Άρθρο 45-Ειδικές ρυθμίσεις για αμοιβές χρηστών

Άρθρο 45 Ειδικές ρυθμίσεις για αμοιβές χρηστών (Άρθρο 35 παρ. 1 Οδηγίας)
1. Αν ο χρήστης διαφωνεί με το ύψος της αμοιβής που αξιώνει ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης, οφείλει πριν από οποιαδήποτε χρήση να προκαταβάλει στον οργανισμό ή το αιτούμενο ποσό αμοιβής ή το ποσό που έχει ορίσει το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ύστερα από αίτηση του χρήστη ως συνήθως καταβαλλόμενο σε παρόμοιες περιπτώσεις ή ως εύλογο, εφόσον δεν υπάρχουν παρόμοιες περιπτώσεις. Οριστικώς περί της αμοιβής αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο. 2. Αν ο χρήστης προβεί σε χρήση χωρίς προηγούμενη άδεια του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης ή χωρίς να καταβάλει την εύλογη αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο 49 ν. 2121/1993, το Μονομελές Πρωτοδικείο μπορεί ύστερα από αίτηση οργανισμού συλλογικής διαχείρισης να επιδικάσει προσωρινά κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων το ήμισυ της αμοιβής που προβλέπεται στο αμοιβολόγιο του άρθρου 23. Η απόφαση καθίσταται οριστική, εάν δεν ασκηθεί από οποιοδήποτε από τα μέρη αγωγή περί οριστικού προσδιορισμού ενώπιον του καθ’ ύλην αρμόδιου δικαστηρίου εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση τής απόφασης ή εάν αυτή δεν επιδοθεί εντός έτους από τη δημοσίευσή της.

  • 22 Ιανουαρίου 2016, 15:29 | Σύλλογος Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδας ΤΟ ΜΕΤΡΟΝ

    Άρθρο 45 παρ.2

    Η διάταξη αυτής είναι προβληματική διότι επιδιώκει να ρυθμίσει ενιαία απόλυτα δικαιώματα και δικαιώματα εύλογης αμοιβής. Όμως στην περίπτωση που κάποιος χρήστης προβεί σε χρήση χωρίς την άδεια του δικαιούχου αποκλειστικού δικαιώματος τότε ο χρήστης οφείλει αποζημίωση και όχι αμοιβή. Επομένως στην περίπτωση αυτή η προσωρινή επιδίκαση θα πρέπει να αφορά μέρος (το 50%) της αποζημίωσης και όχι της αμοιβής. Επομένως θα πρέπει να προσαρμοσθεί η διάταξη στη φύση των απόλυτων δικαιωμάτων και να γίνει ξεχωριστή διάταξη για τα δικαιώματα εύλογης αμοιβής

  • 22 Ιανουαρίου 2016, 15:37 | Σύλλογος Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδας ΤΟ ΜΕΤΡΟΝ

    Άρθρο 45 παρ.1

    Πολύ σωστά η διάταξη αυτή προβλέπειότι κριτήριο της αμοιβής που προσωρινά οφείλει να καταβάλει ο χρήστης μέχρι να οριστεί τελεσίδικα η αμοιβή είναι η συνήθως καταβαλλόμενη. Χρήστες διαμαρτύρονται θεωρώντας ότι η συνήθως καταβαλλόμενη είναι σε βάρος τους διότι έχει διαμορφωθεί από ΟΣΔ με μονοπωλιακή θέση. Κατ’ αρχήν το επιχείρημα αυτό δεν ισχύει ειδικά στο χώρο της δημόσιας εκτέλεσης όπου πλέον είναι υποχρεωτικές οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμφωνίες περί αμοιβής. Όμως και στις λοιπές περιπτώσεις οι χρήστες εκπροσωπούνται από ισχυρές ενώσεις που διαπραγματεύονται με τους ΟΣΔ για τον ορισμό της αμοιβής. Συνεπώς δεν υπάρχει αδύναμο μέρος στη σχέση ΟΣΔ – χρηστών. Εάν ο νόμος προέβλεπε ως προσωρινή ρύθμιση την εύλογη και όχι την συνήθη, τότε αυτό θα οδηγούσε σε διακριτική μεταχείριση στο βαθμό που η αμοιβή που θα ορίσει προσωρινά το Δικαστήριο θα διαφέρει από την συνήθως καταβαλλόμενη που καταβάλλουν όλοι οι υπόλοιποι χρήστες. Αλλά η χειρότερη συνέπεια θα είναι ότι οι χρήστες θα πάψουν να καταβάλουν ακόμα και αμοιβές που είναι καθιερωμένες με δικαστικές αποφάσεις επί σειρά ετών και και θα προσφεύγουν στο δικαστήριο επιδιώκοντας προσωρινά να καταβάλουν χαμηλότερες αμοιβές.
    Τέλος θα πρέπει να επισημανθεί ότι το συγκεκριμένο μέτρο αποτελεί προσωρινή ρύθμιση και όχι οριστική. Επομένως είναι παντελώς αβάσιμο το επιχείρημα με επίκληση της οδηγίας που προβλέπει ότι η αμοιβή που καταβάλουν οι χρήστες πρέπει να είναι εύλογη. Προφανώς πρέπει να είναι εύλογη αλλά αυτό έχει να κάνει με τον προσδιορισμό της στην τακτική και οριστική διαδικασία και όχι σε προσωρινό στάδιο, κατά το οποίο και ο δικαστής θα πρέπει να διευκολυνθεί στην έκδοση απόφασης σε σύντομο χρονικό διάστημα και με ασφάλεια δικαίου.

  • 22 Ιανουαρίου 2016, 15:28 | ΑΘΗΝΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

    Άρθρο 45 (Ειδικές ρυθμίσεις για αμοιβές χρηστών)
    Σχόλιο στην παράγραφο 2: Όπως ήδη επισημάναμε κατά τον σχολιασμό του άρθρου 18 του νομοσχεδίου, σε ένα σύστημα σύγχρονης και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας θα έπρεπε να εντάσσεται υποχρεωτικά και η δραστική προσωρινή δικαστική μας προστασία κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας για τη δικαστική επίλυση των διαφορών μεταξύ των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης και των χρηστών. Θεωρούμε ως εκ τούτου επιβεβλημένη την αναβάθμιση της «δραστικότητας» της παρεχόμενης σήμερα με το άρθρο 908 ΚΠολΔ (δυνητικής) προσωρινής εκτελεστότητας, με τη θέσπιση του μέτρου της προσωρινής επιδίκασης του ημίσεως τουλάχιστον της κατά το άρθρο 65 παρ. 2 Ν. 2121/1993 αποζημίωσης, ώστε να αποτραπεί επιτέλους το απαράδεκτο φαινόμενο να συνεχίζουν οι παρανομούντες χρήστες, χωρίς καμία απολύτως οικονομική επιβάρυνσή τους, την χωρίς την άδεια των ΟΣΔ πνευματικών δικαιωμάτων χρήση των έργων των ρεπερτορίων των ΟΣΔ καθ’ όλο το χρονικό διάστημα μέχρι την έκδοση της τέμνουσας την διαφορά τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Ο δικαιοπολιτικός λόγος της θέσπισης του προαναφερόμενου μέτρου βρίσκεται πέρα από τον ρητά αναγνωρισμένο από τις περισσότερες ευρωπαϊκές νομοθεσίες διατροφικό χαρακτήρα των πνευματικών δικαιωμάτων στη διαπίστωση, ότι με την προσωρινή επιδίκαση αντιμετωπίζονται δραστικά οι κίνδυνοι που συνέχονται με το εξαιρετικά ευπρόσβλητο των πνευματικών δικαιωμάτων, αφού συνεπεία της ταχύτητας της αντίδρασης της έννομης τάξης εκλείπει ουσιαστικά το οικονομικό κίνητρο του χρήστη για την προσβολή των ανωτέρω δικαιωμάτων. Δεν πρέπει ταυτόχρονα να παραγνωρίζεται, ότι με την προτεινόμενη προσωρινή επιδίκαση παρέχεται στους σχετικά νέους ακόμα ΟΣΔ, που ιδρύθηκαν στη χώρα μας μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου 2121/1993, ένα στέρεο οικονομικό θεμέλιο για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και εν τέλει της αποτελεσματικότητάς τους. Ως καταρχήν θετική θα πρέπει να αξιολογηθεί ως εκ τούτου η διάταξη του άρθρου 45 παρ. 2 εδ. α του νομοσχεδίου, η οποία πάντως από νομικοτεχνικής απόψεως δεν μπορεί να παραμείνει ως έχει. Ως πλέον ενδεδειγμένη εμφανίζεται, κατά τη γνώμη μας, η ακόλουθη λύση: Να ρυθμιστεί το ζήτημα με δύο διαφορετικές, διακριτές μεταξύ τους διατάξεις, εκ των οποίων η πρώτη θα αφορά τα απόλυτα δικαιώματα και η δεύτερη τις αξιώσεις της εύλογης αμοιβής του άρθρου 49 ν. 2121/1993. Η αφορώσα τα απόλυτα δικαιώματα ρύθμιση θα πρέπει στη συνέχεια, ομού μετά της παραγράφου 1, να ενταχθεί στο άρθρο 22 του παρόντος νομοσχεδίου, στο οποίο αμφότερες οι διατάξεις ανήκουν άλλωστε συστηματικά. Οι παράγραφοι 5επ. του άρθρου 22 θα μπορούσαν διαμορφωθούν κατόπιν τούτου ως εξής:
    «5. Αν ο χρήστης διαφωνεί με το ύψος της αμοιβής που αξιώνει ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης, οφείλει πριν από οποιαδήποτε χρήση να προκαταβάλει στον οργανισμό ή το αιτούμενο ποσό αμοιβής ή το ποσό που έχει ορίσει το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ύστερα από αίτηση του χρήστη ως συνήθως καταβαλλόμενο σε παρόμοιες περιπτώσεις ή ως εύλογο, εφόσον δεν υπάρχουν παρόμοιες περιπτώσεις. Οριστικώς περί της αμοιβής αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο.
    6. Στην περίπτωση που ο οργανισμός δεν χορηγεί άδεια λόγω διαφωνίας ως προς το ποσό της αμοιβής, θεωρείται ότι η άδεια έχει χορηγηθεί αν ο χρήστης προβεί στη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου.
    7. Αν ο χρήστης προβεί σε χρήση χωρίς προηγούμενη άδεια του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης, το Μονομελές Πρωτοδικείο ύστερα από αίτηση του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης επιδικάζει προσωρινά κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων αποζημίωση, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει την αμοιβή που προβλέπεται για τη συγκεκριμένη χρήση στο αμοιβολόγιο του άρθρου 23.
    8. Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης παρέχουν τη δυνατότητα στους χρήστες να επικοινωνούν με αυτούς με ηλεκτρονικά μέσα».

  • ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:

    Έχει κριθεί επανειλημμένα από τα δικαστήρια (και πλέον αποτελεί τον κανόνα στη νομολογία) ότι η ένδικη διαφορά που εισάγεται προς επίλυση με τη διαδικασία του προσωρινού και οριστικού προσδιορισμού της εύλογης αμοιβής συνιστά κατ’ ουσία ειδική περίπτωση εκούσιας δικαιοδοσίας. Ήτοι, η υφιστάμενη διάταξη εμποδίζει το δικαστήριο να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης και να προβεί σε πλήρη δικαιοδοτική κρίση, αλλά το αναγκάζει να περιοριστεί αποκλειστικά στη διαπίστωση των οικονομικών μεγεθών της επιχείρησης του χρήστη (και όχι στο ύψος της αμοιβής).

    Αυτό που ήδη έχουμε προτείνει είναι η έτι περαιτέρω νομοτεχνική βελτίωση της νέας διάταξης ώστε να είναι απολύτως σαφές ότι, κατά τον μεν προσωρινό προσδιορισμό πρόκειται για γνήσια δίκη ασφαλιστικών μέτρων με αντικείμενο την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης, κατά δε τον οριστικό προσδιορισμό πρόκειται για πλήρη δικαιοδοτική κρίση με διαπλαστικό περιεχόμενο.

  • 22 Ιανουαρίου 2016, 14:20 | ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΚΔΟΤΩΝ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

    Η παρούσα διάταξη, συνεπάγεται στην ουσία υποχρεωτική νομιμοποίηση των προσβολών και είναι ασυμβίβαστη με τον απόλυτο χαρακτήρα των πνευματικών δικαιωμάτων. Επίσης η ρύθμιση της παραγράφου 2 είναι προβληματική καθώς στην ουσία δεν προβλέπεται κάποιος αποτρεπτικός λόγος για το χρήστη για να μην προβεί σε χρήση χωρίς προηγούμενη αδειοδότηση και καταβολή αμοιβής, αφού ακόμα κι αν καταληφθεί να κάνει χρήση χωρίς άδεια, το Δικαστήριο των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να επιδικάσει μόνο το 50% της αιτούμενης βάσει αμοιβολογίου αμοιβής, η οποία μάλιστα υπάρχει και ο κίνδυνος να καταστεί και οριστική σε περίπτωση που δεν ακολουθήσει οριστική αγωγή. Η λύση αυτή συνεπάγεται αυξημένα λειτουργικά έξοδα για τους ΟΣΔ και πιθανό κίνδυνο «race to the bottom» για τις αμοιβές. Ως εκ τούτου η διάταξη του άρθρου 45§2 θα πρέπει να αυστηροποιηθεί, ώστε να αποτελεί σοβαρό αντικίνητρο για τους χρήστες να προβαίνουν σε χρήσεις χωρίς αδειοδότηση.

  • Άρθρο 45 παρ. 1 Νομοσχεδίου

    Παρατηρήσεις ΑΕΠΙ:
    1. Η παρ. 45 παρ. 1 δεν εμπεριέχεται στην Οδηγία και επομένως δεν αποτελεί μεταφορά αυτής.
    2. Το άρθρο 45 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 22 παρ. 5 του Νομοσχεδίου επιβάλλει χορήγηση αναγκαστικών αδειών.
    3. Όπως όμως είναι γνωστό, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας είναι απόλυτα και αποκλειστικά τόσο κατά τις διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες που δεσμεύουν την Ελλάδα, κατά το Σύνταγμα, αλλά και κατά το Κοινοτικό Δίκαιο.
    4. Θεμελιώδης έκφανση του αποκλειστικού και απόλυτου χαρακτήρα των πνευματικών δικαιωμάτων είναι το δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την χρήση / εκμετάλλευσή τους.
    5. Επομένως, μία διάταξη ως η παρ. 5 του άρθρου 22 σε συνδ. με την παρ. 1 του άρθρου 45, που χορηγεί στον χρήστη «αναγκαστική άδεια» συγκρούεται ευθέως με τις οικείες διατάξεις της Συμβάσεως της Βέρνης, της Διεθνούς Συμβάσεως Πνευματικής Ιδιοκτησίας του ΠΟΔΙ (WCT) και της Συμφωνίας TRIPS, οι οποίες άπασες κατοχυρώνουν τον αποκλειστικό και απόλυτο χαρακτήρα των πνευματικών δικαιωμάτων.
    6. Για τον ίδιο δε λόγο αντίκεινται ευθέως και στο άρθρο 3 παρ. 1 της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ. Τέλος, για τους ίδιους λόγους, αντίκεινται και στο άρθρο 17(2) της Ευρωπαϊκής Χάρτας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αλλά και στην σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ.

  • Επιβάλλεται πολλαπλώς η νομοτεχνική βελτίωση του άρθρου για τους ακόλουθους λόγους:

    1. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας ΟΣΔ κατέχει δεσπόζουσα θέση, και ιδίως όταν η θέση του είναι κατ’ ουσία μονοπωλιακή, η έννοια της συνήθως καταβαλλόμενης αμοιβής στο άρθρο 56 του Ν. 2121/1993 συμπίπτει με την μονομερώς οριζόμενη από τον ίδιο. Ως εκ τούτου, η εκφορά της διάταξης, ως έχει, οδηγεί σε πλείστα όσα προβλήματα και, ουσιαστικά, καθιστά την αναζήτηση δικαστικής προστασίας απρόσφορη για τους χρήστες, σε ό,τι αφορά το ύψος και τη βάση της (μονομερώς επιβαλλόμενης από τους ΟΣΔ) αμοιβής, όταν ένας ΟΣΔ έχει δεσπόζουσα θέση.

    2. Στα κριτήρια προσδιορισμού της «εύλογης αμοιβής» θα πρέπει να προβλεφθεί νομοθετικά ότι το Δικαστήριο θα μπορεί να λάβει υπόψη και παράγοντες που αφορούν την εκμετάλλευση, όπως λ.χ. τον τόπο εγκατάστασης του χρήστη, τις ιδιαίτερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της περιόδου και της περιοχής, την οικονομική κατάσταση των μερών κλπ, όπως δηλαδή συμβαίνει σε κάθε άλλη περίπτωση του ιδιωτικού δικαίου, η δε απόφαση να είναι σε κάθε περίπτωση διαπλαστική μετά από πλήρη νομικό και ουσιαστικό έλεγχο.

    3. Αρμοδιότητα καθ΄ ύλη: Αρμόδιο για τον καθορισμό της εύλογης αμοιβής προτείνεται το Ειρηνοδικείο ή το Μονομελές Πρωτοδικείο, σε α’ βαθμό (βάσει του αντικειμένου της διαφοράς, κατά τις κοινές διατάξεις του ΚΠολΔ) και το Μονομελές ή το Πολυμελές Πρωτοδικείο, σε β’ βαθμό, αντίστοιχα. Σκοπός της πρότασης είναι η άρση του παραλόγου, με βάση το σημερινό καθεστώς, οι προσωρινές αμοιβές να καθορίζονται από το Μονομελές Πρωτοδικείο, λόγω της σχετικής ειδικής αρμοδιότητας που εισάγει ο Ν. 2121/1993, και οι οριστικές από το Ειρηνοδικείο, βάσει της γενικής αρμοδιότητας στην οποία παραπέμπει ο Ν. 2121/1993.

    4. Αρμοδιότητα κατά τόπο: Αρμόδια για τον καθορισμό της εύλογης αμοιβής προτείνονται τα Δικαστήρια της έδρας της επιχείρησης του χρήστη. Στόχοι της πρότασης είναι, ταυτόχρονα, και η προστασία του αδύναμου μέρους στη σύμβαση παραχώρησης άδειας χρήσης έργου (που, έναντι του ΟΣΔ, πάντοτε είναι ο μεμονωμένος χρήστης, ο οποίος, ιδίως όταν προέρχεται από την περιφέρεια, κατά τεκμήριο δε διαθέτει τις οικονομικές δυνατότητες να αναλάβει το κόστος επαρκούς εκπροσώπησης σε ανώτερα του Ειρηνοδικείου Δικαστήρια, και μάλιστα στα Δικαστήρια των Αθηνών), και η ταχύτητα στην επίλυση των διαφορών, και η καλύτερη προσαρμογή στις πραγματικές συνθήκες της χρήσης, και η αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων των Αθηνών.

    5. Προτείνεται δικονομική εξομοίωση της διαδικασίας επίλυσης αστικών διαφορών που αφορούν Πνευματικά και Συγγενικά Δικαιώματα. Σκοπός της πρότασης είναι η άρση των σημερινών ανισοτήτων στην αντιμετώπιση των χρηστών έναντι ΟΣΔ, διαφορετικών μεν δικαιωμάτων, που όμως κατά το νόμο λειτουργούν με ακριβώς τον ίδιο τρόπο, καθώς επίσης και η εναρμόνιση-ομογενοποίηση της δικονομικής αντιμετώπισης των διαφορών χρηστών με ΟΣΔ στα σημεία στα οποία δε δικαιολογείται η διαφορετική δικονομική αντιμετώπιση, αλλά αντίθεται ενδείκνυται, ώστε να συμβάλει στην απλούστευση του καθεστώτος και, ως εκ τούτου, στην ασφάλεια δικαίου.

  • 13 Ιανουαρίου 2016, 19:14 | GRAMMO ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΗΧΟΥ Η ΗΧΟΥ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑΣ

    Γενική παρατήρηση: Η ρύθμιση αυτή δεν μπορεί να έχει ως θεμέλιο το άρθρ. 35 παρ. 1 οδηγίας. Μόνον το 46 μπορεί. Εξ άλλου, η ένταξη της διάταξης στο κεφάλαιο περί εναλλακτικής επίλυσης είναι εσφαλμένη, αφού δεν πρό-κειται περί εναλλακτικής επίλυσης. Ακόμη, η διάταξη, εδώ τοποθετημένη, είναι «κολοβή». Εξηγούμαι: γίνεται λόγος για ειδικές ρυθμίσεις. Οι γενικές που ευρίσκονται? Στην ουσία δεν είναι ειδική ρύθμιση, αλλά η διευθέτηση της αντιδικίας. Η διάταξη θα έπρεπε να είναι η συνέχεια του άρθρου 22 του παρό-ντος, όπως ήδη εξετέθη.
    Σχόλιο στην παρ.1:
    Ποια δικαιώματα αφορά? Απόλυτα ή και αξιώσεις εύλογης αμοιβής? Γνώμη μας είναι ότι «υπαίτια» για την ερμηνευτική αυτή δυσχέρεια είναι η απόσπαση της διάταξης από το άρθρο 22. Το νόημα είναι να προβλεφθεί μία διαδικασία, ώστε ο χρήστης να έχει τη δυνατότητα εκμετάλλευσης ενός έργου, την ο-ποία δεν έχει επειδή ο οσδ δεν του δίδει την άδεια. Στην εύλογη αμοιβή (άρθρ. 49), η δυνατότητα αυτή υπάρχει, διότι υφίσταται η εκ του νόμου άδεια. Άρα, η διάταξη μπορεί να αφορά στα απόλυτα δικαιώματα. Άρα, να προστεθεί, για τη χορήγηση αδείας χρήσης απολύτου δικαιώματος.
    Και, ακόμη, η αναφορά στη συνήθη αμοιβή, όπως ακριβώς και ο προηγούμενος νόμος, είναι ζήτημα αν συμβιβάζεται με το γράμμα της οδηγίας που ορίζει ότι οι αμοιβές πρέπει να είναι εύλογες.
    Και ακόμη πρέπει να προβλεφθεί ότι αίτηση του χρήστη μετά από την έναρξη της χρήσης μπορεί να ρυθμίζει την οφειλόμενη αμοιβή για τον χρόνο μετά από την έκδοση της απόφασης. Αφού αν ισχύει κάτι άλλο, νομιμοποιείται αναδρομικά η χρήση και δεν οφείλεται αποζημίωση, αλλά αμοιβή. Πράγμα που απάδει προς το ημέτερο σύστημα δικαίου.

    Παρατηρήσεις στην παρ. 2:
    Η διάταξη της παρ. 2 χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Παρατίθεται πώς θα πρέπει να έχει κατά την άποψή μας. Στη συνέχεια αιτιολογείται η επιλογή.
    Αν ο χρήστης προβεί σε χρήση, χωρίς να καταβάλει την εύλογη αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο 49 ν. 2121/1993 ή συμφωνήσει το ύψος αυτής με τον αρμόδιο οργανισμό συλλογικής διαχείρισης, η αμοιβή καθορίζεται και επιδικάζεται προσωρινά, τουλάχιστον κατά το ήμισύ της, από το Μονομελές Πρωτοδι-κείο που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, μετά από αίτηση του οργανισμού συλ-λογικής διαχείρισης. Ο οριστικός καθορισμός και η οριστική επιδίκαση της αμοιβής υπάγονται πάντοτε στην καθ’ ύλη αρμοδιότητα του κατά τόπον αρμοδίου Μονομελούς Πρωτοδικείου, που δικάζει κατά την τακτική διαδικασία, μετά από αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου. Ο προσωρινός προσδιορισμός καθίστα-ται αυτοδικαίως οριστικός και λογίζεται ως οριστικώς επιδικασθείσα η συνολική αμοιβή, εάν δεν υπο-βληθεί στο κατά τόπον αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο αίτηση περί οριστικού προσδιορισμού και επι-δίκασης εντός μηνός από την επίδοση της απόφασης περί προσωρινού προσδιορισμού και επιδίκασης, πάντως εντός έτους από τη δημοσίευσή της. Το δικαστικό ένσημο και το τέλος απογράφου καταβάλλο-νται κατά τη λήψη απογράφου.

    Μεταβατική διάταξη
    Οι διατάξεις των εδ. β’. γ’ και δ΄ της παρ. … του άρθρ. …. εφαρμόζονται επί δικών προσωρινού προσ-διορισμού και αμοιβής που είναι εκκρεμείς, κατά τον χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου στην Ε-φημερίδα της Κυβερνήσεως.

    Αιτιολογία
    Η απαλοιφή των απολύτων δικαιωμάτων από το πεδίο εφαρμογής της διάταξης δικαιολογείται, διότι χρήση άνευ αδείας δεν εκλύει αξίωση αμοιβής, αλλά αποζημίωσης. Έτσι, όπως είχε η διάταξη ήγε στο συμπέρασμα ότι επέβαλε τη νομιμοποίηση προσβολών. Τούτο δεν μπορεί να ισχύει.
    Από το γράμμα της διάταξης αφαιρέθηκε η αναφορά στο αμοιβολόγιο και εισήχθη η λέξη εύλογη αμοι-βή. Ως οσδ η αναφορά στο αμοιβολόγιο μας ευνοούσε. Πλην όμως, αποφασιστική και επιθυμητή είναι πάντοτε η νομιμότητα. Η εύλογη αμοιβή είναι αυτόνομη έννοια του κοινοτικού δικαίου. Έτσι, όπως εισή-χθη η διάταξη στο νομοσχέδιο, φαίνεται ότι επιβάλλει μία ποινή στον χρήστη. Είναι αμφίβολη η νομιμό-τητα της πρόβλεψης αυτής.
    Επίσης, προβλέπεται η υποχρεωτική επιδίκαση του ½ τουλάχιστον της αμοιβής. Άλλως, δυνατότητα μεί-ωσης των εξόδων, κανόνας του 20%, δεν υπάρχει.
    Αρμόδιο είναι πάντοτε το μονομελές πρωτοδικείο. Έτσι, καταργείται το παράδοξο φαινόμενο του προη-γούμενου δικαίου να αποφαίνεται οριστικώς σε πολλές περιπτώσεις το Ειρηνοδικείο, δηλαδή ο Ειρηνο-δίκης να ελέγχει την απόφαση ιεραρχικώς ανωτέρου δικαστηρίου.
    Πρέπει, επίσης, να εξαρθεί το εξής: Το νομοσχέδιο δεν καταργεί το κείμενο του άρθρ. 49 παρ. 1, κατά το οποίο ιδρύεται υποχρέωση διαπραγμάτευσης και σε περίπτωση διαφωνίας ανοίγεται η δικαστική οδός. Άρα, θα ισχύουν και οι δύο διατάξεις? Αυτό δεν μπορεί να ισχύει, γιατί είναι αντιφατικές. Εξηγούμαι: Η παρούσα διάταξη εισάγει την εξής προϋπόθεση για την προσφυγή στη δικαστική οδό. Να χωρήσει η χρήση πριν από την καταβολή της αμοιβής ή πριν τη συμφωνία. Το 49 παρ. 1 ν. 2121/1993 προϋποθέ-τει και διαπραγμάτευση. Όμως, αυτό που λέει το νυν 49 παρ. 1 το λέει και η διάταξη που προτείνεται. Συνεπώς, πρέπει να διαγραφεί το γράμμα του άρθρ. 49 παρ. 1, ήτοι το κείμενο «Οι οργανισμοί …. Απο-φαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο».
    Η μεταβατική διάταξη νομικοτεχνικά πρέπει να ενταχθεί στις μεταβατικές διατάξεις του νόμου και όχι στο σώμα του άρθρου. Αφού αυτό θα ήταν τεράστια νομική «ανορθογραφία». Δείτε παρακάτω στις μεταβατικές διατάξεις (άρθρ. 69)