Άρθρο 34

Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016 τροποποιούνται, η παράγραφος 4 καταργείται και οι παράγραφοι 5, 6, 7, 8, 9, 10 αναριθμούνται σε 4, 5, 6, 7, 8, 9 αντίστοιχα. Το άρθρο 38 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 38
Εισφορές Μισθωτών και Εργοδοτών
1. Το συνολικό ποσοστό εισφοράς κύριας σύνταξης ασφαλισμένου μισθωτού και εργοδότη ορίζεται σε 20% επί των πάσης φύσεως αποδοχών των εργαζομένων με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές λόγω γάμου, γεννήσεως τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος των ασφαλισμένων και κατά 13,33% σε βάρος των εργοδοτών, συμπεριλαμβανομένου από 1.1.2017 και του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος.
Το ανωτέρω ποσοστό εργοδοτικής εισφοράς καταβάλλεται μειωμένο για τις περιπτώσεις εργοδοτών που εντάσσονται στο πρόγραμμα επιδότησης μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα ηλικίας έως εικοσιπέντε (25) ετών που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 86 του ν.4583/2018 (Α΄ 212) και την αριθ. Δ.15/Δ΄/3220/72/26-2-2019 Κοινή Υπουργική Απόφαση (Β΄ 681).
2. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών, ορίζεται στο ποσό των 6.500 ευρώ αναπροσαρμοζόμενο από 1-1-2023 έως 31-12-2024 κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους.. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν των ασφαλιστέων αποδοχών παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1-1-2025 και εφεξής το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών προσαυξάνεται κατ΄ έτος κατά το δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα απροβλεπόμενα στη παρ. 4 του άρθρου 8.
3. Καταβάλλεται ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67% για τον εργαζόμενο και 13,33% για τον εργοδότη για τις ακόλουθες, ιδίως, κατηγορίες ασφαλισμένων, διατηρούμενου σε ισχύ του τεκμηρίου υπέρ της μισθωτής εργασίας της ρύθμισης του άρθρου 2 παρ. 1 του α.ν. 1846/1951.
α. Για τους ασφαλισμένους που υπάγονταν στην ασφάλιση του Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων του ΟΑΕΕ ως έμμισθοι ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση.
β. Για τους ασφαλισμένους που έως την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ και παρέχουν εξαρτημένη εργασία, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση.
γ. Ο διευθυντής, γενικός διευθυντής, εντεταλμένοι, διευθύνοντες ή συμπράττοντες σύμβουλοι διοικητές εταιριών ή συνεταιρισμών εφόσον συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας για τις εισπραττόμενες αμοιβές, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί του συνολικού ποσού των αμοιβών.
δ. Τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή, καθώς και οι διαχειριστές όλων των νομικών μορφών των Εταιρειών πλην ΙΚΕ.
Ειδικά για τα ανωτέρω μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε., σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 25 ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.
Εάν η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά υπολείπεται του ως άνω ποσού εισφοράς, ως χρόνος ασφάλισης κατά μήνα λαμβάνεται το πηλίκο της καταβληθείσας ασφαλιστικής εισφοράς δια του ποσού εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, πολλαπλασιαζόμενο επί 25.
ε. Τα μέλη Δ.Σ. αγροτικών συνεταιρισμών εφόσον λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής.
Σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 25 ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.
Εάν η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά υπολείπεται του ως άνω ποσού εισφοράς, ως χρόνος ασφάλισης κατά μήνα λαμβάνεται το πηλίκο της καταβληθείσας ασφαλιστικής εισφοράς δια του ποσού εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, πολλαπλασιαζόμενο επί 25.
στ. Για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών.
ζ. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί – ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών.
Ο σχετικός χρόνος ασφάλισης θεωρείται χρόνος ασφάλισης στο πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ.
η. Οι ασφαλισμένοι μισθωτοί, οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις εκάστου Τομέα, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υπάγονταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, καταργούμενης κάθε άλλης διάταξης που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα.
Υπόχρεος για την καταβολή της εργοδοτικής εισφοράς είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, για λογαριασμό του οποίου οι ασφαλισμένοι του παρόντος άρθρου παρέχουν τις υπηρεσίες τους περιοδικά έναντι παροχής. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται και στις κατηγορίες αυτές οι πάσης φύσεως διατάξεις περί εισφορών του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
4. Παραμένουν στο ύψος που προβλεπόταν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, που εμπίπτουν στις κατηγορίες που εξαιρέθηκαν από την αύξηση των ορίων ηλικίας της υποπαραγράφου Ε3 της παρ. Ε του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. Φ11321/οικ.47523/1570 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β` 2311), καθώς και των εργαζομένων που υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 20 και 21 του Ν. 3863/2010 (Α` 115), όπως ισχύει, καθώς και όσοι για την απασχόλησή τους δεν υπάγονταν στον κλάδο σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αλλά υπάγονταν είτε αποκλειστικά και μόνο για τον κίνδυνο του ατυχήματος είτε εκτός αυτού και στον κλάδο παροχών ασθενείας σε είδος. Στο ίδιο ύψος παραμένουν και οι αντίστοιχες εργοδοτικές εισφορές.
5. Τα ποσοστά εισφορών των ασφαλισμένων που υπάγονται ή θα υπάγονταν βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, στο ΝΑΤ, υπολογίζονται μηνιαίως επί του βασικού μισθού που δεν μπορεί να είναι κατώτερος από τον προβλεπόμενο στην ισχύουσα ή την τελευταία ισχύσασα ΣΣΕ του κλάδου, πλέον των επιδομάτων που προβλέπονται στα άρθρα 84 και 85 του Π.δ. 913/1978. Οι εισφορές καταβάλλονται ανά τρίμηνο.
6. Οι εισφορές δηλώνονται από τον εργοδότη στην Αναλυτική Περιοδική Δήλωση, σύμφωνα με την νομοθεσία του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, ως ισχύει.
7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Φ.Κ.Α. και καθορίζονται οι απαιτούμενες διαδικασίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου σχετικά με τις εισφορές των κατά την παράγραφο 4 εξαιρούμενων κατηγοριών ασφαλισμένων, την ενσωμάτωση αυτών στα πληροφοριακά συστήματα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
8. Από την 15.9.2016 η εισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 3 παρ. δ`, στο άρθρο 4 παρ. γ` του ν.δ. 465/1941 (Α` 301), στο άρθρο 36 παρ. 2 του Ν.δ. 158/1946 (Α`318), στο άρθρο 3 παρ. Γ` του Ν. 1872/1951 (Α`202), στο άρθρο 4 παρ. 3 περίπτωση β` του Ν. 4041/1960 (Α` 36), στο άρθρο 4 του Ν.δ. 4547/1966 (Α` 192), στα άρθρα 11, 14 και 15 του α.ν. 248/1967 (Α` 243), στα άρθρα 2, 3 και 8 του Ν. 1344/1973 (Α` 36), στο άρθρο 6 παρ. 5 του Ν. 1866/1989 (Α` 222), στους νόμους 248/1967, 1989/1991, καθώς και στην Φ. 146/1/10978/1969 καταργείται.
9. Από 1.7.2016 οι αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές και ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών κατατίθενται από τους εργοδότες μέσω τραπεζικού λογαριασμού και μεταφέρονται αντιστοίχως και αποδίδονται από την οικεία τράπεζα στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών, των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και του Δημοσίου.
Από 1.7.2019 οι αποζημιώσεις απόλυσης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και ο αντίστοιχος φόρος της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 (Α` 167) κατατίθενται από τους εργοδότες μέσω λογαριασμού πληρωμών και μεταφέρονται αντιστοίχως και αποδίδονται από τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών και του Δημοσίου.
Για το σκοπό αυτόν κάθε υπόχρεος εργοδότης υπογράφει σχετική σύμβαση με τράπεζα που επιλέγει. Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.».

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 17:48 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΩΝ ΜΕΣΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ – ΠΕΠΜΑ

    Το οξύμωρο στο πνεύμα του εν λόγω νομοσχεδίου, είναι ότι για τούς μεν αλιείς – αγρότες προβλέπει ότι θα ασφαλίζονται, ως πρώην ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ, σε μία από τις 6 κατηγορίες, με την 1η στα 120 ευρώ περίπου και δικαίωμα επιλογής κατηγορίας, γεγονός το οποίο μας βρίσκει σύμφωνους, για τούς δε αλιεργάτες, μολονότι ήταν ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ επί σειρά δεκαετιών και μάλιστα, αυθαίρετα, σε μία από τις υψηλότερες κλάσεις δηλ. την 5η, εν τούτοις δεν άλλαξε κάτι, ότι ίσχυε με τον Ν. 4387 θα εξακολουθήσει να ισχύει, δηλαδή θα αντιμετωπίζονται ως μισθωτοί με τις ασφαλιστικές εισφορές να υπολογίζονται ως ποσοστό 27% περίπου, επί πάσης φύσεως αποδοχών τους.
    Να επισημάνουμε ότι αυτή η κατηγορία εργαζομένων, συνιστά κατηγορία εργαζομένων ειδικού καθεστώτος, με τις εργασιακές τους σχέσεις να ρυθμίζονται κατ’ εξαίρεση με το ΠΔ.88/1999 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, άρθρο 14β , με τις εξής ιδιαιτερότητες :
    α. Ο αριθμός των ημερών εργασίας ανά μήνα είναι απροσδιόριστος, αφού η εργασία μας εξαρτάται άμεσα από τις καιρικές συνθήκες,
    β. Ο αριθμός των ωρών εργασίας τους ανά ημέρα είναι απροσδιόριστος, συχνά κατακερματισμένος μέσα στο 24ωρο, δεν προβλέπεται ώρα έναρξης εργασίας, δεν προβλέπονται ωράρια, υπερωρίες, νυχτερινά κ.λπ.
    γ. δεν υπάρχει συλλογική ούτε κλαδική σύμβαση εργασίας μεταξύ εργοδοτών και αλιεργατών, αλλά ατομική σύμβαση, το δε σκάφος πέρα από χώρος εργασίας είναι και χώρος διαμονής, ξεκούρασης, ψυχαγωγίας κ.λπ.
    Ο προτεινόμενος γενικευμένος αυτός τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, είναι αδόκιμος λοιπόν για αυτή την κατηγορία εργαζομένων. Συγχρόνως άνευ λόγου οδηγεί σε υπέρογκες και επαχθείς για τα σκάφη μας εισφορές.
    Περαιτέρω, το ποσοστό εισφοράς 27%, στερείται αναλογικότητας ως προς την ανταποδοτικότητα του, για τον απλούστατο λόγο ότι οι αλιεργάτες στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι Αιγύπτιοι μετακαλούμενοι εργάτες ( εξ’ ανάγκης ), οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα στην χώρα μας. Συνεπώς το ποσοστό του 20% υπέρ εισφοράς κύριας σύνταξης είναι εκτός οικονομικής πραγματικότητας και σε ουδεμία σχετική μελέτη ( αναλογιστική κ.λπ. ) θα μπορούσε να στηριχτεί.
    Συμφωνούμε ότι όσο εργάζονται στην χώρα μας πρέπει να αντιμετωπίζονται ισότιμα με τους Έλληνες αλιεργάτες, αμείβονται άλλωστε με το ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη, όταν ο βασικός μισθός στην Αίγυπτο δεν ξεπερνά τα 160 ευρώ, όμως θεωρείτε σωστό να πληρώνουμε υψηλότατες ασφαλιστικές εισφορές για Αιγύπτιους αλιεργάτες οι οποίοι είναι μόνιμοι κάτοικοι Αιγύπτου εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, καθώς και οι οικογένειες τους, που σημαίνει ότι δεν επιβαρύνουν το Εθνικό σύστημα υγείας και πρόνοιας, δεν θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα στην Χώρα μας, τη στιγμή που η σύνταξη στην Αίγυπτο δεν ξεπερνά τα 100 ευρώ ? και την λαμβάνουν όλοι, ανεξαρτήτως πρότερου εργασιακού βίου … Η προσβολή της αρχής της απλής λογικής και της αρχής της αναλογικότητα είναι ιδιαιτέρως εμφανής, σήμερα που ο Κλάδος της Μέσης Αλιείας είναι σε άθλια οικονομική κατάσταση και κινδυνεύει με κατάρρευση.
    Παρακαλούμε θερμά, με γνώμονα την συνέχιση του τόσο πολύτιμου αλλά και πολύπαθου κλάδου της αλιείας, όπως ρυθμίσετε οριστικά το θέμα της ασφάλισης των αλιεργατών που ταλαιπωρεί τον κλάδο μας διαχρονικά και οι οποίοι συνιστούν μια κατηγορία εργαζόμενων ειδικού καθεστώτος, ( 5.000, με τον αριθμό να παραμένει σταθερός μέσα στον χρόνο, άρρηκτα συνδεδεμένοι με τον κλάδο μας και μόνο ), μικρού ειδικού βάρους για την Ελληνική οικονομία, υψηλότατου όμως για τα σκάφη μας και την επιβίωση μας, συμπεριλαμβάνοντας τις ακόλουθες προτάσεις μας στην τελική διαμόρφωση του υπό εξέταση νομοσχεδίου,
    Προτείνουμε :
    1. Οι ασφαλιστικές εισφορές να υπολογίζονται επί του εκάστοτε ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη ως ποσοστό που δεν θα υπερβαίνει το 12% συνολικά ( εισφορά εργαζομένου και εργοδότη ), πολλαπλασιαζόμενο φυσικά με τα πραγματοποιηθέντα ημερομίσθια ανά μήνα, και οπωσδήποτε να αποσυνδεθούν από τις αποδοχές.
    Εναλλακτικά :
    2. Οι ασφαλιστικές εισφορές των αλιεργατών, να ενταχθούν σε μια από τις 6 κλάσεις όπως ακριβώς για τους αλιείς – αγρότες, με δικαίωμα επιλογής κλάσης και την μικρότερη στα 120 ευρώ.
    3. Εσχάτως, μετά από συνάντηση του Προέδρου της ΠΕΠΜΑ με την Γεν. γραμμ. Κα Καρατσιώτη την 6/2/20, διεφάνη μία νέα εναλλακτική λύση : αυτή του εργόσημου, φυσικά με τις ασφαλιστικές εισφορές στο 10%, όπως και για τους εργάτες Γής, μία πρόταση πους μας βρίσκει σύμφωνους αφού την εργασία μας την χαρακτηρίζει και η εποχικότητα ( 8-9 μήνες τον χρόνο, συνέπεια αλιευτικής νομοθεσίας ) αλλά και η έντονη εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες, η οποία και προκαλεί περαιτέρω βράχυνση του χρόνου της .
    Με προσμονή
    Για το ΔΣ
    Ο Πρόεδρος
    Ιωάννης Μπουντούκος

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 17:31 | ΒΑΣΙΛΑΤΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ

    Ως ο σχολιασμός μας στο Άρθρο 23 – – Αντικατάσταση του Άρθρου 5 του Ν. 4387/2016 «Ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών υπαλλήλων Δημοσίου».
    Η συσχέτιση του ύψους της ασφαλιστικής εισφοράς με τις εργασιακές αποδοχές ουδόλως δικαιολογείται καθώς οι κίνδυνοι εξαιτίας των οποίων προκύπτει η ανάγκη ασφάλισης ουδόλως συσχετίζονται με το ύψος των εργασιακών αποδοχών. Εξ άλλου η αρχή αυτή της μη συσχέτισης εισφορών και αποδοχών υιοθετείται στο παρόν νομοσχέδιο για τους αυτοτελώς ασχολουμένους και ελεύθερους επαγγελματίες (Άρθρο 39 Ν. 4387/2016) και τους αγρότες (Άρθρο 40 Ν. 4387/2016).
    Άμεση συνέπεια της αρχής αυτής είναι το αδικαιολόγητο της συσχέτισης εισφορών και εργασιακής ενασχόλησης καθώς και στην περίπτωση αυτή οι κίνδυνοι εξαιτίας των οποίων προκύπτει η ανάγκη ασφάλισης ουδόλως συσχετίζονται με την ύπαρξη εργασιακής ενασχόλησης ή μη. Και πάλι η αρχή αυτή κατ’ ουσίαν υιοθετείται στο παρόν νομοσχέδιο –όπως και στο προς αντικατάσταση ισχύον– καθώς για τους αυτοτελώς ασχολουμένους και ελεύθερους επαγγελματίες (Άρθρο 39 Ν. 4387/2016) και τους αγρότες (Άρθρο 40 Ν. 4387/2016) ορίζονται ελάχιστες εισφορές –πρώτη ασφαλιστική κατηγορία– ακόμη και για μηδενικό εισόδημα δηλαδή οιονεί και για μη εργαζομένους.
    Επομένως ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ:
    α) ο ορισμός ελάχιστης ασφαλιστικής εισφοράς ανεξαρτήτως εργασιακής ενασχόλησης ή μη και ανεξαρτήτως εργασιακών αποδοχών, και
    β) ο ορισμός ευλόγου ανωτέρου ηλικιακού ορίου μετά το οποίο η εισφορά καθίσταται υποχρεωτική προτείνεται το δε όριο αυτό να είναι η ηλικία των είκοσι επτά (27) ετών ως προκύπτει ευλόγως εάν ληφθούν υπόψη η μέγιστη κανονική διάρκεια των έξι (6) ετών σπουδών στο πανεπιστήμιο (ιατρική) συν δύο (2) έτη στρατιωτικής θητείας συν ένα (1) έτος χάριτος.
    Αναφορικά με την ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ αυτή να είναι τόση ώστε η ανταποδοτική σύνταξη να επαρκεί για να καλύπτει τους καταβλητέους φόρους και την ασφάλιση υγείας, καθώς το κράτος ουδεμία άλλη δικαιολογητική βάση έχει για να ρυθμίζει την προσωπική ζωή των πολιτών. Το ύψος των καλυπτομένων καταβλητέων φόρων μπορεί να ισούται με το ύψος των κατά κεφαλή αμέσων φόρων (περίπου 11 δις ευρώ ετησίως / 11 εκ. πληθυσμού = 1000 ευρώ ετησίως = 83.33 ευρώ μηνιαίως) συν το ύψος των κατά κεφαλήν δαπανών υγείας (περίπου 1650 ευρώ κρατική (60%) και ιδιωτική (40%) δαπάνη ετησίως = 137.5 ευρώ μηνιαίως) σύνολο δηλαδή 83.33+137.5 = 220.83 ευρώ μηνιαίως και άρα αυτή πρέπει να είναι η ελάχιστη σύνταξη την οποία το κράτος πρέπει να απαιτεί να λαμβάνει ο κάθε συνταξιούχος. Φυσικά νοείται ότι ο ως άνω φόρος πρέπει να είναι υποχρεωτικά καταβλητέος. Από το ως προηγουμένως ποσό και άνω είναι ευθύνη του πολίτη να φροντίσει προκειμένου η σύνταξή του να είναι κατ’ αυτόν επαρκής για την διαβίωσή του.
    Ειδικότερα και λαμβανομένων υπόψη των αναφερομένων στο σχόλιό μας στο Άρθρο 24 – Αντικατάσταση του Άρθρου 8 του Ν. 4387/2016 «Ανταποδοτική σύνταξη» και στο Άρθρο 28 – Αντικατάσταση του Άρθρου 28 του Ν. 4387/2016 «Ανταποδοτική σύνταξη», προτείνεται για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης η εφαρμογή της εξίσωσης:
    Παρούσα Αξία του Συνόλου Εισφορών [= Παρούσα Αξία Εισφοράς Χ Συντάξιμος Χρόνος (έτη) Χ 12 μήνες/έτος] = Παρούσα Αξία του Συνόλου Καταβολών Ανταποδοτικής Σύνταξης [= Παρούσα Αξία της Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ (Προσδόκιμο Ζωής – Ηλικία Συνταξιοδότησης) (έτη) Χ 12 μήνες/έτος] =>
    Παρούσα Αξία Εισφοράς = Παρούσα Αξία της Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ (Προσδόκιμο Ζωής – Ηλικία Συνταξιοδότησης) (έτη) / Συντάξιμος Χρόνος (έτη).
    Επομένως η ελάχιστη εισφορά ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ να ανέρχεται σε περίπου 220 ευρώ Χ περίπου 20 έτη / περίπου 40 έτη = περίπου 110 ευρώ.
    Αναφορικά με την Ελάχιστη Ηλικία Συνταξιοδότησης αυτή προκύπτει εκ των ως άνω:
    Ελάχιστη Ηλικία Συνταξιοδότησης = Προσδόκιμο Ζωής – Παρούσα Αξία Συνόλου Εισφορών / (Παρούσα Αξία της Ελάχιστης Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ 12 μήνες/έτος) = Προσδόκιμο Ζωής – Παρούσα Αξία Εισφοράς Χ Συντάξιμος Χρόνος (έτη) / Παρούσα Αξία της Ελάχιστης Ανταποδοτικής Σύνταξης.
    Αναφορικά με το ανώτερο ηλικιακό όριο μετά το οποίο η εισφορά καθίσταται υποχρεωτική προτείνεται το όριο αυτό να είναι η ηλικία των είκοσι επτά (27) ετών ως προκύπτει ευλόγως εάν ληφθούν υπόψη η μέγιστη κανονική διάρκεια των έξι (6) ετών σπουδών στο πανεπιστήμιο (ιατρική) συν δύο (2) έτη στρατιωτικής θητείας συν ένα (1) έτος χάριτος.
    Επίσης, η εμπλοκή του εργοδότη στην παρακράτηση και καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων εμπλέκει αδικαιολογήτως τον πρώτο στις υποχρεώσεις των δευτέρων και υποδηλώνει ότι το κράτος αφενός μεν θεωρεί ανεύθυνους τους μισθωτούς αφετέρου δε τους θεωρεί αναξιόπιστους ή τουλάχιστον ευήθεις ώστε να τους παρακρατεί στην πηγή μηνιαίως την αναλογούσα ασφαλιστική τους εισφορά. ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ η μεταφορά της ευθύνης ασφάλισης αποκλειστικά στους πολίτες όπως άλλωστε ισχύει και για τους αυτοτελώς ασχολουμένους και ελεύθερους επαγγελματίες (Άρθρο 39 Ν. 4387/2016) και τους αγρότες (Άρθρο 40 Ν. 4387/2016).

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 17:11 | VIVA ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΑΕ

    Άρθρο 34 με το οποίο τροποποιείται το άρθρο 38 του ν. 4387/2016, ιδίως επί του Άρθρου 38 παρ. 9 του Ν. 4387/2016:

    Η αναφορές σε τραπεζικό λογαριασμό και τράπεζα, είναι λανθασμένες καθώς αντιβαίνουν στο Ευρωπαϊκό δίκαιο για τις υπηρεσίες πληρωμών, ήτοι στην Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με τον ν. 4537/2018 «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2015/2366/ΕΕ για τις υπηρεσίες πληρωμών και άλλες διατάξεις». Έτσι, κάθε αναφορά στο παρόν σχέδιο σε «τραπεζικό λογαριασμό» , σε «τράπεζα», σε «πιστωτικό ίδρυμα» οφείλει να απαλειφθεί και να αντικατασταθεί από «λογαριασμό πληρωμών» (αντί λογαριασμού που τηρείται σε τράπεζα), από «πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του Ν 4537/2018 όπως ισχύει » (αντί του όρου τράπεζα και πιστωτικό ίδρυμα). Σημειώνεται ότι τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, ως εκ τούτου η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το Ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.).
    Αντίθετα, ως προς τις αποζημιώσεις απόλυσης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα (στην ίδια παράγραφο) ορθά και σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό δίκαιο, χρησιμοποιείται ο όρος «λογαριασμός πληρωμών» και «πάροχος υπηρεσιών πληρωμών».

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 13:36 | ΠΟΛΙΤΗΣ

    3.ζ. Οι αλλοπαδοί αλιεργάτες καθώς και οι μετακλητοί αλιεργάτες Τρίτων Χωρών θα πρέπει να ενταχθούν με τους εργάτες γής στην ίδια κατηγορία και στο ίδιο ασφαλιστικό καθεστώς που είναι το εργόσημο. Διότι απο μόνοι τους είναι μια κατηγορία με πολλές ιδιαιτερότητες λόγω της φύσεως της εργασίας τους.

  • 7 Φεβρουαρίου 2020, 13:21 | ΚΑΝΑΚΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

    ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΤΗΣ ΝΑΥΠΗΓΟΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ:
    του ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ(Σ.Ε.ΝΑ.ΒΙ.)και
    της ΕΝΩΣΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ,
    ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΟΥ Ν/Σ «ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ»

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΤΟ Ν/Σ

    «Προτείνεται η προσθήκη στην 2η παράγραφο του άρθρου 38 του ν.4387/2016 34,όπως αυτό τροποποιείται με το άρθρο 34 του Ν/Σ,εδαφίου ως εξής:
    «Για περιπτώσεις Κωδικών Αριθμών Δραστηριοτήτων(ΚΑΔ),ειδικών κατηγοριών εργασιών,για τις οποίες πληρούνται αθροιστικά οι κάτωθι προϋποθέσεις:
    1.Χαρακτηρίζονται από εξαγωγικό προσανατολισμό.
    2.Κρίνεται αναγκαία η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους σε διεθνές επίπεδο.
    3.Χαρακτηρίζονται από υψηλούς μισθούς και ημερομίσθια για σημαντικό αριθμό εργαζομένων τους λόγω ειδικών συνθηκών εργασίας και έλλειψης ειδικευμένου τεχνικού προσωπικού.
    4.Η άμεση ή έμμεση συνεισφορά τους στην Εθνική Οικονομία ή/και την Εθνική Άμυνα κρίνεται ως σημαντική.
    Επιτρέπεται για τις ειδικές αυτές κατηγορίες εργασιών,με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,στην οποία διαπιστώνεται η συνδρομή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων,να καθορίζεται το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών,μέχρι του ποσού των 2.400 ευρώ».

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
    Στις συνήθεις περιπτώσεις μισθοί,που υπερβαίνουν τις 3.000 ευρώ μικτές αποδοχές,παρέχονται σε μικρό ποσοστό του στελεχικού-διευθυντικού δυναμικού των εταιρειών.Συνεπώς η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών μέχρι του ανωτάτου ορίου των 6.500ευρώ δεν επιβαρύνει σημαντικά το συνολικό εργασιακό κόστος.Αντίθετα στις ειδικές ελάχιστες περιπτώσεις ειδικών εργασιών,όπου σημαντικού ύψους αποδοχές(υψηλότερες των 4.000ευρώ)απονέμονται σε σημαντικό ποσοστό των εργαζομένων,οι αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές επιβαρύνουν σημαντικά το συνολικό κόστος εργασίας και συνακόλουθα την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος των εν λόγω ειδικών εργασιών.Η προτεινόμενη προσθήκη σκοπεύει στην υποστήριξη των εν λόγω ειδικών εργασιών,ιδιαίτερα μάλιστα όταν έχουν εξαγωγικό προσανατολισμό των υπηρεσιών ή προϊόντων τους και συνεισφέρουν ιδιαίτερα στην Εθνική Οικονομία και `Αμυνα.
    Χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση αποτελούν οι ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες,με δεδομένο τον ισχυρό διεθνή ανταγωνισμό,που δέχεται η Ελληνική Ναυπηγοεπισκευαστική Βιομηχανία(Ναυπηγεία και Ναυπηγοεπισκευαστικές Επιχειρήσεις),ιδιαίτερα μάλιστα από τη γειτονική Τουρκία.Οι υψηλές μικτές αποδοχές σε μεγάλα ποσοστά των εργαζομένων στα Ναυπηγεία και εν γένει τη Ναυπηγοεπισκευή,οφείλονται στις εξαιρετικά σκληρές συνθήκες εργασίας και στις μεγάλες ελλείψεις ειδικευμένου προσωπικού,λόγω της από πολλών ετών διακοπής της λειτουργίας των ειδικών σχολών μαθητείας.Η αποδοχή της προτεινόμενης ρύθμισης υποστηρίζει τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Ναυπηγικής Βιομηχανίας και την επαναλειτουργία των Ναυπηγείων εκείνων,που σήμερα αντιμετωπίζουν προβλήματα.

    ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ(Σ.Ε.ΝΑ.ΒΙ.)
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ:ΚΑΝΑΚΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

    ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ:ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΦΩΤΗΣ

  • 6 Φεβρουαρίου 2020, 21:13 | Γιωργος Νικολαου

    Άρθρο 34
    #3. δ. Τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή, καθώς και οι διαχειριστές όλων των νομικών μορφών των Εταιρειών πλην ΙΚΕ.
    Ειδικά για τα ανωτέρω μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε., σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 25 ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.
    Εάν η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά υπολείπεται του ως άνω ποσού εισφοράς, ως χρόνος ασφάλισης κατά μήνα λαμβάνεται το πηλίκο της καταβληθείσας ασφαλιστικής εισφοράς δια του ποσού εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, πολλαπλασιαζόμενο επί 25.
    Κατά ακολουθία τη προτεινόμενης διάταξης , να ληφθεί μέριμνα για τα προηγούμενα χρόνια (2017-2019), διότι η υπηρεσίες του ΕΦΚΑ δεν έχουν καταχωρήσει το ασφαλίζομε συντάξιμο χρόνο, με συνέπεια να υπάρχει σύγχυση με το υπολογισμό της περιόδου αυτής.

  • 6 Φεβρουαρίου 2020, 19:11 | Γιωργος Νικολαου

    Άρθρο 34
    #3. δ. «Τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή, καθώς και οι διαχειριστές όλων των νομικών μορφών των Εταιρειών πλην ΙΚΕ.
    Ειδικά για τα ανωτέρω μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε., σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 25 ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.
    Εάν η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά υπολείπεται του ως άνω ποσού εισφοράς, ως χρόνος ασφάλισης κατά μήνα λαμβάνεται το πηλίκο της καταβληθείσας ασφαλιστικής εισφοράς δια του ποσού εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, πολλαπλασιαζόμενο επί 25.»
    Κατά ακολουθία τη προτεινόμενης διάταξης , να ληφθεί μέριμνα για τα προηγούμενα χρόνια (2017-2019), διότι η υπηρεσίες του ΕΦΚΑ δεν έχουν καταχωρήσει το ασφαλίζομε συντάξιμο χρόνο, με συνέπεια να υπάρχει σύγχυση με το υπολογισμό της περιόδου αυτής.

  • 6 Φεβρουαρίου 2020, 09:26 | ORESTIS

    Σύμφωνα με την παρ. 3 περ. δ
    «Τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή, καθώς και οι διαχειριστές όλων των νομικών μορφών των Εταιρειών πλην ΙΚΕ.
    Ειδικά για τα ανωτέρω μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε., σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 39 παρ. 1 του παρόντος, θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 25 ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.»

    Από την παραπάνω διατύπωση, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι τα μέλη των Δ.Σ. πληρώνουν εισφορές μονό επί των κατ’ αποκοπήν αμοιβών, δεν προκύπτει κάτι τέτοιο για τους διαχειριστές των λοιπών εταιριών. Ίσως πρέπει να γίνει μία επαναδιατύπωση του νόμου ώστε να αποκλειστεί η περίπτωση πληρωμής εισφορών επί τεκμαρτών και ανύπαρκτων εισοδημάτων των διαχειριστών (λαμβάνοντας υπόψη και το εδάφιο «διατηρούμενου σε ισχύ του τεκμηρίου υπέρ της μισθωτής εργασίας της ρύθμισης του άρθρου 2 παρ. 1 του α.ν. 1846/1951»).
    Σε περίπτωση δε που πρόθεση του νομοθέτη είναι καταλογισμός εισφορών επί τεκμαρτών και ανύπαρκτων εισοδημάτων, τι γίνεται αν κάποιος είναι διαχειρστής σε 5 Ο.Ε. ή είναι μισθωτός σε άλλη επιχείρηση και ταυτόχρονα διαχειριστής σε Ο.Ε.. Θα πληρώνει πολλαπλές εισφορές του άρθρου 38 για εισοδήματα που δεν εισέπραξε;

  • Το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο θα πρέπει να συμπεριλάβει ρητή εξαίρεση απο την επιβολή ασφαλιστικών εισφορών επί των διατακτικών σίτισης ημερήσιας αξίας έως 6 ευρώ ( ήτοι ετησίως 1.452 ευρώ) και μάλιστα απο το 2013 ( απο την ψήφιση του 4172/2013 ) κατ’ αντιστοιχία και αναλογία με την ρητή εξαίρεση απο πλευράς φορολογίας εισοδήματος.

    Ο φορολογικός νομοθέτης προέβλεψε αντίστοιχα ρητά καθιερώνοντας ειδικότερη διάταξη στην φορολογία εισοδήματος ( η οποία υπερισχύει της γενικής επί φορολόγησης παροχών) ότι οι διατακτικές σίτισης που αναφέρονται στην περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ΚΦΕ (Ν.4172/2013) εξαιρούνται ΡΗΤΑ απο τον υπολογισμό του εισοδήματος.

    Περαιτέρω, σύμφωνα με το περιεχόμενο του άρθρου 9 Ν.2336/1995 και της ΠΟΛ 1206/2018 οι παροχές σε είδος δεν θεωρούνται φορολογητέο εισόδημα απο μισθωτή εργασία ούτε υπόκεινται σε κοινωνικοασφαλιστικές κρατήσεις, υπό τις σχετικώς αναφερόμενες παραδοχές.

    Κομβικής σημασίας επομένως είναι η σαφήνεια της διάταξης της ρητής εξαίρεσης απο την επιβολή ασφαλιστικων εισφορών για τις διατακτικές σίτισης έως έξι ευρώ ημερησίως ( ήτοι ετησίως έως 1452 ευρώ), όπως ακριβώς δηλαδή έχει πράξει ο φορολογικός νομοθέτης, με την σαφέστατη εξαίρεση απο την φορολογία εισοδήματος και μάλιστα αναδρομικά απο 2013. Οι διατακτικές σίτισης με την συγκεκριμένη αξία απευθύνονται ως γνωστόν και ως επί το πλείστον σε εργαζόμενους οι οποίοι χρήζουν μέριμνας εκ μέρους του εργοδότη.
    Προφανώς με την νομοθετική αυτή ρύθμιση θα υπάρξει σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου για χιλιάδες επιχειρήσεις , μεγάλες και μικρότερες, που χρησιμοποιούν απο το 2013 τις εν λόγω διατακτικές σίτισης έως 6 ευρώ ημερησίως ( έως 1.452 ευρώ ετησίως ) λειτουργώντας καλόπιστα με βάση τα ανωτέρω και προσπαθώντας αφενός να στηρίξουν τους εργαζομένους τους και αφετέρου να διατηρήσουν πολύτιμες θέσεις εργασίας .

  • 5 Φεβρουαρίου 2020, 15:10 | ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΠΕΤΡΟΣ

    Ο νόμος Κατρούγκαλου προσπάθησε να δημιουργήσει ένα ταμείο για όλους , ενοποιώντας όλα τα Ταμεία, άσχετα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε επαγγέλματος και τις εισφορές που είχαν πληρώσει οι εργαζόμενοι και εργοδότες, σύμφωνα με τις οποίες είχαν προσαρμοσθεί και εκδίδονταν οι προ μνημονίων συντάξεις. Ένα από τα πολύ ιδιαίτερα Ταμεία είναι και αυτό των ναυτικών, πρώην ΝΑΤ, το παλαιότερο και οικονομικά ισχυρότερο ταμείο, και ήταν μεγάλο λάθος η ένταξη του ταμείου αυτού μαζί με όλα τα άλλα, κρίνοντας από την πλευρά των ασφαλισμένων του, διότι πλήρωναν μεγάλες εισφορές και έπαιρναν ικανοποιητικές συντάξεις ενώ σήμερα παρόλο που πληρώνουν τις ίδιες εισφορές, παίρνουν ψίχουλα. Το επάγγελμα του ναυτικού είναι ένα τελείως διαφορετικό και ιδιαίτερο επάγγελμα, λόγω των ιδιαιτέρων και αντίξοων συνθηκών που ζει και εργάζεται ο ναυτικός. Ο ναυτικός μπορεί να εργάζεται οκτάωρο, αλλά μετά την εργασία του δεν μπορεί να πάει στο σπίτι του, να ξεκουραστεί, να παίξει με τα παιδιά που, να διασκεδάσει και διεξάγεται υπό άκρως διαφορετικές και ιδιαίτερες συνθήκες , ιδιαίτερα για τους ποντοπόρους. Πληρώνει ή πλήρωσε για την σύνταξη του επί 30 μέρες το μήνα αντί 25 των στεριανών, 360 μέρες το χρόνο αντί 300 των στεριανών, πληρώνει για τα σαββατοκύριακα, πληρώνει για την αδεία που παίρνει και στο τέλος δεν είναι δυνατόν με καμία δύναμη να συμπληρώσει 37 χρόνια υπηρεσία για να συγκριθεί με τους εργαζομένους στη στεριά.
    Σημειωτέον ότι ένας καπετάνιος δεξαμενοπλοίου πληρώνει μαζί με τις εισφορές του εργοδότη του 2.400€ το μήνα για σύνταξη και επικουρικό, (ενώ μπορούσε να τις εισπράττει), έναντι ενός ελεύθερου επαγγελματία ο οποίος πλήρωνε 400 €. (εννοείτε ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας πληρώνει τις δικές του εισφορές και του εργοδότη του). Και τελικά παίρνουν και οι δύο την ίδια περίπου σύνταξη. Ποιος εργαζόμενος πληρώνει 2400€, το μήνα όσο ο καπετάνιος; Και αυτό συμβαίνει γιατί η εισφορά υπολογίζεται όχι επί του καταβαλλομένου μηνιαίου μισθού, αλλά επί (1,8 χ Μηνιαίος μισθός), ώστε να καλυφθεί η διαφορά της αδείας, των σαββατοκύριακων, του είδους του πλοίου κλπ. Φαινομενικά ο ναυτικός έχει μεν μικρή υπηρεσία, είκοσι περίπου χρόνια για πλήρη σύνταξη, αλλά εάν το πολλαπλασιάσουμε με το 1,8 , έχει πληρώσει σαν να είχε 38 χρόνια. Αυτό θα ληφθει υπ’ ‘όψιν κατά τον υπολογισμό των παροχών;
    Τέλος γιατί να πάρουν αύξηση μόνο αυτοί που έχουν πάνω από 30 έτη και 1 μέρα. Δεν είναι σίγουρο ότι αυτοί έχουν πληρώσει περισσότερα, αν οι εισφορές είναι μικρότερες, ως επίσης μπορεί να συμβεί το αντίθετο. Ποιος πληρώνει είσφορές όσο οι ναυτικοί, καπετάνιος δεξ/πλοίου 2.400€ μηνιαίως.
    Αποτέλεσμα αυτού του μπάχαλου που επακολούθησε, ενώ για τους συνταξιούχους άλλων ταμείων έχει γίνει επανυπολογισμός των συντάξεων από τον Οκτώβριο, για εμάς τους ναυτικούς ακόμη δεν έχει γίνει τίποτε. Διερωτώμαι πως υπολογίζουν τις εισφορές για παρακράτηση φόρου κλπ. επί ένα χρόνο . Μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2018, γνωρίζαμε την σύνταξη παίρναμε, τώρα δεν γνωρίζουμε τίποτε. Πλήρης απαξίωση των συνταξιούχων ναυτικών.
    Τέλος γιατί να πάρουν αύξηση αυτοί που έχουν πάνω από 30 έτη και 1 μέρα. Μπορεί αυτοί να έχουν πληρώσει περισσότερα αλλά υπάρχει και άλλος τρόπος να έχεις πληρώσει περισσότερα στο Ταμείο, όπως μεγαλύτερες εισφορές , όπως οι ναυτικοί.

    Εγώ σαν συνταξιούχος ναυτικός, με εισφορές 2400 € το μήνα, παίρνω κύρια σύνταξη μεγαλύτερη κατά 100 € από έναν ελεύθερο επαγγελματία (ο οποίος εννοείτε πλήρωνε εισφορές εργαζομένου και εργοδότη), που πλήρωνε 400 € το μήνα. Τι σύνταξη περιμένει να πάρει αυτός ο επαγγελματίας που θα πληρώνει περίπου 250 € το μήνα; Κατά τον κύριο Βούρτση θα βγάλει 750 €. Τότε εγώ θα πρέπει να πάρω 5000.

    Ευχαριστώ για την φιλοξενία
    ΓΕΩΡΙΟΣ ΚΑΡΑΠΕΤΡΟΣ Συχ/χος πλοίαρχος Ε.Ν.
    2109730156

  • 3 Φεβρουαρίου 2020, 14:39 | Σκίννερ Ανδρέας-Γεώργιος

    Όπως και για τους ασφαλισμένους του δημόσιου τομέα, προτείνεται να διατηρηθεί, τουλάχιστον μέχρι 01/01/2023, η σύνδεση του ανωτάτου ορίου ασφαλίστρων αποδοχών στο δεκαπλάσιο του βασικού κατώτατου μισθού, ώστε εάν υπάρξει αύξηση αυτού μέχρι το 2023 (παραδείγματος χάριν σε σύνδεση με την αύξηση του ΑΕΠ), να μη μείνει αμετάβλητο το όριο.

  • 3 Φεβρουαρίου 2020, 09:57 | ΝΙΚΟΣ Π

    Αξιότιμε κ Υπουργέ : επί της παραγράφου 2, καταρχάς εύγε για την ορθή αποσύνδεση του ανώτατου μηνιαίου ποσού από τον κατώτατο μισθό. Πέραν τούτου όμως είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ρητά – αν και η γραμματική διατύπωση είναι σαφής – «το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών…» – ότι το ανώτατο όριο των 6500 ευρώ μηνιαίως είναι το απόλυτο ανώτατο όριο για τις πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων των δώρων χριστουγέννων, πάσχα και επιδόματος άδειας. Δηλαδή ναι μεν τα δώρα είναι τακτικές αποδοχές και υπόκεινται σε ασφαλιστικές κρατήσεις – καμία αντίρρηση επ’αυτού – αλλά συνολικά μέχρι του μηναίου ποσού των 6500. Για να γίνει αντιληπτό τι εννοώ : Εστω μισθωτός με μηνιαίο μεικτό μισθό 5000 ευρώ. Θα πληρώσει εισφορές επί των 5000 και επιπλέον εισφορές για τα δώρα μέχρι συνολικά του ποσού των 6500, κατά τους μήνες που καταβάλλονται τα δώρα. Οχι εισφορές στο μισθό των 5000 και ξανά εισφορές επίσης επί του συνολικού ποσού των 5000 για το μήνα Δεκέμβριο π.χ. που καταβάλλεται το δώρο χριστουγέννων, αλλά μόνο για τη διαφορά, δηλ. μέχρι του επιπλέον ποσού των 1500 ευρώ. Αλλώς φθάνουμε σε καταστρατήγηση του ανωτάτου μηνιαίου ορίου η οποία είναι απολύτως ανεπιεικής και άδικη και εντέλει δημευτική του εισοδήματος των υψηλόμισθων μισθωτών. Το σημείο αυτό χρήζει ρητής διατυπωσης, ώστε να δημιουργείται ασφάλεια δικαίου και να μην αφήνονται «δημιουργικές ασάφειες» που μετά να ερμηνεύονται κατά το δοκούν. Εν άλλοις λόγοις, σωστή η μεταρύθμιση του ασφαλιστικού με αποσύνδεση από το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες, αλλά επιτέλους να δούμε και τους μισθωτούς που αποτελούν και αυτοί σημαντικό κομμάτι του παραγωγικού ιστού της χώρας. Οι δε υψηλόμισθοι, σας διαβεβαιώ δεν έχουν υψηλό μισθό γιατί κάποιος τους χαρίστηκε. Ο ιδιωτικός τομέας είναι σκληρός και απαιτητικός. Αν θέλουμε να σταματήσουμε το brain drain, ρυθμίσεις ως η προτεινόμενη είναι ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ και εντάσσονται και στο σχεδιασμό της κυβέρνησης για τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους. Τα στελέχη των επιχειρήσεων σέρνουν το κάρο της ανάπτυξης σε πολύ μεγάλο βαθμό και χρήζουν και αυτά της προσοχής του νομοθέτη, δεν είναι δυνατόν να πληρώνουν εισφορές που καταλήγουν σε δήμευση εισοδήματος. Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι απόλυτα δίκαιη, ευθυγραμισμένη με το πνεύμα του νέου νόμου και τις διακηρύξεις της κυβέρνησης και επιβεβλημένη για λόγους ισοπολιτείας αλλά και σκοπιμότητας για την ανάταξη της χώρας. Μένω πεπεισμένος ότι θα δείτε το θέμα με τη δέουσα προσοχή.

  • 29 Ιανουαρίου 2020, 09:48 | labour

    άρθ.34 παρ.9
    Σε κάθε εργαζόμενο να υπάρχει υποχρεωτική γνωστοποίηση του τραπεζικού λογαριασμού -ΙΒΑΝ πληρωμής μισθοδοσίας στο σύστημά ΕΡΓΑΝΗ (είτε μέσω του εντύπου Ε3-προσληψης αλλά και στο ετήσιο έντυπο Ε4-πίνακας προσωπικού). Πάσης φύσεως αμοιβές (σε χρήμα) συμπεριλαμβανομένων και των έναντι προκαταβολών να καταβάλλονται αποκλειστικά μέσω τραπέζης (σημ. τραπεζικού λογαριασμού ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ τραπ. οργανισμού στον οποίο θα είναι συμβεβλημένος και ο εργοδότης)

  • 28 Ιανουαρίου 2020, 14:08 | Nikos

    Με τις διαδοχικές συντάξεις χηρείας που είναι σε εκκρεμότητα εδώ και τρία χρόνια από τον θάνατο του συζύγου τι θα γίνει; Προβλέπεται κάτι σε αυτό το νομοσχέδιο για την εκκαθάρισή τους;

  • 28 Ιανουαρίου 2020, 10:17 | ANNA

    Σχετικά με τις μηδενικές ημέρες ασφάλισης των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων του Ν 4387 /2016 ( Κ.Α.Δ 620 πακέτο κάλυψης 71) ,να ληφθεί μέριμνα για τα χρόνια που ίσχυε ο Ν 4387/2016 , καθώς τα αρμόδια υποκαταστήματα ΙΚΑ δεν είχαν λογισμικό πώς να περνάνε τις ημέρες ασφάλειας των Διοικητικών Συμβουλίων , με αποτέλεσμα να έχουμε μηδενικές ασφαλιστικές ημέρες κάτι που επηρεάζει και το συνταξιοδοτικό .

  • Οι αμοιβές των μελών Δ.Σ. των Ανωνύμων Εταιρειών από τα κέρδη της εταιρείας, καταβάλλονται σε αυτά αποκλειστικά λόγω της συμμετοχής τους στο Δ.Σ., ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που παρέχουν στην εταιρεία, και ανεξάρτητα της συμμετοχής τους ή μη στο εταιρικό κεφάλαιο.
    Συνεπώς, οι αμοιβές αυτές, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι βάσει της φορολογικής νομοθεσίας χαρακτηρίζονται ως μερίσματα, συνυπολογίζονται με τις λοιπές αμοιβές που λαμβάνουν τα ανωτέρω πρόσωπα για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 παράγραφος 3 περίπτωση δ’ του ν. 4387/2016 (σ.σ. τα ποσοστά των ασφαλιστικών εισφορών για τις εν λόγω αμοιβές ανέρχονται σε 12,72% για τον ασφαλισμένο και σε 21.38% για τον εργοδότη, ήτοι σε συνολικό ποσοστό 34,10%, βλ. σχετ. υπ. Εργασίας Φ. 10043/44043/55/ 2018).

    Οι εν λόγω αμοιβές πρέπει να απεικονιστούν στην Α.Π.Δ. και να ασφαλιστούν βάσει του άρθρου 38 του ν. 4387/2016, ενώ φορολογικά θεωρούνται ως εισόδημα από μερίσματα και πρέπει να δηλωθούν στο αρχείο βεβαιώσεων από μερίσματα με κωδ. 1 (βλ. ΠΟΛ.1045/2018).

    Προτείνω να δείτε σοβαρά την κατάργηση του καταλογισμού των ασφαλιστικών εισφορών στις αμοιβές που δίνονται από τα μερίσματα.

  • 27 Ιανουαρίου 2020, 08:42 | ΑΝΕΡΓΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΛΟΓΩ ΚΡΙΣΗΣ

    2. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών, ορίζεται στο ποσό των 6.500 ευρώ αναπροσαρμοζόμενο από 1-1-2023 έως 31-12-2024 κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους.. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν των ασφαλιστέων αποδοχών παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους.

    Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα οι μεγαλύτεροι ηλικιακά εργαζόμενοι να γίνουν ακόμη πιο «ακριβοί» για την επιχείρηση και να απολύονται με μεγαλύτεροι ευκολία ή να εξαναγκάζονται σε ‘μαύρη’ εργασία. Ήδη με την αλλαγή των ανώτατων αποδοχών απο τα 2,480 € στα 5,000 € είχε επιβαρυνθεί με 11,000€ ετησίως η επιχείρηση και με 4,000€ – 5,500€ ο εργαζόμενος (άρα μείωση στα καθαρά του εισοδήματα) . Παράλληλα, η ανώτερη σύνταξη από τα 2,480 έπεσε στα 1,100! Δηλαδή και μειώθηκε το καθαρό εισόδημα του εργαζόμενου, και μειώθηκε τελικά και η σύνταξη του.

  • 26 Ιανουαρίου 2020, 13:54 | Σπύρος Μ Μ

    Να ληφθεί μέριμνα για όσους, στο παρελθόν, δεν είχαν ανοικτά τα βιβλία εφορίας αλλά ταυτόχρονα πλήρωσαν ασφαλιστικές εισφορές.
    Για χρόνο ασφάλισης, για τον οποίο έχουν ήδη καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, να αναγνωρισθεί ο χρόνος ασφάλισής τους.

  • 26 Ιανουαρίου 2020, 08:26 | Μυλωνάς Ευάγγελος

    Οι αυτασφαλιζόμενοι άνω των 56 ετών πρώην μισθωτοί, θα πρέπει να καθορίζουν μονοί την ασφαλιστική τους εισφορά βάση μιας κλίμακας παρόμοιας με αυτή των ελευθέρων επαγγελματιών και όχι βάση των μισθών τής τελευταίας εργασίας τους.