Άρθρο 24 – Οικονομικοί φορείς – Δικαιούμενοι συμμετοχής (άρθρα 5, 50 της Οδηγίας)

1. Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους-μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να διενεργούν τη συγκεκριμένη παροχή, δεν επιτρέπεται να αποκλείονται με την αιτιολογία ότι θα έπρεπε, κατά την εθνική νομοθεσία, να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.
2. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να επιτρέπει σε οικονομικούς φορείς από τρίτες χώρες που έχουν, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους εγκατάστασής τους, το δικαίωμα να διενεργούν τη συγκεκριμένη παροχή, να συμμετέχουν σε διαδικασία σύναψης σύμβασης, εφόσον γίνεται ρητή περί τούτου μνεία στα έγγραφα της σύμβασης.
3. Στην περίπτωση συμβάσεων έργων ή υπηρεσιών ή συμβάσεων προμηθειών που περιλαμβάνουν επιπλέον εργασίες ή υπηρεσίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, είναι δυνατόν να ζητείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν στην προσφορά ή στην αίτηση συμμετοχής τους τα ονόματα και τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα των προσώπων, τα οποία επιφορτίζονται με την εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης.
4. Οι ενώσεις προσώπων οικονομικών φορέων μπορούν να υποβάλλουν προσφορές ή να εμφανίζονται ως υποψήφιοι. Για την υποβολή μιας προσφοράς ή μιας αίτησης συμμετοχής, η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί να απαιτεί από τις ενώσεις προσώπων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή. Εν τούτοις, η επιλεγείσα ένωση προσώπων είναι δυνατόν να υποχρεωθεί να περιβληθεί συγκεκριμένη νομική μορφή, εάν της ανατεθεί η σύμβαση, στο μέτρο που η περιβολή αυτής της νομικής μορφής είναι αναγκαία για την ορθή εκτέλεση της σύμβασης.
5. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, οι οικονομικοί φορείς που συνιστούν ένωση προσώπων για να αναλάβουν τη σύμβαση, ή οι οικονομικοί φορείς που συνδέονται με τους φορείς αυτούς, δεν θεωρούνται τρίτοι. Ο προσφέρων περιλαμβάνει στην προσφορά του εξαντλητικό κατάλογο των εν λόγω οικονομικών φορέων, ο οποίος ενημερώνεται για τις οποιεσδήποτε μεταβολές στους δεσμούς που υπάρχουν μεταξύ τους.
6. Η ανάθεση συμβάσεων από τον προσφέροντα ή υποψήφιο στους ανωτέρω οικονομικούς φορείς δεν θεωρείται υπεργολαβία και κατά συνέπεια δεν συνυπολογίζεται στο ελάχιστο ποσοστό υπεργολαβίας που ενδεχομένως επιβάλει στον ανάδοχο η αναθέτουσα αρχή, ούτε υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου περί υπεργολαβικής ανάθεσης τμήματος ή ποσοστού της σύμβασης σε τρίτους μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 41.
7. Στις περιπτώσεις υποβολής προσφοράς από ένωση προσώπων οικονομικών φορέων, όλα τα μέλη της ευθύνονται έναντι της αναθέτουσας αρχής αλληλέγγυα και εις ολόκληρον. Σε περίπτωση ανάθεσης της σύμβασης στην ένωση προσώπων, η ευθύνη αυτή εξακολουθεί μέχρι την ολοκλήρωση της εκτέλεσης της σύμβασης.

  • 5 Δεκεμβρίου 2018, 13:33 | Γεώργιος Ζαφειρόπουλος

    Το άρθρο 5 της Οδηγίας 81/2009 περιλαμβάνει τον όρο «κοινοπραξίες οικονομικών φορέων», που δεν ταυτίζεται με τον όρο «ενώσεις οικονομικών φορέων» του παρόντος άρθρου. Αντίστοιχη πρόβλεψη θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο παρόν άρθρο.
    Η πρόβλεψη της §7 του παρόντος άρθρου (που δεν περιλαμβάνεται στην οδηγία 81/2009) είναι υπερβολική εάν εφαρμόζεται συνολικά, εμφανώς αποθαρρύνει ενώσεις οικονομικών φορέων από συμμετοχή στους διαγωνισμούς του ΥΠΕΘΑ, δημιουργεί δε ασάφειες ως προς τον τρόπο εφαρμογής της, ενώ παράλληλα μπορεί να έχει παράπλευρες συνέπειες και για την ίδια την Αναθέτουσα Αρχή. π.χ.
    • Όταν επιβάλλονται ποινικές ρήτρες για καθυστερημένη παράδοση, αυτές θα επιβάλλονται επί της συμβατικής αξίας του αντικειμένου (και άρα εναντίον του οικονομικού φορέα που το παραδίδει). Θα έχει αυτή η ποινή αναλογική εφαρμογή και στους υπόλοιπους; (δείτε προς αυτό και §8 του άρθρου 124)
    • Όταν ένας από τους συμμετέχοντες στην ένωση κηρυχθεί έκπτωτος, αυτόματα θα κηρύσσονται έκπτωτοι και οι υπόλοιποι. Είναι προς το συμφέρον της υπηρεσίας αυτό; Ο αποκλεισμός των υπολοίπων οικονομικών φορέων για 3 έτη από τις προμήθειες του ΥΠΕΘΑ, μήπως δημιουργεί προβλήματα σε άλλα προγράμματα;
    Είναι αυτονόητο ότι πολλές φορές η Αναθέτουσα Αρχή θα επιθυμεί να δεσμεύσει τις ενώσεις οικονομικών φορέων για συγκεκριμένα θέματα (π.χ. πολλές φορές εάν απορριφθεί μέρος των συμβατικών αντικειμένων, τότε θα απαιτείται η απόρριψη και των υπολοίπων, καθώς η χρήση τους δεν θα είναι εφικτή χωρίς το απορριφθέν μέρος). Θεωρώ ως βέλτιστη πρακτική, τέτοιες περιπτώσεις να καλύπτονται με κατάλληλους όρους στη διακήρυξη της προμήθειας, αντί μίας συνολικής πρόβλεψης στο επίπεδο του νόμου.