Άρθρο 19: Περιεχόμενο της δοκιμασίας επάρκειας.

1. Η δοκιμασία περιλαμβάνει την εξέταση στο ελληνικό Σύνταγμα, αστικό, ποινικό, και διοικητικό δίκαιο καθώς και στα αντίστοιχα δικονομικά δίκαια.
2. Επιτυχών θεωρείται αυτός που συγκέντρωσε βαθμολογία τουλάχιστον 5 με άριστα το 10 σε κάθε μάθημα.
3. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να επιλέγει σε ποιό ή ποιά από τα εξεταζόμενα μαθήματα επιθυμεί να εξεταστεί σε κάθε εξεταστική περίοδο και δικαιούται να κατοχυρώσει τη βαθμολογία του σε περίπτωση επιτυχίας του.
4. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να συμμετάσχει μόνο τρεις φορές στις εξετάσεις κάθε μαθήματος.
5. Οι λεπτομέρειες της εξέτασης, όπως η εξεταστέα ύλη, ο τόπος και ο τρόπος διενέργειας των εξετάσεων και το ύψος των εξέταστρων που καταβάλλονται στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, ορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Επάρκειας.
6. Για τη συμμετοχή του στη δοκιμασία επάρκειας ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου ή μέχρι το τέλος Μαρτίου αίτηση που συνοδεύεται από τα εξής δικαιολογητικά, νομίμως μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα.
α) Έγγραφο δημόσιας ή δημοτικής αρχής από το οποίο να αποδεικνύεται η ιδιότητα του ως πολίτη κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου.
γ) Αντίγραφο τίτλου εκπαίδευσης, πρόγραμμα σπουδών και αναλυτική βαθμολογία μαθημάτων και, εφόσον διαθέτει, μεταπτυχιακή ή διδακτορική εργασία.
δ) Πιστοποιητικά που αφορούν την απόκτηση προσόντων και τη συναφή επαγγελματική εμπειρία, η οποία έχει αποκτηθεί στο μεταξύ.
Τα ανωτέρω υπό α και β δικαιολογητικά δεν λαμβάνονται υπόψη αν παρέλθει διάστημα τριών μηνών από την έκδοσή τους.
7. Αυτός που επιτυγχάνει στη δοκιμασία επάρκειας εγγράφεται, μετά από αίτησή του, στο μητρώο ασκουμένων δικηγόρων του Δικηγορικού Συλλόγου, όπου επιθυμεί να ασκηθεί, και συνυποβάλλει υπεύθυνη δήλωση, ότι δεν ασκεί ασυμβίβαστη δραστηριότητα.
8. Για τη συμπλήρωση του χρόνου άσκησης όσων είχαν ήδη εγγραφεί ως ασκούμενοι δικηγόροι στο μητρώο Δικηγορικού Συλλόγου κράτους μέλους της Ε.Ε., η Επιτροπή αναγνωρίζει, εφόσον ο ενδιαφερόμενος επιτύχει στη δοκιμασία, και το χρόνο άσκησης στο κράτος – μέλος.