Άρθρο 75 (Άρθρο 25 Οδηγίας 2013/32/ΕΕ) Αιτήσεις ασυνόδευτων ανήλικων

1. Οι αρμόδιες αρχές, όταν υποβάλλεται αίτηση από ασυνόδευτους ανήλικους, ενεργούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Π.δ. 220/2007, για το διορισμό επιτρόπου του ανηλίκου. Ο ανήλικος ενημερώνεται αμέσως για το πρόσωπο του επιτρόπου. Ο επίτροπος εκπροσωπεί τον ανήλικο, μεριμνά για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του στο πλαίσιο της διαδικασίας ασύλου, καθώς και για την εξασφάλιση κατάλληλης νομικής συνδρομής και εκπροσώπησής του, ενώπιον των αρμοδίων αρχών. Ο επίτροπος ή ασκών τη σχετική πράξη επιτροπείας μεριμνά για την έγκαιρη και προσήκουσα ενημέρωση του ασυνόδευτου ανηλίκου, ιδίως για τη σημασία και τις πιθανές συνέπειες της προσωπικής συνέντευξης, καθώς και για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να προετοιμαστεί για αυτή. Ο επίτροπος ή ο ασκών τη σχετική πράξη επιτροπείας καλείται και δύναται να παρίσταται στην προσωπική συνέντευξη του ανηλίκου και να υποβάλλει ερωτήσεις ή παρατηρήσεις προς διευκόλυνση της διαδικασίας. Κατά τη διενέργεια προσωπικής συνέντευξης μπορεί να κριθεί απαραίτητη η παρουσία του ασυνόδευτου ανηλίκου, παρά την παρουσία του επιτρόπου ή του ασκούντος σχετική πράξη επιτροπείας.
2. Οι χειριστές που διεξάγουν προσωπικές συνεντεύξεις με ασυνόδευτο ανήλικο και λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, πρέπει να διαθέτουν τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων και να διενεργούν με τέτοιο τρόπο τη συνέντευξη, ώστε να είναι απόλυτα αντιληπτή από τον αιτούντα, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ηλικία του.
3. Εφόσον ο επίτροπος ή ασκών τη σχετική πράξη επιτροπείας είναι δικηγόρος, ο αιτών δεν μπορεί να επωφεληθεί δωρεάν νομικής συνδρομής σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 71.
4. Οι Αρμόδιες Αρχές Παραλαβής μπορούν, σε περίπτωση αμφιβολίας, να παραπέμπουν τους ασυνόδευτους ανήλικους σε διαδικασίες διαπίστωσης ανηλικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της κοινής υπουργικής απόφασης αριθμ. 1982/16.2.2016 (Β 335). Στις περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη η παραπομπή στη διαδικασία για προσδιορισμό της ηλικίας και καθ όλη τη διάρκειά της, λαμβάνεται μέριμνα για το σεβασμό τον ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που οφείλονται ιδίως στο φύλο και σε πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα ώστε:
α. Να έχει οριστεί επίτροπος του ανηλίκου, ο οποίος θα προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την προστασία των δικαιωμάτων και τη διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου καθ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας προσδιορισμού της ηλικίας.
β. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι να ενημερώνονται, πριν από την εξέταση της αίτησής τους και σε γλώσσα την οποία κατανοούν, για τη δυνατότητα και τις διαδικασίες προσδιορισμού της ηλικίας τους, για τις μεθόδους που εφαρμόζονται, τις ενδεχόμενες συνέπειες των αποτελεσμάτων της ως άνω διαδικασίας στην εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, καθώς και τις συνέπειες της άρνησής τους να υποβληθούν στη διαδικασία αυτή.
γ. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι ή οι επίτροποί τους να συναινούν στη διενέργεια της διαδικασίας για τον προσδιορισμό της ηλικίας των συγκεκριμένων ανηλίκων.
δ. Απόφαση απόρριψης της αίτησης ασυνόδευτου ανηλίκου που αρνήθηκε να υποβληθεί σε διαδικασία προσδιορισμού της ηλικίας να μη βασίζεται μόνο στην άρνηση αυτή και
ε. μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας προσδιορισμού της ηλικίας, το πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι είναι ανήλικο να έχει ανάλογη μεταχείριση ως ανήλικο.
5. Εφόσον από τη διαδικασία για τον προσδιορισμό της ηλικίας δεν προκύψει με ασφάλεια ότι ο αιτών είναι ενήλικος, αυτός αντιμετωπίζεται ως ανήλικος.
6. Το γεγονός ότι ένας ασυνόδευτος ανήλικος έχει αρνηθεί να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση δεν εμποδίζει τις Αρχές Απόφασης να λαμβάνουν απόφαση επί της αίτησης.
7. Η διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 15:27 | Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού

    παρ. 4 : να προβλεφθεί ρητά ότι η διεξαγωγή διακρίβωσης ανηλικότητας, χωρίς να τηρείται η κείμενη νομοθεσία, μέσω της προβλεπόμενης στην ΚΥΑ 1982/16.2.2016 διαδικασίας και χωρίς να διαταχθεί από το αρμόδιο όργανο, ήτοι «οι αρμόδιες αρχές παραλαβής» (απαιτείται διευκρίνιση, εννοείται η Υπηρεσία Ασύλου), να μην λαμβάνεται υπόψη από καμία Δημόσια Υπηρεσία. Στόχος να εξαλειφθούν φαινόμενα κακοδιοίκησης όπου κάθε υπάλληλος στο νοσοκομείο ή κάθε αστυνομικός υπάλληλος υποβάλλει τα παιδιά σε παρεμβατικές μεθόδους διακρίβωσης ανηλικότητας, κατά παράβαση του νόμου, χωρίς ενημέρωση του αρμόδιου Εισαγγελέα και φυσικά χωρίς καμία συνέπεια, βλάπτοντας σε κάθε περίπτωση το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου.

    Να προστεθεί παράγραφος : να προβλεφθεί ρητά η μη διενέργεια συνέντευξης μέχρι τον ορισμό επιτρόπου ή/και νομικού εκπροσώπου, καθώς και κάθε διαδικασίας που αφορά τον ασυνόδευτο ανήλικο αν δεν έχει οριστεί επίτροπος. (μπορεί να πάει και στο άρθρο 32). Σύμφωνα με Πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με ημερομηνία τελικού κειμένου την 13.7.2016 στις Βρυξέλλες και τίτλο » ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση κοινής διαδικασίας διεθνούς προστασίας στην Ένωση και την κατάργηση της οδηγίας 2013/32/ΕΕ», προβλέπονται στο άρθρο 22 ειδικές εγγυήσεις για τους ασυνόδευτους ανηλίκους , θα πρέπει να ορίζεται από τον εντοπισμό του ασυνόδευτου ανηλίκου εντός 5 εργάσιμων ημερών Επίτροπος, ο οποίος θα ενημερώνει το παιδί για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, αλλά πολύ περισσότερα θα το ενημερώνει μεταξύ άλλων και για τη διαδικασία οικογενειακής επανένωσης και την αποκλειστική προθεσμία των 3 μηνών από την πλήρη καταγραφή του. Εξαιτίας λοιπόν διοικητικών και θεσμικών ελλείψεων, πολλά παιδιά χάνουν την αποκλειστική προθεσμία και μένουν αποκλεισμένα στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι έχουν μέλη της οικογένειας τους σε άλλα κράτη μέλη. Σύμφωνα με το Γενικό Σχόλιο 6 παρ. 21 της Επιτροπής του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού «..ο διορισμός κηδεμόνα πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό καθώς αποτελεί καθοριστική διαδικαστική εγγύηση για τη διασφάλιση του ασυνόδευτου ή του χωρισμένου από την οικογένειά του παιδιού. Κατά συνέπεια, μόνο μετά το διορισμό κηδεμόνα μπορεί να παραπεμφθεί το ασυνόδευτο ή το χωρισμένο από την οικογένειά του παιδί στη διαδικασία ασύλου ή σε άλλες διαδικασίες. Στις περιπτώσεις όπου τα ασυνόδευτα ή τα χωρισμένα από την οικογένειά τους παιδιά παραπέμπονται στις διαδικασίες ασύλου ή σε άλλες διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες, πρέπει να ορίζεται επιπλέον νομικός εκπρόσωπος..». (https://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain/opendocpdf.pdf?reldoc=y&docid=4d0227ed2)

    Τέλος, συμφωνούμε με το σχόλιο των Refugee Support Aegean, συνεπώς πρέπει να προστεθεί παράγραφος με το περιεχόμενο : Η εξέταση αιτημάτων διεθνούς προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται να διενεργείται με την ταχύρρυθμη διαδικασία και πάντοτε να διενεργείται με την κανονική διαδικασία.

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 00:48 | Κωνσταντίνος Κουλαξίδης (Υπηρεσία Ασύλου)

    Παρ. 3 – Εφόσον όμως ανακληθεί για οποιοδήποτε λόγο η πράξη επιτροπείας (για παράδειγμα, λόγω ενηλικίωσης του ανηλίκου) θα πρέπει ο αιτών να μπορεί να επωφεληθεί της δυνατότητας παροχής δωρεάν νομικής συνδρομής.

  • Στο αρ. 75 παραλείπεται η εσωτερίκευση της κρίσιμης διάταξης του αρ. 25, παρ. 6 της Οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου σχετικά με την εξαίρεση των ασυνόδευτων παιδιών από την ταχύρρυθμη διαδικασία και τη διαδικασία στα σύνορα. Το Σχέδιο Νόμου επιχειρεί, κατά παράβαση του ενωσιακού δικαίου, μία σημαντική υποχώρηση σε σύγκριση με το ισχύον πλαίσιο, όπου προβλέπεται ρητά η εξέταση αιτήσεων ασύλου ασυνόδευτων παιδιών στην κανονική διαδικασία.

    Ως εκ τούτου, η RSA συνιστά την επαναφορά της ισχύουσας διάταξης περί υποχρεωτικής εξέτασης των αιτήσεων ασυνόδευτων παιδιών στην κανονική διαδικασία σε νέα παρ. 8 στο αρ. 75:»8. Αιτήσεις διεθνούς προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων εξετάζονται πάντοτε με την κανονική διαδικασία.»

  • Στο αρ. 75 παραλείπεται η εσωτερίκευση της κρίσιμης διάταξης του αρ. 25, παρ. 6 της Οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου σχετικά με την εξαίρεση των ασυνόδευτων παιδιών από την ταχύρρυθμη διαδικασία και τη διαδικασία στα σύνορα. Το Σχέδιο Νόμου επιχειρεί, κατά παράβαση του ενωσιακού δικαίου, μία σημαντική υποχώρηση σε σύγκριση με το ισχύον πλαίσιο, όπου προβλέπεται ρητά η εξέταση αιτήσεων ασύλου ασυνόδευτων παιδιών στην κανονική διαδικασία.

    Ως εκ τούτου, η RSA συνιστά την επαναφορά της ισχύουσας διάταξης περί υποχρεωτικής εξέτασης των αιτήσεων ασυνόδευτων παιδιών στην κανονική διαδικασία σε νέα παρ. 8 στο αρ. 75.

  • 19 Οκτωβρίου 2019, 22:41 | Ματίνα Πούλου

    Το σχόλιο αφορά το άρθρο 75 παρ. 1 όπου «Οι αρμόδιες αρχές, όταν υποβάλλεται αίτηση από ασυνόδευτους ανήλικους, ενεργούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Π.δ. 220/2007, για το διορισμό επιτρόπου του ανηλίκου». Η παρ. 1 του άρθρου 19 του ΠΔ 220/2017 έχει καταργηθεί με βάσει το άρθρο 31 του ν. 4554/2018. Επίσης θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι πλέον υπάρχει νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για την επιτροπεία των ασυνόδευτων με το ν. 4554/2018, οι διατάξεις του οποίου θα ισχύσουν βέβαια από 1.3.2020.