Άρθρο 26 Οι Φορείς του Εθνικού Συστήματος Διακυβέρνησης

1. Το Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης για τις Προστατευόμενες Περιοχές (εφεξής: «Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ») συγκροτείται από τους δημόσιους φορείς που περιγράφονται στις επόμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου.
2. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ διαρθρώνεται σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο.
3. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ σε κεντρικό επίπεδο αποτελείται από τους ακόλουθους φορείς:
α) το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ)
β) τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής του άρθρου 27 του παρόντος.
γ) το Υπουργείο Εσωτερικών, που έχει την αρμοδιότητα της εποπτείας των ΟΤΑ (α και β βαθμού),
δ) το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που ασκεί τις αρμοδιότητές του κυρίως στον θαλάσσιο χώρο, τους λιμένες, τη χερσαία ζώνη αυτών και σε παράκτιους χώρους.
ε) το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που προωθεί τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα της χώρας,
στ) το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, που ασκεί την ψηφιακή πολιτική και προωθεί την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και
4. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ σε περιφερειακό επίπεδο αποτελείται από τους ακόλουθους φορείς:
α) τις Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (καλούμενες εφεξής ΜΔΠΠ) του άρθρου 34 του παρόντος
β) τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις
γ) τις Περιφέρειες και
δ) τους Δήμους.
5. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ επικουρείται κατά την εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής για τις προστατευόμενες περιοχές από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και τους φορείς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που εγγράφονται στο Μητρώο του ΥΠΕΝ του άρθρου 41 του παρόντος.

  • 18 Μαρτίου 2020, 08:57 | ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ

    Για το σύστημα διακυβέρνησης προστατευόμενων περιοχών

    Οι προστατευόμενες περιοχές αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής διατήρησης της βιοποικιλότητας. Δυστυχώς, όμως, η βιοποικιλότητα πλήττεται παγκόσμια, αφού κάθε χρόνο εξαφανίζονται με ραγδαίο ρυθμό διάφορα είδη εξαιτίας κυρίως ανθρωπογενών πιέσεων. Στην Ελλάδα, όλο και περισσότερα δεδομένα αποδεικνύουν ότι πολλές περιοχές αφιερωμένες στη διατήρηση της βιοποικιλότητας αποτελούν επίσης τόπους σημαντικούς για τον πολιτισμό και την ιστορία μας, όπως τα ιερά δάση, για διατήρηση αειφορικών γνώσεων τεχνολογίας, διαχείρισης, π.χ. οι ξερολιθιές και φαρμακευτικής, π.χ. το τσάι του βουνού. Επιπλέον πολλές από αυτές (π.χ. Βόρεια Πίνδος, Καρστικό σύστημα Ζήρειας-Στυμφαλίας) είναι σημαντικές για τη παλαιοντολογία και τη γεωλογική ιστορία της Ελλάδας και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

    Το υφιστάμενο εθνικό σύστημα διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών, ανταποκρινόμενο στη συσσωρευμενη διεθνή εμπειρία και στη σύγχρονη επιστημονική προσέγγιση, είναι ένα συμμετοχικό σύστημα διαχείρισης. Σε αυτό το σύστημα το κράτος έχει μεν την τελική ευθύνη διοίκησής του, αλλά στηρίζεται και εμπλέκει τόσο τις τοπικές κοινότητες, μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης και των παραγωγικών φορέων, όσο και την επιστημονική κοινότητα και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις. Η ευθύνη της διακυβέρνησης μοιράζεται μεταξύ κράτους – τοπικής κοινωνίας – κοινωνίας των πολιτών (επιστήμονες & ΜΚΟ) σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, κάτι που διευκολύνει την ευελιξία και προάγει τη δημοκρατία και τη διαφάνεια.

    Οι διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου εισάγουν μια σοβαρή μεταβολή της ισορροπίας των παραπάνω τριών πόλων. Η λήψη αποφάσεων για κάθε προστατευόμενη περιοχή περιέρχεται εξ’ ολοκλήρου στον υπουργό μέσω του ΟΦΥΠΕΚΑ και ο ρόλος της τοπικής κοινωνίας και της επιστημονικής κοινότητας υποβαθμίζεται σε συμβουλευτικό. Επισημαίνεται ότι αυτό αφορά και την περιβαλλοντική αδειοδότηση, αφού μέσω των ρυθμίσεων του Κεφαλαίου Α’ του νόμου οι ΜΔΠΠ δεν θα γνωμοδοτούν για αιτήματα αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων στον χώρο ευθύνης τους.

    Η προτεινόμενη αναμόρφωση του συστήματος βασίζεται στην υπόθεση ότι για τις υπαρκτές αδυναμίες και την αναποτελεσματικότητα επιμέρους στοιχείων του υφιστάμενου συστήματος διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών ευθύνεται το μοντέλο αποκεντρωμένης δομής λήψης αποφάσεων. Πληθώρα έγκυρων και τεκμηριωμένων εκθέσεων (π.χ. Επισκόπηση της εφαρμογής της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ 2019 Έκθεση χώρας – ΕΛΛΑΔΑ) δείχνει ότι η ευθύνη βαρύνει κυρίως τις πολιτικές ηγεσίες του αρμόδιου υπουργείου και διόλου τους Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι τουλάχιστον εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ουδέποτε αμφισβητήθηκε το υφιστάμενο τοπικό μοντέλο διακυβέρνησης. Αντίθετα συνεχείς είναι οι αιτιολογημένες γνώμες και οι καταδίκες που αφορούν ουσιαστικά την απροθυμία των κυβερνήσεων να προχωρήσουν στα αυτονόητα, όπως είναι η θεσμοθέτηση των κανόνων προστασίας στις προστατευόμενες περιοχές. Και αυτό παρότι οι υπηρεσίες του αρμόδιου υπουργείου έχουν στα συρτάρια τους δεκάδες ΕΠΜ χρηματοδοτούμενες από διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα (ΚΠΣ, LIFE κ.λπ.) ήδη από το 2000! Σοβαρή κριτική έχει δεχτεί επίσης η επιλογή της περιστασιακής χρηματοδότησης των Φορέων Διαχείρισης, κάτι που επηρέασε ουσιαστικά την αποτελεσματικότητα του συστήματος.

    Έχοντας αυτά υπόψη, εξακολουθούμε να θεωρούμε ότι η υφιστάμενη προσέγγιση για τη διαχείριση μιας προστατευόμενης περιοχής είναι η πλέον δόκιμη. Θεωρούμε δε λανθασμένη την προσέγγιση του παρόντος σχεδίου νόμου. Η ανάθεση της διαχείρισης ουσιαστικά σε έναν μη κρατικό κεντρικό μηχανισμό δεν ανταποκρίνεται ούτε στην κοινωνική ουτε στη διοικητική πραγματικότητα της χώρας.
    Η πλειονότητα των προστατευόμενων περιοχών της χώρας περιλαμβάνει εκτάσεις στις οποίες ασκείται πληθώρα δραστηριοτήτων όλων των τομέων της οικονομίας. Πολλές από αυτές τις δραστηριότητες μάλιστα είναι επιθυμητό να διατηρηθούν, καθώς συμβάλλουν άμεσα ή έμμεσα και στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Οι φυσικοί φορείς αυτών των δραστηριοτήτων πρέπει όχι μόνο να έχουν λόγο στις αποφάσεις που τους αφορούν, αλλά και να μπορούν να συμβάλλουν στην υλοποίηση των επιμέρους σκοπών διατήρησης της βιοποικιλότητας με την τοπική γνώση του χώρου και των ανθρώπων. Αυτή η συνεχής, συχνά καθημερινή αλληλεπίδραση δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της συζήτησης μια φορά κάθε 5-6 έτη του Σχεδίου Διαχείρισης στο Περιφερειακό ή στο Δημοτικό Συμβούλιο. Η σύνθεση, οι αρμοδιότητες αλλά και η κοινή πείρα από τη λειτουργία των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων οδηγεί στην ασφαλή εκτίμηση ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Ούτε φυσικά μπορεί να επιτευχθεί μέσω της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Άρθρου 35 η οποία δεν έχει καν γνωμοδοτική αρμοδιότητα. Η προτεινόμενη προσέγγιση δεν απαντά, επίσης, ούτε στα όποια προβλήματα συνεργασίας με τη διοίκηση, αφού η οι ΜΔΠΠ θα είναι υπηρεσίες ΝΠΙΔ και θα έχουν ανάγκη τις δημόσιες αρχές για πληθώρα δράσεων.

    > Υποστηρίζουμε συνεπώς ότι οι διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου θα πρέπει να αποσυρθούν και να αντικατασταθούν με άλλες που θα επιτρέπουν να διατηρηθεί και να μετεξελιχθεί περαιτέρω το υφιστάμενο σύστημα διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών που στηρίζεται στους Φορείς Διαχείρισης ΠΠ, με μέτρα όπως τα παρακάτω:

    > Μετεξέλιξη των υφιστάμενων ΦΔ σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου με την ίδια με σήμερα σύνθεση Διοικητικού Συμβουλίου. Έτσι οι ΦΔ θα μπορέσουν να αποκτήσουν ορισμένες ουσιαστικές αρμοδιότητες (π.χ. αδειοδοτήσεις). Η μετεξέλιξη θα δημιουργήσει υπηρεσιακή συνέχεια, θα επιτρέψει την κινητικότητα του προσωπικού, θα δημιουργήσει προϋποθέσεις συσσώρευσης εμπειρίας και θα μειώσει το φόρτο εργασίας των κεντρικών υπηρεσιών του ΥΠΕΝ.

    > Ενίσχυση της εποπτικής λειτουργίας της αρμόδιας διεύθυνσης του ΥΠΕΝ σε ό,τι αφορά την προστασία και διαχείριση των προστατευτέων αντικειμένων και περιοχών και τα διοικητικά θέματα των ΦΔ.
    Αναβάθμιση της Επιτροπής Φύση 2000, με διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη, ώστε να διατηρήσει και να επεκτείνει την επιστημονική εποπτεία και τον συντονισμό του έργου των ΦΔ σε συνεργασία με τις αρμόδιες κρατικές αρχές. Διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης των δράσεων των ΦΔ από τον κρατικό προϋπολογισμό.

    > Να αναλάβει τη φύλαξη, που είναι θεμελιώδες ζήτημα για τις ΠΠ, η Δασική Υπηρεσία. Αυτό θα πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα με διεύρυνση των αρμοδιοτήτων, επαρκή και κατάλληλη στελέχωση των Δασικών Υπηρεσιών και επαρκή αύξηση των διαθέσιμων πόρων (εξοπλισμό και χρηματοδότηση).

  • 18 Μαρτίου 2020, 08:55 | Τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών, Πανεπιστήμιο Αιγαίου

    ΨΗΦΙΣΜΑ
    ΤΜΗΜΑ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
    ΣΧΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜIΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

    Τα Μέλη του ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, της ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ του ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΟ ΑΙΓΑΙΟΥ που άμεσα ή έμμεσα συμβάλλουμε ενεργητικά στην Προστασία και Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών και του Φυσικού Περιβάλλοντος και την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στη χώρα μας κρίνουμε ότι ο Εκσυγχρονισμός της Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας θα πρέπει να περιλαμβάνει τη διατήρηση των Φορέων Διαχείρισης (Φ.Δ.) των Προστατευόμενων Περιοχών (Π.Π.) στο υφιστάμενο Σύστημα Διοίκησης και Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών, που θα πρέπει να ενδυναμωθεί μέσα από συνεχή έλεγχο και αξιολόγηση του έργου τους. Οι Φ.Δ. των Π.Π. είναι οι μοναδικοί Φορείς της Πολιτείας που ακολουθούν Ολοκληρωμένη Οικοσυστημική προσέγγιση Διαχείρισης σε θέματα Προστασίας του Φυσικού περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας, αλλά και της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η συνεχής και πολυεπίπεδη διαβούλευση καθώς και η ισχυρή συμμετοχικότητα σε Τοπικό (ιδιαίτερα), Περιφερειακό και Εθνικό επίπεδο καθιστά το σημερινό σχήμα των Φ.Δ. των Π.Π. υπόδειγμα συμμετοχικής διαχείρισης. Η ετερογένεια των προβλημάτων που καλείται να διαχειριστεί κάθε Φ.Δ., καθιστά επιτακτική την ανάγκη ανάδειξης διαχειριστικών προτεραιοτήτων από την τοπική κλίμακα. Οι Φ.Δ. αποτελούν το μέσο για την ικανοποίηση των Εθνικών Υποχρεώσεων για τη προστασία Ειδών και Τύπων Οικοτόπων Κοινοτικού ενδιαφέροντος, με τα προστατευτέα αντικείμενα να χαρακτηρίζονται από μια έντονη δυναμική στο χώρο και τον χρόνο. Ως εκ τούτου το υπάρχον ‘αποκεντροποιημένο’ σχήμα των Φ.Δ. δύναται να εξασφαλίσει μια ευέλικτη επιλογή στόχων προστασίας, και μια προσαρμοστική επιλογή των βέλτιστων διαχειριστικών πρακτικών.

    Τα μέλη του Τμήματος εκφράζουμε τον έντονο προβληματισμό για την προβλεπόμενη μείωση της αυτοτέλειας των Φ.Δ. των Π.Π., την κατάργηση των Διοικητικών Συμβουλίων τους, και την υποκατάστασή τους από άλλες ασαφείς και με περιορισμένες αρμοδιότητες Οργανωτικές Δομές, όπως προβλέπεται στο υπό Διαβούλευση Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ‘Εκσυγχρονισμός της Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας’.

    Τα μέλη του Τμήματος θεωρούμε ότι η προβλεπόμενη στο Σχέδιο Νόμου κατάργηση των υφιστάμενων Φ.Δ. των Π.Π. θα έχει ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των οργανωμένων και λειτουργικών Σχημάτων Διαχείρισης στις Προστατευόμενες Περιοχές, που, σε συνδυασμό με ορισμένες (π.χ. Εξορυκτικές δραστηριότητες – Ορυχεία, Λατομεία, Μεταλλεία, Αμμοληψία) από τις επιτρεπόμενες Χρήσεις Γης που είναι ασύμβατες με τον χαρακτήρα των Προστατευόμενων Περιοχών, θα έχει ως αποτέλεσμα την ανεπανόρθωτη έκθεση και αδυναμία της Ελλάδας να ανταποκριθεί στις Εθνικές, Ευρωπαϊκές και Διεθνείς υποχρεώσεις της (π.χ. Διεθνής Σύμβαση Ραμσάρ για τους Υγροτόπους, Συνθήκη της Βαρκελώνης για την Προστασία της Μεσογείου, Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την Προστασία Οικοτόπων και Ειδών 92/43/ΕΟΚ και για την προστασία των άγριων Πτηνών 2009/147/ΕΚ, Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα Νερά2000/60, Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Θαλάσσια Στρατηγική στη Μεσόγειο 2008/59), για την ουσιαστική προστασία της σπάνιας Βιοποικιλότητας της χώρας μας.
    Τα μέλη του Τμήματος κρίνουμε ως άκρως δυσλειτουργική την προοπτική μεταφοράς της διαδικασίας περιφερειακής περιβαλλοντικής αδειοδότησης σε έναν ‘Αθηνοκεντρικό’ Κεντρικό Οργανισμό του ΥΠΕΝ. Η απόφαση αυτή ουσιαστικά στερεί από έναν εξειδικευμένο σε θέματα περιβάλλοντος Φορέα (που δρα σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, και αποτελεί το πεδίο συνεχούς αλληλεπίδρασης μεταξύ της επιστημονικής περιβαλλοντικής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας) τη δυνατότητα λήψεως κρίσιμων αποφάσεων για την Βιοποικιλότητα με γνώμονα αποκλειστικά τις οικολογικές, τοπικές ιδιαιτερότητες των ειδών και πληθυσμών τους και τη βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη.
    Ως εκ τούτου, τα μέλη του ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, της ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ του ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΟ ΑΙΓΑΙΟΥ διαφωνούμε ‘επί της αρχής’ με την πρόταση του ΥΠΕΝ για την κατάργηση του υφισταμένου σχήματος των Φορέων Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας μας.
    Το Κείμενο αυτό αποτελεί Ομόφωνη Απόφαση των μελών του ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ.
    Εκπροσωπώντας τη Συνέλευση Τμήματος
    Ο Πρόεδρος
    Βασίλης Ζερβάκης

  • 18 Μαρτίου 2020, 08:02 | Τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών, Πανεπιστήμιο Αιγαίου

    ΨΗΦΙΣΜΑ
    ΤΜΗΜΑ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
    ΣΧΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜIΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

    Τα Μέλη του ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, της ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ του ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΟ ΑΙΓΑΙΟΥ που άμεσα ή έμμεσα συμβάλλουμε ενεργητικά στην Προστασία και Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών και του Φυσικού Περιβάλλοντος και την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στη χώρα μας κρίνουμε ότι ο Εκσυγχρονισμός της Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας θα πρέπει να περιλαμβάνει τη διατήρηση των Φορέων Διαχείρισης (Φ.Δ.) των Προστατευόμενων Περιοχών (Π.Π.) στο υφιστάμενο Σύστημα Διοίκησης και Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών, που θα πρέπει να ενδυναμωθεί μέσα από συνεχή έλεγχο και αξιολόγηση του έργου τους. Οι Φ.Δ. των Π.Π. είναι οι μοναδικοί Φορείς της Πολιτείας που ακολουθούν Ολοκληρωμένη Οικοσυστημική προσέγγιση Διαχείρισης σε θέματα Προστασίας του Φυσικού περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας, αλλά και της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η συνεχής και πολυεπίπεδη διαβούλευση καθώς και η ισχυρή συμμετοχικότητα σε Τοπικό (ιδιαίτερα), Περιφερειακό και Εθνικό επίπεδο καθιστά το σημερινό σχήμα των Φ.Δ. των Π.Π. υπόδειγμα συμμετοχικής διαχείρισης. Η ετερογένεια των προβλημάτων που καλείται να διαχειριστεί κάθε Φ.Δ., καθιστά επιτακτική την ανάγκη ανάδειξης διαχειριστικών προτεραιοτήτων από την τοπική κλίμακα. Οι Φ.Δ. αποτελούν το μέσο για την ικανοποίηση των Εθνικών Υποχρεώσεων για τη προστασία Ειδών και Τύπων Οικοτόπων Κοινοτικού ενδιαφέροντος, με τα προστατευτέα αντικείμενα να χαρακτηρίζονται από μια έντονη δυναμική στο χώρο και τον χρόνο. Ως εκ τούτου το υπάρχον ‘αποκεντροποιημένο’ σχήμα των Φ.Δ. δύναται να εξασφαλίσει μια ευέλικτη επιλογή στόχων προστασίας, και μια προσαρμοστική επιλογή των βέλτιστων διαχειριστικών πρακτικών.

    Τα μέλη του Τμήματος εκφράζουμε τον έντονο προβληματισμό για την προβλεπόμενη μείωση της αυτοτέλειας των Φ.Δ. των Π.Π., την κατάργηση των Διοικητικών Συμβουλίων τους, και την υποκατάστασή τους από άλλες ασαφείς και με περιορισμένες αρμοδιότητες Οργανωτικές Δομές, όπως προβλέπεται στο υπό Διαβούλευση Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ‘Εκσυγχρονισμός της Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας’.

    Τα μέλη του Τμήματος θεωρούμε ότι η προβλεπόμενη στο Σχέδιο Νόμου κατάργηση των υφιστάμενων Φ.Δ. των Π.Π. θα έχει ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των οργανωμένων και λειτουργικών Σχημάτων Διαχείρισης στις Προστατευόμενες Περιοχές, που, σε συνδυασμό με ορισμένες (π.χ. Εξορυκτικές δραστηριότητες – Ορυχεία, Λατομεία, Μεταλλεία, Αμμοληψία) από τις επιτρεπόμενες Χρήσεις Γης που είναι ασύμβατες με τον χαρακτήρα των Προστατευόμενων Περιοχών, θα έχει ως αποτέλεσμα την ανεπανόρθωτη έκθεση και αδυναμία της Ελλάδας να ανταποκριθεί στις Εθνικές, Ευρωπαϊκές και Διεθνείς υποχρεώσεις της (π.χ. Διεθνής Σύμβαση Ραμσάρ για τους Υγροτόπους, Συνθήκη της Βαρκελώνης για την Προστασία της Μεσογείου, Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την Προστασία Οικοτόπων και Ειδών 92/43/ΕΟΚ και για την προστασία των άγριων Πτηνών 2009/147/ΕΚ, Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα Νερά 2000/60, Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Θαλάσσια Στρατηγική στη Μεσόγειο 2008/59), για την ουσιαστική προστασία της σπάνιας Βιοποικιλότητας της χώρας μας.
    Τα μέλη του Τμήματος κρίνουμε ως άκρως δυσλειτουργική την προοπτική μεταφοράς της διαδικασίας περιφερειακής περιβαλλοντικής αδειοδότησης σε έναν ‘Αθηνοκεντρικό’ Κεντρικό Οργανισμό του ΥΠΕΝ. Η απόφαση αυτή ουσιαστικά στερεί από έναν εξειδικευμένο σε θέματα περιβάλλοντος Φορέα (που δρα σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, και αποτελεί το πεδίο συνεχούς αλληλεπίδρασης μεταξύ της επιστημονικής περιβαλλοντικής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας) τη δυνατότητα λήψεως κρίσιμων αποφάσεων για την Βιοποικιλότητα με γνώμονα αποκλειστικά τις οικολογικές, τοπικές ιδιαιτερότητες των ειδών και πληθυσμών τους και τη βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη.
    Ως εκ τούτου, τα μέλη του ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, της ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ του ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΟ ΑΙΓΑΙΟΥ διαφωνούμε ‘επί της αρχής’ με την πρόταση του ΥΠΕΝ για την κατάργηση του υφισταμένου σχήματος των Φορέων Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας μας.
    Το Κείμενο αυτό αποτελεί Ομόφωνη Απόφαση των μελών του ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ.

    Εκπροσωπώντας τη Συνέλευση Τμήματος,
    ο Πρόεδρος
    Βασίλης Ζερβάκης

  • Σχόλιο

    Δεν είναι καθόλου καθαρό τι ρόλο διαδραματίζει το «Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ», Πώς συγκαλείται, τι αρμοδιότητες έχει ο κάθε συμμετέχων, πώς λαμβάνονται αποφάσεις, με ποιο τρόπο τροποποιείται κτλ.

  • 18 Μαρτίου 2020, 08:47 | Γιάννης Τσουγκράκης

    Ξεκινώ ότι από το γεγονός ότι στις 08:15 πμ της 18ης Μαρτίου, τρία τέταρτα πριν την εκπνοή της προθεσμίας, δεν έχει δοθεί παράταση στην διαβούλευση παρ’ ότι έχει ζητηθεί από διάφορους φορείς. Η στάση αυτή του Υπουργείου είναι εχθρική απέναντι στον κόσμο του φυσικού περιβάλλοντος καθώς την περίοδο της διαβούλευσης οι επικοινωνία και οι συναντήσεις ήταν πολύ δύσκολες έως αδύνατες λόγω του κορωνοϊού.

    Και έρχομαι στην ουσία η οποία προφανώς πρέπει να αναζητηθεί στην τεκμηρίωση της ανατροπής του υφιστάμενου συστήματος διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών, δηλαδή στην αιτιολογική έκθεση. Με έκπληξη λοιπόν διαπιστώνει κανείς ότι αναπαράγεται τμήμα από την ανεπαρκή ή ανυπόστατη “επιχειρηματολογία” του περίφημου non-paper χωρίς επαρκή αιτιολόγηση. Με την απλοϊκή λογική του “πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι” που υποκρύπτει συνήθως αδυναμία διαχείρισης ενός προβλήματος ή απλώς απροθυμία ουσιαστικής βελτίωσης μιας κατάστασης, το νομοσχέδιο επιχειρεί μία αχρείαστη και αναποτελεσματική εκ βάθρων αναδιοργάνωση του υφιστάμενου συστήματος με ταυτόχρονη αποδυνάμωσή του, προβάλλοντας ανεπαρκή αιτιολόγηση που έχει ήδη καταπέσει.

    Βλέπουμε λοιπόν ότι αντί να ενισχυθούν και να βελτιωθούν οι υπάρχουσες δοκιμασμένες δομές, αντί λοιπόν να οργανωθεί σωστά το αρμόδιο Τμήμα του υπουργείου και η Επιτροπή Φύση 2000, αντί να μάθουμε από τα λάθη μας και τις ανεπάρκειές μας και να τα θεραπεύσουμε, αντί γι’ αυτά γκρεμίζουμε προσπάθειες δεκαετιών και περνάμε την ΕΦΑΡΜΟΓΗ της πολιτικής του Υπουργείου για τις ΠΠ σε ένα ΝΠΙΔ αφαιρώντας ταυτόχρονα καίριες αρμοδιότητες όπως αυτή της γνωμοδότησης στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης.

    Το νομοσχέδιο αυτό σίγουρα δεν αποτελεί εκσυγχρονισμό όπως ευαγγελίζεται ο τίτλος του αλλά σπουδαία οπισθοδρόμηση που θα πλήξει το φυσικό περιβάλλον της χώρας και πρέπει να αποσυρθεί.

  • 18 Μαρτίου 2020, 07:35 | Γιώργος Βαβίζος

    Γιώργος Βαβίζος

    Ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για την προστασία του λεγόμενου «φυσικού» περιβάλλοντος πρέπει να θεσμοθετηθεί παρά τις αντιδράσεις που προέρχονται από ιδεοληψίες ή αποσκοπούν στη διασφάλιση των συμφερόντων αυτών που εκμεταλλεύονται την οικολογική επιστήμη.

    Χαρακτηριστικά είναι τα φαινόμενα των διορισμένων από το Κράτος στελεχών σε Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, τα οποία όχι μόνο αντιπολιτεύονταν (και συνεχίζουν να αντιπολιτεύονται) τις κρατικές επιλογές, διαφωνούσαν (και συνεχίζουν να διαφωνούν) σε κάθε αναπτυξιακή επιλογή και έργο και τα οποία συγκρότησαν και συντονιστικό όργανο αλλά και των διάφορων πανεπιστημιακών που διεκδικούν την προνομιακή ανάληψη εργασιών

    Ως συμβολή στα παραπάνω προτείνεται οι νομοτεχνικές διατυπώσεις να είναι απολύτως σαφείς ώστε να μην υπάρχουν δυνατότητες επιλεκτικής εφαρμογής των διατάξεων και παρερμηνείας της νομοθεσίας. Επίσης προτείνεται να προωθηθούν οι ρυθμίσεις αναβάθμισης του ρόλου των υπηρεσιακών παραγόντων και των επαγγελματιών, καθώς και τα μέτρα περιορισμού της γραφειοκρατίας.

  • 17 Μαρτίου 2020, 23:06 | Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Νότιας Πελοποννήσου – Κυθήρων

    ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

    1. Σε πρώτη ανάγνωση, το σχεδίου νόμου φαίνεται να είναι πρόχειρα γραμμένο και να μην καλύπτει πλήρως όλες τις λεπτομέρειες και ιδιαιτερότητες που αφορούν στις προστατευόμενες περιοχές (ΠΠ). Το κύριο ερώτημα που τίθεται από το Φορέα είναι αν θα πρέπει να μπούμε στη διαδικασία της διαβούλευσης ή αν θα πρέπει να ζητηθεί η απόσυρση του. Από τα πολλά και σύνθετα προβλήματα και μειονεκτήματα που αναδεικνύονται από την κριτική που ακολουθεί είναι μάλλον επιβεβλημένη η απόσυρση του και η πλήρης αναδιάρθρωση του.

    2. Η περίοδος διαβούλευσης φαίνεται να είναι σύντομη για να ένα τόσο ευρύ νομοσχέδιο που καλύπτει, όχι μόνο τη διαχείριση των ΠΠ, αλλά και άλλα σημαντικά ζητήματα. Ο χρόνος διαβούλευσης κρίνεται ανεπαρκής για ουσιαστική συμμετοχή της κοινωνίας, δεδομένου και της παρούσας συγκυρίας έκτακτων μέτρων για την υγεία. Θεωρείται επιβεβλημένη η παράταση τουλάχιστον μέχρι να επέλθει η κανονικότητα στην κοινωνία.

    3.Είναι απορίας άξιο γιατί η ηγεσία του ΥΠΕΝ δεν δέχτηκε τους Προέδρους των ΦΔΠΠ και τους εργαζόμενους των ΦΔΠΠ (οι οποίοι και διαθέτουν την μεγαλύτερη εμπειρία όσο αφορά την διαχείριση των ΠΠ) προκειμένου να διαμορφώσει το εν λόγω ΣΝ, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες τουλάχιστον από το Δίκτυο των Προέδρων.

    4.Υπάρχει προβληματισμό για το κατά πόσο αυτό το ΣΝ είναι σύννομο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

    5. Τα σχετικά δελτία τύπου όπως και η αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το ΣΝ, απαξιώνει πλήρως το έργο που έχει παραχθεί από τους ΦΔΠΠ, στους οποίους πέρα από τους εργαζόμενους συμμετέχουν εκπρόσωποι επιστημονικής κοινότητας, τοπικής αυτοδιοίκησης, μέλη επιμελητηρίων και περιβαλλοντικές ΜΚΟ. Να τονισθεί ότι οι παραπάνω εμπειρογνώμονες είναι υψηλού επιπέδου και η συμμετοχή των μελών των ΔΣ είναι άμισθη.

    6. Χάνεται η αυτοτέλεια των ΦΔΠΠ και ο ρόλος τους στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Άρθρο 34.1 « Συστήνονται εικοσιτέσσερις (24) Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΜΔΠΠ) σε επίπεδο Τμήματος. Δηλαδή οι φορείς καταλήγουν να γίνουν Τμήματα.

    7. Παρατηρείται ασαφής αντιστοίχιση των ΦΔΠΠ με τις νέες μονάδες. Παρατηρείται μετακίνηση τμημάτων ΦΔΠΠ σε περισσότερες από μια μονάδες χωρίς επαρκή αξιολόγηση. Δεν είναι κατανοητή η κατάτμηση περιοχών που ανήκουν ως τώρα σε ένα ΦΔΠΠ, ο οποίος έχει μακροχρόνια εμπειρία και τεχνογνωσία στις συγκεκριμένες περιοχές. Επίσης, παρατηρείται συγχώνευση εκτεταμένων περιοχών στις περισσότερες των περιπτώσεων ενώ, ταυτόχρονα, παραμένουν κάποιες με σχετικά περιορισμένη έκταση (πχ Μονάδα Κορινθιακού Κόλπου, παρά το γεγονός ότι και από αυτόν μεταφέρει τμήματα σε άλλες μονάδες).

    8. Στο ΣΝ φαίνεται ότι καταργούνται οι επιθεωρητές περιβάλλοντος και οι γνωμοδοτήσεις. Δεν είναι κατανοητό το σκεπτικό αυτών των καταργήσεων, οι οποίες το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν εξυπηρετούν την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την αειφόρο ανάπτυξη.

    9. Οι πρόσφατες προτάσεις των ΦΔΠΠ προς το ΥΜΕΠΕΡΑΑ (κάποιες εκ των οποίων έχουν ήδη εγκριθεί) φαίνεται ότι δύσκολα θα υλοποιηθούν δεδομένου ότι το ΥΜΕΠΕΡΑΑ αναγνωρίζει ως δικαιούχους τους παρόντες ΦΔΠΠ με τα ΑΦΜ τους. Σε στοχευμένη ερώτηση προς τον σχετικό Γενικό Γραμματέα ΥΠΕΝ από εκπροσώπους Προέδρων νεοσύστατων ΦΔΠΠ, υπήρξε η διαβεβαίωση ότι θα υπάρξει ικανή μεταβατική περίοδος και σχετική πρόβλεψη προκειμένου να υλοποιηθούν οι σχετικές προτάσεις και να υπάρξει ομαλή μετάβαση στο νέο σχήμα. Το παραπάνω δεν φαίνεται να αντανακλάται πουθενά στο ΣΝ. Να σημειωθεί ότι ο Φορέας μας αν και νεοσύστατος υπέβαλε έγκαιρα την τεκμηριωμένη πρόταση του προς το ΥΜΕΠΕΡΑΑ, ύστερα από στενή συνεργασία με το ΥΠΕΝ και δεν γνωρίζει πως αυτή θα υλοποιηθεί, όταν εγκριθεί.

    10. Πολλοί ΦΔΠΠ συμμετέχουν σε Ευρωπαϊκά προγράμματα (κάποια από τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη) και συμβάλουν στην απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων. Οι αλλαγές στη δομή των ΦΔΠΠ θα επιφέρει μεγάλες καθυστερήσεις και αναπόφευκτα επανεντάξεις Πράξεων με αρνητική επίπτωση στην απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων. Τα ευρωπαϊκά προγράμματα, κατά τεκμήριο υλοποιούνται από διαφορετικούς εταίρους, στην Ελλάδα ή και σε άλλες χώρες, με ανειλημμένες υποχρεώσεις και χρονοδιαγράμματα, των οποίων η μη υλοποίηση θα επιφέρει, πέρα από τις οικονομικές απώλειες, πλήγμα στην αξιοπιστία της χώρας μας και του ΥΠΕΝ, ενδεχόμενη διακοπή προγραμμάτων με αρνητικές συνέπειες και σίγουρα θα αποδοθούν ευθύνες.

    11. Δημιουργία Αθηνοκεντρικού συστήματος αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων (εάν υπάρχουν), και ακύρωση στην πράξη, του, ως τώρα, ισχύοντος αποκεντρωμένου συστήματος διαχείρισης με τη συμμετοχή τοπικών φορέων σε υψηλό επίπεδο αποφάσεων. Το σύστημα αυτό έχει χαρακτηριστεί επανειλημμένως ως επιτυχές, έχει γίνει πλέον αποδεκτό από τις τοπικές κοινωνίες και έχει λειτουργήσει αποτελεσματικά για δεκαετίες, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην αειφόρο ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Το σύστημα αυτό έχει χαρακτηριστεί καθολικά ως πετυχημένο, παρά την έλλειψη σταθερής χρηματοδότησης, μόνιμου προσωπικού και υποστήριξης από την κεντρική διοίκηση. Ύστερα από την υποβάθμιση σε Τμήματα δύσκολα θα μπορέσουν να ληφθούν υπόψη και να μεταφερθούν σε κεντρικό επίπεδο οι ιδιαιτερότητες και τα προβλήματα της κάθε περιοχής, ώστε να υπάρξει διαχείριση η οποία θα είναι αφενός περιβαλλοντικά αποδοτική, και, αφετέρου, αποδεκτή και προς ουσιαστικό όφελος από τις τοπικές κοινωνίες. Παράλληλα, η υλοποίηση μικρών τοπικών έργων, που προκύπτουν από τις ανάγκες διαχείρισης και πολλές φορές χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς πόρους, υποβοηθά την τοπική επιχειρηματικότητα, προάγει την αειφόρο ανάπτυξη σε τοπικό επίπεδο και συμβάλει ουσιαστικά στην ενδυνάμωση της εθνικής οικονομίας.

    12. Ο ΟΦΥΠΕΚΑ δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στην ορθή λειτουργία και στην αντιμετώπιση των προβλημάτων των ΜΔΠΠ λόγω του μεγάλου όγκου ενώ τώρα λύνονται τοπικά μέσω των ΔΣ.

    13. Σχετικά με την εποπτεία δεν είναι ξεκάθαρο αν στις ΜΔΠΠ θα παραμείνει το αντίστοιχο προσωπικό, ή θα μεταφερθεί αλλού, πχ περιφέρεια, δασαρχεία κλπ ή θα απολυθεί. Όπως φαίνεται στο ΣΝ «ο ΟΦΥΠΕΚΑ δύναται να συνάψει Προγραμματικές Συμβάσεις με τις Περιφέρειες και τους Δήμους για τις ΜΔΠΠ της χωρικής αρμοδιότητάς τους, ενδεικτικό αντικείμενο των οποίων είναι: α) η κατάρτιση σχεδίων φύλαξης των προστατευόμενων περιοχών και εφαρμογή τους με αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού των Περιφερειών και των Δήμων».
    Οι Περιφέρειες και οι Δήμοι στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι υποστελεχωμένοι με σοβαρά προβλήματα και γεννάται το ερώτημα κατά πόσο μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική φύλαξη. Σημειωτέον, το έργο της εποπτεία των Προστατευόμενων Περιοχών είναι ιδιαίτερο και απαιτούνται ειδικά προσόντα. Επιπλέον, μέχρι τώρα οι επόπτες συντελούν και επικουρικό έργο για το επιστημονικό προσωπικό και δύσκολα μπορούν να αποκοπούν από αυτό.

    14. Δεν προβλέπεται ικανή μεταβατική περίοδος χωρίς να υπάρξουν κενά. Με τη δημοσίευση του ΔΣ του ΟΦΥΠΕΚΑ καταργούνται αυτομάτως οι ΦΔΠΠ και σίγουρα θα υπάρξουν κενά και δυσλειτουργίες, πχ ποιος θα υπογράφει όλα τα έγγραφα και τη μισθοδοσία μέχρι να οριστεί ο Διευθυντής κ.λ.π. .

    15. Δημιουργούνται οι τοπικές Επιτροπές Διαχείρισης συμβουλευτικού χαρακτήρα (Άρθρο 35), οι οποίες στην ουσία αποτελούν μετεξέλιξη των σημερινών ΔΣ των ΦΔΠΠ. Όμως, τα σημερινά ΔΣ έχουν ουσιαστικό ρόλο αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων ενώ οι Επιτροπές αυτές θα έχουν μόνο εισηγητικό χαρακτήρα και παρουσιάζονται μάλλον ως άλλοθι για να καλύψουν τη ουσιαστική απουσία της επιστημονικής κοινότητας, των περιβαλλοντικών ΜΚΟ, της τοπικής αυτοδιοίκησης ή των παραγωγικών φορέων από το προτεινόμενο σχήμα.

    16. Δεδομένου ότι ο ρόλος των Επιτροπών Διαχείρισης των Μονάδων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών θα είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένος και μάλλον διακοσμητικός, δύσκολα θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον να συμμετέχουν άτομα εγνωσμένου κύρους, τεχνογνωσίας και επιστημονικότητας για τις στελεχώσουν.

    17. Δεν είναι ξεκάθαρο ποιος είναι ο Προϊστάμενος της ΜΔΠΠ καθώς αναφέρεται για πρώτη φορά στο άρθρο 35. Η Επιτροπή Διαχείρισης θα είναι μάλλον υπό τον προϊστάμενο της Μονάδας, οπότε περιορίζεται η ανεξαρτησία της.

    18. Αναφέρονται στο ΣΝ μεταξύ άλλων Ζώνες Απόλυτης Προστασίας. Αν αυτές αντιστοιχούν στις Περιοχές Απόλυτης Προστασίας, εκεί επιτρέπεται μόνο η επιστημονική παρακολούθηση και κάποιες δράσεις διατήρησης. Αυτό πλέον δεν ισχύει διότι έχουν προστεθεί και άλλες επιτρεπόμενες δραστηριότητες με δυνητικά αρνητικά αποτελέσματα.

    19. Η Επιτροπή Φύση 2000 αναφέρεται ελάχιστα και δεν είναι κατανοητός ο ρόλος της.

  • 17 Μαρτίου 2020, 22:55 | ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΚΤΥΟΥ ΦΟΡΕΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

    Το ΔΙΚΤΥΟ των Φορέων Διαχείρισης (Φ.Δ.) των Προστατευόμενων Περιοχών (Π.Π.), είναι μία άτυπη δομή που ιδρύθηκε τον Μάιο του 2011 από τους Προέδρους των 28 τότε Φ.Δ. των Π.Π. και σήμερα συμπληρώνεται από τους Προέδρους των 8 νεοσύστατων Φ.Δ. των Π.Π. που δημιουργήθηκαν με τον Ν. 4519/2018, συνεχώς και αταλάντευτα κινούνταν στην κατεύθυνση της ύπαρξης ενός ισχυρού Θεσμικού Πλαισίου το οποίο θα συνέβαλλε καθοριστικά στην προσπάθεια για αποτελεσματική προστασία του Φυσικού Περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας με ταυτόχρονη δράση σε θέματα Βιώσιμης Ανάπτυξης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας μας και έχει καταθέσει εγγράφως τις Προτάσεις του (π.χ. Σχέδια για τις Π.Π. 2014, 2016 και 2019) στην εκάστοτε ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), ενώ συμμετείχε ενεργά τόσο στον Εθνικό Διάλογο για το Περιβάλλον το 2014, όσο και στην Επιτροπή Εργασίας του ΥΠΕΝ για τον Ν. 4519/2018 για τις Π.Π. Παρά το γεγονός ότι οι Φ.Δ. των Π.Π., αποτελούν Φορείς Γενικής Κυβέρνησης υπό την εποπτεία του ΥΠΕΝ, και παρά την σημαντική εμπειρία και στην εφαρμογή στην πράξη των Μέτρων Προστασίας και Διαχείρισης των Οικοσυστημάτων, από τους Προέδρους του ΔΙΚΤΥΟΥ των Φ.Δ. των Π.Π. για περίπου μια εικοσαετία (από το 2000 μέχρι σήμερα), αλλά και την σημαντική εμπειρία των Προέδρων από άλλους τομείς της Διοίκησης, Εκπαίδευσης, Έρευνας, Χώρου και Περιβάλλοντος (27 από τους 36 Προέδρους των Φ.Δ. είναι Καθηγητές ή Ερευνητές σε Ακαδημαϊκά και Ερευνητικά Ιδρύματα με αναγνωρισμένη επιστημονική επάρκεια, εμπειρία και ενεργό δράση στα ζητήματα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος στη χώρα μας), το ΔΙΚΤΥΟ δεν κλήθηκε ποτέ από το ΥΠΕΝ, παρά τις επανειλημμένες Επιστολές που στάλθηκαν στον Υπουργό ΥΠΕΝ, προκειμένου να συμβάλλει, με τις όποιες δυνάμεις του και την πολύχρονη εμπειρία του σε θέματα διαχείρισης των Π.Π. στην πράξη, στην διαμόρφωση του πολυθεματικού Νομοσχεδίου για το Περιβάλλον που παρουσιάστηκε πρόσφατα και αναρτήθηκε για ηλεκτρονική διαβούλευση (03/03/2020) υπό τον τίτλο ‘ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ’.

    Η ενδελεχής και διεξοδική ανάγνωση και μελέτη των διατάξεων και ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο Νόμου (Σ.Ν.) που αναρτήθηκε από το ΥΠΕΝ για Διαβούλευση, από το ΔΙΚΤΥΟ των Φ.Δ. των Π.Π. οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι το Σ.Ν. παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις και κενά ‘επί της αρχής’ και το ΔΙΚΤΥΟ προτείνει, ως την πλέον ορθολογική και επιβεβλημένη πρόταση, την απόσυρση του Σ.Ν. ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος χρόνος και το κατάλληλο πλαίσιο διαλόγου με όλους τους εμπλεκόμενους Φορείς για να επαναδιατυπωθεί το Σ.Ν. από την αρχή, ώστε να ανταποκρίνεται στην πράξη στον τίτλο του ‘Εκσυγχρονισμός Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας’. Η πρόταση του ΔΙΚΤΥΟΥ βασίζεται στην διαπίστωση ότι το Σ.Ν., όπως έχει διατυπωθεί από το ΥΠΕΝ, καταστρατηγεί τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες για την Επιστημονική Παρακολούθηση, την αποτελεσματική Προστασία του Περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας και την Ολοκληρωμένη Διαχείριση στις Προστατευόμενες Περιοχές του Δικτύου Natura 2000 στην χώρα μας και αφετέρου δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη του τις σχετικές Ευρωπαϊκές Οδηγίες και Διεθνείς Συμβάσεις για Είδη και Οικοτόπους, τους Στόχους Διατήρησης καθώς και την Κατάσταση Διατήρησης Ειδών και Οικοτόπων (π.χ. Διεθνής Σύμβαση Ραμσάρ για τους Υγροτόπους, Συνθήκη της Βαρκελώνης για την Προστασία της Μεσογείου, Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την Προστασία Οικοτόπων και Ειδών 92/43/ΕΟΚ και για την προστασία των άγριων Πτηνών 2009/147/ΕΚ, Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα Νερά 2000/60, Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Θαλάσσια Στρατηγική στη Μεσόγειο 2008/59).

    Παρά ταύτα, και λαμβάνοντας υπόψη την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός εποικοδομητικού διαλόγου που είναι απαραίτητο να υπάρχει, το ΔΙΚΤΥΟ των Φ.Δ. των Π.Π. της χώρας σας καταθέτει παρακάτω αναλυτικές και τεκμηριωμένες προτάσεις για σημαντικές αλλαγές σε Άρθρα και Διατάξεις ευελπιστώντας ότι το ΥΠΕΝ θα ανταποκριθεί θετικά στην κατεύθυνση αποδοχής των προτάσεων του ΔΙΚΤΥΟΥ και της ενσωμάτωσης των Προτάσεων του στο Σ.Ν. πριν την κατάθεσή του στην Βουλή.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
    ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ

    Στο Σ.Ν., και ειδικότερα σε ότι αφορά το Κεφάλαιο Γ΄ ‘ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ’, προτείνεται από το ΥΠΕΝ η πλήρης αλλαγή του Πλαισίου λειτουργίας του Εθνικού Συστήματος Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών τις χώρας με την συμπλήρωση μόλις 2 χρόνων από την προηγούμενη Νομοθετική πρωτοβουλία της Πολιτείας (Νόμος 4519/2018 – Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και άλλες διατάξεις), και χωρίς να έχουν εκπληρωθεί όλες οι πρόνοιες που προβλέπονταν στον σχετικό Νόμο έτσι ώστε το Εθνικό Σύστημα Διαχείρισης να μπορέσει να λειτουργήσει και να αξιολογηθεί. Αντί αυτού το ΥΠΕΝ τόσο στα σχετικά Δελτία Τύπου πριν την κατάθεση του Σ.Ν. όσο και στην Αιτιολογική Έκθεση που συνοδεύει το Σ.Ν., απαξιώνει πλήρως το πολύ σημαντικό έργο που έχει παραχθεί από τους υφιστάμενους Φ.Δ. των Π.Π. (στους οποίους πέρα από τους Εργαζόμενους συμμετέχουν Εκπρόσωποι της Επιστημονικής Κοινότητας, των Οργανισμών Αυτοδιοίκησης, Μέλη Επιμελητηρίων και Παραγωγικών Φορέων, Περιβαλλοντικές Μ.Κ.Ο. και εκπρόσωποι του ίδιου του ΥΠΕΝ) σε ότι αφορά αφενός την Προστασία του Περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας και αφετέρου την Βιώσιμη Ανάπτυξη στις Π.Π.

    Το ΔΙΚΤΥΟ των Φ.Δ. των Π.Π. επισημαίνει τα εξής ελάχιστα θετικά σημεία στα κείμενα του Σ.Ν. για το Περιβάλλον:

    1. Στο Σ.Ν. εκδηλώνεται η πρόθεση του ΥΠΕΝ να υπάρξει μια συντονισμένη διαχείριση όλων των Προστατευόμενων Περιοχών του Δικτύου Natura 2000 στην χώρα μας μέσα από ένα Ενιαίο Οργανωτικό Σχήμα που υπάγεται στο ΥΠΕΝ.

    2. Στο Σ.Ν. υπάρχει πρόβλεψη για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών, αν και χωρίς σαφή αναφορά για τα απαιτούμενα Κονδύλια, για την λειτουργία του Συστήματος Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών και από πόρους του Τακτικού Κρατικού Προϋπολογισμού.

    3. Προβλέπεται η εκπόνηση συγκεκριμένου Σχεδίου Δράσης με τριετή διάρκεια με σκοπό την βελτίωση της Πολιτικής για την Διαχείριση των Π.Π. το οποίο θα περιλαμβάνει Δράσεις με αρμόδιο Δημόσιο Φορέα για την εφαρμογή ή την εποπτεία εφαρμογής της και τον υπεύθυνο Διοίκησης ή εποπτείας εφαρμογής της, καθώς και τον Προϋπολογισμό, την Πηγή Χρηματοδότησης και το Χρονοδιάγραμμα εφαρμογής της δράσης και το οποίο αναμένεται να αποτελέσει το ουσιαστικό εργαλείο στήριξης και υλοποίησης του Εθνικού Συστήματος Διακυβέρνησης των Π.Π .της χώρας.

    Το ΔΙΚΤΥΟ των Φ.Δ. των Π.Π. επισημαίνει τις εξής πολλές κσι σημαντικές αδυναμίες στα κείμενα του Σ.Ν. για το Περιβάλλον που αφορούν κυρίως σε θέματα αποτελεσματικής διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας μας:

    1. Η προβλεπόμενη στο Σ.Ν. ουσιαστική κατάργηση των Φορέων Διαχείρισης (Φ.Δ.) των Προστατευόμενων Περιοχών (Π.Π.) αμέσως μετά τον ορισμό των μελών του ΔΣ του ΟΦΥΠΕΚΑ θα έχει ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των εδώ και 20 χρόνια οργανωμένων και λειτουργικών Σχημάτων Διαχείρισης στις Προστατευόμενες Περιοχές. Το απαιτούμενο μεγάλο χρονικό διάστημα για την πλήρη λειτουργία του νέου σχήματος Διαχείρισης, σε συνδυασμό με ορισμένες από τις επιτρεπόμενες χρήσεις γης που είναι ασύμβατες με τον χαρακτήρα των Προστατευόμενων Περιοχών, θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την ανεπανόρθωτη έκθεση και αδυναμία της Ελλάδας να ανταποκριθεί στις Εθνικές, Ευρωπαϊκές και Διεθνείς υποχρεώσεις της για την ουσιαστική προστασία της σπάνιας Βιοποικιλότητας της χώρας μας.

    2. Οι σημερινοί Φ.Δ. αποτελούν το μέσο που διασφαλίζει την εκπλήρωση των Εθνικών Υποχρεώσεων για τη προστασία Ειδών και Τύπων Οικοτόπων Κοινοτικού ενδιαφέροντος, με τα προστατευταία αντικείμενα να χαρακτηρίζονται από μια έντονη δυναμική στο χώρο και τον χρόνο.

    3. Στο Σύστημα Διακυβέρνησης των Π.Π. που περιγράφεται στο Σ.Ν. προβλέπεται η δημιουργία ενός ιδιαίτερα ισχυρού Αθηνο-Κεντρικού Συστήματος Αποφάσεων-Γνωμοδοτήσεων (Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής – ΟΦΥΠΕΚΑ) που θα κληθεί να τοποθετείται για σημαντικά θέματα Βιοποικιλότητας και θα αφορούν το σύνολο της χώρας με ερωτηματικό αν υπάρχει η δυνατότητα επαρκούς και πλήρους γνώσης καθώς και άμεσης και έγκαιρης λήψης της αναγκαίας απόφασης.

    4. Καταγράφεται στο Σ.Ν. μία πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων στο ‘νέο σχήμα’ λειτουργίας των ‘Μονάδων Διαχείρισης των Π.Π.’ (π.χ. Προγραμματικές Συμβάσεις για φύλαξη των περιοχών στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, Προγραμματικές Συμβάσεις για Χρηματοδότηση δράσεων στις Περιφέρειες, Επιτροπές στις κατά τόπους έδρες των ‘πρώην’ Φ.Δ. με συμβουλευτικό ρόλο στην διαχείριση της Προστατευόμενης Περιοχής). Οι υφιστάμενοι Φ.Δ. των Π.Π. είναι οι μοναδικοί Φορείς της Πολιτείας με Ολοκληρωμένη (Οικοσυστημική) προσέγγιση Διαχείρισης σε θέματα Προστασίας του Φυσικού Περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας, αλλά και της Βιώσιμης Ανάπτυξης στις διαφορετικές Π.Π. σε όλη την χώρα. Οι Δράσεις και τα Προγράμματα που αφορούν στην κάθε Π.Π. είναι σαφές ότι μπορούν να υλοποιούνται, με μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας, από μία ενιαία δομή όπως είναι οι Φ.Δ. που έχει τη συνολική ευθύνη και εποπτεία μιας Προστατευόμενης Περιοχής.

    5. Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο του θεσμού των σημερινών Φ.Δ. αποτελεί το γεγονός ότι, αυτός ο θεσμός ενσωματώνει συμμετοχικές διαδικασίες σε συνεχή βάση μέσω της εκπροσώπησης στα Δ.Σ. των αρμόδιων Εθνικών, Περιφερειακών και Τοπικών Αρχών και άλλων ενδιαφερόμενων και εμπλεκόμενων Φορέων (π.χ. Περιβαλλοντικές Μ.Κ.Ο., Επιμελητήρια, Παραγωγικούς Χρήστες στις Π.Π.). Με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται ο διάλογος, η επίτευξη συναινέσεων, ο συντονισμός και οι συνέργειες μεταξύ των αρμόδιων Υπηρεσιών και Φορέων, με σκοπό τη διαμόρφωση ενός ενοποιημένου συστήματος για τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων στο πλαίσιο της Βιώσιμης Ανάπτυξης της περιοχής. Η εκπροσώπηση Υπηρεσιών και Φορέων, συμπεριλαμβανομένης της Τοπικής Κοινωνίας, με σκοπό την επίτευξη ευρειών συναινέσεων και κοινωνικής αποδοχής των Διαχειριστικών Προγραμμάτων αποτελεί κοινή πρακτική στα διαχειριστικά σχήματα των Π.Π. σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον, η προώθηση συμμετοχικών διαδικασιών στη διαχείριση και η δημιουργία ενός πλαισίου για τη συν-διαμόρφωση του διαχειριστικού σχεδιασμού, αποτελούν σημαντικά στοιχεία για την αποτελεσματική και λειτουργική διαχείριση Π.Π., σύμφωνα με ενδεδειγμένες Διεθνείς Πρακτικές και είναι σαφές ότι αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα από Τοπικές Επιτροπές Διαχείρισης Συμβουλευτικού χαρακτήρα που θα συνεδριάζει μία φορά ανά τρίμηνο όπως προβλέπεται στο Σ.Ν. Η συνεχής και πολύ-επίπεδη διαβούλευση καθώς και η ισχυρή συμμετοχικότητα σε Τοπικό (ιδιαίτερα), Περιφερειακό και Εθνικό επίπεδο καθιστά το σημερινό σχήμα των Φ.Δ. των Π.Π. ως υπόδειγμα συμμετοχικής διαχείρισης που, δυστυχώς, δεν καλύπτεται από το Σύστημα Διακυβέρνησης Π.Π. σε περιφερειακό επίπεδο που περιλαμβάνεται στο Σ.Ν.

    6. Τα Μέλη των Δ.Σ. των υφιστάμενων Φ.Δ. των Π.Π. που προέρχονται από την Επιστημονική Κοινότητα (Πρόεδρος και Αναπληρωτής Πρόεδρος, Ειδικός Επιστήμονας) είναι άτομα με εξειδικευμένη επιστημονική γνώση πάνω στο προστατευτέο αντικείμενο (Είδη Χερσαίας και Θαλάσσιας Χλωρίδας και Πανίδας, Χερσαίοι, Παράκτιοι και Θαλάσσιοι Οικότοποι) και πολυετή διοικητική εμπειρία σε Ακαδημαϊκά και Ερευνητικά Ιδρύματα, καθώς και σε Φ.Δ. της χώρας μας. Είναι προφανές ότι στο μελλοντικό σχήμα διοίκησης και λειτουργίας, όπως αυτό καταγράφεται στο Σ.Ν., η προσφορά των υπηρεσιών των επιστημόνων αυτών, στην Πολιτεία, και μάλιστα άμισθα και σε συνεχή βάση, για κατά το δυνατόν καλύτερη και αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας στις Π.Π., δεν θα υπάρχει.

    7. Στο Οργανωτικό Μοντέλο που αναφέρεται στο Σ.Ν. αποτυπώνεται μία ενιαία και οριζόντια αντιμετώπιση Προστατευόμενων Περιοχών που είναι σε καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας, μέσα από το σχήμα των Μ.Δ.Π.Π., ενώ, είναι γνωστόν ότι ορισμένες από τις Π.Π. έχουν, λόγω της οικολογικής ιδιαιτερότητας και σημασίας τους, όχι μόνον Εθνική αλλά και Διεθνή σημασία, γεγονός που έχει συμβάλει στην απόδοση χαρακτήρα ‘Εθνικού Πάρκου’ (π.χ. Ζακύνθου, Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων, Βόρειας Πίνδου, Ολύμπου και άλλα), και στις οποίες Π.Π. οι Φ.Δ. ήδη έχουν μια ιδιαίτερα σημαντική επιστημονική γνώση και εφαρμογή στην πράξη πολύχρονη εμπειρία Διαχείρισης και Προστασίας Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας. Η ‘υποβάθμιση’ των Φορέων Διαχείρισης σε ‘Τμήματα’ σε αυτές τις περιοχές ενέχει τον σοβαρό κίνδυνο να χαθεί το όποιο έργο έχει γίνει μέχρι σήμερα στο θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας και να αρχίσει η Ελλάδα πάλι από το ‘σημείο μηδέν’, γεγονός που θα έχει σαν άμεση συνέπεια πλήθος καταγγελιών από μέρους της Ε.Ε. και επικείμενες νέες καταδίκες και πιθανά πρόστιμα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Επισημαίνεται επιπρόσθετα, ότι πολλές Ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) διαθέτουν ένα σύνθετο Σύστημα Διαχείρισης των Π.Π. ενσωματώνοντας διαφορετικά σχήματα ανάλογα με τον χαρακτηρισμό των Π.Π. (π.χ. στα Εθνικά Πάρκα και τις Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές η διαχείριση γίνεται από ένα Φ.Δ. σε συνεργασία και υπό την εποπτεία του αντίστοιχου Υπουργείου Περιβάλλοντος, ενώ για άλλες Π.Π. – π.χ. Περιφερειακά Πάρκα – η διαχείριση γίνεται από ποικίλα σχήματα, από Περιφερειακές Αρχές μέχρι και Συμπράξεις διαφόρων εμπλεκόμενων Δημόσιων και Ιδιωτικών Φορέων).

    8. Η επέκταση των ορίων δικαιοδοσίας των υφιστάμενων Φ.Δ. για την κάλυψη Περιοχών του Δικτύου Natura 2000, που έγινε με την εφαρμογή του Ν. 4519/2018 (επέκταση που στις περισσότερες περιπτώσεις έγινε κυρίως με Γεωγραφικά κριτήρια και κάποια οικολογικά χαρακτηριστικά – π.χ. θαλάσσιοι, υγρότοποι, δάση), οδήγησε σε μια πολύ μεγάλη περιοχή ευθύνης στους Φ.Δ. Αυτή η κατάσταση, στον ένα χρόνο ισχύος του Ν. 4519/2018, δημιούργησε πολλά προβλήματα στους Φ.Δ. καθώς, λόγω έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού, επαρκών πόρων και μέσων, ήταν αδύνατον αυτοί να καλύψουν την μεγάλη έκταση των Π.Π. Η έκταση των Π.Π. που περιλαμβάνονται στις νέες Μ.Δ.Π.Π. που σημειώνονται στο Σ.Ν., και οι οποίες θα αντικαταστήσουν τους σημερινούς Φ.Δ., προβλέπεται να είναι ακόμη μεγαλύτερη και σε πολλές περιπτώσεις μακριά από την έδρα του κάθε Φορέα (από τους 36 σημερινούς Φ.Δ. προβλέπονται 24 Μ.Δ.Π.Π. η επιλογή των οποίων έχει γίνει με διοικητικά κριτήρια). Επιπρόσθετα, κάθε περιοχή έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες (περιοχές με τελείως διαφορετική χρήση, πιέσεις/απειλές) και εκφράζεται έντονος προβληματισμός στο κατά πόσο είναι δυνατόν, σε πρακτικό επίπεδο, να υπάρξει αποτελεσματική προστασία του Περιβάλλοντος.

    9. Παρά το γεγονός ότι προβλέπεται στο Σ.Ν. ….. το πάσης φύσεως προσωπικό των Φ.Δ. των Π.Π. να μεταφερθεί, αυτοδικαίως, με την ίδια σχέση εργασίας στον ΟΦΥΠΕΚΑ και να τοποθετηθεί στις αντίστοιχες ΜΔΠΠ που συνιστώνται ….. κρίνεται ότι εξακολουθεί να παραμένει προβληματική τόσο η στελέχωση με κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό όσο και η διοικητική οργάνωση των ΜΔΠΠ. Ειδικότερα, όσον αφορά το ανθρώπινο δυναμικό θεωρούμε ότι στο Σ.Ν. θα έπρεπε να υπάρχει πρόβλεψη για έναν ελάχιστο αριθμό λειτουργικών θέσεων σε ένα σχετικό Οργανόγραμμα (Διευθυντής, Επιστημονικό Προσωπικό, Διοικητικό και Τεχνικό/Οικονομικό Προσωπικό, Φύλακες Περιβάλλοντος) σε κάθε ΜΔΠΠ έτσι ώστε να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της. Ο ακριβής αριθμός των λειτουργικών θέσεων, που θα μπορούσε με περισσότερη σαφήνεια να υπάρξει σε μεταγενέστερα Π.Δ. ανά ΜΔΠΠ, θα πρέπει να βασίζεται σε έναν αλγόριθμο που θα είναι συνάρτηση του ήδη υπάρχοντος προσωπικού στους σημερινούς Φ.Δ., της σημασίας του προστατευταίου αντικειμένου, της επιστημονικής παρακολούθησης που υλοποιείται και της γεωγραφικής έκτασης που καλύπτει η κάθε ΜΔΠΠ (και που φυσικά θα απορρέει από την ΕΠΜ που θα έχει γίνει σε κάθε Π.Π.). Επίσης, στο Σ.Ν. δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για την Μοριοδότηση του ήδη υπηρετούντος Προσωπικού στους σημερινούς Φ.Δ. των Π.Π. μέσα από την διαδικασία του ΑΣΕΠ για μετατροπή των Συμβάσεων τους σε καθεστώς ΙΔΑΧ. Στο Σ.Ν. θα πρέπει, σε ότι αφορά το προσωπικό που υπηρετεί ήδη στους σημερινούς Φ.Δ., να υπάρξει σαφής αναφορά στην πολύχρονη εμπειρία του προσωπικού αυτού σε ότι αφορά τα κριτήρια πρόσληψης για τις Προσκλήσεις ενδιαφέροντος μέσα από την διαδικασία επιλογής μέσω ΑΣΕΠ (π.χ. … λαμβάνεται υπόψη η επιστημονική κατάρτιση και η εμπειρία σε θέματα προστασίας και διαχείρισης Π.Π., η παρακολούθηση της βιοποικιλότητας, η ενημέρωση-ευαισθητοποίηση και η περιβαλλοντική εκπαίδευση ενώ απαραίτητο προσόν τίθεται η προϋπηρεσία, κατά το ελάχιστο 5ετής, σε Φ.Δ.).

    10. Η ανάθεση της ευθύνης της Φύλαξης στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση και σε άλλες αρμόδιες Υπηρεσίες μέσα από την σύναψη Προγραμματικών Συμβάσεων και Μνημονίων Συνεργασίας, σε συνδυασμό με την αφαίρεση των γνωμοδοτήσεων σε αποφάσεις έκδοσης Περιβαλλοντικών Όρων για δραστηριότητες εντός της περιοχής ευθύνης των ΜΔΠΠ, καταστρατηγεί την έννοια της Προσαρμοσμένης Διαχείρισης (Adaptive Management). Η Προσαρμοσμένη, αλλά και Ολοκληρωμένη, Διαχείριση είναι το αποτέλεσμα του συνδυασμού ταυτόχρονων δραστηριοτήτων Φύλαξης, Επιστημονικής Παρακολούθησης (Scientific Monitoring) και Ενημέρωσης – Εκπαίδευσης του κοινού και επιτρέπει την άμεση αντιμετώπιση προβλημάτων και παραβάσεων σε σχέση με το προστατευτέο αντικείμενο. Ο συγκεκριμένος ρόλος, στην πλειοψηφία των Π.Π. σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο επίπεδο, αναλαμβάνεται από εξειδικευμένο Ανθρώπινο Δυναμικό, τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού όσο και σε επίπεδο υλοποίησης, δηλαδή Προσωπικό που λειτουργεί τοπικά σε επίπεδο Π.Π., διαθέτει την απαραίτητη κατάρτιση και εμπειρία και αποτελεί το συνδετικό κρίκο με τις άλλες Δημόσιες Υπηρεσίες και Εμπλεκομένους Φορείς στη διαχείριση της Προστατευόμενης Περιοχής. Μετά από πολλά χρόνια λειτουργίας των καταργούμενων Φ.Δ των Π.Π. έχει δημιουργηθεί, με πόρους της Ελληνικής Πολιτείας και της Ε.Ε., ένα εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που αποτελεί το σύγχρονο εργαλείο Διαχείρισης και Προστασίας του Περιβάλλοντος σε όλο τον Πλανήτη, και εκφράζεται έντονος προβληματισμός και φόβος για ενδεχόμενο ουσιαστικά της ‘αδρανοποίησης’, αυτού του ανθρώπινου δυναμικού μέσα από την διασπορά του σε διαφορετικές Υπηρεσίες (π.χ. Δασαρχείο, Λιμεναρχείο) και με περιορισμένες αρμοδιότητες.

    11. Στο Σ.Ν. δεν γίνεται σαφής αναφορά σε σημαντικούς πόρους και έσοδα για τις νέες ΜΔΠΠ και υπάρχουν από δραστηριότητες ΑΠΕ που λαμβάνουν χώρα στις Π.Π. (π.χ. Υδροηλεκτρικά Έργα, Ανεμογεννήτριες, Φωτοβολταϊκά Πάρκα, Γεωθερμία, Βιομάζα), από παραχώρηση Αδειών Χρήσης για δραστηριότητες (Αλιεία και Υδατοκαλλιέργειες) σε Εσωτερικά Υδατικά Συστήματα (Λίμνες και Ποτάμια), σε Μεταβατικά Οικοσυστήματα (Λιμνοθάλασσες, Εκβολές), και Παράκτια και Ανοικτά Θαλάσσια Οικοσυστήματα που υπάρχουν σε Π.Π., από την υλοποίηση Οικοτουριστικών Προγραμμάτων και την έκδοση Αδειών Οικοξεναγήσεων, από την Παραχώρηση Απλής Χρήσης Αιγιαλού και Παραλιών σε Π.Π., καθώς επίσης και από την επιβολή προστίμων για παραβίαση Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας, πέραν αυτών που καταλήγουν στο Πράσινο Ταμείο (π.χ. έσοδα που καταλήγουν στα Λιμενικά Ταμεία, στις Υπηρεσίες Πολιτικής Αεροπορίας).

    12. Η κατάργηση (Σ.Ν. – Άρθρο 9, παρ. 4) της παρ. 7 του Άρθρου 20 του Ν. 4014/2011 ‘’…. Τα έργα και οι δραστηριότητες, που πρόκειται να πραγματοποιηθούν εν μέρει ή στο σύνολό τους σε περιοχές του Εθνικού Καταλόγου του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου NATURA 2000 σύμφωνα με την Παράγραφο 6 του Άρθρου 9 του Ν. 3937/2011 (Α΄ 60), υπόκεινται κατά τη διαδικασία Περιβαλλοντικής Αδειοδότησής τους υποχρεωτικά σε περιβαλλοντική επιθεώρηση με αυτοψία, η οποία διενεργείται από τον Φορέα Διαχείρισης της Προστατευόμενης Περιοχής …» ουσιαστικά στερεί την δυνατότητα, με βάση το τωρινό Σύστημα, τις Περιβαλλοντικές Αποφάσεις-Αδειοδοτήσεις από τους υφιστάμενους Φ.Δ. των Π.Π.

    Τα Μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής του ΔΙΚΤΥΟΥ: Α. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ – Πρόεδρος Φ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Δέλτα Έβρου και Σαμοθράκης, Καθηγητής Δ. ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΣ – Πρόεδρος Φ.Δ. Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, Καθηγητής Γ. ΑΡΑΠΗΣ – Πρόεδρος Φ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Ν. Πελοποννήσου-Κυθήρων, Διευθυντής Ερευνών Γ. ΚΑΡΕΤΣΟΣ – Πρόεδρος Φ.Δ. Πάρνηθας, Δρ. Γ. ΛΥΡΙΝΤΖΗΣ – Πρόεδρος Φ.Δ. Εθνικού Πάρκου Σχοινιά-Μαραθώνα, Υμηττού & Νοτιοανατολικής Αττικής

  • 17 Μαρτίου 2020, 22:02 | Greenpeace

    Το πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου περιβάλλοντος και Ενέργειας στοχεύει σε μία σειρά σημαντικών αλλαγών σε πολλά κρίσιμα για το περιβάλλον ζητήματα. Άπο τη σχετική συνοδευτική αιτιολογική έκθεση, δυστυχώς απουσιάζει μια ουσιαστική κριτική ματιά στις ευθύνες της πολιτείας και της κεντρικής διοίκησης. Εν προκειμένω, ενώ φαντάζει απολύτως λογικός και θετικός ο ρόλος ενός νέου κεντρικού συντονιστικού φορέα για τη διαχείριση των Προστατευόμενων Περιοχών, παραμένει ασαφής η σύνδεσή του με την κεντρική διοίκηση και τις υπηρεσίες του Υπουργείου καθώς και η απαραίτητη κατανομή ρόλων. Αντί λοιπόν της απλής παράτασης του χρόνου διαβούλευσης (ούτως ή άλλως απολύτως λογικό αίτημα) θα ήταν πιο αποδοτική η ανάκλησή του ώστε να συμπληρωθούν κρίσιμα στοιχεία τα οποία απουσιάζουν και τα οποία απειλούν τόσο την αποτελεσματική εφαρμογή του όσο και τη βελτίωση της διαχείρισης των ΠΠ που άλλωστε αποτελεί και το ζητούμενο.

    Το παρόν κείμενο αποτελεί τα γενικά σχόλια της Greenpeace επί του Κεφαλαίου Γ (Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών). Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης, η Greenpeace και το WWF έχουν ήδη καταθέσει από κοινού σχόλια για το Κεφάλαιο Α (Άρθρα 1 έως 9 – Απλοποίηση της Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης) και το Κεφάλαιο Β (Διαδικασία Αδειοδότησης ΑΠΕ – Άρθρα 10 έως 25).

    Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να υπάρξει ιδιαίτερη αναφορά σε δύο ξεχωριστά σημεία του νομοσχεδίου τα οποία προκαλούν έντονο προβληματισμό, αρχής γενομένης από την προσπάθεια προώθησης των εξορύξεων υδρογονανθράκων. Αποτελεί παραλογισμό και απόλυτη παραφωνία η προσθήκη των ζωνών αναζήτησης, έρευνας, και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις “ζώνες διαχείρισης οικοτόπων και ειδών”. Στην αρχική, μάλιστα, έκδοση του νομοσχεδίου όπως αυτή αναρτήθηκε στο opengov, η αναζήτηση, έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων είχε συμπεριληφθεί μέσα στις ζώνες “απόλυτης προστασίας της φύσης” (!) και αποσύρθηκε μετά από έντονες αντιδράσεις. Σε κάθε περίπτωση, η ένταξη των εξορύξεων πετρελαίου και αερίου σε περιβαλλοντικές ζώνες αποτελεί ένα οξύμωρο σχήμα και εναντιώνεται στην ίδια την φύση της περιβαλλοντικής πολιτικής μίας χώρας: οι εξορύξεις υδρογονανθράκων αφενός αποτελούν μία από τις πιο καταστροφικές για το περιβάλλον ανθρώπινες δραστηριότητες αφετέρου θα πρέπει να εκλείψουν στο εγγύς μέλλον προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση και να συγκρατηθεί η αύξηση της μέσης πλανητικής θερμοκρασίας όσο πιο κοντά στον 1,5°C είναι εφικτό (στόχος της Συμφωνίας των Παρισίων).

    Το δεύτερο σημείο αφορά στην τροποποίηση του Π.Δ. για τις Χρήσεις Γης με το παρόν νομοσχέδιο. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγεται ο έλεγχος της νομιμότητας των εν λόγω διατάξεων από το Σ.τ.Ε., μία ανησυχητική εξέλιξη η οποία εγείρει πολλά ερωτηματικά σχετικά με τις προθέσεις των συντακτών του νομοσχεδίου.

    Ακολουθούν τα γενικά σχόλια για το Κεφάλαιο Γ:

    ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 26 – 43 (ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ)

    Η δημιουργία ενός κεντρικού φορέα συντονισμού είναι επί της αρχής μία θετική προσέγγιση στην προφανή ανάγκη που προκύπτει για μια ολοκληρωμένη διαχείριση των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας. Εντούτοις, η οργάνωση και η δομή του νέου φορέα δεν φαίνεται να εξασφαλίζει την επίλυση βασικών προβλημάτων (κατάλληλη στελέχωση, δυνατότητα ελέγχων και επιβολής κυρώσεων, χρηστή οικονομική διαχείριση κα) που αντιμετωπίζει το ισχύον καθεστώς προστασίας με τους Φορείς Διαχείρισης (ΦΔ), οι οποίοι πάρα ταύτα, έχουν συντελέσει στην προστασία σημαντικών περιοχών βιοποικιλότητας της χώρας.

    Επιπλέον, η έλλειψη σχεδιασμού και πρόβλεψης για τη μεταβατική περίοδο (από τους ΦΔ στο νέο σχήμα του ΟΦΥΠΕΚΑ) εγγυάται ένα σημαντικό διάστημα ασάφειας, δημιουργεί ερωτηματικά για τη λειτουργία του στην πράξη και αυξάνει την αβεβαιότητα ουσιαστικής διαχείρισης των ΠΠ. Η εκ νέου θεσμοθέτηση 12 Κ.Υ.Α και 4 Υ.Α, απαιτούμενων για τη λειτουργία του νέου σχήματος, θα δημιουργήσει σαφή καθυστέρηση και αβεβαιότητα για την προστασία των ευαίσθητων οικοτόπων και ειδών, υπό το φως μάλιστα παραπομπής της χώρας στο Δικαστήριο της ΕΕ για μη συμμόρφωση με την Οδηγία για τους οικοτόπους, και την εκπόνηση ΕΠΜ, Π.Δ. και Σ.Δ. για τις περιοχές του δικτύου Natura και LIFE-IP.

    Σε γενικές γραμμές η δημιουργία ενός κεντρικού φορέα με στόχο τον συντονισμό και την εποπτεία της διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών μπορεί να συντελέσει στην εξοικονόμηση πόρων και χρόνου που απαιτούνται σε καθημερινό λειτουργικό επίπεδο. Εντούτοις, φαίνεται να μην ενισχύεται από ριζοσπαστικές τομές που απαιτούνται ώστε προβλήματα διαχείρισης να αντιμετωπιστούν καίρια. Ειδικότερα, ο ΟΦΥΠΕΚΑ στερείται κρίσιμων αρμοδιοτήτων, όπως η γνωμοδότηση για έργα και δραστηριότητες στις περιοχές ευθύνης του και ενέργειες που σχετίζονται με τη φύλαξη. Σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε να πιστεύουμε ότι ένα τόσο προφανές και ήδη εντοπισμένο κενό αποτελεί σκόπιμη παράλειψη. Ενώ λοιπόν φαίνεται να υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το ΥΠΕΝ, ειδικότερα σε ότι αφορά τις αρμοδιότητες του τμήματος προστατευόμενων περιοχών της Δ/νσης Βιοποικιλότητας, δεν είναι σαφές με ποιόν τρόπο εξασφαλίζεται ο ουσιαστικός εποπτικός ρόλος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, όπως προβλέπει το άρθρο 24 του Συντάγματος.

    Το έργο και οι αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ δεν είναι ξεκάθαρες τόσο σε σχέση με το ΥΠΕΝ, όσο και σε σχέση με άλλους υφιστάμενους φορείς όπως η επιτροπή ΦΥΣΗ 2000, η οποία βάσει νόμου έχει αρμοδιότητες, που ως έναν βαθμό ταυτίζονται με τις αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ. Ο σκοπός, ο ρόλος και οι αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ δεν είναι σαφώς προσδιορισμένα. Ο νέος φορέας φαίνεται να έχει ευρύ πεδίο δράσης σε ό,τι αφορά τον σκοπό που καλείται να επιτελέσει σε σχέση με την πολιτική «για τη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών στην Ελλάδα, την προώθηση και υλοποίηση δράσεων βιώσιμης ανάπτυξης και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Αντίθετα όμως δεν προσδιορίζονται οι αρμοδιότητές του ώς προς τους πιο πάνω σκοπούς αλλά ούτε και οι συνέργειες με υφιστάμενους φορείς. Ως αποτέλεσμα, δεν είναι σαφές αν ο νέος Φορέας καλείται να βελτιώσει το συντονισμό ήδη υπαρχόντων φορέων και δομών, να τους συντονίσει (από θέση ισχύος) ή να τους υποκαταστήσει (πιθανότατα σταδιακά). Σε κάθε περίπτωση, σπάνια η προσθήκη ενός νέου Φορέα έχει βελτιώσει δυσλειτουργίες της κρατικής μηχανής εκτός των περιπτώσεων όπου αυτός είχε σαφή ρόλο (mandate). Τέλος, δημιουργείται μεγάλη ασάφεια στα θέματα που αφορούν στη βιοποικιλότητα εκτός Προστατευόμενων Περιοχών, στις οποίες περιορίζονται οι αρμοδιότητες του νέου οργανισμού.

    Για την αποτελεσματική λειτουργία του νέου σχήματος, θα πρέπει να διασφαλιστεί επαρκής χρηματοδότηση, κατάλληλη στελέχωση και να δοθεί το απαραίτητο βάρος στην έγκαιρη διαβούλευση με την τοπική κοινωνία και τους εμπλεκόμενους φορείς.

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης έργων εντός των Προστατευόμενων Περιοχών, το νομοσχέδιο δεν προβλέπει γνωμοδοτική αρμοδιότητα ούτε για τον ΟΦΥΠΕΚΑ, ούτε για τις ΜΔΠΠ ή τις Επιτροπές Διαχείρισης, κάτι που αποτελεί σοβαρή παράλειψη και θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά, τουλάχιστον για έργα τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στις περιοχές και στα προστατευτέα αντικείμενα (κατηγορία (Α) άρθρο 1 του ν. 4014/2011). Ένα τόσο καταφανές κενό εν πολλοίς αναιρεί ένα από τους σημαντικότερους ρόλους που καλείται να επιτελέσει ο νέος Φορέας. Σε ό,τι αφορά στη φύλαξη των ΠΠ, το νομοσχέδιο αν και αναφέρει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, δεν επιλύει τα διαχρονικά και μείζονα προβλήματα, με κυριότερο την ανάγκη οι φύλακες να έχουν ανακριτικά καθήκοντα ή/και να συνεργάζονται υποχρεωτικά με τις αρμόδιες αρχές και σώματα τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην υλοποίηση αυτής.

  • 17 Μαρτίου 2020, 22:56 | Στέλλα Βαρελτζίδου

    Η διαβούλευση είναι παραγωγική όταν το ίδιο το νομοθέτημα είναι επεξεργασμένο σοβαρά και σε βάθος. Σημαντικό είναι να έχει μια συνολική αντίληψη τα ζητήματα που προσπαθεί να επιλύσει όπως είχε και ο Ν 1650/1986, ο οποίος ήταν πολύ προοδευτικός στην εποχή του. Ωστόσο, το παρόν σχέδιο νόμου καταργεί την συνολική αντίληψη του Ν 1650/1986 και μετατρέπει τις ζώνες περιβαλλοντικής προστασίας σε μια ζωνοποίηση χρήσεων γης (χωροταξίας). Καταργεί τα κριτήρια με βάση τα οποία χαρακτηρίζεται μια ζώνη σε «Απόλυτη Προστασία της Φύσης» ή «Προστασία της Φύσης» και περιορίζεται στο να ορίσει σε αυτές επιτρεπόμενες δραστηριότητες χωρίς να λαμβάνει υπόψη την προστασία της βιοποικιλότητας. Επιπλέον, εξαιρεί την «Απόλυτη Προστασία της Φύσης» και την «Προστασία της Φύσης» από κατηγορίες προστατευόμενων περιοχών.
    Είναι κρίμα μετά από πάνω 30 χρόνια προσπαθειών (όχι ιδιαίτερα πετυχημένων) προστασίας και διαχείρισης του Ελληνικού Φυσικού Περιβάλλοντος να παρουσιάζεται για διαβούλευση αυτό το κείμενο που έχει τρομακτικές ελλείψεις κατανόησης της διατήρησης των ειδών και των οικοσυστημάτων. Χαρακτηριστικό σημείο άγνοιας είναι ότι επιτρέπει στην «Απόλυτη Προστασία της Φύσης» και στην «Προστασία της Φύσης» όλες αυτές τις δραστηριότητες που δεν έχουν τίποτε να κάνουν με το προστατευτέο αντικείμενο. Ωστόσο διατηρεί τον όρο «Απόλυτη Προστασία της Φύσης» χωρίς να γίνεται κατανοητός ο λόγος. Που είναι η προστασία; Με ποια κριτήρια οι ζώνες θα ορίζονται «Απόλυτη Προστασία της Φύσης» και στην «Προστασία της Φύσης»;
    Θετική είναι η δημιουργία κεντρικής υπηρεσίας, είναι άλλωστε κάτι που είχαμε ζητήσει ως Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ) από την αρχή της λειτουργίας μας, αλλά ο μηδενισμός της όποιας δουλειάς έχει γίνει από τους ΦΔΠΠ είναι τουλάχιστον προκλητικός. Οι εμπειρία των ΦΔΠΠ για πάνω από 15 χρόνια θα πρέπει να αποτελέσει την βάση για την δημιουργία του νέου συστήματος.
    Επιπλέον, η κατάργηση των γνωμοδοτήσεων από τις Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών δείχνει και πάλι μια ανάγκη προωθηθούν τα έργα και οι κατασκευές στις περιοχές προστασίας της φύσης χωρίς αντίλογο.
    Η σημερινή κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει σοβαρότητα και στο θέματα των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας καθώς αποτελούν ανεκτίμητο απόθεμα που θα πρέπει να το χειριζόμαστε με σεβασμό και ιδιαίτερη προσοχή ώστε να έχουμε ένα μέλλον να παραδώσουμε στα παιδιά μας.

    Στέλλα Βαρελτζίδου
    Βιολόγος MSc – πρώην Συντονίστρια του ΦΔΠΠ Δέλτα Αξιού Λουδία Αλιάκμονα (μετέπειτα Θερμαϊκού Κόλπου) για την περίοδο 2005-2018

  • Καταρχήν δεδομένης της σημαντικότητας και της έκτασης του νομοσχεδίου, της πληθώρας των διατάξεων (πολλές από τις οποίες φαίνεται ότι έχουν σημαντικά προβλήματα) θεωρούμε ότι είναι απόλυτα απαραίτητη η παράταση της διαβούλευσης για δυο ακόμη εβδομάδες τουλάχιστον.
    Γενικότερα θεωρούμε ότι το σύστημα διαχείρισης των ΠΠ της χώρας δηλαδή ένα σύστημα που αφορά στη συνολική διαχείριση των περιοχών του δικτύου NATURA 2000, θα έπρεπε να ορίζεται σε ένα ξεχωριστό Νόμο πολύ πιο λεπτομερή και πολύ καλυτέρα επεξεργασμένο σε τεχνικό επίπεδο. Το ΕΚΠΑΑ ιδρύθηκε από το Υπουργείο ως πολλά υποσχόμενος φορέας για την προστασία του περιβάλλοντος και στη συνέχεια αφέθηκε από το Υπουργείο να υποβαθμιστεί. Τώρα το ίδιο Υπουργείο τον μετονομάζει σε ΟΦΥΠΕΚΑ και του αναθέτει μια σειρά αρμοδιοτήτων σχετικών με την διαχείριση των ΠΠ, χωρίς να έχει προβλεφθεί η ελάχιστη απαιτούμενη δομή του και η αντίστοιχη απαιτούμενη χρηματοδότησή του, η οποία θα πρέπει (για να έχει κάποιες πιθανότητες επιτυχίας) εξαρχής να είναι εξασφαλισμένη από τον κρατικό προϋπολογισμό. Κατά την άποψή μας το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου είναι μάλλον σε επίπεδο Προσχεδίου (με θετικές ιδέες σε αρκετά σημεία του) για το πως θα μπορούσε να διαμορφωθεί το σύστημα των ΠΠ αλλά σίγουρα όχι στο επίπεδο τελικού πλήρως επεξεργασμένου Σχεδίου ενός πλήρους και λειτουργικού συστήματος.
    Στο Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ σωστά προβλέπεται να συμμετέχουν φορείς όπως το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Παρόλα αυτά η συμμετοχή απλά αναφέρεται στο Άρθρο 26 και στη συνέχεια δεν διευκρινίζεται πουθενά πως θα διασφαλιστεί αυτό. Λαμβάνοντας υπόψη την μέχρι σήμερα ανύπαρκτη έως κακή συνεργασία π.χ. του του ΥΠΕΝ με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σε θέματα διαχείρισης της αλιείας σε Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές, το Νομοσχέδιο μοιάζει περισσότερο με ευχολόγιο παρά με μια βάση δομημένης συνεργασίας μεταξύ των Υπουργείων με στόχο την αποτελεσματική προστασία της βιοποικιλότητας, έστω εντός των ορίων των ΠΠ

  • 17 Μαρτίου 2020, 21:30 | WWF Ελλάς

    Παρ. 4: Σε ό,τι αφορά το περιφερειακό επίπεδο διακυβέρνησης δεν γίνεται αναφορά στις επιτροπές διαχείρισης (όπως προβλέπονται στο άρθρο 35) ως μέρος της πολυεπίπεδης διαχείρισης προκειμένου να διασφαλιστούν οι συμμετοχικές διαδικασίες όπως προτείνονται από διεθνείς και ευρωπαϊκές ενδεδειγμένες πρακτικές.

    Παρ. 5: Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται αναφορά σε άλλους φορείς πχ ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα, επιστημονικές εταιρίες τα οποία επίσης μπορούν να έχουν ρόλο στη διαχείριση προστατευόμενων περιοχών και στην εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής για τις περιοχές αυτές.

  • 17 Μαρτίου 2020, 20:27 | ΑΡΧΕΛΩΝ Σύλλογος για την Προστασία της Θαλάσσιας Χελώνας

    Στο άρθρο αυτό ορίζονται οι δημόσιοι φορείς που συγκροτούν το Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης Προστατευόμενων Περιοχών, το οποίο διακρίνεται σε Εθνικό και Περιφερειακό επίπεδο. Καθώς οι Προστατευόμενες Περιοχές αποτελούν αρμοδιότητα του ΥΠΕΝ και περιλαμβάνονται ρητά στις αρμοδιότητες διοικητικών μονάδων στον οικείο Οργανισμό του, έτσι θα πρέπει στο σημείο αυτό να γίνει αναφορά σε συγκεκριμένες διοικητικές μονάδες των αναφερόμενων φορέων σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο που έχουν αρμοδιότητα σε συναφή θέματα. Σημειώνουμε επίσης ότι πρέπει να προσδιοριστούν οι λειτουργικές σχέσεις μεταξύ των φορέων αυτών (σύστημα διακυβέρνησης) ώστε να αποκτήσει νόημα το συγκεκριμένο άρθρο.

  • 17 Μαρτίου 2020, 19:28 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΚΤΩΝ (ΣΕΠΟΧ)

    Το αντικείμενο του προτεινομένου νομοσχεδίου κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό. Περιέχει όμως πολύπλοκες διατάξεις που απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση του θεσμικού πλαισίου και συστηματική επιστημονική αντιμετώπιση, γιατί δεν επιδέχονται οποιεσδήποτε ερμηνείες καθώς σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται να αντιμετωπιστούν εποικοδομητικά οι διαχρονικά διαπιστωμένες δυσλειτουργίες του συστήματος προστασίας των ευαίσθητων περιβαλλοντικά περιοχών. Θεωρούμε επομένως απαραίτητη την παράταση της διαβούλευσης. Έναν επιπλέον λόγο συνιστά η διαμορφωθείσα κατάσταση λόγω της πανδημίας.

  • 17 Μαρτίου 2020, 19:46 | Ελένη Κ.

    Πρόκειται για μία έκθεση ιδεών, που στην Ελλάδα είναι αδύνατο να εφαρμοστεί, με δεδομένο ότι γενικά η Δημόσια Διοίκηση χρειάζεται βελτίωση με στόχο την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας της (οι Υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Δασικές κλπ – υποστελεχωμένες, με μεγάλο φόρτο εργασίας και χωρίς κατευθύνσεις και μέτρα πολιτικής, υπολειτουργούν τις περισσότερες φορές). Θα ήταν χρησιμότερο να ξεκινήσει πρώτα μια διαδικασία εκσυγχρονισμού των Υπηρεσιών του στενού δημοσίου τομέα, με σωστή στελέχωση και ξεκάθαρες κατευθύνσεις, για την επίτευξη μιας εύρυθμης και λειτουργικής δημόσιας Διοίκησης. Και στη συνέχεια να κάνετε τέτοιες αλλαγές, ξεκινώντας από το μηδέν έναν θεσμό που λειτουργεί τουλάχιστον 12 χρόνια. Οι αυτοτελείς ΦΔ, που κατέβαλλαν τεράστιες προσπάθειες να εδραιωθούν στην τοπική κοινωνία καταλήγουν να γίνουν Τμήματα. Με αυτό που προτείνετε, πώς θα λειτουργήσει η συνεργασία με τις Περιφέρειες και τους Δήμους, όταν, στις περισσότερες των περιπτώσεων, το ανθρώπινο δυναμικό των Υπηρεσιών τους δεν επαρκεί και από την άλλη δουλεύουν σε διαφορετική κατεύθυνση τόσα χρόνια, ως προς την προστασία της βιοποικιλότητας. Επίσης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η συγκυρία της 15ης Συνδιάσκεψης της Σύμβασης του ΟΗΕ για τη Βιοποικιλότητα με αξιολόγηση στόχων που είχαν τεθεί από την ΕΕ και να τεθούν οι νέοι. Ξεκινώντας ένα καινούργιο πλαίσιο διαχείρισης των ΠΠ της Ελλάδας από την αρχή, ελλοχεύει κίνδυνος στην όλη διαδικασία.

  • Στο Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ ενέχονται πάρα πολλοί φορείς:

    Σχόλιο επί παρ. 3: σε κεντρικό επίπεδο πλην του ΥΠΕΝ και του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής τα Υπουργεία Εσωτερικών, Ναυτιλίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Για ποιο λόγο συμπεριλαμβάνεται το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και όχι το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού; Για ποιο λόγο συμπεριλαμβάνεται το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης;

    Σχόλιο επί παρ. 4: Όπως σχολιάζεται και παρακάτω, η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, πιστεύει ότι για το πρώτο έτος της εφαρμογής του νομοσχεδίου δεν πρέπει να καταργηθούν οι Φορείς Διαχείρισης έως ότου προταθεί ένα νέο σχήμα-σύστημα διαχείρισης από τον ΟΦΥΠΕΚΑ, το οποίο θα τεθεί υπό διαβούλευση και εν τέλει θα αποφασιστεί και οριστεί σαφώς.

  • 17 Μαρτίου 2020, 18:34 | Δρ. Πέρη Κουράκλη/ Δασολόγος – Περιβαλλοντολόγος

    Κεφάλαιο Γ
    Το νέο σύστημα προστασίας και διαχείρισης των ΠΠ είναι κάτι εντελώς νέο για την ελληνική πραγματικότητα. Δε ξέρουμε πως θα λειτουργήσει και ποια θα είναι τα κενά του. Είναι επίσης, επικίνδυνο, που το ν/σ ορίζει ότι έχει άμεση ισχύ. Δεν είναι δυνατόν μια τόσο μεγάλη αλλγή να μπορεί να ολοκληρωθεί σε λίγους μήνες, χωρίς ένα μεταβατικό διάστημα σε λίγες επιλεγμένες ΠΠ που θα επιτρέψει στο σύστημα να δοκιμαστεί και να βελτιωθεί.
    Από την άλλη, έχουμε σήμερα ένα σύστημα που στηρίζεται στην αποκέντρωση, το οποίο έχει δοκιμαστεί και έχει δείξει η πράξη ποια είναι τα δυνατά του σημεία, ποια τα αδύνατα και πως μπορεί να βελτιωθεί. Σίγουρα αυτό που θα βοηθούσε πολύ είναι η δημιουργία ενός δευτεροβάθμιου οργάνου που θα δίνει κατευθύνσεις και τεχνικές οδηγίες. Ενδεχομένως αυτό το ρόλο θα μπορούσε να τον έχει η Επιτροπή ΦΥΣΗ 2000, μετά από ενίσχυση της με προσωπικό και άλλους πόρους.

    Άρθρο 9
    Γιατί αποκλείονται οι ΜΔΠΠ από τη διαδικασία των γνωμοδοτήσεων? Δεν είναι αρμόδια και σχετική δημόσια υπηρεσία?

    Άρθρο 26
    Πως όλο αυτό το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ πρακτικά συνεργάζεται στη διακυβέρνηση των ΠΠ? Απλά παραθέτεται σε αυτό το άρθρο και δε χρησιμοποιείται παρακάτω. Ποιες είναι οι αρμοδιότητες του ΥΠΕΝ, αν όντως δημιουργηθεί ο ΟΦΥΠΕΚΑ? Υπόλογο στην ΕΕ θα είναι το ΥΠΕΝ/κυβέρνηση ή ένας φορέας της κυβέρνησης?

    Άρθρο 27
    Πλαισίου Δράσεων Προτεραιοτήτων (ΠΔΠ): Ποιοι είναι οι εμπλεκόμενοι φορείς και γενικά πως θα λειτουργήσει αυτό στο νέο Σύστημα

    Άρθρο 28
    Ο ΟΦΥΠΕΚΑ, όπως περιγράφεται, έχει ένα μονοδιάσταστο ΔΣ, χωρίς τοπική κοινωνία και ενεργοί πολίτες. Ο υπουργός ΥΠΕΝ ελέγχει τα πάντα.

    Επίσης, δεν εκπροσωπούνται όλες οι υπηρεσίες που σχετίζονται με τη φύση του ΥΠΕΝ, δάση – ύδατα.

    Δε δίνει αναπληρωματικά μέλη.

    Άρθρο 33
    Στα εργαλεία του Συστήματος Διακυβέρνησης Προστατευόμενων δεν γίνεται οριζόντια διασύνδεση των πολιτικών του ΥΠΕΝ.
    Θα πρέπει να ενσωματωθεί η Εθνική Στρατηγική για τα Δάση και την Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή.

    Άρθρο 34
    Γίνεται μεγάλη σύμπτυξη των ΦΔΠΠ στις ΜΔΠΠ, εκτιμώ ότι δε θα είναι λειτουργικό. Ουσιαστικά πολλές ΠΠ δε θα είναι υπό προστασία και διαχείριση σε φορείς με τόσο τεράστιες εκτάσεις.
    Δεν είναι δυνατόν οι ΜΔΠΠ να μην έχουν αρμοδιότητες φύλαξης και να κάνει μόνο εισηγήσεις σχεδίων.

    Άρθρο 35
    Τι είναι η Συμβουλευτική Επιτροπή? Πως θα λειτουργήσει πρακτικά, μέλη – αρμοδιότητες – στόχοι?

    Άρθρο 37 – Άρθρο 38
    ΠΡΩΤΟ ΣΗΜΕΙΟ
    Γιατί μόνο με ΟΤΑ προγραμματική σύμβαση? Γιατί εισάγουμε νέα νομοθεσία στη συνεργασία μεταξύ δημόσιων φορέων μόνο στις ΠΠ? Τι το ιδιαίτερο δίνει αυτή την ανάγκη στο Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ?

    Στο άρθρο 100, «Προγραμματικές Συμβάσεις» Ν3852/2010 ορίζονται όλες οι λεπτομερείς στις προγραμματικές συμβάσεις μεταξύ δημοσίων φορέων και μεταξύ φορέων του δημοσίου και ιδιωτικών φορέων.

    Ειδικά για δάση και δασικές εκτάσεις, υπάρχει ειδικό εδάφιο στη νομοθεσία που δεν αλλάζει ο Ν3852/2010, αλλά προσθέτει μια επιπλέον διαδικασία:
    Άρθρο 53, ν. 4042/2012
    Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Δασών, μπορεί να συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 για τη μελέτη, κατασκευή, εκτέλεση έργων, εργασιών και προμηθειών από τα αναφερόμενα στο άρθρο 16 του ν. 998/1979

    Επομένως, δε φαίνεται και πολύ νόμιμο να αποκλείονται δημόσιοι φορείς αλλά και ιδιωτικοί φορείς από τις προγραμματικές συμβάσεις με τον ΥΦΥΠΕΚΑ και τις ΜΔΠΠ. Μπορούν μόνο να οριστούν νέες διαδικασίες για επιμέρους δραστηριότητες ή φορείς.

    ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΗΜΕΙΟ
    Η φύλαξη δε μπορεί να γίνει από ΟΤΑ. Δεν το έχουν κάνει ποτέ και γενικά δεν έχουν καθόλου ατη τη δυνατότητα. Θα πάμε επομένως σε outsourcing στη φύλαξη για τις ΠΠ?

    Ο μόνος δημόσιος φορέας που αυτή τη στιγμή κάνει φύλαξη στα χερσαία οικοσυστήματα είναι οι Δασικές Υπηρεσίες. Επομένως, το πιο εύκολο είναι να εκπαιδευτεί κατάλληλα το υφιστάμενο προσωπικό και να ενισχυθούν με επιπλέον πόρους (προσωπικό, μεταφορικά, αυτοκίνητα, λέμβοι, κλπ.) οι Δασικές Υπηρεσίες.
    Οι Δασικές Υπηρεσίες θα μπορούσαν επίσης να ενσωματώσουν τους σημερινούς φύλακες των ΦΔΠΠ μέσα από διαδικασίες ΑΣΕΠ, έτσι ώστε να μη χαθεί η υφιστάμενη τεχνογνωσία.
    Αν προχωρήσουμε τελικά στο μοντέλο των ΜΔΠΠ, τότε μπορεί να γίνει προγραμματική σύμβαση μεταξύ ΜΔΠΠ και Αποκεντρωμένης Διοίκησης για τη φύλαξη, όπου οι ΜΔΠΠ θα κάνουν το σχεδιασμό και οι Δασικές Υπηρεσίες την υλοποίηση αυτού σε συνεργασία όμως με τις ΜΔΠΠ για τα χερσαία οικοσυστήματα.
    Φυσικά η εν λόγω προγραμματική σύμβαση μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες κοινές δραστηριότητες, πχ. διαχείριση δάσους, εκτέλεση τεχνικών έργων κοκ.
    Αντίστοιχη διαδικασία θα πρέπει να γίνει και με το Λιμενικό για τα θαλάσσια οικοσυστήματα.

    ΤΡΙΤΟ ΣΗΜΕΙΟ
    Ο αντιπυρικός σχεδιασμός δε συντονίζεται από τις ΟΤΑ, ούτε και από το ΟΦΥΠΕΚΑ!

    Ο σχεδιασμός γίνεται από την Πολιτική Προστασία, όπου όμως συνδράμει – συντονίζει –ελέγχει σε δάση και δασικές εκτάσεις η Δασική Υπηρεσία σε συνεργασία με την Πυροσβεστική και δευτερευόντως με τους ΟΤΑ.

    Άρθρο 39 – Άρθρο 40
    ΠΡΩΤΟ ΣΗΜΕΙΟ
    Το Σχέδιο Δράσης μιας ΠΠ δεν μπορεί να αποφασίζεται μόνο από τους αιρετούς μιας περιοχής (που εν δυνάμει μπορεί και να αντιπροσωπεύουν και προσωπικά μικροσυμφέροντα) και να επικυρώνεται από το ΥΠΕΝ. Απουσιάζουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, οι παραγωγικοί φορείς, οι τοπικοί επιστήμονες και οι ενεργοί πολίτες.

    ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΗΜΕΙΟ
    Δεν έχει διευκρινιστεί ο ρόλος και η διαδικασία ανάδειξης των Συντονιστών των Επιτροπών Διαχείρισης των ΜΔΠΠ.

    Άρθρο 41
    ΣΗΜΕΙΟ ΠΡΩΤΟ
    Πως οι ΜΚΟ θα συνεργάζονται με τις ΜΔΠΠ? Με προγραμματικές συμβάσεις? Θα ακολουθηθεί το άρθρο 100 του Ν. 852/2010? Και θα κάνουν μητρώο οι ΜΔΠΠ και με άλλους φορείς, τι είδους φορείς θα είναι αυτοί, μπορεί να είναι και δημόσιοι, πχ. δασαρχεία στην περιοχή ευθύνης του? Και γιατί να μπουν οι δημόσιες υπηρεσίες σε ένα τέτοιο μητρώο?

    ΣΗΜΕΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
    Οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις είναι φορείς της ιδιωτικής κερδοσκοπικής οικονομίας.

    Άρθρο 42
    Απουσιάζει η σύνδεση με την Εθνική Στρατηγική για τα Δάση, Εθνική Στρατηγική για το Κλίμα, δασικές διαχειριστικές μελέτες και Περιφερειακά Σχέδια για το Κλίμα

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ
    Οι χαρακτηρισμοί, οι ζώνες προστασίας και οι επιτρεπτές δράσεις/ ζώνη προστασίας στις ΠΠ οφείλουν να ακολουθούν τα διεθνή πρότυπα (IUCN) και τις Οδηγίες για τα Πουλιά και τους Οικοτόπους.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε
    Άρθρο 49
    Δεν είναι δυνατόν να ορίζονται ως δυο ιδιώτες και ένας δημόσιος υπάλληλος μέλη της ΕΠΕΑ, δλδ το δημόσιο να έχει μειοψηφική θέση σε μια διαδικασία αναγνώρισης και χαρτογράφησης των δημόσιων περιοχών (δασικών εκτάσεων και δάσους).

    Επιπλέον, τα μέλη μιας ΕΠΑ θα πρέπει να είναι έμπειρα άτομα στο χαρακτηρισμό εκτάσεων εντός/ εκτός δασικής νομοθεσίας και να έχουν τα επαγγελματικά δικαιώματα για να το κάνουν.
    Επομένως είναι απαράδεκτο να εισάγεται σε μια ΕΠΕΑ μηχανικός και να ορίζεται ο δικηγόρος Πρόεδρος.

    Τέλος, το ν/σ δε λαμβάνεται υπόψη τις αποφάσεις των υφιστάμενων ΕΠΑΕ που έχουν εκδοθεί, αλλά δεν έχουν δημοσιοποιηθεί για γραφειοκρατικούς λόγους.

  • 17 Μαρτίου 2020, 18:09 | ΚΑΛΛΙΣΤΩ

    Πέραν των σχολίων που αφορούν συνολικά το Σχέδιο Νόμου και έχουν αναρτηθεί στο άρθρο 1 από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία από κοινού με την ΚΑΛΛΙΣΤΩ και την Ελληνική Εταιρία για την Προστασία της Φύσης, η ΚΑΛΛΙΣΤΩ επιθυμεί να τονίσει πως οι διατάξεις που περιέχονται στα άρθρα 1 έως 47 του Σχεδίου νόμου παραβιάζουν το άρθρο 24 του Συντάγματος, το γράμμα και το πνεύμα της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της ΕΕ, γενικές αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

    Στο Κεφάλαιο Γ, που αφορά τη Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών, επιβεβαιώνεται ότι η προσπάθεια ελαστικοποίησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας δεν εξαιρεί τις Προστατευόμενες Περιοχές και αυτό επιχειρείται μέσω της απαξίωσης και απορρύθμισης του ισχύοντος συστήματος διακυβέρνησης που, «παρά τα όποια προβλήματα και το ανεπαρκές θεσμικό και νομικό πλαίσιο», αντιπροσωπεύει «αυτή τη στιγμή, το μόνο ρεαλιστικό και δοκιμασμένο σχήμα διοίκησης για τις προστατευόμενες περιοχές».
    Στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το Σχέδιο Νόμου, ως κύριο επιχείρημα της κατ’ ευφημισμόν μεταρρύθμισης, χρησιμοποιείται χωρίς καμία τεκμηρίωση το ότι «το μοντέλο [των ΦΔΠΠ] … στην πράξη αποδείχθηκε αναποτελεσματικό, καθώς δεν υπήρξε συντονισμός στην διακυβέρνηση των περιοχών αυτών».

    Επαναλαμβάνονται, δε, και κάποια ανακριβή ή και συκοφαντικά επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν και στο “non paper” που κυκλοφόρησε το ΥΠΕΝ τον περασμένο Φεβρουάριο. Ωστόσο, όπως και στην περίπτωση των αδειοδοτικών υπηρεσιών αντί να ενισχυθούν και να αναβαθμιστούν οι υπάρχουσες δομές του ΥΠΕΝ όπως το Τμήμα Βιοποικιλότητας και Προστατευόμενων Περιοχών, αλλά και η «Επιτροπή Φύση 2000», το μεν πρώτο υποκαθίσταται σε μεγάλο βαθμό από ένα ΝΠΙΔ όπως ο ΟΦΥΠΕΚΑ, η δε δεύτερη υποβαθμίζεται από κεντρικό επιστημονικό γνωμοδοτικό όργανο του Κράτους και Εθνική Επιτροπή Προστατευόμενων Περιοχών σε ένα απλό συμβουλευτικό προσάρτημα του Δ.Σ. του ΟΦΥΠΕΚΑ και καταλύεται η ανεξαρτησία που πρέπει να έχει ένα επιστημονικό, γνωμοδοτικό όργανο.

    Επιπλέον, αφαιρούνται αρμοδιότητες που είχαν μέχρι πρόσφατα οι ΦΔΠΠ, όπως η αρμοδιότητα γνωμοδότησης κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων, σχεδίων και δραστηριοτήτων στις περιοχές ευθύνης τους, καθώς και η παροχή στοιχείων και αιτιολογημένης γνώμης κατά τη διαδικασία κατάρτισης των σχεδίων διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την φύλαξη και εποπτεία των περιοχών ευθύνης των ΜΔΠΠ, αντί να επιλυθούν τα υπαρκτά προβλήματα φύλαξης των περιοχών ευθύνης τους, όχι μόνο δεν υιοθετείται η πρόταση των ΠΜΚΟ από 4/11/2019 για «υποχρεωτική συγκρότηση μικτών κλιμακίων διενέργειας περιπολιών στις ΠΠ», με τις αρμόδιες αρχές (αστυνομία, Λιμενικό Σώμα, διευθύνσεις δασών κ.λπ.), αλλά ούτε καν διευκρινίζεται αν θα εξακολουθήσουν να έχουν και στο μέλλον φύλακες/επόπτες οι ΜΔΠΠ (προσωπικό που θα μπορεί να περιπολεί σε τακτική αλλά και έκτακτη βάση, να εποπτεύει το χώρο αρμοδιότητας των Φορέων, να συγκεντρώνει δεδομένα για την επιστημονική παρακολούθηση οικοτόπων και ειδών και άλλες απαραίτητες πληροφορίες, να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις αλληλεπίδρασης με κατοίκους ή άλλους χρήστες της περιοχής, μετά από κατάλληλη κατάρτιση και, γενικά, να επικοινωνεί μαζί τους στην ύπαιθρο, πρόσωπο-προς-πρόσωπο).

    Εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι, πλήττεται ο συμμετοχικός χαρακτήρας του θεσμού, εφόσον δεν προβλέπεται συμμετοχή εμπλεκόμενων φορέων, ούτε στις ΜΔΠΠ ούτε στην κεντρική διοίκηση του ΟΦΥΠΕΚΑ. Ο ΟΦΥΠΕΚΑ προδιαγράφεται ως ένα κεντρικά ελεγχόμενο όργανο, αφού η πλειοψηφία των μελών του Δ.Σ. του ορίζεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, με σαφή κίνδυνο υδροκεφαλισμού και τεχνογραφειοκρατικού εκφυλισμού.

    Η προβλεπόμενη λειτουργία «Επιτροπών Διαχείρισης» σε τοπικό επίπεδο δεν αντισταθμίζουν τη χαμένη συμμετοχικότητα των ΦΔΠΠ, καθώς ούτε υποχρεωτικές είναι, ούτε κάποια αποφασιστική αρμοδιότητα έχουν. Είναι πιθανό, μάλιστα, να αποψιλωθεί σταδιακά η συμμετοχή των εμπλεκόμενων μερών σε αυτές, εάν οι επιτροπές αυτές εκληφθούν από την τοπική κοινωνία ως λέσχες συζητήσεων ή απλά εργαλεία μεταφοράς αποφάσεων που έχουν ληφθεί κεντρικά, προκειμένου να αποσπαστεί η συναίνεση των τοπικών κοινωνιών. Η αντικατάσταση των ΔΣ των ΦΔΠΠ (στα οποία Πρόεδρος και μέλη συμμετείχαν εθελοντικά) από διευθυντές ή «προϊσταμένους», αντιστοιχεί περισσότερο σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο (κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του ιδιωτικού τομέα), πράγμα που θα ευνοήσει απόπειρες εγκατάστασης ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη διαχείριση των ΠΠ και της βιοποικιλότητας.

    Η απορρύθμιση και αποσταθεροποίηση του συστήματος διακυβέρνησης ΠΠ ολοκληρώνεται με την παρατεινόμενη ασάφεια σχετικά με κρίσιμες παραμέτρους λειτουργικότητας του συστήματος διακυβέρνησης των ΠΠ, τόσο σε ό,τι αφορά την επαρκή και τακτική χρηματοδότησή του όσο και για την στελέχωση των ΜΔΠΠ με επαρκές και κατάλληλο τακτικό προσωπικό. Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα (χρηματοδότηση), δεν παρέχονται εγγυήσεις για την τακτική χρηματοδότηση των ΜΔΠΠ, ώστε να καλύπτονται πάγιες και διαρκείς ανάγκες τους, όπως λειτουργικά έξοδα, μισθοδοσία προσωπικού, παρακολούθηση και εποπτεία των περιοχών ευθύνης τους. Οι προβλέψεις του άρθρου 31 του Σχεδίου Νόμου για τις πηγές χρηματοδότησης των ΜΔΠΠ υπολείπονται ακόμα και από αυτές που προβλέπονταν για τους φορείς διαχείρισης από την ισχύουσα νομοθεσία!

    Σε ό,τι αφορά δε το θέμα του προσωπικού των ΜΔΠΠ, είναι σχεδόν βέβαιο πως όσο καθυστερεί η μετάβαση από καθεστώς εργασίας Ορισμένου Χρόνου σε συμβάσεις Αορίστου Χρόνου, πολλοί εργαζόμενοι δεν θα έχουν κίνητρο να απασχοληθούν απερίσπαστα με τα καθήκοντά τους και να σχεδιάσουν μακροπρόθεσμα. Επιπλέον, η παρατεινόμενη κατάσταση εργασιακής ανασφάλειας του προσωπικού των ΦΔΠΠ έχει διάσταση σαφούς αδικίας και αγνωμοσύνης, καθώς εδώ και πολλά χρόνια, οι εργαζόμενοι είχαν «βάλει πλάτη» στο θεσμό, χωρίς σημαντική υποστήριξη από το ΥΠΕΝ, μένοντας για μεγάλα χρονικά διαστήματα απλήρωτοι και παραμένοντας πάντα σε μια κατάσταση αβεβαιότητας και επισφάλειας για την ανανέωση των συμβάσεών τους. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση αυτή λειτουργεί διαλυτικά και προδιαγράφει επιδείνωση της περιβαλλοντικής προστασίας στο σύνολο των ΠΠ της χώρας , για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Στο πλαίσιο αυτό είναι μάλιστα πιθανό ότι προγράμματα και έργα που υλοποιούνται την περίοδο αυτή από τους ΦΔΠΠ ή έχουν εγκριθεί και θα έπρεπε να υλοποιούνται, θα ακροβατούν επικίνδυνα το επόμενο διάστημα, με ορατό κίνδυνο να χαθούν πόροι για τη βιοποικιλότητα και τις ΠΠ από σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το ΥΜΕΠΕΡΑΑ, το Interreg και το Πρόγραμμα LIFE στα οποία εμπλέκονται ΦΔΠΠ.

    Συνεπώς, η ΚΑΛΛΙΣΤΩ ζητά την ΑΜΕΣΗ ΑΠΟΣΥΡΣΗ του Νομοσχεδίου και την έναρξη ουσιαστικού και συστηματικού διαλόγου, για να δοθεί η δυνατότητα συζήτησης και ανταλλαγής τεκμηριωμένων απόψεων και προτάσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων και ενδιαφερόμενων μερών.

  • 17 Μαρτίου 2020, 18:52 | Λάουρα

    Φαίνεται ξεκάθαρα πως τα άρθρα 26 έως 36 έχουν γραφεί από άτομα με διαφορετική νοοτροπία. Πιθανόν άλλος έγραψε το αρχικό κείμενο και άλλοι μορφοποίησαν το τελικό κείμενο (όπως παρουσιάζεται στη διαβούλευση). τλπ. Πρέπει να αφαιρεθεί η παρ. 3 β όπως επίσης, και η παρ. 4. Και αυτό γιατί η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος είναι ευθύνη ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ του κράτους. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι κρατική δομή και όχι μόρφωμα ΝΠΙΔ. Τα άρθρα 26 έως 36 είναι περιττά. Αντί αυτών απαιτείται οι νυν ΦΔΠΠ να γίνουν τμήματα της Δ/νσης Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας του ΥΠΕΝ με επαυξημένες αρμοδιότητες.
    Αν το ΥΠΕΝ επιμείνει στη σύσταση του ΟΦΥΠΕΚΑ και μάλιστα ως ΝΠΙΔ τότε να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει τις εξ Ελλάδος καταγγελίες προς την Ε.Ε. για τη μη ορθή εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Οδηγιών περί περιβαλλοντικής πολιτικής όπου σαφώς ορίζεται πως η περιβαλλοντική πολιτική προστασία είναι αποκλειστικά ευθύνη του κράτους μέλους. Και ας μη ξεχνάμε πως η Ε.Ε. ρίχνει πρόστιμα εκατομμυρίων.

  • 17 Μαρτίου 2020, 17:19 | WWF Ελλάς

    Παρ. 4: Σε ό,τι αφορά το περιφερειακό επίπεδο διακυβέρνησης θα πρέπει να γίνει αναφορά και στις επιτροπές διαχείρισης (όπως προβλέπονται στο άρθρο 35) ως μέρος της πολυεπίπεδης διαχείρισης.

    Παρ. 5: Στο άρθρο αυτό θα πρέπει να γίνει αναφορά και σε άλλους φορείς πχ ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα, επιστημονικές εταιρίες τα οποία επίσης μπορούν να έχουν ρόλο στη διαχείριση προστατευόμενων περιοχών και στην εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής για τις περιοχές αυτές.

  • 17 Μαρτίου 2020, 17:28 | WWF Ελλάς

    Γενικά σχόλια: Θεωρούμε επί της αρχής θετική την προσέγγιση του νομοσχεδίου σε ό,τι αφορά την αναγνώριση της ανάγκης δημιουργίας ενός κεντρικού φορέα συντονισμού και της ενίσχυσης των συνεργειών στο πλαίσιο μιας πολυεπίπεδης διακυβέρνησης των προστατευόμενων περιοχών της χώρας.

    Ωστόσο, η δομή και η οργάνωση του νέου σχήματος καθώς και οι αρμοδιότητες των επιμέρους στοιχείων του δεν παρέχουν τα εχέγγυα για ολοκληρωμένη, λειτουργική και αποτελεσματική διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών και δεν επιλύουν σε μεγάλο βαθμό τα βασικά προβλήματα και τις δυσλειτουργίες του ισχύοντος συστήματος. Αντίθετα, σε σχέση με το σημερινό σύστημα που βασίζεται στους φορείς διαχείρισης, το προτεινόμενο προκαλεί λειτουργική αποψίλωση ενός δοκιμασμένου συστήματος που αντιμετωπίζει μεν πολλά προβλήματα, όμως σε μεγάλοι βαθμό προσφέρει αξιόλογο έργο στην προστασία των πυρήνων βιοποικιλότητας της χώρας.

    Η δομή, η οργάνωση και η λειτουργία του νέου αυτού σχήματος δεν καθορίζονται με σαφήνεια στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο. Η δε εξειδίκευσή τους απαιτεί την έκδοση επιπλέον νομοθετημάτων (ειδικότερα προβλέπεται η έκδοση 12 υ.α. και τεσσάρων κ.υ.α.), μέχρι τη θεσμοθέτηση των οποίων είναι βέβαιο ότι θα δημιουργηθεί αβεβαιότητα στην προστασία των ευαίσθητων οικοτόπων και ειδών σε μια κρίσιμη χρονική περίοδο για τη χώρα λαμβάνοντας υπόψη την παραπομπή της στο Δικαστήριο της ΕΕ για μη συμμόρφωση με την οδηγία για τους οικοτόπους, αλλά και την υλοποίηση δύο μεγάλων έργων για τις προστατευόμενες περιοχές της χώρας (έργο εκπόνησης ΕΠΜ, π.δ. και σ.δ. για τις περιοχές του δικτύου Natura και LIFE-IP).
    Η έλλειψη επαρκούς πρόβλεψης για τη διαδικασία μετάβασης μεταξύ του υφιστάμενου σχήματος των φορέων διαχείρισης και του ΟΦΥΠΕΚΑ εντείνει την αβεβαιότητα αυτή. Για ένα τόσο σημαντικό διακύβευμα, όπως είναι η προστασία και διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών της χώρας, το νέο σχήμα προκαλεί σύγχυση καθώς και ερωτήματα τόσο για την προβλεπόμενη οργανωτική του δομή όσο και για τη λειτουργία του στην πράξη και την in situ προστασία της βιοποικιλότητας.

    Η δημιουργία ενός κεντρικού φορέα με ευθύνη για τον συντονισμό και την εποπτεία της διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών αποτελεί αδιαμφισβήτητη ανάγκη για τη διασφάλιση της συνεκτικότητας και λειτουργικότητας της διαχείρισης και του ίδιου του δικτύου των προστατευόμενων περιοχών στη χώρα μας. Μπορεί επίσης να συμβάλει στην εξοικονόμηση πόρων και χρόνου που απαιτούνται για καθημερινές λειτουργίες εσωτερικής διαχείρισης, όπως η λογιστική υποστήριξη, ο σχεδιασμός έργων και χρηματοδοτικών προτάσεων, ο οικονομικός έλεγχος, κλπ.
    Η ανάθεση όμως αυτής της συντονιστικής ευθύνης σε νομικό πρόσωπο που στερείται κρίσιμων αρμοδιοτήτων, όπως η γνωμοδότηση για έργα και δραστηριότητες στις περιοχές ευθύνης του και ενέργειες που σχετίζονται με τη φύλαξη, πολύ απέχει από τη ρηξικέλευθη και αποτελεσματική αναδόμηση που είναι απαραίτητη.

    Ο προβλεπόμενος οργανισμός (ΟΦΥΠΕΚΑ) ως ν.π.ι.δ. φαίνεται να υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το ΥΠΕΝ, ειδικότερα κατά το μέρος που αφορά τις αρμοδιότητες του τμήματος προστατευόμενων περιοχών της Δ/νσης Βιοποικιλότητας. Η ανάθεση των αρμοδιοτήτων αυτών γίνεται χωρίς να προβλέπονται επαρκή εχέγγυα για τον συντονισμό και την εποπτεία εκ μέρους του υπουργείου κατά την εκτέλεση της συνταγματικής υποχρέωσης του κράτους για την «προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος» (άρθρο 24 Σ).

    Η σχέση μεταξύ του ΥΠΕΝ, ως κύριου φορέα για τον «στρατηγικό σχεδιασμό για την προστασία και τη βιώσιμη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας» και την εφαρμογή του σχεδιασμού αυτού, και του ΟΦΥΠΕΚΑ δεν προσδιορίζεται σαφώς. Επιπρόσθετα, δεν διαφυλάσσονται οι αρμοδιότητες του ΥΠΕΝ σε ό,τι αφορά τον επιτελικό και συντονιστικό του ρόλο για τη διαχείριση και προστασία της βιοποικιλότητας. Κύριο στοιχείο της σχέσης αυτής φαίνεται να είναι ένα νεοεισαχθέν εργαλείο, το «Σχέδιο Δράσης βελτίωσης της δημόσιας πολιτικής προστατευόμενων περιοχών» (άρθρο 42), το οποίο εκπονείται από το ΥΠΕΝ, ενώ ο ΟΦΥΠΕΚΑ αποτελεί το «αρμόδιο όργανο για τη διοίκηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής του Σχεδίου Δράσης και την ετήσια επικαιροποίησή του». Εντούτοις, ενώ ο ΟΦΥΠΕΚΑ ορίζεται ως αρμόδιο όργανο για την εφαρμογή του σχεδίου δράσης, έχει επίσης την αρμοδιότητα για την επικαιροποίηση και την αξιολόγηση της εφαρμογής του χωρίς να προσδιορίζεται ο ρόλος του ΥΠΕΝ στις διαδικασίες αυτές.
    Συνεπώς, δημιουργείται σύγχυση στην εκτέλεση του έργου και των αρμοδιοτήτων του ΟΦΥΠΕΚΑ τόσο σε σχέση με το ΥΠΕΝ, όσο και σε σχέση με άλλους υφιστάμενους φορείς. Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει, στο πλαίσιο αυτό, στην Επιτροπή Φύση 2000, η οποία προβλέπεται να μεταφερθεί στον ΟΦΥΠΕΚΑ (άρθρο 32 παρ. 6 παρόντος νομοσχεδίου), ο/η δε εκάστοτε πρόεδρός της είναι μέλος του ΔΣ του (άρθρο 28 παρόντος νομοσχεδίου). Ωστόσο η Επιτροπή Φύση 2000 έχει βάσει νόμου αρμοδιότητες οι οποίες σε κάποιον βαθμό ταυτίζονται με τις αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ – ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον “συντονισμό, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των διαδικασιών προγραμματισμού, οργάνωσης και λειτουργίας του Εθνικού Συστήματος Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών” (άρθρο 17 ν. 2742/1999, ομοίως άρθρο 19 του ν. 3937/2011).
    Επιπλέον, ο σκοπός, ο ρόλος και οι αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ δεν είναι σαφώς προσδιορισμένοι και καθορισμένοι. Ο νέος οργανισμός φαίνεται να έχει ευρύ πεδίο δράσης σε ό,τι αφορά τον σκοπό που καλείται να επιτελέσει σε σχέση με την πολιτική «για τη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών στην Ελλάδα, την προώθηση και υλοποίηση δράσεων βιώσιμης ανάπτυξης και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής» (άρθρο 27 παρ. 4 παρόντος νομοσχεδίου). Σε ό,τι όμως αφορά τους δύο τελευταίους στόχους, ήτοι τη βιώσιμη ανάπτυξη και ειδικότερα την κλιματική αλλαγή και παρά την ονομασία του οργανισμού, δεν προβλέπονται επαρκείς και σαφώς προσδιορισμένες αρμοδιότητες που θα του επιτρέψουν να επιτελέσει τους σκοπούς αυτούς, αλλά ούτε και προβλέπονται οι απαραίτητες συνέργειες με άλλους υφιστάμενους φορείς που έχουν σχετικούς ρόλους και αρμοδιότητες (όπως για παράδειγμα το Συμβούλιο για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή).

    Επιπρόσθετα, οι αρμοδιότητες του νέου οργανισμού περιορίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό σε θέματα που αφορούν εξ’ ολοκλήρου στις προστατευόμενες περιοχές αφήνοντας ένα σημαντικό κενό ή ασάφειες στα θέματα που αφορούν στη βιοποικιλότητα εκτός προστατευόμενων περιοχών [ενδεικτικά αναφέρονται η προστασία ειδών και οικοτόπων προτεραιότητας στο σύνολο της εξάπλωσής τους, η προστασία και διαχείριση ενδημικών ειδών ή ειδών σε κατηγορία κινδύνου, άλλα προστατευτέα αντικείμενα όπως π.χ οι υγρότοποι του π.δ. των μικρών νησιωτικών υγρότοπων (ΦΕΚ 229 ΑΑΠ/2012) που δεν βρίσκονται εντός π.π., η διατήρηση των γενετικών πόρων, η επικαιροποίηση των κόκκινων βιβλίων, κ.α.]. Αντίστοιχα δεν αναφέρεται αν θα υπάρχει σύνδεση με άλλες στρατηγικές που αφορούν και τις προστατευόμενες περιοχές, όπως η Εθνική Στρατηγική για τα Δάση, ή ρυθμιστικές αποφάσεις (όπως η ετήσια ρυθμιστική απόφαση θήρας).

    Για την αποτελεσματική λειτουργία του νέου σχήματος, θα πρέπει να υπάρχει σαφής διασφάλιση ότι θα έχει επαρκή χρηματοδότηση και στελέχωση για να μπορέσει να επιτελέσει τη λειτουργία και τις αρμοδιότητές του τόσο σε κεντρικό επίπεδο (κεντρικές υπηρεσίες) όσο και σε επίπεδο μονάδων διαχείρισης. Τέτοια όμως πρόνοια δεν υπάρχει στο νομοσχέδιο.
    Σημαντικό στοιχείο της διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών βάσει διεθνών και ευρωπαϊκών ενδεδειγμένων πρακτικών είναι η τοπικότητα και η συμμετοχικότητα στη διαχείριση. Και τα δύο αυτά στοιχεία είναι υποβαθμισμένα στο νέο σχήμα, σε σχέση με το ισχύον.

    Ειδικά όσον αφορά την αφαίρεση από τις μονάδες διαχείρισης (αλλά και από τον ΟΦΥΠΕΚΑ) της κρίσιμης ευθύνης της γνωμοδότησης επί έργων και δραστηριοτήτων που αδειοδοτούνται εντός των ορίων των περιοχών ευθύνης τους, είναι προφανής η λειτουργική αποψίλωση του συστήματος διακυβέρνησης των προστατευόμενων περιοχών.

    Όπως προαναφέρθηκε, οι μονάδες διαχείρισης π.π., παρά τον σημαντικό τους ρόλο, έχουν περιορισμένες αρμοδιότητες, ενώ εντοπίζονται κομβικές ελλείψεις σχετικά με: (α) τη συμμετοχή στην κατάρτιση και επικαιροποίηση των σ.δ., (β) τον ρόλο στη διαβούλευση κατά την εκπόνηση των ΕΠΜ, των π.δ. και των σ.δ., (γ) τις γνωμοδοτικές αρμοδιότητες σε περιπτώσεις αδειοδότησης έργων, και (δ) τη φύλαξη των περιοχών.

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης έργων εντός των προστατευόμενων περιοχών, το νομοσχέδιο δεν προβλέπει γνωμοδοτική αρμοδιότητα ούτε για τον ΟΦΥΠΕΚΑ, ούτε για τις ΜΔΠΠ ή τις Επιτροπές Διαχείρισης, δημιουργώντας ένα σημαντικό κενό στη διαχείριση σε ό,τι αφορά έργα με ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις στα προστατευτέα αντικείμενα. Θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του ΟΦΥΠΕΚΑ και των ΜΔΠΠ, αλλά και η συμβολή των επιτροπών διαχείρισης στη διαδικασία γνωμοδότησης, με την παροχή, μάλιστα, «σύμφωνης» και όχι απλής γνώμης, τουλάχιστον για έργα τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στις περιοχές και στα προστατευτέα αντικείμενα (πρώτη κατηγορία (Α) άρθρο 1 του ν. 4014/2011). Στις περιπτώσεις αυτές, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι η ΜΔΠΠ, λόγω της τοπικής γνώσης και εμπειρίας στη διαχείριση της συγκεκριμένης περιοχής, θα έχει την κύρια ευθύνη για τη σύνταξη της γνωμοδότησης. Τέλος, θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ρητά αρμοδιότητα για παροχή γνώμης του ΟΦΥΠΕΚΑ ή/και των ΜΔΠΠ και κατά τη διαδικασία στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης.

    Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη φύλαξη, το νομοσχέδιο αν και αναφέρει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς δεν επιλύει τα υφιστάμενα προβλήματα φύλαξης των π.π. , όπως αυτά έχουν αναδειχθεί και αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με κυριότερο την ανάγκη οι φύλακες των φορέων ή τα μελλοντικά στελέχη των μονάδων διαχείρισης να έχουν ανακριτικά καθήκοντα ή/και να συνεργάζονται υποχρεωτικά με τις αρμόδιες αρχές και σώματα (λιμεναρχεία, δασαρχεία, αστυνομία, κλπ) τόσο στον από κοινού σχεδιασμό της φύλαξης της εκάστοτε π.π., αλλά και επιχειρησιακά κατά την υλοποίηση της φύλαξης με μικτά κλιμάκια στο πεδίο.

    Οι αρμοδιότητες των ΜΔΠΠ περιορίζονται απλά στη διαμόρφωση «προτάσεων φύλαξης» και στην «επικουρία των αρμόδιων διοικητικών και δικαστικών αρχών στον έλεγχο της εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας». Η δε επίλυση προβλημάτων μετατίθεται στο μέλλον και με τρόπο ασαφή μέσω δυνητικών μνημονίων συνεργασίας του άρθρου 38 «για τον συντονισμό του σχεδιασμού και της εφαρμογής της πολιτικής ππ» μεταξύ του ΟΦΥΠΕΚΑ και άλλων δημόσιων φορέων, όπως αποκεντρωμένες διοικήσεις και το Λιμενικό Σώμα.

    Τέλος, παρά το γεγονός ότι οι διεθνείς και ευρωπαϊκές ενδεδειγμένες πρακτικές συνηγορούν στην ανάγκη ενσωμάτωσης συμμετοχικών διαδικασιών στη διαχείριση και στη δημιουργία ενός πλαισίου για τη συνδιαμόρφωση του διαχειριστικού σχεδιασμού ως σημαντικών στοιχείων για την αποτελεσματική και λειτουργική διαχείριση προστατευόμενων περιοχών και την επίτευξη συναινέσεων και κοινωνικής αποδοχής, το υπό διαβούλευση νέο σχήμα έχει περιορισμένες διαδικασίες συμμετοχικής διαχείρισης. Στα κεντρικά όργανα διοίκησης του ΟΦΥΠΕΚΑ και στις ΜΔΠΠ δεν προβλέπεται συμμετοχή εμπλεκόμενων φορέων. Η μόνη μορφή συμμετοχικής διαχείρισης περιλαμβάνεται στις επιτροπές διαχείρισης, η συγκρότηση των οποίων προβλέπεται ότιδεν προβλέπεται ως υποχρεωτική και γίνεται με απόφαση του ΔΣ του ΟΦΥΠΕΚΑ «μετά από εισήγηση του προϊσταμένου της Μονάδας Διαχείρισης Προστατευόμενης Περιοχής» χωρίς διασφάλιση για τη συγκρότηση των Επιτροπών αυτών στην πράξη. Οι αρμοδιότητές τους και ο ρόλος τους δεν προβλέπονται στο νομοσχέδιο, αναφέρεται μόνο ότι «δύνανται να καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Επιτροπών Διαχείρισης» με απόφαση του ΥΠΕΝ, η δε λειτουργία τους επαφίεται στον εκάστοτε προϊστάμενο της ΜΔΠΠ. Δεν διασφαλίζεται συνεπώς ότι θα συσταθούν οι απαραίτητες επιτροπές προκειμένου να αποτελέσουν κομβικούς τοπικούς παράγοντες για την επίτευξη συναινέσεων και τον συντονισμό και τις συνέργειες μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων και των τοπικών κοινωνιών.

  • 17 Μαρτίου 2020, 17:34 | Βαγγέλης Ι. Παράβας

    6. Αντίστοιχα με την έλλειψη που διαπιστώνεται στον ΟΦΥΠΕΚΑ οι ΜΔΠΠ και οι σχετικές επιτροπές διαχείρισης έχουν περιορισμένες ή και καθόλου αρμοδιότητες σε σχέση με την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Η έλλειψη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς ο καθ’ ύλην αρμόδιος φορέας (ΟΦΥΠΕΚΑ/ΜΔΠΠ) δεν θα έχουν αρμοδιότητα αδειοδότησης για έργα και δραστηριότητες που ενδεχομένως να επηρεάσουν σημαντικά και αρνητικά τα προστατευτέα αντικείμενα που έχουν υπό την ευθύνη τους.

  • Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, η Καλλιστώ και η Ελληνική Εταιρία για την Προστασία της Φύσης παραπέμπουν στα σχόλια που έχουν αναρτήσει από κοινού στο άρθρο 1 του Σχεδίου νόμου και τα οποία αφορούν συνολικά το Σχέδιο νόμου.

    Οι διατάξεις που περιέχονται στα άρθρα 1 έως 47 του Σχεδίου νόμου παραβιάζουν το άρθρο 24 του Συντάγματος, το γράμμα και το πνεύμα της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της ΕΕ, γενικές αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

    Ακόμη, καταγγέλλεται η προσχηματικότητα της διαδικασίας διαβούλευσης, καθώς το ΥΠΕΝ δεν έκανε δεκτό το κοινό αίτημα των περιβαλλοντικών οργανώσεων για παράταση της διαδικασίας διαβούλευσης, παρά τις εξαιρετικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί το τελευταίο διάστημα – ελέω κοροναϊού – και παρά το ότι κατά την πρόσφατη διμηνιαία συνάντηση με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τον Φεβρουάριο 2020, υπήρξε διαβεβαίωση προς όλες τις περιβαλλοντικές οργανώσεις που ήταν παρούσες ότι θα υπήρχε επαρκής χρόνος για τη διαβούλευση.

  • 17 Μαρτίου 2020, 16:57 | Βαγγέλης Ι. Παράβας

    6. Σημαντικό κενό που διαφαίνεται στις αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ αποτελεί η συμβολή του ως γνωμοδοτικό όργανο στην περιβαλλοντική αδειοδότηση ειδικά σε σχέση με δέουσα εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 6.3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Οι ευθύνες, αρμοδιότητες και σκοποί του ΟΦΥΠΕΚΑ, όπως περιγράφονται στο παρόν σχέδιο νόμου του δίνουν την απαραίτητη ικανότητα να γνωμοδοτεί σχετικά.

  • 17 Μαρτίου 2020, 16:18 | Βαγγέλης Ι. Παράβας

    Η δημιουργία ενός εθνικού και κεντρικού οργανισμού (ΟΦΥΠΕΚΑ) για το συντονισμό, κεντρική διοίκηση και διαχείριση των ΠΠ της Ελλάδας βρίσκεται σε σωστή κατεύθυνση. Αυτή εξάλλου είναι και μία ευρέως χρησιμοποιούμενη πολιτική από πλήθος άλλων χωρών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, η οποία αν εφαρμοστεί ορθά θα συμβάλλει σημαντικά στο συντονισμό, στην αποτελεσματική διαχείριση και στην υλοποίηση ουσιαστικών μέτρων και πολιτικών προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, στην λειτουργία του δικτύου Natura 2000, στην εφαρμογή των οδηγιών πτηνών και οικοτόπων, αλλά και στην εθνική περιβαλλοντική νομοθεσία. Εξάλλου, η πραγματική/ουσιαστική/αποτελεσματική/συνεχής υποστήριξη του συστήματος ΠΠ από τις κεντρικές δημόσιες αρχές έχει αποτελέσει αίτημα περιβαλλοντικών οργανώσεων επιστημονικών εταιρειών και σχετικών ενδιαφερομένων εδώ και πολλά χρόνια, καθώς ο κεντρικός συντονισμός και η υποστήριξη από τις μέχρι σήμερα δομές της κεντρικής διοίκησης (ΥΠΕΝ, ΥΠΕΚΑ, ΥΠΕΧΩΔΕ) με τη σχετική αρμοδιότητα υπήρξε αποσπασματικός, περιορισμένος, αναποτελεσματικός και στηριγμένος σε πολλές περιπτώσεις σε πολιτικές αποφάσεις που στερούταν επιστημονικής τεκμηρίωσης και ανάγκης. Η δημιουργία λοιπόν ενός κεντρικού, ανεξάρτητου πολιτικά και σωστά στελεχωμένου, αλλά και διαφανή φορέα για την προστασία της φύσης είναι όντως προς αυτή την κατεύθυνση.

    Σε κάθε όμως περίπτωση το σχέδιο νόμου εμφανίζει σημαντικά κενά τα οποία δείχνουν πως θα δυσκολέψουν σημαντικά τη μετάβαση στο νέο πλαίσιο αλλά και στην ομαλή λειτουργία του συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών, αν δεν λυθούν και αντιμετωπιστούν μέσω του παρόντος σχεδίου.

  • 17 Μαρτίου 2020, 15:24 | MEDASSET

    Γενικό σχόλιο: Κρίνουμε πως όποιο καινούριο μοντέλο διαχείρισης προταθεί, θα πρέπει ταυτόχρονα να διασφαλιστεί ξεκάθαρη πολιτική βούληση για την εφαρμογή του ώστε να επιτευχθεί η ορθή προστασία και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας χωρίς αυτό να μεταφράζεται ως «εμπόδιο στην ανάπτυξη», θέλοντας να αποφύγουμε οποιαδήποτε νέα αποτυχία. Θέλουμε να σημειώσουμε επίσης, ότι για να πετύχει το σύστημα διακυβέρνησης θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς και αρχές να αντιληφθούν ότι συμμετέχουν σε ένα σύστημα που πρωταρχικό στόχο έχει την προστασία και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος.

  • 17 Μαρτίου 2020, 13:17 | Χρήστος Φ.

    Αναφέρετε στην αιτιολογική έκθεση ότι στο υφιστάμενο σχήμα » Δεν υπάρχει μια κεντρική δομή για τον συντονισμό της διακυβέρνησης των Προστατευόμενων Περιοχών με αποτέλεσμα να παρατηρείται έλλειψη ενιαίας πολιτικής και ο κατακερματισμός σε απομονωμένες και ασύνδετες δράσεις, ενώ δεν γίνεται μόνιμη παρακολούθηση της κατάστασης διατήρησης των ειδών και τύπων οικοτόπων στη χώρα».
    Με αυτό που προτείνετε είναι βέβαιο ότι θα γίνει κατακερματισμός σε απομονωμένες και ασύνδετες δράσεις, όταν στο Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ θα μετέχουν σε κύριο λόγο τόσοι δημόσιοι φορείς και χωρίς να φαίνεται ξεκάθαρα κάποια ενιαία πολιτική. Το γεγονός ότι θα πρέπει να υπάρχει μια κεντρική δομή στο ΥΠΕΝ για το συντονισμό των ΦΔ στην αποτελεσματική επίτευξη του ρόλου τους είναι δεδομένο. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας είναι υποχρέωση του ΥΠΕΝ με τις δομές που λειτουργεί τόσα χρόνια, τους ΦΔ. Οι υπόλοιποι φορείς του Δημοσίου θα πρέπει να επικουρούν στο έργο αυτό, αλλά με ξεκάθαρες θεσμοθετημένες αρμοδιότητες. Το συγκεκριμένο, ασαφές, συγκεντρωτικό μοντέλο θα έχει ως συνέπεια να απαιτούνται αναρίθμητες νομοθετικές παρεμβάσεις με αντίστοιχες καθυστερήσεις χρόνου, αδυναμία λειτουργίας τόσο του κεντρικού Φορέα και κατά συνέπεια και των ΜΔ.

  • 17 Μαρτίου 2020, 11:53 | ΓΕΩΡΓΙΑ Κ.

    Το ΣΔΠΠ είναι αρμοδιότητα αποκλειστικά του ΥΠΕΝ σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος. Τα υπόλοιπα υπουργεία τι ρόλο θα διαδραματίσουν, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι σε μια ΠΠ. Δημιουργείται ένα πολυσχιδές σχήμα που ουσιαστικά δεν θα λειτουργήσει.

  • 17 Μαρτίου 2020, 11:02 | ΙΕΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

    «Στο άρ. 26 του (νέου) Νόμου προστίθενται παράγραφοι 6 και 7 ως εξής:

    6. Η διάταξη του άρ. 3 παρ. 6 του Ν. 4519/2018 διατηρείται σε ισχύ.

    7. Για την ασφαλέστερη και απόλυτη προστασία του Φυσικού Περιβάλλοντος της Αθωνικής Χερσονήσου, ιδιαίτερα από κινδύνους πυρός, αρχαιοκαπηλίας, τρομοκρατικών ενεργειών και άλλων αξιόποινων πράξεων, η θαλάσσια περιοχή της, σε εύρος 500 μέτρων από την ακτογραμμή της, ορίζεται ως Περιφερειακή Ζώνη Προστασίας και μικτού χαρακτήρα περιοχή κατά την έννοια του άρθρου 18 του Ν. 1650/1986, την φύλαξη της οποίας προβλέπει ο Ειδικός Κανονισμός Λιμένα Αγίου Όρους (Υπουργική Απόφαση 2133.2/40999/2019 – ΦΕΚ 2131/Β/6-6-2019) και για την οποία ισχύει η παραπάνω διάταξη του άρ. 3 παρ. 6 του Ν. 4519/2018.».

  • 17 Μαρτίου 2020, 10:26 | ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ ΣΤΑΥΡΟΣ

    Συμπληρωματικά, το νομοσχέδιο δεν αναφέρει εάν οι εργαζόμενοι θα έχουν κάποια επιπλέον μοριοδότηση προκειμένου να μην χαθεί η πολύτιμη εμπειρία που έχουν αποκτήσει όλο αυτό το χρονικό διάστημα και ειδικότερα δεν είναι ξεκάθαρο με το τι θα γίνει με του επόπτες φύλακες.
    Ακόμη η έκταση των ΜΔΠΠ είναι τεράστια, κάθε περιοχή έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει ορθή διαχείριση.

    ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ ΣΤΑΥΡΟΣ
    ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΦΟΡΕΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΟΡΟΣΕΙΡΑΣ ΡΟΔΟΠΗΣ

  • 17 Μαρτίου 2020, 07:31 | Επιτροπή Φύση 2000

    Λόγω του περιωρισμένου χρόνου διαβούλευσης και της αδυναμίας τακτικής συνεδρίασης της επιτροπής για εμπεριστατωμένη ανάλυση του νομοσχεδίου από τα μέλη, η Επιτροπή Φύση 2000 καταθέτει συνοπτικά τα σχόλιά της γιά ωρισμένα μόνο άρθρα. Επιφυλάσσεται για πιο εμπεριστατωμένη μελέτη του νομοσχεδίου και συμπλήρωση των σχολίων αν κριθεί απαραίτητο και δοθεί πρός τούτο η δυνατότητα.

  • Γενικά Σχόλια
    Το Κεφάλαιο Γ εισάγει μια ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος διακυβέρνησης των Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας, η οποία ενώ έχει θετικές πλευρές, τουλάχιστον σε επίπεδο διακηρυκτικό, όπως η πρόθεση ίδρυσης μιας σύνθετης νέας υπηρεσίας με αυτό το αντικείμενο, έστω και ως ΝΠΙΔ, σε κεντρικό και αποκεντρωμένο επίπεδο, δεν φαίνεται όμως να είναι επαρκώς στοιχειοθετημένη και επεξεργασμένη.
    Στα θετικά της πρότασης μεταρρύθμισης που αναρτήθηκε σε διαβούλευση πρέπει να χρεωθούν η εγκατάλειψη της ιδέας για μεταφορά της αρμοδιότητας προστασίας και διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος και ιδιαίτερα των προστατευόμενων περιοχών της χώρας στην αυτοδιοίκηση β’ βαθμού, η κατανόηση της ανάγκης για τοπική λειτουργία των δομών διαχείρισης, η οποία παρότι δεν αναφέρεται ρητά και με σαφήνεια πάντως υπονοείται, καθώς και η διάσωση της θετικής κατάστασης που έχει δημιουργηθεί σε πολλές περιοχές με τη λειτουργία τοπικών σχημάτων πολυσυμμετοχικής διαβούλευσης είτε με τη μορφή των διοικητικών συμβουλίων των ΦΔ είτε με τη μορφή συμβουλευτικών σε αυτά επιτροπών, όπως η Επιτροπή Διαχείρισης Υγροτόπου του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών. Οι αρμοδιότητές και το πλαίσιο λειτουργίας των Επιτροπών Διαχείρισης του άρθρου 35 όμως δεν είναι απολύτως σαφείς και είναι απαραίτητο να θωρακιστούν περισσότερο σε αυτόν τον νόμο, καθώς και οι αρχές επί των οποίων πρέπει να λειτουργούν, με δεδομένο ότι η επίτευξη συναινέσεων επί ζητημάτων διαχείρισης ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς είναι απολύτως απαραίτητη για την αποτελεσματική διαχείριση και προστασία. Είναι επομένως σκόπιμο να προσδιοριστεί περαιτέρω ο συμβουλευτικός μεν, βαρύνων δε ρόλος τους σε σχέση με τις ΜΔΠΠ.
    Δυο είναι τα κύρια στοιχεία του Κεφαλαίου Γ που προβληματίζουν έντονα: Οι αρμοδιότητες των νέων δομών και οι προβλέψεις για τη μετάβαση από το παλιό στο νέο σύστημα.
    Από τον συνδυασμό των άρθρων 27 και 34 προκύπτει ότι ο ΟΦΥΠΕΚΑ δεν έχει συνολική αρμοδιότητα για την διατήρηση της βιοποικιλότητας αλλά μόνο για τη διαχείριση των ΠΠ και ακόμα ότι δεν κάνει ο ίδιος ο ΟΦΥΠΕΚΑ έρευνα, παρακολούθηση και διαχείριση αλλά μόνο συντονίζει άλλους. Όταν προσδιορίζονται όμως οι αρμοδιότητες που θα έχουν οι τοπικές δομές (ΜΔΠΠ), που αποτελούν τμήματα αυτού του οργανισμού με τη διοικητική έννοια, προβλέπεται μια σειρά αρμοδιοτήτων που δεν προβλέφθηκαν για τον ίδιο τον κεντρικό οργανισμό. Χρειάζεται επομένως ανασκευή και των 2 άρθρων περί αρμοδιοτήτων γιατί η παρούσα εκδοχή τους δεν στέκει νομοτεχνικά και διοικητικά.
    Αλλά πέραν αυτής της ατέλειας, στις αρμοδιότητες των ΜΔΠΠ – των οποίων η χωρική αναφορά δεν προσδιορίζεται στον πίνακα που έχει αναρτηθεί με το νομοσχέδιο, πράγμα που πρέπει άμεσα να διορθωθεί – παρατηρείται η απαλοιφή ορισμένων κρίσιμων αρμοδιοτήτων των σημερινών ΦΔ, η οποία είναι ιδιαίτερα προβληματική. Συγκεκριμένα καταργείται η αρμοδιότητα γνωμοδότησης επί έργων, δραστηριοτήτων και σχεδίων στην προστατευόμενη περιοχή κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, καθώς και κάθε άλλη παροχή γνώμης, γεγονός που προσκρούει με το εθνικό δίκαιο όπως ισχύει – να σημειωθεί ότι δεν γίνει σχετική τροποποίηση στο κεφάλαιο Α – αλλά και με το ενωσιακό δίκαιο, σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα του οποίου στην περιβαλλοντική αδειοδότηση συμμετέχουν απαραίτητα αρχές και υπηρεσίες που γνωμοδοτούν από την σκοπιά της διατήρησης της βιοποικιλότητας («δέουσα εκτίμηση» του άρθρου 6(3) της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και άλλες διατάξεις και αρχές του ενωσιακού δικαίου). Αντίθετα με τη λογική του προτεινόμενου νομοσχεδίου θα έπρεπε να θεσμοθετηθεί η αρμοδιότητα γνωμοδότησης και ακόμα και η παροχή «σύμφωνης γνώμης» τουλάχιστον για έργα κατηγορίας Α στις προστατευόμενες περιοχές καθώς και για τη διαδικασία της στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης σχεδίων και προγραμμάτων.
    Καταργείται επίσης και η αρμοδιότητα φύλαξης, έστω και με την έννοια της εποπτείας από προσωπικό των μονάδων, και εισάγεται μια διάταξη στο σημείο ιγ η οποία προβλέπει «παρακολούθηση της εφαρμογής» των προτάσεων φύλαξης των ΜΔΠΠ από τις αρμόδιες αρχές, δηλαδή ένα είδος ελέγχου της δραστηριότητας των δασαρχείων, της αστυνομίας και των λιμεναρχείων. Δεν είναι καθόλου σαφές πώς είναι δυνατόν να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο στο ελληνικό σύστημα δημόσιας διοίκησης, και ειδικά σε αυτό των σωμάτων ασφαλείας, χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση αυτής της προοπτικής.
    Καταργείται ακόμα η αρμοδιότητα διαχείρισης δημοσίων εκτάσεων και η αγορά ή ενοικίαση ιδιωτικών εκτάσεων για σκοπούς διαχείρισης, εργαλεία που είναι σε πολλές περιοχές απαραίτητα για την αποτελεσματική διαχείριση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των προστατευτέων αντικειμένων.
    Ομοίως οι προβλέψεις για τη μετάβαση από το παλιό στο νέο σύστημα δεν φαίνεται να έχουν υποστεί την απαραίτητη επεξεργασία. Συγκεκριμένα στα άρθρα 42 και 43 υπάρχει μεγάλη ασάφεια σχετικά με το λεγόμενο Σχέδιο Δράσης βελτίωσης της δημόσιας πολιτικής Προστατευόμενων Περιοχών και το προβλεπόμενου εκεί Σχεδίου Μετάβασης και του σημείου διαδοχής των ΦΔΠΠ από τον ΟΦΥΠΕΚΑ και των σχετικών ρυθμίσεων (βλ. αναλυτικές παρατηρήσεις στον σχολιασμό κατ’άρθρο). Δημιουργείται σοβαρή ανησυχία τόσο για το κενό που ενδέχεται να δημιουργηθεί ως προς την κάλυψη τυπικών υποχρεώσεων, και ιδίως εκείνων της οικονομικής διαχείρισης και της διαχείρισης προγραμμάτων των σημερινών ΦΔ από τις νέες δομές, όσο και για το κενό που ενδέχεται να δημιουργηθεί ως προς την προστασία και διαχείριση των περιοχών, το οποίο δεν αποκλείεται να καταλήξει σε υποβάθμιση των προστατευτέων αντικειμένων και έκθεση της χώρας σε παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου. Επομένως είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι οι υπάρχοντες ΦΔΠΠ δεν θα πάψουν να λειτουργούν έως ότου οι νέες δομές στηθούν και είναι επιχειρησιακά έτοιμες και στελεχωμένες ώστε να ανταποκριθούν στα καθήκοντα που θα κληρονομήσουν από τους ΦΔΠΠ. Επιπλέον είναι απαραίτητο να αποφευχθεί η κατάργηση του σημερινού συστήματος διακυβέρνησης ΠΠ πριν ολοκληρωθεί η έγκριση προεδρικών διαταγμάτων και σχεδίων διαχείρισης για όλες τις περιοχές NATURA 2000 της χώρας, γεγονός που θα επιτρέψει οι νέες δομές να έχουν σαφή πυξίδα που να καθοδηγεί τις συγκεκριμένες αποφάσεις και επιλογές τους για κάθε ΠΠ ευθύνης τους. Μια τέτοια λογική διαπνέει ούτως ή άλλως και το κεφάλαιο Γ και το κεφάλαιο Δ του παρόντος νομοσχεδίου και δεν θα πρέπει να παρακαμφθεί.
    Άλλες σημαντικές αδυναμίες ή ασάφειες του Κεφαλαίου Γ αφορούν την πρόβλεψη των οικονομικών πόρων των νέων δομών και τον προορισμό τους (άρθρα 31 και 34), το προσωπικό των νέων δομών και την τύχη της Επιτροπής ΦΥΣΗ 2000 (άρθρο 32). Είναι επομένως απολύτως ασαφής και ο χαρακτήρας του νέου συστήματος καθώς και η προοπτική αυτό να στηθεί και να λειτουργήσει αποτελεσματικά στο άμεσο μέλλον.

    Άρθρο 26
    Προβλέπεται «επικουρικός» ρόλο των πΜΚΟ και γίνεται παραπομπή στο άρθρο 41, αλλά λείπει οποιαδήποτε αναφορά σε άλλους εμπλεκόμενους φορείς και ιδίως σε όσους συμμετέχουν στις Επιτροπές Διαχείρισης του άρθρου 35.

  • 17 Μαρτίου 2020, 00:16 | Δέσποινα Βώκου

    ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ-ΦΥΛΑΞΗ. Είναι δραματική εξέλιξη για το φυσικό περιβάλλον της χώρας ότι το ΥΠΕΝ, αντί να θεραπεύσει καταγραμμένες ελλείψεις των φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, που σε μεγάλο βαθμό οφείλονται σε διαχρονική δική του ολιγωρία -αν όχι παραβατικότητα- διαλύει τον θεσμό και στη θέση του φέρνει ένα τελείως πρόχειρο, προβλεπτά αναποτελεσματικό και κατά συνέπεια καταστροφικό σύστημα διακυβέρνησης των προστατευόμενων περιοχών της χώρας. Και μάλιστα, το κάνει αυτό μεταθέτοντας δικές του ευθύνες στους φορείς διαχείρισης. Η χώρα δεν σέρνεται στα δικαστήρια εξαιτίας της αναποτελεσματικότητας των φορέων διαχείρισης. Κάτω από όποιο σχήμα διακυβέρνησης των προστατευόμενων περιοχών, αυτό θα συνεχίσει να γίνεται όσο κεντρική κυβέρνηση, περιφέρειες και τοπική αυτοδιοίκηση δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους (παρά τις απελπισμένες προσπάθειες να αποτραπούν τέτοιες εξελίξεις από ΦΔ και και Επιτροπή ‘Φύση 2000’). Δεν χρειάζεται κανένας ΟΦΥΠΕΚΑ, ούτε 21 Μονάδες Διαχείρισης (αντί για τους 36 ΦΔ) ούτε βέβαια οι ανεκδιήγητες Τοπικές Επιτροπές Διαχείρισης Συμβουλευτικού χαρακτήρα για να πάνε τα πράγματα καλύτερα με το φυσικό περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα και τους γενετικούς πόρους της χώρας μας. Υπάρχει επαρκές θεσμικό πλαίσιο για τη διακυβέρνηση των προστατευόμενων περιοχών που βασίζεται στο μοντέλο της συνδιαχείρισης. Αυτό έχει αξιολογηθεί εδώ και καιρό με πλήρως αξιόπιστο τρόπο (που καθόλου δεν έλαβαν υπόψη τους οι συντάκτες αυτού του νομοσχεδίου). Σε αντιστοιχία με αυτό το πλαίσιο, λειτουργούν τοπικά οι φορείς διαχείρισης, κεντρικό συντονιστικό ρόλο έχει η εθνική Επιτροπή ‘Φύση 2000’, ενώ η αρμόδια Διεύθυνση Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας του ΥΠΕΝ έχει ευθύνη να θέτει πλαίσια, να καθοδηγεί και να ελέγχει. Όλο αυτό το σύστημα, το οποίο ολοκληρώθηκε μόλις το 2018, θα μπορούσε να λειτουργήσει εξαιρετικά, εάν οι επιμέρους δομές υποστηρίζονταν από το ΥΠΕΝ -ως όφειλε να κάνει- ώστε να εκπληρώνουν πλήρως το ρόλο τους. Η αρμόδια Διεύθυνση του ΥΠΕΝ θα έπρεπε αυτή πρωτίστως να στελεχωθεί ώστε να λειτουργεί με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Οι φορείς διαχείρισης θα έπρεπε να αποκτήσουν μια ομάδα μόνιμου προσωπικού και σταθερή χρηματοδότηση και η Επιτροπή Φύση 2000 να λειτουργεί όχι μόνο ως ΔΣ. Απλά πράγματα. Συμβάσεις, μνημόνια, θέσεις προϊσταμένων και χρήματα που δίνονται σε πράγματα χωρίς συνέχεια σε ένα πλαίσιο νέων δομών τελείως πρόχειρο, που ξεκινάει από το μηδέν, δεν οδηγούν σε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
    Το πραγματικά μεγάλο θέμα για την ελληνική φύση -και όχι μόνο για τις προστατευόμενες περιοχές- είναι η σοβαρή, με γνώση και πλήρη επιχειρησιακή δυνατότητα, φύλαξη. Αυτό χρειάζεται να αντιμετωπιστεί. Αυτό θα ήταν το κύριο θέμα με το οποίο θα έπρεπε να ασχοληθεί το ΥΠΕΝ, αν ήθελε πραγματικά κάτι σημαντικό να κάνει. Αντ’ αυτού, το σημερινό ΥΠΕΝ προχωράει σε πλήρη αποδόμηση ενός θεσμού. Αντί να χτίσουμε επάνω σε αυτό που έχουμε θεμελιώσει, εφαρμόσει, αξιολογήσει και πια γνωρίζουμε πού θα έπρεπε να επέμβουμε για να κάνουμε το σύστημα πιο λειτουργικό, επιστρέφουμε ξανά σε σημείο μηδέν. Εάν αυτή η επιλογή του δεν αντιστοιχεί στο δόγμα ‘κανένα όριο στην ανάπτυξη’, ας πάρει πίσω το ΥΠΕΝ όλες τις ρυθμίσεις αυτού του νομοσχεδίου για τις προστατευόμενες περιοχές και ας ανοίξει το θέμα της συνολικής φύλαξης των βιολογικών πόρων της χώρας. Εάν είναι στρατηγική επιλογή του, οδηγούμαστε σε δραματικές εξελίξεις και θα πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τις αποτρέψουμε.
    Δέσποινα Βώκου, πρώην πρόεδρος ΦΔ Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα και Επιτροπής’ Φύση 2000’, νυν πρόεδρος Τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ

  • 16 Μαρτίου 2020, 21:24 | Κεχαγιόγλου Σταύρος

    Γενικότερα αλλά και λόγω και των ειδικών συνθηκών που έχει διαμορφώσει η πανδημία κορωνοϊού, προτείνεται η συνολική απόσυρση του εντελώς προβληματικού νομοσχέδιου που είναι γραμμένο στο πόδι και προσφέρει κακή υπηρεσία στη χώρα.
    Είναι ένα νομοσχέδιο ΤΑΦΟΠΛΑΚΑ για τους ΦΔΠΠ. Δεν συνιστά εκσυγχρονισμό περιβαλλοντικής νομοθεσίας αλλά δραματική οπισθοδρόμηση. Έρχεται αντίθεση με τη νομοθεσία τόσο της ΕΕ όσο και σχεδόν όλων των κρατών μελών. Το νομοσχέδιο αυτό είναι προϊόν μιας Επιτροπής η οποία δεν βασίστηκε σε καμία απολύτως επιστημονική τεκμηρίωση και αξιολόγηση.
    Η ηγεσία του ΥΠΕΝ ΠΟΤΕ δεν δέχτηκε τους Προέδρους και τους εργαζόμενους των ΦΔΠΠ (οι οποίοι και διαθέτουν την μεγαλύτερη εμπειρία όσο αφορά την διαχείριση των ΠΠ) προκειμένου να διαμορφώσει το εν λόγω νομοσχέδιο. Γεγονός πρωτοφανές και ανεπίτρεπτο που παραπέμπει σε άλλες εποχές!
    Οι Φορείς Διαχείρισης, χάνουν την αυτοτέλεια τους και μετατρέπονται σε Μονάδες Διαχείρισης σε Τμήματα δηλαδή (καθαρά γραφειοκρατικού τύπου) γεγονός που οδηγεί σε μια νέα συγκεντρωτική δομή.
    Με το νομοσχέδιο δημιουργείται άλλος ένας ΑΘΗΝΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ενώ το υπάρχον σύστημα των ΦΔ στηρίζεται στην συμμετοχικότητα των εμπλεκόμενων φορέων με την ύπαρξη των ΔΣ και σε μια αποκεντρωμένη λογική. Τέτοιο συγκεντρωτικό μοντέλο δεν υπάρχει σε κανένα κράτος μέλος, σε όλα τα κράτη μέλη οι φορείς διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με το μέχρι τώρα ισχύον στη χώρα μας σύστημα (Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία, Γαλλία, κλπ).
    Το νομοσχέδιο προβαίνει σε μια μείωση της προστασίας των ζωνών των προστατευόμενων περιοχών σύμφωνα με τα άρθρα 44-47 σε αντίθεση με την ισχύουσα νομοθεσία.
    Το νομοσχέδιο έχει ως μοναδικό σκοπό να αποκλείσει για το μέλλον τις πιθανές αρνητικές γνωμοδοτήσεις για έργα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις προστατευόμενες περιοχές. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, καταργείται και το άρθρο 20, παρ. 7 του ν. 4014/2011.
    Το νομοσχέδιο καταργεί τα ΔΣ των ΦΔΠΠ ουσιαστικά αχρηστεύοντας την μεγάλη εμπειρία των Προέδρων και των μελών του ΔΣ, που έβαλαν πλάτη όλα αυτά τα χρόνια προσπαθώντας να κρατήσουν όρθιους του ΦΔΠΠ. Περισσότερους από 250 επιστήμονες (Πρόεδροι και ΔΣ) που βρίσκονται στις υπηρεσίες του ΥΠΕΝ και μάλιστα αμισθί τους αντικαθιστά από αμειβόμενους Γενικούς Δ/ντες, Δ/ντες, κτλ
    Θα δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Ειδικότερα:
    Για τα έργα ΥΜΕΠΕΡΑΑ, θα παγώσει η υλοποίηση των ενταγμένων Πράξεων, ενώ θα διακοπεί η ένταξη των προτάσεων που έχουν υποβληθεί και δεν εντάχθηκαν ακόμα. Αυτό σημαίνει περίπου 90 εκ ευρώ στα σκουπίδια!
    Για τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα LIFE, INTERREG, ΠΕΠ, κτλ θα έχουμε μεγάλες καθυστερήσεις και αναπόφευκτα απεντάξεις Πράξεων με αρνητική επίπτωση στην απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων.

    Κεχαγιόγλου Σταύρος
    Πρόεδρος Φορέα Διαχείρισης Οροσειράς Ροδόπης

  • 16 Μαρτίου 2020, 20:59 | ΓΕΩΡΓΙΑ Κ.

    Το ΣΔΠΠ είναι αρμοδιότητα αποκλειστικά του ΥΠΕΝ με βάση και το άρθρο 24 του συντάγματος. Τα υπόλοιπα υπουργεία τι ρόλο θα διαδραματίσουν, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι σε μια ΠΠ; Δημιουργείται ένα πολυσχιδές σχήμα που ουσιαστικά δεν θα λειτουργήσει.

  • 16 Μαρτίου 2020, 13:54 | ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΟΣ ΣΥΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΦΔΠΠ

    Επί του άρθρ. 26
    Η ευθύνη για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος αποτελεί Συνταγματική υποχρέωση του κεντρικού κράτους (άρθρο 24 Συντάγματος). Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ δεν μπορεί να περιλαμβάνει τις Περιφέρειες και τους Δήμους, πόσο μάλλον τις ΜΚΟ για την εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής για τις προστατευόμενες περιοχές. Με το προτεινόμενο σχήμα, είναι προφανές ότι όχι μόνο δεν καλύπτεται η Συνταγματική επιταγή, αλλά δημιουργείται ένα Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης για τις Προστατευόμενες Περιοχές το οποίο δεν είναι συνεκτικό και συνεπακόλουθα δεν θα είναι λειτουργικό και βιώσιμο. Δεν καλύπτεται δηλαδή καμία από τις προϋποθέσεις λειτουργίας ενός Εθνικού Συστήματος για τις Προστατευόμενες Περιοχές σύμφωνα με αυτές που έχει θέσει και η Επιτροπή Φύση 2000.

  • 16 Μαρτίου 2020, 13:52 | ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΦΔΠΠ

    Επί της αρχής:
    Οι ρυθμίσεις του σχεδίου νόμου επί των όχι μόνο ως εκσυγχρονιστικές δεν κρίνονται, αλλά αντιθέτως είναι αναχρονιστικές και καταστροφικές για το φυσικό περιβάλλον της χώρας και αυτό τεκμηριώνεται παρακάτω στο σχολιασμό του κάθε άρθρου. Οι διατάξεις που αφορούν το Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης για τις ΠΠ πέραν από καταστροφικές κρίνονται και ανεφάρμοστες. Τα προβλήματα που θα επιφέρουν στην διαχείριση των ΠΠ και στην υλοποίηση των πάσης φύσεως συγχρηματοδοτούμενων ή ευρωπαϊκών προγραμμάτων έχουν ήδη επισημανθεί από τις διαχειριστικές αρχές και έχουν αγνοηθεί από τους συντάκτες του νομοσχεδίου.
    Άλλωστε, το όλο εγχείρημα στηρίζεται σε λανθασμένες παραδοχές σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση. Συγκεκριμένα, σε αυτή αναφέρεται ότι:
    «Το μοντέλο των ΦΔΠΠ αποδείχθηκε αναποτελεσματικό» Δώστε τα στοιχεία της αξιολόγησης. Ποιος αξιολόγησε τον θεσμό ως αναποτελεσματικό? Υπάρχει κάποια κρυφή έκθεση? Διότι όλες σε όλες τις γνωστές αξιολογήσεις, η θεσμός των ΦΔ κρίνεται θετικά κάτι που έγινε και στην ημερίδα που διοργάνωσε το ΥΠΕΝ τον περασμένο Οκτώβριο.
    «οι ΦΔ παρουσιάζουνε κενά σε ανθρώπινο δυναμικό και σε υλικοτεχνική υποδομή». Αν είναι έτσι θα μπορούσατε απλά να τους ενισχύσετε και όχι να τους διαλύσετε. Με την διάλυση των ΦΔ πως ακριβώς θεραπεύετε αυτό το πρόβλημα? Οι υπηρεσίες του Υπουργείου και οι Δασικές υπηρεσίες που έχουν και αυτές κενά σε ανθρώπινο δυναμικό και σε υλικοτεχνική υποδομή θα καταργηθούν και αυτές??
    «Πολλοί ΦΔΠΠ παρουσιάζουν διοικητική και διαχειριστική ανεπάρκεια που τους εμποδίζει να συμμετέχουν ως δικαιούχοι σε έργα του ΥΜΕΠΕΡΑΑ». Μα είναι γεγονός πως ΟΛΟΙ οι ΦΔ υλοποίησαν με επιτυχία έργα στο ΕΣΠΑ την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο και οι περισσότεροι έχουν εντάξει ήδη και υλοποιούν στην τρέχουσα. Και η λύση είναι να δημιουργήσετε έναν Οργανισμό ο οποίος θα έχει ακριβώς την ίδια διαχειριστική επάρκεια με τους ΦΔ.
    «Πολλοί ΦΔ δεν κατάφεραν να υλοποιήσουν το έργο «Παρακολούθηση της κατάστασης διατήρησης ειδών και οικοτόπων κοινοτικού ενδιαφέροντος στην Ελλάδα». Έχει ήδη απαντηθεί αλλά υπάρχει επιμένετε. Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ότι από τους 28 Φ.Δ. οι 23 υλοποίησαν όλα τα προγράμματα παρακολούθησης που είχαν εντάξει στο ΕΠΠΕΡΑΑ (με σημαντικές καθυστερήσεις παροχής σύμφωνης γνώμης από την ΕΥΔ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ), τα αποτελέσματα των οποίων έχουν κοινοποιηθεί στο αρμόδιο Τμήμα του ΥΠΕΝ. Τα αποτελέσματα αυτά «βοήθησαν» το ΥΠΕΝ να συντάξει την 6ετή έκθεση αναφοράς για τη βιοποικιλότητα προς την ΕΕ. Τονίζουμε ότι οι υπόλοιποι πέντε Φ.Δ. που δεν ολοκλήρωσαν τα προγράμματα παρακολούθησης οφείλονταν σε μακρόχρονες δικαστικές προσφυγές ,ενστάσεις αναδόχων, κ.ά.
    «Δεν υπάρχει μια κεντρική δομή για τον συντονισμό της διακυβέρνησης των Προστατευόμενων Περιοχών». Προφανώς χρειάζεται ενίσχυση του κεντρικού συντονισμού, υποστήριξης και αξιολόγησης του Συστήματος Διακυβέρνησης για τις ΠΠ αλλά αυτό δεν συνεπάγεται την διάλυση των ΦΔ. Αλλά την ενίσχυση με προσωπικό και πόρους της Δ/νσης Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας του ΥΠΕΝ.
    «Τα Διοικητικά Συμβούλια δεν έχουν απαρτία για να συνεδριάσουν, ενώ οι 8 νέοι δεν έχουν υπαλλήλους, προσωπικό και ούτε καν τις βασικές υποδομές». Παρουσιάστε τα στοιχεία που έχετε σχετικά με την αδυναμία συνεδριάσεων των ΔΣ των ΦΔ, ώστε να τα σχολιάσουμε. Άλλη μια αυθαίρετη παραδοχή χωρίς στοιχεία. Σε ότι αφορά τους 8 νέους ΦΔ, γιατί δεν τους υποστηρίξατε εδώ και 7-8 μήνες ώστε να αποκτήσουν προσωπικό και βασικές υποδομές? Πως τους ασκείτε κριτική για κάτι που είναι δικιά σας ευθύνη??

  • 16 Μαρτίου 2020, 12:27 | Δημήτρης Κοντάκος

    Στο άρθρο αυτό ορίζονται οι δημόσιοι φορείς που συγκροτούν το Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης, το οποίο διακρίνεται σε Εθνικό και Περιφερειακό επίπεδο. Δεν ορίζεται όμως πουθενά ο τρόπος λειτουργίας του Συστήματος και το πλαίσιο εντός του οποίου θα συνεργάζονται όλοι αυτοί οι φορείς. Κάποιοι από τους φορείς αυτούς αναφέρονται μόνο στο παρόν άρθρο χωρίς να διευκρινίζεται ο ρόλος τους στα επόμενα άρθρα του νομοσχεδίου. Ο τρόπος σύνταξης του άρθρου έχει τη μορφή λίστας με τους εμπλεκόμενους δημόσιους φορείς εντός των ΠΠ (χωρίς μάλιστα να περιλαμβάνονται όλοι) κάτι που δεν έχει νόημα καθώς οι αρμοδιότητες του κάθε φορέα είναι ήδη καθορισμένες με εξαίρεση τον ΟΦΥΠΕΚΑ του οποίου οι αρμοδιότητες ορίζονται στα παρακάτω άρθρα του νομοσχεδίου. Το συγκεκριμένο άρθρο για να αποκτήσει νόημα πρέπει να οριστεί το σύστημα διακυβέρνησης και ο τρόπος λειτουργίας του (ως σύστημα και όχι ως επί μέρους φορείς). Επίσης δεν είναι σαφές ποιες είναι οι Προστατευόμενες Περιοχές τις οποίες αφορά το Σύστημα Διακυβέρνησης. Περιλαμβάνει για παράδειγμα τους νησιωτικούς υγροτόπους του Π.Δ. ΑΑΠ 229/2012;

  • 13 Μαρτίου 2020, 16:31 | The Green Tank

    Κεφάλαιο Γ – Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών
    Γενικά σχόλια
    1. Το Κεφάλαιο Γ του νομοσχεδίου προβλέπει την αναμόρφωση του εθνικού συστήματος προστατευόμενων περιοχών, μόλις δύο χρόνια μετά την προηγούμενη μεταρρύθμιση, διατηρώντας ωστόσο κάποια από τα θετικά στοιχεία αυτής, δηλαδή την κάλυψη όλων των περιοχών Natura 2000 και την πρόβλεψη επιχορηγήσεων από τον τακτικό προϋπολογισμό.
    Σε συνέχεια της ημερίδας-διαβούλευσης που είχε οργανώσει το ΥΠΕΝ τον περασμένο Οκτώβριο είναι θετική η απομάκρυνση του Υπουργείου από την πρόταση που είχε καταθέσει περί μεταφοράς των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ) στις περιφέρειες και η διατύπωση πρότασης για ένα κεντρικό σχήμα συντονισμού του εθνικού συστήματος προστατευόμενων περιοχών το οποίο εποπτεύεται από το ΥΠΕΝ. Η απουσία κεντρικού συντονισμού αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους που το σύστημα μέχρι σήμερα δεν έχει καταστεί λειτουργικό και αποτελεσματικό. Συνεπώς, η πρόβλεψη να αναλάβει ο ΟΦΥΠΕΚΑ, ως διάδοχο και αναβαθμισμένο, με επιτελικό ρόλο και επιχειρησιακή ικανότητα, σχήμα του ΕΚΠΑΑ, τον ρόλο αυτό αξιολογείται ως θετική. Απαιτείται ωστόσο η σαφής διευκρίνιση της σχέσης μεταξύ του ΟΦΥΠΕΚΑ και του ΥΠΕΝ, και των αρμόδιων υπηρεσιών του (Διεύθυνση Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Γενική Διεύθυνση Δασών, κοκ).

    2. Όσον αφορά στις Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών που ιδρύονται και αποτελούν στην πράξη το διάδοχο σχήμα των ΦΔΠΠ θεωρείται εξαιρετικά σημαντικό να παραμείνουν σε αυτές κρίσιμες αρμοδιότητες όπως αυτή της γνωμοδότησης επί σχεδιαζόμενων έργων και δραστηριοτήτων που δύνανται να έχουν επιπτώσεις στα προστατευτέα αντικείμενα και στην ακεραιότητα της εκάστοτε προστατευόμενης περιοχής. Η πρόβλεψη αυτή έχει απαλείφει από το νομοσχέδιο και θα πρέπει να συμπληρωθεί, όπως προτείνεται με τις επιμέρους παρατηρήσεις μας. Πέραν αυτής της κρίσιμης προσθήκης, οι σχετικές αρμοδιότητες πρέπει να συμπληρωθούν, ενώ πρέπει να διασφαλιστεί ότι το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που περιγράφεται για τις ΜΔΠΠ καλύπτεται από τις γενικές αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ.

    3. Ο συμμετοχικός χαρακτήρας των ΦΔΠΠ αποτελεί ένα από τα πλέον ισχυρά πλεονεκτήματα λειτουργίας του θεσμού αυτού κατά τα τελευταία 20 χρόνια. Για αυτό τον λόγο θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό ότι διατηρείται ο συμμετοχικός χαρακτήρας της διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών μέσω των επιτροπών διαχείρισης που συγκροτούνται με εισήγηση του Προϊσταμένου των ΜΔΠΠ. Με τις επιμέρους παρατηρήσεις μας επισημαίνουμε στοιχεία για την αποσαφήνιση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων επιτροπών, καθώς δεν διευκρινίζονται.

    4. Σημαντική βελτίωση απαιτείται στις προβλέψεις για τη μεταβατική διαδικασία μεταξύ του υφιστάμενου συστήματος και του προτεινόμενου. Ειδικότερες παρατηρήσεις μας βοηθούν στη βελτίωση των προβλέψεων αυτών. Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι η μετάβαση στο νέο σύστημα θα πρέπει να προχωρήσει εφόσον έχουν εκπληρωθεί όλες οι προϋποθέσεις για την επαρκή λειτουργία του (εξουσιοδοτικές διατάξεις, ειδικότερες ρυθμίσεις λειτουργίας, στελέχωση, πόροι, εξοπλισμός). Στο ενδιάμεσο διάστημα θα πρέπει επίσης να διασφαλιστεί η πλήρης λειτουργία των υφιστάμενων ΦΔ με την εκπλήρωση σχετικών διοικητικών και οικονομικών εκκρεμοτήτων το συντομότερο δυνατόν.

    Άρθρο 26:
    1. Το άρθρο πρέπει να ορίζει ότι το σύστημα διακυβέρνησης αφορά στο εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών, όπως έχει οριστεί στο άρθρο 3 του ν. 3937/2011, ώστε να είναι σαφές ότι καλύπτει όλες τις προστατευόμενες περιοχές Συγκεκριμένα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το σύστημα διακυβέρνησης που προτείνεται, με τον ΟΦΥΠΕΚΑ να αναλαμβάνει τον κεντρικό ρόλο συντονισμού, περιλαμβάνει και κατηγορίες προστατευόμενων περιοχών όπως είναι τα Καταφύγια Άγρια Ζωής και τα Προστατευόμενα Τοπία και τους Φυσικούς Σχηματισμούς. Αν δεν τα περιλαμβάνει τότε θα πρέπει να οριστεί ποια η συγκεκριμένη σχέση των συναρμόδιων αρχών και υπηρεσιών, του ΟΦΥΠΕΚΑ και των ΜΔΠΠ.

    2. Παρ. 3 Ενώ αναφέρονται τα πλέον συναρμόδια υπουργεία, η αναφορά μόνο στα συγκεκριμένα υπουργεία είναι περιοριστική, καθώς συμβολή στη διακυβέρνηση των προστατευόμενων περιοχών έχει και το Υπουργείο Πολιτισμού, το Υπουργείο Τουρισμού, το Υπουργείο Ανάπτυξης (βλ. κονδύλια ΕΣΠΑ), το Υπουργείο Οικονομίας (βλ. αιγιαλός) κτλ. Συνεπώς προτείνεται να προστεθεί και παρ. (ζ) «Άλλα υπουργεία συμμετέχουν στο σύστημα διακυβέρνησης με βάση τις καθ’ υλην αρμοδιότητες τους».

    3. Παρ. 5 Ενώ η αναγνώριση του σημαντικού ρόλου των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι θετική, απαιτείται συμπλήρωση ώστε να αναγνωρίζεται η συμβολή και η συνεργασία με άλλους φορείς, π.χ. ακαδημαϊκά ιδρύματα (Πανεπιστήμια) και ερευνητικά ιδρύματα (όπως το ΕΛΚΕΘΕ, ΕΛΓΟ Δήμητρα), ιδιωτικά και δημόσια, της ημεδαπής και αλλοδαπής.
    Επιπλέον, θα πρέπει να αναγνωριστούν ως μέρη του συστήματος διακυβέρνησης οι εμπλεκόμενοι φορείς στις προστατευόμενες περιοχές, με τους οποίους ο ΟΦΥΠΕΚΑ, τόσο ως κεντρικός οργανισμός όσο και κυρίως ως τοπικές ΜΔΠΠΠ, θα πρέπει να έχει τυπική και μη τυπική σχέση. Στους εμπλεκόμενους φορείς συμπεριλαμβάνονται οι κάτοικοι οι χρήστες, είτε μεμονωμένοι είτε οργανωμένοι, των προστατευόμενων περιοχών, καθώς και οι παραγωγικοί φορείς που δραστηριοποιούνται στις περιοχές αυτές.

  • 12 Μαρτίου 2020, 19:15 | ΠΑΝΔΟΙΚΟ

    ΠΑΝΔΟΙΚΟ
    Το σύστημα κεντρικής και περιφερειακής διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών, που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο-σκούπα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, προορίζεται να αποτύχει. Μια αναξιόπιστη δημόσια και κεντρική διοίκηση, ακόμα και περιφερειακή, δεν μπορεί να επιτελέσει το έργο που είχαν, αρκετά καλά μέχρι σήμερα επιτελέσει, οι Φορείς Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών. Οι ευθύνες της χώρας μας για τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος είναι μεγάλες. Φυσικού περιβάλλοντος που ακόμα και σήμερα είναι σε καλή κατάσταση, με πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Τα όποια προβλήματα είχαν μέχρι σήμερα παρουσιαστεί, στις προστατευόμενες περιοχές, οφείλονται στη διαρκή εκκρεμότητα στην οποία κρατούσαν, όλες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις, τους Φορείς Διαχείρισης.
    Η Επταμελής Γραμματεία του ΠΑΝΔΟΙΚΟ

    Ν. Ασλάνογλου (Βέροια) 6946-381707 Κ. Βολιώτης (Βόλος) 6977-686838
    Θαν Θεοδωρόπουλος (Πάτρα) 6972-880774 Γ. Καλλιαμπέτσος (Αθήνα) 6944-842384
    Δ. Μίχαλος (Ρόδος) 6944-862254 Γ. Παλαμάρης (Κορινθία) 27430-95428
    Μαίρη Χουλιέρη (Χαλκίδα) 6978-026141