Άρθρο 124: Υποχρεώσεις λιανοπωλητών καυσόξυλων

Επιπλέον των γενικών υποχρεώσεων λιανικής πώλησης προϊόντων, οι λιανοπωλητές κατά τη χύδην πώληση καυσόξυλων υποχρεούνται:
1. Να πωλούν τα καυσόξυλα κατ’ όγκο και να χρησιμοποιούν ως μονάδα μέτρησης το χωρικό κυβικό μέτρο (m3). Ως χωρικό κυβικό μέτρο νοείται ο όγκος του κυβικού μέτρου συμπεριλαμβανομένων των κενών λόγω της στοίβαξης.
2. Τα προς πώληση καυσόξυλα, πρέπει να στοιβάζονται με τα μικρότερα δυνατά κενά μεταξύ τους ώστε να διευκολύνεται η μέτρηση των διαστάσεων της στοίβας που πρόκειται να πωληθεί.
3. Εναλλακτικά τα καυσόξυλα μπορούν να διατίθενται σφιχτά στοιβαγμένα σε περιέκτες κανονικού γεωμετρικού σχήματος (παλέτες, big bags κλπ) ο όγκος των οποίων θα αναγράφεται ευκρινώς επί της εξωτερικής τους επιφανείας.
4. Να εξασφαλίζουν με κάθε πρόσφορο τρόπο την προστασία των προϊόντων από δυσμενείς καιρικές συνθήκες που ενδέχεται να αλλοιώσουν τα χαρακτηριστικά του προς διάθεση προϊόντος.
5. Να διατηρούν κάθε σωρό καυσόξυλων τελείως ξεχωρισμένο από τον παρακείμενο, έτσι ώστε να αποκλείεται εντελώς η ανάμιξη των ειδών διαφορετικής προέλευσης, ποιότητας και τιμής.

  • 28 Σεπτεμβρίου 2012, 14:29 | Γιάννης Ελευθεριάδης, Δασολόγος (ΚΑΠΕ)

    Υποβάλλω και πάλι επειδή οι πίνακες εμφανίζονται καλά …

    Σχετικά με τα αναφερόμενα στο άρθρο 124 των ‘Κανόνων διακίνησης προϊόντων’ και τα σχόλια που έχουν γίνει θα ήθελα να κάνω τις παρακάτω επισημάνσεις:

    • Όπως φαίνεται, προσπάθεια όλων πως είναι η εδραίωση ενός τρόπου διακίνησης των καυσόξυλων στην Ελληνική αγορά, για τα εγχώρια παραγόμενα αλλά και τα εισαγόμενα, ώστε να αναπτυχθεί το διαφανές εμπόριο που θα εξασφαλίζει την διασφάλιση της ποιότητας, των τιμών και τελικά την προστασία του καταναλωτή-τελικού χρήστη των καυσόξυλων. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό γίνεται στα πλαίσια διαβούλευσης για ένα συγκεκριμένο θέμα και συνεπώς χρειάζονται τα ανάλογα σχόλια.
    • Ο έλεγχος της ποιότητας, των τιμών αλλά και ο φορολογικός έλεγχος αφορούν όλα τα προϊόντα που διακινούνται στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων και των καυσόξυλων. Η αναφερόμενη εμφάνιση φαινομένων φορολογικών παραβάσεων είναι σοβαρή αιτία για επιπλέον ελέγχους. Νομίζω ότι οι παρεμβάσεις έχουν προτάσεις πάνω σε αυτό και δεν χρειάζεται να σχολιάσω περαιτέρω.
    • Το πρώτο βήμα για την πώληση του καυσόξυλου είναι η αναγραφή στον τιμοκατάλογο και στο τιμολόγιο-απόδειξη πώλησης του είδους και της προέλευσής του.
    • Από τα σχόλια σε αυτή τη διαβούλευση προκύπτει το μείζον θέμα της υγρασίας κατά την πώληση του καυσόξυλου και τον χρόνο χρήσης του στην παραγωγή θερμότητας, αφού είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας της πρώτης ύλης που επηρεάζει την απόδοση της ενεργειακής αξιοποίησης. Η μέτρησή της στο χώρο λιανικής πώλησης θεωρώ και εγώ ότι είναι το βασικό ζήτημα για την διακίνηση των καυσόξυλων.
    • Η πώληση του καυσόξυλου, μπορεί να γίνει με μονάδα μέτρησης είτε το βάρος του είτε τον χωρικό του όγκο (χωρικό κυβικό μέτρο στοιβαγμένου ή χωρικό κυβικό μέτρο χύδην). Στην Ευρώπη χρησιμοποιούνται και οι δυο τρόποι, επικρατεί όμως η πώληση με βάση τον χωρικό όγκο που χρησιμοποιείται από τις μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας καυσόξυλων και θρυμματισμένου ξύλου. Σχετικές πληροφορίες αναφέρονται στο ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ (γίνεται αναφορά παρακάτω).
    • Στην περίπτωση που επιλεγεί το βάρος ως μονάδα μέτρησης, θα πρέπει να μετράται υποχρεωτικά η περιεχόμενη υγρασία του. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στον καταναλωτή να πληρώσει το πραγματικό βάρος του καυσόξυλου και όχι το περιεχόμενο σε αυτό νερό, αλλά και να αρνηθεί την αγορά του εξαιτίας υψηλής υγρασίας. Τα σχόλια του Καθ. Κ. Μαντάνη περιέχουν περιεκτικές επισημάνσεις στο θέμα και γενικά συμφωνώ μαζί του. Επίσης, η επισήμανση από τον ίδιο, του 20% ως μέγιστη επιτρεπόμενη υγρασία για τη χρήση των καυσόξυλων είναι νομίζω γενικότερα αποδεκτή. Βέβαια κάποιοι καταναλωτές έχουν την επιθυμία να αγοράζουν ξύλα, νωρίς πριν την περίοδο θέρμανσης, με υψηλότερη υγρασία και να τα ξηραίνουν στο χώρο τους. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να καθορίζεται η τελική τιμή με βάση την περιεχόμενη σε αυτά υγρασία ώστε να έχουν ένα οικονομικό όφελος (χαμηλότερη τιμή αγοράς λόγω υγρασίας με επιτόπου μέτρησή της).
    Ένα σχετικό παράδειγμα παρατίθεται στο ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ (γίνεται αναφορά παρακάτω), παράρτημα Α, για την πώληση θρυμματισμένου ξύλου με βάση το βάρος και την υγρασία του. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και εδώ, δηλαδή να υπάρχει ο ανάλογος τιμοκατάλογος στο χώρο πώλησης ώστε να ξέρει ο καταναλωτής τι αγοράζει και σε ποια τιμή.

    Περιεχόμενη υγρασία (Κλάσεις) M (%) Τιμή Χωρίς ΦΠΑ
    Μ 20 ≤ 20 103
    M 25 ≤ 25 95
    M 30 ≤ 30 88
    M 35 ≤ 35 81
    M 40 ≤ 40 73
    M 50 ≤ 50 62
    M 60 ≤ 60 48

    • Στην περίπτωση της πώλησης με βάση τον χωρικό όγκο του καυσόξυλου η υγρασία δεν επηρεάζει τον καθορισμό της τελικής τιμής που θα πληρώσει ο καταναλωτής, έχει όμως σημαντική επίδραση στην διαδικασία παραγωγής θερμότητας (πχ. καύση). Υπάρχει λοιπόν περίπτωση κάποιος καταναλωτής να αγοράσει με βάση τον χωρικό όγκο, αποφεύγοντας σπατάλη χρημάτων, και να αντιμετωπίσει προβλήματα χρήσης στο σύστημα θέρμανσης που διαθέτει, λόγω υψηλής υγρασίας του ξύλου. Συνεπώς η περιεχόμενη υγρασία θα πρέπει και πάλι να μετριέται. Είναι επίσης σημαντικό να δηλώνεται και η πυκνότητα του στοιβαγμένου ή χύδην υλικού.
    Παράδειγμα από το ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ (γίνεται αναφορά παρακάτω).

    Οξυά
    (με ποσοστό άλλων πλατύφυλλων ειδών)
    1 χ.κ.μ. στοιβαχτού = 450 kg
    1 χ.κ.μ. χύδην = 320 kg Μήκος (L) Μέχρι 7 χ.κ.μ. χύδην Μέχρι 5 χ.κ.μ. στοιβαχτού Πάνω από 5 χ.κ.μ. στοιβαχτού
    5% έκπτωση
    100 cm (P1000) – 79,00 € 75,05 €
    50 cm (P500) – 84,00 € 79,80 €
    33 cm (P330) 59,70 € 84,00 € 79,80 €
    25 cm (P250) 63,30 € 89,00 € 84,55 €
    Ερυθρελάτη
    (με ποσοστό άλλων πλατύφυλλων ειδών)
    1 χ.κ.μ. στοιβαχτού = 300 kg
    1 χ.κ.μ. χύδην = 215 kg Μήκος (L) Μέχρι 7 χ.κ.μ. χύδην Μέχρι 5 χ.κ.μ. στοιβαχτού Πάνω από 5 χ.κ.μ. στοιβαχτού
    5% έκπτωση
    100 cm (P1000) – 69,00 € 65,55 €
    50 cm (P500) – 74,00 € 70,30 €
    33 cm (P330) 53,00 € 74,00 € 70,30 €
    25 cm (P250) 56,60 € 79,00 € 75,05 €

    • • Μια άλλη μέθοδος, πιο ολοκληρωμένη, χρησιμοποιεί ως μονάδα μέτρησης το ενεργειακό περιεχόμενο το οποίο μπορεί να αποδώσει το καυσόξυλο πριν την τελική του χρήση. Για την υλοποίησή της απαιτείται η μέτρηση του βάρους και της περιεχόμενης υγρασίας αλλά και η γνώση της θερμογόνου δυνάμεως του είδους του ξύλου που χρησιμοποιείται. Η μέθοδος αυτή είναι πιο ακριβής, αλλά δύσκολα θα εφαρμοστεί σήμερα στην ελληνική αγορά. Ίσως να μπορεί να εισαχθεί στο μέλλον.
    • • Για τον καθορισμό των κατάλληλων συσκευών μέτρησης υγρασίας και των προδιαγραφών τους, σε μια αγορανομική διάταξη, δεν έχω τις κατάλληλες γνώσεις για να κάνω κάποιο σχόλιο.
    • • Αναφορικά με την ξήρανση του καυσόξυλου, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι για την Ελλάδα οι συνθήκες της φυσικής ξήρανσης είναι αρκετά ευνοϊκές. Είναι χαρακτηριστικό ότι η φυσική ξήρανση στον αέρα χρησιμοποιείται και σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Άρα λοιπόν η ξήρανση δεν θα πρέπει να αποτελεί ζήτημα για τη χώρα μας. Άλλωστε, η μέτρηση της περιεχόμενης υγρασίας κατά την πώληση θα αποκλείσει τα υγρά ξύλα από τη λιανική, οπότε θα οδηγηθούμε στην εφαρμογή επαρκούς φυσικής ξήρανσης πριν την πώληση. Επίσης, η εποχή της υλοτομίας αν και επηρεάζει την περιεχόμενη υγρασία είναι ένα ζήτημα που εμπλέκει και το σύστημα εκμετάλλευσης των δασών (και τους εμπλεκόμενους φορείς) και δεν μπορεί να διευθετηθεί από μια αγορανομική διάταξη. Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι το καυσόξυλο δεν είναι το μόνο προϊόν των δασικών εκμεταλλεύσεων, συνεπώς το σύστημα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και την παραγωγή καυσόξυλου σε συνδυασμό με τα άλλα προϊόντα για τη βέλτιστη αποδοτικότητα του συστήματος εκμετάλλευσης των δασών.
    • • Πολλά ζητήματα από αυτά που συζητάμε και έχουν σχέση με την ποιότητα των καυσόξυλων αναφέρονται στο πρότυπο ΕΛΟΤ-ΕΝ 14961-1 ‘Γενικές απαιτήσεις και ΕΛΟΤ-ΕΝ 14961-5 ‘Καυσόξυλα για μη βιομηχανική χρήση’. Η χρήση τους είναι εθελοντική, μπορεί όμως να συμβάλλει στον καθορισμό κανόνων ποιότητας των καυσόξυλων που πωλούνται στη λιανική.
    • • Θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η παραγωγή θερμότητας δεν αφορά αποκλειστικά το καύσιμο αλλά το συνδυασμό του με το σύστημα θέρμανσης, τη θερμική εφαρμογή και την σχετική υποδομή για την παραγωγή της θερμότητας. Συνεπώς επιλέγουμε το κατάλληλο στερεό βιοκαύσιμο (pellets, μπριγκέτες, καυσόξυλα κωνοφόρων-πλατύφυλλων, θρυμματισμένο ξύλο, πυρηνόξυλο, κ.α.) για το κατάλληλο για τις ανάγκες μας σύστημα θέρμανσης. Αυτό θα μας δώσει καλύτερη απόδοση και θα αποτρέψει δυσμενή και επικίνδυνα φαινόμενα. Τα pellets και οι μπριγκέτες ως εξευγενισμένα στερεά βιοκαύσιμα έχουν πιο σταθερές ιδιότητες, στην περίπτωση όμως των καυσόξυλων απαιτείται επιπλέον προσοχή. Γενικά πάντως στη χώρα μας θα πρέπει να χρησιμοποιούμε κυρίως ξύλο πλατυφύλλων στην παραγωγή θερμότητας στα σπίτια, αφού βέβαια αποφασίσουμε να χρησιμοποιήσουμε καυσόξυλο.
    • • Συμφωνώ απόλυτα ότι η πώληση του εμποτισμένου ξύλου στην αγορά θα πρέπει να απαγορευθεί. Είναι ακατάλληλο για θέρμανση κατοικιών και ρυπογόνο.
    • • Για θέματα σχετικά με το αντικείμενο της διαβούλευσης νομίζω ότι δίνει κάποιες χρήσιμες πληροφορίες το ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ που βρίσκεται στην ιστοσελίδα http://www.biomasstradecentre2.eu/biomass-trade-and-logistics-centers/biofuel-handbook/, όπου υπάρχει και η Ελληνική έκδοση.
    • Θεωρώ ότι η ορθή και τεκμηριωμένη προσέγγιση των ζητημάτων θα μας οδηγήσει στην καλύτερη διατύπωση του συγκεκριμένου άρθρου.

  • 28 Σεπτεμβρίου 2012, 14:35 | Γιάννης Ελευθεριάδης, Δασολόγος (ΚΑΠΕ)

    Σχετικά με τα αναφερόμενα στο άρθρο 124 των ‘Κανόνων διακίνησης προϊόντων’ και τα σχόλια που έχουν γίνει θα ήθελα να κάνω τις παρακάτω επισημάνσεις:

    • Όπως φαίνεται, προσπάθεια όλων πως είναι η εδραίωση ενός τρόπου διακίνησης των καυσόξυλων στην Ελληνική αγορά, για τα εγχώρια παραγόμενα αλλά και τα εισαγόμενα, ώστε να αναπτυχθεί το διαφανές εμπόριο που θα εξασφαλίζει την διασφάλιση της ποιότητας, των τιμών και τελικά την προστασία του καταναλωτή-τελικού χρήστη των καυσόξυλων. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό γίνεται στα πλαίσια διαβούλευσης για ένα συγκεκριμένο θέμα και συνεπώς χρειάζονται τα ανάλογα σχόλια.
    • Ο έλεγχος της ποιότητας, των τιμών αλλά και ο φορολογικός έλεγχος αφορούν όλα τα προϊόντα που διακινούνται στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων και των καυσόξυλων. Η αναφερόμενη εμφάνιση φαινομένων φορολογικών παραβάσεων είναι σοβαρή αιτία για επιπλέον ελέγχους. Νομίζω ότι οι παρεμβάσεις έχουν προτάσεις πάνω σε αυτό και δεν χρειάζεται να σχολιάσω περαιτέρω.
    • Το πρώτο βήμα για την πώληση του καυσόξυλου είναι η αναγραφή στον τιμοκατάλογο και στο τιμολόγιο-απόδειξη πώλησης του είδους και της προέλευσής του.
    • Από τα σχόλια σε αυτή τη διαβούλευση προκύπτει το μείζον θέμα της υγρασίας κατά την πώληση του καυσόξυλου και τον χρόνο χρήσης του στην παραγωγή θερμότητας, αφού είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας της πρώτης ύλης που επηρεάζει την απόδοση της ενεργειακής αξιοποίησης. Η μέτρησή της στο χώρο λιανικής πώλησης θεωρώ και εγώ ότι είναι το βασικό ζήτημα για την διακίνηση των καυσόξυλων.
    • Η πώληση του καυσόξυλου, μπορεί να γίνει με μονάδα μέτρησης είτε το βάρος του είτε τον χωρικό του όγκο (χωρικό κυβικό μέτρο στοιβαγμένου ή χωρικό κυβικό μέτρο χύδην). Στην Ευρώπη χρησιμοποιούνται και οι δυο τρόποι, επικρατεί όμως η πώληση με βάση τον χωρικό όγκο που χρησιμοποιείται από τις μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας καυσόξυλων και θρυμματισμένου ξύλου. Σχετικές πληροφορίες αναφέρονται στο ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ (γίνεται αναφορά παρακάτω).
    • Στην περίπτωση που επιλεγεί το βάρος ως μονάδα μέτρησης, θα πρέπει να μετράται υποχρεωτικά η περιεχόμενη υγρασία του. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στον καταναλωτή να πληρώσει το πραγματικό βάρος του καυσόξυλου και όχι το περιεχόμενο σε αυτό νερό, αλλά και να αρνηθεί την αγορά του εξαιτίας υψηλής υγρασίας. Τα σχόλια του Καθ. Κ. Μαντάνη περιέχουν περιεκτικές επισημάνσεις στο θέμα και γενικά συμφωνώ μαζί του. Επίσης, η επισήμανση από τον ίδιο, του 20% ως μέγιστη επιτρεπόμενη υγρασία για τη χρήση των καυσόξυλων είναι νομίζω γενικότερα αποδεκτή. Βέβαια κάποιοι καταναλωτές έχουν την επιθυμία να αγοράζουν ξύλα, νωρίς πριν την περίοδο θέρμανσης, με υψηλότερη υγρασία και να τα ξηραίνουν στο χώρο τους. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να καθορίζεται η τελική τιμή με βάση την περιεχόμενη σε αυτά υγρασία ώστε να έχουν ένα οικονομικό όφελος (χαμηλότερη τιμή αγοράς λόγω υγρασίας με επιτόπου μέτρησή της).

    Ένα σχετικό παράδειγμα παρατίθεται στο ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ (γίνεται αναφορά παρακάτω), παράρτημα Α, για την πώληση θρυμματισμένου ξύλου με βάση το βάρος και την υγρασία του. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και εδώ, δηλαδή να υπάρχει ο ανάλογος τιμοκατάλογος στο χώρο πώλησης ώστε να ξέρει ο καταναλωτής τι αγοράζει και σε ποια τιμή.

    Περιεχόμενη υγρασία (Κλάσεις) M (%) Τιμή Χωρίς ΦΠΑ
    Μ 20 ≤ 20 103
    M 25 ≤ 25 95
    M 30 ≤ 30 88
    M 35 ≤ 35 81
    M 40 ≤ 40 73
    M 50 ≤ 50 62
    M 60 ≤ 60 48

    • Στην περίπτωση της πώλησης με βάση τον χωρικό όγκο του καυσόξυλου η υγρασία δεν επηρεάζει τον καθορισμό της τελικής τιμής που θα πληρώσει ο καταναλωτής, έχει όμως σημαντική επίδραση στην διαδικασία παραγωγής θερμότητας (πχ. καύση). Υπάρχει λοιπόν περίπτωση κάποιος καταναλωτής να αγοράσει με βάση τον χωρικό όγκο, αποφεύγοντας σπατάλη χρημάτων, και να αντιμετωπίσει προβλήματα χρήσης στο σύστημα θέρμανσης που διαθέτει, λόγω υψηλής υγρασίας του ξύλου. Συνεπώς η περιεχόμενη υγρασία θα πρέπει και πάλι να μετριέται. Είναι επίσης σημαντικό να δηλώνεται και η πυκνότητα του στοιβαγμένου ή χύδην υλικού.

    Παράδειγμα από το ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ (γίνεται αναφορά παρακάτω).

    Οξυά
    (με ποσοστό άλλων πλατύφυλλων ειδών)
    1 χ.κ.μ. στοιβαχτού = 450 kg
    1 χ.κ.μ. χύδην = 320 kg
    Μήκος ως 7 χ.κ.μ.χύδην ως 5χ.κ.μ.στοιβαχτού >5 χ.κ.μ. στοιβαχτού
    100 cm 79,00 € 75,05 €
    50 cm 84,00 € 79,80 €
    33 cm 59,70 € 84,00 € 79,80 €
    25 cm) 63,30 € 89,00 € 84,55 €

    Ερυθρελάτη
    (με ποσοστό άλλων πλατύφυλλων ειδών)
    1 χ.κ.μ. στοιβαχτού = 300 kg
    1 χ.κ.μ. χύδην = 215 kg
    Μήκος ως 7 χ.κ.μ. χύδην ως 5 χ.κ.μ. στοιβαχτού >5 χ.κ.μ. στοιβαχτού
    100 cm 69,00 € 65,55 €
    50 cm 74,00 € 70,30 €
    33 cm 59,70 € 74,00 € 70,30 €
    25 cm 56,60 € 79,00 € 75,05 €

    • Μια άλλη μέθοδος, πιο ολοκληρωμένη, χρησιμοποιεί ως μονάδα μέτρησης το ενεργειακό περιεχόμενο το οποίο μπορεί να αποδώσει το καυσόξυλο πριν την τελική του χρήση. Για την υλοποίησή της απαιτείται η μέτρηση του βάρους και της περιεχόμενης υγρασίας αλλά και η γνώση της θερμογόνου δυνάμεως του είδους του ξύλου που χρησιμοποιείται. Η μέθοδος αυτή είναι πιο ακριβής, αλλά δύσκολα θα εφαρμοστεί σήμερα στην ελληνική αγορά. Ίσως να μπορεί να εισαχθεί στο μέλλον.
    • Για τον καθορισμό των κατάλληλων συσκευών μέτρησης υγρασίας και των προδιαγραφών τους, σε μια αγορανομική διάταξη, δεν έχω τις κατάλληλες γνώσεις για να κάνω κάποιο σχόλιο.
    • Αναφορικά με την ξήρανση του καυσόξυλου, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι για την Ελλάδα οι συνθήκες της φυσικής ξήρανσης είναι αρκετά ευνοϊκές. Είναι χαρακτηριστικό ότι η φυσική ξήρανση στον αέρα χρησιμοποιείται και σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Άρα λοιπόν η ξήρανση δεν θα πρέπει να αποτελεί ζήτημα για τη χώρα μας. Άλλωστε, η μέτρηση της περιεχόμενης υγρασίας κατά την πώληση θα αποκλείσει τα υγρά ξύλα από τη λιανική, οπότε θα οδηγηθούμε στην εφαρμογή επαρκούς φυσικής ξήρανσης πριν την πώληση. Επίσης, η εποχή της υλοτομίας αν και επηρεάζει την περιεχόμενη υγρασία είναι ένα ζήτημα που εμπλέκει και το σύστημα εκμετάλλευσης των δασών (και τους εμπλεκόμενους φορείς) και δεν μπορεί να διευθετηθεί από μια αγορανομική διάταξη. Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι το καυσόξυλο δεν είναι το μόνο προϊόν των δασικών εκμεταλλεύσεων, συνεπώς το σύστημα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και την παραγωγή καυσόξυλου σε συνδυασμό με τα άλλα προϊόντα για τη βέλτιστη αποδοτικότητα του συστήματος εκμετάλλευσης των δασών.
    • Πολλά ζητήματα από αυτά που συζητάμε και έχουν σχέση με την ποιότητα των καυσόξυλων αναφέρονται στο πρότυπο ΕΛΟΤ-ΕΝ 14961-1 ‘Γενικές απαιτήσεις και ΕΛΟΤ-ΕΝ 14961-5 ‘Καυσόξυλα για μη βιομηχανική χρήση’. Η χρήση τους είναι εθελοντική, μπορεί όμως να συμβάλλει στον καθορισμό κανόνων ποιότητας των καυσόξυλων που πωλούνται στη λιανική.
    • Θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η παραγωγή θερμότητας δεν αφορά αποκλειστικά το καύσιμο αλλά το συνδυασμό του με το σύστημα θέρμανσης, τη θερμική εφαρμογή και την σχετική υποδομή για την παραγωγή της θερμότητας. Συνεπώς επιλέγουμε το κατάλληλο στερεό βιοκαύσιμο (pellets, μπριγκέτες, καυσόξυλα κωνοφόρων-πλατύφυλλων, θρυμματισμένο ξύλο, πυρηνόξυλο, κ.α.) για το κατάλληλο για τις ανάγκες μας σύστημα θέρμανσης. Αυτό θα μας δώσει καλύτερη απόδοση και θα αποτρέψει δυσμενή και επικίνδυνα φαινόμενα. Τα pellets και οι μπριγκέτες ως εξευγενισμένα στερεά βιοκαύσιμα έχουν πιο σταθερές ιδιότητες, στην περίπτωση όμως των καυσόξυλων απαιτείται επιπλέον προσοχή. Γενικά πάντως στη χώρα μας θα πρέπει να χρησιμοποιούμε κυρίως ξύλο πλατυφύλλων στην παραγωγή θερμότητας στα σπίτια, αφού βέβαια αποφασίσουμε να χρησιμοποιήσουμε καυσόξυλο.
    • Συμφωνώ απόλυτα ότι η πώληση του εμποτισμένου ξύλου στην αγορά θα πρέπει να απαγορευθεί. Είναι ακατάλληλο για θέρμανση κατοικιών και ρυπογόνο.
    • Για θέματα σχετικά με το αντικείμενο της διαβούλευσης νομίζω ότι δίνει κάποιες χρήσιμες πληροφορίες το ‘ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΞΥΛΟΥ’ που βρίσκεται στην ιστοσελίδα http://www.biomasstradecentre2.eu/biomass-trade-and-logistics-centers/biofuel-handbook/ , όπου υπάρχει και η Ελληνική έκδοση.

    Θεωρώ ότι η ορθή και τεκμηριωμένη προσέγγιση των ζητημάτων θα μας οδηγήσει στην καλύτερη διατύπωση του συγκεκριμένου άρθρου.

  • 28 Σεπτεμβρίου 2012, 13:17 | ΜΕΤΡΟΛΟΓΟΣ

    Άρθρο 124
    Υποχρεώσεις λιανοπωλητών καυσόξυλων

    ΣΧΟΛΙΟ: Επειδή ο υπολογισμός του χωρικού μετρου σε χύμα και μη συσκευασμένα σε παλετες καυσοξυλα δεν είναι ευχερής να επιτρέπεται η ο υπολογισμός του χωρικού μετρου με αναγωγή του βάρους σε όγκο εφόσον οι λιανοπωλητες διαθέτουν τυποποιημένα ογκομετρικά δοχεία των 500 ή 1000 λτ και πλαστιγγα, προκειμένου να υπολογίζουν το ειδικό βάρος του χωρικού μετρου για κάθε περίπτωση εφόσον το ζηταει ο καταναλωτής

    ΠΡΟΣΘΗΚΗ: Οι λιανοπωλητές καυσόξυλων εφόσον διαθέτουν χύμα καυσόξυλα, θα είναι εφοδιασμένοι με ογκομετρικούς περιέκτες (δοχεία ή τυποποιμένες παλέτες) των 500 ή 1000 λτ και ζυγιστικά ώστε να υπολογίζουν το ειδικό βάρος του χωρικού μετρου με το οποίο θα γίνεται η πώληση καυσοξύλων. Σε κάθε πώληση θα αναγράφεται πέρα από την πωλούμενη ποσότητα και το ειδικό βάρος.

  • Διαφωνούμε με το εδάφιο 1, που προβλέπει πώληση, κατ’ όγκο. Τα κενά, στη συσκευασία, θα δημιουργήσουν μεγαλύτερα προβλήματα, από το βρέξιμο των ξύλων. Το υγρό ξύλο ο καταναλωτής το διαπιστώνει, πιο εύκολα.

    Για το Δ.Σ. του ΚΕ.Π.ΚΑ.
    Νικόλαος Τσεμπερλίδης, Πρόεδρος ΚΕ.Π.ΚΑ., Μέλος Ο.Κ.Ε., και Αν.Μέλος της Ε.Ο.Κ.Ε.
    Ευαγγελία Κεκελέκη, Γεν. Γραμματέας ΚΕ.Π.ΚΑ., Αντιπρόεδρος Παρατηρητηρίου Εσωτερικής Αγοράς, Μέλος Ε.Ο.Κ.Ε. και Μέλος Ε.Σ.Ο.Κ.

  • 27 Σεπτεμβρίου 2012, 19:41 | ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ

    Πιστεύω ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για ριζικές αλλαγές . Μια ξαφνική αλλαγή από κιλά σε χωρικά κυβικά μετρά θα δημιουργήσει παρά πολλά προβλήματα στην αγορά γενικά. Κάποιοι σκέφτονται τα κενά μεταξύ των κομμένων ξύλων , τα κενά μεταξύ των άκοπων τα σκέφτηκαν ;

    Για την υγρασία των ξύλων πιστεύω ότι καυσόξυλα με χαμηλή υγρασία δεν θα προσφέρουν σχεδόν τίποτα στο 80% της Ελληνικής αγοράς σήμερα. Τα καυσόξυλα με χαμηλή υγρασία προσφέρουν υψηλή απόδοση και οικονομία μόνο σε σόμπες , τζάκια και λέβητες που έχουν κατασκευαστεί με σωστές προδιαγραφές για μεγίστη απόδοση. Δυστυχώς στην Ελληνική αγορά αυτά τα προϊόντα έχουν μικρά ποσοστά πωλήσεων γιατί αυτά είναι τα λεγόμενα ‘’ακριβά’’ . Όλοι όσοι προμηθεύτηκαν τα τελευταία 2 χρόνια σόμπες και λέβητες είχαν σαν πρώτο κριτήριο αγοράς το κόστος και όχι της προδιαγραφές με αποτέλεσμα να αγοράσουν προϊόντα ενεργοβόρα . Αυτό θα το βρούμε μπροστά μας σε μερικά χρόνια (σε 2-3 χρόνια πιστεύω) αν δεν αλλάξει η κατάσταση.
    Προτείνω :
    α) Η μονάδα μέτρησης να παραμείνει το κιλό και να ξεκινήσει μια συζήτηση μεταξύ των συλλογικών οργάνων των επιχειρήσεων και την επιστημονική κοινότητα για να βρεθεί ένα μοντέλο πώλησης που θα ανταποκρίνεται στην Ελληνική πραγματικότητα.
    β)Το ζυγολόγιο να αποτελεί υποχρεωτικό συνοδευτικό έγγραφο.
    γ) Να ξεκινήσουν έλεγχοι στην αγορά κάτι που έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια .
    δ) Όσες επιχειρήσεις θέλουν να εισάγουν ή να παράγουν καυσόξυλα συσκευασμένα και να πουλάνε με μονάδα μέτρησης την συσκευασία (π.χ. 1 σακί , 1 παλέτα , 1 μεγασάκο ) να τους επιτραπεί αλλά να είναι υποχρεωμένοι να αναγράφουν επάνω σε κάθε συσκευασία τα παρακάτω στοιχεία:
    I. την ημερομηνία συσκευασίας
    II. το είδος του καυσόξυλου
    III. την χώρα προέλευσης του ξύλου
    IV. το εργοστάσιο παραγωγής
    V. αν είναι ξύλα χλωρά ή ξηραντήριου. Αν είναι χλωρά να αναγράφονται τα κιλά κατά την ημερομηνία συσκευασίας ενώ αν είναι ξηραντήριου να αναγράφεται το ποσοστό υγρασίας που περιέχουν τα ξύλα και το εργοστάσιο ξήρανσης.

    Τέλος θέλω να πιστεύω ότι δεν θα παρθούν βιαστικές αποφάσεις για ένα θέμα τόσο σημαντικό.

  • 27 Σεπτεμβρίου 2012, 15:42 | Μαρία Μπόντη

    Ενδιαφέρουσα η συζήτηση. Και διαφωτιστική. Μερικές απορίες όμως έχω. Και τις θέτω ως καταναλωτής (δεν είμαι ούτε ειδικός ούτε έμπορος):

    1. γιατί δεν μιλάει κανείς για τη σχέση της αγοράς καυσόξυλου με την αγορά ξυλολέβητα; Δε συνδέονται; Τον τελευταίο χρόνο γίνεται χαμός! Τρέχει ο κόσμος ανενημέρωτος και αγοράζει λέβητες ξύλου που η τεχνολογία τους, επιβάλλει να χρησιμοποιείς ξύλο με πάρα πολύ χαμηλή υγρασία. Αλλιώς χαλάνε! Τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα; Πάει να γίνει προσαρμογή του καυσόξυλου στις ανάγκες του εισαγόμενου λέβητα για να μη χάσουν οι ξένες κατασκευαστικές και οι Έλληνες εισαγωγείς την ελληνική αγορά;

    2. γιατί εγώ που έχω τζάκι θα πρέπει να υποχρεωθώ να ακριβοπληρώσω ξύλο που το έχουν στεγνώσει στα ξηραντήρια ενώ το χρειάζομαι όπως σήμερα με κάποια υγρασία για να μην γίνεται παρανάλωμα όταν το ρίχνω στη φωτιά; Και με ποιον τρόπο θα επαναφέρω εγώ την υγρασία του για να το χρησιμοποιήσω όπως το θέλω; Και για ποιον λόγο να υποστώ το κόστος και τη διαδικασία; Για να αναγκαστώ να βάλω λέβητα-τζάκι που καίει στεγνό ξύλο;;

    3. τι πειράζει που είναι πολλές οι μικρές επιχειρήσεις στην ΕΛλάδα; Και σε τι θα ωφεληθώ εγώ ο καταναλωτής αν γίνουν λίγες; Το θέμα είναι ο αριθμός των επιχειρήσεων ή η λειτουργία του κράτους;

    Ειλικρινά, αναρωτιέμαι αν όλα αυτά γίνονται για τη δική μου προστασία ως καταναλωτή αφού και την τσέπη μου θα επιβαρύνουν στο τέλος και θα με δυσκολέψουν. Όσο για τις επιχειρήσεις που δεν είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους, σίγουρα μπορούν να ελεγχθούν από το κράτος χωρίς να χρειαστεί να «πληρώσω εγώ τη νύφη».

  • 27 Σεπτεμβρίου 2012, 11:19 | Γ. Μαντάνης

    Από: Γ. Μαντάνη

    Το τι συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες ας το αφήσουμε. Δεν είμαστε Γερμανία!
    Να δούμε ΤΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ και με ΠΟΙΟ ΣΩΣΤΟ ΤΡΟΠΟ μπορεί να μπει μια σειρά και τάξη στην «άναρχη» ελληνική αγορά των καυσόξυλων, αξιότιμοι κύριοι. Να έχει ο έλληνας καταναλωτής ΚΑΠΟΙΕΣ ΔΙΚΛΕΙΔΕΣ για την προστασία του – Οι Φορείς ελέγχου είναι ένα MUST.

    Για μια αγορά όπως την Ελλάδα, στο εξωτερικό, θα απαιτούνταν 200-300 μεσαίες/μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ στην χώρα μας σήμερα υπάρχουν π.χ. 3000-4000 τέτοιες, από μικρούς κυρίως ξυλεμπόρους. Στο εξωτερικό απαιτούνται: μεγάλοι θάλαμοι ξήρανσης και μεγάλα συστήματα κοπής & στοίβαξης και μεγάλοι χώροι αποθήκευσης, που είναι στεγασμένοι. Επίσης ειδικά συστήματα συσκευασίας και φόρτωσης/εκφόρτωσης, και το καυσόξυλο παραδίνεται «ξηρό στον αέρα» δηλ. έχει περιεχόμενη υγρασία 15-20%, ενώ στην Ελλάδα πωλείται σήμερα, το λεγόμενο «ξηρό» σε απαράδεκτες υγρασίες από 35% έως 60% (από μετρήσεις στο ΤΕΙ/Λάρισας), στα οποία καυσόξυλα η θερμαντική αξία (θερμιδικό περιεχόμενο) έχει μειωθεί δραματικά κατά 30-50% (από το ζητούμενο: ~4.700 Kcal/dry Kg)!

    Πρέπει, αξιότιμοι κύριοι, να προστατεύσουμε και τον σωστό επαγγελματία και έμπορο καυσόξυλων, που χρόνια τώρα κάνει, όσο μπορεί, καλά την δουλειά αυτή και είναι συνεπής επαγγελματίας.

    Ωστόσο, προτάσεις ΟΡΘΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ δεν είδαμε στην διαβούλευση, απλά πολύ θεωρητική προσέγγιση, ούτε προτάσεις για επίλυση των προβλημάτων έγιναν από τους εμπλεκόμενους (εμπόρους & συνεταιρισμούς καυσόξυλων) αν και παραδέχονται τα προβλήματα και πολύ ορθά και με ακρίβεια παρουσίασαν με λεπτομέρεια ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ σήμερα (σημ.: μόνον δεν έχουν ορθή τεχνολογικώς άποψη για τις βέλτιστες υγρασίες του καυσόξυλου).*

    Με πολύ σεβασμό στα σχόλια όλων που συμμετέχουν σε αυτήν την διαβούλευση.

    Μετά τιμής,

    Γ. Μαντάνης, ΤΕΙ Λάρισας
    Εργαστήριο Τεχνολογίας Ξύλου
    Email mantanis@teilar.gr
    URL http://users.teilar.gr/~mantanis/

    * Μην αναφέρω και τα θέματα ΑΠΕΝΤΟΜΩΣΗΣ των ΚΑΥΣΟΞΥΛΩΝ, που γίνονται ήδη σε χώρες όπου έχουν βρεθεί παθογόνοι μικροοργανισμοί στα ΔΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ, και ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ απεντομώσεις στους 60 βαθμούς C για μία ώρα (προτού πωληθούν) βλ. Καναδάς. Θα υπάρξει σχετική ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΔΗΓΙΑ πολύ σύντομα για το μείζον αυτό ζήτημα, δυστυχώς!

  • 27 Σεπτεμβρίου 2012, 01:32 | Κωνσταντίνος Νασίκας

    Το λακωνίζειν εστι φιλοσοφειν.
    – Ο κ. Ματθαίος Κάππας τα είπε όλα με 2 λέξεις…
    <>

    -Γιατί σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν τον όγκο σαν μοναδα μέτρησης ;
    (Τι λέτε ; – παμε να τους βαλουμε μυαλό ;)

    Βέβαια το μέτρο χωρίς δημιουργία ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ στους εμπορους δεν θα πατάξει και το θέμα της φοροαποφυγής.
    Γιατί- αν δεν γνωρίζετε- το μεγαλύτερο μέρος των καυσοξύλων στην επαρχία πωλείται χωρίς τιμολόγιο.
    Ας μπει στον κόπο ο ΣΔΟΕ να επισκεφτεί 10 αυλές και πυλωτές που έχουν στίβες ξύλα σε χωριά και μικρες πόλεις, να ζητήσει τιμολόγιο απο τους ενοίκους….
    Να ξέρατε πόσα Κυριακάτικα (ή άλλα) βραδυα έχουμε ακούσει τον ήχο της ανατροπης φορτηγού εδω στην επαρχία….


    – Χαίρομαι πάντως που και οι «αντίθετοι στο μέτρο», αναγνωρίζουν ότι θα πρέπει να σταματήσει η πώληση κωνοφόρων για καύση.

  • 26 Σεπτεμβρίου 2012, 18:00 | Ματθαίος Kάππας

    Γιατί χρειάζεται πάντα εμείς οι Έλληνες να ανακαλύπτουμε τον τροχό? Κάνετε μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο με λέξεις κλειδιά: «firewood unit of measurement» ή «Brennholz Einheit» κι ας βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του…

  • 25 Σεπτεμβρίου 2012, 23:48 | Χρυσούλα Γρηγορίου

    Προμηθευτικός & Παραγωγικός Συνεταιρισμός
    Εμπόρων-Βιοτεχνών Δασικών Προϊόντων & Ξύλου Ν.Ξάνθης
    Ανθ. Μιλτιάδου Γεωργ. 24, Τ. Κ. 67 100, Ξάνθη – ΕΛΛΑΣ
    Τηλ.: (+30) 25410 78300, 91006, fax: 25410 92229, 6945783888
    Η/Τα: gristamou@gmail.com
    Ξάνθη, 25.09.2012

    Παρέμβαση του Συνεταιρισμού στη διαβούλευση για το ζήτημα της υγρασίας όπως αυτό έχει προσεγγιστεί μέσα από τα σχόλια

    Η υγρασία στο καυσόξυλο (άρθρο 124, παράγρ.4):

    Η τριακονταετής επαγγελματική εμπειρία των μελών του συνεταιρισμού ξυλεμπόρων Ν.Ξάνθης, μας έχει εφοδιάσει με πολύτιμη γνώση όχι μόνο σε σχέση με την αγορά του ξύλου αλλά και με τις ιδιότητες και τη συμπεριφορά των ειδών που εμπορευόμαστε με έμφαση στο καυσόξυλο. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στην Ελλάδα απαγορεύεται η υλοτόμηση κωνοφόρων για καύση – και όπου απαντάται σημαίνει ότι έχει προέλθει από παράνομη υλοτόμηση. Στα βουνά της χώρας μας, όπως και των υπολοίπων της νοτίου Ευρώπης, και σε υψόμετρο έως 2.000 μ. ευδοκιμούν αυτοφυή δάση οξιάς και δρυός. Η κοπή δέντρων για καύσιμη ύλη από αυτά τα δάση, γίνεται κάθε χρόνο κατόπιν σχετικής αδείας του Δασαρχείου είτε προς τους οικείους συνεταιρισμούς υλοτόμων για εμπορία, είτε προς ιδιώτες κατοίκους ορεινών περιοχών για ιδία κατανάλωση. Ο επιτρεπόμενος όγκος για υλοτόμηση καθορίζεται επίσης κάθε χρόνο από το Δασαρχείο και διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή ανάλογα με τη διαθεσιμότητα των δασών (ας μην ξεχνούμε ότι τόσο η οξιά όσο και η δρυς δεν είναι καλλιεργήσιμα είδη όπως η λεύκα οπότε για κάθε δέντρο που κόβουμε πρέπει να περιμένουμε τριάντα χρόνια να αναπληρωθεί). Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλη τη Μακεδονία και Θράκη ένας μόνο Νομός κάλυψε τις ανάγκες του σε καυσόξυλα από τα δικά του δάση τα έτη 2010-2011. Όλοι οι υπόλοιποι αναγκάζονται σε εισαγωγές οι οποίες τον τελευταίο χρόνο είναι αθρόες.

    Η υπόθεση της υγρασίας ξεκινάει από το βουνό: τα δέντρα ως γνωστόν, «ρίχνουν το νερό τους» το φθινόπωρο για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την παγωνιά του χειμώνα και το ανακτούν την άνοιξη. Ένα δέντρο επομένως, που είναι υλοτομημένο τους μήνες από Οκτώβριο έως Δεκέμβριο έχει κατά την κοπή λιγότερη υγρασία από ένα που υλοτομείται π.χ. το Μάρτιο. Επίσης, το κομμένο, οποιαδήποτε εποχή, δέντρο εάν αφεθεί στο έδαφος για ένα μήνα προτού τεμαχιστεί, θα μπορέσει να δώσει κορμό με λιγότερη υγρασία διότι την απορροφούν σταδιακά τα φύλλα στα κλαδιά του που αγωνίζονται να επιβιώσουν.

    Τι γίνεται όμως στην πράξη κατά το πρώτο αυτό στάδιο; Η υλοτόμηση στην Ελλάδα γίνεται ως επί το πλείστον την εποχή της άνοιξης με τα δέντρα φορτωμένα νερό, και οι κορμοί προωθούνται εντός τριμήνου στο εμπόριο. Αυτά έχουν υγρασία από 60% – 70%. Οι συγκεκριμένες ποσότητες όσο κι αν εκτεθούν στη ζέστη του καλοκαιριού δεν μπορούν να ρίξουν την υγρασία τους κάτω από 40%. (Σε σχετική μέτρηση με επαγγελματικό υγρόμετρο υψηλής ακριβείας που χρησιμοποιείται στα παρκέτα, οι υγρασίες καυσοξύλων που βρίσκονται στην κορμοπλατεία τοπικής επιχείρησης, ήταν οι εξής: στις 24.09.2012 (ώρα 15:00) υγρασία 45% – 46% σε κομμάτια ξύλου κομμένα από τον Δεκέμβριο του 2011, και υγρασία 27% σε ξύλα κομμένα από το Μάρτιο του 2011).

    Από κει και μετά αρχίζει ο αγώνας δρόμου των εισαγωγών που εκτός από το οικονομικό κομμάτι έχει και το ποιοτικό το οποίο δεν μπορούμε να ελέγξουμε καθόλου. Όπως έχουμε περιγράψει παραπάνω, το 80% των εισαγωγών καυσοξύλων στην περιοχή μας (Αν.Μακεδονία και Θράκη) γίνεται από τη Βουλγαρία. Στη Βουλγαρία όμως υπάρχει διαφορετικό καθεστώς υλοτομίας απ’ ό,τι στην Ελλάδα: η άδεια υλοτόμησης δίδεται απευθείας στον κάθε έμπορο που αποκτά για «χρήση» την τάδε δασική έκταση στην οποία μπορεί να μπει για κοπή δέντρων όποτε κρίνει ο ίδιος (όποτε έχει παραγγελίες) με δικά του μηχανήματα στη διάρκεια ισχύος της αδείας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι τα ξύλα (οι κορμοί) που πουλάνε με τον τόνο στους Έλληνες ξυλεμπόρους μπορεί να είναι ολίγων ημερών, γιατί αυτή τη στιγμή η Βουλγαρία «παίζει μπάλα» στην αγορά καυσοξύλου μόνη της και επιβάλλει το προϊόν της. Οι παραγγελίες μας από τη γείτονα υπακούουν στις απαιτήσεις της τοπικής ζήτησης που δυστυχώς κορυφώνεται στο τέλος του καλοκαιριού. Δεν προλαβαίνουμε να αποθηκεύσουμε τίποτα. Όσες ποσότητες έρχονται από Βουλγαρία, «φεύγουν» αμέσως στην κατανάλωση διότι ο αγοραστής απαιτεί να προμηθευτεί άμεσα τα ξύλα του. Πέραν της ενημέρωσης, λοιπόν, που του κάνουμε και τις οδηγίες που του δίνουμε -για να μη «ζητάει μετά τα ρέστα» από τον Έλληνα έμπορο και γιατί θέλουμε να τον κρατήσουμε ως πελάτη- δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο για την υγρασία αυτών των ξύλων που είναι κυριολεκτικά «από το δάσος στη σόμπα».

    Θα μπορούσε κάποιος να πει «αγοράστε φέτος από Βουλγαρία και πουλήστε του χρόνου για να στραγγίσουν τα ξύλα». Αυτό προϋποθέτει (με το ισχύον καθεστώς) τεράστιες περιφραγμένες και προστατευμένες εκτάσεις εναπόθεσης της ξυλείας για κάθε επιχείρηση, οι οποίες όχι μόνον δεν μπορούν να αγοραστούν ή να ενοικιαστούν αλλά και δεν υπάρχουν διαθέσιμες. Με την προτεινόμενη διάταξη θα έπρεπε επιπλέον οι εκτάσεις αυτές να διαθέτουν υπόστεγα. Από μόνο του το μέγεθος μιας τέτοιας επένδυσης είναι αποτρεπτικό για μια μικρομεσαία επιχείρηση. Πόσω μάλλον στο σημερινό υφεσιακό οικονομικό περιβάλλον, με την έκρηξη του ανταγωνισμού (θεμιτού και αθέμιτου) που εμφανίζει ο κλάδος, και με τις αρνητικές προοπτικές που βλέπουμε να αποκτά το καυσόξυλο εξαιτίας ακριβώς της σημερινής ζήτησής του: η εντατική υλοτόμηση θα αποτελειώσει ακόμη και τα δάση της Βουλγαρίας, οι πιέσεις στην αγορά θα οδηγήσουν σύντομα στην αύξηση της τιμής και η «ισορροπία» που θα επέλθει θα είναι οδυνηρή για όλους και ειδικότερα για όσους από εμάς θα έχουν προβεί σε δαπανηρές επενδύσεις λόγω αλλαγής νομοθεσίας.

    Θα μπορούσε επίσης να τεθεί το ζήτημα του ελέγχου της υγρασίας από τους εμπόρους, με χρήση τεχνικών μέσων: «ρίξτε τα καυσόξυλα σε ξηραντήρια προτού τα πουλήσετε». Εδώ λοιπόν καταθέτουμε τα εξής στοιχεία από την επαγγελματική μας εμπειρία και από δοκιμές που κάναμε στο πλαίσιο αυτόβουλων ελέγχων του προϊόντος που διαθέτουμε. Η δοκιμή έγινε τον Φεβρουάριο του 2012: σε ιδιωτικό ξηραντήριο επιχείρησης του συνεταιρισμού μας, χωρητικότητας 30 κυβικών ξυλείας παρκέ, τοποθετήσαμε 25 κυβικά καυσοξύλων (περίπου 17 τόνους) υγρασίας 65%. Η υγρασία τους κατάφερε να πέσει στο 45% μετά από τρία εικοσιτετράωρα συνεχούς λειτουργίας του ξηραντηρίου και αφού κατανάλωσε καύσιμη ύλη πριονιδίου 11 κυβικών μέτρων και ρεύμα αξίας 350 ευρώ. Αυτό πρακτικά σημαίνει αύξηση κόστους για τον καταναλωτή κατά 19% περίπου. Και επειδή τα 25 κυβικά καυσοξύλων δεν παράγουν κατά την προγενέστερη κοπή τους τα 11 κυβικά πριονιδίου που χρειάζονται για να στεγνώσουν, η κάθε επιχείρηση θα πρέπει να διαθέτει επιπλέον κονδύλι αγοράς καυσίμου για το ξηραντήριο (κονδύλι που κυμαίνεται ανάλογα με το είδος του καυσίμου που χρησιμοποιείται και επιβαρύνει το κόστος του καυσόξυλου). Χώρια η ΔΕΗ. Αυτά ως προς τη διαδικασία ξήρανσης.

    Είναι πολύ σημαντικό όμως να σημειώσουμε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν ξηραντήρια καυσοξύλων παρά μόνον ελάχιστα για ξήρανση πριστής ξυλείας και παρκέτων. Στην Περιφέρειά μας λειτουργούν μόνον δύο (Ξάνθη και Δράμα). Πρόκειται για μεγάλες εγκαταστάσεις, πολύ δαπανηρές και εξαιρετικά ενεργοβόρες.

    Ας υποθέσουμε όμως πως εμφανίζεται μία π.χ. πολυεθνική εταιρεία, επιχειρεί μια τέτοια επένδυση για ξήρανση καυσοξύλων στη χώρα μας και διαθέτει στην αγορά καυσόξυλα με υγρασία πάρα πάρα πολύ χαμηλή. Θα είναι προς το συμφέρον του καταναλωτή; Ας υποθέσουμε ότι ακόμα και μετά την επιβάρυνση της τιμής του καυσοξύλου με το κόστος απόσβεσης της επένδυσης και της λειτουργίας του ξηραντηρίου, εξακολουθεί να συμφέρει στον καταναλωτή το προϊόν. Ποια θα είναι η συνέχεια όταν αυτό το «στεγνό» ξύλο, «το καταλληλότερο» για καύση, μπει στο τζάκι ή τη σόμπα; Μα θα καεί σα προσάναμμα παράγοντας πολύ υψηλότερη θερμότητα από την επιθυμητή! Όσοι καταναλωτές έχουν ρίξει στη φωτιά ξύλα με πολύ χαμηλή υγρασία (έστω και 25% – 30%) ανακάλυψαν ότι αυτά καίγονταν τόσο γρήγορα που ήταν αναγκασμένοι να τροφοδοτούν την εστία διαρκώς. Αποτέλεσμα; Να τελειώσουν οι καλοκαιρινές προμήθειές τους σε καυσόξυλα πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι υπολόγιζαν, να αναγκαστούν σε νέες αγορές μέσα στο χειμώνα, και εν τέλει να τους κοστίσει πολύ ακριβά η «φθηνή» θέρμανση. Δεν είναι τυχαίο που οι πελάτες μας, ειδικά οι παλιοί, ζητούν ξύλα «ούτε ξερά ούτε φρέσκα». Μία μέση τιμή υγρασίας 35% – 45% είναι ιδανική για να καίγεται το ξύλο σταθερά στην εστία και να θερμαίνει ελεγχόμενα. Από κει και πέρα, οι καταναλωτές γνωρίζουν ότι ανάλογα με τις ανάγκες θέρμανσης του χώρου τους και τις καιρικές συνθήκες, μπορούν να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα συνδυάζοντας τα ξύλα στην εστία (οξιά – δρυς) και ελέγχοντας την αναλογία τους (στεγνά – υγρά).

    Πριν κλείσουμε αυτή την παρέμβαση στη δημόσια διαβούλευση, οφείλουμε ως συνεταιρισμός να απαντήσουμε στη μομφή περί εναρμόνισης τιμών σε μια περιοχή. Στη δική μας περιοχή, η τιμή πώλησης των καυσόξυλων παραμένει σταθερή τα τελευταία τέσσερα χρόνια: 120 ευρώ/τόνος. Αυτό που αποκαλείται «εναρμόνιση» δεν είναι άλλο από μία άτυπη διατίμηση βάσει των τιμών αγοράς πρώτης ύλης από δημοπρασίες (ντόπια υλοτόμηση) ή εισαγωγές. Η αλήθεια όμως είναι ότι δύσκολα θα μπορέσει να διατηρηθεί η ίδια τιμή για πολύ ακόμα καθώς η, ανταγωνιστική προς την Ελλάδα, χονδρική αγορά της Τουρκίας στην οποία στρέφονται οι Βούλγαροι προμηθευτές, σε συνδυασμό με την πιεστική ζήτηση της ελληνικής κατανάλωσης, μας αναγκάζουν να προσαρμοστούμε στους όρους προσφοράς που αυτή τη στιγμή ως δυνατότητα κατέχει σχεδόν μονοπωλιακά η Βουλγαρία.

    Εν κατακλείδι, οι διατάξεις του συγκεκριμένου άρθρου όσο κι αν φαίνεται πως έχουν την πηγή τους σε καλές προθέσεις για την προστασία των καταναλωτών, πιστεύουμε ότι θα προκαλέσουν ή μαζικό κλείσιμο των μικρομεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων εμπορίας καυσοξύλων και επικράτηση στην αγορά ολίγων μεγάλων εταιρειών, ή υπερχρέωση των υφιστάμενων επιχειρήσεων για τις απαιτούμενες σε γη και εξοπλισμό επενδύσεις, πράγμα το οποίο θα οδηγήσει μαθηματικά σε σοβαρή επιβάρυνση της τιμής του καυσόξυλου, τόσο που θα πάψει οριστικά να είναι φθηνό ή ανταγωνιστικό του πετρελαίου προς το οποίο θα έχουν λόγους να ξαναστραφούν οι καταναλωτές.

    Εάν μάλιστα, η νομοθεσία ισχύσει από 01.01.2013, τότε θεωρούμε ότι εξαιτίας και μόνο της προθεσμίας προσαρμογής στους νέους όρους, δεν θα μπορέσουν οι καταναλωτές να προμηθευτούν ξύλα την επόμενη χρονιά. Τυχόν υιοθέτηση, μάλιστα, από το Υπουργείο προτάσεων όπως του καθηγητή Γεωργίου Μαντάνης στο θέμα της υγρασίας, θα οδηγούσε χωρίς υπερβολή σε «απαγορευτικό» την εμπορία του καυσόξυλου στη χώρα μας από τις υφιστάμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος ποιότητας καυσοξύλων που προτείνεται μέσα από τα σχόλια να γίνεται κατά την παράδοσή τους στον πελάτη, προτείνουμε να επεκταθεί και στο πετρέλαιο με χημική ανάλυση του καυσίμου παρουσία του πελάτη την ώρα της παράδοσης.

    Θέση μας είναι, ότι απαιτείται οπωσδήποτε εξισορρόπηση της αγοράς καυσοξύλου, αλλά με αυστηρό έλεγχο του παραεμπορίου το οποίο κοστίζει στο κράτος ακριβά, και με μία σοβαρή πολιτική στροφής των καταναλωτών σε πηγές θέρμανσης όπως το φυσικό αέριο, η τηλεθέρμανση, η ηλιακή ενέργεια, κλπ. Το ξύλο σ’ αυτή τη λίστα επιλογών θα πρέπει να ξαναπάρει τη θέση που είχε πριν από χρόνια – ως συμπληρωματικό μέσο θέρμανσης. Αν συνεχίσουμε να επελαύνουμε στα δάση μας, θα το μετανιώσουμε όλοι μας οικτρά.

    Για τον Προμηθευτικό & Παραγωγικό Συνεταιρισμό
    Εμπόρων-Βιοτεχνών Δασικών Προϊόντων & Ξύλου Ν.Ξάνθης
    Η Πρόεδρος, Χρυσούλα Γρηγορίου

  • 25 Σεπτεμβρίου 2012, 23:54 | Χρυσούλα Γρηγορίου

    Προμηθευτικός & Παραγωγικός Συνεταιρισμός
    Εμπόρων-Βιοτεχνών Δασικών Προϊόντων & Ξύλου Ν.Ξάνθης
    Ανθ. Μιλτιάδου Γεωργ. 24, Τ. Κ. 67 100, Ξάνθη – ΕΛΛΑΣ
    Τηλ.: (+30) 25410 78300, 91006, fax: 25410 92229, 6945783888
    Η/Τα: gristamou@gmail.com
    Ξάνθη, 25.09.2012

    Άρθρο 124: οι προτεινόμενες διατάξεις επιχειρούν να θέσουν προδιαγραφές ποιότητας στο λιανεμπόριο καυσοξύλων με στόχο να προστατευθεί ο καταναλωτής. Τουλάχιστον έτσι προβάλλεται. Ως συνεταιρισμός εμπόρων ξύλου, πιστεύουμε ότι τα προβλήματα που θα προκαλέσει θα είναι πολλαπλάσια με κίνδυνο μάλιστα να υπάρξουν δυσάρεστες ανατροπές και στρεβλώσεις στην αγορά καυσοξύλων στη χώρα μας. Τη θέση μας αυτή αναλύουμε και τεκμηριώνουμε ακολούθως, παρουσιάζοντας τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας καυσοξύλων όπως ισχύουν στην πραγματική αγορά σήμερα.

    Τι σημαίνει για τις ελληνικές επιχειρήσεις λιανική πώληση με χωρικό κυβικό μέτρο (άρθρο 124, παράγρ.1-3):

    Ως επιχειρήσεις πώλησης καυσοξύλων μπορούμε να αγοράσουμε με χωρικό κυβικό μέτρο ΜΟΝΟ τις ποσότητες καυσοξύλων οι οποίες διατίθενται ετησίως από τα ελληνικά Δασαρχεία μέσω των τοπικών συνεταιρισμών υλοτόμων. Αυτές οι ποσότητες αγγίζουν το 15% περίπου της συνολικής ζήτησης από τους καταναλωτές – η οποία σημειωτέον έχει αυξηθεί κατακόρυφα τη φετινή χρονιά. Το υπόλοιπο 85% της ζήτησης καλύπτεται αναγκαστικά από εισαγωγές που γίνονται σχεδόν στο σύνολό τους από τη Βουλγαρία (λόγω απουσίας δασμών αφού είναι μέλος Ε.Ε., χαμηλού μεταφορικού κόστους αφού υπάρχει εγγύτητα αγορών, και διαθεσιμότητας ξυλείας οξιάς και δρυός που επιτρέπεται να εμπορευόμαστε για καύση στην Ελλάδα). Οι εισαγωγές μας τιμολογούνται κατά μάζα (κιλό) και όχι κατά όγκο (κυβικό μέτρο), διότι αυτό το καθεστώς επικρατεί σήμερα στις βουλγαρικές εξαγωγές προς την Ελλάδα. Από τη στιγμή που δεν ισχύει η ίδια μονάδα μέτρησης σε όλες τις χώρες, και τουλάχιστον μέχρι να υπάρξει εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών ως προς αυτό, η συγκεκριμένη διάταξη θα προκαλέσει αλυσιδωτά προβλήματα στην ελληνική αγορά με άμεση επίπτωση την αύξηση της τιμής για τον καταναλωτή.

    Μία επιπλέον επιβάρυνση θα είναι αυτή που θα προκύψει από τις αναγκαστικές δαπάνες που θα κάνουν οι υφιστάμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις για την αγορά απαραίτητου μηχανολογικού εξοπλισμού (ειδικές μεταλλικές θήκες ογκομέτρησης, φορτωτές, κλαρκ, κλπ) καθώς και από την αύξηση του κόστους εργασίας διότι η νέα μέθοδος απαιτεί περισσότερα εργατικά «χέρια» για την στοίβαξη και συσκευασία των καυσοξύλων. Στις νέες συνθήκες είναι αμφίβολο αν μπορέσουν να ανταποκριθούν οι υφιστάμενες παλαιές επιχειρήσεις (κυρίως οικογενειακές) που ήδη, λόγω κρίσης, έχουν προβεί σε περιορισμό του εργατικού δυναμικού τους. Και για να μην οδηγείται η κοινή γνώμη σε λανθασμένα συμπεράσματα ως προς τους τζίρους των παλαιών ξυλεμπόρων, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η κατακόρυφη ζήτηση καυσόξυλων τον τελευταίο χρόνο συνοδεύτηκε από μία έξαρση του φαινομένου της «περιστασιακής» επιχειρηματικότητας στο χώρο: στο Νομό Ξάνθης υπερδιπλασιάστηκαν οι έμποροι καυσοξύλων – κατά κανόνα επιχειρηματίες από άλλους κλάδους που επεκτάθηκαν συμπληρωματικά και στην εισαγωγή και πώληση καυσοξύλων επειδή εμφανίζει ζήτηση ως προϊόν αυτή την εποχή. Η περιορισμένη γνώση του αντικειμένου του ξύλου, οι απουσία μηχανολογικών υποδομών και η εξ ανάγκης χρησιμοποίηση μεσαζόντων για τις εισαγωγές εκ μέρους των νέων αυτών εμπόρων, είναι οι κρίσιμοι λόγοι που οδηγούν ακόμη και τους ίδιους σε λανθασμένες επιλογές ή ενέργειες των οποίων τις συνέπειες υφίσταται στο τέλος ο καταναλωτής αλλά τα χρεώνεται στο σύνολό της η αγορά καυσόξυλου στη χώρα μας. Την ίδια ώρα η περιοχή μας πλήττεται από άνευ προηγουμένου παραεμπόριο καυσοξύλων (που διακινούνται μέσω της ανέλεγκτης συνοριακής διόδου του Αγ. Κωνσταντίνου και με τη βοήθεια ντόπιων μεσαζόντων), ακόμη και με λιανική πώληση απευθείας από Βούλγαρους εμπόρους χωρίς παραστατικά στις αυλές των σπιτιών. Η τελευταία έγγραφη καταγγελία μας για το φαινόμενο και συγκεκριμένα περιστατικά έγινε απευθείας στο Υπουργείο Οικονομικών τον περασμένο Αύγουστο.

    Τι σημαίνει για τον καταναλωτή η αγορά με χωρικό κυβικό μέτρο (άρθρο 124, παράγρ.1-3):

    Η αγορά με όγκο δεν διαφυλάσσει τους καταναλωτές από τους κακούς επιχειρηματίες (αυτό μπορεί να το κάνει μόνον η Πολιτεία με συστηματικούς ελέγχους). Γιατί; Διότι ο τρόπος κοπής των καυσοξύλων στην τελική τους φάση, έχει αλλάξει κατ’ απαίτηση των καταναλωτών κι έτσι αντί πριονοκορδέλας χρησιμοποιείται σχιστικό μηχάνημα: το ξύλο σχίζεται («σκάει») από την πίεση που του ασκείται και δημιουργεί ανωμαλίες στο σχήμα του.
    Αν λοιπόν τα ξύλα κοπούν στην τελική τους φάση με πριονοκορδέλα τότε είναι δυνατόν να στοιβαχτούν δίχως πολλά κενά στο χωρικό κυβικό μέτρο και άρα ο καταναλωτής να κερδίσει σε μάζα. Αν όμως τα ξύλα κοπούν στο σχιστικό μηχάνημα τότε το σχήμα τους είναι ακανόνιστο, τα κενά πολλά και η μάζα ανά κυβικό μέτρο μικρότερη. Όμως τα ξύλα από σχιστικό μηχάνημα προτιμώνται από τους ίδιους τους καταναλωτές διότι προσφέρουν καλύτερη καύση σε αντίθεση με τα ξύλα από πριονοκορδέλα! Πώς λοιπόν ισοσκελίζει κανείς τη ζημία με το όφελος από κάθε επιλογή και πώς μπορεί να ισχυριστεί ποια από τις δύο υπερτερεί για την τσέπη του;

    Ως προς τον έλεγχο του όγκου, υπάρχει πρακτικό πρόβλημα, το οποίο απορρέει από τους περιορισμένους χώρους αποθήκευσης και φύλαξης καυσοξύλων στις πολυκατοικίες, δηλαδή υπόγεια, αποθήκες ή μπαλκόνια πολυκατοικιών όπου δεν μπορεί να μεταφερθεί αυτούσια το «πακέτο» του χωρικού m3 που ζυγίζει κατά μέσο όρο 500 κιλά. Για να ελέγξει λοιπόν ο αγοραστής, θα πρέπει να είναι παρών στη διαδικασία στοίβαξης και ογκομέτρησης των καυσοξύλων στο χώρο της επιχείρησης πριν φορτωθούν χύδην στο φορτηγό για τη μεταφορά τους στο χώρο που υποδεικνύει ο ίδιος. Διαφορετικά θα πρέπει, αφού ξεφορτωθεί η δεμένη μπαλέτα ή το big bag με τα ξύλα στο πεζοδρόμιο του χώρου του, να τα ξεστοιβάξει, να τα μεταφέρει στο χώρο του, να τα ξαναστοιβάξει ο ίδιος και να μετρήσει τις διαστάσεις της νέας στοίβας για να δει αν συμφωνεί με τις διαστάσεις της μπαλέτας που του παραδόθηκε (διότι ο τρόπος στοίβαξης των ξύλων μπορεί να «μεγαλώσει» ή να «μικρύνει» τον όγκο της στοίβας. Η δε χρήση σάκου (big bag) επιβαρύνει τον αγοραστή με πρόσθετο κόστος πακετοποίησης (μόνον η συσκευασία κοστίζει πέντε ευρώ και άνω).

    Θα ήταν καλό να υπενθυμίσουμε στους καταναλωτές ότι με το σημερινό καθεστώς, αν κάποιος έχει αμφιβολίες για το φορτίο ξύλων που είναι να του παραδοθεί, μπορεί να ζητήσει, προτού αυτό ξεφορτωθεί στο χώρο του, να ξαναζυγιστεί σε δημόσια γεφυροπλάστιγγα και ο έμπορος είναι υποχρεωμένος να το πράξει.

    Για τον Προμηθευτικό & Παραγωγικό Συνεταιρισμό
    Εμπόρων-Βιοτεχνών Δασικών Προϊόντων & Ξύλου Ν.Ξάνθης
    Η Πρόεδρος, Χρυσούλα Γρηγορίου

  • 25 Σεπτεμβρίου 2012, 21:35 | Καθ. Γ. Μαντάνης

    Του Γ. Μαντάνη

    Αναγκάζομαι να επανέλθω για να υποστηρίξω τις θέσεις μου, διότι διαβάζω πράγματα που δεν ευσταθούν, και μου προκαλούν αμηχανία, ως ειδικού στην τεχνολογία ξύλου. Τυγχάνει, να γνωρίζω και την αγορά πολύ καλά, επίσης…

    Πως ένας πολίτης, άσχετος, ένας καταναλωτής δηλ. μπορεί (με βάση το παρακάτω σύστημα που προτείνω) να ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΕΙ από την τυχόν αισχροκέρδεια ενός «κακού» εμπόρου καυσόξυλων, ή και να ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΕΙ μια κακή πρακτική (υγρά καυσόξυλα, καυσόξυλα με πισσέλαιο, απάτη στα κιλά, κτλ.);

    α) Προσφεύγει την ίδια μέρα στο ΕΘΙΑΓΕ, Αθήνα (Εργαστήριο Τεχνολογίας Ξύλου, Δρ. Χ. Λυκίδης) ή στο ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη (Εργαστήριο Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων) ή στο ΤΕΙ Λάρισας, Παράρτημα Καρδίτσας (Εργαστήριο Τεχνολογίας Ξύλου, Δρ. Γ. Μαντάνης, Δρ. Μ. Σκαρβέλης), και μέσα σε 10’ λεπτά έχει μετρηθεί δωρεάν η περιεχόμενη υγρασία των υποτιθέμενων «υγρών ξύλων»! Απλά πράγματα! και η Πολιτεία (Υπουργείο) φροντίζει να ορίσει 3 ή 4 φορείς έρευνας που να ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΥΝ τον Έλληνα πολίτη (που σήμερα είναι απροστάτευτος).

    β) Υποπτεύεται ο πολίτης ότι έχει πέσει θύμα κλοπής και του πουλήθηκαν λιγότερα κιλά καυσόξυλων;
    Ακολουθεί την κάτωθι απλή πρακτική*:
    -ντανιάζει τα καυσόξυλα που αγόρασε καλά, -ογκομετρεί αυτά (βλ. μεζούρα) και εκτιμά τον χωρικό όγκο τους, -διαιρεί με τον συντελεστή 1,67-1,70 και τα μετατρέπει σε κυβικά μέτρα, -πολλαπλασιάζει με μια φαινομενική πυκνότητα: π.χ. 750-770 για ΔΡΥ, 880-900 για ΕΛΙΑ, 900-950 για ΠΟΥΡΝΑΡΙ, κλπ. Και ΕΚΤΙΜΑ την ΜΑΖΑ των ξύλων, και έτσι μπορεί να διαπιστώσει αν όντως αγόρασε τα κιλά που πλήρωσε. Δηλ. : 2,5 χωρ. μ. Χ 1,00/1,67 Χ 750 κ. (για δρυ) = 1.122 κ.

    γ) Αν διαπιστώσει μυρωδιές, από τυχόν εμποτισμένα ή άλλα ξύλα, το καταγγέλλει στην Αγορανομία.

    δ) Οι παραπάνω Φορείς (του ΕΘΙΑΓΕ και των ΑΕΙ) να μπορούν να κάνουν ελέγχους σε εμπόρους, μετά από καταγγελίες πολιτών ή μετά από αίτημα της Πολιτείας, διαμέσου ενός μηχανισμού ελέγχου.

    Σε κάθε περίπτωση:
    Πρέπει να ΥΠΑΡΧΕΙ ένας ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ- σημ. σήμερα η ελληνική αγορά των καυσόξυλων είναι «ζούγκλα», τελείως ανεξέλεγκτη**.

    Τα πράγματα είναι πολύ απλά, αξιότιμοι κύριοι!

    ένας ειδικός του ξύλου,

    Γ. Μαντάνης, ΤΕΙ Λάρισας (Τμήμα Σχεδιασμού και Τεχνολογίας Ξύλου & Επίπλου)
    Καθηγητής (PhD, University of Wisconsin-Madison, ΗΠΑ)

    *
    Το Τμήμα/Εργαστήριο μας αυτό (δηλ. υποστήριξη Ελλήνων πολιτών), σε άλλα σχετικά θέματα, το πετυχαίνει πολύ καλά μέχρι σήμερα!
    Reference: http://users.teilar.gr/~mantanis/anagnwrisi-xylou.htm

    **
    Δεν προτείνουμε την κατάργηση της πώλησης κατ’ όγκο στα καυσόξυλα, που σήμερα γίνεται σε παλέτες (τα ξύλα είναι πολύ ξηρά, και είναι και επαρκώς καλυμμένα με πλαστικό).
    Προτείνουμε ΤΡΟΠΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥ της αγοράς στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΡΧΙΑ και γενικότερα στην Επικράτεια, όπου γίνεται μαζική πώληση (80-90% των ποσοτήτων) κατά μάζα και με τρόπους παράτυπους ή/και παράνομους, σε αρκετές περιπτώσεις…

  • 25 Σεπτεμβρίου 2012, 02:23 | Κωνσταντίνος Νασίκας

    Η πώληση καυσοξύλων κατ’ όγκον έπρεπε να είχε γίνει από χρόνια.
    Θα είχε σταματήσει το φαινόμενο της καύσης υγρών ξύλων που μόνον προβλήματα επιφέρουν σε περιβάλλον και συσκευές καύσης.
    Θα είχε μειωθεί και η φοροαποφυγή, καθόσον όγκο θα αγοράζουν οι έμποροι, όγκο θα πουλάνε πια (όχι κιλα….όσα θέλουν)

    Δεν είναι τυχαίο εξ’ άλλου που σε προηγμένες χώρες δεν υφίσταται πώληση με βάρος.

    Και μου προκαλεί βέβαια κατάπληξη η θέση του κ. Μαντάνη.
    Που από τις θέσεις του θα παραθέσω μία πολύ σωστή πλευρά.
    Δηλαδή την ανάγκη απαγόρευσης πώλησης-καυσης υγρών καυσοξύλων, εμποτισμένης ξυλείας, και μοριοσανιδών.

    Και το κυριότερο:
    Την ανάγκη απαγόρευσης καύσης ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ.(Πεύκα, έλατα, κυπαρίσσια κλπ)
    Που είναι και χρήσιμα για άλλους μεταποιητικούς κλάδους (ξυλεία στέγης, παραγωγή πέλλετ), αλλά συνάμα ευθύνονται για εκατοντάδες πυρκαγιές καμινάδων και σπιτιών ακόμα.
    Ας επικοινωνήσει το Υπουργείο με την Πυροσβεστική Υπηρεσία να ενημερωθεί για τα συμβάντα του προηγούμενου Χειμώνα.
    Φέτος δε με την έξαρση και τα χιλιάδες τζακια- σόμπες- λέβητες ξύλου που τοποθετήθηκαν θα έχουμε πολλαπλά φαινόμενα.

    Είναι κρίμα σήμερα να βλέπουμε ΧΡΗΣΙΜΗ για άλλους μεταποιητικούς κλάδους (και συνάμα επικίνδυνη για καύση ξυλεία) να τεμμαχίζεται με προορισμό τις μάντρες καυσοξύλων- με ουσιαστικό προορισμό την δημιουργία- ανάφλεξη κρεόζωτου στα τζάκια.

    Με εκτίμηση
    Κώστας Νασίκας
    μέλος ΔΣ Ελληνικής Εταιρείας Βιομάζας

    ΥΓ. Στην πολυκατοικία που διαμένω είχαμε τα Χριστούγεννα πυρκαγιά σε καμινάδα τζακιού που έκαιγε πευκη.

  • 24 Σεπτεμβρίου 2012, 22:25 | Χατζοπουλος Κωνσταντίνος

    Θα διαφωνισω λίγο με τον Καθηγητής ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΝΤΑΝΗΣ (ΤΕΙ Λάρισας) καθώς αν κ η σκέψη του είναι πολύ σωστή και πατάει καλά Ξεχνάμε οτι ο καταναλωτής δεν ξέρει και ούτε μπορεί να ζυγίσει ένα αμαξι σωστά. Ενώ σε μια μπαλέτα πάντα είναι έχει τις ίδιες διαστάσεις. Στο στίβαγμα τις μπαλέτας μπορεί και εκεί να «κλεψει» κάποιος με οχι καλό στίβαγμα .. απλα είναι πολύ μικρο το ποσοστό.. θα κερδίσει 5-6 καυσόξυλα.. ενω στο ζύγισμα μπορεί να ζυγίσει όσο θέλει κ όπως θέλει εφόσων ο καταναλωτής δεν είναι εκει…

    Όσο για την υγρασία νομίζω πως είναι καθαρά πρόβλημα τυ επαγγελματία καθώς η ποιότητα μετράει.. αν είναι βρεγμενο ξύλο δεν τηα θα το πάρει ο άλλος..

  • 22 Σεπτεμβρίου 2012, 14:47 | ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΚΟΡΕΛΗΣ

    Μια μικρή ισως διορθωση ως προς τα αναγραφόμενα του κ.κ. Μαντάνη Γεώργιου.

    Η μέτρηση σίγουρα θα ήταν μεγάλο βήμα να πραγματοποιηθεί με υγρασιόμετρο ( τιμές από 5 Ευρώ ) αλλά μετά από το σχίσιμο ξύλων (η υγρασία στο εσωτερικό δυναται να είναι πολυ διαφορετική από το εξωτερική πλευρά του ξύλου (είτε από τη πλευρά του φλοιού είτε από την »κομμένη» πλευρά ).

    – Εάν δεν προσδιορισθεί ο τρόπος μέτρησης είναι πιθανώς επιτήδειοι να χρησιμοποιήσουν ξηραντήρια με αποτέλεσμα την εξωτερική ξήρανση των ξύλων για μικρό χρονικό διάστημα για την επίτευξη μεγαλύτερου κέρδους.

    Ο βέλτιστος σκοπός είναι: το προϊόν (καυσόξυλα) που αγοράζει ο καταναλωτής (τυποποιημένο ή όχι) είναι να παραδίδεται έτσι ώστε, να δύναται να παρασχει το απαιτούμενο επίπεδο Κcal το οποίο προσδοκάται.

    Μήπως λοιπόν θα έπρεπε αντί αυτού (μέτρηση μόνο σε m3) να τυποποιηθούν οι ενεργειακές αποδόσεις (συντελεστής συναρτήση των παρακάτω:
    – τρόπος στοίβαξης (χύμα – σε παλλέτες – στοιβαγμένα- κλπ)
    – ποσοστό υγρασίας (απομοίωση αυξανόμενου του ποσοστού υγρασίας)
    – τύπος ξύλου (διαφορετική ενεργειακή απόδοση – υφίστανται πίνακες ενεργειακής απόδοσης ανα kgr και όχι ανα m3)

    Συνεπώς τυποποιώντας κάποιες διαδικασίες είναι σίγουρο πως θα περιορισθούν φαινόμενα αισχροκαίρδιας αλλά και θα υφίσταται ανταγωνισμός μεταξύ των πωλητών καυσοξύλων, καθώς θα είναι πιο έυκολη η δυνατότητα επιλογής για τους καταναλωτές.

  • 22 Σεπτεμβρίου 2012, 12:18 | Μιχαλόπουλος Μιχαήλ

    Προτείνω την πλήρη αντικατάσταση της πρότασης του άρθρου 124 με αυτή όπως ακριβώς την περιγράφει ο Καθηγητής κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΝΤΑΝΗΣ, ΤΕΙ ΛΑΡΙΣΑΣ.

  • 21 Σεπτεμβρίου 2012, 13:29 | Βασίλης Καραβίτης

    Ο καθηγητής Μαντάνης είναι άκρως ειδικός στο θέμα και οι παρατηρήσεις του πρέπει να ληφθούν σοβαρότατα υπόψιν. Συμφωνώ ότι είναι απολύτως αδύνατο να γίνει πραγματική μέτρηση με την κατ’ όγκον τιμολόγηση. Είναι αδύνατον να μετρηθούν ήέστω να αξιολογηθούν προσεγγιστικά τα κενά μεταξύ τεμαχίων και τα κενά αυτά εξαρτώνται πολύ από την γεωμετρία και τον τρόπο κοπής των κεχωρισμένων τεμαχίων. Στο θέμα της υγρασίας θα ήθελα να προσθέσω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό υγρασίας μάλλον περιέχεται στα ξύλα όταν αυτά είναι πρόσφατα υλοτομημένα, χωρίς να έχει δοθεί η δυνατότητα ξήρανσής τους λόγω ύψηλών θερμοκρασιών της ατμόσφαιρας (συνθήκες θέρους). ‘Ομως είναι πιθανόν να μην υπάρχει επάρκεια ξηρών ξύλων και ο πελάτης να είναι διατεθειμένος να προμηθευτεί και προσφάτως υλοτομημένα ξύλα. Πολλοί πελάτες στεγνώνουν τα νωπά κούτσουρα στο τζάκι, τοποθετώντας τα πλησίον της φλόγας.

  • 21 Σεπτεμβρίου 2012, 13:13 | Ιωάννης Σωμάκος

    Κατά δήλωση μελών του τοπικού συλλόγου πωλητών καυσόξυλων, σε σύσκεψη στην Περιφέρεια Ηπείρου, είναι δυνατή η λιανική πώληση με μονάδα μέτρησης τον όγκο. Εξ άλλου, πολύ μεγάλη ποσότητα των πωλούμενων καυσόξυλων,προέρχονται απο εισαγωγές, που γίνονται με ογκομετρημένες παλέτες, και αυτή την στιγμή πωλούνται (με αυξημένη υγρασία ) με το βάρος.
    Ζητώ οι έμποροι καυσοξύλων να τηρούν αντίστοιχο βιβλίο αποθήκης, μιάς καί τα εισερχόμενα ξύλα θα είναι ογκομετρημένα.
    Με αυτό τον τρόπο, θα αποτραπεί ο εφοδιασμός των εμπόρων με ξύλα λαθρέας υλοτόμισης, πράγμα πολύ συχνό. Επίσης θα αναγκάζονται να κόβουν τα απαραίτητα φορολογικά παραστατικά, που στην ελληνική περιφέρεια είναι είδος σε ανεπάρκεια. Καλό είναι να υπάρξει και από το Υπουργείο Οικονομικών παράλληλη ένταξη των αποδείξεων των καυσοξύλων στην δημιουργία του αφορολόγητου.
    Συμπερασματικά ,με την πώληση των καυσόξυλων με το κυβικό,και τήρηση βιβλίου αποθήκης, πετυχαίνεται ο τριπλός στόχος, 1) της προστασίας των καταναλωτών, 2)Του πανεύκολου -πλέον- ελέγχου των εμπόρων ΄τοσο φορολογικά,όσον και ποιοτικά,3)προστασία των δασών απο λαθραία υλοτόμηση.
    Σε κάθε άλλη περίπτωση, ο νόμος θα γίνει ένα ακόμη «καινό γράμμα Νόμου». Εξ άλλου, δεν πάμε να ανακαλύψουμε την Αμερική. Αυτό κάνουν οι περισσότερες χώρες (παλέτες 1.8Χ1Χ1)

  • του Καθηγητή ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΑΝΤΑΝΗ, ΤΕΙ ΛΑΡΙΣΑΣ
    Τμήμα Σχεδιασμού και Τεχνολογίας Ξύλου και Επίπλου
    ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΞΥΛΟΥ
    τηλ. 6947 300.585 και email mantanis@teilar.gr

    ΘΕΣΕΙΣ ΜΟΥ ΕΠΙ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ του ΑΡΘ. 124

    Πώληση καυσοξύλων στην Ελλάδα, και ειδικά στην ελληνική περιφέρεια
    ΚΑΤ’ ΟΓΚΟΝ είναι ΑΔΥΝΑΤΗ, 100% αδύνατη. Είναι μη υλοποιήσιμη πρόταση.
    Ορισμένοι, λίγοι καταναλωτές (10-20%) ΝΑΙ προμηθεύονται κατ’ όγκον
    σε ΠΑΛΕΤΕΣ με πλαστική συσκευασία.

    Τι προτείνουμε ΣΥΝΟΛΙΚΑ:

    Διάρθρωση/έλεγχος της ελληνικής αγοράς καυσόξυλων

    του Καθ. Γ. ΜΑΝΤΑΝΗ

    α. Απαραίτητοι έλεγχοι

    Συνεχείς δειγματοληπτικοί έλεγχοι από την Αγορανομική Υπηρεσία, ή τις τοπικές υπηρεσίες της Περιφέρειας. Ειδικότερα κατά τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο κάθε έτους.
    Έλεγχος και συγκέντρωση των τιμών πώλησης ανά κιλό, σε κάθε Περιφέρεια (σημ. παρατηρούνται «εναρμονίσεις» των τιμών, στο ίδιο επίπεδο, στα καυσόξυλα τους τελευταίους μήνες, ειδικά δε, όλοι οι προμηθευτές μιας μικρής επαρχιακής αγοράς προσφέρουν ακριβώς την ίδια τιμή πώλησης, σε όλο τον νομό / Περιφέρεια!).

    β. Νέο πλαίσιο

    Κάθε τέτοια επιχείρηση να έχει την υποχρέωση να αγοράσει «υγρόμετρα ηλεκτρικής αντίστασης», σύγχρονης τεχνολογίας με ακίδες. Η τιμή αυτών είναι πολύ χαμηλή (μ.ό. 500-600 ευρώ ανά συσκευή).
    Η πώληση να γίνεται με βάση την απόλυτα ξηρή μάζα των καυσόξυλων. Δηλ. για ξύλα με υγρασία 0%. Στο τιμολόγιο πώλησης να αναγράφεται υποχρεωτικά ο μ.ό. των τιμών της περιεχόμενης υγρασίας των πωληθέντων καυσόξυλων, π.χ. 15%.
    Οι μετρήσεις να γίνονται με ευθύνη της επιχείρησης, πριν ακριβώς την παράδοση των καυσόξυλων στον καταναλωτή, ως ο μέσος όρος πέντε (5) τυχαίων μετρήσεων σε διαφορετικά καυσόξυλα της παρτίδας αγοράς (σημ.: ΟΧΙ μετρήσεις στα σόκορα των ξύλων αλλά στις πλευρές των ξύλων και όχι στη φλούδα).
    Αυτό σημαίνει ότι: εάν η ζύγιση έδειξε 2.760 κιλά στα καυσόξυλα, και η υγρασία των ήταν κατά μ.ό. 15%, τότε ο καταναλωτής θα πληρώσει την ξηρή μάζα αυτών δηλ.
    2.760 kg . 1,00 / 1,15 = 2.400 kg κιλά x 0,14 Ε/kg = 336,00 Ευρώ
    Όλα τα παραπάνω να φαίνονται καθαρά πάνω στο τιμολόγιο που δίνεται.
    Αυτό το πλαίσιο θα ωθήσει: τις επιχειρήσεις να κατασκευάσουν τα απαραίτητα υπόστεγα αποθήκευσης/φύλαξης για τα καυσόξυλα, για πολύ ξηρή ύλη καυσόξυλων (καλύτερη απόδοση), και αποθήκευση χωρίς να βρέχονται με τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου, μετά την ξήρανση αυτών τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο).
    Αυτό το πλαίσιο δίνει τη δυνατότητα: στους καταναλωτές να μετρήσουν και να ελέγξουν αν όντως τα καυσόξυλα που αγόρασαν έχουν υγρασία στο 15%, και όχι υψηλότερη…
    Προτεινόμενη τιμή υγρασίας: για την ελληνική αγορά προτείνεται το επίπεδο υγρασίας 15%. Θεωρείται ως κατάλληλο για καυσόξυλα εμπορίου, για καύση σε τζάκια και σόμπες. Χαμηλότερες υγρασίες είναι οι πλέον επιθυμητές, και ακόμη καλύτερες.
    Αυτό το πλαίσιο θα ωθήσει: τις επιχειρήσεις εμπορίας καυσόξυλων να ξηραίνουν καλύτερα και αποτελεσματικότερα την πρώτη ύλη (για μέγιστο κέρδος), θα τις αποθαρρύνει από την πώληση «υγρών» καυσόξυλων και θα τις κάνει να επιδείξουν φροντίδα για ξήρανση της πρώτης ύλης αλλά και για αποθήκευση/φύλαξη των καυσόξυλων.
    Να αναγράφεται η προέλευση των καυσόξυλων (σημ.: ο καταναλωτής είναι απαραίτητο να ξέρει ότι η Δασική Υπηρεσία χρησιμοποιεί στρόγγυλες κόκκινες και πράσινες σφραγίδες, ενώ λ.χ. οι βουλγαρικές σφραγίδες είναι πολυγωνικές πράσινου χρώματος και φέρουν ενδείξεις στο κυριλλικό αλφάβητο).

    γ. Απαγορεύσεις

    Καυσόξυλα με υγρασία, την ημέρα πώλησης, >20% θα πρέπει να αποφεύγονται και ίσως να απαγορεύεται η πώληση αυτών. Θεωρούμε ότι είναι ακατάλληλα για καύση αυτά.
    Καυσόξυλα για κυρίως καύση, από εμπορικές επιχειρήσεις όπως π.χ. από τα είδη Πεύκου, Έλατου, Ερυθρελάτης, Κέδρου και Άρκεϋθου (κωνοφόρα είδη, βλ. εξαιρετικά εύφλεκτα και ακατάλληλα για κύρια καύση) πρέπει να μην επιτρέπονται για πώληση. Για προσάναμμα, τα ανωτέρω κωνοφόρα είδη είναι τα πλέον κατάλληλα, αλλά αυτό θα πρέπει να γίνεται, αν γίνεται πώληση των, με υποχρεωτική ενημέρωση του καταναλωτή/αγοραστή.
    Να απαγορεύεται αυστηρά η πώληση / εμπορία (ή δωρεάν παροχή από την επιχείρηση σε καταναλωτές) οποιασδήποτε ξυλείας εμποτισμένης με πισσέλαιο (κομμένη ξυλεία από παλιούς στύλους ΔΕΗ/ΟΤΕ), «πράσινης» ξυλείας, εμποτισμένης με άλατα, ή οποιασδήποτε τεχνητής ξυλείας συγκολλημένου ξύλου (κόντρα-πλακέ, νοβοπάν, ινοσανίδες/MDF κ.α.). Περιέχουν πολύ επικίνδυνες και εξαιρετικά τοξικές ουσίες.