Άρθρο 12 Εκχώρηση αρμοδιότητας

1. Κατόπιν απόφασης της Σ.Ε.Π., σύμφωνα τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του παρόντος, οι αναθέτουσες αρχές εκχωρούν σε φορέα που δεν έχει την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα, τα οποία περιγράφονται αναλυτικά στην πράξη της εκχώρησης, σχετικά με τη διενέργεια διαγωνισμών και την εκτέλεση της σύμβασης προμηθειών προϊόντων και υπηρεσιών.

2. Η επιλογή του ανωτέρω φορέα πραγματοποιείται μετά από προκήρυξη διαγωνισμού, ανοιχτού ή με τη διαδικασία του ανταγωνιστικού διαλόγου, ο οποίος υποχρεωτικά δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Ε.Ε. και με κριτήριο την πλέον οικονομικά συμφέρουσα προσφορά ή τη χαμηλότερη τιμή ανάλογα με το αντικείμενο των συμβάσεων.

3. Ο φορέας υποχρεωτικά καταρτίζει έκθεση με αναλυτικά απολογιστικά στοιχεία, την οποία καταθέτει στην εξουσιοδοτούσα αναθέτουσα αρχή. Ως αμοιβή του φορέα ορίζεται ποσοστό από 5% έως 25% επί της θετικής διαφοράς που προκύπτει μεταξύ της μειοδοτικής του προσφοράς και του τελικού οικονομικού αποτελέσματος, βάσει των ως άνω απολογιστικών στοιχείων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δύναται να ανακαθορισθεί ή να κλιμακωθεί το ποσοστό αμοιβής του φορέα, λαμβανομένων υπ’ όψη οικονομικών αποτελεσμάτων.

4. Η πράξη εκχώρησης υποχρεωτικά προβλέπει ότι, κατά τη σύναψη των συμβάσεων προμηθειών με τρίτους στο πλαίσιο της δραστηριότητας που εκχωρείται, ο εν λόγω φορέας οφείλει να τηρεί την αρχή της αποφυγής διακρίσεων λόγω εθνικότητας.

  • 1 Ιανουαρίου 2011, 21:45 | ΠΑΣΥΠΙΕ

    Επιδιώκεται η ιδιωτικοποίηση του συστήματος εν συνόλω.

    Αρχικά, πρέπει να εξετασθεί η συμβατότητα του παρόντος με τον ορισμό της «αναθέτουσας αρχής» της παρ 9 άρ 1 της ευρωπαϊκής οδήγίας 2004/18 («9. Ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται: το κράτος, οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και οι ενώσεις μίας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου».

    Επιπλέον, αυτή η διάταξη θα περιορίσει τελικά τον ελεύθερο ανταγωνισμό που υπάρχει σήμερα μέσω των υφιστάμενων περίπου 2000 εταιριών και θα δημιουργήσει συνθήκες μονοπωλίου ή ολιγοπωλίου.

  • 29 Δεκεμβρίου 2010, 14:45 | Βασίλης

    Σχετικά με την πρόταση ανάθεσης των διαγωνιστικών διαδικασιών και το logistics σε ιδιωτικό φορέα, εκτιμάται ότι αυτή είναι εκ προοιμίου προβληματική, κυρίως διότι δεν κατανοώ, αφενός για ποιο λόγο το εγχείρημα αυτό θα εξασφαλίσει σε μεγαλύτερο βαθμό την αντικειμενικότητα και την διαφάνεια των διαδικασιών, αφετέρου με ποιο τρόπο θα ελέγχεται έτσι καλύτερα η επιτυχία αυτών των διαδικασιών και θα επιτευχθεί η προσδοκώμενη μείωση του κόστους των υλικών.
    Άλλωστε, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να δούμε κάτω από ποιο νομικό πλαίσιο θα λειτουργεί ο εν λόγω ιδιωτικός φορέας, δεδομένου ότι υπάρχουν συγκεκριμένες διατάξεις εναρμονισμένες με το κοινοτικό δίκαιο, οι οποίες ορίζουν ρητά τις διαδικασίες για τις προμήθειες του δημοσίου.
    Άραγε πώς θα νομιμοποιείται ο ιδιωτικός φορέας στην επιβολή διοικητικών ποινών και κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεων των συμμετεχόντων και των αναδόχων. Η εκχώρηση σε ιδιωτικό φορέα τέτοιων δικαιωμάτων και αρμοδιοτήτων, που είναι άμεσα συνυφασμένες με την κρατική κυριαρχία, μπορεί να γίνει στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων, όταν αναμφισβήτητα η δημόσια υγεία αποτελεί θεμελιώδη έκφανση της δημόσιας ζωής εν στενή εννοία; Υπό αυτές τις συνθήκες θεωρώ ότι το σχέδιο δεν θα στεφθεί με επιτυχία και θα οδηγήσει σε αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα.
    Αρχικά, είναι βέβαιο ότι η συμμετοχή υποψηφίων αναδόχων σε κεντρικούς διαγωνισμούς σαφέστατα θα είναι περιορισμένη και έτσι πολύ σύντομα θα οδηγηθούμε σε μια αγορά ολιγοπωλίου, με συνέπεια αφενός την εξαφάνιση εκατοντάδων εταιριών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία και την απασχόληση, αφετέρου την αύξηση των δαπανών, αφού οι τιμές θα διαμορφώνονται κάτω από μονοπωλιακές συνθήκες.
    Επιπλέον, ο εφοδιασμός των νοσοκομείων θα εξαρτάται από πολύ λίγες εταιρίες γεγονός που εμπεριέχει τον κίνδυνο να βρεθούν αυτά σε καθεστώς ομηρίας.
    Συγχρόνως, είναι ασαφές και πρακτικά δυσχερές το κατά πόσο και με ποίο τρόπο θα εγγυείται ο ιδιωτικός φορέας για τις υποχρεώσεις του προς τους προμηθευτές από τη στιγμή που το όλο σύστημα θα διέπεται από το ούτως ή άλλως ιδιόμορφο διοικητικό δίκαιο του οποίου ένα εκ των θεμελιωδών κριτηρίων λειτουργίας είναι το οργανικό κριτήριο, άρα η ύπαρξη συμβαλλομένου με την ιδιότητα της δημόσιας-διοικητικής αρχής.
    Τα τελευταία χρόνια επιχειρήθηκε με διάφορα νομοθετικά πλαίσια η διεξαγωγή κεντρικών διαγωνισμών. Το εγχείρημα αυτό απέτυχε παταγωδώς αφού σχεδόν κανένας διαγωνισμός δεν ολοκληρώθηκε. Ο τελευταίος ν.3580/07 προέβλεπε την διενέργεια κεντρικών διαγωνισμών, ωστόσο είναι κοινά παραδεκτό ότι δεν λειτούργησε.
    Όπως αποδείχθηκε ήταν εξαιρετικά δύσκαμπτος και ουσιαστικά καθιστούσε τις διαδικασίες ανεφάρμοστες. Αποτέλεσμα αυτής της αστοχίας ήταν να πραγματοποιούνται προμήθειες με παράτυπες παρατάσεις παλαιών συμβάσεων ή με απευθείας αναθέσεις και εξωσυμβατικές διαδικασίες.
    Οι κεντρικοί διαγωνισμοί δεν μπορούν να καλύψουν πλήρως τις ανάγκες των φορέων, κυρίως λόγω των ιδιαιτεροτήτων πολλών υλικών και των διαφορετικών μεθόδων που ακολουθούνται στις διάφορες ιατρικές πράξεις και οδηγούν στη μικρή συμμετοχή υποψηφίων αναδόχων, με αποτέλεσμα την έλλειψη επαρκούς ανταγωνιστικότητας.
    Αντίθετα, οι διαγωνισμοί που διενεργούνται από τους ίδιους τους φορείς είναι πιο ευέλικτοι, ολοκληρώνονται γρηγορότερα και εξασφαλίζουν πολύ μεγάλη συμμετοχή υποψηφίων αναδόχων, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται μεγάλος ανταγωνισμός και συνεπώς χαμηλότερες τιμές.
    Με οδηγό λοιπόν τις απόπειρες του παρελθόντος, κρίνεται εκ του ασφαλούς ότι το δημόσιο συμφέρον διασφαλίζεται ευκολότερα και πιο αποτελεσματικά μέσω αποκεντρωμένων διαδικασιών που διεκπεραιώνονται από τους ίδιους τους φορείς, οι οποίοι σε τελική ανάλυση μπορούν ασφαλέστερα να αξιολογήσουν τις ανάγκες τους.

  • Εκχωρηση αρμοδιότητας- Αρθρο 12
    Αν και η εν λόγω εκχώρηση, όπως αποτυπώνεται στο νομοσχέδιο δεν φαίνεται υλοποιήσιμη, εν τούτοις επισημαίνονται τα ακόλουθα
    Κατ’ αρχάς, από τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 12, με τις οποίες ορίζεται ότι η εκχώρηση θα γίνεται από τις ΥΠΕ («αναθέτουσες αρχές»), θα αφορά δικαιώματα σχετικά με τη διενέργεια διενέργεια διαγωνισμών ή /και την εκτέλεση σύμβασης προμηθειών και υπηρεσιών, η δε η επιλογή του φορέα ιδιώτη θα γίνεται κατόπιν διαγωνισμού ή με τη διαδικασία του ανταγνωστικού διαλόγου «με κριτήριο….. ανάλογα με το αντικείμενο των συμβάσεων» συνάγονται τα ακόλουθα :
    1. Η κατόπιν διαγωνισμού ή διαλόγου ανάθεση στο φορέα δεν γίνεται απευθείας από το δημόσιο ούτε εφάπαξ, αλλά από τις ΥΠΕ και αφορά συγκεκριμένους διαγωνισμούς. Εφόσον μάλιστα το κριτήριο της ανάθεσης προς αυτόν ορίζεται ανάλογα με το αντικείμενο των συμβάσεων των προμηθειών που θα συναφθούν εύλογα μπορούμε να υποθέσουμε τούτο δεν μπορεί να λάβει μορφή ει μη μόνο όταν εκδοθούν τα προγράμματα προμηθειών και επομένως οι εκχωρήσεις κατ’ ουσίαν προς αυτόν συνδέονται αναπόφευκτα με τους προγραμματισμένους βάσει αυτών διαγωνισμών υλικών και υπηρεσιών. Τούτο στην πράξη θα έχει ως αποτέλεσμα να πρέπει να γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα (αν όχι κάθε έτος) τέτοιος διαγωνισμός με συνέπεια την καθυστέρηση των τακτικών διαγωνισμών που αυτός στη συνέχεια πρέπει να διενεργήσει, εκτός εάν οδηγηθούμε στη λύση της σύναψης αποκλειστικά συμφωνιών-πλαισών διάρκειας μέχρι 4 ετών.
    2. Παραμένει αδιευκρίνιστο ποιός εν τέλει πληρωνει τον προμηθευτή. Και τούτο διότι εφόσον το σχέδιο αναφέρεται σε εκχώρηση αρμοδιότητας κατά τον τίτλο του άρθρου 12 και εκχώρηση δικαιωμάτων σχετικά με την εκτέλεση των συμβάσεων, κατά το περιεχόμενο της παρ. 1 (όχι όμως ανάληψη υποχρεώσεων) τότε, εάν δεν πρόκειται περί λεκτικής αστοχίας είναι προφανές ότι η πληρωμή των προμηθευτών υπάρχει πιθανότητα να γίνεται από το δημόσιο.
    3. Παραμένει ασαφές αν όχι ακατανότητο το δημόσιο όφελος από αυτην την καινοφανή εκχώρηση. Εάν ληφθεί υπόψη ότι η αμοιβή του προμηθευτή ορίζεται σε ποσοστό 5% έως 25% μεταξύ της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ της μειδοτικής προσφοράς του (η οποία είναι προφανές ότι συναρτάται με τους προϋπολογισμούς των ΥΠΕ σχετικά με τα είδη που επιθυμούν να προμηθευτούν) και του τελικού οικονομικού αποτελέσματος, βάσει της σχετικής απολογιστικής έκθεσης που αυτός συντάσσει (το οποίο όμως, αποτέλεσμα, διαμορφώνεται επί δημοσίων διαγωνισμών ανεξάρτητα από αυτόν, συνεπεία του ανταγωνισμού των προμηθευτών και μόνον ή/ και της πίεσης μέσω του παρατηρητηρίου των τιμών, όπως επιχειρείται) τότε είναι προφανές ότι αυτός θα καρπώνεται αδικαιολόγητα χρήματα, τα οποία άλλως θα ωφελείτο το δημόσιο.

    Ηρακλής Παπαϊωάννου
    Διευθυντής ΣΕΠ Επιστημών & Υγείας
    Τηλ: 210 6985914 & 916
    Kiν: 6934 333300