Άρθρο 128 – Διαιτητική επίλυση συμβατικών διαφορών

1. Στα έγγραφα της σύμβασης ιδίως για ιδιαίτερα περίπλοκες συμβάσεις ή συμβάσεις μείζονος οικονομικής αξίας που συνάπτονται με τις διαδικασίες του κεφαλαίου Α΄ του πέμπτου Μέρους μπορεί να περιληφθεί ρήτρα διαιτητικής επίλυσης κάθε διαφοράς που απορρέει από ή σχετίζεται με τη συγκεκριμένη σύμβαση προμήθειας ή υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων και διαφορών που σχετίζονται με το κύρος, την ερμηνεία ή την εκτέλεση αυτής.
2. Η υπαγωγή κάθε διαφοράς σε διαιτησία καθώς και ο ορισμός του διαιτητή ή των διαιτητών από πλευράς του ελληνικού δημοσίου (ΥΠΕΘΑ) προϋποθέτουν γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και κοινή απόφαση των αρμοδίων Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Οικονομίας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 49 του Εισαγωγικού Νόμου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α΄182) και τα ειδικότερα οριζόμενα στην περίπτ. ε της παρ. 1 του άρθρου 2, στην περίπτ. α της παρ. 3 και στην παρ. 3Α του άρθρου 6 του ν. 3086/2002 (Α΄324) περί Οργανισμού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
3. Η συμφωνία διαιτησίας συνομολογείται εγγράφως και περιλαμβάνει τους ειδικότερους όρους για τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς, όπως αυτοί συμφωνούνται από την αναθέτουσα αρχή και τον αντισυμβαλλόμενό της προμηθευτή ή πάροχο υπηρεσίας, με την επιφύλαξη των αναφερομένων κατωτέρω στις παρ. 4 και 5.
4. Το διαιτητικό δικαστήριο συγκροτείται κατά περίπτωση και δικάζει σε μονομελή ή τριμελή σύνθεση, κατόπιν συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών, τα οποία λαμβάνουν υπόψη τους τη φύση και την αξία του αντικειμένου της διαφοράς. Έδρα του διαιτητικού δικαστηρίου και των συνεδριάσεών του είναι η Αθήνα. Εφαρμοστέο δίκαιο είναι το ελληνικό δίκαιο και γλώσσα της διαιτητικής διαδικασίας η ελληνική. Η διαιτητική απόφαση και το κείμενο της συμφωνίας στο οποίο αυτή βασίζεται συντάσσονται πρωτότυπα στην ελληνική γλώσσα. Για επιμέρους θέματα που αφορούν τα έξοδα διαιτησίας, τις αμοιβές των διαιτητών, τη διεξαγωγή και την ολοκλήρωση της διαιτητικής διαδικασίας, ισχύουν αναλογικά τα αναφερόμενα στα άρθρα 882 έως 894 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3.
5. Η διαιτητική απόφαση φέρει πλήρη, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, είναι οριστική και αμετάκλητη και δεν υπόκειται σε κανένα τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο, πλην της αγωγής ακύρωσης διαιτητικής απόφασης, σύμφωνα με τα άρθρα 895 έως 900 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αποτελεί δε τίτλο εκτελεστό χωρίς να χρειάζεται να κηρυχθεί αυτό από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Η διαιτητική απόφαση δεσμεύει τα μέρη, τα οποία ρητώς αναλαμβάνουν την υποχρέωση να την εκπληρώσουν εκουσίως και αμελλητί.