‘Αρθρο 5: Θεμελιώδεις αρχές και αξίες στην άσκηση της δικηγορίας.

Ο δικηγόρος κατά την άσκηση των καθηκόντων του:
(α) υπερασπίζεται τις θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και τους νόμους, τη Χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις για τα δικαιώματα του ανθρώπου,
(β) ακολουθεί τις παραδόσεις του υπερασπιστικού λειτουργήματος και τους κανόνες δεοντολογίας, όπως έχουν διαμορφωθεί ιστορικά κατά την άσκηση της δικηγορίας και διατυπώνονται στο παρόντα νόμο,
(γ) τηρεί εχεμύθεια, απαραβίαστη υπέρ του εντολέα του, για όσα αυτός του εμπιστεύθηκε με αφορμή την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος ή αντιλήφθηκε κατά την ενασχόληση με την υπόθεσή του,
(δ) δεσμεύεται από το περιεχόμενο της εντολής που αποδέχτηκε, εκτός εάν συγκεκριμένη ενέργεια ή παράλειψη στο πλαίσιο της εντολής έρχεται σε αντίθεση με τα νόμιμα καθήκοντά του,
(ε) δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε καθοδήγηση, υποδείξεις και εντολές αντίθετες προς τον παρόντα νόμο ή μη συμβατές με τη φύση του λειτουργήματός του.

  • 14 Φεβρουαρίου 2013, 22:00 | ΗΛΙΑΣ-ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

    Το άρθρο αυτό δεν πρέπει να παρεμβάλεται μεταξύ του 4ου και του 6ου. Ίσως να έπρεπε να προηγείται.

    Άρθρο 5 Θεμελιώδεις αρχές και αξίες στην άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
    Ο δικηγόρος κατά την άσκηση του λειτουργήματός του:
    (α) υπερασπίζεται τις θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και τους νόμους, τη Χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις για τα δικαιώματα του ανθρώπου,
    (β) ακολουθεί τους κανόνες δεοντολογίας, όπως έχουν διαμορφωθεί ιστορικά κατά την άσκηση της δικηγορίας και διατυπώνονται στο παρόντα νόμο,
    (γ) τηρεί εχεμύθεια, απαραβίαστη υπέρ του εντολέα του, για όσα ο τελευταίος του αποκάλυψε κατά την ενασχόλησή του με την αναληφθείσα υπόθεσή,
    (δ) δεσμεύεται από το περιεχόμενο της εντολής που αποδέχτηκε, εκτός εάν συγκεκριμένη ενέργεια ή παράλειψη στο πλαίσιο της εντολής έρχεται σε αντίθεση με τα καθήκοντά του,
    (ε) δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε καθοδήγηση, υποδείξεις και εντολές αντίθετες προς τον παρόντα νόμο ή μη συμβατές με τη φύση του λειτουργήματός του.

  • 11 Φεβρουαρίου 2013, 09:40 | Κώστας Δημητρίου

    εδώ και χρόνια υπάρχει ο κώδικας δεοντολογίας -> γιατί δεν μεταφέρετε αυτολεξεί ένα δοκιμασμένο κείμενο;
    1) ή γιατί δεν το θέλετε 2) ή γιατί θυμίζει και Βαγγέλη Γιαννόπουλο !

  • 10 Φεβρουαρίου 2013, 12:35 | Κ.Ν.ΚΑΡΛΗΣ

    Η αναφορά στην περίπτωση (β) σε «κανόνες δεοντολογίας, όπως έχουν διαμορφωθεί ιστορικά κατά την άσκηση της δικηγορίας και διατυπώνονται στο παρόντα νόμο» δεν είναι ορθή. Υπάρχουν διατάξεις του Κώδικα που περιλαμβάνουν κανόνες που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν κανόνες δεοντολογίας. Αν πρόκειται για αυτές αρκεί η αναφορά σε «διατάξεις του παρόντος νόμου» ή σε «διατάξεις του παρόντα κώδικα». Αν πρόκειται για αναφορά σε κώδικες δεοντολογίας που αναφέρονται σε άλλα άρθρα του κώδικα όπως τα άρθρα 21 παρ.3, 42 παρ. 2, 43, 52, 140, 141, πρόκειται για ανίσχυρες διατάξεις γιατί πρόκειται για παραπομπή σε κείμενα τα οποία δεν έχουν θεσπισθεί κατά την διαδικασία των άρθρων 70-76 του Συντάγματος για την νομοθετική λειτουργία ή του άρθρου 43 του Συντάγματος για νομοθέτηση κατά νομοθετική εξουσιοδότηση. Η περίπτωση (γ) επαναλαμβάνει με άλλη διατύπωση την διάταξη του άρθρου 40 και της παρ.5 του άρθρου 41. Ενδεχομένως θα ήταν χρήσιμη η εναρμόνιση των τριών διατάξεων ή η παραπομπή μεταξύ αυτών δεδομένου ότι οι δύο τελευταίες φαίνεται να αποτελούν εξειδίκευση της περίπτωσης (γ) του άρθρου 5. Σχετική είναι και η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 41 γιατί η απαγόρευση έρευνας και κατάσχεσης σχετίζεται με το καθήκον εχεμύθειας. Εξακολουθεί το φαινόμενο το ίδιο ζήτημα να ρυθμίζεται σε διαφορετικές διατάξεις.