Άρθρο 36

Το άρθρο 40 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 40
Εισφορές ασφαλισμένων στον ΟΓΑ
1.Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών οι ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ, κατατάσσονται από 1-1-2020 σε έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για το κλάδο κύριας σύνταξης αντιστοιχεί:

Ποσά μηνιαίων εισφορών κλάδου σύνταξης σε ευρώ
Ασφαλιστικές κατηγορίεςΓια το 2020Για το 2021Για το 2022
1η κατηγορία878991
2η κατηγορία104107110
3η κατηγορία132136139
4η κατηγορία166171175
5η κατηγορία207212218
6η κατηγορία280288295

 

  1. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία από τις (έξι) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία από τις έξι είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία κατατάσσεται υποχρεωτικά στη πρώτη.

Ο ασφαλισμένος μπορεί με αίτησή του να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία να επιλέξει κατώτερη. H αίτηση επιλογής δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.

Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση όμως η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.

Σε πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι επιλέγουν εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν άλλως κατατάσσονται στη πρώτη ασφαλιστική κατηγορία

  1. Οι ανωτέρω ασφαλισμένοι κατατάσσονται υποχρεωτικά για τον κλάδο υγείας στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία που κατατάσσονται για τον κλάδο κύριας σύνταξης.
  2. Aπό 1-1-2023 έως 31-12-2024 τα κατά την παράγραφο 1 και 6 ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1-1-2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ΄ έτος κατά το δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη παρ. 4 του άρθρου 8.
  3. Υποχρέωση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών των παραγράφων 1-3 έχουν:

α. οι ασφαλισμένοι κατά το άρθρο 55 του ν.4387/2016, αγρότες και λοιπές κατηγορίες, οι οποίοι σύμφωνα με  τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και καταστατικές διατάξεις ασφαλίζονται ή αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον πρώην Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ).

β. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημέρες ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας και κάθε είδους εκτροφών, και οι οποίοι συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες, εξαιρούμενοι της ασφάλισής τους ως μισθωτοί για την απασχόλησή τους αυτή. Το συνολικό χρονικό διάστημα των 150 ημερών μπορεί να κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια του έτους, σύμφωνα με τις ανάγκες τις επιχείρησης ή εκμετάλλευσης.

γ. Τα πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στο μέτρο της πρώιμης παύσης της γεωργικής δραστηριότητας σε εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) υπ` αριθμ. 1096/88 του Συμβουλίου της 25ης Απριλίου 1988, σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας. Η ένταξη στο ανωτέρω μέτρο δεν αποτελεί λόγο διακοπής της ασφάλισης των αγροτών στον Ε.Φ.Κ.Α., τόσο για τους δικαιούχους όσο και τις συζύγους τους. Κατά τη διάρκεια εφαρμογής του μέτρου, και μέχρι συμπλήρωσης του 67ου έτους της ηλικίας τους, οι εντασσόμενοι σε αυτό αγρότες και οι σύζυγοί τους, λογίζονται ως ενεργοί αγρότες σε ό,τι αφορά στα ασφαλιστικά τους δικαιώματα και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και σε περίπτωση που το μέτρο λήξει πριν τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας των εντασσομένων σε αυτό.

δ. Στους κατά κύριο επάγγελμα, τουλάχιστον για μία πενταετία, αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, καθώς και στα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι 100kW.

  1. Από 1-1-2020 οι ασφαλισμένοι στο Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, καταβάλλουν την ακόλουθη εισφορά:
Ποσά μηνιαίων εισφορών αγροτικής εστίας σε ευρώ
Ασφαλιστικές κατηγορίες 
1η κατηγορία2
2η κατηγορία2
3η κατηγορία3
4η κατηγορία3
5η κατηγορία4
6η κατηγορία6

 

Η εισφορά υπέρ Αγροτικής εστίας συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον κλάδο σύνταξης.
7. Οι ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται σε μηνιαία βάση, με καταληκτική ημερομηνία καταβολής την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα που αυτές αφορούν κατά το άρθρο 39 παρ.13 ως ισχύει..
8. Οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 1140/1981 (Α` 68), του άρθρου 2 του ν. 2458/1997 (Α` 15), καθώς και της παρ. 7 της υποπαραγράφου ΙΑ.6 της παρ. ΙΑ` του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α` 222), σε ό,τι αφορά στο ανώτατο όριο ηλικίας καταργούνται.».

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 17:10 | ΒΑΣΙΛΑΤΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ

    Σύμφωνα με τον σχολιασμό μας στο Άρθρο 23 – – Αντικατάσταση του Άρθρου 5 του Ν. 4387/2016 «Ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών υπαλλήλων Δημοσίου», στο Άρθρο 34 – Αντικατάσταση του Άρθρου 38 του Ν. 4387/2016 «Εισφορές Μισθωτών και Εργοδοτών» και στο Άρθρο 35 – Αντικατάσταση του Άρθρου 39 του Ν. 4387/2016 «Εισφορές αυτοτελώς ασχολουμένων και ελευθέρων επαγγελματιών», ορθώς αποσυναρτώνται το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς και των εργασιακών αποδοχών καθώς οι κίνδυνοι εξαιτίας των οποίων προκύπτει η ανάγκη ασφάλισης ουδόλως συσχετίζονται με το ύψος των εργασιακών αποδοχών. Όμως άμεση συνέπεια της αρχής αυτής είναι το αδικαιολόγητο της συσχέτισης εισφορών και της ύπαρξης εργασιακής ενασχόλησης ή μη καθώς και στην περίπτωση αυτή οι κίνδυνοι εξαιτίας των οποίων προκύπτει η ανάγκη ασφάλισης ουδόλως συσχετίζονται με την ύπαρξη εργασιακής ενασχόλησης ή μη. Η αρχή αυτή κατ’ ουσίαν υιοθετείται και στο παρόν άρθρο –όπως και στο προς αντικατάσταση ισχύον– καθώς για τους αυτοτελώς ασχολουμένους και ελεύθερους επαγγελματίες (Άρθρο 39 Ν. 4387/2016) ορίζονται ελάχιστες εισφορές –πρώτη ασφαλιστική κατηγορία– ακόμη και για μηδενικό εισόδημα δηλαδή οιονεί και για μη εργαζομένους.
    Επομένως ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ:
    α) ο ορισμός ελάχιστης ασφαλιστικής εισφοράς ανεξαρτήτως εργασιακής ενασχόλησης ή μη και ανεξαρτήτως εργασιακών αποδοχών, και
    β) ο ορισμός ευλόγου ανωτέρου ηλικιακού ορίου μετά το οποίο η εισφορά καθίσταται υποχρεωτική προτείνεται το δε όριο αυτό να είναι η ηλικία των είκοσι επτά (27) ετών ως προκύπτει ευλόγως εάν ληφθούν υπόψη η μέγιστη κανονική διάρκεια των έξι (6) ετών σπουδών στο πανεπιστήμιο (ιατρική) συν δύο (2) έτη στρατιωτικής θητείας συν ένα (1) έτος χάριτος.
    Αναφορικά με την ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ αυτή να είναι τόση ώστε η ανταποδοτική σύνταξη να επαρκεί για να καλύπτει τους καταβλητέους φόρους και την ασφάλιση υγείας, καθώς το κράτος ουδεμία άλλη δικαιολογητική βάση έχει για να ρυθμίζει την προσωπική ζωή των πολιτών. Το ύψος των καλυπτομένων καταβλητέων φόρων μπορεί να ισούται με το ύψος των κατά κεφαλή αμέσων φόρων (περίπου 11 δις ευρώ ετησίως / 11 εκ. πληθυσμού = 1000 ευρώ ετησίως = 83.33 ευρώ μηνιαίως) συν το ύψος των κατά κεφαλήν δαπανών υγείας (περίπου 1650 ευρώ κρατική (60%) και ιδιωτική (40%) δαπάνη ετησίως = 137.5 ευρώ μηνιαίως) σύνολο δηλαδή 83.33+137.5 = 220.83 ευρώ μηνιαίως και άρα αυτή πρέπει να είναι η ελάχιστη σύνταξη την οποία το κράτος πρέπει να απαιτεί να λαμβάνει ο κάθε συνταξιούχος. Φυσικά νοείται ότι ο ως άνω φόρος πρέπει να είναι υποχρεωτικά καταβλητέος. Από το ως προηγουμένως ποσό και άνω είναι ευθύνη του πολίτη να φροντίσει προκειμένου η σύνταξή του να είναι κατ’ αυτόν επαρκής για την διαβίωσή του.
    Ειδικότερα και λαμβανομένων υπόψη των αναφερομένων στο σχόλιό μας στο Άρθρο 24 – Αντικατάσταση του Άρθρου 8 του Ν. 4387/2016 «Ανταποδοτική σύνταξη» και στο Άρθρο 28 – Αντικατάσταση του Άρθρου 28 του Ν. 4387/2016 «Ανταποδοτική σύνταξη», προτείνεται για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης η εφαρμογή της εξίσωσης:
    Παρούσα Αξία του Συνόλου Εισφορών [= Παρούσα Αξία Εισφοράς Χ Συντάξιμος Χρόνος (έτη) Χ 12 μήνες/έτος] = Παρούσα Αξία του Συνόλου Καταβολών Ανταποδοτικής Σύνταξης [= Παρούσα Αξία της Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ (Προσδόκιμο Ζωής – Ηλικία Συνταξιοδότησης) (έτη) Χ 12 μήνες/έτος] =>
    Παρούσα Αξία Εισφοράς = Παρούσα Αξία της Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ (Προσδόκιμο Ζωής – Ηλικία Συνταξιοδότησης) (έτη) / Συντάξιμος Χρόνος (έτη).
    Επομένως η ελάχιστη εισφορά ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ να ανέρχεται σε περίπου 220 ευρώ Χ περίπου 20 έτη / περίπου 40 έτη = περίπου 110 ευρώ.
    Αναφορικά με την Ελάχιστη Ηλικία Συνταξιοδότησης αυτή προκύπτει εκ των ως άνω:
    Ελάχιστη Ηλικία Συνταξιοδότησης = Προσδόκιμο Ζωής – Παρούσα Αξία Συνόλου Εισφορών / (Παρούσα Αξία της Ελάχιστης Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ 12 μήνες/έτος) = Προσδόκιμο Ζωής – Παρούσα Αξία Εισφοράς Χ Συντάξιμος Χρόνος (έτη) / Παρούσα Αξία της Ελάχιστης Ανταποδοτικής Σύνταξης.
    Αναφορικά με το ανώτερο ηλικιακό όριο μετά το οποίο η εισφορά καθίσταται υποχρεωτική προτείνεται το όριο αυτό να είναι η ηλικία των είκοσι επτά (27) ετών ως προκύπτει ευλόγως εάν ληφθούν υπόψη η μέγιστη κανονική διάρκεια των έξι (6) ετών σπουδών στο πανεπιστήμιο (ιατρική) συν δύο (2) έτη στρατιωτικής θητείας συν ένα (1) έτος χάριτος.

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 12:51 | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

    Καταργείται η παράγραφος 13 του άρθρου 39 η οποία προέβλεπε ότι «Οι ασφαλισμένοι που συμπληρώνουν σαράντα (40) χρόνια ασφάλισης, μπορούν με αίτησή τους να καταβάλλουν μειωμένη κατά ποσοστό 50%, ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι από την προσαύξηση της σύνταξής τους ως προς τα επόμενα έτη ασφάλισης.»
    Επειδή πολλοί ασφαλισμένοι έχουν αιτηθεί την προβλεπόμενη μείωση των εισφορών τους βάσει της ανωτέρω διάταξης και μέχρι και σήμερα δεν έχει διεκπεραιωθεί κάποιο αίτημα, προτείνεται να προστεθεί διάταξη για την επίλυση του ζητήματος. Η εν λόγω διάταξη να προβλέπει είτε το δικαίωμα ανάκλησης της αίτησης των ασφαλισμένων, είτε την εφαρμογή της παραγράφου 13 του άρθρου 39 του Ν. 4387/2016 για το μεταβατικό στάδιο 01/01/2017- 31/01/2020.

  • ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ
    ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
    ΑΜΕΡΙΚΗΣ 6 – Τ.Κ. 106 71
    ΤΗΛ.: 21036 37 726, 21036 23 583
    FAX : 210 36 02 101
    email : silsinate@hotmail.com

    Αρ. πρωτ.: 4 Αθήνα, 3 Φεβρουαρίου 2020

    Προς τους
    Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων – κ. Ιωάννη Βρούτση
    Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων– κα Δόμνα Μιχαηλίδου
    Ενταύθα
    ΥΠΟΜΝΗΜΑ
    ΘΕΜΑ : Απόψεις επί του υπό Διαβούλευση Σχεδίου Νόμου, για την «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση» και Εντοπισμός Προβλημάτων του Επανυπολογισμού των Συντάξεων που Χρήζουν Άμεσης Αντιμετώπισης.
    Κύριε Υπουργέ,
    Κυρία Υφυπουργός,

    1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

    1.1. Τόσο το προϊσχύον «Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης» όσο και η υπό διαβούλευση «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση» στηρίζονται και στην «Αρχή της Ισότητας». Επιπλέον, η «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση» διέπεται, μεταξύ άλλων, και από την Αρχή της Ανταποδοτικότητας, ενώ δεν έχει ως νομοθετημένο σκοπό την «αξιοπρεπή διαβίωση» των Συνταξιούχων, αν και, στην Αιτιολογική Έκθεση του Νομοσχεδίου, γίνεται αναφορά στην ανάγκη εξασφάλισης της αξιοπρεπούς διαβίωσής τους.

    Παρά το γεγονός ότι κατά την Αιτιολογική Έκθεση του νέου Σχεδίου Νόμου διακηρύσσεται η επιδίωξη για «αποκατάσταση της αρχής της ισότητας και διασφάλιση της αρχής της ανταποδοτικότητας», τόσο το προϊσχύον σύστημα όσο και το υπό διαβούλευση, υιοθετούν πολιτικές, οι οποίες, τελικά, θέτουν σε εμφανώς υποδεέστερη μοίρα τους παλαιότερους Συνταξιούχους έναντι των νεωτέρων, παραβιάζοντας κατάφωρα τις ως άνω δύο Αρχές της Ισότητας και της Ανταποδοτικότητας.

    1.2. Αναλυτικότερα :

     Οι Συντάξεις των παλαιών Συνταξιούχων έχουν κανονιστεί με βάση τις τότε «συντάξιμες αποδοχές» τους ή «συντάξιμο μισθό» τους, κατά το Ν. 4387/16, οι οποίες, στις περιπτώσεις μίας σειράς Ασφαλιστικών Ταμείων, ήταν σημαντικά [μέχρι και 50%], χαμηλότερες των «εισφοροδοτικών αποδοχών» τους, οι οποίες, πέρα από τις τακτικές μηνιαίες αποδοχές τους, περιλαμβάνουν επιπλέον τα Δώρα Πάσχα και Χριστουγέννων, το Επίδομα Αδείας καθώς και τις πάσης φύσης έκτακτες αποδοχές τους, όπως υπερωριακές και εκτός έδρας αμοιβές κλπ.

     Αντίθετα, οι νεώτεροι Συνταξιούχοι, [μετά την 12.5.2016], απολαμβάνουν Συντάξεις, οι οποίες περιλαμβάνουν το σύνολο των «εισφοροδοτικών τους αποδοχών», οι οποίες, έχοντας, κατά κανόνα, ως εκκίνηση το έτος 2002, αντιπροσωπεύουν τις, κατά τεκμήριο, υψηλότερες αποδοχές του εργασιακού τους βίου.

     Με τα δεδομένα αυτά και με καθορισμένα και ενιαία τα «ποσοστά αναπλήρωσης» τόσο του «συντάξιμου μισθού» των παλαιοτέρων Συνταξιούχων όσο και των «συνταξίμων αποδοχών» των νεώτερων οδηγούν, ceteris paribus, σε Συντάξεις το περιεχόμενο και το ύψος των οποίων διαφέρουν, δεδομένου ότι τις νέες Συντάξεις συνδιαμορφώνουν πέρα από το σύνολο όλων των επιμέρους τακτικών επιδομάτων και τα Οικογενειακά Επιδόματα, [Γάμου και Τέκνων], τα Δώρα Πάσχα και Χριστουγέννων, το Επίδομα Αδείας κ.α., παροχές που ΔΕΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΝΟΝΤΑΙ στις παλαιές Συντάξεις, κατά παράβαση της Αρχής της Ισότητας.

    1.3. Επιπλέον, παλαιοί Συνταξιούχοι, οι οποίοι, ως ασφαλισμένοι, κατέβαλαν υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, έναντι εκείνων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, προσμετρούν μέρος μόνο του ασφαλιστικού τους χρόνου, για τον οποίο έχουν καταβάλει τις υψηλότερες εισφορές, δεδομένου ότι ως χρόνος έναρξης των εισφορών αυτών ενημερωθήκαμε ότι καθορίστηκε, όλως αυθαίρετα, το έτος 1987, παραβιάζοντας κατάφωρα τις επιταγές του άρθρου 30, παρ. 1 του Ν. 4387/16, οι οποίες ρητά ορίζουν ότι η προσαύξηση υπολογίζεται «για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά».

    Η «επιλογή» αυτή έχει ως αποτέλεσμα ότι Συνταξιούχος των αρχών της δεκαετίας του 1990 έχει επωφεληθεί, παρά τη θέλησή του, από τις υψηλότερες εισφορές του ΜΟΝΟ για ένα πολύ μικρό τμήμα του εργασιακού του βίου, σε σχέση με εκείνο κατά τον οποίο πράγματι κατέβαλε τις εισφορές αυτές, ενώ, αντίθετα, για όσους προσλήφθηκαν μετά το 1986 συνυπολογίζεται το σύνολο του χρόνου, για τον οποίο είχαν καταβάλλει τις υψηλότερες εισφορές για τις Κύριες Συντάξεις τους.

    Με την «επιλογή» αυτή, παραβιάζονται τόσο η Αρχή της Ισότητας όσο και της Ανταποδοτικότητας.

    1.4. Το πρόβλημα της άνισης αντιμετώπισης των υψηλότερων εισφορών μεταξύ νέων και παλαιών Συνταξιούχων, καθίσταται εντονότερο σ’ ότι αφορά στον επανυπολογισμό των Επικουρικών Συντάξεων που επήλθε με την αντισυνταγματική Υ.Α. της 7.6.2019 και συνεχίζεται με το άρθρο 44 του υπό διαβούλευση Σχεδίου Νόμου, που αντικατάστησε το άρθρο 96 του Ν. 4387/16 διότι :

     Στους μεν παλαιούς Συνταξιούχος παραβιάζονται ο Αρχές της Ισότητας και της Ανταποδοτικότητας, αφού ο Συντελεστής Επανυπολογισμού, με βάση τον οποίο έγινε η αναπροσαρμογή τους από 1.6.2016, ΔΕΝ μπορούσε να λάβει τιμές μεγαλύτερες της μονάδας, λόγω ακριβώς των καταβληθεισών υψηλότερων εισφορών, όπως αναγνωρίζει ότι συμβαίνει το αρμόδιο Υπουργείο, με παλαιότερο Υπόμνημά του προς το ΣτΕ.
     Τέτοιος, όμως, περιορισμός καλώς δεν υφίσταται στον προσδιορισμό του ύψους των Επικουρικών Συντάξεων των νέων Συνταξιούχων, γεγονός που στοιχειοθετεί μία ακόμη άνιση μεταχείριση των παλαιών.

    1.5. Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι η διατύπωση της πρώτης περιόδου της παραγράφου 4 του νέου άρθρου 96 του υπό διαβούλευση Σχεδίου Νόμου δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη ότι, από 31.12.2014 ή 31.5.2016 ή μέχρι την ισχύ του άνω άρθρου, είναι ενδεχόμενο αν μη βέβαιο ότι έχουν επέλθει μεταβολές στο ύψος των αναπροσαρμοσμένων Επικουρικών Συντάξεων, κυρίως λόγω μεταβολών στα Επιδόματα Τέκνων, που θα καθιστούσαν την όποια «επιστροφή στο παρελθόν» εξόχως προβληματική, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι, προ της αναπροσαρμογής, οι συνολικές Επικουρικές Συντάξεις μειώνονταν, όπως ακριβώς προέβλεπαν οι Νόμοι 4024/2011, 4051/2012, 4093/2012 και 4052/2012, και άρα τα προ φόρου ποσά θα πρέπει να συμπληρωθούν με κάποια θετική ή αρνητική διαφορά για την τύχη της οποίας ΟΥΔΕΝ προβλέπεται. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, με την ΕΙΚΟΝΙΚΗ επιβολή Εισφοράς Υγείας σε ποσά που δεν υπόκειντο σε τέτοια εισφορά, όταν, μάλιστα, οι διατάξεις του άρθρου 1, παρ. 30 του Ν. 4334/15, ουδέποτε εφαρμόστηκαν κατά γράμμα.

    2. ΤΑ ΠΡΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΘΕΜΑΤΑ

    Με βάση και τα όσα αναπτύσσονται παραπάνω, τα προς άμεση αντιμετώπιση θέματα, κατά τους επερχόμενους επανυπολογισμούς των Κύριων και Επικουρικών Συντάξεων είναι τα ακόλουθα :

    2.1. Επίδομα Γάμου

    Με δεδομένο ότι, με τη διάταξη του άρθρου 1 του Νόμου 4583/2018, καταργήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Νόμου 4472/2017, οι οποίες καταργούσαν, από 1.1.2019, το Επίδομα Γάμου των παλαιών Συνταξιούχων, καθίσταται προφανές ότι, κατά τον επερχόμενο επανυπολογισμό των Κύριων Συντάξεων, πρέπει να συμπεριληφθεί το Επίδομα Γάμου, όσων το δικαιούνταν κατά την 1η.1.2019, υπολογιζόμενο επί του αθροίσματος Εθνικής και Ανταποδοτικής Σύνταξης, διαμορφώνοντας τοιουτοτρόπως ένα νέο «σύνολο αποδοχών» υπό τον περιορισμό, βεβαίως, του ανωτάτου ορίου που έχει θεσπίσει το άρθρο 120 του Νόμου 4623/2019.

    Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζονται οι Αρχές της Ισότητας και Ανταποδοτικότητας, οι οποίες, ειδικότερα επιβάλλονται και από τις διατάξεις της αυξημένου κύρους 102 Δ.Σ.Ε.

    Προκειμένου δε να μην θεωρηθεί ότι με την πρόταση αυτή επιχειρείται διαφοροποίηση των παλαιών Συνταξιούχων, σε σχέση με τους νεώτερους, το Επίδομα Γάμου θα μπορούσε, εναλλακτικά, να υπολογίζεται ΜΟΝΟ επί τους ύψους της Ανταποδοτικής Σύνταξής τους.

    2.2. Δώρα Εορτών και Επίδομα Αδείας

    Προκειμένου να αμβλυνθεί, σε κάποιο βαθμό, η άνιση αντιμετώπιση των παλαιών, σε σχέση με τους νέους Συνταξιούχους, στο ύψος των Συντάξεών τους, εξ αιτίας των παροχών αυτών, κρίνονται επιβεβλημένα τα ακόλουθα:

     Για μεν τις Κύριες Συντάξεις, η προκύπτουσα Ανταποδοτική Σύνταξη πρέπει να προσαυξάνεται κατά το 1/12 [ένα δωδέκατο], του ετήσιου Επιδόματος, [μέχρι 800,00 Ευρώ], που δικαιούταν να λαμβάνουν, κατά το Νόμο, παλαιοί Συνταξιούχοι μέχρι την 31.12.2012.

     Για δε τις Επικουρικές Συντάξεις πρέπει, προ της ισχύος του νέου Νόμου, να επαναληφθεί ο επανυπολογισμός τους, με συνυπολογισμό στο μέγεθος της ζημίας (a) του 1/12 [ενός δωδέκατου] δύο [2] Επικουρικών Συντάξεων ανά έτος, όπως τις εισέπρατταν οι Συνταξιούχοι μέχρι την 31.12.2012.

    2.3. Υπερβάλλουσες Ασφαλιστικές Εισφορές

    Για την αποκατάσταση των Αρχών της Ισότητας και Ανταποδοτικότητας και στο θέμα αυτό, κρίνεται επιβεβλημένο να γίνουν τα εξής :

     Για μεν τις Κύριες Συντάξεις, οι διαφορές στα ύψη των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών πρέπει να ληφθούν υπόψη όχι μόνο από την πρώτη ημέρα ισχύος τους για κάθε Συνταξιούχο, όπως ο Νόμος ορίζει, αλλά και για τους αναγνωρισμένους με εξαγορά πλασματικούς χρόνους ασφάλισης, [σπουδών, στρατού κλπ.], για τους οποίους, κατά την ημέρα έγκρισης του σχετικού αιτήματος ίσχυαν υψηλότερα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών από εκείνα του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ.

     Για δε τις Επικουρικές Συντάξεις, πριν την εφαρμογή των διατάξεων του νέου Νόμου, πρέπει να επαναληφθεί ο επανυπολογισμός τους με κατάργηση της ανισότητας του Συντελεστή Επανυπολογισμού [Σ.Ε≤1], ώστε στη συνέχεια, με τη νέα διάταξη του Σχεδίου Νόμου, να ισχύσει και για τις Επικουρικές Συντάξεις ό,τι έχει κριθεί ως συνταγματικά ορθό για τις Κύριες, ήτοι η τακτοποίηση της όποιας προκύπτουσας διαφοράς ισόποσα εντός μίας πενταετίας, αρχής γενομένης από 1.7.2020.

    2.4. Περιπτώσεις με Αρνητική Προσωπική Διαφορά

    Στις περιπτώσεις αυτές, ήδη κατά τα δύο πρώτα χρόνια εφαρμογής του θεσμού της σταδιακής, εντός μίας 5/ετίας, εξάλειψης της αρνητικής Προσωπικής Διαφοράς [Π.Δ.], κατά μεν το 2019 οι κρατήσεις υπέρ ΑΚΑΓΕ και ΕΟΠΥΥ υπολογίζονται επί ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΥ εισοδήματος, αφού τα 4/5 της Π.Δ. εξακολουθούσαν να οφείλονται, κατά δε το 2020 τα 3/5 εξακολουθούν να οφείλονται, γεγονός που μειώνει, άνευ νομικού ερείσματος, τις Συντάξεις της κατηγορίας αυτής, και, για το λόγο αυτό, πρέπει να προχωρήσει άμεσα η αποκατάσταση της νομιμότητας.

    2.5. Άλλες Περιπτώσεις

    2.5.1. Διαπιστώνεται ότι οι συντάξιμοι μισθοί των παλαιών Συνταξιούχων, που λήφθηκαν υπόψη κατά τον επανυπολογισμό των Κύριων Συντάξεών τους, είχαν αναπροσαρμοσθεί, όπως ο Νόμος προέβλεπε, μέχρι τη 12η.5.2016.

    Κατά το Νόμο 4387/2016, η ημερομηνία αυτή θεωρήθηκε αποδεκτή, δεδομένου ότι από 1.1.2017 προβλεπόταν ότι θα αυξάνονταν όλες γενικά οι Συντάξεις.

    Όμως, με μεταγενέστερους Νόμους, ορίσθηκε ότι οι αυξήσεις αυτές θα εφαρμόζονταν από την 1η.1.2023.

    Με το δεδομένο αυτό, την 1η.1.2019, κατά την οποία, τελικά, πραγματοποιήθηκε ο επανυπολογισμός των Κύριων Συντάξεων, ο συντάξιμος μισθός θα έπρεπε να είναι εκείνος της 31ης.12.2018 και όχι της 12ης.5.2016, διότι για τον προσδιορισμό της προκύπτουσας Π.Δ. ΔΕΝ είναι δυνατό να συγκρίνονται ποσά που αναφέρονται σε διαφορετικούς χρόνους, όταν τα ποσά αυτά διαμορφώνονται από τη διάσταση του χρόνου.

    Συνεπώς, κατά τον επανυπολογισμό που θα πραγματοποιηθεί μετά την ισχύ του Τρίτου Μέρους του υπό διαβούλευση Σχεδίου Νόμου, πρέπει ο συντάξιμος μισθός των παλαιών Συνταξιούχων, επί του οποίου θα προσδιορισθεί η Ανταποδοτική τους Σύνταξη, να είναι εκείνος της 31ης.12.2018, και όχι προγενέστερους, διότι αυτό θέτει, για έναν ακόμη λόγο, σε άνιση θέση τους παλαιούς σε σχέση με τους νεώτερους Συνταξιούχους.

    2.5.2. Επειδή έχει διαπιστωθεί ότι κατά τον αρχικό κανονισμό της Κύριας Σύνταξης Συναδέλφων μας, για διάφορους λόγους, ΔΕΝ έχουν ληφθεί υπόψη χρόνια πραγματικής ασφάλισης, γεγονός που επιδρά αρνητικά στο δικαιούμενο Συντελεστή Αναπροσαρμογής τους. Επιβάλλεται, συνεπώς, να παρασχεθεί η δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους να προσκομίσουν τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία πριν ή και μετά το νέο επανυπολογισμό των Κύριων Συντάξεων, ώστε να επέλθουν οι αναλογούσες προσαρμογές στην Ανταποδοτική τους Σύνταξη.

    2.5.3. Επειδή έχει επίσης διαπιστωθεί ότι Συνταξιούχος, με πολύ περισσότερα από 20 χρόνια ασφάλισης, του αναγνωρίσθηκε Εθνική Σύνταξη μικρότερη των 384,00 Ευρώ, είναι επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν άμεσα τέτοια προβλήματα, με την ίδια όπως και προηγούμενα δυνατότητα, προκειμένου να μην κλονιστεί η εμπιστοσύνη των Συνταξιούχων προς τη Διοίκηση του ΕΦΚΑ.

    Κύριε Υπουργέ,
    Κυρία Υφυπουργός,
    Ειλικρινά πιστεύουμε ότι οι παραπάνω επισημάνσεις μας στηρίζονται στη λογική, στην ηθική και στο δίκαιο.
    Με το δεδομένο αυτό, προσδοκούμε ότι τα θέματα που προσεγγίσαμε θα αντιμετωπιστούν έγκαιρα, ώστε να αποφευχθούν νέοι δικαστικοί αγώνες από τους κατ΄ επανάληψη δοκιμασθέντες, κατά την τελευταία 10/ετία, Συνταξιούχους.
    Σε κάθε περίπτωση, πάντως, παραμένουμε στη διάθεσή σας για τα όποια τυχόν πρόσθετα στοιχεία ή διευκρινίσεις.
    Με Εκτίμηση,
    Για το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΑΝΑΠΛ. ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

    ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΝΤΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΙΩΝΑ

  • 31 Ιανουαρίου 2020, 15:21 | Κωνσταντίνος Καπέλλας

    Σχολιασμός για το άρθρο 36Α

    Σχετικά με τους αναγκαστικά παλαιούς ασφαλισμένους -λόγω δευτέρου επαγγέλματος-σε δύο ασφαλιστικούς φορείς(παράλληλη ασφάλιση)και για χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2016 που δεν έχει ληφθεί υπ’όψη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος,σε σχετικό ερώτημα μου ενημερώθηκα από υπηρεσιακούς παράγοντες του αρμοδίου υπουργείου αλλά και των ασφαλιστικών οργανισμών που απευθύνθηκα (ΕΤΑΠ-ΜΜΕ ΚΑΙ ΟΑΕΕ)ότι δεν δικαιούμαι προσαύξηση της κύριας σύνταξης μου αλλά ούτε και δεύτερης αυτοτελούς σύνταξης διότι ο χρόνος ασφάλισης στο ΤΕΒΕ είναι 15 έτη και 11 μήνες.
    Επειδή αυτό το θέμα αφορά πιστεύω πολλούς,πρέπει να ληφθεί μέριμνα στο σχετικό άρθρο για τη κατηγορία αυτή των ασφαλισμένων, ώστε ή να δύνανται να εξαγοράσουν κάποιους μήνες ή τα 15,5 έτη να μετρώνται στο αμέσως επόμενο έτος(δηλαδή 16 έτη) και να λυθεί αυτό το πρόβλημα.

    Ευχαριστώ για το χρόνο σας

  • 27 Ιανουαρίου 2020, 12:11 | Αλέξανδρος Κοκκάλης

    Σχολιασμός για το άρθρο 36Α, παράγραφοι 2 ως 4.

    Ο Ν. 4387/2016, στο άρθρο 17, §3 πρόβλεπε, ότι όσοι διπλο-ασφαλισμένοι επιθυμούν μπορούν να συνεχίσουν να καταβάλουν και τη δεύτερη εισφορά (πληρώνοντας οι ίδιοι και το σκέλος του ασφαλισμένου και το σκέλος του εργοδότη), ώστε, είτε να θεμελιώσουν και στο 2ο ταμείο δικαίωμα ασφάλισης, είτε να αυξήσουν τον σχετικό χρόνο και σε αυτό (πέραν του 1ου ταμείου, στο οποίο επίσης καταβάλλονται εισφορές). Πράγματι μια μειοψηφία Ασφαλισμένων επέλεξε να καταβάλει από τον μισθό του τις πλήρεις δεύτερες εισφορές (πρόσθετο 20%). Πρόκειται για δημόσιους υπαλλήλους που είναι παράλληλα και μηχανικοί, ή γιατροί, ή οικονομολόγοι, ή ίσως και νομικοί.

    Αν έχω αντιληφθεί ορθά (στο άρθρο 36Α του νέου νόμου) αυτό το διπλό αντίκρισμα χάνεται; Αν αυτό συμβαίνει, μπορείτε να θεωρήσετε βέβαιο ότι η εν λόγω διάταξη του άρθρου 36Α θα εκπέσει ως αντισυνταγματική, διότι δεν μπορεί εκ των υστέρων να έρχεται διάταξη και να επηρεάζει κάτι που σύννομα κάποιοι ασφαλισμένοι επέλεξαν. Η επιρροή θα μπορούσε να υπάρχει από την ψήφιση του νέου Νόμου, ώστε οι ασφαλισμένοι να ξαναζυγίσουν τις αποφάσεις τους, ή θα πρέπει να προβλέπεται επιστροφή των διπλά καταβληθέντων.

    Ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο σας και την προσοχή σας.