Άρθρο 77 – Καταγωγή προσφερόμενων υλικών σε διαδικασίες ανάθεσης προμήθειας αγαθών

1. Ο οικονομικός φορέας υποχρεούται, ανάλογα με τη μορφή του διαγωνισμού, να δηλώνει στην αίτηση συμμετοχής ή στην προσφορά του τη χώρα καταγωγής του προσφερομένου προϊόντος.
2. Ο οικονομικός φορέας, εφόσον κατασκευάζει ο ίδιος το προσφερόμενο προϊόν, πρέπει να δηλώνει στην προσφορά του, την επιχειρηματική μονάδα στην οποία θα κατασκευάσει το προσφερόμενο προϊόν, καθώς και τον τόπο εγκατάστασής της. Προσφορά στην οποία δεν θα υπάρχει η ανωτέρω δήλωση, θα απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
3. Όταν ο οικονομικός φορέας δεν θα κατασκευάσει ο ίδιος το προσφερόμενο προϊόν σε δική του επιχειρηματική μονάδα, στην προσφορά του δηλώνει την επιχειρηματική μονάδα, στην οποία θα κατασκευαστεί το προσφερόμενο προϊόν και τον τόπο εγκατάστασής της. Επίσης, στην προσφορά του πρέπει να επισυνάψει και υπεύθυνη δήλωσή του προς την αναθέτουσα αρχή ότι η κατασκευή του προσφερομένου προϊόντος θα γίνει από την επιχείρηση στην οποία ανήκει ή η οποία εκμεταλλεύεται ολικά ή μερικά τη μονάδα κατασκευής του προσφερομένου προϊόντος και ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής έχει αποδεχθεί έναντί του την εκτέλεση της συγκεκριμένης προμήθειας, σε περίπτωση κατακύρωσης στον οικονομικό φορέα υπέρ του οποίου έγινε η αποδοχή. Προσφορά στην οποία δεν θα υπάρχουν οι ανωτέρω δηλώσεις θα απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
4. Πριν τη σύναψη της σύμβασης δεν επιτρέπεται η αλλαγή της επιχειρηματικής μονάδας που δηλώθηκε με την προσφορά και με βάση την οποία έγινε η κατακύρωση. Κατ’ εξαίρεση, πριν τη σύναψη της σύμβασης μπορεί να εγκριθεί η ανωτέρω αλλαγή για λόγους ανωτέρας βίας ή διακοπής λειτουργίας του δηλωθέντος εργοστασίου για οποιονδήποτε λόγο. Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται απόφαση του αρμοδίου αποφαινομένου οργάνου, μετά από γνώμη του αρμόδιου γνωμοδοτικού οργάνου.

  • 17 Μαρτίου 2016, 09:32 | Κωνσταντίνος Π. Σαμαρτζής

    Η ρύθμιση του άρθρου 77 παρ. 3 η οποία, μεταξύ άλλων, επιβάλει επί ποινή απαραδέκτου δήλωση του υποψήφιου προμηθευτή περί αποδοχής από τον κατασκευαστή του προϊόντος της εκτέλεσης της προμήθειας λαμβάνει υπ’ όψη της μόνον το συνήθως συμβαίνον, αποκλείοντας εκ προοιμίου και αδικαιολόγητα από τις διαγωνιστικές διαδικασίες προμηθευτές που απέκτησαν προϊόντα δια παράλληλων εισαγωγών τα οποία και σε ουσιωδώς φθηνότερη τιμή διατίθενται ετοιμοπαράδοτα και δεν εξαρτώνται από την αποκλειστικότητα των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Η ρύθμιση αυτή άλλωστε δεν συνάδει με τις αρχές του ενωσιακού δικαίου για την ελευθερία του ανταγωνισμού και την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών (βλ. ήδη σημείο 1 της Αιτιολογικής Έκθεσης της νέας Οδηγίας 2014/24/ΕΕ).
    Συνεπώς, προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός, να ικανοποιηθεί πληρέστερα η ζήτηση, αλλά και να επιτυγχάνονται συνδυαστικά το καλλίτερο δυνατό αποτέλεσμα για τις ανάγκες του Δημοσίου αλλά και η φθηνότερη τιμή, όπως επιβάλλει και η θεσμοθετημένη αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης (άρθρο 33 του ν. 4270/2014) που συνιστά και μνημονιακή υποχρέωση, θα πρέπει να απαλειφθεί από το σχέδιο νόμου η επίμαχη ρύθμιση.