Άρθρο 38 Εκπαιδευτικός Eμπιστοσύνης

 

  1. Με απόφαση του Συντονιστή εκπαιδευτικού έργου, ο οποίος έχει την παιδαγωγική ευθύνη της σχολικής μονάδας, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή της σχολικής μονάδας και πρόταση του συλλόγου διδασκόντων, ορίζονται στην αρχή κάθε σχολικού έτους δύο (2) Εκπαιδευτικοί Εμπιστοσύνης ανά σχολική μονάδα. Με απόφαση του Συντονιστή εκπαιδευτικού έργου ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ο αριθμός των Εκπαιδευτικών Εμπιστοσύνης μπορεί να αυξομειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των οργανικών θέσεων των εκπαιδευτικών και το μαθητικό δυναμικό της σχολικής μονάδας. Οι εκπαιδευτικοί που ορίζονται, αναλαμβάνουν υπό την ευθύνη τους συγκεκριμένο αριθμό τμημάτων και τάξεων μαθητών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο παρόν.

 

  1. Οι εκπαιδευτικοί που αναλαμβάνουν καθήκοντα Εκπαιδευτικού Εμπιστοσύνης, επιμορφώνονται σε περιοδική βάση. Η επιμόρφωση γίνεται σε συνεργασία με το Ι.Ε.Π. και τους Συντονιστές εκπαιδευτικού έργου.

 

  1. Ο Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης συνεπικουρείται στο έργο του από τον Συντονιστή εκπαιδευτικού έργου, ο οποίος έχει την παιδαγωγική ευθύνη της σχολικής μονάδας, τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, τα μέλη του συλλόγου διδασκόντων, τον Διευθυντή Εκπαίδευσης και το Κ.Ε.Σ.Υ..

 

  1. Ο Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης παρεμβαίνει, καθοδηγεί και ενημερώνει μαθητές, γονείς και κηδεμόνες, σε θέματα παιδαγωγικής αντιμετώπισης ζητημάτων σε τομείς που απασχολούν τη σχολική μονάδα, όπως ενδεικτικά οι ακόλουθες: διαχείριση κρίσεων (σχολικός εκφοβισμός, επιθετικότητα), μαθησιακές δυσκολίες, προβλήματα συμπεριφοράς, πρόληψη σε θέματα ακραίων συμπεριφορών (ρατσισμός, διαφορετικότητα), συμπερίληψη και ενσωμάτωση, μαθητές με ιδιαίτερες δυνατότητες, κλίσεις και ταλέντα, μετάβαση σε άλλες βαθμίδες, σχολική κινητικότητα, συμβουλευτική και ομάδες γονέων. Ασκεί τα καθήκοντά του και λειτουργεί συμπληρωματικά και ενισχυτικά προς τους υφιστάμενους θεσμούς υποστήριξης των σχολικών μονάδων, χωρίς να υποκαθιστά τις αρμοδιότητες του συλλόγου διδασκόντων, του Διευθυντή και του Συντονιστή εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας ή τις αρμοδιότητες υπερκείμενων σχολικών δομών.

 

  1. Ο Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης βρίσκεται σε άμεση και διαρκή επικοινωνία με τους μαθητές της ευθύνης του, τον σύλλογο διδασκόντων και εκπαιδευτικό προσωπικό, όπως επίσης τους γονείς και κηδεμόνες. Ενεργεί όποτε αυτό του ζητηθεί, αλλά και με δική του πρωτοβουλία, εφόσον υποπέσει στην αντίληψή του κατάσταση η οποία χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης. Στο πλαίσιο επιτέλεσης του έργου του, συνεργάζεται με τις υποστηρικτικές δομές και δύναται να ζητήσει τη συνδρομή τους για την αντιμετώπιση μεμονωμένων περιστατικών ή ειδικών περιπτώσεων, όπως και να παραπέμψει τον χειρισμό τους αρμοδίως σε αυτές ή στον σύλλογο διδασκόντων, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους.

 

  1. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζεται κάθε ειδικότερο θέμα σχετικά με την επιλογή, τα καθήκοντα, τα προσόντα ορισμού έργο του Εκπαιδευτικού Εμπιστοσύνης και την εφαρμογή της παρούσας. Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζεται η πιλοτική εφαρμογή του παρόντος στη βάση συγκεκριμένων κριτηρίων (ιδίως γεωγραφική κατανομή, αριθμός μαθητών, βαθμίδες εκπαίδευσης), οι ειδικότερες προϋποθέσεις εφαρμογής και υλοποίησης καθώς και κάθε θέμα σχετικό με την πιλοτική αυτή εφαρμογή.
  • 6 Μαΐου 2020, 07:49 | Χριστίνα Αλμπάνη

    Η υιοθέτηση του εκπαιδευτικού εμπιστοσύνης σε κάθε σχολική μονάδα θα δημιουργήσει παρερμηνείες και εμπόδια στην παιδαγωγική και μαθησιακή διαδικασία. Είναι πολύ σημαντικό οι εκπαιδευτικοί που θα επιλεγούν να μην έχουν μία περιοδική επιμόρφωση αλλά μία σταθερή και συγκεκριμένη εξειδίκευση σε τομείς όπως η ψυχολογία, προβληματα συμπεριφοράς, στήριξη ευπαθών ομάδων κα. Ο στόχος θα πρέπει να είναι η γνώση απο την μεριά του εκπαιδευτικού που θα ανιχνεύει, εντοπίζει και προσπαθεί να διευθετήσει στην σχολική του μονάδα του τρόπου επικοινωνίας με άλλες υπηρεσίες ακι δομές του υπορυγείου που είτε έχουν έδρα στο σχολείο είτε συνεργάζονται στενά με υτό όπως οι ΕΔΕΑΥ ή τα ΚΕΣΥ

  • 6 Μαΐου 2020, 06:22 | Νικολέττα Ρ.

    Οι αρμοδιότητες που ανατίθενται στον εκπαιδευτικό στην παράγραφο 4 μόνο σύγχυση ρόλων και δυσλειτουργίες στο σχολικό πλαίσιο μπορεί να προκαλέσουν, αφού αυτές προβλέπονται στα καθηκοντολόγια του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΠΕ23, ΠΕ30).
    Επιβάλλεται η σύσταση οργανικών θέσεων στη γενική εκπαίδευση για ΕΕΠ/ΕΒΠ.

  • 6 Μαΐου 2020, 06:05 | Ελλευθερία Σαρρή

    Η στελέχωση των σχολείων με σχολικούς ψυχολόγους που θα υποστηρίζουν μαθητές, οικογένειες και εκπαιδευτικούς και η ύπαρξη υποστηρικτικών δομών για μαθητές με ΕΜΔ είναι αυτό για το οποίο άμεσα θα έπρεπε να μεριμνήσει το κράτος έτσι ώστε να υποστηρίζονται σωστά όλοι οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί. Ποιος εκπαιδευτικός έχει τόσο ειδικές γνώσεις σε τόσα επίπεδα ώστε παράλληλα με το τμήμα του ή τις διδακτικές του υποχρεώσεις να υποστηρίζει και τους μαθητές.

  • 6 Μαΐου 2020, 02:15 | Έφη Χαραλαμπίδου Πε71

    Ακυρώνεται ο ρόλος του δασκάλου τάξης και ταυτόχρονα επιλέγεται ένα μοντέλο μη πρακτικό αφού είναι διαφορετικό να υποστηρίζει κάποιος 20-25 μαθητές με τους γονείς τους και άλλο τουλάχιστον 140 (ορίζονται δύο εκπαιδευτικοί με δυνατότητα αυξομείωσης). Επίσης, η επαφή μαθητή- δασκάλου και γονιού- δασκάλου είναι διαφορετικής φύσης από αυτήν που μπορεί να υπάρξει με οποιοδήποτε άλλο μέλος του προσωπικού. Ο μαθητής πρέπει να έχει την άνεση να απευθύνεται και να νιώθει ότι υποστηρίζεται από τον κάθε εκπαιδευτικό του σχολείου που φοιτά, ειδάλλως υπάρχει κίνδυνος για αρνητική διάκριση εις βάρος των υπόλοιπων εκπαιδευτικών καθώς και υποβάθμισης της σχέσης εμπιστοσύνης που οφείλει να δημιουργείται με κάθε εκπαιδευτικό ξεχωριστά. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά σχολεία στελεχώνονται σε μεγάλο βαθμό από αναπληρωτές, υπάρχει ισχυρή πιθανότητα την επόμενη σχολική χρονιά ο εν λόγω επιμορφωμένος εκπαιδευτικός να μην υπηρετήσει στην ίδια σχολική μονάδα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάγκη έναρξης της όλης διαδικασίας από μηδενική βάση. Ο διευθυντής του σχολείου, ο υποδιευθυντής και ο δάσκαλος τμήματος μπορούν να αποτελούν ομάδα υποστήριξης όπως συμβαίνει και τώρα. Αν η πρόθεση είναι να υπάρξει συστηματικότερη αποτύπωση αυτών των προσπαθειών τα πρωτόκολλα καταγραφής μπορούν να αποτελέσουν οδηγό για όλους τους εκπαιδευτικούς.

    Όσον αφορά τα κρούσματα ενδοσχολικής βίας αυτά αντιμετωπίζονται με συγκεκριμένη σειρά ενεργειών από ολόκληρη τη σχολική μονάδα. Το πρώτο επίπεδο αντιμετώπισης είναι η πρόληψη. Για να είναι επιτυχημένη, απαιτείται η συμμετοχή όλου του προσωπικού ακόμα και του μη εκπαιδευτικού. Το δεύτερο επίπεδο αφορά την αντιμετώπιση. Ομοίως αναγκαία είναι η γνώση και συμμετοχή όλου του προσωπικού.Τα κρούσματα συμβαίνουν εντός και εκτός σχολείου. Στα διαλείμματα όπου παρατηρούνται τα περισσότερα κρούσματα υπεύθυνοι είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί και όχι μεμονωμένα άτομα. Είναι διαφορετικός ο χειρισμός που μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον/την δάσκαλο/α τάξης με τον οποίο ήδη έχει χτιστεί σχέση εμπιστοσύνης. Αν αναφερόμαστε σε ακραίες περιπτώσεις εκφοβισμού τότε απαραίτητοι κρίνονται άλλοι θεσμοί όπως η εδεαυ και σίγουρα ειδικότητες ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών. Αν δούμε το προφίλ μαθητών που ασκούν ή δέχονται bullying σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα θα παρατηρήσουμε εύκολα πως πίσω από τον καθένα υπάρχουν κοινωνικοοικονομικές δυσκολίες αλλά και ενδοοικογενειακά προβλήματα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με τους όρους συμπερίληψη και ενσωμάτωση πλέον αναφερόμαστε σε συνολική ενσωμάτωση διαφορετικών ομάδων και όχι μόνο ΑμεΑ. Και πάλι όλο το προσωπικό οφείλει και πρέπει να μπορεί να τα διαχειριστεί μετά από κατάλληλη επιμόρφωση σε τέτοιου είδους ζητήματα. Ο τομέας της ανίχνευσης, αντιμετώπισης και λήψης αποφάσεων για μαθησιακά ζητήματα και ειδικότερα για μαθητές με εεα ή και αναπηρία δεν μπορεί να αποτελέσει αρμοδιότητα άλλου πέρα από τον εκπαιδευτικό του τμήματος ένταξης σε συνεργασία με τον εκάστοτε εκπαιδευτικό της τάξης του μαθητή. Είναι οι μόνοι που έχουν πλήρη και σαφή εικόνα του μαθητή και οι εκπαιδευτικοί εαε είναι οι πλέον εξειδικευμένοι για την υποστήριξη μαθητών, εκπαιδευτικών και δασκάλων . Ο ρόλος τους πάντα ήταν και θα παραμείνει πολυδιάστατος στον τομέα αυτό όπως και ορίζεται από το καθηκοντολόγιο των εκπαιδευτικών εαε. Συνολικά οι αρμοδιότητες αυτές αποτελούν αρμοδιότητες άλλων ειδικοτήτων. Υπάρχουν θεσμοί που υπολειτουργούν αντί να ενισχυθούν και να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος τους.

  • 6 Μαΐου 2020, 01:42 | COLOUR YOUTH – ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ LGBTQ ΝΕΩΝ ΑΘΗΝΑΣ

    Πρωτίστως κρίνουμε σημαντική την ύπαρξη του εν λόγω θεσμού σε κάθε σχολική μονάδα χωρίς εξαιρέσεις αλλά και τη συμμετοχή των μαθητών/ριών μέσω των οργάνων τους στην απόφαση ορισμού των προσώπων ή έστω τη δυνατότητα αιτιολογημένης εναντίωσης στην απόφαση αυτή. Όσον αφορά τα προσόντα, το εν λόγω πρόσωπο οφείλει να είναι καταρτισμένο σε θέματα ψυχικής υγείας και να είναι ευαισθητοποιημένο ή/και να έχει εκπαιδευτεί σε θέματα σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας και έκφρασης φύλου με έμφαση στα δικαιώματα και τις ανάγκες της ΛΟΑΤΚΙ μαθητικής κοινότητας. Επίσης, κρίνουμε ότι η ύπαρξη ενός ελάχιστου ποσοστού αρνητικών εμπειριών από τον τρόπο διαχείρισης καταστάσεων ή/και συμπεριφοράς προς μαθητές/ριες από το πρόσωπο που κατέχει τη συγκεκριμένη θέση θα πρέπει να οδηγεί σε απώλεια αυτής. Ο έλεγχος αυτός προτείνουμε να διενεργείται με την αξιολόγησή του από τους μαθητές/τριες εντός του σχολικού έτους.
    Προκειμένου να καταστεί πιο αποτελεσματικό το έργο του, κρίνουμε σημαντική την δυνατότητα συνεργασίας του με δομές και φορείς, με οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών αλλά και τη δυνατότητα να επικουρείται από ειδικούς ψυχικής υγείας με εμπειρία σε θέματα σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας και έκφρασης φύλου σε περιπτώσεις που κρίνεται σκόπιμο. Η συνύπαρξη του εν λόγω θεσμού με δομές συμβουλευτικής και υποστήριξης από ειδικούς ψυχικής υγείας οι οποίοι θα λειτουργούν υποστηρικτικά τόσο για τους μαθητές/μαθήτριες και τους/τις καθηγητές/τριες, όσο και για την επίλυση συγκρούσεων εντός του σχολικού περιβάλλοντος, θα εξασφαλίσει σε μεγαλύτερο βαθμό την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού. Τέλος, τονίζουμε τη σημασία της διαφύλαξης του δικαιώματος στο απόρρητο και την ανωνυμία με την ρητή πρόβλεψη και εξασφάλιση αυτού στην παρούσα διάταξη.
    Ο εν λόγω θεσμός θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα του σχολικού κλίματος στην Ελλάδα με την διαμόρφωση σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των μελών της σχολικής κοινότητας και να συμβάλει στην καταπολέμηση του σχολικού εκφοβισμού με βάση τον σεξουαλικο προσανατολισμό, την ταυτότητα, τα χαρακτηριστικά και την έκφραση φύλου (Ορολογίες, https://www.colouryouth.gr/terms/) δεδομένων των ανησυχητικών αποτελεσμάτων της έρευνα του Σωματείου για την ποιότητα του σχολικού κλίματος στην Ελλάδα όπως το αντιλαμβάνονται στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση οι περίπου 2000 ΛΟΑΤΚ μαθητές/ριες που συμμετείχαν σε αυτή.
    Ενδεικτικά:
    Σε ποσοστό 57,7% τα παιδιά νιώθουν ότι μπορούν δύσκολα να μιλήσουν για ΛΟΑΤΚ ζητήματα στην τάξη, νιώθουν λίγο ή καθόλου άνετα να μιλήσουν στους καθηγητές και τις καθηγήτριές τους (71,9%), και σχεδόν καθόλου άνετα στη διεύθυνση του σχολείου (83,1%).
    Σε ποσοστό 84,9%, τα παιδιά ακούνε στο σχολείο τη λέξη “γκέι” με αρνητική χροιά.
    Το 96% δηλώνει ότι έχει ακούσει σχόλια “για μαθητές που δε συμπεριφέρονται με αρκετά ‘αντρικό’ τρόπο
    Το 74,4% των μαθητών και μαθητριών δηλώνει ότι ακούει τρανσφοβικά σχόλια
    Ένα στα τρία παιδιά έχουν δεχτεί κάποιας μορφής λεκτική παρενόχληση.
    Το 65,1% των ΛΟΑΤΚ ατόμων δεν έχουν ακούσει τίποτα θετικό για ΛΟΑΤΚ άτομα σε κάποιο μάθημα του σχολείου.
    (Έκθεση Αποτελεσμάτων Έρευνας για το Σχολικό Κλίμα-Colour Youth-Κοινότητα LGBTQ Νέων Αθήνας, https://www.colouryouth.gr/wp-content/uploads/2018/05/%CE%88%CF%81%CE%B5%CF%85%CE%BD%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CE%A3%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%9A%CE%BB%CE%AF%CE%BC%CE%B1-Colour-Youth.pdf)
    Προς επίρρωση των ανωτέρω, παραπέμπουμε στη συγκριτική Έρευνα (https://www.iglyo.com/wp-content/uploads/2018/01/LGBTQI-Inclusive-Education-Index-Preview.pdf) της IGLYO (International Lesbian, Gay, Bisexual, Queer & Transgender Youth and Student Oganization), σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα βρίσκεται πανευρωπαϊκά στις τελευταίες θέσεις σχολικής συμπερίληψης των ΛΟΑΤΚΙ μαθητών/ριών.( Δελτίο Τύπου Colour Υouth- Κοινότητα LGBTQ Νέων Αθήνας, https://www.colouryouth.gr/2018/01/29/stis-teleftaies-theseis-scholikis-symperilipsis-oi-loatki-mathites-tis-elladas/). Παράλληλα, τόσο στις επίσημες καταγραφές μέσω του προγράμματος Πες το σ’ εμάς (https://www.colouryouth.gr/pes-to-se-emas/) όσο και σε άτυπες αναφορές ΛΟΑΤΚ μαθητών προς την οργάνωση, στην πλειοψηφία τους τα περιστατικά σχολικού εκφοβισμού με ρατσικά κίνητρα βρίσκουν τους εκπαιδευτικούς να ενθαρρύνουν τη βία που δέχονται. Για το 2019 έχουν καταγραφεί από την οργάνωση περιστατικά εξυβρισης, απειλών, σωματικής και σεξουαλικής βίας, απέναντι σε μαθητές και μαθήτριες, ηλικιακού φάσματος 12-16 ετών και με σημαντικές αναφορές στη συμμετοχή ή συγκάλυψη των γεγονότων από τις διευθύνσεις των σχολείων.
    * ΛΟΑΤΚΙ: Απόδοση του ακρωνύμιου LGBTQI. Ακρωνύμιο που ορίζει την κοινότητα των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων, των αμφιφυλόφιλων, των τρανς, των queer και των ίντερσεξ ατόμων.

  • 6 Μαΐου 2020, 01:37 | Κατερίνα

    Ειδικά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση κανείς άλλος δεν μπορεί να είναι περισσότερο εμπιστοσύνης από τον ίδιο τον εκπαιδευτικό της τάξης και ίσως και τον διευθυντή του σχολείου. Τελείως αδόκιμος ακόμη και σαν όρος.

  • 6 Μαΐου 2020, 00:59 | Ελένη Κοφίνη

    Ο Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης είναι επιφορτισμένος με αρμοδιότητες που θα ταίριαζαν σε έναν ψυχολόγο. Γιατί, λοιπόν, δεν αναλαμβάνει τον ρόλο αυτό ένας σχολικός ψυχολόγος, ο οποίος θα συνεισέφερε ποικιλοτρόπως στο σχολείο σχετικά και με ζητήματα ενδοσχολικής βίας και άλλα σοβαρά ζητήματα πιο εξατομικευμένα; Αυτή, θεωρώ, είναι η καλύτερη λύση.

  • 6 Μαΐου 2020, 00:38 | Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού

    Η θεσμοθέτηση του εκπαιδευτικού εμπιστοσύνης στο δημοτικό σχολείο ενδέχεται να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιδιώκει να επιλύσει. Ο μαθητής εμπιστεύεται τον δάσκαλό του, γιατί αυτός γνωρίζει καλύτερα τις πραγματικές του ανάγκες. Δεν είναι πιθανό να ζητήσει βοήθεια και να εμπιστευτεί το πρόβλημά του σε έναν άλλο δάσκαλο, ειδικά εφόσον δεν τον γνωρίζει καλά και δεν έχει μαζί του καθημερινή επαφή και συναλλαγή.

    Πραγματική και επιτακτική ανάγκη των σχολείων κάθε βαθμίδας είναι η παγίωση της θέσης του σχολικού ψυχολόγου, ο οποίος θα βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τη σχολική κοινότητα (δηλαδή τα παιδιά, τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς) και σε συνεργασία με αυτούς θα επιλύουν τα προβλήματα που προκύπτουν και θα διοργανώνουν στοχευμένες ενημερώσεις και σεμινάρια για την προαγωγή της ψυχικής υγείας.

  • 6 Μαΐου 2020, 00:05 | Ευδοκία Λαγάκου

    Κάθε προσπάθεια για την αναβάθμιση του σχολείου διέπεται από προσδοκίες. Ομως, προκαλούνται και πολλά ερωτήματα ειδικά όταν διαπιστώνονται σοβαρές παραλείψεις. Ετσι και στην παρούσα φάση. Διαπιστώνεται ότι από το νομοσχέδιο αυτό λείπει η αναφορά στο ρόλο του Ψυχολόγου στα σχολεία και κατά συνέπεια στην πρόσληψη Ψυχολόγων που θα εργαστούν συστηματικά και μόνιμα στο ελληνικό σχολείο.

    Αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο γίνεται το παραπάνω αφού τα τελευταία χρόνια, η πολιτεία αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα των Ψυχολόγων στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας (δημοτικά σχολεία) και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΕΠΑΛ) έχει προχωρήσει στην πρόσληψή τους – ωστόσο με συμβάσεις περιορισμένης διάρκειας στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων.

    Αυτό το είδος προσλήψεων χαρακτηρίζεται από την κατακερματισμένη παρουσία των Ψυχολόγων στα σχολεία της γενικής εκπαίδευσης. Οι Ψυχολόγοι εργάζονται για περίπου 5 με 7 μήνες στο σχολείο, η εργασία τους δεν ξεκινά από την αρχή της σχολικής χρονιάς και από τη μια σχολική χρονιά στην επόμενη εργάζονται σε διαφορετικά σχολεία καθώς και σε διαφορετικά επίπεδα εκπαίδευσης.

    Παρά τον παραπάνω αποσπασματικό τρόπο εργασίας τους στο σχολείο, η παρουσία των Ψυχολόγων χαρακτηρίζεται αποτελεσματική λαμβάνοντας υπόψη τα αναφερόμενα από τους εμπλεκόμενους στη σχολική κοινότητα καθώς και τις υποσχέσεις για πρόσληψη περισσότερων Ψυχολόγων στο μέλλον – όμως δυστυχώς και πάλι μέσω συμβάσεων περιορισμένης διάρκειας και στο πλαίσιο κάποιων προγραμμάτων.

    Με αυτό τον τρόπο, τα οφέλη εξαιτίας της παρουσίας των Ψυχολόγων στα σχολεία – όπως διαπιστώνονται από τα μέλη της σχολικής κοινότητας και της πολιτικής ηγεσίας- δεν είναι δυνατό να έχουν διάρκεια και σταθερότητα. Επιπλέον, οδηγείται κανείς να κρίνει ως «επιφανειακή» την προσέγγιση των σοβαρών ζητημάτων που απασχολούν το σύγχρονο σχολείο καθώς επί της ουσίας παρεμποδίζεται το έργο της πρόληψης που είναι το μεγάλο ζητούμενο σε μια σχολική κοινότητα όπου τα συστήματα που την απαρτίζουν (εκπαιδευτικοί, γονείς, μαθητές) είναι σαφώς καταπονημένα λόγω των απανωτών κρίσεων που βιώνει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

    Χρειάζεται, λοιπόν, στο πλαίσιο της οργάνωσης ενός σύγχρονου σχολείου το παρόν νομοσχέδιο, που έχει ως στόχο την αναβάθμιση του ελληνικού σχολείου, να συμπεριλάβει με σαφή τρόπο την πρόσληψη Ψυχολόγων σε μόνιμες θέσεις και να τους εμπεριέξει με σαφή και ξεκάθαρο τρόπο στο ρόλο τους και τις αρμοδιότητές τους λαμβάνοντας υπόψη τη σύγχρονη επιστημονική πραγματικότητα στη χώρα μας και στο εξωτερικό.

  • 5 Μαΐου 2020, 23:58 | Σ.Α.

    Ο όρος «εκπαιδευτικός εμπιστοσύνης» είναι άστοχος και προσβλητικός αφού διαχωρίζει τους εκπαιδευτικούς σε εμπιστοσύνης και μη. Επιπλέον, το έργο που προβλέπεται για τον «εκπαιδευτικό εμπιστοσύνης» μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την πρόσληψη σχολικών ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών.

  • 5 Μαΐου 2020, 23:58 | Ευδοκία Λαγάκου

    Κάθε προσπάθεια για την αναβάθμιση του σχολείου διέπεται από προσδοκίες. Ομως, προκαλούνται και πολλά ερωτήματα ειδικά όταν διαπιστώνονται σοβαρές παραλείψεις. Ετσι και στην παρούσα φάση. Διαπιστώνεται ότι από το νομοσχέδιο αυτό λείπει η αναφορά στο ρόλο του Ψυχολόγου στα σχολεία και κατά συνέπεια στην πρόσληψη Ψυχολόγων που θα εργαστούν συστηματικά και μόνιμα στο ελληνικό σχολείο.

    Αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο γίνεται το παραπάνω αφού τα τελευταία χρόνια, η πολιτεία αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα των Ψυχολόγων στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας (δημοτικά σχολεία) και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΕΠΑΛ) έχει προχωρήσει στην πρόσληψή τους – ωστόσο με συμβάσεις περιορισμένης διάρκειας στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων.

    Αυτό το είδος προσλήψεων χαρακτηρίζεται από την κατακερματισμένη παρουσία των Ψυχολόγων στα σχολεία της γενικής εκπαίδευσης. Οι Ψυχολόγοι εργάζονται για περίπου 5 με 7 μήνες στο σχολείο, η εργασία τους δεν ξεκινά από την αρχή της σχολικής χρονιάς και από τη μια σχολική χρονιά στην επόμενη εργάζονται σε διαφορετικά σχολεία καθώς και σε διαφορετικά επίπεδα εκπαίδευσης.

    Παρά τον παραπάνω αποσπασματικό τρόπο εργασίας τους στο σχολείο, η παρουσία των Ψυχολόγων χαρακτηρίζεται αποτελεσματική λαμβάνοντας υπόψη τα αναφερόμενα από τους εμπλεκόμενους στη σχολική κοινότητα καθώς και τις υποσχέσεις για πρόσληψη περισσότερων Ψυχολόγων στο μέλλον – όμως δυστυχώς και πάλι μέσω συμβάσεων περιορισμένης διάρκειας και στο πλαίσιο κάποιων προγραμμάτων.

    Με αυτό τον τρόπο, τα οφέλη εξαιτίας της παρουσίας των Ψυχολόγων στα σχολεία – όπως διαπιστώνονται από τα μέλη της σχολικής κοινότητας και της πολιτικής ηγεσίας- δεν είναι δυνατό να έχουν διάρκεια και σταθερότητα. Επιπλέον, οδηγείται κανείς να κρίνει ως «επιφανειακή» την προσέγγιση των σοβαρών ζητημάτων που απασχολούν το σύγχρονο σχολείο καθώς επί της ουσίας παρεμποδίζεται το έργο της πρόληψης που είναι το μεγάλο ζητούμενο σε μια σχολική κοινότητα όπου τα συστήματα που την απαρτίζουν (εκπαιδευτικοί, γονείς, μαθητές) είναι σαφώς καταπονημένα λόγω των απανωτών κρίσεων που βιώνει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

    Χρειάζεται, λοιπόν, στο πλαίσιο της οργάνωσης ενός σύγχρονου σχολείου το παρόν νομοσχέδιο, που έχει ως στόχο την αναβάθμιση του ελληνικού σχολείου, να συμπεριλάβει την πρόσληψη Ψυχολόγων σε μόνιμες θέσεις και να τους εμπεριέξει με σαφή και ξεκάθαρο τρόπο στο ρόλο τους και τις αρμοδιότητές τους λαμβάνοντας υπόψη τη σύγχρονη επιστημονική πραγματικότητα στη χώρα μας και στο εξωτερικό.

  • 5 Μαΐου 2020, 23:36 | Σοφία Χρόνη

    Ο όρος «εκπαιδευτικός εμπιστοσύνης» υπονομεύει προκλητικά τον ρόλο κάθε εκπαιδευτικού που δεν είναι «εμπιστοσύνης», και αν δεν είναι εμπιστοσύνης ο κάθε εκπαιδευτικός από τον υπεύθυνο της τάξης ως τον κάθε εκπαιδευτικό ειδικότητας και τον διευθυντή της σχολικής μονάδας έχουμε χάσει το παιχνίδι όλοι όχι μόνο του χτισίματος εμπιστοσύνης στο σχολείο αλλά και της μάθησης μέσα σε αυτό. Πιστεύει κανείς πως αν οι μαθητές δεν εμπιστευτούν τους δικούς τους εκπαιδευτικούς, θα εμπιστευτούν περισσότερο τον «δάσκαλο εμπιστοσύνης» που πιθανόν να μην έχει μπει ποτέ στην τάξη τους; Και την εμπιστοσύνη τα παιδιά θα τη χτίσουν με τους εκπαιδευτικούς τους αν οι τελευταίοι πρώτον είναι καταρτισμένοι στα νέα δεδομένα στη διαχείρισης συμπεριφοράς και υποστήριξης των μαθητών τους και αν δεύτερον διασφαλιστούν οι συνθήκες, ώστε, να διατηρήσουν το ψυχικό τους απόθεμα και να τελέσουν απρόσκοπτα, το ψυχοπαιδαγωγικό τους έργο μέσα στο σχολείο.
    Οι εκπαιδευτικοί, τουλάχιστον στα πολυθέσια δημοτικά, (υπεύθυνοι τάξης, ειδικότητες, διευθυντής), και το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι βρίσκονται μέσα στο σχολείο και όχι στα γραφεία λήψης αποφάσεων, βγαίνουν καθημερινά από τις όλο και περισσότερο ανομοιογενείς και πολυπληθείς τάξεις τους, τις διαφοροποιημένες ανάγκες των οποίων μαθησιακά και ψυχολογικά καλούνται σαν τον άνθρωπο λάστιχο να καλύψουν, και πριν προλάβουν να πάνε στην τουαλέτα, πρέπει να βγουν εφημερία, να φτιάξουν πρακτικά ή άλλο γραφειοκρατικό έργο, να βιδώσουν τις βρύσες που τρέχουν, να διορθώσουν τεχνικά-ηλεκτρονικά προβλήματα που παρουσιάζονται ξαφνικά στην τάξη και στο σχολείο, να καθαρίσουν πιθανόν έναν εμετό μαθητών τους ή να ξεβουλώσουν την τουαλέτα γιατί η καθαρίστρια έρχεται το μεσημέρι, να ανοιγοκλείνουν τις πόρτες του σχολείου, να τηλεφωνήσουν στους γονείς γιατί κάποιος μαθητής τους αρρώστησε, να διορθώσουν τετράδια για να τα δώσουν στους μαθητές τους, να βγάλουν φωτοτυπίες, να φτιάξουν ανακοινώσεις, να μιλήσουν με γονείς, να συνεργαστούν, να οργανώσουν εκδρομές, να κουβαλήσουν βιβλία….να…να….(δεν θα έφτανε μια σελίδα να τα απαριθμήσω αφού δεν υπάρχει υποστηρικτικό βοηθητικό προσωπικό, χωρίς φυσικά να αναφέρω πως κάποιοι κάνουν 2-3 ώρες ταξίδι καθημερινά για και από το σχολείο). Ποιος εκπαιδευτικός μέσα σε αυτές τις συνθήκες θα αναλάβει να διαχειρίζεται τα ζητήματα και όλων των μαθητών του σχολείου και μάλιστα καλύτερα από αυτό που θα κάνει ο κάθε εκπαιδευτικός ή ο διευθυντής της σχολικής μονάδας που οφείλουν να γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τι συμβαίνει στην τάξη ή στο σχολείο τους και εγκαίρως να παρεμβαίνουν;
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η εμπιστοσύνη δεν χτίζεται με τίτλους «εμπιστοσύνης» εκπαιδευτικών, χωρίς την επίγνωση της δύσκολης καθημερινότητας του σχολείου και την ειλικρινή διάθεση να την εξυγιάνουμε με την επιμόρφωση όλων των εκπαιδευτικών σε ζητήματα συμπεριφοράς και υποστήριξης των μαθητών, δομές ψυχολογικής υποστήριξης των σχολείων και υποστηρικτικό προσωπικό στα σχολεία, ώστε μη εξουθενωμένοι εκπαιδευτικοί και διευθυντές να παρέχουν απρόσκοπτα το ψυχοπαιδαγωγικό τους έργο, για να την κάνουν καλύτερη.

  • 5 Μαΐου 2020, 22:37 | Παρασκευή

    Το υπουργειο προφανως θελει να υποβαθμισει τον ρολο των ψυχολογων και των κοινωνικων λειτουργων που υπαρχουν στην εκπαιδευση. Υποτιθεται οτι θελει να λυσει τοσο σημαντικα ζητηματα με το να τα αναθετει σε ανθρωπους που δεν εχουν τις γνωσεις. Τα τυχον σεμιναρια που θα γινουν στους δασκαλους δεν μπορουν να συγκριθουν με την πολυχρονη εκπαιδευση των ψυχολογων και των κοινωνικών λειτουργων. Ενας ψυχολογος πχ εχει σπουδάσει 4 Χρόνια στο Πανεπιστήμιο, έχει μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε κάποιο πανεπιστημιακό ίδρυμα και συνήθως έχει σπουδάσει αλλά 4-5 Χρόνια σε κάποια σχολή ψυχοθεραπείας. Αν πραγματικά ενδιαφερόταν το υπουργείο για τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές θα προσλαμβάνε ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς σε όλα τα σχολεία. Αντί αυτού, φαίνεται πως σκοπός του είναι να γλιτώσει θέσεις εργασίας από αυτές τις ειδικότητες και να ρίξει στάχτη στα μάτια με το να αναθέτει καθήκοντα σε ανθρώπους που δεν έχουν ούτε τη γνώση ούτε την εμπειρία.

  • 5 Μαΐου 2020, 21:40 | Πένυ Κοντάρα

    Το άρθρο επιβαρύνει τους εκπαιδευτικούς με αρμοδιότητες για τις οποίες οι εκπαιδευτικοί δεν διαθέτουν ούτε την απαιτούμενη ακαδημαϊκή εκπαίδευση και εξειδίκευση, ούτε εμπειρία στον τομέα διαχείρισης ψυχοκοινωνικών προβλημάτων της σχολικής κοινότητας, αλλά και προγραμμάτων πρόληψης και προαγωγής της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης των παιδιών και των εφήβων. Πολύ καλά εκπαιδευμένοι για το ρόλο αυτό είναι εξειδικευμένοι επαγγελματίες -σχολικοί ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί- που υπηρετούν ήδη σε κάποιες συστάδες σχολείων ανά την Ελλάδα. Θα ήταν καλύτερο να διευρυνθούν και να ενισχυθούν οι ήδη υπάρχοντες θεσμοί των 1)ΕΔΕΑΥ, 2) ψυχολόγων στα ΕΠΑΛ και 3) ψυχολόγων στα ημερήσια σχολεία, καθιστώντας τους λειτουργούς τους αναπόσπαστο κομμάτι μίας μόνο εκπαιδευτικής μονάδας ώστε η συνδρομή τους στους τομείς της πρόληψης και αντιμετώπισης προβλημάτων ψυχοκοινωνικής φύσης να είναι αποδοτικότερη.

  • 5 Μαΐου 2020, 20:06 | ΙΝΣΤΙΤΟYΤΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Ι.Μ.Ε.Γ.Ε.Ε.)

    ΙΝΣΤΙΤΟYΤΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Ι.Μ.Ε.Γ.Ε.Ε.)

    Με αφορμή τη διαβούλευση για το Σχέδιο Νόμου με τίτλο «Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις» , το ΙΝΣΤΙΤΟYΤΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Ι.Μ.Ε.Γ.Ε.Ε.), ως επιστημονικός φορέας της δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ειδικής Αγωγής (Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α), επιθυμεί να τεκμηριώσει επιστημονικά τη θέση του στο συγκεκριμένο Αρθρο 38.

    Πρόταση: Στη δημόσια διαβούλευση για το σχέδιο νόμου του ΥΠΑΙΘ ‘Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις’ προβλέπεται μεταξύ άλλων στο Άρθρο 38 η θεσμοθέτηση του ‘εκπαιδευτικού εμπιστοσύνης’. Ο προτεινόμενος θεσμός έτσι όπως περιγράφεται στο σχέδιο νόμου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ανταποκριθεί στον ρόλο που θα του ανατεθεί διότι δεν είναι εξειδικευμένος για αυτό το έργο και η επιμόρφωση σε περιοδική βάση δεν μπορεί να καλύψει αυτό το κενό. Είναι απαραίτητο (παράγραφ 1 του άρθρου) η επιλογή του προσωπικού να γίνεται βάσει των σπουδών, των προσόντων και της εμπειρίας στη διαχείριση τέτοιων θεμάτων. Ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να ασχολείται με όλα τα θέματα ή να επιμορφώνεται περιοδικά (παράγραφο 2 και 4) σε ένα τέτοιο εύρος θεμάτων.

    Οι αρμοδιότητες που του ανατίθενται στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου μόνο σύγχυση ρόλων και δυσλειτουργίες στο σχολικό πλαίσιο μπορεί να προκαλέσουν, αφού αυτές προβλέπονται στα καθηκοντολόγια του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού.

    Προτείνεται να υπάρχουν εκπαιδευτικοί, οι οποίοι θα έχουν την αρμοδιότητα της αξιολόγησης και της διαμεσολάβησης των αιτημάτων όλων των εκπαιδευτικών της σχολικής μονάδας προς το ειδικά καταρτισμένο προσωπικό που θα έχει την βάση του στην σχολική μονάδα ή θα έχει συνεχή και σταθερή συνεργασία με τα μέλη της ΕΔΕΑΥ, το λοιπό ΕΕΠ που υπηρετεί στις σχολικές μονάδες και του ΚΕΣΥ. Καταλληλότεροι για αυτό τον ρόλο είναι οι εκπαιδευτικοί που έως και σήμερα έχουν την ευθύνη της συνεργασίας με το ΚΕΣΥ.

    Όσον αφορά την παράγραφο 1, η επιμόρφωση δεν πρέπει να γίνεται αποσπασματικά αλλά να περιλαμβάνει όλο το εκπαιδευτικό, ειδικό εκπαιδευτικό και ειδικό βοηθητικό προσωπικό και σημαντικό ρόλο σε αυτή πρέπει να παίζουν οι ειδικά καταρτισμένες διεπιστημονικές ομάδες των ΚΕΣΥ.

    Σε σχέση με τον στόχο αυτό, ο οποίος περιγράφεται στην αιτιολογική έκθεση, πρέπει να τονιστεί ότι ο πρόσθετος και διαρκής μηχανισμός σε επίπεδο σχολικής μονάδας που θα συμβάλλει στην καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των μελών της σχολικής κοινότητας και στην εμπέδωση των αρχών της εκπαίδευσης χωρίς αποκλεισμούς, πρέπει να απαρτίζεται από διεπιστημονική ομάδα που να τηρεί συγκεκριμένα και μετρήσιμα επιστημονικά κριτήρια. Σε αυτή πρέπει απαραιτήτως να συμπεριλαμβάνονται μέλη των ΕΔΕΑΥ και όλο το Ειδικό Εκπαιδευτικό και Βοηθητικό Προσωπικό που υπηρετεί στις σχολικές μονάδες.

    Η πρόληψη, η ανίχνευση και η παρέμβαση πρέπει να πραγματοποιείται από εξειδικευμένους επιστήμονες. Θέματα ψυχοκοινωνικής και συναισθηματικής ανάπτυξης παιδιών, πρόληψης προπαραβατικών συμπεριφορών και φαινομένων σχολικής βιας, διαμεσολάβηση μεταξύ οικογενειών και κοινότητας, σχεδιασμού και εφαρμογής προγραμμάτων πρόληψης και αντιμετώπισης δυσκολιών που ξεπερνούν την παιδαγωγική σχέση και εμπλέκουν γονείς και κοινότητα, η διαχείριση κρίσεων και όλα όσα συμπεριλαμβάνονται στα καθήκοντα του ‘εκπαιδευτικού εμπιστοσύνης’ είναι αποκλειστικό αντικείμενο των σχολικών κοινωνικών λειτουργών και των σχολικών ψυχολόγων, για αυτό και πρέπει να υπάρχουν σε κάθε σχολείο.

    Με εκτίμηση,
    Το Δ.Σ. του Ι.Μ.Ε.Γ.Ε.Ε.

  • 5 Μαΐου 2020, 19:32 | Ροκά Μαλαματή

    Στα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά σχολεία ο εκπαιδευτικός εμπιστοσύνης είναι ο εκπαιδευτικός της τάξης και στην συνέχεια ο διευθυντής ή ο προϊστάμενος του σχολείου. Τα παιδιά αισθάνονται ασφάλεια να μιλήσουν μόνο σε αυτά τα πρόσωπα. Οποιοδήποτε άλλα πρόσωπο δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό τον ρόλο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.