Άρθρο 15 – Γενικά προσόντα – Κωλύματα διορισμού

1. Για να διοριστεί κάποιος τακτικός υπάλληλος του Ν.Π.Ι.Δ. πρέπει :
α) να είναι Έλληνας πολίτης.
Δικαιούνται να είναι υποψήφιοι και πολίτες των Κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ν. 2431/1996, Α΄175) με τους περιορισμούς του άρθρου 1 παρ. 1 αυτού.
Όσοι αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια με πολιτογράφηση δεν μπορούν να διοριστούν ως υπάλληλοι πριν από τη συμπλήρωση ενός (1) έτους από την απόκτησή της, μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, εκτός εάν μέχρι την απόκτησή της ήταν υπήκοοι κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τους ανωτέρω πολίτες απαιτείται η γνώση της Ελληνικής γλώσσας σε βαθμό επαρκή για την άσκηση των καθηκόντων του οικείου κλάδου, η οποία αποδεικνύεται με Πιστοποιητικό Ελληνομάθειας (ν. 4027/2011, άρθρο 9, Α΄233), που χορηγείται από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας των κατωτέρω επιπέδων, τα οποία αντιστοιχίζονται με επίπεδα του Συμβουλίου της Ευρώπης:
αα) Α ́ ΕΠΙΠΕΔΟ/ Α2 ΕΠΙΠΕΔΟ (Σ.Ε.):
Για την εκπαιδευτική βαθμίδα Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (Υ.Ε.),
ββ) Β ́ ΕΠΙΠΕΔΟ/ Β1 ΕΠΙΠΕΔΟ (Σ.Ε.):
Για την εκπαιδευτική βαθμίδα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Ε.),
γγ) Γ ́ ΕΠΙΠΕΔΟ/ Β2 ΕΠΙΠΕΔΟ (Σ.Ε.):
Για την εκπαιδευτική βαθμίδα Πανεπιστημιακής (Π.Ε.) και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Τ.Ε.),
δδ) επίσης αποδεικνύεται με αντίστοιχο πιστοποιητικό του Σχολείου της Ελληνικής Γλώσσας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το οποίο χορηγείται ύστερα από σχετική εξέταση του υποψηφίου ή από άλλη σχολή ή σχολείο Ελληνικής Γλώσσας.
β) Να έχει την υγεία που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης που επιλέγει.
γ) Να μην έχει κώλυμα διορισμού ούτε κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, ούτε κατά το χρόνο του διορισμού, ήτοι:
αα) να μην έχει καταδικαστεί για κακούργημα και σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση (κοινή ή στην υπηρεσία), απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία δικηγόρου, δωροδοκία, καταπίεση, απιστία περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, καθ’ υποτροπή συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής,
ββ) να μην είναι υπόδικος που έχει παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα ή κατ’ άλλον νόμιμο τρόπο (ν. 4139/2013, άρθρο 43, Α΄ 74) για κακούργημα ή για πλημμέλημα της περίπτωσης α΄, έστω και αν το αδίκημα αυτό έχει παραγραφεί,
γγ) να μην έχει στερηθεί λόγω καταδίκης τα πολιτικά του δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή,
δδ) να μην τελεί υπό στερητική δικαστική συμπαράσταση (πλήρη ή μερική), υπό επικουρική δικαστική συμπαράσταση (πλήρη ή μερική) και υπό τις δύο αυτές καταστάσεις,
εε) να μην έχει απολυθεί από θέση δημόσιας υπηρεσίας ή Ο.Τ.Α. ή άλλου Νομικού Προσώπου του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε υπαιτιότητα του εργαζομένου, αν δεν παρέλθει πενταετία από την απόλυση.
δ) Οι άνδρες κατά το χρόνο διορισμού πρέπει να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυτές. Ο ανυπότακτος και όποιος έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για λιποταξία δεν μπορεί να διοριστεί. Όποιος έχει αναγνωριστεί ως αντιρρησίας συνείδησης και δεν έχει εκπληρώσει, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις της στρατολογικής νομοθεσίας, άοπλη θητεία ή εναλλακτική πολιτική κοινωνική υπηρεσία, δεν επιτρέπεται να προσληφθεί.
ε) Να κατέχει τα απαραίτητα τυπικά προσόντα/ιδιότητες (π.χ. πτυχίο, τίτλο ξένης γλώσσας), όπως και τα απαιτούμενα πιστοποιητικά αναγνώρισης και ισοτιμίας των πτυχίων τους, εφόσον τα τελευταία αποκτήθηκαν στην αλλοδαπή, μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της αιτήσεως συμμετοχής.
2. Η αποκατάσταση και η χάρη χωρίς άρση των συνεπειών δεν αίρουν την ανικανότητα για διορισμό.
3. Κατώτατο όριο ηλικίας για την πρόσληψη τακτικού προσωπικού του Ν.Π.Ι.Δ. ορίζεται το 21ο έτος της ηλικίας για όλες τις κατηγορίες.
4. Για το έκτακτο προσωπικό του Ν.Π.Ι.Δ. κατώτατο όριο ηλικίας ορίζεται το 18ο έτος.
5. Για τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων κατώτατων ορίων ηλικίας καθώς και του ανωτάτου ως ημέρα γέννησης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου του έτους γέννησης για το κατώτατο και η 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους για το ανώτατο. Η ηλικία αποδεικνύεται από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας και σε περίπτωση αμφισβήτησης, από τη ληξιαρχική πράξη γέννησης που έχει συνταχθεί εντός ενενήντα (90) ημερών από τη γέννηση. Αν δεν υπάρχει τέτοια πράξη, η ηλικία αποδεικνύεται από τα μητρώα αρρένων για τους άνδρες και από το γενικό μητρώο δημοτών (δημοτολόγιο) για τις γυναίκες. Εάν υπάρχουν περισσότερες εγγραφές στο οικείο μητρώο, επικρατεί η πρώτη εγγραφή. Βεβαίωση της ηλικίας ή διόρθωση της εγγραφής με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ουδέποτε λαμβάνεται υπόψη.