Άρθρο 14 (Άρθρο 14 Οδηγίας 2011/95/ΕΕ ) Περιπτώσεις ανάκλησης και άρνησης ανανέωσης του καθεστώτος του πρόσφυγα

1. Το καθεστώς πρόσφυγα ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται από την αποφαινόμενη αρχή, εφόσον το πρόσωπο αυτό παύσει να είναι πρόσφυγας σύμφωνα με το άρθρο 11.
2. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του πρόσφυγα να αποκαλύπτει κάθε σχετικό στοιχείο και να προσκομίζει κάθε σχετικό έγγραφο το οποίο έχει στη διάθεση του, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, η αποφαινόμενη αρχή καταδεικνύει σε εξατομικευμένη βάση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει παύσει να είναι πρόσφυγας ή δεν υπήρξε ποτέ πρόσφυγας.
3. Η αποφαινόμενη αρχή ανακαλεί ή αρνείται να ανανεώσει το καθεστώς πρόσφυγα αν, μετά τη χορήγηση του, θεμελιώσει ότι:
α) το εν λόγω πρόσωπο θα έπρεπε να είχε αποκλεισθεί ή αποκλείεται από το καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 12,
β) η εκ μέρους του ενδιαφερομένου παραποίηση ή παράλειψη γεγονότων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πλαστών εγγράφων, υπήρξε αποφασιστική για τη χορήγηση του καθεστώτος πρόσφυγα.
4. Η αποφαινόμενη αρχή ανακαλεί, ή αρνείται να ανανεώσει το καθεστώς που χορηγήθηκε σε πρόσφυγα όταν:
α) ευλόγως θεωρείται ότι το πρόσωπο αυτό συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της χώρας,
β) το πρόσωπο αυτό, συνιστά κίνδυνο για την κοινωνία της χώρας, λόγω τελεσίδικης καταδίκης του για τη διάπραξη ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος.
5. Τα πρόσωπα στα οποία έχει εφαρμογή η παράγραφος 4, απολαμβάνουν των δικαιωμάτων που προβλέπονται ή είναι ανάλογα εκείνων που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4, 16, 22, 31, 32 και 33 της Σύμβασης της Γενεύης, εφόσον βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια.

  • 18 Οκτωβρίου 2019, 22:46 | ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ

    Σε ότι αφορά το άρθρο 14 παράγραφος 4, ουσιαστικά επαναλαμβάνεται αυτολεξεί (μόνο η λέξη «τερματίζει» έχει απαλειφθεί) η διάταξη του άρθρου 14 παράγραφος 4 του Π.Δ/τος 141/2013.
    Θα πρέπει να προσδιοριστεί επακριβώς η έννοια του «ιδιαίτερου σοβαρού εγκλήματος» που μνημονεύεται στην περίπτωση (β) της υπόψη διάταξης του προτεινόμενου νόμου, ώστε να περιλαμβάνονται σ’ αυτήν καταρχήν όλες οι αξιόποινες πράξεις που διώκονται και τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος.
    Μέχρι σήμερα η έννοια του σοβαρού εγκλήματος προσδιορίζεται από την υπ’ αριθ. 1/2018 εγκύκλιο της Υπηρεσίας Ασύλου (ΑΔΑ: 7ΤΨΛ465ΧΘΕ-8ΦΩ), κατά την οποία ως τέτοιο θεωρείται μόνο το έγκλημα του οποίου η αντικειμενική υπόσταση περιλαμβάνει πράξη με την οποία ασκείται σωματική ή ψυχολογική βία.
    Με βάση όμως αυτήν την προσέγγιση, δεν θεωρούνται σοβαρά εγκλήματα, για την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης, αξιόποινες πράξεις που διώκονται και τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος, όπως είναι η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, η διακίνηση παράνομων μεταναστών που διενεργείται από κερδοσκοπία, η γενετήσια πράξη με ανήλικο ή ενώπιόν του, η εισαγωγή, κατοχή, εμπορία, παράδοση, προμήθεια κ.λπ. πολεμικών τυφεκίων, πιστολιών, εκρηκτικών υλών, εκρηκτικών μηχανισμών κ.λπ. με σκοπό τη διάθεσή τους σε τρίτους για διάπραξη κακουργήματος ή με σκοπό τον παράνομο εφοδιασμό ομάδων, οργανώσεων, σωματείων ή ενώσεων προσώπων, κ.λπ.
    Θα πρέπει επίσης να προκύπτει ρητά, παρόλο που αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού δικαίου, ότι, η αίτηση παροχής προσφυγικού καθεστώτος απορρίπτεται για τους ίδιους ακριβώς λόγους για τους οποίους ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται το χορηγηθέν προσφυγικό καθεστώς.

  • 17 Οκτωβρίου 2019, 23:03 | M.Z.

    Να συμπεριληφθεί η περίπτωση ανάκλησης όταν οι γονείς δεν επιθυμούν ή κωλλυσιεργούν να φοιτήσουν τα τέκνα τους στην δημόσια εκπαίδευση. Επίσης η περίπτωση παραβατικής συμπεριφοράς σε δομές φιλοξενίας (φθορές υποδομής, υπερβολικοί λογαριασμοί).