μεγάλης οικολογικής ή βιολογικής αξίας. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που είναι δυνατό να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η εκτέλεση εργασιών, επιστημονικών ερευνών, όπως και παραπάνω, και η άσκηση ήπιας έντασης ασχολιών και δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας.

    3. α) Ως φυσικά πάρκα (Natural parks) χαρακτηρίζονται χερσαίες, υδάτινες ή μικτού χαρακτήρα περιοχές, εφόσον παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον σε ότι αφορά την ποιότητα και ποικιλία των φυσικών και πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών, ιδίως βιολογικών, οικολογικών, γεωμορφολογικών και αισθητικών και παράλληλα προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες για ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την προστασία της φύσης και του τοπίου. Τα φυσικά πάρκα διακρίνονται σε εθνικά και περιφερειακά.

    β) Ο χαρακτηρισμός περιοχών ως φυσικών πάρκων αποσκοπεί στη διαφύλαξη της φυσικής κληρονομιάς και της βιοποικιλότητας, καθώς και στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας ευρύτερων περιοχών της χώρας με παράλληλη παροχή δυνατοτήτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και φυσιολατρικών δραστηριοτήτων στο ευρύτερο κοινό.

    γ) Όταν το φυσικό πάρκο ή μεγάλο τμήμα του καταλαμβάνει θαλάσσια ή δασική περιοχή, μπορεί να
    χαρακτηρίζεται ειδικότερα ως θαλάσσιο πάρκο ή εθνικός ή περιφερειακός δρυμός, αντίστοιχα.

    δ) Για την εκπλήρωση των ως άνω σκοπών, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα και διεξάγονται επιστημονικές έρευνες τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της προστασίας και διατήρησής τους, ώστε οι περιοχές αυτές να προστατεύονται επαρκώς τόσο από φυσικές αιτίες υποβάθμισης όσο και από ανθρώπινες δραστηριότητες που ενδεχόμενα προκαλούν αλλοίωση της κατάστασης διατήρησης των προστατευτέων αξιών.

    ε) Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, στα φυσικά πάρκα επιτρέπεται η άσκηση ήπιας έντασης και δραστηριοτήτων, οι οποίες καθορίζονται από τη φέρουσα ικανότητα των πάρκων και προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον και την τοπική αρχιτεκτονική, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές προβλέπονται στην πράξη χαρακτηρισμού και το σχέδιο διαχείρισης.

    στ) Για τη σαφή και κατανοητή από όλους τους χρήστες των περιοχών αυτών προστασία και διαχείριση μπορεί να προβλέπεται η οριοθέτηση ζωνών προστασίας εντός των φυσικών πάρκων και ο καθορισμός ικανής έκτασης απόλυτης προστασίας ή προστασίας της φύσης (πυρήνας). Ο καθορισμός σαφώς οριοθετημένων περιφερειακών του πυρήνα ζωνών προστασίας και/ή ήπιας ανάπτυξης, πάντα στα πλαίσια της αειφορίας, με κλιμάκωση του βαθμού προστασίας γίνεται πάντα με γνώμονα τη φέρουσα ικανότητα των συστημάτων αλλά και την ολοκληρωμένη προστασία των προστατευτέων οικολογικών αξιών.

    ζ) Οι Εθνικοί Δρυμοί που έχουν κηρυχθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 78 του ν.δ. 86/1969, όπως αντικαταστάθηκε από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν.δ. 996/1971 και οι Υγρότοποι Διεθνούς Σημασίας κατά τη Σύμβαση Ραμσάρ (ν.δ. 191/1974) χαρακτηρίζονται εθνικά ή περιφερειακά πάρκα με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά τη διαδικασία του άρθρου 21 του παρόντος.

    η) Τα φυσικά πάρκα διακρίνονται σε εθνικά και περιφερειακά πάρκα.

    3.1 Εθνικά πάρκα (National parks)

    Ως εθνικά πάρκα χαρακτηρίζονται περιοχές μεγάλης έκτασης που είτε λόγω της θέσης τους, όπως διασυνοριακές, είτε λόγω της εξέχουσας οικολογικής σπουδαιότητάς τους θεωρούνται ως σημαντικές σε εθνικό επίπεδο.

    3.2 Περιφερειακά πάρκα (Regional parks)

    α) Ως περιφερειακά πάρκα χαρακτηρίζονται περιοχές που είτε λόγω της θέσης τους είτε λόγω της οικολογικής σπουδαιότητάς τους θεωρούνται σημαντικές σε περιφερειακό επίπεδο.

    β) Ειδικά για τις περιαστικές φυσικές περιοχές που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακά πάρκα, ως κύρια προστατευτέα αξία ορίζεται η διατήρηση του οικοσυστήματος σε ικανοποιητική κατάσταση, ώστε να παρέχει οικολογικά αγαθά και υπηρεσίες, όπως η βελτίωση της ποιότητας του αέρα, η ρύθμιση του κλίματος και του κύκλου νερού και η παροχή δυνατοτήτων αναψυχής στους κατοίκους των αστικών κέντρων. Οι περιοχές αυτές είναι δυνατόν να χαρακτηρίζονται ως «ήσυχες περιοχές στην
    ύπαιθρο», κατά την έννοια του εδαφίου ιγ) του άρθρου 3 της κοινοτικής οδηγίας 2002/49/ΕΚ.

    γ) Στις αγροτικές περιοχές υψηλής βιολογικής σημασίας που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακά πάρκα, ως κύρια προστατευτέα αξία ορίζεται η διατήρηση των τοπικών γονιδιωμάτων, ποικιλιών φυτικού υλικού και φυλών ζώων, καθώς και των δομικών στοιχείων του αγροτικού τοπίου (π.χ. φυτοφράχτες και ακαλλιέργητες νησίδες στα όρια αγρών).

    4. α) Ως περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών (ecotope / species management areas) χαρακτηρίζονται εκτάσεις χερσαίες, υδάτινες ή θαλάσσιες που υπόκεινται σε ενεργό διαχείριση για τη διασφάλιση της διατήρησης των προστατευτέων οικοτόπων και ειδών.
    (Είναι σφάλμα να συγχέεται η έννοια του ενδιαιτήματος με εκείνη του οικοτόπου. Αν χρειάζεται, μπορεί μα δοθεί ΚΑΙ ο ορισμός του ενδιαιτήματος που είναι εντελώς διαφορετικός).

    β) Διακρίνονται σε Ειδικές Ζώνες Διατήρησης, Ζώνες Ειδικής Προστασίας και Καταφύγια Άγριας
    Ζωής.

    4.1 Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (Special areas of conservation)

    α) Οι περιοχές που περιέχονται στον κατάλογο των Περιοχών Κοινοτικής Σημασίας, ο οποίος περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 της Απόφασης 2006/613/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως εκάστοτε ισχύει, χαρακτηρίζονται με τον παρόντα νόμο ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ) και επισυνάπτονται ως παράρτημα στον παρόντα νόμο (παράρτημα 1). Αναλυτικοί και ψηφιοποιημένοι χάρτες των ΕΖΔ τηρούνται σε αρχείο και είναι διαθέσιμοι στο κοινό από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

    β) Περιοχές της κατηγορίας αυτής μπορούν επιπλέον να ενταχθούν σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία προστασίας του παρόντος άρθρου σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή, διασφαλίζεται ότι η οριοθέτηση, η πιθανή ζώνωση και οι θεσμοθετούμενες ρυθμίσεις, απαγορεύσεις, όροι και περιορισμοί συνάδουν με το στόχο προστασίας τους.

    γ) Μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου του 2012, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής «Φύση», καθορίζονται εθνικοί στόχοι διατήρησης των τύπων οικοτόπων και των ειδών κοινοτικής σημασίας (Παραρτήματα Ι και ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ) που απαντώνται στην ελληνική επικράτεια με στόχο την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησής τους στο σύνολο της εξάπλωσής τους μέχρι το 2020. Με την ίδια ή άλλες αποφάσεις ανά ΕΖΔ ή ομάδες τέτοιων, καθορίζονται επίσης στόχοι διατήρησης ανά ΕΖΔ, με στόχο την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των ενδιαιτημάτων και των ειδών που απαντώνται σε κάθε μια περιοχή, και περιγράφονται στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων, με εξαίρεση εκείνα που θεωρούνται μη-σημαντικά σύμφωνα με το τυποποιημένο έντυπο δεδομένων μέχρι το 2020, με βάση τα παρακάτω κριτήρια:

    α. τις οικολογικές απαιτήσεις τους

    β. την κατάσταση διατήρησής τους σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο

    γ. τις απειλές και τους κινδύνους υποβάθμισης, καταστροφής ή όχλησης τους

    δ. την εθνική και ευρωπαϊκή σημασία τους για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας

    ε. τη συνολική συνοχή του δικτύου «Natura 2000».

    δ) Οι στόχοι διατήρησης πρέπει να είναι μετρήσιμοι, ενδεδειγμένοι για την κάθε ΕΖΔ, περιεκτικοί και συνεκτικοί. Στις περιπτώσεις που η κατάσταση διατήρησης ενός τύπου ενδιαιτήματος ή ενός είδους δεν είναι γνωστή, οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΚΑ εκπονούν κατά προτεραιότητα προγράμματα έρευνας και συγκέντρωσης στοιχείων και πληροφοριών, με στόχο τον εμπλουτισμό της γνώσης ώστε να καθοριστεί η κατάσταση διατήρησης του ενώ οι στόχοι διατήρησης και τα μέτρα διατήρησης που αποσκοπούν κατ’ αρχήν στην διατήρησή τους και την πρόληψη οποιασδήποτε υποβάθμισης, όχλησης ή καταστροφής τους.

    ε) Οι στόχοι και τα μέτρα διατήρησης ανά ΕΖΔ ενσωματώνονται στο σχέδιο διαχείρισης που προβλέπει η παράγραφος 5 του άρθρου 18 του ν. 1650/1986, από τις εποπτεύουσες υπηρεσίες, κατόπιν αξιολόγησης των δεδομένων για την κάθε περιοχή και των σχετικών στόχων διατήρησης.

    στ) Στην περίπτωση που ΕΖΔ εμπίπτουν στην αρμοδιότητα Φορέα Διαχείρισης, ο οικείος Φορέας Διαχείρισης συντονίζει την παραπάνω διαδικασία.

    ζ) Η υλοποίηση δράσεων διαχείρισης των ΕΖΔ ξεκινά το συντομότερο δυνατό και όχι αργότερα από τις 20 Σεπτεμβρίου 2012.

    η) Ρυθμίσεις με οριζόντιο ή και ειδικότερο χαρακτήρα για την προστασία και οικολογική διαχείριση των ΕΖΔ είναι δυνατόν να εξειδικεύονται περαιτέρω, καθώς και να ορίζονται πρόσθετες, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και των εκάστοτε συναρμόδιων υπουργών.

    θ) Καταργείται η παρ. Β.2. του άρθρου 4 της ΚΥΑ 33318/3028/28.12.1998 (ΦΕΚ 1289 Β’128.12.1998).

    4.2 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Special Protection Areas)

    α) Με τον παρόντα νόμο εγκρίνεται ο κατάλογος των περιοχών της ελληνικής επικράτειας που έχουν ταξινομηθεί ως «Ζώνες Ειδικής Προστασίας» (ΖΕΠ) βάσει του άρθρου 4 της Οδηγίας 2009/147/ΕΟΚ και έχουν ενταχθεί στο κοινοτικό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000, ο οποίος προσαρτάται ως παράρτημα στον παρόντα νόμο (παράρτημα 2). Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, το Παράρτημα αναμορφώνεται με βάση τιςτροποποιήσεις του καταλόγου μεταγενέστερων ΖΕΠ.

    β) Οι ΖΕΠ μπορούν επιπλέον να ενταχθούν σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία προστασίας σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το παρόν άρθρο διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή, διασφαλίζεται ότι η οριοθέτηση, η ζώνωση και οι θεσμοθετούμενες ρυθμίσεις, απαγορεύσεις, όροι και περιορισμοί των προστατευόμενων περιοχών συνάδουν με τον στόχο προστασίας τους.

    γ) Ρυθμίσεις με οριζόντιο ή και ειδικότερο χαρακτήρα για την προστασία και οικολογική διαχείριση των ΖΕΠ είναι δυνατό να εξειδικεύονται περαιτέρω καθώς και να ορίζονται πρόσθετες τέτοιες, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής και των εκάστοτε συναρμόδιων υπουργών.

    4.3 Καταφύγια Άγριας Ζωής (Wildlife refuges)

    α) Ως Καταφύγια Άγριας Ζωής χαρακτηρίζονται φυσικές περιοχές, (χερσαίες, υγροτοπικές ή θαλάσσιες), που έχουν ιδιαίτερη σημασία ως σημαντικοί τόποι ανάπτυξης της άγριας χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας, ή ως περιοχές αναπαραγωγής ψαριών και συγκέντρωσης γόνου, ή, τέλος, ως σημαντικά θαλάσσια ενδιαιτήματα. Ως καταφύγια άγριας ζωής μπορούν να χαρακτηρίζονται και οι οικολογικοί διάδρομοι μεταξύ άλλων κατηγοριών προστατευόμενων περιοχών του παρόντος κεφαλαίου.

    β) Εντός των Καταφυγίων Άγριας Ζωής απαγορεύονται δραστηριότητες που αλλάζουν ή τροποποιούν σημαντικά τα βιοτικά και αβιοτικά χαρακτηριστικά τους όπως η θήρα, η αλιεία, η σύλληψη της άγριας πανίδας, η συλλογή της άγριας χλωρίδας, η με κάθε τρόπο καταστροφή ζώνης με φυσική βλάστηση, η καταστροφή των φυτοφρακτών, η αμμοληψία, η αποστράγγιση, η επιχωμάτωση και αποξήρανση ελωδών εκτάσεων, η ρύπανση των υδατικών συστημάτων, η διάθεση ή απόρριψη αποβλήτων, η δόμηση εκτός σχεδίου πόλεως και ορίων οικισμών, η ανάπτυξη ιχθυοκαλλιεργειών, η διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων, καθώς και η υπαγωγή έκτασης του Καταφυγίου σε πολεοδομικό ή ρυμοτομικό σχεδιασμό. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η σύλληψη ειδών της άγριας πανίδας μόνο για ερευνητικούς σκοπούς, κατόπιν σχετικής αδείας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής όπως προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις. Επίσης, επιτρέπεται η εγκατάσταση παρατηρητηρίων της άγριας πανίδας.

    γ) Εντός των καταφυγίων άγριας ζωής, οι αρμόδιες κατά περίπτωση υπηρεσίες δύνανται να προγραμματίζουν και να εκτελούν ειδικά έργα βελτίωσης του βιοτόπου και έργα ικανοποίησης των οικολογικών αναγκών του βιολογικού κύκλου των ειδών της άγριας πανίδας και αυτοφυούς χλωρίδας και ιδίως αναδάσωση, διατήρηση ακαλλιέργητων εκτάσεων, διατήρηση εκτάσεων με παραδοσιακές καλλιέργειες, διατήρηση φυτοφρακτών, έργα αναβάθμισης και αποκατάστασης υγροτοπικών εκτάσεων, δημιουργία και ανάπτυξη ζωνών φυτικής βλάστησης, δημιουργία δενδροστοιχιών κατά μήκος των αγροτικών δρόμων και ελωδών εκτάσεων. Τα έργα αυτά πρέπει να περιγράφονται σε ειδικές μελέτες διαχείρισης, οι οποίες εγκρίνονται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Οι προδιαγραφές για τη σύνταξή τους καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

    δ) Η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής τηρεί βάση δεδομένων με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για την οικολογική κατάσταση και την κατάσταση διαχείρισης όλων των Καταφυγίων Άγριας Ζωής ανά την επικράτεια και δίδει τις κατευθύνσεις προς τους Γενικούς Γραμματείς Διοίκησης για την αειφορική διαχείριση των περιοχών αυτών.

    ε) Οι περιοχές που είναι χαρακτηρισμένες ως Καταφύγια Άγριας Ζωής μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, εντάσσονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

    στ) Δια του παρόντος, καταργείται η παράγραφος 3 του άρθρου 57 του ν. 2637/1998.

    5. α) Ως προστατευόμενα τοπία (Protected landscapes / seascapes) χαρακτηρίζονται περιοχές μεγάλης οικολογικής, αισθητικής ή πολιτισμικής αξίας και εκτάσεις που είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για αναψυχή του κοινού ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων εξαιτίας των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους. Στα προστατευόμενα τοπία μπορεί να δίνονται, με βάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ειδικότερες ονομασίες, όπως αισθητικό δάσος, τοπίο άγριας φύσης, τοπίο αγροτικό, αστικό. Ως προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου χαρακτηρίζονται τμήματα ή συστατικά στοιχεία του τοπίου που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, αισθητική ή πολιτιστική αξία ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους, όπως αλσύλια, παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, μονοπάτια, πέτρινοι φράχτες και αναβαθμίδες, προστατευτικές φυτείες, κρήνες.

    β) Ως προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί (Protected natural formations) χαρακτηρίζονται λειτουργικά τμήματα της φύσης ή μεμονωμένα δημιουργήματά της, που έχουν ιδιαίτερη επιστημονική, οικολογική ή αισθητική αξία ή συμβάλλουν στην διατήρηση των φυσικών διεργασιών και στην προστασία φυσικών πόρων, όπως δέντρα, συστάδες δέντρων και θάμνων, προστατευτική βλάστηση, παρόχθια και παράκτια βλάστηση, φυσικοί φράχτες, καταρράκτες, πηγές, φαράγγια, θίνες, ύφαλοι, σπηλιές, βράχοι, απολιθωμένα δάση, δέντρα ή τμήματά τους, παλαιοντολογικά ευρήματα, κοραλλιογενείς, γεωμορφολογικοί σχηματισμοί και γεώτοποι. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί που έχουν μνημειακό χαρακτήρα χαρακτηρίζονται ειδικότερα ως διατηρητέα μνημεία της φύσης (Protected natural monuments). Ενέργειες ή δραστηριότητες που μπορούν να επιφέρουν καταστροφή, φθορά ή αλλοίωση των προστατευόμενων φυσικών σχηματισμών όπως και των προστατευόμενων τοπίων ή των επιμέρους στοιχείων τους απαγορεύονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις των οικείων κανονισμών.

    γ) Τοπία που έχουν κηρυχθεί ως αισθητικά δάση, ως περιαστικά δάση, ως προστατευτικά δάση και ως διατηρητέα μνημεία της φύσης, εντάσσονται δια του παρόντος σε αυτή την κατηγορία. Για τα ήδη κηρυγμένα Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους, με απόφαση Υπουργού ΠΕΚΑ, ρυθμίζονται οι όροι ένταξής τους.

    6. Στις περιοχές (α) των παραγράφων 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων πιθανών τμημάτων των περιοχών αυτών που αποτελούν περιοχές των παραγράφων 1 και 2, υγροτόπων Διεθνούς Σημασίας (υγρότοποι RAMSAR) και οικοτόπων προτεραιότητας περιοχών της Επικράτειας που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000, σύμφωνα με την απόφαση 2006/13/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και (β) στις γειτονικές εκτάσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του παρόντος νόμου, επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής.

    7. Η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής τηρεί βάση δεδομένων με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για την οικολογική κατάσταση και την κατάσταση διαχείρισης όλων των προστατευόμενων περιοχών ανά την επικράτεια και δίνει τις κατευθύνσεις για την αειφορική διαχείριση των περιοχών αυτών».

    4. Το άρθρο 21 του ν. 1650/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

    «1. α) Για το χαρακτηρισμό των προστατευόμενων περιοχών 1, 2, και 3, που προβλέπονται στο άρθρο 19 του παρόντος, την οριοθέτηση και τον καθορισμό, όρων δόμησης, χρήσεων γης και δραστηριοτήτων εντός αυτών, εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προεδρικό διάταγμα, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής «Φύση» και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σε εφαρμογή ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης (ΕΠΜ). Η ανάθεση της ευθύνης σύνταξης ΕΠΜ πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής , ή του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και η έγκρισή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

    β) Ειδικά ο χαρακτηρισμός και ο καθορισμός των ορίων και των τυχόν ζωνών προστασίας, περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου, που περιλαμβάνονται σε ζώνη οικιστικού ελέγχου (ΖΟΕ) γίνεται με την πράξη καθορισμού της ΖΟΕ και με τη διαδικασία του άρθρου 29 του ν. 1337/1983, όπως ισχύει.

    2. Για τον χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως καταφυγίου άγριας ζωής εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική αξία της περιοχής. Στην πράξη χαρακτηρισμού καθορίζονται προτεραιότητες διατήρησης για την κάθε περιοχή. Αποχαρακτηρισμός ή μείωση της έκτασης της προστατευόμενης περιοχής επιτρέπεται μόνο με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

    3. Για τον χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως προστατευόμενο τοπίο ή ως προστατευόμενο φυσικό σχηματισμό εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική αξία του προστατευτέου αντικειμένου. Στην πράξη χαρακτηρισμού καθορίζονται προτεραιότητες διατήρησης. Αποχαρακτηρισμός ή μείωση της έκτασης του προστατευτέου αντικειμένου επιτρέπεται μόνο με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

    4. Η διάρκεια ισχύος των ειδικών περιβαλλοντικών μελετών ορίζεται σε 15 έτη. Εντός δυο ετών από την έγκριση της σχετικής ΕΠΜ, πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες οριοθέτησης της προστατευόμενης περιοχής και η θεσμοθέτηση μέτρων προστασίας και διαχείρισης, με βάση την εγκεκριμένη ΕΠΜ. Για κάθε τροποποίηση επί τα βελτίω των διαταγμάτων προστασίας περιοχών, για τις οποίες έχουν εγκριθεί ΕΠΜ, ως ημερομηνία έναρξης ισχύος των ΕΠΜ λογίζεται η ημερομηνία έγκρισης αυτής. Επικαιροποίηση των ΕΠΜ απαιτείται εάν μετά το πέρας της δεκαπενταετίας ισχύος κρίνεται απαραίτητη η τροποποίηση των μέτρων προστασίας και διαχείρισης που προβλέπονται στο διάταγμα χαρακτηρισμού. Επικαιροποίηση απαιτείται επίσης εάν κατά τη διάρκεια ισχύος σημειωθούν εξαιρετικά σοβαρές αλλαγές στην κατάσταση διατήρησης του προστατευτέου αντικειμένου.

    5. Η διαδικασία ανάθεσης, σύνταξης και έγκρισης, όπως και οι προδιαγραφές των ειδικών περιβαλλοντικών μελετών και των ειδικών εκθέσεων ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής εντός έτους από της ισχύος του παρόντος νόμου. Μέχρι τότε, εφαρμόζονται αναλόγως τα προβλεπόμενα από την ΚΥΑ 69269/5387/90 (ΦΕΚ 678 Β’,) με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στο σημείο α’ της παραγράφου 1.

    6. Με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατόν η διαχείριση των προστατευόμενων αντικειμένων να ανατίθεται σε δημόσιες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα, κατά τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 2742/1999.
    Προκύρηξη και αξιολόγηση των υποβληθέντων προτάσεων????? Συγκρότηση επιτροπών αξιολόγησης?

    7. Τα σχέδια των πράξεων χαρακτηρισμού που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ανακοινώνονται πριν από την οριστική διατύπωσή τους στους ενδιαφερομένους και κατατίθενται σε δημόσια διαβούλευση για διάστημα ενός μηνός.

    8. Για περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, για τα οποία έχει αρχίσει η διαδικασία χαρακτηρισμού με προεδρικό διάταγμα και έως ότου εκδοθεί η πράξη χαρακτηρισμού ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει τις οικοδομικές εργασίες. Η ισχύς της υπουργικής αυτής απόφασης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο έτη. Αν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, με όμοια υπουργική απόφαση, για ένα ακόμη έτος.

    9. Αιτήσεις για την έκδοση άδειας έργων και δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές, εφόσον έχουν υποβληθεί κατά τις διατάξεις της κείμενης σχετικής νομοθεσίας, πριν από την έκδοση των διαταγμάτων ή αποφάσεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 21, εξετάζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατ’ απόκλιση των ρυθμίσεων των διαταγμάτων, αποφάσεων ή σχεδίων αυτών».

  • ΑΡΘΡΟ 3 παρ. 9. «Αιτήσεις για την έκδοση άδειας έργων και δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές, εφόσον έχουν υποβληθεί κατά τις διατάξεις της κείμενης σχετικής νομοθεσίας, πριν από την έκδοση των διαταγμάτων ή αποφάσεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 21, εξετάζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατ’ απόκλιση των ρυθμίσεων των διαταγμάτων, αποφάσεων ή σχεδίων αυτών».

    Αντιβαίνει στην νομολογία ΣτΕ και κατά την γνώμη μου πρόκειται και για φωτογραφική διάταξη.

    Δείτε απόφαση 910/08 ΕΑ ΣτΕ. Ανεστάλη η εκτέλεση ΚΥΑ/ΕΠΟ για την εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού σταθμού μεγάλων διαστάσεων με το σκεπτικό ότι έχει εκπονηθεί και εγκριθεί η ΕΠΜ του οικολογικού Πάρνωνα -Μουστού που δεν επιτρέπει τις μεγάλες Α/Γ. Η σχετική ΚΥΑ για την ίδρυση της περιοχής ή το Π.Δ. εκκρεμεί επί έτη. Ο πρώην Υπουργός ΥΠΕΧΩΔΕ την είχε υπογράψει και δεν την υπέγραφε ο τότε Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης λόγω αντιδράσεων του αιολικού λόμπι.

    Μετά την κυβερνητική αλλαγή, την ΚΥΑ ίδρυσης την υπέγραψε η νυν Υπουργός ΠΕΚΑ και με το α.π. 20224/18-5-2010 ΥΠΕΚΑ διαβιβάστηκε στο ΥΠΑΑΤ και αναμένουμε την υπογραφή της έτερης Υπουργού.

    Ερωτάσθε κα Υπουργέ ως προς τους λόγους που καταργείτε τις περιοχές οικοανάπτυξης, οι κάτοικοι εδώ ευρίσκονται σε αναβρασμό.

  • 12 Ιουλίου 2010, 22:06 | Δ. Παπαδοπουλος

    Επισης δεν μπορει να κατεργειται η παράγραφος 3 του άρθρου 57 του ν. 2637/1998, χωρις μεταβατικη περιοδο.

  • 12 Ιουλίου 2010, 21:19 | Δ. Παπαδοπουλος

    Δεν μπορει να απαγορευτει η οικοδομηση εκτος σχεδιου σε περιοχες οι οποιες ανηκουν στα Καταφύγια Άγριας Ζωής. Υπαρχουν ηδη αρκετα περιοριστικοι πολεοδομικοι οροι. Για να βγαλει ενας ιδιωτης οικοδομικες αδεια περναει τα μυρια λογο των πολυ αυστηρων πολεοδομικων κανονισμων. Μπορει να παρει και χρονια αν θελει ενας ιδιωτης να οικοδομησει σε περιοχες οι οποιες ανηκουν στα Καταφύγια Άγριας Ζωής. Δεν μπορει το καθε καινουργιο νομοσχεδιο να ερχεται και να αλλαζει σε μια μερα τα πανω κατω και να αφηνει ξεκρεμαστο το κοσμακη που πολεμαει την πολεοδομικη γραφειοκρατεια χρονια. Συμφωνω για αρκετα σημεια του καινουργιου νομοσχεδιου αλλα πρεπει να δωθει χρονος και να προβλεφθουν μεταβατικες διαταξεις ωστε να προετιμαστουν ολοι οι ιδιοκτητες που πληγονται απο τις καινουργιες διαταξεις. Μπορουν να υιοθετηθουν πιο αυστηροι οροι, αλλα οχι απαγορευση τελειως οικοδομησης σε περιοχες εκτος σχεδιου.
    Επισης συμφωνω οτι πρεπει να ξαναγινει χωροθετηση των περιοχων που ανηκουν στα Καταφύγια Άγριας Ζωής, εφοσον στις περισοτερες περιπτωσεις οι υπαρχουσες περιοχες δεν εχουν καμια σχεση με την πραγματικοτητα. Γνωριζω πολλες περιπτωσεις που εχουν λανθασμενα οριοτεθει περιοχες να ανηκουν στα Καταφύγια Άγριας Ζωής, ενω δεν θα επρεπε.

  • 12 Ιουλίου 2010, 19:16 | ELMIN – ΤΜΗΜΑ ΜΕΛΕΤΩΝ

    Αρ.3 παρ. 5α & 5β

    – Στα εδάφια αυτά ορίζονται τα ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΑ ΤΟΠΙΑ και οι ΦΥΣΙΚΟΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ.
    Καθώς οι όροι είναι σχετικά αόριστοι ως προς τα κριτήρια χαρακτηρισμού, πρέπει να αποσαφηνιστεί η διαδικασία και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού.

  • 12 Ιουλίου 2010, 19:17 | ELMIN – ΤΜΗΜΑ ΜΕΛΕΤΩΝ

    Αρ.3, παρ.4.3.β.

    – Στην παράγραφο αυτή ορίζονται οι περιοριστικοί όροι – απαγορεύσεις που θα ισχύσουν εντός των Καταφυγίων Άγριας Ζωής και καταργείται η παρ. 3 του αρ. 57 Ν.2637/1998.
    Σε πλήρη αντίθεση με τα όσα όριζε χαρακτηριστικά ο Δασικός Κώδικας (86/1969) όπως τροποποιήθηκε, δεν αναφέρεται ουδόλως η δυνατότητα εξαίρεσης για την «εκτέλεση έργων και εργασιών και ιδίως, αλιευτικά έργα, έργα αναδασμού, τουριστικές και βιομηχανικές εγκαταστάσεις, κατασκηνώσεις, λατομεία, μεταλλεία και δρόμοι» μετά από υποβολή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων τύπου Α’ και χορήγηση περιβαλλοντικών όρων.
    Δεδομένου ότι ο προστατευτικός χαρακτήρας των Κ.Α.Ζ. δεν υπερβαίνει τον βαθμό προστασίας των οικοτόπων προτεραιότητας (αποκλεισμός) του Δικτύου Natura 2000, θα πρέπει να προβλέπονται κατ’ εξαίρεση ορισμένες δραστηριότητες όπως ορίζονται ως σήμερα από τις διατάξεις του Δασικού Κώδικα και όχι μόνο η σύλληψη ειδών της άγριας πανίδας για ερευνητικούς σκοπούς.

    – Ακόμα και στην υποθετική περίπτωση απόλυτου αποκλεισμού τέτοιων έργων θα έπρεπε να τεκμηριώνεται επιστημονικά η ομοιότητα του αυστηρού χαρακτήρα προστασίας των Κ.Α.Ζ. με τους οικοτόπους προτεραιότητας του δικτύου Natura 2000. Το τελευταίο δεν προκύπτει σε καμία περίπτωση υπό τον επιδιωκόμενο ορισμό των Κ.Α.Ζ. ως «σημαντικούς τόπους ανάπτυξης της άγριας χλωρίδας ή ως βιότοπους αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας,[…]» (αρ. 3. παρ.4.2.α του Νομοσχεδίου). Σημειώνεται πως ο παραπάνω ορισμός δεν ταυτοποιείται ως έννοια με τα Σημαντικά Είδη Χλωρίδας και Πανίδας όπως ορίζονται στο αρ. 7 του Νομοσχεδίου και αναφέρεται στα κινδυνεύοντα από εξαφάνιση είδη των εθνικών κόκκινων καταλόγων.

    – Για τους λόγους αυτούς προτείνεται:
    α) είτε να προστεθεί νέα παράγραφος στο παρόν άρθρο με την ίδια ισχύουσα διατύπωση του αρ 57. παρ.3.6 του Ν.2637/1998 για τη δυνατότητα εκτέλεσης ορισμένων έργων κατ’ εξαίρεση, υπό το πρίσμα ότι τα Κ.Α.Ζ. δεν είναι περιοχές απόλυτου αποκλεισμού.
    β) είτε να διευκρινισθεί ρητά στο νομοσχέδιο η δυνατότητα αυτή, με αναφορά στην παρ. 4.3. εδαφ. γ’ του άρθρου 3 του νομοσχεδίου της φράσης «με την επιφύλαξη της παρ. 5 του άρθρου 18 του Ν. 1650/86, όπως αντικαθίσταται με το παρόν».

  • 12 Ιουλίου 2010, 19:05 | ELMIN – ΤΜΗΜΑ ΜΕΛΕΤΩΝ

    Αρ.3, παρ. 4.3.α.

    – Στην παράγραφο αυτή επανακαθορίζεται ο χαρακτήρας των Καταφυγίων Άγριας Ζωής με παρόμοιο τρόπο όπως μετά την εισαγωγή του αρ. 57 του Ν.2637/1998 για την τροποποίηση του Δασικού Κώδικα (86/1969).
    Στον ορισμό αυτό αναφέρεται ότι ως Κ.Α.Ζ. δύναται να χαρακτηρίζονται «φυσικές περιοχές (χερσαίες, υγροτοπικές ή θαλάσσιες)». Ο όρος «φυσικές περιοχές» είναι ασαφής και οφείλει να συγκεκριμενοποιηθεί αν π.χ. περιλαμβάνει αγροτικές ή χορτολιβαδικές περιοχές κτλ, ως προς της χερσαίες εκτάσεις και ποια είναι τα είδη της χλωρίδας και της πανίδας που δύναται να εντάσσονται στις περιοχές των Κ.Α.Ζ.

    – Σύμφωνα με την παραπάνω τροποποίηση του Δασικού Κώδικα (86/1969) ως τώρα μεταξύ άλλων ορίζονται ως Κ.Α.Ζ. «εκτάσεις για την αναπαραγωγή ή την διάσωση των ειδών της άγριας πανίδας ή αυτοφυούς χλωρίδας, είτε είναι απαραίτητες για την επιβίωση ενός ή περισσοτέρων ειδών της άγριας πανίδας ή αυτοφυούς χλωρίδας που είναι μοναδικά, σπάνια ή απειλούνται με εξαφάνιση ή είτε αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα τύπου βιοτόπου».
    Ωστόσο, με το παρόν Νομοσχέδιο δύναται να ορίζονται ως Κ.Α.Ζ. «σημαντικοί τόποι ανάπτυξης της άγριας χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας,[…]» επιφέροντας μεγάλες ασάφειες ως προς το ποιοι είναι οι «σημαντικοί τόποι» και με ποια αντικειμενικά και επιστημονικά κριτήρια θα επιλέγονται ως τέτοιοι σε αντίθεση με τα σαφή κριτήρια που προβλέπει ο Δασικός Κώδικας ως σήμερα.
    – Προτείνεται το συγκεκριμένο εδάφιο να οριστεί ακριβέστερα και επιστημονικά ή να χρησιμοποιήσει τους ακριβείς όρους του Δασικού Κώδικα, εφόσον ο χαρακτήρας των περιοχών αυτών παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητος ως προς τον παλαιότερο ορισμό, (βλ. παρ. 4.3.ε του Νομοσχεδίου – ένταξη των υφιστάμενων Κ.Α.Ζ. στην νέα κατηγορία).

    – Η αναφορά στους «οικολογικούς διαδρόμους» ως μορφές της φύσης που δύναται να χαρακτηρίζονται ως Κ.Α.Ζ., καθίσταται τουλάχιστον ασαφής και αποπροσανατολιστική με ενδεχόμενο την δημιουργία νέων ασαφειών και παρερμηνειών από την Διοίκηση.
    Ο συγκεκριμένος όρος δεν επεξηγείται ουδόλως στο παρόν Νομοσχέδιο (δεν υπάρχει στους ορισμούς του αρ.2) και αποτελεί πρακτικά άγνωστη ορολογία, ενώ ούτε διευκρινίζεται η διαδικασία και τα κριτήρια καθορισμού ζωνών ως «οικολογικοί διάδρομοι» ή η έκταση που μπορεί να καταλαμβάνουν δεδομένου ότι αποτελούν «διαδρόμους» και όχι «αυτόνομες περιοχές» (μεταβατικός χαρακτήρας).
    Επομένως, οι παραπάνω όροι και διαδικασίες οφείλουν να αποσαφηνιστούν εντός του νομοσχεδίου.

  • 12 Ιουλίου 2010, 19:05 | ELMIN – ΤΜΗΜΑ ΜΕΛΕΤΩΝ

    -ΑΡ.3, παρ.3.4.α-β

    – Ορίζεται ότι στις ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΩΝ (habitat / species management areas) περιλαμβάνονται οι Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (SAC), οι Ζώνες Ειδικής Προστασίας (SPA) αλλά και τα Καταφύγια Άγριας Ζωής (Κ.Α.Ζ).
    Δεν είναι σαφής η αιτιολόγηση για την ανάγκη ένταξης των Καταφυγίων σε ρόλο παράλληλο με τις περιοχές του Δικτύου Natura 2000.
    Το Δίκτυο αυτό είναι ορισμένο κατάλληλα και με πληρότητα για την ελληνική επικράτεια και διακρίνεται για τον στόχο διατήρησης της συνοχής του τόσο εντός της χώρας – μέλους όσο και στο σύνολο της ευρωπαϊκής επικράτειας.
    Επομένως, λογικά δεν υφίσταται ανάγκη για την ένταξη των Κ.Α.Ζ. σε ένα εθνικό – ευρωπαϊκό δίκτυο για την προστασία των οικοτόπων και των ειδών.

    – Τα Κ.Α.Ζ. ορίστηκαν αρχικά από τον Δασικό Κώδικα (ν.δ. 86/1969) ως «Καταφύγια Θηραμάτων» για την προστασία των θηρευομένων ειδών, ενώ με τον Ν.2637/1998 ορίστηκαν με την σημερινή ονομασία με επέκταση του προστατευτικού χαρακτήρα σε όλο το φάσμα της χλωρίδας και της πανίδας χάνοντας τον αρχικό ρόλο τους ως περιοχές στις οποίες μπορούν να καταφύγουν τα άγρια θηρευόμενα είδη προκειμένου να προστατευθούν. Με την σύγχρονη διαμόρφωση, ο ορισμός των Κ.Α.Ζ. δεν παρουσιάζει διακριτό ρόλο σε σχέση με τις περιοχές του δικτύου Natura 2000, είναι συγκεχυμένος και γενικός ως προς τον όρο «άγρια ζωή» (ποιες ελεύθερες μορφές ζωής της υπαίθρου δεν είναι άγριες;) και κατά συνέπεια είναι επιτακτική η ανάγκη να οριστεί τεκμηριωμένα.

  • 12 Ιουλίου 2010, 19:59 | Αντώνιος Κανδηράκης

    Συνυπογράφω το τμήμα του σχολίου «Επίσης, θα πρέπει να διαγραφεί και η παρ. 9 του άρθρου αφού η αδειοδότηση έργων σε όλες τις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Φύση 2000, κατά απόκλιση των υφιστάμενων ρυθμίσεων και διαταγμάτων, πριν από την έκδοση των νομοθετικών πράξεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών αφενός έρχεται σε αντίθεση με τις σχετικές κοινοτικές οδηγίες και τις υπουργικές αποφάσεις ενσωμάτωσης τους στο εθνικό δίκαιο αλλά «ανοίγει» κερκόπορτα για την εκτέλεση και κατασκευή έργων με μεγάλες επιπτώσεις υποβάθμισης των προστατευόμενων περιοχών» του Πανελλαδικού Συλλόγου Εργαζομένων στους Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών – Ελληνική Φύση. Να αναβαθμιστούν οι Υπηρεσίες των φορέων στα πλαίσια του Καλλικράτη.

    Είναι δυνατόν η παρ. 9 να αντίκειται στην νομολογία ΣτΕ; Κατά την γνώμη μου πρόκειται και για φωτογραφική διάταξη.

    Δείτε απόφαση 910/08 ΕΑ ΣτΕ. Ανεστάλη η εκτέλεση ΚΥΑ/ΕΠΟ για την εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού σταθμού μεγάλων διαστάσεων με το σκεπτικό ότι έχει εκπονηθεί και εγκριθεί η ΕΠΜ του οικολογικού Πάρνωνα -Μουστού που δεν επιτρέπει τις μεγάλες Α/Γ. Η σχετική ΚΥΑ για την ίδρυση της περιοχής ή το Π.Δ. εκκρεμεί επί έτη. Ο πρώην Υπουργός ΥΠΕΧΩΔΕ την είχε υπογράψει και δεν την υπέγραφε ο τότε Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης λόγω αντιδράσεων του αιολικού λόμπι.

    Μετά την κυβερνητική αλλαγή, την ΚΥΑ ίδρυσης την υπέγραψε η νυν Υπουργός ΠΕΚΑ και με το α.π. 20224/18-5-2010 ΥΠΕΚΑ διαβιβάστηκε στο ΥΠΑΑΤ και αναμένουμε την υπογραφή της και της άλλης Υπουργού.

    Ερωτάσθε κα Υπουργέ ως προς τους λόγους που καταργείτε τις περιοχές οικοανάπτυξης, πληροφορούμαι ότιοιπολίτες στον Πάρνωνα ευρίσκονται σε αναβρασμό.

  • 12 Ιουλίου 2010, 18:29 | Αντώνιος Κανδηράκης

    Το σχόλιο αυτό αφορά από κοινού τα άρθρα 3 και 5 του σχεδίου

    Αγαπητοί συμμετέχοντες στον σχολιασμό συγκρίνατε το άρθρο 5 παράγραφος 3 του παρόντος,
    «Στις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης και τις Ζώνες Ειδικής Προστασίας, εκτός οικοτόπων προτεραιότητας, μπορεί κατά περίπτωση να επιτραπεί η χωροθέτηση έργων και σχεδίων των οποίων οι επιπτώσεις έχουν εκτιμηθεί ως σημαντικές στην αντίστοιχη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, μόνον εάν, στη βάση επαρκούς τεκμηρίωσης, αξιολογηθούν ως επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος για την εθνική οικονομία, δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση και έχουν προβλεφθεί ικανά για την περίπτωση αντισταθμιστικά μέτρα ώστε να διασφαλισθεί η συνολική συνοχή του δικτύου προστατευόμενων περιοχών Natura 2000»,
    με το άρθρο 6 οδηγίας 92/43 ΕΟΚ παράγραφος 3. «Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη. Παράγραφος 4. Εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε. Όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκονται ένας τύπος φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος». Ο υπογραφόμενος καταλήγει στα κάτωθι :
    Παρατήρηση 1) Ως προς τα κριτήρια προστασίας διαπιστώνω, ότι αν και οι εκτάσεις «που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής σπανίων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της αγρίας πανίδας» υπάγονται στις περιοχές απολύτου προστασίας της Φύσης και ως προς τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους αποτελούν κατά το άρθρο 3 παρ.3 του παρόντος ενιαία κατηγορία με αυτήν των εξαιρετικά ευαισθήτων οικοσυστημάτων και των οικοτόπων προτεραιότητας, όσον αφορά στις «κατά περίπτωση» χωροθετήσεις έργων και σχεδίων των οποίων οι επιπτώσεις έχουν εκτιμηθεί ως σημαντικές στην αντίστοιχη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο, δηλαδή στις εκτάσεις αυτές που κατά τα’ άλλα απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα είναι δυνατόν να χωροθετηθούν έργα και δραστηριότητες παρά τις σημαντικές ενδεχόμενες ή αναμενόμενες αρνητικές απιπτώσεις ! Αντίφαση βεβαίως βαρύνουσα όταν εκτιμηθεί στην κρησάρα του ΣτΕ και στα πλαίσια της υφιστάμενης νομολογίας περί το άρθρο 24 του Συντάγματος. Το ΥΠΕΚΑ συνεχώς αυτοπαγιδεύεται στο κουβάρι προηγουμένων ρυθμίσεων αν και συνεχώς το βοηθάμε με τις παρατηρήσεις μας.
    Παρατήρηση 2) Ως προς τον ορισμό-χαρακτηρισμό των περιοχών απολύτου προστασίας της φύση, στο άρθρο 19 παρ 1 του νόμου 1650/86 περιλαμβάνονταν και οι βιότοποι ή οικότοποι σπανίων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή πανίδας που αποτελούν ορθώς, διακριτό πεδίο προστασίας σε σχέση με αυτό των εξαιρετικά ευαισθήτων οικοσυστημάτων ή των εκτάσεων που έχουν αποφασιστική θέση στον κύκλο ζωής των σπάνιων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας, γιατί αυτοί συνήθως εντοπίζονται σε μη προτεραιότητας οικοτόπους (είναι αυτοί με τον αστερίσκο στο παράρτημα Ι της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ). Η νέα διατύπωση στο άρθρο 3 του σχεδίου νόμου είναι « ενδιαιτήματα σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας». Προσοχή αγαπητοί, υφίσταται μία μελέτη την οποία έχει εγκρίνει η Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού ΥΠΕΚΑ που ενσωματώνει και σχέδιο ΚΥΑ με τον τίτλο «Προσδιορισμός συμβατών δραστηριοτήτων σε σχέση με τα είδη χαρακτηρισμού των ΖΕΠ της ορνιθοπανίδας», όπου σύμφωνα με τα συμπεράσματα της και ως προς τα οριζόντια μέτρα προστασίας που εισάγοντα-(προωθείται η κανονιστική πράξη) και προβλέπεται στο υπό κρίση σχέδιο νόμου, κατά την χωροθέτηση αιολικών σταθμών, αυτά αφ’ ενός περιορίζονται μόνον για τα είδη χαρακτηρισμού των ΖΕΠ, αφ’ ετέρου ακόμη και για είδη όπως ο Σπιζαετός που θεωρείται απειλούμενο στην γεωγραφική ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η απαγόρευση εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ αφορά στην έκταση των 5 χιλιομέτρων γύρω από υφιστάμενες φωλιές και μόνον, για μικρότερα είδη περιορίζεται σε τρία . Δηλαδή οι περιοχές τροφοληψίας και οι κατάλληλες δυνητικές θέσεις φωλέασης στα όρια του βιοτόπου που έχει χαρακτηριστεί ως ΖΕΠ δεν υπάγονται στα αντικείμενα προστασίας. Για να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους προστατεύεται μόνον η περιοχή γύρω από την φωλιά (ως έκταση που έχει αποφασιστική θέση στον κύκλο ζωής του είδους και όχι ο βιότοπος, όλες οι ενέργειες έχουν μία συνάφεια και καταλήγουν στην επιτάχυνση της ευρείας διείσδυσης των αιολικών εγκαταστάσεων στην δύσμοιρη «απομακρυσμένη» Ελληνική επαρχία! Και το ερώτημα είναι οι περιοχές τροφοληψίας αυτών των ειδών αποτελούν ή όχι μέρος του ενιαιτήματος τους ; Και αν ναι γιατί εισάγονται διαφορετικές ρυθμίσεις δια της πλαγίας οδού ;
    Παρατήρηση 3 Κατά το άρθρο 3 του υπό κρίση σχεδίου νόμου οι επιπτώσεις εκτιμούνται ως σημαντικές στην αντίστοιχη ΜΠΕ ενώ κατά το άρθρο 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ θα έπρεπε να εκτιμηθούν με την διαδικασία της κατάλληλης εκτίμησης λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του τόπου και αυτή η ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ πρέπει να λαμβάνει χώρα ΚΑΤΑ ΔΙΑΚΡΙΤΟ ΤΡΟΠΟ στην ΜΠΕ ή και σε ξεχωριστή μελέτη ΑΝ ΕΝΔΕΧΕΤΑΙ το μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου έργο ή σχέδιο να επηρεάσει σημαντικά τον εν λόγω τόπο καθεαυτό Η ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΜΕ ΑΛΛΑ ομοειδή ή έτερα. (δείτε σχόλιο μου 9 Ιουλίου με παραπομπή στο “Guidance on wind energy development in accordance with the EU nature-European Commission, March 2010» και επίσης τον οδηγό «Η διαχείριση των περιοχών του δικτύου NATURA 2000, οι διατάξεις του άρθρου 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τα ενδιαιτήματα», στο http:// ec. υτeuropa.eu/environment/nature/natura2000/management/guidance en.htm). Πρόκειται για εκδόσεις της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος της Κιμισιόν.
    Όλοι πιστεύω ότι έχετε υπ’ όψη σας την διαδικασία σύνταξης των ΜΠΕ (κατά την έννοια της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ όπως έχει τροποποιηθεί) και την ανυπαρξία ελέγχου τους (ή επαρκούς τέτοιου) από τις αρμόδιες κατά περίπτωση υπηρεσίες, :«οι ΜΠΕ οι οποίες αποτελούν ένα από τα βασικά εργαλεία προστασίας των οικοσυστημάτων τείνουν να απαξιωθούν» (δείτε εκθέσεις 2005,2006 του Συνηγόρου του πολίτη).
    Αποκλείεται υπό τις παρούσες συνθήκες να λάβει χώρα η διαδικασία της κατάλληλης εκτίμησης των επιπτώσεων κατά την έννοια της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για σχέδια ή έργα που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την προστατευόμενη περιοχή. Επομένως επείγει η ορθή μεταφορά στο σχέδιο νόμου των σχετικών διατάξεων της εν λόγω οδηγίας αφού κατ’ ουσία αυτές, κατά τα ανωτέρω, αλλοιώνονται στα σχετικά εδάφια όπως και στην ΚΥΑ 33318/3028/1998, όπως τροποποιήθηκε με την ΚΥΑ 14849/853/ Ε 103/2008. Μία ανάγνωση των σημείων 58,59 και 104 της απόφασης ΔΕΚ C-304/05 και των Εισαγγελικών σκέψεων 95-111-προτάσεις υπόθεση C-127/2 θα βοηθήσει. Προσοχή και προς όλους, αποτελεί παράβαση κοινοτικού δικαίου αν μία ΖΕΠ ή ΖΕΔ υποστεί φθορά κατόπιν άκριτης υιοθέτησης ΜΠΕ συνεπεία δηλαδή της ανεπαρκείας της και κάθε αρνητικός επηρεασμός ως προς τους στόχους διατήρησης πρέπει να θεωρείται ως σημαντική επίπτωση επί της περιοχής στο σύνολο της.
    Παρατήρηση 4 .Ως προς την εφαρμογή της παραγράφου 4 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, δεν αρκεί η γενική επίκληση των «επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος για την εθνική οικονομία» σχετικά με τις κατ’ εξαίρεση χωροθετήσεις έργων ή δραστηριοτήτων. Υπάρχει και συνέχεια στην παράγραφο 4, «όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκεται …ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος». Ούτε αυτή η παράλειψη είναι τυχαία κατά την γνώμη μου.
    Θα πρέπει να διευκρινιστεί βεβαίως τι σημαίνει «είδος προτεραιότητας». Είναι τα είδη για τα οποία πρέπει να απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα στις περιοχές που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής τους; Τότε γιατί θεωρούνται περιοχές αποκλεισμού μόνο οι οικότοποι προτεραιότητας και όχι οι κρίσιμες περιοχές των ειδών προτεραιότητας ;
    Μήπως έτσι η «κατάσταση γίνεται μύλος» δηλαδή ανεμόμυλος συγνώμη ανεμογεννήτρια;
    Παρατήρηση 5: Όπως έχει ήδη αναφερθεί, κατά τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 1650/86 και το υπό κρίση σχέδιο νόμου οι οικότοποι (ή ενδιαιτήματα) σπανίων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας περιλαμβάνονται στις περιοχές απολύτου προστασίας. Η ΕΛΕΤΕΑΝ (Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενεργειας) μέλη της οποίας συμμετέχουν σε επιτροπές του ΥΠΕΚΑ, στο υπ’ αριθμόν 976/2-4-2007 έγγραφο τους (α.π. ΥΠΕΧΩΔΕ 14867/5-4-07) κατά την διαβούλευση για το Χωροταξικό ΑΠΕ (ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ,) προέβαλαν την θέση «να επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των οικοτόπων προτεραιότητας.. .που έχουν ενταχθεί ως τόποι κοινοτικής σημασίας στο δίκτυο Φύση 2000..ύστερα από σύνταξη ειδικής φυτοτεχνικής μελέτης που θα εντοπίζει τα σπάνια φυτά και θα προβλέπει την ανάπτυξη τους σε παρακείμενους τόπους με κατάλληλη διαχείριση εφ’ όσον είναι εφικτό σύμφωνα με τις ειδικότερες προυποθέσεις και περιορισμούς που θα καθορίζονται στην οικεία πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων» ! Αυτά ακριβώς πρότειναν οι Επιστήμονες !
    Αυτό ακριβώς εξάλλου προωθεί το ΥΠΕΚΑ για τα είδη ορνιθοπανίδας του παραρτήματος Ι της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ (τα οποία πρέπει να θεωρούνται είδη προτεραιότητας), κατόπιν « ειδικής ορνιθολογικής μελέτης» και υπό την απειλή αυτών των περιστρεφόμενων σκιάχτρων- τους φονικούς για τα πουλιά ρότορες των ανεμογεννητριών, να αναγκάζονται αυτά να καταφεύγουν σε παρακείμενους ή μακρινούς τόπους. Αν πρόκειται για μεταναστευτικά να στερούνται των κατάλληλων τόπων ξεκούρασης και αναπαραγωγής. Αυτό όμως συνεπάγεται απώλεια βιοτόπων κατόπιν βίαιης απώθησης. Και οι βιολόγοι σιωπούν αν δεν συνεργάζονται για την κατάρτιση αυτών των «πολύ ειδικών» ορνιθολογικών μελετών αποδεχόμενοι τελικά την σχετική ρύθμιση του Χωροταξικού Σουφλιά (ΕΠΧΣΣΑ-ΑΠΕ). Γνωρίζω και μέλη φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών που συντάσσουν ή έχουν συντάξει παρόμοιες μελέτες. Τους γνωρίζει και η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία ή οποία παρά τις συνεχείς οχλήσεις μου δεν απαντά ως προς ποιοι ακριβώς δύνανται να συντάσσουν τέτοιες.
    Δύνανται για παράδειγμα να τις συντάσσουν δασολόγοι ή μηχανικοί ορυκτού πλούτου και υπάλληλοι ή εκπρόσωποι των ενδιαφερομένων εταιρειών ;
    Κατά την γνώμη μου όσες περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν την ευρεία διείσδυση των αιολικών εγκαταστάσεων έγιναν μέρος του προβλήματος της απώλειας της βιοποικιλότητας και δεν νομίζω να πείθουν πλέον ότι η στάση τους αυτή υπαγορεύεται από την ανάγκη ανάσχεσης ή μετριασμού της απειλής που συνιστά η κρίσιμη μεταβλητότητα του κλίματος λόγω των εκπομπών των αερίων Κιότο.
    Με την άδεια σας βεβαίως και αν μου επιτρέπεται έτσι που οδηγούνται τα πράγματα να διατυπώνω παρόμοιες εύλογες αμφιβολίες. Γιατί ίσως είναι επιβεβλημένο να αυτολογοκρινόμαστε στον θαυμαστό νέο κόσμο της κλιματικής αλλαγής.
    Τις απολογίες μου για 3-4 παροράματα στο σχόλιο μου της 9 Ιουλίου 2010 :9.03
    Στην παρ. 4 της άρθρου 6 της 92/43/ΕΟΚ ο δαίμων της διαβούλευσης έβαλε δύο φορές την λέξη σημαντικοί, (σημαντικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος,) γράφτηκε εευρεία η λέξη ευρεία. και κάπου βιοτόπυ αντί βιοτόπου.
    Αντώνιος Κανδηράκης adkanzar@gmail.com για ενδεχόμενες ενστάσεις ή διευκρινήσεις Αγαπητοί συμμετέχοντες στον σχολιασμό συγκρίνατε το άρθρο 5 παράγραφος 3 του παρόντος,
    «Στις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης και τις Ζώνες Ειδικής Προστασίας, εκτός οικοτόπων προτεραιότητας, μπορεί κατά περίπτωση να επιτραπεί η χωροθέτηση έργων και σχεδίων των οποίων οι επιπτώσεις έχουν εκτιμηθεί ως σημαντικές στην αντίστοιχη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, μόνον εάν, στη βάση επαρκούς τεκμηρίωσης, αξιολογηθούν ως επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος για την εθνική οικονομία, δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση και έχουν προβλεφθεί ικανά για την περίπτωση αντισταθμιστικά μέτρα ώστε να διασφαλισθεί η συνολική συνοχή του δικτύου προστατευόμενων περιοχών Natura 2000»,
    με το άρθρο 6 οδηγίας 92/43 ΕΟΚ παράγραφος 3. «Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη. Παράγραφος 4. Εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε. Όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκονται ένας τύπος φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος». Ο υπογραφόμενος καταλήγει στα κάτωθι :
    Παρατήρηση 1) Ως προς τα κριτήρια προστασίας διαπιστώνω, ότι αν και οι εκτάσεις «που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής σπανίων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της αγρίας πανίδας» υπάγονται στις περιοχές απολύτου προστασίας της Φύσης και ως προς τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους αποτελούν κατά το άρθρο 3 παρ.3 του παρόντος ενιαία κατηγορία με αυτήν των εξαιρετικά ευαισθήτων οικοσυστημάτων και των οικοτόπων προτεραιότητας, όσον αφορά στις «κατά περίπτωση» χωροθετήσεις έργων και σχεδίων των οποίων οι επιπτώσεις έχουν εκτιμηθεί ως σημαντικές στην αντίστοιχη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο, δηλαδή στις εκτάσεις αυτές που κατά τα’ άλλα απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα είναι δυνατόν να χωροθετηθούν έργα και δραστηριότητες παρά τις σημαντικές ενδεχόμενες ή αναμενόμενες αρνητικές απιπτώσεις ! Αντίφαση βεβαίως βαρύνουσα όταν εκτιμηθεί στην κρησάρα του ΣτΕ και στα πλαίσια της υφιστάμενης νομολογίας περί το άρθρο 24 του Συντάγματος. Το ΥΠΕΚΑ συνεχώς αυτοπαγιδεύεται στο κουβάρι προηγουμένων ρυθμίσεων αν και συνεχώς το βοηθάμε με τις παρατηρήσεις μας.
    Παρατήρηση 2) Ως προς τον ορισμό-χαρακτηρισμό των περιοχών απολύτου προστασίας της φύση, στο άρθρο 19 παρ 1 του νόμου 1650/86 περιλαμβάνονταν και οι βιότοποι ή οικότοποι σπανίων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή πανίδας που αποτελούν ορθώς, διακριτό πεδίο προστασίας σε σχέση με αυτό των εξαιρετικά ευαισθήτων οικοσυστημάτων ή των εκτάσεων που έχουν αποφασιστική θέση στον κύκλο ζωής των σπάνιων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας, γιατί αυτοί συνήθως εντοπίζονται σε μη προτεραιότητας οικοτόπους (είναι αυτοί με τον αστερίσκο στο παράρτημα Ι της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ). Η νέα διατύπωση στο άρθρο 3 του σχεδίου νόμου είναι « ενδιαιτήματα σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας». Προσοχή αγαπητοί, υφίσταται μία μελέτη την οποία έχει εγκρίνει η Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού ΥΠΕΚΑ που ενσωματώνει και σχέδιο ΚΥΑ με τον τίτλο «Προσδιορισμός συμβατών δραστηριοτήτων σε σχέση με τα είδη χαρακτηρισμού των ΖΕΠ της ορνιθοπανίδας», όπου σύμφωνα με τα συμπεράσματα της και ως προς τα οριζόντια μέτρα προστασίας που εισάγοντα-(προωθείται η κανονιστική πράξη) και προβλέπεται στο υπό κρίση σχέδιο νόμου, κατά την χωροθέτηση αιολικών σταθμών, αυτά αφ’ ενός περιορίζονται μόνον για τα είδη χαρακτηρισμού των ΖΕΠ, αφ’ ετέρου ακόμη και για είδη όπως ο Σπιζαετός που θεωρείται απειλούμενο στην γεωγραφική ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η απαγόρευση εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ αφορά στην έκταση των 5 χιλιομέτρων γύρω από υφιστάμενες φωλιές και μόνον, για μικρότερα είδη περιορίζεται σε τρία . Δηλαδή οι περιοχές τροφοληψίας και οι κατάλληλες δυνητικές θέσεις φωλέασης στα όρια του βιοτόπου που έχει χαρακτηριστεί ως ΖΕΠ δεν υπάγονται στα αντικείμενα προστασίας. Για να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους προστατεύεται μόνον η περιοχή γύρω από την φωλιά (ως έκταση που έχει αποφασιστική θέση στον κύκλο ζωής του είδους και όχι ο βιότοπος, όλες οι ενέργειες έχουν μία συνάφεια και καταλήγουν στην επιτάχυνση της ευρείας διείσδυσης των αιολικών εγκαταστάσεων στην δύσμοιρη «απομακρυσμένη» Ελληνική επαρχία! Και το ερώτημα είναι οι περιοχές τροφοληψίας αυτών των ειδών αποτελούν ή όχι μέρος του ενιαιτήματος τους ; Και αν ναι γιατί εισάγονται διαφορετικές ρυθμίσεις δια της πλαγίας οδού ;
    Παρατήρηση 3 Κατά το άρθρο 3 του υπό κρίση σχεδίου νόμου οι επιπτώσεις εκτιμούνται ως σημαντικές στην αντίστοιχη ΜΠΕ ενώ κατά το άρθρο 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ θα έπρεπε να εκτιμηθούν με την διαδικασία της κατάλληλης εκτίμησης λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του τόπου και αυτή η ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ πρέπει να λαμβάνει χώρα ΚΑΤΑ ΔΙΑΚΡΙΤΟ ΤΡΟΠΟ στην ΜΠΕ ή και σε ξεχωριστή μελέτη ΑΝ ΕΝΔΕΧΕΤΑΙ το μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου έργο ή σχέδιο να επηρεάσει σημαντικά τον εν λόγω τόπο καθεαυτό Η ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΜΕ ΑΛΛΑ ομοειδή ή έτερα. (δείτε σχόλιο μου 9 Ιουλίου με παραπομπή στο “Guidance on wind energy development in accordance with the EU nature-European Commission, March 2010» και επίσης τον οδηγό «Η διαχείριση των περιοχών του δικτύου NATURA 2000, οι διατάξεις του άρθρου 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τα ενδιαιτήματα», στο http:// ec. υτeuropa.eu/environment/nature/natura2000/management/guidance en.htm). Πρόκειται για εκδόσεις της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος της Κιμισιόν.
    Όλοι πιστεύω ότι έχετε υπ’ όψη σας την διαδικασία σύνταξης των ΜΠΕ (κατά την έννοια της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ όπως έχει τροποποιηθεί) και την ανυπαρξία ελέγχου τους (ή επαρκούς τέτοιου) από τις αρμόδιες κατά περίπτωση υπηρεσίες, :«οι ΜΠΕ οι οποίες αποτελούν ένα από τα βασικά εργαλεία προστασίας των οικοσυστημάτων τείνουν να απαξιωθούν» (δείτε εκθέσεις 2005,2006 του Συνηγόρου του πολίτη).
    Αποκλείεται υπό τις παρούσες συνθήκες να λάβει χώρα η διαδικασία της κατάλληλης εκτίμησης των επιπτώσεων κατά την έννοια της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για σχέδια ή έργα που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την προστατευόμενη περιοχή. Επομένως επείγει η ορθή μεταφορά στο σχέδιο νόμου των σχετικών διατάξεων της εν λόγω οδηγίας αφού κατ’ ουσία αυτές, κατά τα ανωτέρω, αλλοιώνονται στα σχετικά εδάφια όπως και στην ΚΥΑ 33318/3028/1998, όπως τροποποιήθηκε με την ΚΥΑ 14849/853/ Ε 103/2008. Μία ανάγνωση των σημείων 58,59 και 104 της απόφασης ΔΕΚ C-304/05 και των Εισαγγελικών σκέψεων 95-111-προτάσεις υπόθεση C-127/2 θα βοηθήσει. Προσοχή και προς όλους, αποτελεί παράβαση κοινοτικού δικαίου αν μία ΖΕΠ ή ΖΕΔ υποστεί φθορά κατόπιν άκριτης υιοθέτησης ΜΠΕ συνεπεία δηλαδή της ανεπαρκείας της και κάθε αρνητικός επηρεασμός ως προς τους στόχους διατήρησης πρέπει να θεωρείται ως σημαντική επίπτωση επί της περιοχής στο σύνολο της.
    Παρατήρηση 4 .Ως προς την εφαρμογή της παραγράφου 4 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, δεν αρκεί η γενική επίκληση των «επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος για την εθνική οικονομία» σχετικά με τις κατ’ εξαίρεση χωροθετήσεις έργων ή δραστηριοτήτων. Υπάρχει και συνέχεια στην παράγραφο 4, «όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκεται …ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος». Ούτε αυτή η παράλειψη είναι τυχαία κατά την γνώμη μου.
    Θα πρέπει να διευκρινιστεί βεβαίως τι σημαίνει «είδος προτεραιότητας». Είναι τα είδη για τα οποία πρέπει να απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα στις περιοχές που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής τους; Τότε γιατί θεωρούνται περιοχές αποκλεισμού μόνο οι οικότοποι προτεραιότητας και όχι οι κρίσιμες περιοχές των ειδών προτεραιότητας ;
    Μήπως έτσι η «κατάσταση γίνεται μύλος» δηλαδή ανεμόμυλος συγνώμη ανεμογεννήτρια;
    Παρατήρηση 5: Όπως έχει ήδη αναφερθεί, κατά τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 1650/86 και το υπό κρίση σχέδιο νόμου οι οικότοποι (ή ενδιαιτήματα) σπανίων ή απειλουμένων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας περιλαμβάνονται στις περιοχές απολύτου προστασίας. Η ΕΛΕΤΕΑΝ (Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενεργειας) μέλη της οποίας συμμετέχουν σε επιτροπές του ΥΠΕΚΑ, στο υπ’ αριθμόν 976/2-4-2007 έγγραφο τους (α.π. ΥΠΕΧΩΔΕ 14867/5-4-07) κατά την διαβούλευση για το Χωροταξικό ΑΠΕ (ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ,) προέβαλαν την θέση «να επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των οικοτόπων προτεραιότητας.. .που έχουν ενταχθεί ως τόποι κοινοτικής σημασίας στο δίκτυο Φύση 2000..ύστερα από σύνταξη ειδικής φυτοτεχνικής μελέτης που θα εντοπίζει τα σπάνια φυτά και θα προβλέπει την ανάπτυξη τους σε παρακείμενους τόπους με κατάλληλη διαχείριση εφ’ όσον είναι εφικτό σύμφωνα με τις ειδικότερες προυποθέσεις και περιορισμούς που θα καθορίζονται στην οικεία πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων» ! Αυτά ακριβώς πρότειναν οι Επιστήμονες !
    Αυτό ακριβώς εξάλλου προωθεί το ΥΠΕΚΑ για τα είδη ορνιθοπανίδας του παραρτήματος Ι της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ (τα οποία πρέπει να θεωρούνται είδη προτεραιότητας), κατόπιν « ειδικής ορνιθολογικής μελέτης» και υπό την απειλή αυτών των περιστρεφόμενων σκιάχτρων- τους φονικούς για τα πουλιά ρότορες των ανεμογεννητριών, να αναγκάζονται αυτά να καταφεύγουν σε παρακείμενους ή μακρινούς τόπους. Αν πρόκειται για μεταναστευτικά να στερούνται των κατάλληλων τόπων ξεκούρασης και αναπαραγωγής. Αυτό όμως συνεπάγεται απώλεια βιοτόπων κατόπιν βίαιης απώθησης. Και οι βιολόγοι σιωπούν αν δεν συνεργάζονται για την κατάρτιση αυτών των «πολύ ειδικών» ορνιθολογικών μελετών αποδεχόμενοι τελικά την σχετική ρύθμιση του Χωροταξικού Σουφλιά (ΕΠΧΣΣΑ-ΑΠΕ). Γνωρίζω και μέλη φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών που συντάσσουν ή έχουν συντάξει παρόμοιες μελέτες. Τους γνωρίζει και η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία ή οποία παρά τις συνεχείς οχλήσεις μου δεν απαντά ως προς ποιοι ακριβώς δύνανται να συντάσσουν τέτοιες.
    Δύνανται για παράδειγμα να τις συντάσσουν δασολόγοι ή μηχανικοί ορυκτού πλούτου και υπάλληλοι ή εκπρόσωποι των ενδιαφερομένων εταιρειών ;
    Κατά την γνώμη μου όσες περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν την ευρεία διείσδυση των αιολικών εγκαταστάσεων έγιναν μέρος του προβλήματος της απώλειας της βιοποικιλότητας και δεν νομίζω να πείθουν πλέον ότι η στάση τους αυτή υπαγορεύεται από την ανάγκη ανάσχεσης ή μετριασμού της απειλής που συνιστά η κρίσιμη μεταβλητότητα του κλίματος λόγω των εκπομπών των αερίων Κιότο.
    Με την άδεια σας βεβαίως και αν μου επιτρέπεται έτσι που οδηγούνται τα πράγματα να ξεστομίζω τέτοιες εύλογες αμφιβολίες. Γιατί ίσως είναι επιβεβλημένο να αυτολογοκρίνομαι στον θαυμαστό νέο κόσμο της κλιματικής αλλαγής.
    Τις απολογίες μου για 3-4 παροράματα στο σχόλιο μου της 9 Ιουλίου 2010 :9.03
    Στην παρ. 4 της άρθρου 6 της 92/43/ΕΟΚ ο δαίμων της διαβούλευσης έβαλε δύο φορές την λέξη σημαντικοι (σημαντικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος,) γράφτηκε εευρεία η λέξη ευρεία. και κάπου βιοτόπυ αντί βιοτόπου.
    Αντώνιος Κανδηράκης, adkanzar@gmail.com για ενδεχόμενες ενστάσεις ή διευκρινήσεις επειδή λήγει η διαβούλευση με την μη επαρκή χρονική διάρκεια. Να επεκταθεί παρακαλώ η χρονική διάρκεια της.

  • 12 Ιουλίου 2010, 17:13 | Σακελλαριάδου Λέττα

    Για τις Ειδικές ζώνες διατήρησης, σελ.

    Σελ. 7, Στ) «Στην περίπτωση που οι ΕΖΔ εμπίπτουν στην αρμοδιότητα Φορέα Διαχείρισης, ο οικείος Φορέας Διαχείρισης αναλαμβάνει (και όχι συντονίζει) την παραπάνω διαδικασία, εφ’ όσον διαθέτει το κατάλληλο προσωπικό».

  • 12 Ιουλίου 2010, 17:08 | Σακελλαριάδου Λέττα

    Σελ. 7. 4.1. Ειδικές ζώνες Διατήρησης δ)
    Να προστεθεί το υπογραμμισμένο:
    «…οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΚΑ εκπονούν κατά προτεραιότητα προγράμματα έρευνας και συγκέντρωσης στοιχείων και πληροφοριών

    Να προστεθεί το ακόλουθο:

    σε συνεργασία με τους Φορείς Διαχείρισης, Πανεπιστημιακά Ιδρύματα ή όσους έχουν αποδεδειγμένα την επιστημονική αρτιότητα και εμπειρία για τη διεξαγωγή παρόμοιων ερευνών, ….»

  • 12 Ιουλίου 2010, 17:40 | Σακελλαριάδου Λέττα

    Άρθρο 3 παράγρ. 3γ)

    «Στις αγροτικές περιοχές υψηλής βιολογικής σημασίας που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακά πάρκα, ως κύρια προστατευτέα αξία ορίζεται η διατήρηση των τοπικών ποικιλιών φυτικού υλικού και φυλών ζώων, καθώς και των δομικών στοιχείων του αγροτικού τοπίου (π.χ. φυτοφράχτες και ακαλλιέργητες νησίδες στα όρια αγρών.

    Στο ανώτερω να προστεθεί το ακόλουθο: «Η διατήρηση θα περιλαμβάνει σειρά μέτρων για τη διατήρησή των ανωτέρων τόσο in situ-εντός τόπου, σε καλλιέργειες, όσο και ex situ-εκτός τόπου, σε τράπεζες γενετικού υλικού/σπερμάτων, βοτανικούς κήπους και φυτώρια. Στις περιπτώσεις παρουσίας Φορέων Διαχείρισης, ο Φορέας Διαχείρισης λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων».

  • 12 Ιουλίου 2010, 17:14 | Σακελλαριάδου Λέττα

    Άρθρο 3 παράγρ. 3δ)

    «Για την εκπλήρωση των ως άνω σκοπών, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα και διεξάγονται επιστημονικές έρευνες , ώστε οι περιοχές αυτές να προστατεύονται επαρκώς τόσο από φυσικές αιτίες υποβάθμισης όσο και από ανθρώπινες ενέργειες και επεμβάσεις ….»
    Στο ανωτέρω να προστεθεί το ακόλουθο: οι επιστημονικές έρευνες να διεξάγονται από το επιστημονικό προσωπικό των Φορέων Διαχείρισης και Πανεπιστημιακά Ιδρύματα

  • 12 Ιουλίου 2010, 16:47 | Τάσος Λεγάκις

    Παράγρ. 2, αρ. 5, παρ α: Τα α, β, γ να αντικατασταθούν με άλλη αρίθμηση όπως i, ii, iii
    Παρ. 3, 1α: Να προστεθούν και τα ενδημικά είδη ή έστω τα στενά ενδημικά είδη.
    Παρ. 3, 3ε: Να διαγραφεί η επιφύλαξη της παρ. 6 γιατί δεν είναι δυνατόν στις περιοχές αυτές να εγκαθίστανται μη ήπιες ασχολίες και δραστηριότητες. Εάν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι ήπιες, τότε μπορούν να εγκατασταθούν. Το ίδιο ισχύει και για τις περιοχές των υποάρθρων 4 και 5. Συνεπώς η παράγρ. 6 πρέπει να διαγραφεί γιατί θέτει σε προτεραιότητα την προστασία του κλίματος έναντι της προστασίας της βιοποικιλότητας. Αυτή η διάκριση δεν θα πρέπει να υπάρχει και θα πρέπει οι δύο στόχοι (προστασία κλίματος και προστασία βιοποικιλότητας) να συνυπάρχουν χωρίς να έρχονται σε αντιπαράθεση.

    Τ. Λεγάκις
    Επίκ. καθηγητής, Τμ. Βιολογίας, Παν. Αθηνών

  • 12 Ιουλίου 2010, 11:08 | Χατζηαθανασίου Αρτέμιος

    Άρθρο 3
    Παραγρ. 3 εδάφιο ζ). Παρατήρηση : Οι εθνικοί δρυμοί και οι υγρότοποι Ραμσάρ δύναται να ορισθούν και ως περιφερειακά πάρκα. Είναι άστοχο για οποιοδήποτε λόγο (π.χ. κοινωνικές πιέσεις) να μπορούν να εκπέσουν στη διαβάθμιση του περιφερειακού πάρκου (βλέπε Δρυμός Πάρνηθας).

  • 12 Ιουλίου 2010, 11:30 | Γιώργος Βαβίζος

    Για τον καθορισμό των εθνικών στόχων διατήρησης των τύπων φυσικών οικοτόπων που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και των ειδών κοινοτικής σημασίας κατά την ίδια Οδηγία, πρέπει να αναφερθεί ότι, για την επίτευξή τους απαιτείται η επιλογή ορισμένων από τους τύπους φυσικών οικοτόπων και ορισμένων ειδών, προκειμένου να διασφαλιστεί κατά προτεραιότητα η ικανοποιητική τους διατήρηση. Η επιλογή αυτή πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένα θεσμοθετημένα κριτήρια και σε συγκεκριμένα για κάθε κριτήριο μεγέθη.
    Με Απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής οι τύποι φυσικών οικότοπων και τα είδη της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ κατατάσσονται με σειρά προτεραιότητας για τη λήψη μέτρων για την προστασία τους σε εθνικό επίπεδο και στους επιμέρους τόπους του δικτύου της Οδηγίας.
    Για την έκδοση της Απόφασης αυτής απαιτείται η έγκριση ειδικών μελετών, η ευρεία δημοσιοποίηση των πληροφοριών και των συμπερασμάτων τους, καθώς και η γνωμοδότηση της Επιτροπής Φύση.
    Με την ίδια ή με άλλη Απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και με κριτήριο τα διαθέσιμα μέσα και πόρους καθορίζεται η προτεραιότητα των παρεμβάσεων και ο χρονικός και χωρικός προγραμματισμός τους.

  • 11 Ιουλίου 2010, 22:11 | Γιώργος Βαβίζος

    Επειδή τα χαρακτηριστικά, οι διαδικασίες θέσπισης και η διαχείριση των προστατευόμενες περιοχές προσδιορίζονται στις διατάξεις της περιβαλλοντικής και της δασικής νομοθεσίας, η λειτουργικότητα του νόμου για την προστασία της βιολογικής ποικιλότητας προϋποθέτει την κωδικοποίηση των σχετικών διατάξεων, τη θέσπιση ενιαίων κανόνων διαχείρισης και προστασίας καθώς και μια ενιαία υπηρεσία αρμόδια για την εφαρμογή τους.
    Η κωδικοποίηση των διατάξεων απαιτείται να περιλάβει τον κώδικα ορθής γεωργικής πρακτικής, τον αλιευτικό και τον μεταλλευτικό κώδικα, καθώς και τις διατάξεις τις σχετικές με τις μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
    Προϋπόθεση για να αποδοθεί σε μια έκταση οποιοδήποτε από το προβλεπόμενο από τη νομοθεσία μας καθεστώς προστασίας του περιβάλλοντος πρέπει να αναφερθεί ότι αποτελεί η έγκριση ειδικής μελέτης.
    Το περιεχόμενο των μελετών αυτών και οι διαδικασίες έγκρισής τους πρέπει να αναφέρεται ότι θα καθοριστούν με Απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
    Στις μελέτες αυτές πρέπει να παραθέτονται όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες από τις οποίες με λογικές επαγωγές και με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης τεκμηριώνονται: Τα ακριβή όρια αποτερματισμού της προστατευόμενης περιοχής, η οικολογική της αξία, η σημασία και τα οφέλη από τη διατήρησή της, η πολιτιστική της αξία, οι απαιτούμενοι για την προστασία του περιβάλλοντος – εκτός από τους γενικά ισχύοντες – ειδικοί όροι και περιορισμοί, τα μέτρα, τα έργα και οι ρυθμίσεις που πρέπει να εφαρμοστούν για την αποκατάσταση των θιγομένων, τη διασφάλιση της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής, ιδίως σε τοπικό επίπεδο (αρχή της αειφορίας). Επίσης το είδος των απαιτούμενων μηχανισμών ελέγχου της κατάστασης του περιβάλλοντος (έμβιων και μη βιοτικών συντελεστών) καθώς και οι οικονομικοί πόροι που θα διατεθούν για την προστασία και τη διαχείρισή της.
    Πριν από την έγκριση των ειδικών μελετών πρέπει να έχει προηγηθεί η πιο ευρεία δυνατή δημοσιοποίηση των δεδομένων και των συμπερασμάτων τους και η έκφραση της γνώμης των πολιτών και των φορέων εκπροσώπησής τους στα θεσμοθετημένα όργανα λαϊκής συμμετοχής.
    Επίσης πρέπει να αναφέρεται ότι η ανάθεση των ειδικών μελετών για τον χαρακτηρισμό προστατευόμενων περιοχών – όταν δεν εκπονούνται από Κρατικές Υπηρεσίες – θα γίνεται με τις διατάξεις του νόμου περί μελετών και παροχής υπηρεσιών στο Δημόσιο.
    Η λειτουργία, ο έλεγχος και ο κεντρικός συντονισμός του Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών πρέπει να αναφέρεται ότι αποτελεί αρμοδιότητα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Για το σκοπό αυτό πρέπει να περιγραφούν αναλυτικά οι αρμοδιότητες των αρμόδιων και συναρμόδιων υπηρεσιών (δασικών, υδάτων, περιβάλλοντος κ.λπ.) και οι διαδικασίες συντονισμού τους.
    Η κατάργηση του καθεστώτος «περιοχή οικοανάπτυξης» απαιτεί να προσδιοριστεί σε ποια από τις νέες κατηγορίες κατατάσσονται οι ήδη χαρακτηρισμένες.

  • Άρθρο 3 – Εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών

    Θα πρέπει να αριθμηθούν σωστά οι παράγραφοι του άρθρου και να γίνει νομοτεχνικός έλεγχος όλων των άρθρων διότι γίνονται αναφορές σε άρθρα νόμων που όμως έχουν τροποποιηθεί με το παρόν σχέδιο νόμου όπως π.χ. στην παρ. 4.1.ε που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 18 του ν. 1650/1986, άρθρο το οποίο τροποποιείται με το παρόν άρθρο ή γίνεται αναφορά σε νόμους, αποφάσεις και κοινοτικές οδηγίες με λάθος τρόπο όπως στην παρ. 4.2.α. όπου αναφέρεται «Οδηγίας 2009/147/ΕΟΚ» αντί του σωστού «Οδηγίας 2009/147/ΕΕ».
    Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί και να καθοριστεί ο ρόλος των Φορέων Διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών στο Εθνικό Σύστημα Προστατευομένων Περιοχών. Θα πρέπει να διασαφηνιστεί περισσότερο και να ελεγχθεί η δυνατότητα και ο τρόπος υλοποίησης ενεργειών και χρονικών περιορισμών όπως π.χ. στην παράγραφο 5.β. όπου είναι ασαφές πως θα είναι δυνατόν να εγκριθούν οι πράξεις έγκρισης των σχεδίων διαχείρισης υποχρεωτικώς εντός εξαμήνου αφού η διαδικασία προκήρυξης και σύνταξης του σχεδίου διαχείρισης μιας ΠΠ ξεκινάει μετά την ίδρυση της.
    Θα πρέπει επίσης να αποσαφηνιστούν περαιτέρω οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού ενός «φυσικού πάρκου» ως εθνικού ή περιφερειακού όπως π.χ. για τους Υγρότοπους Διεθνούς Σημασίας κατά τη Σύμβαση Ραμσάρ.
    Θα πρέπει να ελεγχθεί αν η κατηγοριοποίηση των Προστατευόμενων Περιοχών σύμφωνα με τις κατηγορίες της IUCN (στο άρθρο λείπουν κάποιες κατηγορίες) συνάδει με τις κατηγορίες Προστατευόμενων Περιοχών που έχει υποβάλει η χώρα μας σε ευρωπαϊκές οργανώσεις.
    Θα πρέπει να ελεγχθεί αν οι κατηγορίες θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών που περιλαμβάνονται στη Σύμβαση της Βαρκελώνης συνάδουν με την κατηγοριοποίηση του άρθρου αυτού. Το ίδιο ισχύει και για τις υποχρεώσεις της χώρας μας που απορρέουν από τους κοινοτικούς κανονισμούς για την αλιεία, όπως ο (ΕΚ) 1697/2006.
    Γενικότερα θα πρέπει ληφθούν υπόψη (σχεδόν εκλείπει από τα άρθρα του σχεδίου νόμου) και οι υποχρεώσεις της χώρας μας που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις και κοινοτικούς κανονισμούς και οδηγίες όπως η Οδηγία πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική (2008/56/ΕΚ), η οδηγία για τα νερά (2000/60/EΚ), ο κανονισμός για την εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1224/2009/ΕΚ) κ.λπ. Δεν είναι δυνατόν το σχέδιο νόμου να επιχειρεί να ενσωματώσει τις διατάξεις των οδηγιών 92/43 και 2009/147 και να «ξεχνάει» τις οδηγίες και τους κανονισμούς σχετικά με την προστασία και διατήρηση των θαλάσσιων οικοτόπων και ειδών.
    Η παρ. 6 που αφορά την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ σε όλες τις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Φύση 2000, με προφανές αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του βαθμού προστασίας των περιοχών του δικτύου, και σε αντίθεση με τα όσα προβλέπονται από τη σχετική κοινοτική οδηγία θα πρέπει να διαγραφεί.
    Επίσης, θα πρέπει να διαγραφεί και η παρ. 9 του άρθρου αφού η αδειοδότηση έργων σε όλες τις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Φύση 2000, κατά απόκλιση των υφιστάμενων ρυθμίσεων και διαταγμάτων, πριν από την έκδοση των νομοθετικών πράξεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών αφενός έρχεται σε αντίθεση με τις σχετικές κοινοτικές οδηγίες και τις υπουργικές αποφάσεις ενσωμάτωσης τους στο εθνικό δίκαιο αλλά «ανοίγει» κερκόπορτα για την εκτέλεση και κατασκευή έργων με μεγάλες επιπτώσεις υποβάθμισης των προστατευόμενων περιοχών.

  • 11 Ιουλίου 2010, 13:55 | ΕΛΕΤΑΕΝ

    1. Γενικά σχόλια
    Με το νέο σχέδιο νόμου επέρχονται δύο ουσιαστικές αλλαγές:
    1) Τίθεται ένα σαφώς πιο αυστηρό και περιοριστικό πλαίσιο για τις περιοχές που χαρακτηρίζονται ως προστατευόμενες
    2) Γενικά γίνεται πιο απλή η διαδικασία χαρακτηρισμού τους και καθορισμού όρων και προϋποθέσεων άσκησης δραστηριοτήτων.
    Αυτοί οι δύο άξονες αποτελούν τη κεντρική φιλοσοφία του σχεδίου.
    Σε πολύ γενικό επίπεδο, παρατηρείται καταρχήν ότι το κείμενο του σχεδίου νόμου, και ειδικά το άρθρο 3 που τροποποιεί τα άρθρα 18, 19 και 21 του ν.1650/1986, είναι αρκετά περίπλοκο και δεν υποστηρίζει τον πολίτη και τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες στην κατανόηση του Εθνικού Συστήματος ΠΠ, με την αναγκαία ενιαία δομή και οργάνωση που θα έπρεπε να το διακρίνει.
    Στο πλαίσιο αυτό είναι δυσεξήγητες ποικίλες επιλογές του σχεδίου όπως, ενδεικτικά, η επιλογή να μην υπάρχει πράξη χαρακτηρισμού για τις περιοχές 4.1 και 4.2 και συνακόλουθα να μην υπάρχει κάποια επικαιροποιημένη μελέτη με βάση την οποία γίνεται ο χαρακτηρισμός και ακολούθως εκπονείται το Σχέδιο Διαχείρισης. Υπενθυμίζεται ότι για τις περιοχές κατηγορίας 1 (απόλυτης προστασίας), 2 (προστασίας) και 3 (φυσικά πάρκα) προβλέπεται η εκπόνηση ΕΠΜ και για τις (θεωρητικά υποδεέστερες) περιοχές 4.3 (ΚΑΖ) και 5 προβλέπεται Ειδική Έκθεση. Το θέμα αυτό αναφύεται ανάγλυφα στην παρ. 5.α. του νέου αρ. 18..
    Αναλόγως, είναι δυσνόητη η πρακτική εφαρμογή της επιλογής να συνυπάρχουν ταυτόχρονα (ι) η δυνατότητα των Σχεδίων Διαχείρισης να ορίζουν όρους και προϋποθέσεις για την άσκηση δραστηριοτήτων και ταυτόχρονα (ιι) να ορίζονται πολλές οριζόντιες και γενικές πρόνοιες για το τι επιτρέπεται εντός των προστατευόμενων περιοχών. Η επιλογή αυτή αναπαράγει το προ 25ετίας μοντέλο του ν.1650/1986.
    Τέλος, δεν πρέπει να μείνει ασχολίαστο το γεγονός ότι η ουσιαστική εφαρμογή του πλέγματος των προωθούμενων ρυθμίσεων, απαιτεί μια σημαντική αναβάθμιση των ανθρωπίνων πόρων και της τεχνογνωσίας των δημοσίων υπηρεσιών και του επιστημονικού δυναμικού της Χώρας. Η έλλειψη σημαντικού πλήθους ειδικών και καταρτισμένων επιστημόνων, τόσο σε επίπεδο διοίκησης (και ειδικά τοπικής – περιφερειακής) όσο και σε επίπεδο ιδιωτών μελετητών αποτελεί σημαντική παράμετρο που πρέπει να αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Διαφορετικά είτε η προστασία θα παραμείνει ευχή κενή περιεχομένου είτε η ανάπτυξη θα ανασταλεί ακριβώς λόγω απουσίας στελεχών που θα εκπονούν και θα ελέγχουν με αξιοπιστία τις αναγκαίες μελέτες.

    2. Ειδικά σχόλια για τις Α.Π.Ε.
    Είναι ευδιάκριτη, θετική και πολιτικά ορθή η προσπάθεια του σχεδίου να μην ενταχθούν οι Α.Π.Ε. σε αυτή την περιοριστική κεντρική φιλοσοφία. Για παράδειγμα αξιολογούνται ιδιαίτερα θετικά οι ρητές παραπομπές στην παρ. 6 του αρ. 19 και την παρ. 9 του αρ. 21 που υπάρχουν στο σημείο β’ της παρ. 5.α. του νέου άρθρου 18 ή στην παρ. 3.ε του νέου άρθρου 19.
    Ο τρόπος, όμως, με τον οποίο υλοποιείται στο κείμενο αυτή η θετική πολιτική επιλογή, ίσως εγείρει ζητήματα νομικής συνέπειας, διότι οδηγεί στην εύλογη απορία γιατί οι Α.Π.Ε. πρέπει να έχουν αυτή την αντιμετώπιση. Το σχέδιο νόμου πρέπει να απαντά με θάρρος αυτό το γιατί: Η ορθολογική (και κυρίως λογικά και νομικά πιο σταθερή) προσέγγιση είναι να ακολουθηθούν τα ακόλουθα κλιμακωτά βήματα:
    1. Να κατοχυρωθεί ότι η προώθηση των Α.Π.Ε. επιβάλλεται για επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής με Α.Π.Ε. (και ΕΞΕ) θεωρείται πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα. Να μην υιοθετηθεί η «φοβική» στάση έναντι των Α.Π.Ε. στα διαχειριστικά σχέδια και στις σχετικές ΚΥΑ.
    2. Να ενταχθούν οι Α.Π.Ε. στη γενική φιλοσοφία του σχεδίου νόμου και να μην αντιμετωπίζονται ως μια παράταιρη εξαίρεση. Βέβαια, στην κατάσταση ωριμότητας που έχει φθάσει το κείμενο αυτό δεν είναι ρεαλιστικό να γίνει εξ αρχής και αποτελεσματικά. Κατ’ ελάχιστον, όμως, θα πρέπει σε όποιες διατάξεις υπάρχουν οι εξαιρετικά αυστηροί περιορισμοί άσκησης δραστηριοτήτων να αναφέρεται (όπως ήδη γίνεται σε αρκετά σημεία του νομοσχεδίου) η επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που αφορούν τις Α.Π.Ε.. Έτσι, τουλάχιστον θα φαίνεται ότι ο νομοθέτης έχει διαρκώς και πάντα στο μυαλό του τις Α.Π.Ε. όταν θέτει περιορισμούς για τις λοιπές δραστηριότητες.
    3. Μετά από τα ανωτέρω, οι ειδικές περί Α.Π.Ε. διατάξεις τείνουν να αποκτήσουν νόημα και δεν παραμένουν εντελώς εκτός γενικής φιλοσοφίας. Τέτοιες είναι συγκεκριμένα, η παρ. 6 του νέου άρθρου 18 του ν.1650/1986 (σημ. η οποία εισάγεται ακόμα πιο αυστηρή από ό,τι ψηφίστηκε στον 3851/2010) και η παρ. 9 του νέου άρθρου 21 του ν. 1650/1986 (η οποία πρέπει να αποκτήσει ειδική αναφορά στις Α.Π.Ε., να συμπεριλάβει ρητά τις περιοχές 4.1 και 4.2 και να περιλάβει όλες τις διαδοχικές άδειες που αφορούν ένα έργο Α.Π.Ε. εάν η αίτηση για την πρώτη από αυτές έχει υποβληθεί έγκαιρα).
    Σημειώνεται ότι, ο στόχος των προτεινόμενων εδώ τροποποιήσεων είναι να ενσωματωθεί πιο στέρεα η επιλογή για ανάπτυξη των Α.Π.Ε. ως στρατηγικό εργαλείο προστασίας της βιοποικιλότητας.
    Με βάση όλα τα ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη τον σχετικό έντονο διάλογο που πραγματοποιήθηκε κατά τη διαβούλευση για το νέο νόμο Α.Π.Ε., η ΕΛΕΤΑΕΝ θεωρεί ότι ένα πλαίσιο που θα μπορούσε να γίνει δεκτό είναι:
    1. οι ήδη θεσμοθετημένες περιοχές απολύτου προστασίας και προστασίας της φύσης είναι ζώνες αποκλεισμού για όλα τα Α.Π.Ε., (χωρίς να προηγηθεί εκτίμηση των επιπτώσεων των έργων), με βάση την ασφαλώς πιθανολογούμενη υπόθεση ότι το ελληνικό κράτος έχει κατά προτεραιότητα θεσμοθετήσει ως τέτοιες τις πραγματικά πολύ σημαντικές περιοχές,
    2. από τώρα και στο εξής, οι περιοχές που θεσμοθετούνται ως περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης (κατηγορία 1) θα είναι ζώνες αποκλεισμού για όλες τις τεχνολογίες και τα μεγέθη Α.Π.Ε., εκτός εάν ένα συγκεκριμένο έργο έχει λάβει από το κράτος θετική προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση,
    3. από τώρα και στο εξής, οι περιοχές που θεσμοθετούνται ως περιοχές προστασίας της φύσης (κατηγορία 2) θα μπορεί να είναι ζώνες αποκλεισμού για τις τεχνολογίες και τα μεγέθη Α.Π.Ε. που τεκμηριώνονται στα πλαίσια της εκπόνησης και έγκρισης της ΕΠΜ, η οποία θα πρέπει να εκπονείται με τη συμμετοχή των κατάλληλων ειδικών επιστημόνων.
    Περαιτέρω, μέσω της διαδικασίας αυτής κατοχυρώνεται η ουσία της πολιτικής βούλησης της ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ, όπως αυτή δηλώθηκε κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου για τις Α.Π.Ε. στη Βουλή, ότι από εδώ και στο εξής οι προστατευόμενες περιοχές θα κατηγοριοποιούνται με βάση τα πραγματικά ουσιαστικά προστατευτέα αντικείμενα που διαθέτουν και δεν θα ονοματοδοτούνται άκριτα τεράστιες εκτάσεις ως απόλυτης ή απλής προστασίας που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος.

  • 11 Ιουλίου 2010, 00:41 | θανάσης Μπινιάρης (Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος της Ν. Καρυστίας)

    To νομοσχέδιο από τη μια υποτίθεται ότι προστατεύει και από την άλλη αφήνει έκθετες τις περιοχές NATURA στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών. Δεν μιλάμε για μια – δυο ανεμογεννήτριες, αλλά εκατοντάδες α/γ με τεράστια συνοδευτικά έργα που θα αλλάξουν οριστικά την φυσιογνωμία σημαντικών εθνικών τοπίων. Για παράδειγμα στην περιοχή NATURA της Οχης έχουν δοθεί άδειες παραγωγής για 135 ανεμογεννήτριες διάσπαρτες σε σημαντικές θέσεις φυσικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Θα κατασκευαστεί μια γραμμή υψηλής τάσης και ένα δίκτυο δρόμων 24χμ. σε παρθένες περιοχές. Επίσης εκατοντάδες κολώνες μεσαίας τάσης θα γαζώσουν τις πλαγιές του βουνού για τη μεταφορά του ρεύματος. Την ίδια τύχη της μετατροπής τους σε εργοτάξια θα έχουν και άλλες περιοχές NATURA π.χ ο Κόχυλας στην Σκύρο. Όταν αφήνεις τέτοιες περιοχές ανοιχτές στην αλλαγή του χαρακτήρα τους, ακυρώνεις το πεδίο εφαρμογής του νομοσχεδίου. Θα μπορούσε ο νομοθέτης τουλάχιστον να θέσει κάποιο περιορισμό στον αριθμό και τη χωροθέτηση των ανεμογεννητριών σε ευαίσθητες περιοχές; Η προηγούμενη διαβούλευση (ν.σ Επιτάχυνση των ΑΠΕ) έδειξε ότι ο νομοθέτης δεν θέλει να καταλάβει το πρόβλημα.

  • Άρθρο 3, §1: Δεν γίνεται ρητή αναφορά στους εθνικούς δρυμούς, αν και στο ίδιο άρθρο (Άρθρο 3, §5.γ, σελ. 9 του ΣΝ) γίνεται αναφορά στην ένταξη των αισθητικών, περιαστικών και προστατευτικών δασών, ως και των δασών -διατηρητέων μνημείων της φύσης στην κατηγορία των προστατευόμενων τοπίων.

    Άρθρο 3, §4.2, 4.3 (σελ. 10 του ΣΝ): Εφόσον για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως «προστατευόμενου τοπίου» τεκμηριώνεται η «οικολογική αξία του προστατευτέου αντικειμένου», τότε πώς τεκμηριώνεται η παύση της οικολογικής αξίας του προστατευόμενου αντικειμένου για τον «αποχαρακτηρισμό ή μείωση της έκτασης της προστατευόμενης περιοχής»;

    Άρθρο 7, §1: Στο Άρθρο ορίζονται ως «σημαντικά είδη» αποκλειστικά τα απειλούμενα είδη, κάτι που μάλλον δεν είναι εύστοχο. Πολλά (οικολογικά κύρια ή κυρίαρχα) είδη μπορεί να είναι εξαιρετικά σημαντικά για την αειφορική λειτουργία ενός οικοσυστήματος και έμμεσα για την προστασία της βιοποικιλότητας χωρίς να είναι απειλούμενα.

  • 10 Ιουλίου 2010, 22:03 | Αθανασία Βασιλειάδη

    Δεν γίνεται να είμαστε τόσο τυφλωμένοι από ιδεοληψίες ή δεν ξέρω τι άλλο και να μη διαβλέπουμε το αυτονόητο για την χώρα προσεγγίζοντας το πρόβλημα της απώλειας της βιοποικιλότητας. Ότι δηλαδή «η διατήρηση του φυσικού (και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος) δεν είναι δυνατόν να διαχωρίζεται από την υποστήριξη της τοπικής αειφόρου ανάπτυξης. Ότι οι προστατευόμενες περιοχές θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως χώροι των οποίων η διαχείριση θα υποστηρίζει την συνολική διαδικασία κοινωνικής πολιτιστικής ανάπτυξης».
    Ο ν. 1650/86 διαβάθμιζε ορθά τα κριτήρια περιβαλλοντικής προστασίας. Στο σχέδιο νόμου της κ. Μπιρμπίλη ανατρέπεται η ισορροπία του θεσμικού πλαισίου προστασίας. Εισάγονται απαγορεύσεις και περιορισμοί στους τομείς της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και της δόμησης άνευ πρόβλεψης αντισταθμιστικών οικονομικών μέτρων. Πού είναι το θεσμικό πλαίσιο οικοανάπτυξης των προστατευόμενων περιοχών;Το καταργείτε; Εισάγεται ο ορισμός του οικοτουρισμού και ως εκεί.
    Τι σημαίνει καθεστώς «πολλαπλής συμμόρφωσης» και ποιος θα χρηματοδοτήσει τις «ορθές πρακτικές»; Γιατί αυτή η προχειρότητα στα σχέδια νόμων ; Γιατί δεν αναφέρονται οι κανονισμοί της Επιτροπής, ή έστω η σχετική ΚΥΑ υπ’ αριθμόν 324032/2004 (ΦΕΚ Β 1921?2004). Τι θα γίνει με την οικιστική ανάπτυξη αυτών των περιοχών; Από την δόμηση σε γήπεδα όποιου εμβαδού και αν ήταν όταν οριοθετήθηκαν οι οικισμοί κάτω των 2000 κατοίκων θα πάμε στα 10 στρέμματα;Βεβαίως σε κάποιες περιοχές του δικτύου πράγματι στις απειλές περιλαμβάνονται οι οικιστικές πιέσεις. Σε άλλες όμως όχι και η πραγματική απειλή είναι η εγκατάλειψη τους από τους κατοίκους τους φαινόμενο που θα ενταθεί πλέον στην επαρχία.Οι όποιες ρυθμίσεις για τις εκτός οικισμών αγροτικές περιοχές δεν πρέπει να είναι γενικες αλλά ειδικές, σύμφωνα με την εκτίμηση ατην οικεία ΕΠΜ. Θα προκύψουν ζητήματα με τις αρτιότητες σε συσχέτιση με τους δρόμους καθότι πρίν το 2003 έχουν κατατμηθεί πολλά μέχρι τότε αγροκτήματα τα οποία κατ΄εξαίρεση ήταν ‘αρτια και οικοδομήσιμα
    Η χρεοκοπημένη κρατική πολιτική της τελευταίας 25αετίας απέδειξε και στον τομέα του περιβάλλοντος ότι δεν αρκεί το ορθό νομικό πλαίσιο αν δεν κινητοποιούνται οι τοπικές δυνάμεις για να το εφαρμόσουν, κατόπιν αποδοχής του, στα πλαίσια μίας αειφορικής προοπτικής. Όλες οι επί μέρους πολιτικές κινούντο σε ένα πλαίσιο περιφρόνησης για το φυσικό περιβάλλον, τον 1650/86 είναι το κράτος που τον κουρέλιασε. Ακολούθησε ο ν. 2742/99 και οι σχετικές ρυθμίσεις για τις προστατευόμενες περιοχών είχαν την ίδια τύχη. Τα Περιφερειακά Χωροταξικά κατέληξαν νεκρά κείμενα συρραφής καλών προθέσεων αντί να είναι εργαλεία αειφορικής ανάπτυξης.Η πελατειακή πολιτική των κομμάτων εξουσίας αλλά και των λοιπών πολιτικών δυνάμεων είναι υπεύθυνη για τα χάλια της χώρας όσον αφορά στην κατασπατάληση και του φυσικού αποθέματος της χώρας. Ποιοί ευθύνονται για τα χάλια μας;

    Τα ζητήματα των χωροθετήσεων παραγωγικών δραστηριοτήτων και της προστασίας του περιβάλλοντος (στα πλαίσια των συνταγματικών αρχών και των κείμενων διατάξεων) πρώτα απ’ όλα αποτελούν τοπικές υποθέσεις και αναλύονται βάσει των τοπικών χαρακτηριστικών και των τοπικών δυνάμεων όποιες και αν είναι αυτές. Τα Περιφερειακά χωροταξικά σχέδια πρέπει να κινητοποιούν αυτές τις δυνάμεις και σε αυτά να αντικατοπτρίζονται τα χαρακτηριστικά του τόπου και οι κινητήριες δυνάμεις της τοπικής αειφορίας που είναι μία συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή.Οι τομεακές πολιτικές επίσης θα πρέπει να «διευκρινίζονται» σε περιφερειακό επίπεδο. Τι δουλειά έχει η κεντρική εξουσία να εμπλέκεται και να δημιουργεί προβλήματα μέσω του διαστρεβλωμένου συστήματος των αδειών παραγωγής με την χωροθέτηση όπου νάναι ας πούμε ενεργειακών παραγωγικών δραστηριοτήτων όπως είναι οι ανεμοτουρμπίνες ; Πρόκειται για μεγάλο σκάνδαλο που συντελείται σε ενεστώτα χρόνο. Το ΥΠΕΚΑ προωθεί πολιτική εκτεταμένης υποβάθμισης των ορεινών οικοσυστημάτων. Βάσει ενεργειακού σχεδιασμού προβλέπονται 7500 ΜW από αιολικές εγκαταστάσεις. Με την παραδοχή ότι τουλάχιστον 6000 ΜW θα χωροθετηθούν σε κορυφογραμμές αυτό συνεπάγεται 3000Χ2,5-3Χ85 μέτρα(διάμετρος ρότορα της «τυπικής Α/Γ»), δηλαδή 650 έως 765 χιλιόμετρα δρόμων μόνον για την εσωτερική επικοινωνία μεταξύ των ανεμογεννητριών ! Προσθέστε παρακαλώ και τους ορεινούς δρόμους πρόσβασης για να κατανοήσετε το μέγεθος του προβλήματος. Σε κάθε περίπτωση ουδείς δύναται να αμφισβητήσει πως πρόκειται για βανδαλισμό στο όνομα μία θολής ιδέας, αυτής της πράσινης ανάπτυξης που φαίνεται να καταλαμβάνει την θέση της Αειφόρου Ανάπτυξης. Δεν το λέω μόνο εγώ το υπογράφεικαι ο κύριος Μιχαήλ Δεκλερής πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος που ως πρόεδρος του Ε’τμήματος του ΣτΕ συνδιαμόρφωσε την περιβαλλοντική του πλούσια νομολογία (Η Αλήθεια για τα αιολικά πάρκα). Πρέπει να κατασκευαστεί ένα τεράστιο οδικό δίκτυο προδιαγραφών επαρχιακού δικτύου (βεβαίως χωρίς ασφαλτόστρωση λόγω δασικής νομοθεσίας) και όχι δασικών δρόμων όπως το παρουσιάζουν καταπατώντας ασύστολα τις διατάξεις περί προδιαγραφών των δασικών δρόμων Γ’ κατηγορίας.
    Αντί για την ρητή δέσμευση «ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΕΤΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗς ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΒΛΑΒΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ», εισάγονται διατάξεις στο εθνικό δίκαιο «περί προστασίας του κλίματος μέσω της προώθησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ως ύψιστης περιβαλλοντικής σημασίας προτεραιότητα για την χώρᨻ. Προς διευκόλυνση της εφαρμογής του άρθρου 4 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ βεβαίως έστω και αν κατά τα άλλα η βιοποικιλότητα ορίζεται ως «πολύτιμο και αναντικατάστατο εθνικό οικολογικό κεφάλαιο» στο σχετικό άρθρο του υπό κρίση σχεδίου νόμου, υποκείμενο όμως σε εκπτώσεις όταν σταθμίζεται με την ύψιστη προτεραιότητα της εγκατάστασης αιολικών για να απεγκλωβιστούν οι λιμνάζουσες επενδύσεις !
    Θέλει πολύ μυαλό για να κατανοήσει η κεντρική κυβέρνηση ότι το μόνο που έχει απομείνει λίγο-πολύ αδιατάρακτο είναι οι περιοχές του δικτύου Φύση 2000 στις οποίες πρέπει να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον μας για οικοανάπτυξη;
    Θέλει πολύ μυαλό για να κατανοήσουμε ότι πρέπει να ανταγωνιστούμε (έναντι της βιομηχανοποιημένης Ευρώπης) με ένα έξυπνο περιβαλλοντικό σχεδιασμό;
    Θέλουμε επενδυτές; Ας επενδύσουν εκεί, αλλά σε ένα εταιρικό σχέδιο υψηλών προδιαγραφών. Γιατί να γεμίσουμε τα βουνά μας με Α/Γ ; Ένας έξυπνος περιβαλλοντικός σχεδιασμός τις κρύβει στις βιομηχανοποιημένες ζώνες, δεν τις βάζει στις τούρλες. Για να βλέπουν ανεμογεννήτριες θα έρχονται, οι τουρίστες ή για να χαρούν την εξαίσια Ελληνική Φύση; Η μόνη μας ελπίδα είναι οι περιοχές Ναtura οι οποίες πρέπει να διατηρηθούν ως έργα τέχνης ΒΑΣΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ-ΤΟΠΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΟΙΚΟΑΝΑΠΤΥΞΗΣ.
    Να οριστούν οι ζώνες προστασίας – οι οποίες θα αντικατοπτρίζουν αυστηρά τους σκοπούς διατήρησης (απόλυτη, σχετική προστασία) -και ο υπόλοιπος χώρος να παραχωρηθεί σε επενδύσεις οικοανάπτυξης, όπου θα χαρτογραφείται μία άλλη πραγματικότητα ποιότητας και ταξιδιού από το ένα αγρόκτημα στο άλλο. Αυτές είναι καλές τέχνες. Η δόμηση σε αυστηρό ποιοτικό έλεγχο, αν υφίσταται αξιόλογοι ή παραδοσιακοί οικισμοί ακολουθούμε εξελικτικούς κανόνες δόμησης και μορφές και όχι στείρες απομιμήσεις. Δεκάδες τέχνες, δέσμες φιλοσοφικών τάσεων και ασκήσεις τεχνικών μπορούν να ενσωματωθούν σε ορθές γεωργικές και κτηνοτροφικές πρακτικές.
    Όχι άλλα οριζόντια μέτρα, τοπικότητα βάσει της συνταγματικής αρχής της αειφορίας.
    Το φυσικό κεφάλαιο της χώρας, κάτω από τις παρούσες συνθήκες μάλιστα, δεν είναι πλέον διαθέσιμο αποθεματικό για ανόητες παραγωγικές δραστηριότητες.
    Όλο το θεσμικό πλαίσιο περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να οικοδομηθεί στο θεμέλιο της τοπικής αειφορίας.
    Οι ΕΠΑΕ και οι πολεοδομίες κατέστρεψαν την Ελλάδα. Η αρχή διαχείρισης πρέπει να είναι ενιαία και πρέπει να λογοδοτεί, δεν θα διορίζεται από το κράτος αλλά βάσει διαγωνισμού από την Περιφέρεια με σύμβαση.Πρέπει να τυποποιηθούν αυτές οι Υπηρεσίες και να είναι διαυγείς οι καταστατικές αρχές. Υφίστανται δύο ως γνωστόν προσεγγίσεις στην αρχή της διατήρησης της βιοποικιλότητας.Αυτή που αναφέρεται στην «εγγενή αξία» της και αυτή συνδέεται μέσω της έννοιας «των υπηρεσιών οικοσυστημάτων. Η θρησκευτικότητα χάθηκε ή έστω ας δεχτούμε ότι οι Έλληνες είναι εκ φύσεως ασεβείς. Εναντι της μητέρας Φύσης ή Θεάς ή της ενιαίας κτιστού της θείας Οντότητας όπως προτιμάτε. Θα πρέπει να αγνοήσουμε την πολιτική της ενοχής που εξαπολύει εναντίον μας η πολιτική οικολογία και να διαμορφώσουμε τα οικονομικά της οικοανάπτυξης αν πράγματι θέλουμε να διαφυλάξουμε ότι απέμεινε.

    Οι ανεμογεννήτριες δεν αποτελούν πρότυπο οικοανάπτυξης, υποβαθμίζουν τις περιοχές

    Τόσοι δημόσιοι πόροι πάνε στα Πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα, τόσο δύσκολο είναι να επικεντρωθούμε στον σχεδιασμό του χώρου ως παράλληλη ανάγκη με την προστασία της Φύσης;

    Το σχέδιο νόμου πρέπει να αποσυρθεί ή να τεθεί σε ευρεία διαβούλευση. Αφορά ρυθμίσεις για το 25% του εθνικού χώρου. Αφορά τον πολιτικό ανταγωνισμό στα πλαίσια των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών,Δήμους και Περιφέρειες. Δεν νομίζω ότι έχουν ενημερωθεί οι τοπικές κοινωνίες. Ο ΕΟΤ που είναι συμμετεί χε στην δισαμόρφωση του σχεδίου νόμου ; Υφίσταται το γνωρίζουμε προειδοποιητική επιστολή πλήν όμως η απάντηση ας είναι ότι οι Έλληνες το συζητούν το ζήτημα. Η πολιτική σας (αιχμής) για την πράσινη ανάπτυξη, μέσω νόμων-διαταγμάτων θα υλοποιηθεί;
    Νομίζετε ότι η χώρα πάσχει από νέους νόμους και εξαρτάται από την ταχύτητα που αυτοί εισάγονται στο κοινοβούλιο ή από διαμορφώσεις συναινέσεων για να προστατέψουμε την χώρα μας ; Απαράδεκτη η διάρκεια της διαβούλευσης. Λυπάμαι είμαι απόλυτα αρνητικη πρός το στυλ εξουσιας που έχετε εισάγει στον δημόσιο βίο.

  • Άρθρο 3 – Εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών

    Παρ. 1 ‘…τροποποιείται με την παράγραφο 3 του παρόντος νόμου…’ διόρθωση στο ορθό: ‘…τροποποιείται με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου…’

    Παρ.2 αντικατάσταση άρθρου 18 Ν.1650/86 – ενότητα 3 διεγράφη το ‘Περιοχές Οικοανάπτυξης’.
    Καθώς το Σχέδιο Νόμου δεν περιλαμβάνει μεταβατικές διατάξεις τι θα συμβεί με εκείνες τις ΕΠΜ που έχουν προτείνει το χαρακτηρισμό περιοχών ως Περιοχές Οικοανάπτυξης. Τι θα γίνει για παράδειγμα με την «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη Β. Καρπάθου-Σαρίας» που εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. 126480/2524/24-6-03 Απόφαση του Γενικού Διευθυντή Περιβάλλοντος ΥΠΕΧΩΔΕ και αφορά το χαρακτηρισμό της ευρύτερης περιοχής με κωδικό GR 4210003 ‘Βόρεια Κάρπαθος και Σαρία’ του Δικτύου NATURA 2000 ως ΠΕΡΙΟΧΗ ΟΙΚΟΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΟΛΥΜΠΟΥ; (και που σημειωτέων ακόμα δεν έχει εκδοθεί Κ.Υ.Α. ή Π.Δ.)

    Καταργούμενες διατάξεις, όπως της παρ. Β2 του άρθρου 4 της ΚΥΑ 33318/3028/11-12-98 (ΦΕΚ 1289/Β/28-12-98), η οποία επιπρόσθετα αναγράφεται λαθεμένα στην παρ. θ της ενότητας 4.1, θα πρέπει να αναφέρονται ευκρινώς και ξεχωριστά από το υπόλοιπο κείμενο που αντικαθιστά το άρθρο 19 του Ν. 1650/86. Το ίδιο συμβαίνει και στη συνέχεια με την κατάργηση παρ. 3 άρθρου 57 του Ν.2637/1998.
    Παρ. 3 αντικατάσταση άρθρου 19 Ν. 1650/86 – ενότητα 4.2 Ζώνες Ειδικής Προστασίας διόρθωση της Οδηγίας 2009/147/ΕΚ και όχι 2009/147/ΕΟΚ

    Στο Άρθρο 2 – Ορισμοί «Ειδική Ζώνη Διατήρησης» αναφέρεται ότι είναι ένας Τόπος Κοινοτικής Σημασίας ορισμένος μέσω κανονιστικής, διοικητικής ή/και συμβατικής πράξης… και στο Άρθρο 3 – Εθνικό Σύστημα προστατευόμενων περιοχών – παρ. 4.1 αναφέρεται πως οι Τόποι Κοινοτικοί Σημασίας … χαρακτηρίζονται με τον παρόντα νόμο ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης.
    Σημειώνεται πως οι κανονιστικές/διοικητικές ή/και συμβατικές πράξεις για μια προστατευόμενη περιοχή έχουν αξία για τα έργα και τις δραστηριότητες που μπορούν να γίνουν εντός αυτών. Σύμφωνα με την Υ.Α. Η.Π. 11014/703/Φ104/2003 (ΦΕΚ 332Β/2003) ‘Διαδικασία Προκαταρτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης (Π.Π.Ε.Α) και Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Ε.Π.Ο) σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 1650/86 (160/Α) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν.3010/02 «εναρμόνιση του ν.1650/86 με τις οδηγίες 97/11/ΕΕ και 96/61/ΕΕ … και άλλες διατάξεις (91/Α)»’ και συγκεκριμένα με τα Άρθρο 5 – Εξαιρέσεις, Άρθρο 8 – Εξαιρέσεις & Άρθρο 10 – Εξαιρέσεις ανάλογα με τις εκάστοτε πράξεις τα έργα «ανεβαίνουν» κατηγορία. Σήμερα, σύμφωνα με Εγκύκλιο αυτό δεν γίνεται με αποτέλεσμα όλα τα έργα και οι δραστηριότητες των Πινάκων της Υ.Α. Η.Π. 15393/2332/2002 (ΦΕΚ 1022/Β`/5.8.2002) ‘Κατάταξη δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες σύμφωνα με το αρθ. 3 του ν. 1650/86 όπως αντικαταστάθηκε με το αρθ. 1 του ν. 3010/02 «εναρμόνιση του ν. 1650/86 με τις οδηγίες 97/11/ΕΕ και 96/61/ΕΕ κ.α (91/Α)»’ και όσων την έχουν τροποποιήσει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο είτε εντός είτε εκτός προστατευόμενης περιοχής (!).

  • Αυτό που πρέπει να προσεχθεί είναι να ενοποιηθούν οι Φορείς Διαχειρισης των Προστατευόμενων περιοχών με τα Δασαρχεία μιά παροιμία λέει ότι «όπου λαλούν πολλοί κοκόροι αργεί να ξημερώσει» καλό θα είναι όλες αυτές οι υπηρεσίες προστασίας του περιβάλλοντος να ενοποιηθούν υπό την σκέπη του Υπουργείου Περιβάλλοντος, αν θέλουμε να αποδώσουν, επίσης να διακοπούν οι υπηρεσίες που προσφέρουν διάφοροι ιδιώτες!!που νέμονται μεγάλα ποσά με πρόσχημα την αδυναμία του Κράτους να προστατέψουν το περιβάλλον πχ.(κυνηγετικές ομοσπονδίες) αναρωτιέμαι σε τι εξυπηρετεί το να δίνουν το δικαίωμα σε ιδιώτες ή μικρά πρώην κόμματα να διαχειρίζονται τεράστια ποσά!!! Είναι γνωστό ότι ο ιδιώτης ακόμα και ο εθελοντής!!!μέσα στο Δάσος και στην φύση μόνο καλό δεν κάνει!!!!Σκεφτείτε μόνο ποιός λογικός άνθρωπος στις μέρες μας θα προσφέρει εθελοντικό έργο ΑΦΙΛΟΚΕΡΔΟΣ!! Πρώτιστο μέλημα σας έπρεπε να είναι η αναδιοργάνωση και η κάλυψη των κενών θέσεων της Δασικής Υπηρεσίας!!!μέχρι τώρα οι Κυβερνήσεις που πέρασαν πρόσφεραν σε διάφορους ιδιώτες αρμοδιότητες «δημόσιες» και ιδρύοντας Φορείς και υπηρεσίες κατασπαταλώντας χρήματα χωρίς να προσφέρουν ουσιαστικά στο Περιβάλλον. Μόνο η Δασική Υπηρεσία διαθέτει την «γνώση» να προσφέρει περιβαλλοντική προστασία!! διότι το προσωπικό της είνα εκπαιδευμένο και η μόρφωσή τους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το περιβάλλον. Επίσης η νομοθεσία ήδη καλύπτει σχεδόν πλήρως την προστασία του περιβάλλοντος αλλά δεν εφαρμόζεται!! έιτε διότι υπάρχει σοβαρή έλλειψει προσωπικού(Δασαρχεία)είτε γιατί εφαρμόζεται από «λάθος» άτομα!!(ιδιώτες)είτε γιατί συνεχίζουμε τα λάθη τπυ παρελθόντος (μεταφορά δασοπυρόσβεσης) λύση υπάρχει αρκεί να το θέλετε πραγματικά!!!

  • 10 Ιουλίου 2010, 13:47 | Κώστας Κοτζιάς

    Στο Άρθρο 3, στην παράγραφο 4, οι προβλεπόμενες ζώνες προστασίας και διατήρησης περιοχών, θα πρέπει να είναι εντός ή σε άμεση συνέχεια της προστατευόμενης περιοχής και να μη διακόπτεται από ήδη εντός σχεδίου πόλεως κατοικημένων εκτάσεων.

  • 10 Ιουλίου 2010, 13:32 | Κώστας Κοτζιάς

    Η οριοθέτηση ζωνών προστασίας για χαρακτηρισμένες προστατευόμενες περιοχές πρέπει να ευρίσκονται μέσα στις περιοχές αυτές και σε συνέχεια αυτών χωρίς να διακόπτονται από ήδη ενταγμένες σε σχέδια δόμησης και ήδη δομίμένες περιοχές.

  • 9 Ιουλίου 2010, 14:15 | dora

    Βλέπω δύο παράθυρα που αφήνετε

    1. Για τις περιοχές προστασίας της φύσης (Nature reserves) λέτε
    «Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η εκτέλεση εργασιών, ερευνών και η άσκηση ήπιων ασχολιών και δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας. »

    Ερώτημα:
    Ο νομοθέτης θεωρεί για παράδειγμα ότι οι εγκαταστάσεις ήπιων μορφών ενέργειας είναι ήπια δραστηριότητα;

    – Είτε να αφαιρέσετε την εξαίρεση και να αναφερθείτε ρητά π.χ. στα είδη των δραστηριοτήτων που είναι πράγματι ήπιες. Δώστε δηλαδή ορισμό της ήπιας δραστηριότητας.)

    – είτε αν θέλετε να παραμείνει η αναφορά να πείτε ότι
    «η εκτέλεση τεχνικών έργων επιτρέπεται μόνο για ήπιες δραστηριότητες σχετικές με την ίδια τη προστασία της φύσης και σε κάθε περίπτωση για μη κερδοσκοπικούς σκοπούς»

    2. Ντρέπομαι που διαβάζω το παρακάτω.
    Είναι δυνατόν να αφήσετε τέτοια πύλη καταστροφής:

    >6. Στις περιοχές (α) των παραγράφων 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, >εξαιρουμένων πιθανών τμημάτων των περιοχών αυτών που αποτελούν >περιοχές των παραγράφων 1 και 2, υγροτόπων Διεθνούς Σημασίας >(υγρότοποι RAMSAR) και οικοτόπων προτεραιότητας περιοχών της Επικράτειας που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000, σύμφωνα με την απόφαση 2006/13/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και (β) στις γειτονικές εκτάσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του παρόντος νόμου, επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής.

    – Γνωρίζετε ότι τα μεγάλα τεχνικά έργα της λεγόμενης ‘πράσινης ενέργειας’ είναι απολύτως εχθρικά για το περιβάλλον και τη βιοποικιλλότητα.
    Να απαγορεύσετε ρητά οποιαδήποτε εγκατάσταση ανεμογεννητριών στις περιοχές αυτές.
    Αντίθετα λέτε ότι επιτρέπεται και παραπέμπετε σε εγκρίσεις περιβαλλοντικών μελετών. Δεν γνωρίζει ο νομοθέτης ότι στην Ελλάδα η περιβαλλοντική μελέτη είναι μια δοσοληψία που παραγγέλνεται, το περιεχόμενο της ρυθμίζεται από αυτόν που πληρώνει, και η γενικότερη μακροπρόθεσμη ποιότητά της αμφισβητείται ; Δεύτερον ακόμα κι αν η μελέτη είναι ακριβής και τα πορίσματά της βιώσιμα σε βάθος χρόνου, πώς o νομοθέτης εξασφαλίζει την πιστή εφαρμογή της μελέτης από τον κατασκευαστή- εργολάβο; Παραπέμπει το κράτος και στις άλλες του διατάξεις; E όχι. Έχετε αφήσει – φοβάμαι όχι καλοπροαίρετα – ένα τεράστιο κενό-κερκόπορτα.

    Αφήστε τα τελευταία καταφύγια άγριας ζωής και μνημεία της φύσης ανέπαφα. Αν εσείς κρίνετε από τώρα ότι για εθνικούς σκοπούς υψίστης σημασίας επιβάλλεται να διαλέξουμε και να κάνουμε κάποιες καταστροφές μέσα σε αυτά, ορίστε τα σαφώς και θυσιάστε τα. Μην αφήνετε κερκόπορτα ανοιχτή για κάθε ανέπαφη γωνιά της χώρας.

  • 9 Ιουλίου 2010, 12:38 | Αντώνιος Κανδηράκης

    Στο όνομα της πράσινης ανάπτυξης το ΥΠΕΚΑ δηλαδή η κυβέρνηση καταργεί τις περιοχές οικοανάπτυξης, παράγραφος 5 άρθρο 19 του ν. 1650/86, δηλαδή περιοχές που μπορούσαν να περιλαμβάνουν χωριά ή οικισμούς εφόσον παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας των φυσικών και πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών και παράλληλα προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες για ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την προστασία της φύσης και του τοπίου. Επιπλέον με το άρθρο 5 στερεί την δυνατότητα δόμησης στα κάτω των 10 στρεμμάτων εκτός μικρών οικισμών γήπεδα στις περιοχές του δικτύου Φύση 2000.
    Στην πράξη δηλαδή την δυνατότητα κατασκευής μικρών καταλυμάτων οικοτουριστικής ανάπτυξης σε αυτές τις προστατευόμενες περιοχές ευνοώντας τις μεγάλες μονάδες.
    Δηλαδή όχι μόνο περιορίζονται οι αναπτυξιακές επενδύσεις που δεν συνάδουν με τους σκοπούς προστασίας-διατήρησης (ορθόν εκ του περιβαλλοντικού δικαίου της Ε.Ε.), αλλά και αυτές που ως ήπιες θα μπορούσαν να προσδώσουν εναλλακτικές λύσεις. Διερωτώμαι ως προς τους ειδικούς λόγους προώθησης τέτοιας πολιτικής. Κατά την οδηγία 92/43/ΕΟΚ μόνον έργα και σχέδια που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στους σκοπούς διατήρησης των οικοτόπων δεν προωθούνται. Βάσει ποίας εκτίμησης επιπτώσεων το ΥΠΕΚΑ σχεδιάζει τέτοιες ρυθμίσεις γενικού τύπο αφού τέτοια επιλύονται στα διαχειριστικά σχέδια και στο οικείο Προεδρικό Διάταγμα ίδρυσης της προστατευόμενης περιοχής ; Πέριξ των οικισμών επιβάλλεται να δημιουργηθούν ζώνες οικοανάπτυξης που θα ευνοούν μικρές οικοτουριστικές μονάδες.
    Στην πραγματικότητα εμείς οι καταναλωτές και καταναγκαστικά θα υποστούμε τις εγγυημένα αυξημένες τιμές πώλησης στον διαχειριστή του συστήματος (δηλαδή είμαστε οι εγγυητές του τραπεζικού δανείου) ταπεινωτικά θα υποστούμε την καταστροφή του τοπικού μας περιβάλλοντος πληρώνοντας μάλιστα και τους πουλολόγους που θα την παρακολουθούν και καταγράφουν. Μήπως θα χρηματοδοτήσουμε και το επαρχιακό πανοπτικόν, δηλαδή τις κάμερες παρακολούθησης δήθεν της ορνιθοπανίδας ή το δορυφορικό αντίστοιχο σύστημα ;

  • Στο εδάφια 2 και 3, της παραγράφου 4 του άρθρου 3, αναφέρεται πως για τον χαρακτηρισμό της περιοχής να αρκεί η απόφαση του Γ.Γ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Αυτό σημαίνει ότι για τον αποχαρακτηρισμό δεν αρκεί;

  • Στο εδάφιο γ της ενότητας 4.3 της παραγράφου 3 του άρθρου 3, αναφέρεται μία σειρά επεμβάσεων. Γιατί οι συγκεκριμένες επεμβάσεις αναφέρονται μόνο για την κατηγορία αυτή και όχι και για άλλες περιοχές; Σε άλλες περιοχές δεν χρειάζεται προστασία και διαχείριση;
    Σε τι διαφέρουν τα ΚΑΖ με τις περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών, εκτός από την απαγόρευση του κυνηγίου;

  • Στο εδάφιο β, της ενότητας 4.3, της παραγράφου 3, του άρθρου 3, αναφέρεται ότι οι απαγορεύονται δραστηριότητες όπως «…καταστροφή των φυτοφρακτών, η αμμοληψία, η αποστράγγιση, η επιχωμάτωση και αποξήρανση ελωδών εκτάσεων, η ρύπανση των υδατικών συστημάτων, η διάθεση ή απόρριψη αποβλήτων, η δόμηση εκτός σχεδίου πόλεως και ορίων οικισμών, η ανάπτυξη ιχθυοκαλλιεργειών, η διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων, καθώς και η υπαγωγή έκτασης του Καταφυγίου σε πολεοδομικό ή ρυμοτομικό σχεδιασμό…».
    Γιατί αυτές οι δραστηριότητες απαγορεύονται ειδικά και μόνο εδώ, και όχι στις άλλες κατηγορίες, όπως για παράδειγμα στις περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών (Habitat / species management areas);

  • Σχετικά με το εδάφιο α, της ενότητας 4.3, της παραγράφου 3, του άρθρου 3, το οποίο αναφέρεται στα Καταφύγια Άγριας Ζωής. Παρόλο που δεν απαγορεύεται το κυνήγι στις προστατευόμενες περιοχές, με τη δημιουργία «οικολογικών διαδρόμων» οι οποίοι ορίζονται ως ΚΑΖ, ο απώτερος σκοπός της απαγόρευσης τελικά επιτυγχάνεται.

  • Στο εδάφιο γ, της ενότητας 4.1, της παραγράφου 3, του άρθρου 3, αναφέρεται η φράση «…και των ειδών που απαντώνται σε κάθε μια περιοχή…» Η συγκεκριμένη φράση περιλαμβάνει όλα τα είδη; Και αυτά μπορεί να είναι από σαλιγκάρια μέχρι ελάφια και αρκούδες; Περιλαμβάνονται και τα έντομα;

  • Στο εδάφιο 4α της παραγράφου 3 του άρθρου 3, αναφέρεται ότι στις «περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών» επιτρέπεται η διαχείριση με σκοπό τη διατήρηση, ενώ από άλλες κατηγορίες απουσιάζει. Γιατί απουσιάζει από άλλες κατηγορίες, που αποσκοπεί αυτό, με τι κριτήριο γίνεται και τι εξασφαλίζει;

  • Σχετικά με το εδάφιο γ της ενότητας 3.2, της παραγράφου 3, του άρθρου 3. Είναι δυνατόν μια τοπική ποικιλία σιταριού να κηρύσσεται προστατευτέα αξία; Επίσης είναι δυνατόν ένα κοπάδι αγροτικών ζώων (π.χ. πρόβατα ελληνικής φυλής, σκυριανό πόνυ κ.ά) να κηρύσσονται προστατευτέα αξία; Σε αυτή την περίπτωση, εάν ο αγρότης αυτών των καλλιεργειών ή ο κτηνοτρόφος που έχει τέτοια ζώα αποφασίσει να μετοικίσει σε άλλη περιοχή; Αλλάζει θέση και το Περιφερειακό Πάρκο; Και αν αποφάσιζε να τα πουλήσει; Στην υποθετική περίπτωση που θα είχαμε νομαδική κτηνοτροφία θα οριζόταν σε όλη την Ελλάδα μετακινούμενα περιφερειακά πάρκα;
    Είναι δυνατόν να ορίζονται προστατευτέες αξίες οι φυτοφράχτες και οι ακαλλιέργητες νησίδες;
    Επίσης αυτό μπορεί να λειτουργήσει και ως παγίδα, στην περίπτωση που κάποιος Κυνηγετικός Σύλλογος κάνει ανάλογες βελτιωτικές παρεμβάσεις με κίνδυνο έπειτα να κηρυχθεί η περιοχή περιφερειακό πάρκο.

  • Στα εδάφια 2 και 3, της παραγράφου 3 του άρθρου 3, οι δύο κατηγορίες «περιοχές προστασίας της φύσης» και «φυσικά πάρκα» δεν διαφέρουν ουσιαστικά σε τίποτα. Η μόνη διαφορά έγκειται στη φρασεολογία. Επίσης όπως αναφέρεται στη σελ. 6, εδάφιο 3ε, παράγραφος 3, στα φυσικά πάρκα επιτρέπεται η άσκηση ήπιων ασχολιών.

  • Στο εδάφιο 1α της παραγράφου 3 του άρθρου 3, πρέπει να τονισθεί ότι η φράση «αυτοφυής χλωρίδα » μπορεί να καταλαμβάνει βουνά ολόκληρα, αλλά και η περιοχή ενδημίας κάποιων σπάνιων ειδών άγριας πανίδας, όπως αρκούδα, λύκος, αετοί κλπ., μπορεί να καταλαμβάνει αρκετές χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα.
    Η χρήση τέτοιων ορισμών οδήγησε στις πρακτικές της δεκαετίας του ’80 και ’90 οι οποίες ξερίζωσαν και τους τελευταίους κατοίκους από τις παραμεθόριες περιοχές.

  • Το εδάφιο 4 της παραγράφου 2 του άρθρου 3, προϋπήρχε στο Ν. 1650/1986 με διαφορετική μορφή. Με τις σημερινές αλλαγές που υπέστη παραπέμπει στο ότι οι απαγορευμένες δραστηριότητες στις περιοχές προς προστασία, θα κλιμακώνονται σε επιπλέον περιφερειακές ζώνες πιθανώς πολύ μεγάλης έκτασης χωρίς σαφή προσδιορισμό αυτών.

  • 8 Ιουλίου 2010, 12:06 | Nίκη

    Άρθρο 3, παραγρα. 3.1.α.
    Για τις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης να προστεθεί το ακόλουθο:
    «Κατά τον καθορισμό των εκτάσεων των περιοχών απόλυτης προστασίας θα πρέπει να αποφεύγεται ο κατακερματισμός των περιοχών, αλλά αυτές να περιλαμβάνουν ενιαίες περιοχές».
    Είναι γνωστά τα αποτελέσματα του κατακερματισμού των προστατευόμενων περιοχών στη βιοποικιλότητά τους.

  • 8 Ιουλίου 2010, 12:05 | Nίκη

    Άρθρο 3, παραγ. 5 α)
    Στο άρθρο δεν αναφέρεται αυτό που ισχύει σύμφωνα με τον Ν. 2742/1999, ότι η κατάρτιση και ευθύνη εφαρμογής των σχεδίων διαχείρισης ανήκει στην αρμοδιότητα των Φορέων Διαχείρισης.

    Γενικότερα εντός του νομοσχεδίου δεν αναφέρεται ο ρόλος των Φορέων Διαχείρισης, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν μία συνέχεια και μετά το πέρας των χρηματοδοτήσεών τους. Τα Σχέδια Διαχείρισης δεν θα πρέπει να ανατίθενται σε εξωτερικούς μελετητές αφού το προσωπικό των Φορέων Διαχείρισης και ιδιαίτερα το επιστημονικό προσωπικό γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλο μελετητή, επισκέπτη της περιοχής για ορισμένο διάστημα, την περιοχή και τις ανάγκες της. Για όσες από τις περιοχές δεν υπάρχουν Φορείς Διαχείρισης τα Σχέδια Διαχείρισης μπορούν να καταρτίζονται από κεντρικές υπηρεσίες του Υπουργείου. Mε τον τρόπο αυτό εξάλλου θα υπάρξει εξοικονόμηση πόρων.

  • Παράγραφος 4 (άρθρο 21 του ν. 1650/1986):
    «9. Αιτήσεις για την έκδοση άδειας έργων και δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές, εφόσον έχουν υποβληθεί κατά τις διατάξεις της κείμενης σχετικής νομοθεσίας, πριν από την έκδοση των διαταγμάτων ή αποφάσεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 21, εξετάζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατ’ απόκλιση των ρυθμίσεων των διαταγμάτων, αποφάσεων ή σχεδίων αυτών».

    Αυτή η παράγραφος θα μπορούσε να οδηγήσει στη μαζική έκδοση «αδειών έργων και δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές» από το παράθυρο, παρά τις προβλέψεις του νομοσχεδίου. Θα πρέπει ίσως να γίνει προσεκτικότερη διατύπωση ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυτός. Γιατί ποιο λόγο θα εξετάζονται οι παλαιές αιτήσεις με τα παλιά διατάγματα όταν θα υπάρχουν ήδη σε ισχύ τρέχοντα διατάγματα και αποφάσεις που θα ορίζουν διαφορετικά; Για ποιό λόγο η χρονική προτεραιότητα της αίτησης προηγείται της ουσίας του νόμου;

  • Παράγραφος 4.1.α «Αναλυτικοί και ψηφιοποιημένοι χάρτες των ΕΖΔ τηρούνται σε αρχείο και είναι διαθέσιμοι στο κοινό από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.»

    Να προστεθεί η λέξη «ελεύθερα» ως εξής:

    «Αναλυτικοί και ψηφιοποιημένοι χάρτες των ΕΖΔ τηρούνται σε αρχείο και είναι ελεύθερα διαθέσιμοι στο κοινό από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.»

  • Σύμφωνα με το άρθρο 3, το Εθνικό Σύστημα Προστατευόμενων Περιοχών αποτελείται από κατατάσει τις περιοχές σε διάφορες βαθμίδες προστασίας σύμφωνα με το παρακάτω σύστημα:

    1. Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης
    2. Περιοχές προστασίας της φύσης
    3. Φυσικά πάρκα
    4. Περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών
    5. Προστατευόμενα τοπία

    Όλοι οι υπάρχοντες Εθνικοί Δρυμοί εντάσσονται στη 3η βαθμίδα προστασίας (Φυσικά πάρκα). Στην ίδια βαθμίδα προστασίας (Φυσικά πάρκα), εντάσσονται περιαστικές φυσικές περιοχές με στόχο εκτός των άλλων και τη παροχή δυνατοτήτων αναψυχής στους κατοίκους των αστικών κέντρων.

    Αναρωτιέμαι για τα εξής:
    1. Δεν κρίθηκε ότι κάποιοι από τους υπάρχοντες Εθνικούς Δρυμούς πρέπει να ενταχθούν στις 2 πρώτες κατηγορίες; Ούτε ο Βίκος-Αώος, ούτε η Βάλια Κάλντα, ούτε οι Σποράδες, ούτε η Ζάκυνθος;
    2. Στην ίδια κατηγορία προστασίας θα συνυπάρχουν ο Όλυμπος και τα δάση της Ροδόπης, με τα περιαστικά δάση όπως του Υμμητού ή του Σέιχ Σου και του Χορτιάτη;

    Χρειάζεται άμεση επαναξιολόγηση των Εθνικών Δρυμών, επαναπροσδιορισμός των ορίων τους και ενταξή τους σε ανάλογη βαθμίδα προστασίας. Και όχι εξ ορισμού αποδοχή τους και ένταξή τους συλλήβδην στη 3η βαθμίδα.

  • Γίνεται μια γενική αναφορά στο τι θα ισχύει σε επίπεδο ορισμών-περιοχών ενώ αυτό που λείπει από τη χώρα είναι η ενιαία ψηφιακή χαρτογράφηση όλων των περιοχών που αναφέρονται και περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις του νόμου. Η εθνική ψηφιακή απεικόνιση οφείλει να είναι σε κοινή θέα και χρήση για όλους τους πολίτες και τη Διοίκηση. Ο κατακερματισμός των συναρμόδιων υπηρεσιών χαρτογράφησης σε 3-4 Υπουργεία δεν προσδίδει οικονομία κλίμακας και αποτελεσματικότητα στη χρήση των πόρων. Δεν έχουμε σαν χώρα σύγχρονα εθνικά δεδομένα (βάση) αναφοράς και δεν γίνεται σχετική αναφορά στο σχέδιο νόμου για την έλλειψη αυτή. Χωρίς αναλυτικούς χάρτες πως θα γίνει η προστασία της βιοποικιλότητας? με την ερμηνεία των διατυπώσεων του νόμου και τοπογραφικές απεικονίσεις σε τοπικό επίπεδο.

  • 6 Ιουλίου 2010, 12:57 | Γιώργος Σουρλάγκας

    Είναι πολύ θετικό οτι για πρώτη φορά θεσμοθετείται η δυνατότητα δημιουργίας προστατευόμενων ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ περιοχών.
    Όμως πιστεύω οτι υπάρχει μεγάλη ασάφεια στην ευθύνη οριοθέτησης και πιοι θα είναι αρμόδιοι διαχείρισης κλπ,
    Επίσης αφήνεται πολύ «χαλαρά» η αρμοδιότητα για αλλαγή καθεστώτος, ορίων, δράσεων κλπ, σε φορείς ή σε «αρμόδιους» ή διευθύνσεις ποίου Υπουργείου δεν είναι με σαφήνεια διατυπωμένο.
    Γενικά, καλή η αρχή…

  • 6 Ιουλίου 2010, 11:56 | Γιωργος Μπαλαμπάνης

    Πως/Που εντασσονται σε αυτο το νομο οι με προστατευομενε περιοχές «περιβαλλοντικής ευαισθησίας» που αναφερουν τα Περιφερειακα χωροταξικά Πλαίσια;

    Θα υπαρξει επισημοι χαρτογράφηση των προστατευομενων ενδιαιτηματων προτεραιτητας που αναφεριε ης ΕΕ (οδηγια για τα ενδιαιτηματα) που ειναι διασπαρτα εκτος ζωνων/περιοχών προστασιας