Άρθρο 45: Προγραμματισμός και κριτική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων

  1. 1.    Το άρθρο 32 του ν.3848/2010 (Α΄ 71) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«1.  Ο προγραμματισμός και η κριτική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου είναι μια συνεχής δυναμική, συμμετοχική διαδικασία εντοπισμού, ανάλυσης και αντιμετώπισης των προβλημάτων και των αναγκών του σχολείου που στηρίζεται σε εσωτερικά κίνητρα βελτίωσης της εκπαιδευτικής λειτουργίας. Η διαδικασία αυτή στοχεύει στην αναμόρφωση της σχολικής ζωής, στη μορφωτική – παιδαγωγική ενίσχυση της εκπαιδευτικής πράξης, στην επιστημονική ανανέωση του γνωστικού περιεχομένου καθώς και των διδακτικών μεθόδων και εργαλείων και στην εξάλειψη των ανισοτήτων στη μόρφωση.

  1. Στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς ο Σύλλογος Διδασκόντων, λαμβάνοντας υπόψη του και τις απόψεις του Σχολικού Συμβουλίου, συζητά και προγραμματίζει το εκπαιδευτικό έργο της νέας σχολικής χρονιάς και υποβάλλει αυτόν τον ετήσιο σχεδιασμό στους σχολικούς συμβούλους, οι οποίοι υποχρεούνται να διατυπώσουν αιτιολογημένη γνώμη επ’ αυτού. Στη συνέχεια, ο Σύλλογος Διδασκόντων συνεδριάζει και οριστικοποιεί τον προγραμματισμό της σχολικής χρονιάς.
  2. O Σύλλογος Διδασκόντων, σε τακτικές συνεδριάσεις στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, συζητά διεξοδικά επί της πορείας του αρχικού προγραμματισμού και προβαίνει στις απαιτούμενες διορθωτικές κινήσεις. Παράλληλα, καθιερώνεται στις σχολικές μονάδες η λειτουργία ομάδων ειδικοτήτων, στις συνεδριάσεις των οποίων συμμετέχουν οι εκπαιδευτικοί που ανήκουν στην ίδια ειδικότητα, με στόχο τον από κοινού σχεδιασμό και την ανατροφοδότηση σε συνεργασία με τους  σχολικούς συμβούλους των αντίστοιχων ειδικοτήτων.
  3. Στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς ο Σύλλογος Διδασκόντων, λαμβάνοντας υπόψη του και τις απόψεις του Σχολικού Συμβουλίου, συντάσσει απολογιστική έκθεση, λαμβάνοντας υπόψη: α) την επίτευξη των στόχων που είχαν τεθεί στο πρόγραμμα δράσης και β) τις δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίστηκαν κατά την υλοποίηση αυτών των εκπαιδευτικών στόχων. Στην ίδια έκθεση διατυπώνονται προτάσεις βελτίωσης για την επόμενη σχολική χρονιά.
  4. Οι σχολικοί σύμβουλοι εκφράζουν αιτιολογημένες απόψεις επί της απολογιστικής έκθεσης των Συλλόγων Διδασκόντων. Κατά τον προγραμματισμό της επόμενης σχολικής χρονιάς λαμβάνονται υπόψη οι προτάσεις των σχολικών συμβούλων επί του απολογισμού της προηγούμενης σχολικής χρονιάς.
  5. Κάθε σχολική μονάδα μπορεί να συμπράττει με άλλες σχολικές μονάδες σε προγράμματα και δραστηριότητες που ενδιαφέρουν τους διδάσκοντες εν συνόλω ή κατά ομάδες ενδιαφερόντων ή ειδικοτήτων, εντός της πε­ριοχής αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Εκπαίδευσής τους. Αντίστοιχα, οι εκπαιδευτικοί μιας σχολικής μονάδας μπορούν να παρακολουθήσουν, να υποστηρίξουν ή να συμμετάσχουν σε προγράμματα άλλων σχολικών μονάδων, εντός της πε­ριοχής αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Εκπαίδευσής τους, εφόσον τους ενδιαφέρει. Οι παραπάνω συνεργατικές και συμμετοχικές δραστηριότητες εντάσσονται στον προγραμματισμό του Συλλόγου Διδασκόντων, όπως περιγράφεται στις ανωτέρω παραγράφους. Οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης οφείλουν να ενημερώνουν τακτικά τις σχολικές μονάδες της αρμοδιότητας τους για  όλες τις αντίστοιχες δραστηριότητες, προγράμματα και δράσεις.
  6. Με υπουργική απόφαση θα ρυθμιστούν οι λεπτομέρειες της εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Κάθε προηγούμενη υπουργική απόφαση ή εγκύκλιος που αντίκειται στο παρόν άρθρο καταργείται από την έκδοση του παρόντος νόμου.
  7. Η εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων γίνεται σταδιακά σε σχολικές μονάδες που ορίζονται με υπουργική απόφαση, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
  8. 2.    α) Το Προεδρικό Διάταγμα 152 (ΦΕΚ 240/5.11.2013) με τον τίτλο «Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» καταργείται.

β) Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 329 του ν.4072/2012 (Α΄ 86),  καταργείται.

γ) Η τελευταία περίοδος της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν.3879/2010 (Α΄ 163) καταργείται.

δ) Το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 7 έως και 9 του ν.4024/2011 δεν περιλαμβάνει τους εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

  • 25 Ιουνίου 2015, 21:44 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΑΡΡΟΣ

    1.Με τη φράση «αρχή κάθε σχολικής χρονιάς» ορίζεται συνήθως το χρονικό διάστημα 1-10 Σεπτεμβρίου. Ως Διευθυντής Σχολικής μονάδας Π/θμιας Εκπ/σης τα τελευταία τέσσερα χρόνια και με μια εμπειρία 14 χρόνων σε μεγάλες σχολικές μονάδες, πρέπει να επισημάνω ότι στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς περίπου το 1/2 του συλλόγου διδασκόντων δεν έχει ακόμα τοποθετηθεί στη σχολική μονάδα. Στη δική μου σχολική μονάδα (17/θ) τα τελευταία τέσσερα χρόνια στο διάστημα 1-25 Σεπτεμβρίου παρουσιάζονταν μόνο 17 εκπαιδευτικοί σε σύνολο 34. Είναι εξαιρετικά δύσκολο κάτω από αυτές τις συνθήκες να προγραμματίσεις οτιδήποτε (πώς να προγραμματίσεις διαθεματικές δραστηριότητες όταν απουσιάζουν οι δάσκαλοι ειδικοτήτων που μπορούν να τις υποστηρίξουν ή πώς να προγραμματίσεις αντισταθμιστικά προγράμματα όταν απουσιάζουν δάσκαλοι παράλληλης στήριξης ή δάσκαλοι ειδικής αγωγής). Ένας αποτελεσματικός προγραμματισμός απαιτεί την παρουσία όλου του εκπαιδευτικού προσωπικού της σχολικής μονάδας.
    Για να λειτουργήσει ο προγραμματισμός και γενικότερα η παρακολούθηση και η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου το Υπουργείο με εγκύκλιο να ξεκαθαρίσει:
    α. Το ωράριο των εκπαιδευτικών είναι 8-2. Μόνο με τη φυσική παρουσία των εκπαιδευτικών μπορούν να προγραμματίζονται δράσεις και να αξιολογούνται. Χωρίς αυτή τη βασική προϋπόθεση δεν μπορεί να λειτουργήσει τίποτα. Πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι η λειτουργία της σχολικής μονάδας, ο προγραμματισμός και η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου είναι ευθύνη όλων μας. Στα κενά των εκπαιδευτικών μπορούν να οργανώνονται μικρές συναντήσεις ομάδων όπου θα εξειδικεύονται στόχοι, θα οργανώνονται διαδικασίες ελέγχου και αξιολόγησης δράσεων.
    β. Ο Σύλλογος Διδασκόντων οργανώνει υποχρεωτικά κάθε τρίμηνο μία συνάντηση με το ΔΣ του Συλλόγου Γονέων και συζητούν όλα τα θέματα που αφορούν στη λειτουργία της σχολικής μονάδας (1η συνάντηση 1-10 Σεπτεμβρίου, 2η συνάντηση 1-10 Φεβρουαρίου, 3η συνάντηση 20-27 Ιουνίου) . Είναι σαφές ότι τον τελικό λόγο στον προγραμματισμό, στην παρακολούθηση και στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου τον έχει ο Σύλλογος Διδασκόντων.
    γ. Ο Σύλλογος Διδασκόντων συνεδριάζει υποχρεωτικά 1 φορά το μήνα για να διαμορφώσει, να προγραμματίσει και να αξιολογήσει το εκπαιδευτικό έργο. Μπορούν να πραγματοποιηθούν τις ημέρες πριν των σχολικών αργιών (μετά τις 2ωρες εορταστικές εκδηλώσεις στις 27 Οκτωβρίου, 17 Νοεμβρίου, 23 Δεκεμβρίου, 30 Ιανουαρίου, ημέρα πριν τις εορταστικές εκδηλώσεις της Αποκριάς, 24 Μαρτίου) και άλλες τρεις στο τέλος Απριλίου, στο τέλος Μαΐου και 21-27 Ιουνίου). Για τις τρεις συναντήσεις με τους Συλλόγους Γονέων και τις δύο συναντήσεις του Απριλίου και του Μαϊου μπορεί να γίνει επιμήκυνση του σχολικού έτους κατά μία εβδομάδα, αν θεωρούμε ότι ο προγραμματισμός και η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου είναι μια σοβαρή διαδικασία που δεν μπορεί να γίνει στα δεκάλεπτα διαλείμματα κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους. Επαναλαμβάνω ότι οι διαδικασίες αυτές πρέπει να είναι υποχρεωτικές.
    δ. Το Υπουργείο πρέπει να μελετήσει καλά το θεσμό του σχολικού συμβούλου. Νομίζω ότι η συνεισφορά των σχολικών συμβούλων στην βελτίωση της εκπαίδευσης είναι σχεδόν ασήμαντη. Η άποψή μου είναι ότι το Υπουργείο πρέπει να υιοθετήσει το θεσμό του Δ/ντή-Μέντωρα, ο οποίος θα έχει την παιδαγωγική ευθύνη της λειτουργίας της σχολικής μονάδας (με σαφείς υποχρεώσεις για δειγματικές διδασκαλίες, εισαγωγή καινοτόμων προγραμμάτων κ.α), συνεπικουρούμενος στο διοικητικό του έργο από έναν Υποδιευθυντή με μειωμένο ωράριο και αν η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας το επιτρέπει μπορεί να έχει και γραμματειακή υποστήριξη. Στις μεγάλες σχολικές μονάδες μπορεί να οριστεί δεύτερος υποδιευθυντής με μειωμένο ωράριο που θα έχει ένα μέρος της παιδαγωγικής ευθύνης του σχολείου.
    ε. Ο όρος»αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου» εκφράζει μια τεχνοκρατική αντίληψη και έρχεται σε εννοιολογική αντίθεση με την φιλοσοφία του Υπουργείου για τον εκδημοκρατισμό και την ποιοτική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου. Ας μην φοβηθεί το Υπουργείο να υιοθετήσει τον όρο «αξιολόγηση» είναι προτιμότερος από τον αντιφατικό όρο «κριτική αποτίμηση» (Τι κριτική να κάνεις σε μία ποσοτική έκφραση της εκπαιδευτικής διαδικασίας).
    στ. Η γενικόλογη τοποθέτηση ότι ο σύλλογος διδασκόντων συνεδριάζει και θέτει τους στόχους της νέας σχολικής χρονιάς και στο τέλος ξανασυνεδριάζει και αποτιμά αν επιτεύχθηκαν οι στόχοι αυτοί, κατά τη γνώμη μου υποβαθμίζει τελείως την έννοια και το σκοπό της αξιολόγησης στην εκπαίδευση. Η διαδικασία της αξιολόγησης απαιτεί επιστημονικές διαδικασίες καλά οριοθετημένες και προγραμματισμένες, σαφή μεθοδολογία και ερευνητικά εργαλεία έτσι ώστε τα αποτελέσματά της να είναι έγκυρα και αξιόπιστα. Σε διαφορετική περίπτωση θα οδηγηθούμε πάλι στο απόλυτο τίποτα που γνωρίσαμε όλοι τα τελευταία 30 χρόνια ή στον απόλυτο αυταρχισμό που είδαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Η άποψή μου είναι ότι η πρόταση της αξιολογικής ομάδας που είχε συσταθεί το 2010 για την αυτοαξιολόγηση και την αξιολόγηση είναι μια καλή βάση για την εισαγωγή μιας αξιολόγησης που θα έχει επιστημονική τεκμηρίωση και δημοκρατική κατεύθυνση. Είναι σαφές ότι κάποιες από τις πτυχές της πρότασης χρειάζονται βελτίωση, αλλά το Υπουργείο πρέπει να τη μελετήσει καλά, να κάνει τις αναγκαίες τροποποιήσεις και να προχωρήσει στην εφαρμογή της. Η προηγούμενη κυβέρνηση διαστρέβλωσε τελείως το σκοπό της πρότασης δίνοντας έμφαση στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού με στόχο να τον καταστήσει αποκλειστικά υπεύθυνο για όλα τα προβλήματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
    Ελπίζω το Υπουργείο να μας δώσει τη δυνατότητα μέσα από έναν ανοιχτό διάλογο να συνδιαμορφώσουμε την αξιολόγηση που θέλουμε για να φτάσουμε κάποια στιγμή και στο σχολείο που θέλουμε και ονειρευόμαστε.

  • 25 Ιουνίου 2015, 11:54 | δημητριος Κ

    ΔΙΝΕΤΑΙ Η ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΣΕ ΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΝΑ ΣΤΕΙΛΕΙ ΤΑ ΦΡΟΝΤΗΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙΤΗΝ ΠΑΡΑΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΟΝΤΟΥΛΑΠΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑς ΩΣ ΕΞΗΣ
    ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΒΟΥΜΕ ΥΠ ΟΨΗ ΟΤΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟ ΕΛΛΑΔΙΣΤΑΝ ΙΣΧΥΕΙ ΤΟ ΦΡΟΝΤΗΣΤΗΡΙΟ ΑΝΤΙ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΟΙΥ ΣΤΗ ΠΡΑΞΗ
    ΓΙΑΤΙ ΚΥΡΙΟΙ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ ΔΗΛΑΔΗ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΑΝΕ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΣΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ,ΓΥΜΝΑΣΙΑ,ΛΥΚΕΙΑ ,
    ΣΤΙς 1 (ΜΙΑ Η ΩΡΑ )Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ 1 ΜΕΧΡΙ 3 ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ
    ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΒΟΡΕΙΑ ΕΥΡΩΠΗ ΑΥΤΟ ΕΦΑΡΜΟΖΗ ΕΣΕΣ ΕΞΥΠΥΡΕΤΕΙΤΕ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ,ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΜΕ ΜΑΥΡΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΕ Η ΕΙΣΤΕ ΑΡΙΣΤΕΡΑ Η ΚΟΛΟΥΤΟΥΜΠΕΣ

  • 24 Ιουνίου 2015, 22:55 | ΜΙΝΟΠΕΤΡΟΣ

    Να προστεθεί οτι «Ο προγραμματισμός και η αποτίμηση, η απολογιστική έκθεση, οι απόψεις του σχολικού συμβούλου παιδαγωγικής ευθύνης επί της απολογιστικής έκθεσης, ανήκουν στην εσωτερική λειτουργία της σχολικής μονάδας και δεν βαθμολογείται, δεν αξιολογείται, δεν έχει καμμία επίδραση στην χρηματοδότηση της σχολικής μονάδας, δεν χρησιμεύει για τυχόν αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και δεν αναρτάται σε δίκτυα.»

    Μόνον έτσι θα αποφευχθεί η εισαγωγή της αξιολόγησης από την πίσω πόρτα, εφόσον η αξιολόγηση απ΄ ότι φαίνεται δεν είναι αποδεκτή από τους εκπαιδευτικούς και την πολιτεία, και επί πλέον θα αποφευχθεί η «διαφήμιση» σχολικών μονάδων που κάνουν έργα «βιτρίνας».

    Πάντως η εμπλοκή των σχολικών συμβούλων στον προγραμματισμό και την αποτίμηση μάλλον φαίνεται ως επέμβαση στην εσωτερική λειτουργία του σχολείου. Ο κυρίαρχος Σύλλογος των Διδασκόντων γνωρίζει τα προβλήματα του σχολείου και πώς να τα λύσει.Σήμερα οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί έχουν υψηλό βαθμό μόρφωσης με μεταπτυχιακά ή και διδακτορικά με ξένες γλώσσες κλπ που μπορούν άνετα να προγραμματίσουν ορθώς, να επιβλέψουν την πορεία του προγραμματισμού και να αποτιμίσουν το αποτέλεσμα ασφαλώς. Ενώ οι σύμβουλοι τις περισσότερες φορές είναι από χρόνια αποκομένοι από την διδακτική πράξη και τη διοίκηση του σχολείου, πολλοί δε από αυτούς δεν έχουν ασχοληθεί με τη διοίκηση σχολικών μονάδων.
    Άρα ή οι σχολικοί σύμβουλοι διδάσκουν ορισμένες ώρες και μάλιστα σε διαφορετικά σχολεία, όπου υπάρχουν μικρά ελλείματα ωρών, ώστε να έχουν πραγματική αίσθηση της λειτουργίας τους και των δυσκολιών της, και η συμμετοχή τους στον προγραμματισμό και την αποτίμηση να είναι προσγειωμένη ή να ελλαττωθούν σε αριθμό και να ασχολούνται μόνο με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.

  • 24 Ιουνίου 2015, 17:37 | τ.κ.

    Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου:
    «O Σύλλογος Διδασκόντων, σε τακτικές συνεδριάσεις στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, συζητά διεξοδικά επί της πορείας του αρχικού προγραμματισμού και προβαίνει στις απαιτούμενες διορθωτικές κινήσεις.»
    Γνωρίζουν άραγε οι συντάκτες του νομοσχεδίου ότι στις σχολικές μονάδες της Α/θμιας Εκπ/σης με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα(ΕΑΕΠ), το διδακτικό ωράριο των εκπαιδευτικών ταυτίζεται με το εργασιακό (08:00-14:00), με αποτέλεσμα να μην υπάρχει χρόνος για συνεδριάσεις των Συλλόγων Διδασκόντων, κι ότι οι Σύλλογοι Διδασκόντων συνεδριάζουν μόνο τις ημέρες των εορτών;
    Η κατάσταση αυτή υπάρχει από το σχολικό έτος 2010-2011, μιλάμε για 1330 σχολικές μονάδες και κανένας δεν κάνει τίποτα γι΄αυτό.
    Πώς είναι δυνατόν να νομοθετούμε προβλέποντας πράγματα που αντικειμενικά δεν μπορούν να εφαρμοστούν;

  • 24 Ιουνίου 2015, 15:54 | Αριστείδης Παγουρτζής

    Οπωσδήποτε θα πρέπει να περιλαμβάνεται στις μεθόδους αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου η έκφραση γνώμης μαθητών και γονέων, με αυστηρή τήρηση της ανωνυμίας.

    Ως διδάσκων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχω λάβει σημαντική ανατροφοδότηση και βοήθεια από την αξιολόγηση των φοιτητών μου, παρ’όλο που κάποιες φορές υπήρξε ενοχλητική ή ακόμη και αγενής. Η γνώμη των μαθητών είναι πολύτιμη και πιστεύω ότι κάθε σωστός εκπαιδευτικός την αναζητά. Η ανωνυμία προσφέρει ελευθερία στην έκφραση ακόμη και της οδυνηρής κριτικής.

    Από μια ευρύτερη οπτική, θεωρώ ότι θα ωφεληθούμε συνολικά σαν λαός αν μάθουμε να κάνουμε και να δεχόμαστε κριτική από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας ως τα τελευταία. Η παραδοχή ότι δεν είμαστε τέλειοι δεν είναι αδυναμία. Το να αναλάβουμε την ευθύνη και τον κόπο για διαρκή βελτίωση μπορεί να είναι η αρχή μιας καλύτερης εποχής για τη χώρα μας.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι το μέτρο της αξιολόγησης από τους φοιτητές ισχύει (για την τριτοβάθμια εκπαίδευση) από το 1982, κάτι που όπως διαπιστώνω είναι ελάχιστα γνωστό στην ευρύτερη κοινωνία.

  • 24 Ιουνίου 2015, 00:27 | ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ ΚΡΙΤΙΚΑ

    ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΥ ΒΙΩΝΟΥΜΕ…

    Είναι ένα σχολείο κλειστό…
    Κλειστό σε κάθε αντίληψη συλλογικής – ομαδικής δράσης τόσο μέσα στην τάξη, όσο και έξω από αυτήν. Οι όποιες ιδέες και πρωτοβουλίες των εκπαιδευτικών βρίσκονται στο περιθώριο. Κυριαρχούν τα κλειστά αναλυτικά προγράμματα, που καθορίζονται από την κεντρική εξουσία, μακριά από τους εκπαιδευτικούς και την κοινωνία. Κυριαρχεί η ομογενοποιημένη –μαζική σκέψη που εμπεδώνεται μέσα από το ανελαστικό πρόγραμμα σπουδών, την κατά παράδοση και τυποποιημένη διδακτική πορεία, τα τυποποιημένα εκπαιδευτικά προγράμματα, το ένα και μοναδικό εγχειρίδιο διδασκαλίας, που με την αγοραία σύνδεσή του με τα εμπορικά βοηθήματα των εκδοτικών οίκων καθορίζει κατά κανόνα το περιεχόμενο και τη μέθοδο διδασκαλίας.

    Είναι ένα κάθετο και ιεραρχικό σχολείο…ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΩΝ
    Όπου όλα δομούνται με προϊστάμενες ιεραρχίες και δεν υπάρχει κανένας ζωντανός θεσμός επικοινωνίας των εκπαιδευτικών. Οι σύλλογοι διδασκόντων μέρα με τη μέρα μετατρέπονται σε διακοσμητικά όργανα, που σπανίως συνεδριάζουν και ακόμα σπανιότερα αποφασίζουν. Ενώ, τόσο στο επίπεδο του συλλόγου διδασκόντων όσο και στο επίπεδο της εσωτερικής παιδαγωγικής σχέσης, κυριαρχούν συμπεριφορές επί αντιπαροχή (αξιολογήσεις, portfolio, βαθμοί, προγράμματα κ.ά.)

    Είναι ένα σχολείο της ποσότητας και της εντατικοποίησης…
    Όπου η γνώση έχει μετατραπεί σε τυποποιημένες και αποσπασματικές διδακτικές ποσότητες, που «πρέπει να διδαχθούν» και να «μαθευτούν» ως έχουν, χωρίς την άμεση ερευνητική συμμετοχή των μαθητών. Όπου η διδακτική πράξη από διαδικασία αναζήτησης εργαλείων για την ανακάλυψη της γνώσης μετατρέπεται σε διαδικασία υποκλοπής έτοιμων απαντήσεων από το μυαλό του διδάσκοντα. Εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς σπαταλούν χιλιάδες ώρες δουλειάς και έντασης για μια ύλη που έτσι κι αλλιώς – με τη λογική που διέπει τα κλειστά αναλυτικά προγράμματα –σε μεγάλο βαθμό θα ξεχαστεί μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Η σχολική γνώση αλλοτριώνεται και μετατρέπεται σε πληροφορία. Ο σχολικός χρόνος κατακερματίζεται και εντατικοποιείται. Το περιεχόμενο της γνώσης υποτάσσεται στις κυρίαρχες κοινωνικές «αξίες». Η φαντασία, η τέχνη, το απροσδόκητο, το παιχνίδι, το συναίσθημα απουσιάζουν.

    Είναι ένα σχολείο ταξικό…
    Όπου οι κοινωνικές σχέσεις κυριαρχίας εξασφαλίζουν τη συνέχειά τους, εξωθώντας τους μαθητές στη σχολική εγκατάλειψη. Ο σχολικός γλωσσικός κώδικας, η σχολική νοοτροπία, οι πολιτισμικές νόρμες που κυριαρχούν και, τέλος, οι οικονομικοί όροι του σχολικού ανταγωνισμού, που εξαντλούν τον οικογενειακό προϋπολογισμό, ελαχιστοποιούν την κοινωνική κινητικότητα και βάζουν τον καθένα εκεί που ορίζει «η μοίρα της κοινωνικής του θέσης». Ενώ στο επίπεδο αναπαραγωγής της κυρίαρχης Ιδεολογίας είναι ένα σχολείο που κυριαρχούν οι ιδεολογικές αποσιωπήσεις και αποκρύψεις.

    Από το 1997 με το νόμο 2525 και τη λεγόμενη «μεταρρύθμιση Αρσένη» ως και σήμερα, για περισσότερα από 15 χρόνια, με πυξίδα και έμπνευση τις νεοφιλελεύθερες – νεοσυντηρητικές εκπαιδευτικές πολιτικές που προωθεί η ΕΕ και ο ΟΟΣΑ και συγκεκριμένα, με τις ποικιλώνυμες αναδιαρθρώσεις που προωθήθηκαν – με ιδιαίτερη μάλιστα ένταση στα χρόνια της κρίσης- η εκπαίδευση βρέθηκε μπροστά σε μια δομική επίθεση που στόχους είχε:

    Ο άνθρωπος από εκπαιδευόμενος και εργαζόμενος να μετατραπεί σε καταρτίσιμο και απασχολήσιμο – που θα αλλάζει και δυο και τρεις δουλείες στη διάρκεια του εργασιακού του βίου.

    Το μορφωτικό αγαθό από κοινωνικό αίτημα να μετατραπεί σε εμπορικό προϊόν και το σχολείο σε επιχείρηση.

    Τα σχολεία, οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί να κατηγοριοποιηθούν οικοδομώντας ένα εκπαιδευτικό σύστημα πολλαπλών ταχυτήτων. Με κυρίαρχο εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου την ένταση των αξιολογικών διαδικασιών σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης – σχολικές μονάδες, εκπαιδευτικούς και μαθητές .

    Οι εργασιακές σχέσεις στην εκπαίδευση να ανατραπούν και να ελαστικοποιηθούν.

    Να ισχυροποιηθούν οι γραφειοκρατικές ιεραρχίες με απώτερο σκοπό τον έλεγχο και την ομοιομορφία του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου.

    Την ανάδυση στη θέση του δημόσιου, δωρεάν και καθολικού σχολείου, ενός ευέλικτου σχολείου της αγοράς και του κέρδους.

    Αυτή η στοχοθεσία διαμόρφωσε -στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων- μια σειρά από αρχές που καθόρισαν τις ασκούμενες εκπαιδευτικές πολιτικές και συνοψίζονται στα ακόλουθα:

    Η κρατική χρηματοδότηση για το δημόσιο σχολείο πρέπει να μειωθεί,

    Κάθε μορφωτικό σχέδιο για τις λαϊκές τάξεις είναι ξεπερασμένη φενάκη, δεν τους χρειάζεται,

    Η εκμάθηση μιας σειράς δεξιοτήτων τους αρκεί (από τα στοιχειώδη αγγλικά και τον χειρισμό κάποιων προγραμμάτων στον υπολογιστή ως την καλλιέργεια διάφορων “καλών τρόπων” από τη διατροφή ως την ανοχή της διαφοράς),

    Η μόρφωση είναι ατομική υπόθεση και κάθε οικογένεια θα μορφώνει τα παιδιά της στο μέτρο των δυνατοτήτων της. Έτσι τα κοινωνικά στρώματα υψηλού μορφωτικού και οικονομικού κεφαλαίου θα διαιωνίζουν την κυριαρχία τους (εργασιακά, κοινωνικά, ιδεολογικά, πολιτικά) φοιτώντας στα ιδιωτικά σχολεία, στα πρότυπα–πειραματικά, στα φροντιστήρια κ.λπ.

    Αφού δεν υπάρχει ενιαίο μορφωτικό σχέδιο δεν υπάρχει και ανάγκη ενιαίου σχολείου, ας δημιουργηθούν σχολεία διαφορετικών ταχυτήτων (κλασσικά, ΕΑΕΠ, πρότυπα – πειραματικά), ας αναπτυχθεί ένα αρχιπέλαγος «καινοτόμων προγραμμάτων» και ειδικών ημερών του κοινωνικού σχολείου,

    το εκπαιδευτικό δυναμικό που εμμένει σε «ξεπερασμένες ιδέες» περί μόρφωσης και γνώσης θα πειθαρχήσει με τον αξιολογικό μηχανισμό,

    ο ιδανικός τρόπος λειτουργίας όλων των δημόσιων υπηρεσιών (και των σχολείων) είναι αυτός των επιχειρήσεων, με το διευθυντικό δικαίωμα, την ιεραρχία, το συνεχή γραφειοκρατικό έλεγχο, την ανισότητα των μισθών, τον ανταγωνισμό, την ανασφάλεια και την υπαγωγή όλων στο ατομικό όφελος.

    καθετί που εξυπηρετεί την (υπό υπουργικό έλεγχο) απορρόφηση των κονδυλίων των ΕΣΠΑ είναι νόμιμο, θεμιτό και έχει προτεραιότητα έναντι κάθε άλλης ανάγκης.

    Η εκπαιδευτική πολιτική που βασίζεται στις αρχές αυτές έχει προσελκύσει και το προσωπικό της. Δίπλα και γύρω από το δημόσιο σχολείο διαμορφώθηκε αργά αλλά σταθερά μια ολόκληρη μαφία από πανεπιστημιακούς συμβούλους, υπουργικούς μανδαρίνους, σχολάρχες, ιδιοκτήτες φροντιστηρίων, εκδότες σχολικών βοηθημάτων, μάνατζερ εταιριών με εκπαιδευτικό λογισμικό, μεγαλοεπιχειρηματίες – χορηγούς. Αυτή είναι η πραγματική ατμομηχανή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, των «μεταρρυθμίσεων» της Διαμαντοπούλου και του Λοβέρδου. Τα εντατικά φροντιστήρια γύρω από την προετοιμασία των μαθητών για τις εξετάσεις επιλογής για τα πρότυπα – πειραματικά και την Τράπεζα Θεμάτων αποδεικνύουν ότι η ανώτερη γραφειοκρατία του υπουργείου και η επιχειρηματική παραπαιδεία συνεργάζονται αποτελεσματικά στην εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής, διαμορφώνουν νέες μεγάλες δεξαμενές μαθητικής πελατείας και ορθώνουν αξεπέραστους φραγμούς για το «μαθητικό πόπολο».

    ΚΑΜΙΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

    Δεν νοσταλγούμε το παρελθόν του δημόσιου σχολείου ούτε αγωνιζόμαστε για την επαναφορά του. Επρόκειτο για μια διαφορετική εκδοχή ενός σχολείου ταξικού, συντηρητικού, με πολλαπλές, ρητές ή άρρητες, διαδικασίες αποκλεισμού και διαφοροποίησης στο εσωτερικό του. Ενός σχολείου που βασίλευε η αποστήθιση και κυριαρχούσαν φαινόμενα σχολικής αποτυχίας, ταξικών φραγμών και παραπαιδείας. Ενός σχολείου ρουτίνας, που έβαζε στο περιθώριο κάθε ίχνος φαντασίας και δημιουργικότητας. Βέβαια, στα πλαίσια αυτού του σχολείου και κάτω από την πίεση του κινήματος, αποτυπωνόταν θετικά ο κοινωνικός και ταξικός συσχετισμός της προηγούμενης περιόδου: η σημαντική επίδραση των θεσμοθετημένων συλλογικών οργάνων που διαμόρφωναν ένα επίπεδο δημοκρατικής λειτουργίας, ένας βαθμός παιδαγωγικής αυτονομίας, μια κουλτούρα ανθρωπιστικής παιδείας και ένα αυξημένο ενδιαφέρον από το σώμα των εκπαιδευτικών για τα «παιδιά των πίσω θρανίων» που μεταφραζόταν σε διδακτικούς αυτοσχεδιασμούς και εκπαιδευτικά αιτήματα για την υποστήριξή τους. Όλα αυτά δεν είναι για πέταμα, κάθε άλλο. Αποτελούν κομμάτι μιας σημαντικής παράδοσης που πεισματικά αντιστέκεται στη νέα εποχή της εκπαιδευτικής νεοφιλελεύθερης ζούγκλας. Ωστόσο, απαιτείται να συνδεθούν σήμερα με ένα νέο προγραμματικό και οραματικό λόγο για το δημόσιο δωρεάν σχολείο των όλων και των ίσων. Διαφορετικά θα χαρακτηριστούν εξαιρέσεις, ανθρωπιστικά και συναισθηματικά υπολείμματα στα πλαίσια μιας «σοβαρής» και «επαγγελματικής» εργασίας που πρέπει να επιβιώσει και να προχωρήσει σε ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον χωρίς τα βαρίδια του ρομαντισμού.

    ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΛΑΪΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

    Σήμερα χρειαζόμαστε ένα νέο μορφωτικό/κοινωνικό σχέδιο για το δημόσιο δωρεάν σχολείο – αναπόσπαστο τμήμα μιας συνολικότερης στρατηγικής ριζικής κοινωνικής και εκπαιδευτικής χειραφέτησης. Ονειρευόμαστε ένα σχολείο που θα αναμετριέται με όλες τις αντιφάσεις που διαπερνούν το σημερινή εκπαίδευση και δεν θα τις αναπαράγει (με νέες μορφές) σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων. Οι αντιφάσεις αυτές είναι άλλοτε αντιφάσεις της ίδιας της καπιταλιστικής κοινωνίας και άλλοτε προέρχονται από τις ιδιαιτερότητες της ειδικής δραστηριότητας «μόρφωση». Ανάμεσα τους αναφέρουμε:

    την αντίφαση μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας (σε ένα πρώτο επίπεδο την κυριαρχία των πιστοποιητικών της πνευματικής εργασίας επί κάθε μορφωτικού σχεδίου και τη μετατροπή του σχολείου σε προπονητήριο και πίστα αγώνων για την απόκτησή τους),

    τη σχέση μεταξύ της πειθαρχίας που απαιτεί η γνώση και του σεβασμού της παιδικής ηλικίας,

    την αντίφαση ανάμεσα στην καλλιέργεια της κριτικής σκέψης ταυτόχρονα με την ανάπτυξη των αξιών της ισότητας και της ελευθερίας,

    την ένταση μεταξύ της μόρφωσης ως ένα έργο που είναι αδύνατο να υπαχθεί σε όποια ποσοτικοποίηση χωρίς να διαστραφεί και της ανάγκης που έχουμε οι εκπαιδευτικοί να αναστοχαζόμαστε τη δουλειά μας και να αποτιμούμε τις μεθόδους και τα εργαλεία μας σε συνεργασία με τους εκπαιδευόμενους,

    τη δύσκολη σύνθεση του σεβασμού της τοπικής «λαϊκής» κουλτούρας αλλά και της υπέρβασης της στο πλαίσιο της επιστήμης και των μεθόδων της,

    της ανάγκης για ένα ενιαίο μορφωτικό σχέδιο για όλα τα παιδιά με την παράλληλη ανάγκη αναγνώρισης των προσωπικών επιθυμιών και κλίσεων,

    του στόχου το σχολείο να οδηγεί σε πραγματική μορφωτική ισότητα αντί για την ισότητα ευκαιριών που μετατρέπει σε μορφωτική την κοινωνική ανισότητα, σε μια κοινωνία που παραμένει άνιση και εκμεταλλευτική

    Θα ήταν ανόητο να προσπαθήσει κανείς να περιγράψει τη μορφή που θα δώσει στο σχολείο η λύση αυτών των αντιφάσεων. Κάτι τέτοιο αποτελεί έργο κοινωνικών δυνάμεων που ξεπερνούν ακόμη και τη δυνατότητά μας να τις συλλάβουμε. Μπορούμε ωστόσο στη βάση αυτού του ονείρου να διαμορφώσουμε μια σειρά αρχών εκπαιδευτικής (και όχι μόνο) πολιτικής στην βάση των οποίων θα δοκιμάζονται συγκεκριμένες αλλαγές και μέτρα που θα αλλάζουν το σημερινό σχολείο στην κατεύθυνση του απώτερου στόχου.

    ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΛΑΪΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

    Η μορφωτική ισότητα είναι δυνατή και αποτελεί θεμέλιο στόχο για το σύνολο της λαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτός ο θεμέλιος στόχος προϋποθέτει την οριστική ρήξη με τα ιδεολογήματα των «ίσων ευκαιριών» και της «αξιοκρατίας» και απαιτεί την κρατική στήριξη όλων εκείνων που συνήθως αποτυγχάνουν στα σχολεία μας και την κινητοποίηση της ζωντανής εκπαίδευσης. Κοινωνικές και εκπαιδευτικές πολιτικές που προχωρούν σε θετικές διακρίσεις υπέρ των μαθητών που αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες, είναι η αρχή στη μάχη αυτή.

    Το σχολείο έχει ανάγκη από ένα ενιαίο μορφωτικό σχέδιο ικανό να εμπνεύσει τον καθημερινό μορφωτικό αγώνα στο σχολείο. Ο αγώνας αυτός δεν είναι ιδιωτική υπόθεση των μαθητών και των οικογενειών τους ούτε επαγγελματική υπόθεση των εκπαιδευτικών. Είναι υπόθεση της κοινωνίας (δηλαδή των ταξικών συσχετισμών), αφού μόνο η επιτυχής έκβαση του μπορεί να εγγυηθεί το δημοκρατικό μέλλον. Συνεπώς η χρηματοδότησή του δεν μπορεί παρά να είναι αποκλειστικά δημόσια.

    Ο ενιαίος χαρακτήρας του μορφωτικού σχεδίου θεμελιώνεται στην ανάγκη μιας κοινής μορφωτικής βάσης του λαού, που θα αποτυπώνει την ηγεμονία των αξιών της ισότητας και της ελευθερίας και θα εξασφαλίζει σε όλους εκείνα τα διανοητικά εργαλεία που θα καθιστούν αδύνατη τη χειραγώγηση των συνειδήσεων.

    Η μόρφωση, ως ένας στόχος που ξεπερνά την απλή κατοχή γνώσεων, ενώ ταυτόχρονα την εμπεριέχει, δεν μπορεί να επιδιωχθεί από ιεραρχικούς – γραφειοκρατικούς μηχανισμούς που στηρίζονται στον γραφειοκρατικό έλεγχο και τη μέτρηση. Το ίδιο ισχύει και για το λαϊκό μορφωτικό σχέδιο ως ένα πρωτότυπο έργο που δεν μπορεί παρά να στηριχθεί και στην παιδαγωγική ελευθερία και την αυτονομία των δασκάλων που συνειδητά στρατεύονται στη συλλογική εργασία για την επιτυχία του. Ακόμη όμως και στο επίπεδο της απλής κατοχής γνώσεων ο γραφειοκρατικός έλεγχος και οι τεχνικές των τεστ διαστρέφουν τη διδασκαλία ιδιαίτερα όταν μετατρέπονται σε κρίσιμα σταυροδρόμια ελέγχου της «αξίας» μαθητών και δασκάλων.

    ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΑΜΑΤΟΣ

    Οι διεκδικήσεις μας στα πλαίσια των αρχών εκπαιδευτικής πολιτικής που προτείνουμε και στην κατεύθυνση που επιβάλλει το γενικότερο όραμα μας είναι αποτελέσματα της δράσης και των περιορισμών που αυτή έχει. Οι αγώνες ενάντια στην αξιολόγηση αποτελούν την βασική πηγή για τη διαμόρφωσή τους. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι δεν κατορθώσαμε τον ατομικό καθημερινό αγώνα που δίνουμε στην τάξη να τον κάνουμε πολιτική και συλλογική υπόθεση. Είναι κάτι που μένει για το επόμενο διάστημα. Πριν παραθέσουμε τις ελάχιστες ακόμη διεκδικήσεις μας ας το πούμε ξεκάθαρα. Πραγματικές διεκδικήσεις για το σχολείο θα υπάρξουν στο βαθμό που υπάρξουν πραγματικοί συλλογικοί αγώνες για το περιεχόμενο της δουλειάς μας. Χωρίς τη πολιτικοποίηση και τη συλλογική οργάνωση του καθημερινού αγώνα της τάξης, οι διεκδικήσεις που θα προκύψουν από ομάδες μελέτης και εργασίας, μπορεί να αποτελέσουν άψυχα αιτήματα που θα διακοσμούν το λόγο της Ομοσπονδίας ή και κρατική εκπαιδευτική πολιτική. Όμως δεν θα μπορέσουν ποτέ να αποτελέσουν πραγματικά αιτούμενα. Με αυτή την έννοια οι διεκδικήσεις μας αντικατοπτρίζουν τους αγώνες μας.

    Η επιδίωξη για ένα δημοκρατικό σχολείο για να είναι ρεαλιστική απαιτεί τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών στη δημιουργία του, ενώ για να γίνει πράξη χρειάζεται το μυαλό και την ψυχή τους. Δημοκρατικό σχολείο σημαίνει ισότητα των εκπαιδευτικών, εμπιστοσύνη, παιδαγωγική ελευθερία, συλλογική λειτουργία και ευθύνη. Σημαίνει ότι ο σύλλογος διδασκόντων απόκτα κεντρικό και κυρίαρχο ρόλο στην διοικητική και παιδαγωγική λειτουργία του σχολείου. Απαιτεί διευθυντή/συντονιστή, αιρετό και ανακλητό συνάδελφο που θα έχει διδακτικά καθήκοντα και τις ίδιες απολαβές με όλους τους υπόλοιπους εκπαιδευτικούς και ανώτατο όριο θητείας.

    Όλες οι διεκδικήσεις για την κατάργηση του αξιολογικού πλέγματος πρέπει να συμπληρώνονται και από μια πρόταση για τη συλλογική λειτουργία της σχολικής κοινότητας. Συλλογική λειτουργία που καθορίζεται από τα μέλη της σχολικής κοινότητας και δεν ετεροπροσδιορίζεται από ένα πλέγμα τυπικών και έξωθεν θεσμοθετημένων διαδικασιών. Συλλογική λειτουργία αυτορρύθμισης στο εσωτερικό της σχολικής κοινότητας, από αυτήν για αυτήν, χωρίς ποσοτικοποιήσεις με ενεργητική την συμμετοχή εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών με βάση τη διακριτότητα των ρόλων τους.

    Κάθε προσπάθεια αποτελεσματικών αντισταθμιστικών εκπαιδευτικών πολιτικών με στόχο τη μορφωτική ισότητα – που περιγράψαμε πιο πάνω- απαιτεί την ρήξη με τον απαξιωμένο στη συνείδηση των εκπαιδευτικών θεσμό του Σχολικού Συμβούλου και τη διεκδίκηση νέων συμβουλευτικών δομών που θα γεφυρώνουν το χάσμα ανάμεσα στο σχολείο και τον άμεσο κοινωνικό περίγυρό του.

    Η αναγκαιότητα για την παραγωγή, στα πλαίσια της εκπαιδευτικής πράξης, κοινωνικά χρήσιμων αποτελεσμάτων απο την μια και η επιδίωξη για την παραγωγή χαράς μέσα από την γνώση από την άλλη θεμελιώνουν μια κεντρική αντίφαση. Η λύση αυτής της αντίφασης, αν και είναι δύσκολο εδώ να περιγραφεί, δεν μπορεί παρά να περνά μέσα από διεκδικήσεις για λιγότερη ύλη και νέα αναλυτικά προγράμματα.

    Ένα κίνημα κοινωνικής χειραφέτησης και ριζοσπαστικής κριτικής παιδαγωγικής, δεν μπορεί να μένει αδιάφορο απέναντι στα άμεσα προβλήματα που θέτει η διδακτική πράξη. Πολύ περισσότερο, οφείλει να δίνει συλλογικές διεξόδους και ριζοσπαστικές απαντήσεις στις ατομικές προσπάθειες αμφισβήτησης του επίσημου αναλυτικού προγράμματος ή υπέρβασης των σχολικών εγχειριδίων. Ας αναφέρουμε το παράδειγμα των μαθηματικών της ε΄ δημοτικού ή της ιστορίας της στ΄ δημοτικού. Οι συλλογικές προσπάθειες παρέμβασης, με τα αντιπολεμικά μαθήματα, το υλικό για τις σχολικές γιορτές, την πρωτομαγιά, το ρατσισμό, το περιβάλλον, την ιστορία της στ΄ δημοτικού, αποτελούν έμπρακτα δείγματα συλλογικής αμφισβήτησης της κυρίαρχης παιδαγωγικής.

  • 22 Ιουνίου 2015, 22:13 | ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

    «Ζητώ συγγνώμη από τους δασκάλους εκείνους, που μέσα σε φρικιαστικές συνθήκες, προσπαθούν να στραφούν ενάντια στην ιδεολογία, ενάντια στο σύστημα και στις πρακτικές όπου έχουν παγιδευτεί, με τα λιγοστά όπλα που βρίσκουν στην ιστορία και στη γνώση που “διδάσκουν”. Είναι ήρωες. Είναι, όμως, σπάνιοι, ενώ πόσοι αλήθεια (η πλειοψηφία) δεν έχουν καν αρχίσει να υποψιάζονται τι είδους “δουλειά” τους βάζει να κάνουν το σύστημα (που τους ξεπερνά και τους συνθλίβει), κι ακόμα χειρότερα, βάζουν συχνά όλα τους τα δυνατά κι όλη την εξυπνάδα τους για να επιτελέσουν το καθήκον τους στην εντέλεια (με τις περίφημες νέες μεθόδους!). Είναι τόσο βέβαιοι γι΄ αυτό που κάνουν, ώστε συμβάλλουν, με την αφοσίωσή τους, στο να συντηρούν και να τρέφουν την ιδεολογική αναπαράσταση του σχολείου (ως τόσο “φυσικού και χρήσιμου”)…»

    Αλτουσέρ (1983)

    O ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

    Οι ασκήσεις ομαδικής «αυτοαξιολόγησης» που συγκεκριμένοι «εκσυγχρονιστικοί» κύκλοι προσπάθησαν να επιβάλουν στα πληρώματα των σχολικών μονάδων το προηγούμενο διάστημα, καθώς και η πρόθεση εφαρμογής της ατομικής αξιολόγησης μόνο τυχαία και αποσπασματικά γεγονότα δεν ήταν . Εδώ και πολλά χρόνια ένας νέος συντηρητισμός με τις πιο νωθρές υστερίες ενός δήθεν ελευθεριακού λόγου, μας λέει, κουνώντας μας επιδεικτικά το δάχτυλο, ότι η «κοινωνία της γνώσης» οφείλει να ανταποκριθεί στις παγκόσμιες προκλήσεις και αλλαγές. Όποιος αντιστέκεται, κατηγορείται ότι υπηρετεί τον παρωχημένο συνδικαλισμό και τον «αναχρονισμό» αντί να βοηθήσει στην εισαγωγή των «καινοτομιών» που θα οδηγήσουν δήθεν τους μαθητές στη χαρά της κατάκτησης των «πληροφοριών» και των «δεξιοτήτων». Η μόρφωση, η γενική παιδεία και η μάθηση με την ευρεία της έννοια οδηγούνται στο περιθώριο εις το όνομα της κατάρτισης, της ανταγωνιστικότητας και της σύνδεσης του σχολείου με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Μέσα σ΄αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο κάποιοι ονειρεύονται πρόθυμους εκπαιδευτικούς αποφασισμένους να υπηρετήσουν το χυδαίο σχέδιό τους για την «εκπαίδευση του μέλλοντος», όπως βέβαια αυτοί την αντιλαμβάνονται με οδηγό την αποσύνθεση της γνώσης και τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής. Οι εμπνευστές του παγκόσμιου σχεδίου καταστροφής κάθε προσκόμματος που εμποδίζει το κέρδος, οι ίδιοι που προκρίνουν την αμάθεια των νέων ανθρώπων ως προσόν για την «ευέλικτη αγορά», βρίσκουν πολλούς υποστηρικτές δυστυχώς και στον ελλαδικό εκπαιδευτικό χώρο. Τα γεγονότα όμως δεν είναι τόσο αθώα όσο μερικοί θέλουν να τα παρουσιάζουν. Για να φτάσουμε στη σημερινή πραγματικότητα είχαμε μια σειρά εξελίξεων τις τελευταίες δεκαετίες τις οποίες δε δικαιούται πια κανείς να αγνοεί. Πιο συγκεκριμένα:

    Από το 1974 η Παγκόσμια Τράπεζα θέτει ως κύριο ζήτημα την αύξηση της αποτελεσματικότητας στην εκπαίδευση (http://www.worldbank.org). Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές καθιερώθηκαν στο τέλος της δεκαετίας του ΄80, όταν η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και το τέλος του ψυχρού πολέμου ισχυροποίησαν τη θέση του καπιταλισμού ως κυρίαρχο κοινωνικό σύστημα. Τη δεκαετία του ΄90 η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, οδηγεί στην απόλυτη επικράτηση του καπιταλισμού και την αυξανόμενη τάση λήψης αποφάσεων από κλειστές ομάδες ισχύος που δρουν στο πλαίσιο υπερεθνικών σχηματισμών (Ευρωπαϊκή Κοινότητα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), με κριτήρια όπως ο ανταγωνισμός και η αποδοτικότητα. Ο Π.Ο.Ε θέτει σε ισχύ το 1995, τη Γενική Συμφωνία στο Εμπόριο των Υπηρεσιών (G.A.T.S.), με στόχο τη βαθμιαία μετακίνηση όλων των εμποδίων στις συναλλαγές. Η συμφωνία καλύπτει τομείς, όπως είναι οι τράπεζες, η εκπαίδευση, η υγεία και οι μεταφορές. Είναι ξεκάθαρο ότι η εκπαίδευση αντιμετωπίζεται από τον ΠΟΕ όπως οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία. Στην Ευρώπη με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1993), για πρώτη φορά διαμορφώνεται ένα νομικό πλαίσιο που επιτρέπει στην Κοινότητα να προτείνει δράσεις εκπαιδευτικής συνεργασίας και γίνεται σαφές ότι η Ένωση δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά για την παιδεία καθαυτή, αλλά για τον τρόπο που η εκπαίδευση μπορεί να συμβάλλει στην προώθηση της ευρωπαϊκής οικονομικής ολοκλήρωσης. Στη συνέχεια η Πράσινη (1993) και η Λευκή Βίβλος (1995), όπως και διαδικασία της Μπολόνια (1999) θα καθορίσουν τις κατευθύνσεις των εκπαιδευτικών κοινοτικών πολιτικών, με κύρια προτεραιότητα, τη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού συστήματος εκπαίδευσης. Κατόπιν το 2000 στη Λισσαβόνα έγινε μία πολύ σημαντική Σύνοδος της Ε.Ε. Εκεί για πρώτη φορά καθορίστηκαν συγκεκριμένοι στρατηγικοί στόχοι και κατευθύνσεις μεταρρύθμισης των εκπαιδευτικών συστημάτων των ευρωπαϊκών κρατών, στο πλαίσιο δημιουργίας μιας ηγετικής ευρωπαϊκής οικονομίας βασισμένης στη γνώση, με άξονα το πρόγραμμα εργασίας «Εκπαίδευση και κατάρτιση 2010 το οποίο επεκτάθηκε ως το 2020». Πρόκειται για μια διεθνή προσπάθεια να αξιολογηθούν οι μαθητικές επιδόσεις και να επαναπροσδιοριστούν οι εθνικές εκπαιδευτικές πολιτικές έτσι ώστε να οδηγήσουν σε καλύτερα αποτελέσματα (http://www.pisa.oecd.org). Παράλληλα και άλλοι διεθνείς οργανισμοί όπως η UNESCO και ο ΟΟΣΑ συμβάλλουν ο καθένας με τον τρόπο του στην προσπάθεια μετρησιμότητας και στατιστικοποίησης του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου (Unesco, 2002· http://www.oecd.org). Όμως αυτή η συνολική στατιστικοποίηση της εκπαιδευτικής πράξης και η ιεραρχική κατάταξη των εκπαιδευτικών συστημάτων δε θεωρείται έγκυρη επιστημονικά.

    Ουσιαστικά μέσα από αυτούς τους μηχανισμούς επιχειρείται η νομιμοποίηση συγκεκριμένων νεοφιλελεύθερων πολιτικών που συνδέουν την ποιότητα με οικονομικά μετρήσιμα χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης και στο ότι ανακηρύσσονται νικήτριες (βλ. Φινλανδία ) ή ηττημένες χώρες (βλ. Ελλάδα) οι οποίες συνήθως καταφεύγουν στον άκριτο εκπαιδευτικό δανεισμό προκειμένου να φτάσουν στο επίπεδο των πρώτων.

    Η παραπάνω πρακτική ενισχύεται και από μια σειρά χρηματοδοτικών προγραμμάτων όπως το πρόγραμμα Δια Βίου Μάθησης 2007-13, ΕΣΠΑ κ.ά. Aυτές οι φαινομενικά γενναιόδωρες χρηματοδοτήσεις μπορεί από τη μια να βελτιώνουν σε πολλές περιπτώσεις τις υποδομές των επιμέρους εκπαιδευτικών συστημάτων, από την άλλη μεριά όμως αυξάνουν τις απαιτήσεις των διεθνών οργανισμών από τα κράτη που απορροφούν τέτοιου είδους κονδύλια για τη δέσμευσή τους σε προαποφασισμένες ευρωπαϊκές εκπαιδευτικές πολιτικές που δεν είναι καθόλου ουδέτερες. Αντίθετα οι πολιτικές αυτές προσανατολίζονται σαφώς στην εφαρμογή των αρχών της αγοράς και στην εκπαίδευση.

    Οι νεοφιλελεύθεροι απαιτούν σήμερα «μεταρρυθμίσεις» (ιδιωτικοποιήσεις, ευελιξία στην εργασία, στη χρηματοδότηση των συντάξεων, κατάργηση της έννοιας του δημόσιου λειτουργού, αποδυνάμωση του συνδικαλισμού) στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή των κρατών. Ο «εκσυγχρονισμός», τόσο απαιτητικός και τόσο επιδιωκόμενος, είναι μία από τις λέξεις-κλειδιά της νεοφιλελεύθερης ρητορικής, που επιβάλλεται ως επιταγή απορρίπτοντας ως ξεπερασμένο ό,τι της αντιπαρατίθεται. Ακόμα και η ελευθερία ταυτίζεται με την αγορά, ενώ η κατάκτησή της με την καταναλωτική ικανοποίηση και όχι με την διεύρυνση κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Σύμφωνα με αυτές τις προϋποθέσεις, οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις αναλαμβάνουν λιγότερες ευθύνες για την ευημερία των πολιτών τους και οι πολίτες γίνονται «υπεύθυνοι» για τον εαυτό τους. Σκοπός είναι η δημιουργία ενός ανταγωνιστικού και υποταγμένου ατόμου που μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη των μηχανισμών μιας οικονομίας που μεγιστοποιεί τα κέρδη των ισχυρών. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει μια ορισμένη νεοφιλελεύθερη ρητορική η οποία μιλάει ακόμη και για «αγορά της εκπαίδευσης» που πρέπει να έχει ως βασική επιδίωξη την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων εκείνων που χρειάζεται ένα άτομο για να γίνει οικονομικά παραγωγικό μέλος της κοινωνίας.

    Όλη αυτή η προσπάθεια του οικονομικού πεδίου να καθολικοποιήσει τις αρχές του, να τις παρουσιάσει ως μια νομοτελειακή εξέλιξη των πραγμάτων, να απαξιώσει ιστορικές έννοιες όπως η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, και να εφαρμόσει και στην εκπαίδευση ένα μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας βασισμένο στη μετατόπιση της αιτίας των κοινωνικών γεγονότων στην ατομική ευθύνη, νομιμοποιεί τον ακραίο ανταγωνισμό, οδηγεί μακριά από την εκπαίδευση της πνευματικής και ηθικής εργασίας, την υποβαθμίζει σε απλή τεχνική.

    Τελικά αυτή η γενικευμένη τάση ομογενοποίησης απειλεί την ίδια τη λογική της παραγωγής, της κοινωνικής θεμελίωσης και της ανιδιοτελούς αφοσίωσης στη γνώση, σημαίνει κατάργηση της δωρεάν παιδείας και της ισότητας ευκαιριών, ένταση των επιλεκτικών μηχανισμών, εργαλειοποίηση των ανθρώπινων σχέσεων, εμφάνιση σχολείων πολλών ταχυτήτων, τεχνοκρατική αντίληψη για τη γνώση, συντηρητική ιδεολογία, εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης-συρρίκνωσή της σε ένα προϊόν, σε ένα αγαθό όπως όλα τα άλλα και αποβολή της κοινωνικής της διάστασης. Οι παραπάνω διαπιστώσεις σε συνδυασμό και με τις «νεοσυντηρητικές» επιλογές στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό χώρο, δημιουργούν καταστάσεις οι οποίες συμβάλλουν περισσότερο στην υποβάθμιση του παιδαγωγικού και μορφωτικού ρόλου του εκπαιδευτικού και στη μεταλλαγή του σε απλό τεχνοκράτη και μάνατζερ, ο οποίος διεκπεραιώνει αποφάσεις και εντολές άλλων, οργανώνει μετρήσιμες παιδαγωγικές δραστηριότητες και ελέγχεται αυστηρά για την εφαρμογή τους.

    Αν και δυστυχώς υπάρχουν αρκετοί πολιτικοί, διοικητικοί υπάλληλοι, στελέχη και εκπαιδευτικοί, που είναι διατεθειμένοι (συνειδητά ή ασυνείδητα) να εφαρμόσουν αυτές τις επικίνδυνες πολιτικές, εμείς δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Η εκπαίδευση, θα πρέπει να συνεχίσει να είναι ένα καθολικό ανθρώπινο δικαίωμα και όχι μια ατομική καταναλωτική δαπάνη.

    Ανάμεσα στα καινοτόμα προγράμματα και στην αδιαφορία, έχουμε μπροστά μας την κρίση ως ευκαιρία για να συνθέσουμε το θρυμματισμένο κόσμο μας. Εμείς οι δάσκαλοι είμαστε αυτοί που θα αντισταθούμε και θα μιλήσουμε για την δημόσια δωρεάν εκπαίδευση, που θα παλέψουμε με κάθε μέσο μέσα στα σχολεία και στην κοινωνία για τη σύνθεση της γνώσης, για την αξία της παιδείας, της εργασίας, για τον πολιτισμό.

    Όποιος ισχυρίζεται ότι δεν αλλάζει τίποτα είναι είτε αφελής, είτε μιλάει εκ του πονηρού! Σε καμία περίπτωση η παρούσα κατάσταση στον ευρωπαϊκό χάρτη της εκπαίδευσης δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως φυσική και αναπόδραστη διαδικασία, αλλά ως στρατηγική επιλογή των δυνάμεων της αγοράς η οποία στο παρόν και στο μέλλον μπορεί να ανατραπεί με γνώση, ισχυρή θέληση και αγώνες.

    «Καμιά φορά ο ουρανός σε θυμάται. Αλλά χρειάζεται κι ένας άγγελος να κατεβεί για να σου δείξει ότι κι εσύ ξέρεις να κοιτάς ψηλά. Να σε πείσει ότι και τα δικά σου μάτια μπορούν να δουν το φως. Τέτοιοι άγγελοι είναι οι καλοί δάσκαλοι. Αγγελιοφόροι φωτός. Που ανάβουν, σαν μικρά κεράκια, τη φλόγα στα παιδιά… Όσο πιο δυνατή, τόσο πιο πολύ θα κρατήσει..»

    ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΤΑΣΗ; ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΙΔΕΕΣ ΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟ. ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΝ ΔΕΝ ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΕ

  • 22 Ιουνίου 2015, 20:24 | Κωνσταντίνος Δαραής

    Πρέπει να διασφαλιστεί ότι η διαδικασία προγραμματισμού, παρακολούθησης και αποτίμησης, που είναι σημαντική για τη λειτουργία της σχολικής μονάδας, δεν κινδυνεύει από εκφυλισμό και συνεπώς να καταλήξει σε μια ανιαρή διαδικασία που θα επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο όπου θα αντιγράφεται ο προγραμματισμός, η παρακολούθηση και η αποτίμηση του/των προηγούμενου/νων χρόνων με μόνη αλλαγή στα ποσοτικά δεδομένα. Από την άλλη δεν μπορεί να αποτελεί μια γραφειοκρατική και χρονοβόρα διαδικασία. Εκτιμώ ότι για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και ο ωθητικός χαρακτήρας αυτής της διαδικασίας πρέπει να συμμετέχουν εκτός από τα μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων και αντιπρόσωποι του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, οι οποίοι θα συνυπογράφουν το σχετικό πρακτικό. Ο Σχολικός Σύμβουλος μπορεί να προσκαλείται κατά τη φάση της διαδικασίας όταν κρίνεται απαραίτητο ή υπάρχουν σοβαρές διαφορές, ενώ θα αποστέλλεται στον ίδιο το «εργαλείο» με τα σχετικά κείμενα προς έγκριση, όπως συμβαίνει και με το Εβδομαδιαίο Ωρολόγιο Πρόγραμμα το οποίο πρέπει να ενταχθεί σε αυτή τη διαδικασία. Χρειάζεται ο προγραμματισμός και η αποτίμηση αλλά και οι τρίμηνες διαμορφωτικού χαρακτήρα αποτιμήσεις που μπορεί να έχουν και αναθεωρητικό χαρακτήρα, να γίνονται με βάση συγκεκριμένα εργαλεία με δείκτες και κριτήρια και να συμπεριλαμβάνονται όλες οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Ο Σχολικός Σύμβουλος πρέπει να φέρει (συν)ευθύνη για το περιεχόμενο και η αποτίμηση να δημοσιοποιείται και στους γονείς σε ειδική εκδήλωση στην οποία θα συμμετέχει και ο Σχολικός Σύμβουλος

  • 22 Ιουνίου 2015, 19:03 | Κωνσταντία Συμεωνίδου

    Κατά τη διαδικασία αιτήσεων για την επιλογή των νέων δ/ντων των σχολικών μονάδων, τέθηκε το θέμα του υποχρεωτικού ωραρίου του δ/ντή. Με γνώμονα το γεγονός ότι ο Δ/ντής είναι και εκπαιδευτικός, κατά τεκμήριο αυξημένων προσόντων αφού έχει επιλεγεί για θέση ευθύνης, με διάθεση προσφοράς και στο εκπαιδευτικό έργο του σχολείου του, θα πρέπει να του δίνεται πρωτίστως η δυνατότητα να εκμεταλλεύεται τα αυξημένα του προσόντα προς όφελος της σχολικής του μονάδας αναλαμβάνοντας καινοτόμα προγράμματα εφόσων το επιθυμεί. Εξάλλου από το νόμο ορίζεται ότι ο διευθυντής είναι ο πρώτος που συμπληρώνει το ωράριο του και κατόπιν γίνονται οι υπόλοιπες αναθέσεις στον σύλλογο. Ειδικότερα καινοτόμα Ευρωπαϊκά προγράμματα όπως Erasmus, eTwinning απαιτούν το «χώρο» τους στο εβδομαδιαίο σχολικό πρόγραμμα όπως επίσης και τα προγράμματα σχολικών δραστηριοτήτων.
    Εφόσων λοιπόν τα καινοτόμα προγράμματα υλοποιούνται,εγγράφονται στην πλατφόρμα του my school,δίδονται για συμπλήρωση ωραρίου,πληρώνονται υπερωρίες κάποιες φορές για την πραγματοποίηση τους ,εγγράφονται στο ωρολόγιο πρόγραμμα,εγκρίνονται από το σύλλογο δίνεται απαλλαγή στο ωράριο δυο ώρες και κατ’ επέκταση λόγω της διαθεματικής τους διάστασης και προσέγγισης σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα, θα πρέπει να αναφέρεται στο νέο προγραμματισμό ότι ο διευθυντής σχολικής μονάδας ανεξαρτήτου ειδικότητας μπορεί να αναλαμβάνει προγράμματα , να συνιστούν διδακτικό έργο και να δίδονται ως β ανάθεση σε όλες τις ειδικότητες .Με αυτόν τον τροπο αίρονται όλες οι αδικίες απέναντι στους εκπαιδευτικούς που έχουν περιορισμένες αναθέσεις . Ο δ/ντής μπορεί να καλύπτει το ωράριό του στη σχολικη μονάδα ακόμη και με την ανάληψη του συντονισμού της πρόσθετης διδακτικής στήριξης κτλ. Θεωρω το πνεύμα του νομοθέτη ο οποίος οριζει στο δ/ντη να συμπληρώνει το υποχρεωτικό του ωράριο είναι για να έχει ο διευθυντής επαφή με την τάξη και τα παιδιά και όχι να είναι μόνο διοικητής. Κανένας δεν θέλει έναν διευθυντή κλεισμένο σε ένα γραφείο ,αλλά θεωρώ μεγάλη αδικία να μην προσμετράται μόνο στο ωράριο των διευθυντών η υλοποίηση προγραμμάτων .

  • 22 Ιουνίου 2015, 15:22 | ΜΠΑΤΣΟΥΡΗΣ Λ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    Οι γλαφυρές εκφράσεις του άρθρου 45(παρ 1) ότι ¨»Στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς ο Σύλλογος διδασκόντων, λαμβάνοντας υπόψη του και τις απόψεις του Σχολικού Συμβουλίου συζητά και προγραμματίζει το εκπαιδευτικό έργο της νέας σχολ. χρονιάς και υποβάλλει αυτόν τον ετήσιο σχεδιασμό στους σχολικούς συμβούλους, οι οποίοι υποχρεούνται να διατυπώσουν αιτιολογημένη γνώμη επ αυτού.»

    Παρ 3 ‘Ο σύλλογος διδασκόντων , σε τακτικές συνεδριάσεις στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς…..»

    Τα βασικά ερωτήματα που δημιουργούνται είναι:

    Α.Δεδομένου ότι σύμφωνα με την Δ4/543/21-10-98/ΥΠΕΠΘ αλλά και τον Ν 1566/85(άρθρο 51) στο σχολ συμβούλιο μετέχουν : ο σύλλογος διδασκόντων , τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του συλλόγου γονέων και ο εκπρόσωπος της τοπικής αυτοδιοίκησης στη σχολ. Επιτροπή την πλειοψηφία θα την έχει πάντα ο σύλλογος διδασκόντων(ιδιαίτερα στα πολυθέσια σχολεία) με ότι αυτό συνεπάγεται για την εύρυθμη λειτουργία του οργάνου αυτού αλλά και του σχολείου.
    Πρακτικά δεν μπορεί να γίνουν συνεδριάσεις τόσο πολυπρόσωπου οργάνου(δεν έχω συμμετάσχει ποτέ) για θέματα που άπτονται της εφαρμογής του κανονισμού όπως;

    1.Εξασφάλιση ομαλής λειτουργίας του σχολείου
    2.Καθιέρωση τρόπων αμοιβαίας επικοινωνίας διδασκόντων και οικογενειών
    3.Υγιεινή μαθητών και του περιβάλλοντος (Ν 1566/85 άρθρο 51)

    Τα παραπάνω θέματα προβλέπονται από τον κανονισμό Π.Δ 201/98, ΦΕΚ 1340/2002 τ΄ Β, 1566/85.

    Ποιος πιστεύει λοιπόν ότι θα είναι αποτελεσματικό το σχολικό συμβούλιο;
    Τι προσέφερε τόσα χρόνια;

    Β. Προβλέπεται «αιτιολογημένη γνώμη των σχολικών συμβούλων»

    Η γνώμη αυτή θα είναι γραπτή;
    Θα μετέχουν στις συνεδριάσεις;
    Τι θα γίνει αν (λέω αν) διαφωνήσει ο σύλλογος διδασκόντων με τις απόψεις τους;

    Μήπως η διατύπωση γνώμης από τον σχολικό σύμβουλο θα έχει την τύχη των αναγραφομένων στην παρ 7 της Φ.7/15/Γ1/89/25-01-1996/ΥΠΕΠΘ;

    Γ. Πότε θα συνεδριάζει ο σύλλογος διδασκόντων όταν δεν υπάρχει χρόνος;

    Πρέπει ο σύλλογος διδασκόντων να συνεδριάζει όπως προβλέπει ο κανονισμός(βλέπε ανωτέρω) αλλά και κώδικας διοικητικής διαδικασίας..
    Ο ευτελισμός κάθε συλλογικής διαδικασίας (συνεδριάσεις στα διαλείμματα, μη τήρηση πρακτικών με τον τρόπο που προβλέπει ο κώδικας-Ν 2690/99) συνιστούν αναίρεση του συλλόγου διδασκόντων ως συλλογικού οργάνου διοίκησης και βάναυση καταστρατήγηση των αναγραφομένων στο ΚΕΦ Δ του άρθρου 11 του Ν 1566/85

    Αν οι σύλλογοι διδασκόντων δεν συνεδριάσουν όπως ορίζει ο κανονισμός και δεν ασκηθεί έλεγχος από τον προϊστάμενο επί των πρακτικών αλλά και επί των σχολικών συμβούλων (οι οποίοι ανήκουν στην περιφέρεια παρ ότι οι προϊστάμενοι έχουν τη γενική ευθύνη της διοίκησης και του ελέγχου λειτουργίας των σχολικών μονάδων της περιοχής ευθύνης τους παρ 1 άρθρο 14 ΦΕΚ1340/2002 τ΄ Β ) δεν μπορεί να υπάρξει αξιόπιστη πρόταση αξιολόγησης κατά την άποψή μου. 1340/2002 τ΄ Β,

  • 21 Ιουνίου 2015, 23:14 | Γεράσιμος Σαράφογλου

    Η εκπαίδευση είναι υπηρεσία που προσφέρει το κράτος στους πολίτες (μαθητές, γονείς).
    Η ποιότητα μίας οποιαδήποτε υπηρεσίας δεν είναι δυνατόν να αποτιμάται μόνο από αυτούς που την παρέχουν, αλλά κ’ από αυτούς που την απολαμβάνουν.
    Οι γονείς ή/και οι μαθητές πρέπει με κάποιο τρόπο να συνεισφέρουν στην αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου.

  • 21 Ιουνίου 2015, 21:11 | ΒΑΣΩ ΜΟΥΡΤΖΗ

    Θα θέσω μερικά ερωτήματα:
    1)Μέσα στην Ε.Ε μπορείς να αξιολογείς χωρίς να είσαι συνακόλουθος με την <> στις εργασιακές σχέσεις ,την<> στις καινοτόμες παιδαγωγικές αοριστίες και κενότητες και με την<>του καταληστευμένου από το ντόπιο και διεθνές κεφάλαιο ελληνικού λαού,μέσα σε ένα καταμερισμό εργασίας που το πλαίσιο της <> υπαγορεύει;
    2)Θα σωθούν τα σχολεία και οι σύλλογοι διδασκόντων ,εντός του πλασίου της Ε.Ε και των αναταγωνιστικών στόχων των προγραμμάτων PISA,αν με σύγχρονο τρόπο συνέρχονται σε τακτικές συνεδριάσεις με στόχους προκαθορισμένους ,που παιδαγωγικοί Σύμβουλοι,πρώην συνδικαλιστικά στελέχη ,διοκητικά και κρατικά όργανα θα τους επιβάλλουν ως <> και <>;
    3)Μήπως το άρθρο 45 θα είναι σωρευτικό πρόβλημα στα ήδη πολλά προβλήματα του κλάδουΈνας κλάδος υποβαθμισμένος οικονομικά και επιστημονικά ,ακυρωμένος από την διοικητική ιεραρχία ,εγκλωβισμένος και φοβισμένος από το καθηκοντολόγιο ,αλλοτριωμένος συνειδησιακά από την συνδικαλιστική γραφειοκρατεία-αφού θεωρεί ως επί το πλείστον πως ότι συμβεί στον τόπο ,μπορεί να αντιμετωπισθεί με ατομικές εξαιρέσεις-δύναται να λειτουργήσει ως προωθητικός ιμάντας επιστημονικής ανανέωσης παιδαγωγικής ενίσχυσης και εξάλειψης των ταξικών ανισοτήτων σε αυτή την ιστορική συγκυρία;
    Σέ όλα αυτά τα ερωτήματα νομίζω ότι απαντά η τοποθέτηση του Συντονιστικού Νηπιαγωγών που προτείνει ρήξη με το παραπάνω άρθρο ,ανοίγωντας την πόρτα για γόνιμη επαναστατική πράξη στους συλλόγους και μόνο όχι στείρα αντιπολίτευση

  • 21 Ιουνίου 2015, 17:38 | ΔιαΒιου

    Για να γίνει ο προγραμματισμός πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η τοποθέτηση όλων των εκπαιδευτικών τον Σεπτέμβριο και όχι το Νοέμβριο.
    Ειδικά για τους εκπαιδευτικούς που μαζεύουν ώρες σε 3-4 σχολεία θα έχει πολύ ενδιαφέρον να δούμε πώς θα υλοποιηθεί πρακτικά η συμμετοχή τους σε συνεδριάσεις.

  • 21 Ιουνίου 2015, 16:59 | Φανή Ζ.

    Για να λειτουργήσει ο προγραμματισμός θα πρέπει να υπάρχουν γενικές κατευθυντήριες γραμμές για κάθε βαθμίδα εκπαίδευςης, που να ορίζονται από το υπουργείο ή κάποιο αρμόδιο κεντρικό συμβουλευτικό όργανο, με βάση τις οποίες τα σχολεία θα κάνουν τον δικό τους προγραμματισμό, προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητές τους. Σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος άνισης λειτουργίας των σχολικών μονάδων.

  • 21 Ιουνίου 2015, 15:11 | Γραμμένου Ιουλία

    Ως πολύτεκνη μητέρα με παιδιά σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης αλλά και ως πτυχιούχος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πιστεύω ότι ο προγραμματισμός και η κριτική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου πρέπει να γίνει με βάση συγκεκριμένα εργαλεία που θα προσανατολίζουν τους εκπαιδευτικούς και θα προσδιορίζουν τα θέματα μελέτης επεξεργασίας και παρακολούθησης, παρέχοντας όμως και ευχέρεια εμπλουτισμού και επέκτασης. Στον προγραμματισμό και αποτίμηση θα συμπεριλαμβάνονται τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά στοιχεία της σχολικής μονάδας. Τα εργαλεία αυτά θα περιέχουν πεδία και κριτήρια και θα αξιολογούνται στο τέλος κάθε τριμήνου. Είναι επίσης απαραίτητο και δίκαιο οι γονείς, μέσω των αντιπροσώπων τους να συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία. Δεν είναι δυνατόν οι γονείς να μην έχουν λόγο στη διαδικασία διαμόρφωσης του προγραμματισμού και της αποτίμησης, όταν οι ίδιοι συμβάλλουν πολλαπλά στην εκπαίδευση, στις δραστηριότητες και στη λειτουργία των σχολικών μονάδων. Οι σχολικοί σύμβουλοι πρέπει να διασφαλίζουν την αξιοποίηση των εργαλείων, να αξιολογούν τον προγραμματισμό και να προτείνουν αλλαγές, να παρακολουθούν την τήρηση του προγραμματισμού και τις αναθεωρήσεις τους στα πλαίσια της διαμορφωτικής αξιολόγησης. Ο προγραμματισμός και η αποτίμηση πρέπει να αποτυπώνουν με πληρότητα τα δεδομένα τις σχολικής μονάδας. Οι σχολικοί Σύμβουλοι πρέπει να φέρουν ευθύνη όταν τα περιεχόμενα ελέγχονται παιδαγωγικά και να απαντούν τεκμηριωμένα στην αποτίμηση για την επίτευξη ή μή των στόχων. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί η διαδικασία προγραμματισμού και απολογισμού να είναι μια διαδικασία έκθεσης ιδεών στο γόνατο και να επαφίεται στη διάθεση του κάθε οργάνου στο πως θα την αξιοποιήσει

  • 21 Ιουνίου 2015, 09:42 | ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΥ

    Για να λειτουργήσει σωστά ο σύλλογος σαν κυρίαρχο όργανο ληψης αποφάσεων,κρίνεται απαραίτητο να οριστεί συγκεκριμένος χρόνος τακτικών συνεδριάσεων.Είναι πολύ δύσκολο σε σχολεία διευρυμένου ωραρίου να βρεθεί κοινό κενό όλων των συναδέλφων για να συζητήσουμε.Ας υπάρξει επιτέλους αυτ’η η πρόβλεψη αλλιώς δεν νοείται η λειτουργία του συλλόγου θα είναι ελλειπής και αποσπασματική(συνεδριάζοντας στα δεκάλεπτα διαλείμματα με πολλούς απόντες)

  • 1) Αναρωτιέμαι μήπως ο προγραμματισμός στην αρχή της χρονιάς για ολόκληρο το έτος θα καταλήξη σε έκθεση ιδεών, αν δεν είναι τοποθετημένοι όλοι οι εκπαιδευτικοί πριν τη λήξη του προηγούμενου σχολικού έτους, ώστε να γνωρίζουν την τάξη τους, τους συνεργάτες τους στο σχολείο και να μπορούν να προγραμματίσουν τις δραστηριότητες και τις συνεργασίες τους πριν φτάσουν στο σύλλογο.

    2) Ο Συλλόγος διδασκόντων θα έπρεπε να είναι το κυρίαρχο όργανο στο σχολείο και οι τακτικές συνεδριάσεις να γίνονται μια φορά την εβδομάδα ώστε να αντιμετωπίζονται όλα τα τρέχοντα ζητήματα του σχολείου σε θεσμοθετημένο χρόνο. Το πρόβλημα που έχουν τα σχολεία Π.Ε. διευρυμένου ωραρίου, όπου η λήξη του διδακτικού χρόνου αντιστοιχεί με τη λήξη του εργασιακού ωραρίου δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα στις έκτακτες συνεδριάσεις του συλλόγου, που όμως είναι απαραίτητες για τη ρύθμιση και αντιμετώπιση πολλών ζητημάτων. Οι τακτικές συνεδριάσεις σχεδόν 3-4 φορές το χρόνο δεν επαρκούν γι’ αυτό. Γι’ αυτό ζητάω να θεσμοθετηθεί με συγκεκριμένο χρόνο μέσα στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου η συνεδρίαση του συλλόγου διδασκόντων μία φορά την εβδομάδα.

  • 20 Ιουνίου 2015, 19:17 | Ελένη Πρίτσα

    Κατά τη διαδικασία αιτήσεων για την επιλογή των νέων δ/ντων των σχολικών μονάδων, τέθηκε το θέμα του υποχρεωτικού ωραρίου του δ/ντή. Με γνώμονα το γεγονός ότι ο Δ/ντής είναι και εκπαιδευτικός, κατά τεκμήριο αυξημένων προσόντων αφού έχει επιλεγεί για θέση ευθύνης, με διάθεση προσφοράς και στο εκπαιδευτικό έργο του σχολείου του, θα πρέπει να του δίνεται πρωτίστως η δυνατότητα να εκμεταλλεύεται τα αυξημένα του προσόντα προς όφελος της σχολικής του μονάδας αναλαμβάνοντας καινοτόμα προγράμματα εφόσων το επιθυμεί. Ειδικότερα καινοτόμα Ευρωπαϊκά προγράμματα όπως Erasmus, eTwinning απαιτούν το «χώρο» τους στο εβδομαδιαίο σχολικό πρόγραμμα.
    Εφόσων λοιπόν τα καινοτόμα προγράμματα υλοποιούνται κατά τη διάρκεια της ευέλικτης ζώνης και κατ’ επέκταση λόγω της διαθεματικής τους διάστασης και προσέγγισης σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα, θα πρέπει να αναφέρεται στο νέο προγραμματισμό ότι ο διευθυντής σχολικής μονάδας ανεξαρτήτου ειδικότητας ή δυναμικότητας σχολείου θα μπορεί να αναλαμβάνει ώρες ευέλικτης ζώνης στην α/θμια, ή ώρες ολοημέρου. Επίσης θα πρέπει να διευκρινιστεί στην περίπτωση των συστεγαζόμενων σχολείων αν ο δ/ντής μπορεί να καλύπτει το ωράριό του στο 2ο συστεγαζόμενο σχολείο, με τη λογική ότι τα συστεγαζόμενα λειτουργούν με ενιαίο πρόγραμμα και κάτω απο την ίδια στέγη, όπως δηλώνει και η ονομασία, άρα σύμφωνα με το πνεύμα του νομοθέτη ο οποίος απαγορεύει στο δ/ντη να συμπληρώνει το υποχρεωτικό του ωράριο εκτός του σχολικού του κτηρίου.

  • 20 Ιουνίου 2015, 15:59 | Φρόσω

    Για να μπορεί να γίνει αποτίμηση του έργου των σχολικών μονάδων, πρέπει:
    1. Να υπάρχουν εθνικοί στόχοι για την παιδεία (που να έχουν διαμορφωθεί από την κοινωνία και να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες)
    2. Να βρεθούν τα πιο σύγχρονα μέσα και μέθοδοι να πραγματοποιηθούν αυτοί οι στόχοι.
    3. Οι εκπαιδευτικοί να συμμετέχουν δημιουργικά και όχι να είναι απλοί διεκπεραιωτές των όσων ¨»προστάζει» το σχολικό βιβλίο. ΔΗΛ.
    α. Να υπάρχει αξιολόγηση – αντικειμενική των εκπαιδευτικών. Να υπάρχει αξιοκρατία.
    β. Τα βιβλία να είναι απλά υποβοηθητικά και όχι να βασίζεται σε αυτά η διδασκαλία. Υπάρχουν πολύ πιο αποδοτικοί και ευχάριστοι τρόποι να κατακτηθεί η γνώση από το να αποστηθίζουμε (συνήθως απαράδεκτα)βιβλία.
    γ. Τα βιβλία να κρίνονται (και να βελτιώνονται)από μαθητές – καθηγητές – την κοινότητα γενικά.
    δ. Οι δάσκαλοι να είναι εκείνοι που να προτείνουν (μια και αυτοί θα εφαρμόσουν), νέους, πρωτότυπους, ευχάριστους τρόπους που θα διδάξουν κάθε ενότητα. Έτσι θα αναγκαστούν να συμμετέχουν δημιουργικά και να ενστερνιστούν ένα όραμα για μια καλύτερη παιδεία.
    ε. Να αξιολογούνται τα αποτελέσματα για να υπάρχει βελτίωση.
    στ. οι μαθητές που δυσκολεύονται, να μην χρειάζονται επιπλέον μάθημα (ενισχυτική διδασκαλία), αλλά ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ μάθημα, καταλληλότερο για όλους.
    ζ. Να υπάρχουν υποχρεωτικά σεμινάρια και ενημερώσεις των εκπαιδευτικών πάνω στα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα.

  • 20 Ιουνίου 2015, 14:44 | Βασίλης Ζαγκότας

    Ο προγραμματισμός του εκπαιδευτικού έργου δεν μπορεί να είναι ετήσιος, καθώς το βάθος των εννιά μηνών είναι μεγάλο. Μπορεί όμως να είναι τριμηνιαίος και να καταρτίζεται αποκλειστικά από τον Σύλλογο Διδασκόντων. Ο Σχολικός Σύμβουλος θα συμμετέχει στη συνεδρίαση με εισηγήσεις και προτάσεις σε έναν ρόλο καθαρά συμβουλευτικό. Κατόπιν, η πορεία του σχεδιασμού, μπορεί να ελέγχεται ως εξής:
    Ο υπεύθυνος κάθε τμήματος συνεργάζεται με όσους εκπαιδευτικούς εμπλέκονται σε αυτό και στο τέλος κάθε μήνα συναντά τον δ/ντη και συζητούν για την πορεία και τυχόν διορθωτικές κινήσεις.
    Ο διεθυντής, αφού ολοκληρώσει τις συναντήσεις με τους υπευθύνους των τμημάτων, ενημερώνει τον Σχολικό Σύμβουλο για περιπτώσεις που χρήσζουν παρακολούθησης.
    Στο τέλος του τριμήνου, πραγματοποιείται συνεδρίαση του Συλλόγου Διδασκόντων στην οποία παρευρίσκεται και ο Σχολικός Σύμβουλος. Εκεί συζητείται η πορεία του σχεδιασμού και καταρτίζονται οι δράσεις του επόμενου τριμήνου.
    Η διαδικασία αυτή είναι μια πλήρης διαδικασία αυτοαξιολόγησης, η οποία δίνει μεγάλη ελευθερία στον Σύλλογο, ρόλο συντονιστή στον δ/ντη, ρόλο καθοδηγητικό στον Σύμβουλο, ενώ ελέγχεται και ανασχεδιάζεται δυναμικά.
    Πιστεύω ότι μπορεί να λειτουργήσει κυρίως στην Π.Ε.

  • Εκτός από τον «Προγραμματισμό και την κριτική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων» (Άρθρο 45) στο ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να υπάρχει και ρητή διατύπωση και για τα εξής δύο ζητήματα (οι λεπτομέρειες θα αναπτυχθούν σε νέα εγκύκλιο του ΥΠΟΠΑΙΘ):

    Α) ΝΕΟΣ ΡΟΛΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ

     Να προβλέπεται περαιτέρω εκδημοκρατισμός του ρόλου του Συλλόγου Διδασκόντων και πιο ενεργή συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων

    Β) ΝΕΟΣ ΡΟΛΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ

     Νέος και αναβαθμισμένος επιστημονικός και παιδαγωγικός ρόλος των Σχ. Συμβούλων
     Ο νέος ρόλος να εμπλουτίζει τον επιστημονικό και παιδαγωγικό ρόλο των Σχ. Συμβούλων σε σχέση: α) με τους/τις εκπαιδευτικούς, β) με τους γονείς των μαθητών και μαθητριών και γ) με την τοπική κοινωνία & αυτοδιοίκηση. Π.χ.

    1. Τακτικές, προγραμματισμένες και κοινές παιδαγωγικές συνεδρίες του Σχ. συμβούλου και του Συλλόγου Διδασκόντων (με συγκεκριμένη ατζέντα για ζητήματα των σχολείων)
    2. Συνεργασία του Σχ. συμβούλου με τους εκπαιδευτικούς των σχολείων για το σχεδιασμό και την εφαρμογή (από τους εκπαιδευτικούς) δειγματικών διδασκαλιών στην τάξη
    3. Παιδαγωγικές συνεδρίες και επιμορφωτικές συναντήσεις του Σχ. συμβούλου και με τους γονείς των μαθητών και μαθητριών για ζητήματα Παιδείας
    4. Συνδιοργάνωση από το Σύλλογο Διδασκόντων και το Σχ. Σύμβουλο επιστημονικών και παιδαγωγικών ημερίδων σχετικών με επίκαιρα θέματα της σχολικής ζωής (π.χ. σχολείο και διαδίκτυο, σχολικός εκφοβισμός κ.ο.κ) με αποδέκτες όλα τα μέλη της τοπικής κοινωνίας
    5. Συγκρότηση ομάδων εργασίας από τους Σχ. Συμβούλους για διερεύνηση και διατύπωση προτάσεων πάνω σε επίκαιρα θέματα της Παιδείας/Εκπαιδευσης (π.χ. νέα αναλυτικά προγράμματα, εκπαιδευτική πολιτική κ.ο.κ.)

    Απόστολος Κ. Καρύδας
    [Σχολικός Σύμβουλος Α/θμιας ΠΕ Αν. Θεσσαλονίκης & ΠΣΠΘ]

  • Εκτός από τον «Προγραμματισμό και την κριτική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων» (Άρθρο 45) στο ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να υπάρχει και ρητή διατύπωση και για τα εξής δύο ζητήματα (οι λεπτομέρειες θα αναπτυχθούν σε νέα εγκύκλιο του ΥΠΟΠΑΙΘ):

    Α) ΝΕΟΣ ΡΟΛΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ

     Να προβλέπεται περαιτέρω εκδημοκρατισμός του ρόλου του Συλλόγου Διδασκόντων και πιο ενεργή συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων

    Β) ΝΕΟΣ ΡΟΛΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ

     Νέος και αναβαθμισμένος επιστημονικός και παιδαγωγικός ρόλος των Σχ. Συμβούλων
     Ο νέος ρόλος να εμπλουτίζει τον επιστημονικό και παιδαγωγικό ρόλο των Σχ. Συμβούλων σε σχέση: α) με τους/τις εκπαιδευτικούς, β) με τους γονείς των μαθητών και μαθητριών και γ) με την τοπική κοινωνία & αυτοδιοίκηση. Π.χ.

    1. Τακτικές, προγραμματισμένες και κοινές παιδαγωγικές συνεδρίες του Σχ. συμβούλου και του Συλλόγου Διδασκόντων (με συγκεκριμένη ατζέντα για ζητήματα των σχολείων)
    2. Συνεργασία του Σχ. συμβούλου με τους εκπαιδευτικούς των σχολείων για το σχεδιασμό και την εφαρμογή (από τους εκπαιδευτικούς) δειγματικών διδασκαλιών στην τάξη
    3. Παιδαγωγικές συνεδρίες και επιμορφωτικές συναντήσεις του Σχ. συμβούλου και με τους γονείς των μαθητών και μαθητριών για ζητήματα Παιδείας
    4. Συγκρότηση ομάδων εργασίας από τους Σχ. Συμβούλους για διερεύνηση και διατύπωση προτάσεων για επίκαιρα θέματα Παιδείας (π.χ. Νέα αναλυτικά προγράμματα, εκπαιδευτική μεταρρύθμιση κ.ο.κ.)

    Απόστολος Κ. Καρύδας
    [Σχολικός Σύμβουλος Α/θμιας ΠΕ Αν. Θεσσαλονίκης & ΠΣΠΘ]

  • 19 Ιουνίου 2015, 22:39 | ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

    Η ενδυνάμωση της συλλογικής ευθύνης των εκπαιδευτικών για το σχολείο και το εκπαιδευτικό τους έργο μπορεί να γίνει μόνο αν το συλλογικό τους όργανο ο Σύλλογος διδασκόντων αποκτήσει κυρίαρχο και ουσιαστικό ρόλο. Πίσω από τα προσωπεία αυτοαξιολογήσεων -αποτιμήσεων εκπαιδευτικού έργου κρύβονται οι επιταγές του ΟΟΣΑ και εισάγεται απροκάλυπτα μια πολιτική λογοδοσίας των εκπαιδευτικών υπό την εποπτεία των Δήμων και των σχολικών συμβούλων!
    Ο θεσμός του Σχολικού Συμβούλου εφαρμόζεται από το 1982 (Ν.1304/1982).Κατά τη διάρκεια των 33 χρόνων εφαρμογής του υπήρξαν διαστήματα-ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια- κατά τα οποία ήταν αποτελεσματικός και οι Σχολικοί Σύμβουλοι επιτελούσαν το συμβουλευτικό τους έργο.Τα τελευταία χρόνια όμως ο θεσμός είναι αναποτελεσματικός και δημιουργεί περισσότερα προβλήματα στους εκπαιδευτικούς απ’ όσα επιλύει. Η κλειστή «εκπαιδευτική ελίτ των Σχολικών Συμβούλων βαθμού Α΄» ενδιαφέρεται κατά κύριο λόγο για το πώς θα διατηρήσει τα προνόμιά της και έσπευσε σύσσωμη να πάρει μέρος σε εικονικές αξιολογικές διαδικασίες δηλώνοντας πανέτοιμη να αξιολογήσει με το μαστίγιο, ασκώντας μεγάλες πιέσεις στους εκπαιδευτικούς και δημιουργώντας κλίμα τρομοκρατίας στην εκπαιδευτική κοινότητα.
    Ο θεσμός του Σχολικού Συμβούλου, ο οποίος δεν υφίσταται με αυτή τη μορφή σε άλλες χώρες, δεν εντάσσεται στη διοικητική πυραμίδα. Ο Σχολικός Σύμβουλος δεν είναι διοικητικός προϊστάμενος των εκπαιδευτικών γιατί σύμφωνα με τον Υπαλληλικό Κώδικα, ο υπάλληλος δεν μπορεί να έχει δύο διοικητικούς προϊσταμένους, το Διευθυντή Εκπαίδευσης και το Σχολικό Σύμβουλο. Ο ρόλος του Σχολικού Συμβούλου είναι συμβουλευτικός.
    Η λειτουργία του θεσμού παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Αναφέρουμε ενδεικτικά:
    i)Ο θεσμός είναι μονοπρόσωπος και με αυτή την μορφή δεν μπορεί να καλύψει επαρκώς το πολυδιάστατο εκπαιδευτικό έργο. Εκτός αυτού η συγκέντρωση εξουσιών σε ένα άτομο μπορεί να καταστεί επικίνδυνη. Αυτό έγινε φανερό τον περασμένο χρόνο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της αξιολόγησης όπου έγινε η μετεξέλιξη του συμβουλευτικού ρόλου τους σε αξιολογικού και απέκτησαν πολύ γρήγορα «κουλτούρα αξιολογητή». Το επιχείρημα Σχολικών Συμβούλων που δέχτηκαν να αξιολογηθούν και να αξιολογήσουν επειδή είναι θεσμική τους υποχρέωση, δεν πείθει την εκπαιδευτική κοινότητα για τη στάση τους σε μια διαδικασία που προσέβαλε την αξιοπρέπεια των εκπαιδευτικών, αποδιοργάνωσε και διέλυσε το σχολείο.
    ii)Το ελλιπές κύρος και τα ψήγματα επιμόρφωσης
    Ο βαθμός Α΄ -σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της σχετικής τροπολογίας νόμου- απονέμεται στους Σχολικούς Συμβούλους κατά τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους γιατί με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι θα διαθέτουν το απαραίτητο κύρος και τις προϋποθέσεις για να ασκούν αμερόληπτα το έργο τους. Θεωρούμε ότι η σύνδεση του βαθμού με το κύρος είναι αυθαίρετη. Χιλιάδες εκπαιδευτικών για τους οποίους ο βαθμός Α’ είναι άβατο έχουν κύρος το οποίο απορρέει από το έργο τους και όχι από τη βαθμολογική τους κατάταξη. Εκτός αυτού ο επιμορφωτικός ρόλος των Σχολικών Συμβούλων είναι ελλιπής. Οι δύο ημερίδες το χρόνο και οι ελάχιστες ομαδικές παιδαγωγικές συναντήσεις διάρκειας μιας ώρας δεν αποτελούν παρά ψήγματα επιμόρφωσης. Δεν υπάρχει πρόβλεψη και δε γίνονται από τους Σχολικούς Συμβούλους Προσχολικής Αγωγής δειγματικές διδασκαλίες οι οποίες είναι πολύ σημαντικές ως προς τη σύνδεση της θεωρίας και της εφαρμογής της στην πράξη.Η αποσπασματική και ελλιπής επιμόρφωση αποπροσανατολίζει τους εκπαιδευτικούς και δημιουργεί δυσλειτουργίες στη διαδικασία υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου.
    iii)Η υποβάθμιση του θεσμού. Ο θεσμός έχει πληγεί ανεπανόρθωτα γιατί στην ουσία έχει πλέον τη μορφή μιας δεξαμενής στην οποία μπαίνουν όλοι οι αποχωρήσαντες περιφερειακοί διευθυντές, ειδικοί γραμματείς, σύμβουλοι, κ.ά., αφού σύμφωνα με τον Ν 3879/10, άρθρο 26. «Εκπαιδευτικοί που έχουν διοριστεί σε θέσεις Γενικών ή Ειδικών Γραμματέων και Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθώς και Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων φορέων που εποπτεύονται από το Υπουργείο αυτό, μετά τη λύση της σχέσης εργασίας τους στις παραπάνω θέσεις και έως την επιλογή νέων στελεχών εκπαίδευσης, υπηρετούν ως στελέχη παιδαγωγικής καθοδήγησης σε περιοχές που επιθυμούν, εκτελώντας καθήκοντα Σχολικών Συμβούλων της ειδικότητας τους, τα οποία τους ανατίθενται από τον οικείο Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης, ύστερα από εισήγηση του Προϊσταμένου του Τμήματος Επιστημονικής – Παιδαγωγικής Καθοδήγησης». Λειτουργεί λοιπόν η θέση του Σχολικού Συμβούλου ως ένα «δώρο» που δίνεται σε αποχωρούντα στελέχη που ήταν τοποθετημένα με κομματικά κριτήρια σε πολιτικές θέσεις.Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν
    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΜΕ ΟΜΑΔΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
    Συγκεκριμένα,προτείνουμε να γίνει αντικατάσταση του μονοπρόσωπου θεσμού του Σχολικού Συμβούλου με Ομάδα Υποστήριξης Εκπαιδευτικού Έργου η οποία να απαρτίζεται από Σύμβουλο του Εκπαιδευτικού (στην περίπτωση των Νηπιαγωγείων – Νηπιαγωγό Γενικής και Ειδικής Αγωγής), Σχολικό Ψυχολόγο, Κοινωνικό Λειτουργό και Υπευθύνους σχολικών δραστηριοτήτων (περιβαλλοντικής αγωγής, αγωγής υγείας, πολιτιστικών θεμάτων κ.ά.). Η ομάδα να λειτουργεί σε ισότιμη βάση για όλα τα μέλη, και να ορίζεται ένας συντονιστής με κυκλική εναλλαγή θητείας. Για τη διοικητική στήριξη της λειτουργίας της ομάδας να δημιουργηθεί γραμματεία, η οποία να αποτελείται από διοικητικούς υπαλλήλους ή από εκπαιδευτικούς που αποσπώνται για το λόγο αυτό. Στην επιλογή των Συμβούλων του Εκπαιδευτικού να λαμβάνεται υπόψη οπωσδήποτε η κρίση των εκπαιδευτικών. Κρίνεται απαραίτητο η θητεία να είναι διετής, με μέγιστο χρόνο συνεχούς παραμονής στη θέση τα τέσσερα έτη (δύο θητείες). Μετά την παρέλευση των τεσσάρων ετών να επανέρχονται στο σχολείο (με ελάχιστο χρόνο παραμονής μία διετία), προκειμένου να υπάρχει ανατροφοδότηση και εφαρμογή των όσων έχουν αποκομίσει ως Σύμβουλοι του Εκπαιδευτικού.Στη συνέχεια να έχουν τη δυνατότητα να θέσουν υποψηφιότητα για να επιλεγούν εκ νέου , ως Σύμβουλοι του Εκπαιδευτικού, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια. Κατά τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους δεν θα τους απονέμεται ο βαθμός Α΄.

  • Καλώς προβλέπεται η γνώμη του Σχολικού Συμβούλου και η συμμετοχή μέσω Σχολικού Συμβουλίου, για να υπάρχουν και άλλες οπτικές από μέλη της σχολικής κοινότητας και για να λειτουργούν κεκλεισμένων των θυρών διαδικασίες αυταδικαίωσης, στις οποίες όλες οι κλειστές ομάδες ρέπουν. Γιατί οι γονείς που είναι αποδέκτες των εκπαιδευτικών υπηρεσιών να μην έχουν λόγο; Γιατί τους καλούν οι συνδικαλιστές για υποστήριξη στους αγώνες τους αν είναι «εξωτερικοί» και άσχετοι; Η σχολική μονάδα δεν πρεπει να παραμείνει κλειστό κλαμπ, το σχολείο είναι πρωτίστως για τα παιδιά, τους γονείς και την κοινωνία, και δευτερευόντως για τους εκπαιδευτικούς.

  • 19 Ιουνίου 2015, 15:00 | Πυλαρινός Ηρακλής

    Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί με σαφήνεια ότι τον τελικό λόγο στην πρόταση ετήσιου προγραμματισμού , τον έχει ο σύλλογος διδασκόντων. Έτσι μόνο μπορεί να διασφαλιστεί η αποφυγή παρεμβάσεων από εξωδιδακτικούς παράγοντες.
    Η διατύπωση γνώμης από τον σύμβουλο δεν πρέπει να έχει υποχρεωτικό – δεσμευτικό χαρακτήρα για τον σύλλογο διδασκόντων. Πρέπει να είναι κάτι που συνεκτιμάται ανάμεσα στα άλλα απο τον σύλλογο διδασκόντων.
    Δηλαδή να κινηθούμε στην κατεύθυνση : Σύλλογος κυρίαρχο όργανο λήψης αποφάσεων

  • 19 Ιουνίου 2015, 11:54 | Παναγιώτης Μπούρδαλας

    Η αυτοαξιολόγηση και ο συναφής προγραμματισμός εισάγει πονηρά ή έξυπνα (όπως το βλέπει ο καθείς) τη λογική του ΟΟΣΑ.
    Μπορεί να μη υπάρχει αριθμητική αποτίμηση αλλά:

    1)Εμπλέκει στον προγραμματισμό του Συλλόγου διδασκόντων εφ όλης της ύλης ζητήματα από εξωδιδακτικούς παράγοντες όπως Δήμος, εκπρ. γονέων, μαθητών την ώρα που μειώνεται συνεχώς η χρηματοδότηση γενικά και ειδικά στα σχολεία, έχει συρρικνωθεί ο μισθός και καταργήθηκαν πρόσφατα τα οδοιπορικά και οι οι σύλλογοι καλούνται σε πυκνότερες συνεδριάσεις.
    2) Οι σύλλογοι διδασκόντων λειτουργούν με το εξουσιαστικό καθηκοντολόγιο πάνω από το κεφάλι τους, με προσθήκη ψήγματος διαδικασίας στην επιλογή Δ/ντων
    3)Οι προτάσεις των συλλόγων για ζητήματα που είναι ευθύνη της Πολιτείας σε όλες της μορφές θα έχουν μόνο μορφή ευχολόγιο και συνενοχής.
    4) Τμήματα ένταξης, μείωση αριθμού μαθητών στις τάξεις,μόνιμο προσωπικό, επιμόρφωση χωρίς διδ. έργο, υποδιευθυντές τουλάχιστον από τα 6 τμήματα, γραματείς, επιστάτες κλπ είναι πράγματα που εκτος ελάχιστες περιπτωσεις είναι ένα όνοιρο θερινής νυχτος…

    ΥΓ1: Δεν γνωριζουμε ακομα τι σχεδιαζεται για την ατομικη «αποτίμηση’ , από ποιους, γιατί, και τι σχεση θαχει με το μισθό και τη μονιμοτητα..

    ΥΓ2: Επομένως σχεδόν μια απο τα ίδια για να γίνουμε συνυπεύθυνοι στα μάτια της κοινωνιας και της εξουσιας.

  • 18 Ιουνίου 2015, 23:27 | ΣΙΤΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    Σχετικά με το 1.1 καλό θα ήταν ο ετήσιος σχεδιασμός να εγκρίνεται από όλους τους σχολικούς συμβούλους, συμπεριλαμβάνοντας και τους σχολικούς συμβούλους των ειδικοτήτων! Με αυτόν τον τρόπο θα αναβαθμιστεί ο ρόλος των σχολικών συμβούλων ειδικοτήτων, που στις μέρες μας έχει ξεπέσει.

    Σχετικά με το 1.4, πρέπει να αναδιατυπωθεί το «εκφράζουν» σε «συντάσουν έκθεση επί της απολογιστικής έκθεσης του συλλόγου διδασκόντων», αλλιώς οι σύμβουλοι θα ισχυρίζονται ότι εξέφρασαν τη γνώμη τους, ενώ οι δάσκαλοι δεν θα λάβουν γνώση ποτέ!

  • 18 Ιουνίου 2015, 21:34 | Σπύρος Κανελλόπουλος

    Τακτικές συνεδριάσεις του συλλόγου διδασκόντων.
    Έγκριση της αυτοαξιολόγησης από τους Σχολικούς Συμβούλους.
    Σύμπραξη σχολείων σε προγράμματα και δραστηριότητες.
    Οι εκπαιδευτικοί μιας σχολικής μονάδας μπορούν να παρακολουθήσουν, να υποστηρίξουν ή να συμμετάσχουν σε προγράμματα άλλων σχολικών μονάδων.

    ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΑΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΥΤΟΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. ΤΩΡΑ, ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΚΑΛΟ Ή ΓΙΑ ΚΑΚΟ; ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΕΙΔΙΚΑ ΤΙΣ ΔΥΟ ΠΡΩΤΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ.