Άρθρο 12 Δικαιώματα θιγομένων – Αποτελέσματα επί παραβίασης της απαγόρευσης βίας και παρενόχλησης

1. Κάθε πρόσωπο του άρθρου 3 που θίγεται από περιστατικό βίας ή παρενόχλησης σε βάρος του κατά το άρθρο 4, ακόμη και αν έχει λήξει η σχέση, στο πλαίσιο της οποίας φέρεται ότι εκδηλώθηκε σε βάρος του το περιστατικό ή η συμπεριφορά, έχει δικαίωμα, πέραν της δικαστικής προστασίας, προσφυγής ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας και κατά περίπτωση του Συνηγόρου του Πολίτη, καθώς και καταγγελίας εντός της επιχείρησης κατά την πολιτική του άρθρου 10. Η επίκληση του παρόντος δεν αποκλείει την άσκηση των δικαιωμάτων ή την ικανοποίηση του προσώπου αυτού με άλλη νομική βάση.
2. Όταν εργαζόμενος ή με άλλη σχέση απασχολούμενος κατά το άρθρο 3 παραβιάζει την απαγόρευση βίας ή παρενόχλησης του άρθρου 4, ο εργοδότης υποχρεούται να λάβει τα απαραίτητα πρόσφορα και ανάλογα μέτρα κατά περίπτωση, προκειμένου να εμποδιστεί και να μην επαναληφθεί παρόμοιο περιστατικό ή συμπεριφορά.
Τα μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν τη σύσταση συμμόρφωσης, την αλλαγή θέσης, ωραρίου, τόπου ή τρόπου παροχής εργασίας ή την καταγγελία της σχέσης απασχόλησης ή συνεργασίας, με την επιφύλαξη της απαγόρευσης της κατάχρησης δικαιώματος του άρθρου 281 ΑΚ.
3. Κάθε πρόσωπο του άρθρου 3 που θίγεται από περιστατικό βίας ή παρενόχλησης σε βάρος του, έχει δικαίωμα να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρόνο, χωρίς στέρηση μισθού ή άλλη δυσμενή συνέπεια, εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως όταν ο εργοδότης είναι ο δράστης τέτοιας συμπεριφοράς ή όταν δεν λαμβάνει τα απαραίτητα πρόσφορα μέτρα κατά την παρ. 2, ώστε να αποκαταστήσει την εργασιακή ειρήνη, ή όταν τα μέτρα αυτά δεν είναι ικανά για να σταματήσουν τη συμπεριφορά βίας ή παρενόχλησης.
Στην περίπτωση αυτή, ο αποχωρών υποχρεούται να ενημερώσει προηγουμένως τον εργοδότη εγγράφως, αναφέροντας το περιστατικό βίας και παρενόχλησης και τα περιστατικά που αιτιολογούν την πεποίθησή του ότι επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του.
4. Όταν εργοδότης ή πρόσωπο που ασκεί την εξουσία, τα καθήκοντα ή τις αρμοδιότητες του εργοδότη παραβιάζει την απαγόρευση βίας ή παρενόχλησης του άρθρου 4 κατά τη σύναψη ή άρνηση σύναψης της έννομης σχέσης ή κατά την εξέλιξη, διάρκεια ή λύση αυτής, παραβιάζει την εργατική νομοθεσία και επιβάλλονται σε βάρος του οι διοικητικές κυρώσεις της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 19.
5. Σε κάθε περίπτωση, η παραβίαση της κατά το άρθρο 4 απαγόρευσης γεννά αξίωση για πλήρη αποζημίωση του θιγόμενου προσώπου, η οποία καλύπτει τη θετική και αποθετική του ζημία, καθώς και την ηθική βλάβη.

  • Στην παρ. 3 προβλέπεται δικαίωμα του εργαζόμενου να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρονικό διάστημα εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως όταν ο εργοδότης είναι ο δράστης τέτοιας συμπεριφοράς ή όταν δεν λαμβάνει τα απαραίτητα πρόσφορα μέτρα κατά την παρ. 2, με μόνη σχετική αιτιολογημένη ενημέρωση του εργοδότη. Παράλληλα στο άρθρο 19 προβλέπεται δικαίωμα του εργαζόμενου στην πιο πάνω περίπτωση να προσφύγει στην επιθεώρηση εργασίας για να ζητήσει να ληφθούν κατάλληλα μέτρα προστασίας του. Θα είχε νόημα η σύνδεση των δύο δικαιωμάτων. Επίσης στην παρ. 3 του άρθρου 12 (παρότι δεν φαινεται να αποκλείεται) θα μπορούσε να προβλεφθεί η δυνατότητα παροχής τηλεργασίας για τον ίδιο λόγο.

  • 26 Μαΐου 2021, 23:58 | Μιχάλης Τσαούτος-ΕΨΑ Α.Ε.

    Να προσδιοριστεί χρονικά ο όρος «ακόμα και αν έχει λήξει η σχέση», δεδομένου ότι η αοριστία αυτή, καθιστά «όμηρο» τον εργοδότη για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
    Οι προβλεπόμενοι όροι «εύλογοι χρόνοι» και «εύλογη πεποίθηση» να προσδιοριστούν και να εξειδικευτούν οπωσδήποτε.

  • 26 Μαΐου 2021, 21:40 | APOSTOLOS

    Άρθρο 12 § 3
    προκειμένου να αποφευχθούν οι περιπτώσεις καταστρατήγησης του σχετικού δικαιώματος θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη κυρώσεων για την περίπτωση αβάσιμων καταγγελιών.

  • η παράγραφος 3 του άρθρου 12 πρέπει να γίνει ως ακολούθως
    «3. Κάθε πρόσωπο του άρθρου 3 που θίγεται από περιστατικό βίας ή παρενόχλησης σε βάρος του, έχει δικαίωμα να αιτηθεί δικαστική προστασία προκειμένου να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρόνο, που θα κριθεί από το δικαστήριο μέσω της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων χωρίς στέρηση μισθού ή άλλη δυσμενή συνέπεια, εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως όταν ο εργοδότης είναι ο δράστης τέτοιας συμπεριφοράς ή όταν δεν λαμβάνει τα απαραίτητα πρόσφορα μέτρα κατά την παρ. 2, ώστε να αποκαταστήσει την εργασιακή ειρήνη, ή όταν τα μέτρα αυτά δεν είναι ικανά για να σταματήσουν τη συμπεριφορά βίας ή παρενόχλησης.
    Στην περίπτωση αυτή, ο αποχωρών υποχρεούται να ενημερώσει προηγουμένως τον εργοδότη εγγράφως, αναφέροντας το περιστατικό βίας και παρενόχλησης και τα περιστατικά που αιτιολογούν την πεποίθησή του ότι επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του»

  • -το τμήμα που αναφέρει «ακόμα και αν έχει λήξει η σχέση» πρέπει να διαγραφεί.
    καθώς δεν μπορεί να έχει ευθύνη ο εργοδότης σε περίπτωση που έχιε λήξει η σύμβαση με τον εργαζόμενο.

  • 26 Μαΐου 2021, 13:15 | ΧΗΤΟΣ Α.Β.Ε.Ε.

    Οι ιδιότητες Εργοδότη και Εργαζόμενου δεν καταλύουν το γεγονός ότι αμφότεροι είναι Πολίτες της ίδιας χώρας, η οποία διαθέτει δικαιοδοτικά όργανα αντιμετώπισης του κινδύνου κατά της ζωής. Οι εργασιακοί χώροι δεν αποτελούν άβατο για οποιαδήποτε Δημόσια Υπηρεσία.
    Οι Εργοδότες και οι Εργαζόμενοι δεν μπορούν και δεν πρέπει να έχουν ρόλο εισαγγελέα, Δικαστή κλπ. Υπάρχει το τεκμήριο αθωότητας για όλους τους Πολίτες, καθώς και τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας που επιλαμβάνονται και επί αυτών των θεμάτων, εν αντιθέσει τα όποια μέτρα ληφθούν ενδοεταιρικά, μπορεί να οδηγήσουν σε αντιδικίες τουλάχιστον βλαπτικής μεταβολής.
    Το άρθρο αυτό οδηγεί σε απώλεια εργασιακής ειρήνης, καθώς δίνει τη δυνατότητα εργαλειοποίησης της επίκλησης συμβάντων βίας –παρενόχλησης μεταξύ συναδέλφων, ακόμη και αν αυτά δεν υφίστανται.
    Πολύ περισσότερο, η δυνατότητα να αποχωρεί ο Εργαζόμενος από την εργασία κατά τη δική του κρίση, ενώ θα λαμβάνει μισθό, κρίνεται ως νομιμοποίηση ενδεχόμενων φαινομένων ασυδοσίας και αυθαιρεσίας

  • 26 Μαΐου 2021, 13:14 | ActionAid

    Να προστεθεί το «/και» μετά το διαζευκτικό «ή» στις φράσεις βία ή παρενόχληση σε όλο το άρθρο και να διαγραφεί η λέξη περιστατικό από τις φράσεις «περιστατικό ή συμπεριφορά» και όλες τις όμοιες προκειμένου να εναρμονίζεται το κείμενο με τους ορισμούς σύμφωνα με τους οποίους η βία ή/ και η παρενόχληση συνίστανται σε συμπεριφορές.

  • 26 Μαΐου 2021, 12:16 | Πρωτοβουλία ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ

    Προτείνεται να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

    Παρ 1. Να διαγραφεί: » ακόμη και αν έχει λήξει η σχέση»,

    Σχόλιο για τη διαγραφή Δεν μπορεί να έχει ο εργοδότης ευθύνη σε περίπτωση που έχει λήξη η σύμβαση εργασίας με τον εργαζόμενο.

    Παρ 3.
    «3. Κάθε πρόσωπο του άρθρου 3 που θίγεται από περιστατικό βίας ή παρενόχλησης σε βάρος του, έχει δικαίωμα να αιτηθεί δικαστική προστασία προκειμένου να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρόνο, που θα κριθεί από το δικαστήριο μέσω της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων χωρίς στέρηση μισθού ή άλλη δυσμενή συνέπεια, εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως όταν ο εργοδότης είναι ο δράστης τέτοιας συμπεριφοράς ή όταν δεν λαμβάνει τα απαραίτητα πρόσφορα μέτρα κατά την παρ. 2, ώστε να αποκαταστήσει την εργασιακή ειρήνη, ή όταν τα μέτρα αυτά δεν είναι ικανά για να σταματήσουν τη συμπεριφορά βίας ή παρενόχλησης.
    Στην περίπτωση αυτή, ο αποχωρών υποχρεούται να ενημερώσει προηγουμένως τον εργοδότη εγγράφως, αναφέροντας το περιστατικό βίας και παρενόχλησης και τα περιστατικά που αιτιολογούν την πεποίθησή του ότι επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του»

  • I. Άρθρο 12 § 3

    Δικαιώματα θιγομένων – Αποτελέσματα επί παραβίασης της απαγόρευσης βίας και παρενόχλησης

    Παρατήρηση – Πρόταση

    Κατ’ αρχάς, ο κλάδος μας είναι απολύτως σύμφωνος και χαιρετίζει τη νομοθετική πρωτοβουλία για λήψη δραστικών μέτρων με στόχο τον αποκλεισμό φαινομένων παρενόχλησης ή/και βίας στην εργασία.

    Όμως, έχουμε τη γνώμη πως η πρόβλεψη που προτείνεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 12 του Σ.Ν. μπορεί να μετατραπεί σε πεδίο καταστρατηγήσεων από κακόπιστους εργαζόμενους, οι οποίοι, επικαλούμενοι προσχηματικώς πως θίγονται από περιστατικό βίας ή παρενόχλησης σε βάρος τους, παύσουν να εκτελούν τα εργασιακά τους καθήκοντα χωρίς απώλεια των αποδοχών τους.

    Θεωρούμε πως, προκειμένου να αποφευχθεί ο παραπάνω κίνδυνος, η παράγραφος 3 του άρθρου 12 θα πρέπει να διαμορφωθεί ως εξής:

    «3. Κάθε πρόσωπο του άρθρου 3 που θίγεται από περιστατικό βίας ή παρενόχλησης σε βάρος του έχει δικαίωμα να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρόνο, εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως όταν ο εργοδότης είναι ο δράστης τέτοιας συμπεριφοράς ή όταν δεν λαμβάνει τα απαραίτητα πρόσφορα μέτρα κατά την προηγούμενη παράγραφο, ώστε να αποκαταστήσει την εργασιακή ειρήνη, ή όταν τα μέτρα αυτά δεν είναι ικανά για να σταματήσουν τη συμπεριφορά βίας ή παρενόχλησης.

    Στην περίπτωση αυτή, ο αποχωρών υποχρεούται να ενημερώσει προηγουμένως τον εργοδότη εγγράφως, αναφέροντας το περιστατικό βίας και παρενόχλησης και τα περιστατικά που αιτιολογούν την πεποίθησή του ότι επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του.

    Ο εύλογος χρόνος, κατά τον οποίο ο εργαζόμενος δικαιούται να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο, δεν μπορεί να ξεπερνά τις δέκα πέντε (15) ημερολογιακές ημέρες, στην περίπτωση που δεν έχει συμπληρωθεί ένα έτος υπηρεσίας στον εργοδότη, και τις τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες, εάν έχει συμπληρωθεί στον εργοδότη υπηρεσία πέραν του ενός έτους.

    Εάν και εφόσον τα περιστατικά που αναφέρει ο εργαζόμενος στην έγγραφη ενημέρωση προς τον εργοδότη δικαιολογούν εύλογα την πεποίθηση του τελευταίου ότι επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του και αποδειχθεί πως, τα περιστατικά αυτά, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, ο εργαζόμενος, για το διάστημα απουσίας του από τον εργασιακό χώρο, θα λάβει αποδοχές βάσει των διατάξεων των άρθρων 657 και 658 ΑΚ και δεν θα υποστεί κάποια άλλη δυσμενή συνέπεια».