Άρθρο 11: Γενικές προϋποθέσεις για την έναρξη της άσκησης.

1. Ο ενδιαφερόμενος, για να εγγραφεί ως ασκούμενος δικηγόρος πρέπει, μέσα σε εύλογο χρόνο από τη λήψη του πτυχίου του ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, να καταθέσει αίτηση για την εγγραφή του, ως ασκούμενου δικηγόρου. Την αίτηση αυτή απευθύνει προς τον Πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου, στον οποίο επιθυμεί να ασκηθεί και συνυποβάλλει βεβαίωση έναρξης άσκησης από τον δικηγόρο στον οποίο ασκείται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου, μπορεί να επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει αντί του πτυχίου αναλυτική βαθμολογία επιτυχίας σε όλα τα μαθήματα.
2. Καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης εγγραφής συγχωρείται για σπουδαίο λόγο. Σπουδαίοι λόγοι είναι ιδίως:
α) η εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων του ενδιαφερόμενου,
β) η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου από τον ενδιαφερόμενο,
γ) οι λόγοι υγείας.
3. Σε κάθε περίπτωση μετά την πάροδο πενταετίας από τη λήψη πτυχίου, η εγγραφή στο ειδικό βιβλίο ασκουμένων δικηγόρων επιτρέπεται, εφόσον ο πτυχιούχος επικαλεσθεί και αποδείξει με συγκεκριμένα στοιχεία, ότι δεν αποξενώθηκε από τη νομική επιστήμη.
Η παροχή εξαρτημένης εργασίας με σχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα ή η άσκηση επαγγέλματος ή έργου ή δραστηριότητας μη συναφούς προς τη νομική επιστήμη δεν συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των σπουδαίων λόγων.
Ως συναφής με τη νομική επιστήμη δραστηριότητα ή εργασία νοείται μόνο η παροχή αμιγώς νομικών εργασιών, έργων ή δραστηριοτήτων όπως αυτές ορίζονται στον παρόντα Κώδικα.
4. Η άσκηση αρχίζει με την εγγραφή του ενδιαφερόμενου στο ειδικό μητρώο ασκουμένων του Δικηγορικού Συλλόγου του τόπου άσκησης. Η ιδιότητα του ασκουμένου διατηρείται για όσο χρόνο είναι αναγκαίος για την ολοκλήρωση της άσκησης και την επιτυχή συμμετοχή του στις σχετικές δοκιμασίες και μέχρι τον επακόλουθο διορισμό του ως δικηγόρου.

  • 2 Μαρτίου 2013, 20:53 | Κ.Ν.ΚΑΡΛΗΣ

    Ο εύλογος χρόνος εγγραφής ως ασκούμενου κατά την παρ. 1 αρχίζει α) από την λήψη του πτυχίου, οπότε η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου καλώς αποτελεί σπουδαίο λόγο κατά την παρ. 2β; ή β) από την λήψη του μεταπτυχιακού τίτλου; Η παρ 1 προβλέπει και τα δύο, οπότε ποια είναι η έννοια της παρ 2(β); Αν κατά την παρ 1 ο εύλογος χρόνος αρχίζει (και) από την λήψη του μεταπτυχιακού τίτλου, τότε γιατί κατά την παρ. 2(β) η λήψη μεταπτυχιακού τίτλου αποτελεί σπουδαίο λόγο; Ο εύλογος χρόνος είναι πάντοτε μια αόριστη νομική έννοια. Η αναφορά στην στρατιωτική θητεία κατά την παρ 2α ως σπουδαίου λόγου περιορίζει αναγκαίως τον εύλογο χρόνο σε λιγότερο από 8 μήνες (τουλάχιστον υπό τα κρατούντα σήμερα). Και οι σπουδαίοι λόγοι είναι δυνατόν να είναι διαδοχικοί (πχ απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου, εν συνεχεία απόκτηση διδακτορικού εν συνεχεία στρατιωτική θητεία). Καλύπτεται και αυτή η περίπτωση; Τα πιο πάνω σε συνδυασμό με την παρ. 3 οδηγούν σε σκέψεις ενδεχομένης περιγραφής των όσων έχουν κριθεί με τις αποφάσεις 1539/2008 και 3177/2007 ΣτΕ, με αντιγραφή δικανικών συλλογισμών που οδήγησαν σε κρίση διαφορετική από αυτή που διαφαίνεται στο περιεχόμενο της νέας διάταξης. Οι σπουδαίοι λόγοι είναι οι ίδιοι με αυτούς που προβλέπει το άρθρο 5 του ισχύοντος κώδικος όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 723/1977.

  • 25 Φεβρουαρίου 2013, 16:44 | Αναστάσιος Φράγκος

    Ο εύλογος χρόνος (παρ. 1) θα πρέπει να προσδιορίζεται προς άρση αμφιβολιών.